Για Μένα η Φυλάκισις Ήταν μια Ευλογία
ΜΕΤΑ την αποφοίτησί μου από το γυμνάσιο, ανέλαβα εργασία στην Εθνική Τράπεζα της Αιθιοπίας, και έγινα επίσης διάκονος στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία (την εκκλησία των Κοπτών). Στην πραγματικότητα, καυχόμουν για τη γνώσι μου σχετικά με την Αγία Γραφή. Κατόπιν, το 1972, δύο Μάρτυρες του Ιεχωβά πλησίασαν τον περίβολό μας, για να μιλήσουν σ’ εμένα και τη σύζυγό μου, και τους προσκαλέσαμε μέσα για να συζητήσωμε για τις Γραφές. Μου άφησαν ένα αντίτυπο του βιβλίου Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι δεν το διάβασα.
Την άλλη φορά που ξαναήλθαν, προσεφέρθησαν ν’ αρχίσουν μια Γραφική μελέτη μ’ εμένα και την οικογένειά μου. Αρνήθηκα και προτίμησα να συζητούμε ωρισμένα θέματα που μ’ ενδιέφεραν, όπως το βάπτισμα και η Τριάδα. Στην εκκλησία μου υπήρχε η συνήθεια να βαπτίζουν τα νήπια—τα αγόρια όταν ήσαν ηλικίας σαράντα ημερών· τα κορίτσια σε ηλικία ογδόντα ημερών. Νόμιζα ότι οι Μάρτυρες σφάλλουν επειδή δεν υποστηρίζουν το νηπιοβαπτισμό, αλλά, παρ’ όλη τη Βιβλική γνώσι που κατείχα, δεν μπορούσα ν’ αποδείξω ότι σφάλλουν.
Όταν συζητούσαμε τη διδασκαλία της Τριάδος, οι Μάρτυρες μού έδειξαν το εδάφιο 1 Κορινθίους 15:28, όπου λέγει ότι ο Ιησούς θα έδιδε την κυριαρχία στον Πατέρα του. Δεν εγνώριζα πώς ήταν δυνατόν να συμβή αυτό και συγχρόνως να είναι αληθινή η διδασκαλία της Τριάδος. Επειδή πίστευα ότι ίσως η δική μου κατανόησις σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα ήταν εσφαλμένη, έδειξα αυτό κι άλλα εδάφια στον ιερέα, ο οποίος ήταν κήρυκας της εκκλησίας. Όταν το έκανα αυτό, αμέσως με ρώτησε αν είχα συζητήσει με Μάρτυρες του Ιεχωβά.
«Ναι, συζήτησα,» απήντησα.
Η απάντησίς του ήταν ότι οι Μάρτυρες απλώς αναμασούν τις διδασκαλίες του πρώτου αντιτριαδικού Αρείου. Όταν επέμενα να μου δώση μια συγκεκριμένη απάντησι για το εδάφιο περί του οποίου επρόκειτο, μου είπε ότι ήταν απησχολημένος και ότι έπρεπε να επανέλθω αργότερα στη διάρκεια της ημέρας για μια συνάντησι. Επέστρεψα και μου είπαν μόνο ότι η συνάντησις είχε αναβληθή για κάποια άλλη μέρα. Επανειλημμένως πήγα στο γραφείο του χωρίς να μπορέσω να τον δω.
Επιθυμώντας ακόμη μια συνάντησι με τον ιερέα, σκέφθηκα ότι δεν θα προέκυπτε καμμιά βλάβη αν πήγαινα στις συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Και σκεφθήτε πώς αισθάνθηκα όταν, αφού παρακολουθούσα συναθροίσεις επί ένα μήνα περίπου, ήλθε η αστυνομία σε μια συνάθροισι τον Αύγουστο του 1972 και πήρε όλους εμάς που ήμεθα στο ακροατήριο στη φυλακή! Οι τοπικοί θρησκευτικοί ηγέται είχαν υποκινήσει αυτή την παρενόχλησι.
Στη φυλακή, όπου παραμείναμε δυο περίπου εβδομάδες, μπόρεσα να δω από πρώτο χέρι τη γνήσια αγάπη που δείχνουν οι μαθηταί του Χριστού από την καρδιά τους. Όλοι οι Μάρτυρες μοίραζαν τις προμήθειες εξίσου, και έδειχναν πραγματική στοργή ο ένας για τον άλλο. Ξύρισαν τα κεφάλια μας, πράγμα που μου θύμιζε την ταπεινωτική μεταχείρισι που είχαν οι πρέσβεις του Δαβίδ από τους Αμμωνίτας.—2 Σαμ. 10:1-5.
Οι δύο εβδομάδες που παραμείναμε στη φυλακή μού έδωσαν την ευκαιρία να λάβω περισσότερη γνώσι σχετικά με τους σκοπούς του Ιεχωβά Θεού. Συλλογίστηκα επίσης το μίσος (όμοιο του οποίου είχε ξεσπάσει, εναντίον του Χριστού και των πρώτων μαθητών του) που έκανε τους τοπικούς θρησκευτικούς ηγέτας να μας φυλακίσουν. Έτσι, λίγους μήνες από την αποφυλάκισί μου, το Μάιο του 1973, η σύζυγός μου κι εγώ βαπτισθήκαμε ως Μάρτυρες του Ιεχωβά. Συνεχίζομε να υπηρετούμε τον Θεό μας μ’ ευτυχία εδώ στην Αιθιοπία.—Από συνεργάτη.