ΒΟΟΖ, 1
(Βοόζ) [πιθανώς, Με Ισχύ].
Γαιοκτήμονας στη Βηθλεέμ του Ιούδα, “άνθρωπος κραταιός σε πλούτο” που έζησε γύρω στο 14ο αιώνα Π.Κ.Χ. (Ρθ 2:1) Ο Βοόζ ήταν γιος του Σαλμά (Σαλμών) και της Ραάβ, και πατέρας του Ωβήδ. (Ματ 1:5) Υπήρξε κρίκος στην οικογενειακή γραμμή του Μεσσία, ο έβδομος στη γενεαλογική γραμμή από τον Ιούδα. (1Χρ 2:3-11· Λου 3:32, 33) Το πώς έγινε και πήραν τα γεγονότα αυτή την πολύ ασυνήθιστη τροπή, πράγμα που επέτρεψε στον Βοόζ να περιληφθεί στη γενεαλογία του Ιησού, έχει διαφυλαχτεί για εμάς στο βιβλίο της Ρουθ.
Ο Βοόζ είχε έναν στενό συγγενή ονόματι Ελιμέλεχ ο οποίος πέθανε, καθώς και οι δύο γιοι του, χωρίς να αφήσει άρρενες κληρονόμους. Από τις χήρες των δύο γιων, η μία, η Ρουθ, προσκολλήθηκε στη χήρα του Ελιμέλεχ, τη Ναομί. Ήταν ο καιρός του θερισμού και η Ρουθ «έτυχε» να σταχυολογεί στον αγρό που ανήκε στον Βοόζ. (Ρθ 2:3) Ο δε Βοόζ ήταν αληθινός Ιουδαίος, ευλαβής λάτρης του Ιεχωβά. Όχι μόνο χαιρέτησε τους θεριστές του με τα λόγια «Ο Ιεχωβά να είναι μαζί σας», αλλά επίσης, αφού παρατήρησε την οσιότητα της Ρουθ προς τη Ναομί, της είπε: «Είθε ο Ιεχωβά να ανταμείψει τον τρόπο με τον οποίο ενεργείς και είθε να υπάρξει για εσένα τέλειος μισθός από τον Ιεχωβά». (Ρθ 2:4, 12) Όταν η Ρουθ αφηγήθηκε αυτά τα πράγματα στην πεθερά της, η Ναομί αναφώνησε: «Ευλογημένος να είναι αυτός από τον Ιεχωβά . . . Είναι ένας από τους εξαγοραστές μας». (Ρθ 2:20) Επιπλέον, όταν τελείωσε ο θερισμός, η Ναομί εξήγησε στη Ρουθ ποιος ήταν ο τρόπος που υπαγόρευαν τα έθιμα για να φερθεί αυτό το ζήτημα στην προσοχή του Βοόζ. Καθώς ο Βοόζ κοιμόταν στο αλώνι του, ξύπνησε και βρήκε πλαγιασμένη στα ξεσκέπαστα πόδια του τη Ρουθ, η οποία του ζήτησε να εξαγοράσει την περιουσία του Ελιμέλεχ κάνοντας ανδραδελφικό γάμο. (Βλέπε ΑΝΔΡΑΔΕΛΦΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ.) Η Ρουθ επρόκειτο να είναι η αντικαταστάτρια της Ναομί, η οποία είχε περάσει την ηλικία της τεκνοποίησης. Ο Βοόζ, χωρίς να χάσει καιρό, κάλεσε το πρωί έναν άλλον, στενότερο συγγενή, αλλά αυτό το άτομο, που αναφέρεται στην Αγία Γραφή μόνο ως Τάδε, αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τη θεϊκή διευθέτηση. Ο Βοόζ, όμως, έσπευσε να ενεργήσει ανάλογα και πήρε σύζυγό του τη Ρουθ με τις ευλογίες του λαού της πόλης. Εκείνη του γέννησε έναν γιο ονόματι Ωβήδ, τον παππού του Βασιλιά Δαβίδ.—Ρθ 3:1–4:17.
Σε όλη την αφήγηση, από τον πρώτο ευγενικό χαιρετισμό που απηύθυνε στους εργάτες μέχρι τη στιγμή που αποδέχτηκε την ευθύνη να διατηρήσει το οικογενειακό όνομα του Ελιμέλεχ, γίνεται φανερό ότι ο Βοόζ ήταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος—ένας άνθρωπος ο οποίος αναλάμβανε δράση και είχε εξουσία, αλλά παράλληλα διέθετε αξιόλογη εγκράτεια, πίστη και ακεραιότητα, ήταν γενναιόδωρος και ευγενικός, ηθικά αγνός και πλήρως υπάκουος στις εντολές του Ιεχωβά από κάθε άποψη.