ΕΞΑΔΕΛΦΟΣ
Ο γιος της θείας ή του θείου κάποιου. Αυτή η λέξη αντιστοιχεί στη λέξη ἀνεψιός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου η οποία εμφανίζεται μόνο στο εδάφιο Κολοσσαείς 4:10, όπου ο Παύλος αποκαλεί τον Μάρκο “εξάδελφο του Βαρνάβα”. Η εν λόγω λέξη σημαίνει κυρίως «πρώτος εξάδελφος», αλλά και εξάδελφος εν γένει. Ο όρος ἀνεψιός εμφανίζεται επίσης στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα στο εδάφιο Αριθμοί 36:11 (στον πληθυντικό), αλλά η εβραϊκή έκφραση του Μασοριτικού κειμένου αποδίδεται κατά γράμμα «των γιων που είχαν οι αδελφοί του πατέρα τους».
Μολονότι στις Εβραϊκές Γραφές δεν υπάρχει λέξη που να σημαίνει «εξάδελφος», αυτή η συγγένεια υποδηλώνεται εκεί από εκφράσεις όπως “οι γιοι του θείου του Ααρών” και «ο γιος του θείου του». (Λευ 10:4· 25:49) Αναφέρονται γάμοι μεταξύ εξαδέλφων: του Ιακώβ και της Ραχήλ, καθώς και των θυγατέρων του Σαλπαάδ. (Γε 28:2· 29:10-12· Αρ 36:11) Τέτοιου είδους γάμοι μεταξύ εξαδέλφων δεν περιλαμβάνονταν στις απαγορεύσεις του Μωσαϊκού Νόμου εναντίον της αιμομειξίας. (Λευ 18:8-16) Σήμερα τα αστικά δίκαια διαφέρουν σε αυτό το ζήτημα. Μερικά κράτη και έθνη επιτρέπουν τους γάμους μεταξύ εξαδέλφων, ενώ άλλα τους απαγορεύουν.