ΙΩΑΡΙΒ
(Ιωαρίβ) [συντετμημένη μορφή του Ιεχωιαρίβ, που σημαίνει «Είθε να Αντιδικήσει ο Ιεχωβά· Ο Ιεχωβά Έχει Χειριστεί τη Νομική [μας] Υπόθεση»].
1. Κεφαλή πατρικού οίκου ιερέων. Ονομάζεται και Ιεχωιαρίβ. (1Χρ 24:6, 7) Κάποιοι εκπρόσωποι του οίκου του (ή ένας άλλος ιερέας με το ίδιο όνομα) ήταν σύγχρονοι του Ζοροβάβελ, του Νεεμία και του Ιεχωακείμ.—Νε 12:1, 6· 11:4, 10· 12:12, 19, 26.
2. “Δάσκαλος” στην εποχή του Έσδρα.—Εσδ 8:16.
3. Πρόγονος του Μαασία από τη φυλή του Ιούδα.—Νε 11:5.