ΣΑΜΨΩΝ
(Σαμψών) [από μια ρίζα που σημαίνει «ήλιος»].
Ένας από τους εξέχοντες κριτές του Ισραήλ, γιος του Μανωέ, ενός Δανίτη από τη Ζορά. Πριν από τη γέννηση του Σαμψών, εμφανίστηκε στη μητέρα του ένας άγγελος και της ανακοίνωσε ότι θα γεννούσε έναν γιο που θα ήταν Ναζηραίος από τη γέννησή του και “θα αναλάμβανε την ηγεσία στη διάσωση του Ισραήλ από το χέρι των Φιλισταίων”. (Κρ 13:1-5, 24· 16:17) Ως μελλοντικός αρχηγός στον πόλεμο κατά των Φιλισταίων, ο Σαμψών αναγκαστικά θα πλησίαζε τα πτώματα των σκοτωμένων στη μάχη. Επομένως, αυτή καθαυτή η φύση της αποστολής του έδειχνε ότι δεν υπόκειτο στο νόμο που όριζε ότι οι Ναζηραίοι δεν έπρεπε να αγγίζουν πτώματα. (Αρ 6:2-9) Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι αυτός ο νόμος ίσχυε για όσους είχαν κάνει ευχή Ναζηραιοσύνης εθελοντικά, ενώ στην περίπτωση του Σαμψών οι ισχύουσες απαιτήσεις ήταν αυτές που είχε αναφέρει συγκεκριμένα στη μητέρα του ο άγγελος του Ιεχωβά.
Όταν έφτασε σε ηλικία γάμου, ο Σαμψών ζήτησε από τους γονείς του να του πάρουν για σύζυγο μια Φιλισταία από τη Θιμνάχ. Αυτό βρισκόταν σε αρμονία με την κατεύθυνση του πνεύματος του Θεού, καθώς έτσι θα δινόταν στον Σαμψών αφορμή να πολεμήσει κατά των Φιλισταίων. (Κρ 13:25–14:4) Στη συνέχεια, κοντά στη Θιμνάχ, ο Σαμψών βρέθηκε μπροστά σε ένα χαιτοφόρο νεαρό λιοντάρι. Ενδυναμωμένος από το πνεύμα του Θεού, έσκισε το ζώο στα δύο με γυμνά χέρια. Κατόπιν συνέχισε το δρόμο του για τη Θιμνάχ και εκεί μίλησε με τη Φιλισταία την οποία ήθελε για σύζυγο.—Κρ 14:5-7.
Ύστερα από κάποιο διάστημα, ο Σαμψών, συνοδευόμενος από τους γονείς του, πήγε στη Θιμνάχ για να φέρει τη μνηστή του στο σπίτι του. Πηγαίνοντας εκεί, βγήκε από το δρόμο του για να δει το πτώμα του λιονταριού που είχε σκοτώσει και βρήκε σε αυτό ένα σμήνος από μέλισσες, καθώς και μέλι. Ο Σαμψών έφαγε λίγο μέλι και, όταν συνάντησε ξανά τους γονείς του, πρόσφερε και σε αυτούς. Στο γαμήλιο συμπόσιο, έπλασε ένα αίνιγμα από αυτό το περιστατικό, το οποίο και έβαλε σε 30 Φιλισταίους γαμήλιους συνοδούς. Οι περαιτέρω εξελίξεις που έλαβαν χώρα εξαιτίας αυτού του αινίγματος έδωσαν στον Σαμψών την αφορμή να σκοτώσει 30 Φιλισταίους στην Ασκαλών.—Κρ 14:8-19.
Όταν ο πατέρας της μνηστής του την έδωσε σε άλλον άντρα και δεν άφησε τον Σαμψών να τη δει, ο Σαμψών βρήκε μια ακόμη αφορμή να δράσει εναντίον των Φιλισταίων. Χρησιμοποιώντας 300 αλεπούδες, έβαλε φωτιά στα σπαρτά, στα αμπέλια και στους ελαιώνες των Φιλισταίων. Ως αποτέλεσμα, οι εξοργισμένοι Φιλισταίοι έκαψαν τη μνηστή του Σαμψών και τον πατέρα της, επειδή η ζημιά που υπέστησαν οφειλόταν στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρθηκε εκείνος στον Σαμψών. Με την πράξη τους αυτή, οι Φιλισταίοι έδωσαν και πάλι στον Σαμψών λόγο για να τους εκδικηθεί. Θανάτωσε πολλούς από αυτούς, «σωριάζοντας πόδια πάνω σε μηρούς».—Κρ 14:20–15:8.
Θέλοντας να εκδικηθούν τον Σαμψών, οι Φιλισταίοι ήρθαν στη Λεχί. Τότε, τρεις χιλιάδες έντρομοι άντρες του Ιούδα πήγαν στον Σαμψών στο βράχο Ητάμ και τον έπεισαν να παραδοθεί. Στη συνέχεια τον έδεσαν με δύο καινούρια σχοινιά και τον οδήγησαν στους Φιλισταίους. Περιχαρείς, οι Φιλισταίοι ετοιμάστηκαν να παραλάβουν τον Σαμψών. Αλλά «άρχισε να επενεργεί σε αυτόν το πνεύμα του Ιεχωβά, και τα σχοινιά που ήταν στους βραχίονές του έγιναν σαν λινές κλωστές που έχουν καεί από τη φωτιά, και έτσι τα δεσμά του έλιωσαν και έπεσαν από τα χέρια του». Παίρνοντας το νωπό σαγόνι ενός αρσενικού γαϊδουριού, ο Σαμψών πάταξε χίλιους άντρες, και στη συνέχεια απέδωσε αυτή τη νίκη στον Ιεχωβά. Σε εκείνη την περίπτωση ο Ιεχωβά, απαντώντας στο αίτημα του Σαμψών, προμήθευσε θαυματουργικά νερό για να σβήσει εκείνος τη δίψα του.—Κρ 15:9-19.
Κάποια άλλη φορά, ο Σαμψών πήγε στο σπίτι μιας πόρνης στη φιλισταϊκή πόλη Γάζα. Όταν το έμαθαν αυτό οι Φιλισταίοι, τον παραμόνευσαν, σκοπεύοντας να τον σκοτώσουν το πρωί. Αλλά ο Σαμψών σηκώθηκε τα μεσάνυχτα και έβγαλε από το τείχος της Γάζας την πύλη της πόλης μαζί με τους παραστάτες και την αμπάρα της και τα ανέβασε όλα αυτά «στην κορυφή του βουνού που βρίσκεται μπροστά στη Χεβρών». (Κρ 16:1-3· βλέπε ΓΑΖΑ Αρ. 1.) Αυτό ήταν μεγάλη ταπείνωση για τους Φιλισταίους, επειδή καθιστούσε τη Γάζα ευάλωτη και απροστάτευτη μπροστά στους εισβολείς. Το γεγονός ότι ο Σαμψών μπόρεσε να κάνει αυτόν τον καταπληκτικό άθλο δείχνει ότι εξακολουθούσε να έχει το πνεύμα του Θεού. Αυτό αντικρούει τον ισχυρισμό ότι είχε πάει στο σπίτι της πόρνης για ανήθικους σκοπούς. Στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών ([Commentary on the Holy Scriptures] Κρ 16:1, σ. 212) του Λάνγκε, ο σχολιαστής Πάουλους Κάσελ λέει σχετικά με αυτό το σημείο: «Ο Σαμψών δεν πήγε στη Γάζα με σκοπό να επισκεφτεί μια πόρνη, διότι λέγεται ότι “πήγε στη Γάζα και είδε εκεί μια [πόρνη]”. Αλλά όταν θέλησε να διανυκτερεύσει εκεί [στη Γάζα], δεν είχε άλλη επιλογή, όντας εχθρός του έθνους, από το να βρει κατάλυμα στην [πόρνη]. . . . Η διαμονή του περιγράφεται με γλώσσα παρόμοια με εκείνη που χρησιμοποιείται αναφορικά με τους κατασκόπους που έμειναν στο σπίτι της Ραάβ. Οι λέξεις “την είδε” φανερώνουν απλώς ότι, μόλις είδε μια γυναίκα του είδους της, αντιλήφθηκε πού θα μπορούσε να βρει καταφύγιο για τη νύχτα». (Μετάφραση [στην αγγλική] και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976) Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι η αφήγηση δηλώνει πως «ο Σαμψών έμεινε πλαγιασμένος μέχρι τα μεσάνυχτα» και όχι πως “ο Σαμψών έμεινε πλαγιασμένος μαζί της μέχρι τα μεσάνυχτα”.
Μπαίνοντας σε εχθρικό έδαφος, ο Σαμψών έδειξε την αφοβιά του. Μπορεί κάλλιστα να πήγε στη Γάζα για “να ζητήσει αφορμή εναντίον των Φιλισταίων”, όπως είχε συμβεί και πρωτύτερα, όταν έψαχνε να βρει σύζυγο από ανάμεσά τους. (Κρ 14:4) Αν όντως έτσι συνέβησαν τα πράγματα, προφανώς ο Σαμψών σκόπευε να μετατρέψει κάθε προσπάθεια που θα γινόταν εναντίον του σε αφορμή για να βλάψει τους Φιλισταίους.
Προδίδεται από τη Δαλιδά. Έπειτα από αυτό, ο Σαμψών αγάπησε τη Δαλιδά. (Βλέπε ΔΑΛΙΔΑ.) Αυτή, για να αποκομίσει υλικό όφελος, επιδίωξε να μάθει το μυστικό της δύναμης του Σαμψών. Τρεις φορές εκείνος της έδωσε παραπλανητικές απαντήσεις. Επειδή όμως τον ενοχλούσε επίμονα, τελικά ενέδωσε και της αποκάλυψε πως η δύναμή του οφειλόταν στο ότι ήταν Ναζηραίος από τη γέννησή του. Εκείνη τότε ήρθε σε επαφή με τους Φιλισταίους για να της δώσουν την αμοιβή της επειδή θα τους τον παρέδιδε. Ενώ ο Σαμψών κοιμόταν στα γόνατά της, η Δαλιδά έβαλε να του ξυρίσουν τα μαλλιά. Όταν εκείνος ξύπνησε, δεν είχε πια το πνεύμα του Ιεχωβά, γιατί είχε αφήσει τον εαυτό του να βρεθεί σε θέση που οδήγησε στον τερματισμό της Ναζηραιοσύνης του. Η πηγή της δύναμής του ήταν, όχι τα ίδια τα μαλλιά, αλλά αυτό που αντιπροσώπευαν, δηλαδή η ειδική σχέση που είχε ο Σαμψών με τον Ιεχωβά ως Ναζηραίος. Όταν έληξε αυτή η σχέση, ο Σαμψών δεν διέφερε από κανέναν άλλον άνθρωπο. Ως εκ τούτου, οι Φιλισταίοι κατάφεραν να τον τυφλώσουν, να τον δέσουν με χάλκινα δεσμά και να τον βάλουν να δουλεύει ως αλεστής στη φυλακή.—Κρ 16:4-21.
Ενώ ο Σαμψών έλιωνε στη φυλακή, οι Φιλισταίοι διοργάνωσαν μια μεγάλη θυσία στο θεό τους τον Δαγών, στον οποίο απέδωσαν το ότι κατόρθωσαν να συλλάβουν τον Σαμψών. Μεγάλα πλήθη, μεταξύ των οποίων και όλοι οι άρχοντες του άξονά τους, συγκεντρώθηκαν στον οίκο που χρησιμοποιούνταν για τη λατρεία του Δαγών. Πάνω στην ταράτσα και μόνο βρίσκονταν 3.000 άντρες και γυναίκες. Όντας σε κατάσταση ευθυμίας, οι Φιλισταίοι έφεραν από τη φυλακή τον Σαμψών, τα μαλλιά του οποίου είχαν στο μεταξύ μεγαλώσει πολύ, για να τους διασκεδάσει. Όταν έφτασε εκεί, ο Σαμψών ζήτησε από το αγόρι που τον οδηγούσε να τον αφήσει να ψηλαφήσει τους στύλους που στήριζαν το οικοδόμημα. Κατόπιν προσευχήθηκε στον Ιεχωβά: «Θυμήσου με, σε παρακαλώ, και ενίσχυσέ με, σε παρακαλώ, μόνο αυτή τη φορά, αληθινέ Θεέ, και ας εκδικηθώ τους Φιλισταίους με εκδίκηση για το ένα από τα δυο μου μάτια». (Κρ 16:22-28) Ίσως προσευχήθηκε να πάρει εκδίκηση μόνο για το ένα από τα μάτια του επειδή αναγνώριζε ότι η απώλειά τους οφειλόταν κατά μέρος στη δική του αποτυχία. Ή ίσως αισθανόταν ότι θα ήταν αδύνατον να πάρει πλήρη εκδίκηση ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά.
Ο Σαμψών στηρίχτηκε στους δύο κεντρικούς στύλους και «κάμφθηκε με δύναμη», προκαλώντας την κατάρρευση του οίκου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το θάνατό του, αλλά και το θάνατο περισσότερων Φιλισταίων από όσους είχε σκοτώσει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι συγγενείς του τον έθαψαν «ανάμεσα στη Ζορά και στην Εσθαόλ, στον τάφο του Μανωέ του πατέρα του». Έτσι λοιπόν, ο Σαμψών πέθανε πιστός στον Ιεχωβά, έχοντας κρίνει τον Ισραήλ επί 20 χρόνια. Επομένως, το όνομά του δικαιολογημένα εμφανίζεται μεταξύ ανθρώπων οι οποίοι, διαμέσου πίστης, καταστάθηκαν δυνατοί.—Κρ 15:20· 16:29-31· Εβρ 11:32-34.