Η Αποφυγή Εξασφαλίζεται Μέσα στις Πόλεις του Καταφυγίου
1. Γιατί έχομε ανάγκη ενός τόπου καταφυγίου στον Αρμαγεδδώνα, και πώς τον εξεικόνισε ο Θεός προφητικά για μας;
ΕΝΟΧΗ αίματος βαρύνει ολόκληρον τον κόσμο. Ο «Χριστιανικός κόσμος», ενώ εξωτερικά αγωνίζεται για διεθνή ειρήνη με τον δικό του τρόπο, αναλαμβάνει συγχρόνως την ηγεσία στην προπαρασκευή του πιο αιματηρού πολέμου όλων των εποχών. Πού υπάρχει ένας τόπος για να διαφύγωμε από το να έχωμε μέρος σ’ αυτή την ενοχή του κόσμου κατά τον Αρμαγεδδώνα, για να μην απαιτηθή από μας η ζωή μας σύμφωνα με τη διαθήκη του Ιεχωβά αναφορικά με την ιερότητα του αίματος; Ο Ιεχωβά έχει προμηθεύσει τον μόνο τόπο διαφυγής και καταφυγίου, και τον εξεικόνισε για μας προφητικώς με τις πόλεις του καταφυγίου που προέβλεψε να υπάρχουν στη γη του Ισραήλ.
2. Τι ήσαν οι ιεροί τόποι ή άσυλα μεταξύ των ειδωλολατρικών εθνών, και γιατί ηλαττώθη ο αριθμός των τελικά;
2 Αυτές δεν ήσαν όπως οι τόποι καταφυγίου που εσυνηθίζοντο μεταξύ των αρχαίων ειδωλολατρικών εθνών. Οι τόποι εκείνοι ήσαν θρησκευτικώς ιεροί τόποι, όπως άλση, ναοί και βωμοί και εθεωρούντο ως άσυλα, δηλαδή, μπορούσαν να παρέχουν στέγη με προστασία από τιμωρία για οποιοδήποτε παράπτωμα. Η προστατευτική δύναμις που εδίδετο σ’ αυτούς τους τόπους εξετείνετο σε σημαντική περιοχή γύρω από τον άγιο χώρο και αυστηρά εφρουρείτο και διεφυλάσσετο με σκληρές τιμωρίες που επεβάλλοντο σ’ εκείνους που παρεβίαζαν την προστασία η οποία παρείχετο μέσα σ’ αυτούς τους τόπους. Εν τούτοις, αυτοί οι τόποι καταφυγίου ή άσυλα, ήσαν τόποι όπου, υπό το κάλυμμα της θρησκείας, το ένοχο καθώς και το άτυχο πρόσωπο μπορούσε να βρη στέγη και προστασία έναντι των αξιωματούχων του νόμου ή εκείνων που ήθελαν να αναλάβουν στα χέρια τους την εφαρμογή του νόμου και να επιβάλουν ποινή. Ο περίφημος ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο ήταν ένα ειδωλολατρικό άσυλον ή ιερόν και τα προνόμιά του από αυτή την άποψι επεξετείνοντο με το πέρασμα του χρόνου. Με τον καιρό ο αριθμός των ιερών αυτών τόπων εμεγάλωσε πολύ μεταξύ των Ελλήνων και των Ρωμαίων, αλλά εγίνετο κατάχρησις του προνομίου των και τούτο ωδήγησε σε μεγάλη αύξησι των εγκληματιών. Έτσι ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ Τιβέριος, της εποχής του Ιησού, διέταξε να γίνη σοβαρή έρευνα για τα αποτελέσματα της λειτουργίας των ασύλων αυτών, τούτο δε κατέληξε σε ελάττωσι του αριθμού των και περιορισμό των προνομίων των.
3. Επετρέπετο να πολλαπλασιασθούν οι πόλεις καταφυγίου στον Ισραήλ, και πότε για πρώτη φορά ο Ιεχωβά έκαμε μνεία ενός μελλοντικού τόπου καταφυγίου για τον Ισραήλ;
3 Οι πόλεις καταφυγίου στη γη του Ισραήλ ήσαν περιωρισμένες σε αριθμό και δεν παρείχαν άσυλο για κείνον που ήταν ένοχος αφαιρέσεως ζωής, αλλά μόνο για τον ακούσιον φονέα. Μερικοί έχουν τη γνώμη ότι, ενόσω οι Ισραηλίτες περιεπλανώντο στην έρημο επί σαράντα χρόνια πριν από την είσοδο τους στη Γη της Επαγγελίας, στην Παλαιστίνη, παρείχετο άσυλον μέσα στην κατασκήνωσι των υπηρετών του ναού που ήσαν γνωστοί ως Λευίτες, στους οποίους ανήκε ο Αρχιερεύς και το σώμα των υφιερέων του. Ο Ιεχωβά Θεός, για πρώτη φορά όταν έδωσε τον νόμο στον προφήτη Μωυσή στο Όρος Σινά, έκαμε μνεία ενός μελλοντικού τόπου καταφυγίου, λέγοντας: «Όστις πατάξη άνθρωπον, και αποθάνη, θέλει εξάπαντος θανατωθή· εάν όμως δεν παρεμόνευσεν, αλλ’ ο Θεός παρέδωκεν αυτόν εις την χείρα αυτού, τότε εγώ θέλω σοι διορίσει τόπον, όπου θέλει καταφύγει· εάν δε τις εγερθή κατά του πλησίον αυτού, δια να δολοφονήση αυτόν, από του θυσιαστηρίου μου θέλεις αποσπάσει αυτόν, δια να θανατωθή.»—Έξοδ. 21:12-14.
4. Τι εννοείται με την απόσπασι ενός ενόχου ή φονέως ακόμη και από το θυσιαστήριο του Ιεχωβά;
4 Η τελευταία αυτή δήλωσις μπορεί να σημαίνη ότι ακόμη και αν ένας άνθρωπος είναι ιερεύς που υπηρετεί στο θυσιαστήριον του Θεού δεν πρέπει να τύχη μεταχειρίσεως ως αθώος, αλλά πρέπει ν’ απομακρυνθή προς εκτέλεσιν, λόγω διαπράξεως φόνου με πανουργία και προμελέτη. Ή αν οποιοσδήποτε εκούσιος φονεύς προσφύγη στο θυσιαστήριο ως σε άσυλον και πιασθή από ένα από τα κέρατά του με την ελπίδα ότι θα προασπισθή από την ιερότητα του θυσιαστηρίου, πρέπει ν’ αποσπασθή και εκτελεσθή όπως του αξίζει. Ο Θεός δεν προστατεύει τους εκουσίους εγκληματίας είτε με τον νόμον του είτε με άγια πράγματα της οργανώσεώς του. Ένα παράδειγμα της περιπτώσεως αυτής είναι ο στρατηγός Ιωάβ. Στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, αυτός ήταν ένοχος εκχύσεως του αίματος αθώων ανθρώπων επειδή υπεκινείτο από εκδίκησι και ζηλοτυπία. Σε τούτο προσέθεσε το έγκλημα της υποστηρίξεως ενός σφετεριστού του θρόνου του Δαβίδ αντί εκείνου που είχε εκλέξει ο Θεός για τον θρόνο, δηλαδή, του υιού του Δαβίδ Σολομώντος. Όταν ο παρ’ ολίγον σφετεριστής έδειχνε ακόμη φιλοδοξίες για τον θρόνο και ο Βασιλεύς Σολομών διέταξε να τον θανατώσουν, ο στρατηγός Ιωάβ έφυγε και πιάσθηκε από τα κέρατα του θυσιαστηρίου και αρνήθηκε ν’ απομακρυνθή, λέγοντας: «Ουχί, αλλ’ ενταύθα θέλω αποθάνει.» Σύμφωνα με τούτο ο Βασιλεύς Σολομών διέταξε να τον θανατώσουν εκεί, λέγοντας: «Ο Ιεχωβά θέλει στρέψει το αίμα αυτού κατά της κεφαλής αυτού, όστις έπεσεν επί δύο άνδρας δικαιοτέρους και καλητέρους παρ’ αυτόν, και εθανάτωσεν αυτούς δια ρομφαίας, μη ειδότος του πατρός μου Δαβίδ.» (1 Βασ. 2:28-34, ΜΝΚ) Κανένας δολοφόνος ή εκούσιος μέτοχος στην έκχυσι αίματος δεν μπορεί να περιμένη ότι η θυσία του μεγάλου θυσιαστηρίου του Ιεχωβά, δηλαδή, του Ιησού Χριστού, θα παράσχη εξιλέωσι για το έγκλημά του ή τη συμμετοχή του στο έγκλημα.
5. Πόσες πόλεις καταφυγίου έπρεπε να ξεχωρισθούν, και γιατί δεν ήσαν συνήθεις πόλεις;
5 Στο τεσσαρακοστό έτος της περιπλανήσεώς των οι Ισραηλίτες έφθασαν στις ερημικές πεδιάδες του Μωάβ ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού απέναντι από την πόλι Ιεριχώ. Τότε ο Ιεχωβά Θεός είδε ότι ήταν καλό να τους διατάξη να ξεχωρίσουν έξη πόλεις καταφυγίου, τρεις στην ανατολική πλευρά του ποταμού και τρεις στη δυτική. Αυτές δεν ήσαν απλώς συνήθεις πόλεις, αλλά πόλεις που ανήκαν στους ειδικούς υπηρέτας του Ιεχωβά που ήσαν προσκολλημένοι στον ναό του, και από τις οποίες πόλεις η μία, η Χεβρών, ήταν πόλις ιερέων και οι άλλες πέντε ανήκαν στους Λευίτες. Σύμφωνα με το γεγονός ότι ήσαν πόλεις καταφυγίου όπου ο καταφεύγων δεν μπορούσε να θιγή από τον εκτελεστήν, τους είχε δοθή μια ιερή θέσις. Διαβάζομε, λοιπόν, για τον διορισμό των πόλεων: «Και προσέδωσαν ιεράν ιδιότητα εις την Κέδες . . . και την Συχέμ . . . και την Κιριάθ-αρβά, (ήτις είναι η Χεβρών,) . . . την Βοσόρ . . . και την Ραμώθ εν τη Γαλαάδ . . . και την Γωλάν.» (Ιησ. Ναυή 20:7, 8, ΜΝΚ) Συνεπώς, οι πόλεις του καταφυγίου είχαν την ειδική αναγνώρισι του Θεού, και η δύναμίς των να παρέχουν καταφύγιο άξιζε να τυγχάνη σεβασμού.
6. Τι εσκοπεύετο να εμποδισθή με τις πόλεις του καταφυγίου, και ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα αν οι Ισραηλίτες προσπαθούσαν ν’ αποφύγουν ή παρακάμψουν τον νόμον αυτόν;
6 Ο σκοπός των πόλεων καταφυγίου ήταν το να εμποδισθή η μόλυνσις της γης με αθώον αίμα, όχι το αίμα του ατόμου που εφονεύθη ακουσίως, αλλά το αίμα του ακουσίου φονέως ο οποίος ήταν αθώος από οποιαδήποτε κακή πρόθεσι: «δια να μη χυθή αίμα αθώον εν μέσω της γης σου, την οποίαν Ιεχωβά ο Θεός σου δίδει εις σε κληρονομίαν, και να ήναι αίμα επάνω σου.» (Δευτ. 19:10, ΜΝΚ) Εκτός τούτου, αν οι Ισραηλίτες παρέλειπαν να εκτελέσουν τον νόμον των πόλεων του καταφυγίου και προσπαθούσαν να αποφύγουν ή παρακάμψουν τον νόμον, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την μόλυνσι της γης με το αίμα του αθώου προσώπου, είτε φονευμένου εκούσια είτε ακούσια. «Και δεν θέλετε μολύνει την γην εις την οποίαν κατοικείτε· διότι το αίμα, αυτό μολύνει την γην· και η γη δεν δύναται να καθαρισθή από του αίματος του εκχυθέντος επ’ αυτής, ειμή δια του αίματος εκείνου όστις έχυσεν αυτό. Μη μολύνετε λοιπόν την γην, την οποίαν θέλετε κατοικήσει, εν μέσω της οποίας εγώ κατοικώ· διότι εγώ ο Ιεχωβά είμαι ο κατοικών εν τω μέσω των υιών Ισραήλ.»—Αριθμ. 35:33, 34, ΜΝΚ.
7. Ποιος ήταν εκείνος που εγίνετο κατ’ εικόνα Θεού για να εκδική το χυμένο αίμα, και πού μπορούσε να φεύγη ένας φονεύς για να διαφύγη απ’ αυτόν;
7 Ο Ιεχωβά ανεγνώριζε το δικαίωμα του πλησιεστέρου συγγενούς του αθώου ατόμου που εφονεύθη, να θανατώση τον φονέα όταν θα τον συναντούσε. Ο Ιεχωβά ανεγνώριζε τον πλησιέστερον αυτόν συγγενή ως τον εκδικητήν του αίματος και γι’ αυτό του εκχωρούσε το δικαίωμα και την εξουσία του εκτελεστού. Έτσι ο Θεός έκανε τον εκδικητήν του αίματος «κατ’ εικόνα Θεού», επειδή ο Θεός ο ίδιος έχει το δικαίωμα και την εξουσία να θανατώνη τους φονείς. (Γέν. 9:6) Ο νόμος του Θεού έλεγε: «Ο εκδικητής του αίματος, αυτός θέλει θανατόνει τον φονέα· όταν απαντήση αυτόν, θέλει θανατόνει αυτόν.» (Αριθμ. 35:19) Εν τούτοις, ένας άνθρωπος θα μπορούσε να φονεύση ένα άλλο άτομο ή να γίνη αιτία του θανάτου ενός άλλου ατόμου τυχαίως, ακουσίως, χωρίς κακεντρεχή προμελέτη. Για να προστατεύση ένα τέτοιον άνθρωπο ο Θεός επρομήθευσε τις πόλεις καταφυγίου, για να φυλαχθή η ζωή του ακουσίου φονέως ώσπου να παρασταθή σε δίκη και ν’ αποδείξη ότι δεν είχε πρόθεσι να φονεύση και δεν είχε φονικό μίσος. (Ιησ. Ναυή 20:9) Έτσι ο αθώος φονεύς θα μπορούσε να καταφύγη στην πόλι καταφυγίου της περιφερείας του. «Τότε θέλετε διορίσει εις εαυτούς πόλεις, δια να ήναι εις εσάς πόλεις καταφυγίου ώστε να φεύγη εκεί ο φονεύς, όστις εφόνευσεν άνθρωπον ακουσίως. Και θέλουσιν είσθαι εις εσάς πόλεις δια καταφύγιον από του εκδικούντος το αίμα· δια να μη αποθάνη ο φονεύς, εωσού παρασταθή ενώπιον της συναγωγής εις κρίσιν. Και εκ των πόλεων, τας οποίας θέλετε δώσει, έξ πόλεις θέλουσιν είσθαι δια καταφύγιον εις εσάς.»—Αριθμ 35:11-13.
8. Ποια διάταξι στον Καθολικό Χριστιανισμό δεν υποτυπούσαν αυτές οι πόλεις καταφυγίου, και γιατί η διάταξις αυτή κατηργήθη τελικά;
8 Η διαθήκη του νόμου του Ιεχωβά με τον φυσικόν Ισραήλ είχε κατά γράμμα πόλεις καταφυγίου. Η νέα διαθήκη του Ιεχωβά με τον πνευματικόν Ισραήλ προνοεί για όμοιο καταφύγιο. Έτσι, οι Ισραηλιτικές πόλεις καταφυγίου υποτυπούσαν ή προεσκίαζαν ένα μελλοντικό αγαθόν που είχε σχέσι με τον Χριστό. (Κολ. 2:16, 17· Εβρ. 10:1) Τι υποτυπούσαν ή προεσκίαζαν; Όχι τα οικοδομήματα και τους περιβόλους της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, όπου εσυνηθίζετο να παρέχεται άσυλον στους παραβάτας του νόμου. Όταν εκείνοι που ισχυρίζοντο ότι ήσαν Χριστιανοί άρχισαν να υιοθετούν τα αντικείμενα της ειδωλολατρίας και να τους δίνουν Χριστιανική εμφάνισι, το ειδωλολατρικό έθιμο της παροχής δικαιώματος ασύλου σε αγίους τόπους διεβιβάσθη στον «Χριστιανικό κόσμο». Από τον καιρό ακόμη του αυτοκράτορος της Ρώμης Κωνσταντίνου, οι Ρωμαιοκαθολικές εκκλησίες εγίνοντο άσυλα όπου ατυχή άτομα θα μπορούσαν να καταφεύγουν όταν κατεδιώκοντο από αξιωματούχους του νόμου ή ισχυρούς, εκδικητικούς εχθρούς. Στο 681 η σύνοδος του Τολέδο ηύρυνε το δικαίωμα του ασύλου για να καλύπτη απόστασι τριάντα βημάτων από κάθε εκκλησία. Από τότε το εκκλησιαστικό προνόμιο είχε ισχύν σε όλο τον Καθολικό Χριστιανισμό και συνεχίσθηκε, τουλάχιστον στην Ιταλία, εφ’ όσον ο πάπας παρέμενε ανεξάρτητος και είχε την επικράτεια του. Αλλ’ η εκκλησιαστική αυτή αξίωσις έτεινε να μεταφέρη την εξουσία από τον πολιτικόν δικαστήν στο ιερατείον και ειργάζετο εναντίον του νόμου και της κατάλληλης απονομής της δικαιοσύνης. Βοηθούσε τον ένοχον ή εκείνους που συμπαθούσαν τον ένοχον να κάμουν κατάχρησι του προνομίου. Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία λέγει: «Οι καταχρήσεις που επροκάλεσε αυτό το σύστημα, επειδή έτεινε να ματαιώση τους σκοπούς της δικαιοσύνης, ήσαν εκείνες που ωδήγησαν στην κατάργησί του σε όλες τις Χριστιανικές χώρες.»—Τόμ. 24 υπό τον τίτλον «Σάνκτσιουαιρυ» (Άσυλον).
9. Από πότε βρήκαν την αντιτυπική τους εκπλήρωσι οι πόλεις καταφυγίου, και γιατί τώρα υπάρχει μεγάλη ανάγκη ενός τέτοιου αντιτύπου;
9 Οι τυπικές πόλεις καταφυγίου βρίσκουν την αντιτυπική τους εκπλήρωσι αφότου η βασιλεία του Θεού εγεννήθη στους ουρανούς το 1914 (μ.Χ.), διότι αυτή θα επιφέρη την εκδίκησι του αίματος όλων όσοι αδίκως εσφάγησαν. Ο καιρός της εκδικήσεως του αθώου αίματος πλησιάζει και υπάρχει μεγάλη ανάγκη αντιτυπικής πόλεως καταφυγίου, επειδή από το 1918 που ο Κύριος Ιεχωβά ήλθε με τον Άγγελον της διαθήκης του στον πνευματικό ναό, υπήρξε εν προόδω ο καιρός της κρίσεως για να προσδιορισθή η ενοχή της ανθρωπότητος για έκχυσι αίματος.
10. Ποια είναι η αντιτυπική πόλις καταφυγίου σήμερα; Πού μπορεί να βρεθή, και προς όφελος τίνων;
10 Ποια είναι η αντιτυπική πόλις καταφυγίου σήμερα; Αφού οι τυπικές πόλεις καταφυγίου ήσαν πόλεις των υπηρετών του ναού, περιλαμβανομένου και του αρχιερέως του Ιεχωβά, η αντιτυπική πόλις πρέπει να είναι η προμήθεια του Ιεχωβά για την προστασία μας από τον θάνατο λόγω του ότι παρέβημεν τη θεία διαθήκη όσον αφορά την ιερότητα του αίματος, με το να έλθωμε και παραμείνωμε κάτω από τα οφέλη της ενεργού υπηρεσίας του Αρχιερέως του Ιεχωβά, Ιησού Χριστού. Αυτή η προμήθεια προστασίας μπορεί να βρεθή στη θεοκρατική οργάνωσι του λαού του Ιεχωβά. Είναι μόνο για κείνους που εικονίζονται από τον συμπτωματικόν ή ακούσιον φονέα: «Όστις κτυπήση τον πλησίον αυτού εξ αγνοίας, τον οποίον πρότερον δεν εμίσει, . . . ούτος θέλει φύγει εις μίαν εκ των πόλεων εκείνων, και θέλει ζήσει· μήποτε καταδιώξη τον φονέα ο εκδικητής του αίματος, ενώ είναι εις έξαψιν η καρδία αυτού, και προφθάση αυτόν, (εαν η οδός ήναι μακρά,) και φονεύση αυτόν, καίτοι μη όντα άξιον θανάτου, επειδή δεν εμίσει αυτόν πρότερον.»—Δευτ. 19:4-6.
ΟΜΑΔΙΚΗ ΕΝΟΧΗ ΑΙΜΑΤΟΣ
11. Από πότε εχύθη περισσότερο αίμα παρά οποτεδήποτε προηγουμένως, και ειδικά για ποιο μεγάλο επίμαχο ζήτημα;
11 Από τη γέννησι της βασιλείας του Θεού δια του Χριστού στο 1914, εχύθη περισσότερο αίμα παρά οποτεδήποτε προηγουμένως στην ανθρώπινη ιστορία, όχι μόνο σε ιδιωτικούς, ατομικούς φόνους και συμπτωματικούς φόνους, αλλά περισσότερο ακόμη σε ομαδικούς φόνους, στις δύο μεγαλύτερες σφαγές που εδοκίμασε ποτέ όλη η ανθρωπότης, στους Παγκοσμίους Πολέμους, Πρώτον και Δεύτερον. Και τα δύο μέρη στην άγρια ευωχία της ανθρωπίνης σφαγής προσπαθούν να δικαιολογηθούν και προσπαθούν να νίψουν τα χέρια των και να τα καθαρίσουν από ενοχή αίματος μέσα στο νερό διαφόρων απαλλακτικών του εαυτού των επιχειρημάτων. Αλλά γνωρίζομε ότι και τα δύο μέρη ενεπλάκησαν στην ομαδική σφαγή για το επίμαχο ζήτημα της παγκοσμίου κυριαρχίας, μολονότι ήσαν πληροφορημένα από τον λαόν του Ιεχωβά και πριν από το 1914 και ιδιαίτερα μετά το 1914 όσον αφορά το τέλος των «καιρών των εθνών» κατά το έτος εκείνο και την ίδρυσι της βασιλείας του Θεού τότε. Οι πόλεμοι αυτοί διεξήχθησαν με ολοκληρωτικόν αγώνα, επειδή για να επιτευχθή ο επιδιωκόμενος σκοπός και να κερδηθή η νίκη, ολόκληρο το έθνος εκινητοποιείτο και όλοι οι πολίται εξηναγκάζοντο να συνεισφέρουν το μέρος των στην εθνική προσπάθεια· τα δε κέντρα του αστικού πληθυσμού πίσω από τις γραμμές της μάχης εγίνοντο σημεία στρατηγικού βομβαρδισμού.
12. Ποια, λοιπόν, εδάφια πρέπει να θυμηθούν οι κοσμικές οργανώσεις που προσπαθούν να δικαιώσουν τον εαυτό τους, και γιατί η θρησκεία δεν είναι καθαρή από αυτή την άποψι:
12 Τα έθνη, λοιπόν, και οι κοσμικές οργανώσεις που δεν έχουν συναίσθησι ενοχής ενώπιον του Θεού, ας θυμηθούν τα λόγια του Παύλου: «Η συνείδησίς μου δεν με ελέγχει εις ουδέν· πλην με τούτο δεν είμαι δεδικαιωμένος· αλλ’ ο ανακρίνων με είναι ο Ιεχωβά.» (1 Κορ. 4:4, ΜΝΚ) Επίσης την παροιμία: «Πάσαι αι οδοί του ανθρώπου φαίνονται ορθαί εις τους οφθαλμούς αυτού· πλην ο Ιεχωβά σταθμίζει τας καρδίας.» (Παροιμ. 21:2, ΑΣ) Επίσης τα αποστολικά λόγια: «Διότι δεν είναι δόκιμος όστις συνιστά αυτός εαυτόν, αλλ’ εκείνος τον οποίον ο Ιεχωβά συνιστά.» (2 Κορ. 10:18, ΜΝΚ) Ενώπιον του Θεού, του Δοτήρος και Συντηρητού της ζωής, μια καθολική ενοχή αίματος βαρύνει όλο το ανθρώπινο γένος, τόσον εκείνους που ενήργησαν άμεσα την έκχυσι αίματος, όσο και εκείνους που έδωσαν την υποστήριξί τους ηθικώς ή υλικώς. Από αυτή την άποψι τα κράσπεδα της θρησκείας δεν είναι καθαρά, διότι στις σφαγές αυτές οι θρησκευτικοί ηγέται όλων των εμπολέμων εθνών, ακόμη και ο κλήρος του «Χριστιανισμού», προσηύχοντο στους θρησκευτικούς θεούς των για την ευλογία του ουρανού επάνω στις δικές των στρατιωτικές δυνάμεις. Επομένως, εφαρμόζονται στον «Χριστιανικό κόσμο» τα προφητικά λόγια που απηυθύνθησαν στην άπιστη Ιερουσαλήμ: «Έτι εις τα κράσπεδα σου ευρέθησαν αίματα ψυχών πτωχών αθώων.»—Ιερεμ. 2:34.
13. Ποια τυπική εικόνα έδωσε ο Ιεχωβά τού πώς καταλογίζει κοινή ευθύνη στους λαούς όσον αφορά την έκχυσι αίματος;
13 Πρέπει να ενθυμούμεθα ότι ο Θεός της δικαιοσύνης καταλογίζει στον λαό κοινή ευθύνη όσον αφορά την έκχυσι αίματος. Το σημείο αυτό το ετόνισε και το διευκρίνισε στον νόμο του προς τον Ισραήλ όσον αφορά ένα φονευμένο άτομο, του οποίου ο φονεύς ποτέ δεν ανεκαλύφθη: «Εάν τις ευρεθή πεφονευμένος εν τη γη την οποίαν Ιεχωβά ο Θεός σου δίδει εις σε δια να κληρονομήσης αυτήν, πεσμένος εις την πεδιάδα, και ήναι άγνωστον τις εφόνευσεν αυτόν, τότε θέλουσιν εξέλθει οι πρεσβύτεροι σου και οι κριταί σου, και θέλουσι μετρήσει προς τας πόλεις τας πέριξ του πεφονευμένου και πρέπει να ευρεθή η πόλις η πλησιεστέρα προς τον πεφονευμένον.» Για να καθαρισθούν από ενοχή οι πρεσβύτεροι της πιθανώς ενόχου αυτής πόλεως έπρεπε να κόψουν τον τράχηλον μιας νέας δαμάλεως, η οποία δεν υπεβλήθη σε εργασία, σε μια ασπάρτη φάραγγα χειμάρρου, κάνοντας τούτο ενώπιον των Λευιτικών ιερέων, «επειδή αυτούς εξέλεξεν Ιεχωβά ο Θεός σου να λειτουργώσιν εις αυτόν, και να ευλογώσιν εν τω ονόματι του Ιεχωβά· και κατά τον λόγον αυτών θέλει κρίνεσθαι πάσα διαφορά και πάσα πληγή.» Οι πρεσβύτεροι της πόλεως εκείνης ένιπταν τότε τα χέρια των πάνω από την δάμαλιν με τον κομμένον τράχηλον και έπρεπε να πουν: «Αι χείρες ημών δεν έχυσαν το αίμα τούτο, ουδέ είδον οι οφθαλμοί ημών· γενού ίλεως, Ιεχωβά, εις τον λαόν σου τον Ισραήλ, τον οποίον ελύτρωσας, και μη βάλης επί τον λαόν σου Ισραήλ αίμα αθώον.» Μόνο τότε, έλεγε ο νόμος του Θεού, «θέλει συγχωρηθή εις αυτούς το αίμα. Ούτω θέλεις εξαλείψει εκ μέσου σου το αθώον αίμα, όταν κάμης το αρεστόν εις τους οφθαλμούς του Ιεχωβά.»—Δευτ. 21:1-9, ΜΝΚ.
14. Πώς, λοιπόν, σήμερα όλοι οι λαοί συμμερίζονται μια κοινή ευθύνη για το αίμα που έχει ποτίσει τη γη;
14 Όλοι οι λαοί, λοιπόν, ιδιαίτερα σ’ αυτές τις ημέρες του ολοκληρωτικού πολέμου, της εθνικής κινητοποιήσεως και των διεθνών φιλιών, συμβάσεων και εμπορίου, συμμερίζονται μια κοινή ευθύνη για το αίμα που έχει ποτίσει τη γη, και το οποίον εχύθη επειδή τα έθνη αρνήθηκαν ν’ αναγνωρίσουν την παγκόσμια κυριαρχία του Ιεχωβά και να υποκλιθούν ειρηνικά ενώπιον του Ιησού Χριστού, του ενθρονισμένου Βασιλέως του Ιεχωβά, ζητώντας την εύνοιά του.
15. Ποιοι σήμερα είναι σαν τον φονέα στον Ισραήλ, ο οποίος εφόνευε τον πλησίον του εξ αγνοίας ή χωρίς να τον μισή προηγουμένως, και πώς συμβαίνει αυτό;
15 Ποιός είναι δίχως ενοχή αίματος σήμερα, είτε απ’ ευθείας είτε με έμμεση συμμετοχή, είτε σε καιρούς πολέμου είτε σε καιρούς ειρήνης; Μερικοί μπορεί να έχουν διαπράξει φόνο οδηγώντας απρόσεκτα ένα αυτοκίνητο ή με άλλο τυχαίο συμβάν, ή και εκουσίως. Κατόπιν μετενόησαν και, ενώ ο νόμος μπορεί να επέβαλε στους ενόχους ποινή η οποία πρέπει να εκτιθή για να ‘αποδοθούν τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα’, όμως αυτοί εζήτησαν το έλεος του Θεού του Δοτήρος της ζωής. Άλλοι μπορεί να έλαβαν μέρος σε ομαδικούς φόνους νομίζοντας ευσυνείδητα ότι αυτό ήταν καθήκον των, ή έχοντας πεισθή από τους θρησκευτικούς ηγέτας και διδασκάλους ότι αυτό ήταν θέλημα του Θεού και ήταν εκτέλεσις ιερής υπηρεσίας στον Θεό. Κατόπιν ωμολόγησαν ότι έκαμαν σφάλμα και είδαν την ανάγκη του θείου ελέους προς αυτούς. Άλλοι, παρακινημένοι από τις δηλητηριώδεις αποδοκιμασίες του κλήρου του «Χριστιανικού κόσμου» ή άλλων θρησκευτικών ηγετών, ενώθηκαν στην καταδίωξι των μαρτύρων του Ιεχωβά, πράγμα που κατέληξε στον θάνατο χιλιάδων απ’ αυτούς για την ακεραιότητά των απέναντι του Θεού. Τώρα κατανοούν πόσο κακώς είχαν διδαχθή και παροδηγηθή και πόσο έχουν ανάγκη του ελέους του Θεού, ακριβώς και ο εκ Ταρσού Σαούλ. Όλοι μας μπορεί να έχωμε συναίσθησι κάποιας κοινής ευθύνης για τη βίαιη απώλεια ανθρωπίνης ζωής. Αισθανόμεθα ότι, αν εγνωρίζαμε καλύτερα τα πράγματα και αν ήμεθα καλύτερα διδαγμένοι, δεν θα το εκάναμε αυτό ή δεν θα είχαμε κάποια σχετική ανάμιξι σ’ αυτό. Όλα αυτά ήσαν συμπτωματικά, ακούσια, επειδή είχαμε έλλειψι γνώσεως και κατανοήσεως του νόμου και του θελήματος τον Θεού. Όλοι οι ανωτέρω είναι σαν τον αρχαίον φονέα στον Ισραήλ «όστις κτυπήση τον πλησίον αυτού εξ αγνοίας, τον οποίον πρότερον δεν εμίσει.»
16. (α) Τι εξεικονίζει η φυγή σε μια πόλι καταφυγίου; (β) Για ποιες εθνικότητες προωρίζοντο οι πόλεις καταφυγίου του Ισραήλ;
16 Η φυγή σε μια πόλι καταφυγίου εξεικονίζει πώς πηγαίνομε όσο μπορούμε ταχύτερα, είτε είμεθα αφιερωμένοι στον Θεό είτε όχι, και εξομολογούμεθα την αμαρτία μας ενοχής αίματος σ’ αυτόν και τον παρακαλούμε να μας χορηγηθή έλεος μέσω του μεγάλου του Αρχιερέως Ιησού Χριστού, ο οποίος επρομήθευσε τη θυσία του αντιλύτρου για όλο το ανθρώπινο γένος. Κατόπιν ζητούμε ν’ αποδείξωμε στον Θεό ότι η μετάνοια μας είναι γνησία παραμένοντας σταθερά στο καταφύγιο μας μέσα στην προμήθειά του και στη θεοκρατική του οργάνωσι. Πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν για ποιους προωρίζοντο οι αρχαίες πόλεις καταφυγίου, για να κατανοήσωμε ποιοι μπορούν να ευεργετηθούν από το αντίτυπο των σήμερα. Ο νόμος του Ιεχωβά έλεγε: «Πόλεις καταφυγίου θέλουσιν είσθαι. Αύται αι έξ πόλεις θέλουσιν είσθαι καταφύγιον, δια τους υιούς Ισραήλ, και δια τον ξένον, και δια τον παροικούντα μεταξύ αυτών· ώστε όστις φονεύση άνθρωπον ακουσίως να φεύγη εκεί.» «Αύται ήσαν αι πόλεις αι διορισθείσαι δια πάντας τους υιούς Ισραήλ, και δια τους ξένους τους παροικούντας μεταξύ αυτών, ώστε πας ο φονεύσας τινά εξ αγνοίας να φεύγη εκεί, και να μη θανατωθή εκ της χειρός του εκδικητού του αίματος, εωσού παρασταθή ενώπιον της συναγωγής.»—Αριθμ. 35:14, 15 και Ιησ. Ναυή 20:9.
17. Ποιοι, λοιπόν, επωφελήθησαν πρώτοι της θείας προστασίας για τους ακουσίους φονείς, και γιατί;
17 Επομένως, τα μέλη του πνευματικού «σώματος του Χριστού», η εκκλησία των κεχρισμένων Χριστιανών, έχουν ανάγκην επίσης αυτής της προμηθείας, επειδή είναι οι αντιτυπικοί «υιοί του Ισραήλ»· είναι μέλη του πνευματικού Ισραήλ. Το αρχικό μέρος του υπολοίπου αυτού επέρασε τα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στη διάρκεια των οποίων ηχμαλωτίσθη στον Βαβυλωνιακό κόσμο επειδή ενέδωσε στον φόβο ανθρώπων υψηλών θέσεων και η πορεία της ενεργείας του δεν ήταν εντελώς καθαρή από τον κόσμον αυτόν, δεν ήταν τελείως ουδέτερη προς τις θανάσιμες διαμάχες του κόσμου τούτου. Πόση ενοχή αίματος ο Ιεχωβά στον ναό του έκρινε ότι τους εβάρυνε, δεν ξέρομε θετικά. Αλλ’ αφού τους απηλευθέρωσε από την αιχμαλωσία τους στη Βαβυλώνα το 1919, αυτοί μετανόησαν για οποιοδήποτε μέτρον αμαρτίας από οποιαδήποτε άποψι, ωμολόγησαν την ενοχή τους και προσπάθησαν να καθαρίσουν τη λατρεία τους προς Αυτόν υπό την καθοδηγία του δια του Χριστού. Επί πλέον, από τότε, και ιδιαίτερα έως το 1931, χιλιάδες που ήσαν θετικά κηλιδωμένοι με ενοχή αίματος άκουσαν το άγγελμα της Βασιλείας και του επικειμένου Αρμαγεδδώνος και άρχισαν να φεύγουν στην αντιτυπική πόλι καταφυγίου. Μετενόησαν και εστράφησαν στον Θεό για έλεος. Με πίστι στον Αρχιερέα του Ιησούν Χριστόν, έδωσαν τον εαυτό τους σε πλήρη αφιέρωσι στον Θεόν να πράττουν στο εξής το θέλημά του πάντοτε και να παραμένουν αυστηρά μέσα στις εύσπλαγχνες προμήθειές του για να προστατευθούν από την εκτέλεσι όλων των ενόχων αίματος στον Αρμαγεδδώνα. Σ’ αυτόν τον καιρό της ‘συντμήσεως των ημερών της θλίψεως χάριν των εκλεκτών’ οι πνευματικοί Ισραηλίτες ήσαν οι πρώτοι που επωφελήθησαν από αυτή τη θεία προστασία για τον ακούσιον φονέα.
18. Για ποιους άλλους είναι η αντιτυπική πόλις καταφυγίου, όπως προεσκιάσθη από τον τύπον, και τι αποδεικνύει αυτό ως προς τον καιρό της εκπληρώσεως του τύπου;
18 Αλλ’ οι αρχαίες πόλεις καταφυγίου ήσαν επίσης «δια τον ξένον, και δια τον παροικούντα» στον Ισραήλ. Επειδή αυτοί δεν ήσαν Ισραηλίτες, εξεικονίζουν εκείνους που δεν ανήκουν στον πνευματικόν Ισραήλ, δεν ανήκουν στο πνευματικό υπόλοιπο σήμερα, αλλά στρέφονται στον Θεόν τού πνευματικού Ισραήλ και θέλουν να επωφεληθούν των ευσπλάγχνων διευθετήσεών του μέσω του Αρχιερέως του. Τα μάτια τους έχουν ανοιχθή για να δουν την ενοχή αίματος όλου του κόσμου και δεν θέλουν να συμμετάσχουν πια σ’ αυτήν την ενοχή ούτε στο να εκτίσουν την ποινή γι’ αυτήν μαζί μ’ αυτόν τον κόσμο στον Αρμαγεδδώνα. Φεύγουν, λοιπόν, και αυτοί από την επαπειλούμενη εκτέλεσι και εισέρχονται στην αντιτυπική πόλι καταφυγίου υπό τον Αρχιερέα Ιησούν Χριστόν. Φεύγοντας εκεί δείχνουν την ειλικρίνεια της μετανοίας των και της επιστηρίξεώς των στο έλεος του Θεού για τη διαφύλαξι της ζωής των μέσω του Χριστού. Πώς; Με το να αφιερώνωνται στον Θεό για να υποταχθούν στο θείο θέλημα από τώρα και σε όλη την αιωνιότητα. Έτσι σήμερα, για την προστασία των από τον θάνατο του ενόχου αίματος, εκατοντάδες χιλιάδων πρόσφυγες από την τάξι του «ξένου» και του «παροικούντος» βρίσκονται μέσα στην προμήθεια του Ιεχωβά μαζί με τα μέλη του υπολοίπου, μέσα στην κοινωνία του Νέου Κόσμου. Τώρα είναι ο καιρός, από το 1931, για να συναχθούν αυτά τα «άλλα πρόβατα» του Κυρίου Ιησού στη μάνδρα του, για να τα κάμη «μίαν ποίμνην» με το υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ. Το γεγονός αυτό αποτελεί επιπρόσθετη απόδειξι ότι τώρα, από το 1914, είναι ο καιρός της εφαρμογής αυτής της προφητικής εικόνος των πόλεων του καταφυγίου.