Σοφά Λόγια για τη Σύγχρονη Εποχή
«Απόκτησον σοφίαν· και υπέρ πάσαν απόκτησίν σου απόκτησον σύνεσιν.»—Παροιμ. 4:7.
1. Γιατί η ζωή με ευτυχία δεν είναι μια καθαρά ιδιοτελής επιθυμία, και πώς αυτή μπορεί ν’ αποκτηθή σ’ έναν τέλειο κόσμο;
ΖΩΗ με ευτυχία—αυτό θέλομε όλοι, δεν είναι έτσι; Αυτό μπορεί να φαίνεται σαν κάτι το ιδιοτελές. Εν τούτοις, ο άνθρωπος αρχικά επλάσθη για να ζη και να είναι ευτυχής στη ζωή. Επομένως, η ευτυχισμένη ζωή είναι μια φυσική επιθυμία. Με το ν’ αποδειχθούμε άξιοι αιωνίου ζωής, δικαιώνομε τον Θεό τον Ζωοδότη. Σύμφωνα μ’ αυτό, ο Ιεχωβά Θεός εδημιούργησε τον πρώτο άνθρωπο τέλειο και τον έθεσε σ’ έναν παράδεισο, στον κήπο της Εδέμ, όπου μπορούσε να ζη για πάντα στην τελεία απόλαυσι της ζωής. Εφόσον όλοι εμείς βρισκόμαστε τότε στην οσφύν του αρχικού εκείνου ανθρώπου και επρόκειτο ακόμη να γεννηθούμε απ’ αυτόν, η δυνατότης αυτή αιωνίου ζωής με πλήρη ευτυχία ήταν επίσης τότε δική μας. Αλλά η ευκαιρία να γεννηθούμε από τελείους γονείς απόν παράδεισο της ευτυχίας εχάθη για μας. Πώς; Με την άσοφη πορεία του πρώτου ανθρωπίνου γονέως μας, του Αδάμ· και κυττάξτε σε ποια κατάστασι βρίσκεται όλο το ανθρώπινο γένος σ’ αυτή τη λεγόμενη σύγχρονη εποχή! Η ανθρώπινη οικογένεια είναι κάθε άλλο παρά ευτυχισμένη, η προσδοκία ζωής γι’ αυτήν έχει περικοπή σε πολύ ολιγώτερα από εκατό χρόνια κατά μέσον όρον, και αυτή η ύπαρξις ολοκλήρου της ανθρωπίνης οικογενείας φαίνεται τώρα να απειλήται από την αιφνίδια τρομακτική έκρηξι της ανθρωπίνης βόμβας σ’ έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο του πιο συγχρόνου τύπου. Ευτυχώς ο Δημιουργός μας Ιεχωβά Θεός έχει ανοίξει πάλι την ευκαιρία για κείνους που αγαπούν τη ζωή ν’ αποκτήσουν αιώνια ευτυχία σ’ έναν τέλειο κόσμο. Να την αποκτήσουν πώς; Με σοφία.
2. Πώς αυτή η ζωοπάροχη σοφία διαφέρει από τη σοφία του κόσμου τούτου;
2 Η ζωοπάροχη αυτή σοφία διαφέρει πολύ από εκείνην που έχει αυτός ο κόσμος. Η σοφία του κόσμου τούτου έφερε τον κόσμο στη θλιβερή του κατάστασι, και με τη σοφία του κόσμου τούτου δεν υπάρχει καμμιά δυνατότης είτε εξόδου από αυτή τη θλιβερή κατάστασι είτε αποκτήσεως τελικά ζωής με ευτυχία. Η σοφία του κόσμου τούτου είναι εκ των κάτω, προέρχεται από πεπτωκότας, ιδιοτελείς ανθρώπους, οι οποίοι επιστηρίζονται στη δική τους σύνεσι. Καθ’ όσον προέρχεται από την επικράτεια που είναι έξω από το ανθρώπινο γένος, δηλαδή, από το αόρατον, προέρχεται από πονηρούς δαίμονας, από διαβόλους, και επομένως είναι δαιμονική, διαβολική. Η σοφία του κόσμου τούτου δεν γνωρίζει ότι «ο θεός του κόσμου τούτου» είναι ο Σατανάς ή Διάβολος, ο μέγας αντίδικος του Ιεχωβά και του ανθρώπου. Τίποτε άλλο δεν μπορεί να εξηγήση το γεγονός ότι η ανθρώπινη φυλή έφθασε σε τέτοια εξευτελισμένη, άστοργη, ιδιοτελή κατάστασι, ώστε οι άνθρωποι να μην μπορούν να ζήσουν ο ένας με τον άλλον και να μην μπορούν να διατηρήσουν ειρήνη και αρμονία μεταξύ των μελών της γηίνης οικογενείας των, αλλ’ ακολουθούν το δρόμο που οδηγεί στην αυτοκτονία του ανθρωπίνου γένους με ατομικό πόλεμο για πολιτικές, θρησκευτικές, φυλετικές και οικονομικές διαφορές. Πολύ διαφορετικά, η σοφία που οδηγεί σε ατελεύτητη ζωή στον ευτυχή και ελεύθερο κόσμο προέρχεται «άνωθεν». Καθ’ όσον προέρχεται απ’ έξω από τον άνθρωπο, προέρχεται από τον Ιεχωβά Θεό, τον μέγαν Δοτήρα ζωής, ειρήνης και ευτυχίας.
3. Με ποια σοφία, λοιπόν, πρέπει να είμεθα σοφοί, και από που πρέπει να την αποκτήσωμε, όπως εξηγήθη από τον σοφώτατον βασιλέα των αρχαίων χρόνων;
3 Για να ζήσωμε, λοιπόν, πρέπει να είμεθα σοφοί με μια σοφία διαφορετική από τη σοφία του κόσμου τούτου. Πρέπει ν’ αποκτήσωμε αυτή τη σοφία όχι από εκπαιδευτικές σχολές του κόσμου τούτου, ούτε από τη λεγόμενη σχολή πείρας του κόσμου τούτου. Πρέπει να την αποκτήσωμε από το μόνο μέρος από το οποίο μπορούμε να την αποκτήσωμε, από τον Ιεχωβά Θεό. Από τον σοφώτατο βασιλέα των αρχαίων χρόνων λαμβάνομε αυτή τη συμβουλή: «Ο Ιεχωβά δίδει σοφίαν· εκ του στόματος αυτού προέρχεται γνώσις και σύνεσις. Αποταμιεύει σωτηρίαν εις τους ευθείς· είναι ασπίς εις τους περιπατούντας εν ακεραιότητι.» (Παροιμ. 2:6, 7, ΜΝΚ) Από αυτή την ίδια πηγή είχε λάβει ο βασιλεύς αυτός τη δική του σοφία, έτσι ώστε εγνώριζε τι να μας πη. Ήταν νεαρός όταν έγινε βασιλεύς των δώδεκα φυλών του Ισραήλ στο έτος 1037 πριν από τη Χριστιανική εποχή. Όταν ο Ιεχωβά Θεός ενεφανίσθη σ’ αυτόν μέσω ενός ονείρου και ερώτησε τον νεαρόν Βασιλέα Σολομώντα τι ήθελε, ο Σολομών απήντησε: «Δος τώρα εις εμέ σοφίαν και σύνεσιν, δια να εξέρχωμαι και να εισέρχωμαι έμπροσθεν του λαού τούτου· διότι τις δύναται να κρίνη τον λαόν σου τούτον τον μέγαν;» Γι’ αυτή την αίτησι ο Θεός ευηρεστήθη, και πραγματικά έδωσε στον Σολομώντα ασυνήθη σοφία και γνώσι. (2 Χρον. 1:7-12· 1 Βασ. 5:12) Το ιστορικό υπόμνημα μας λέγει: «Και υπερέβη η σοφία του Σολομώντος την σοφίαν πάντων των κατοίκων της ανατολής, και πάσαν την σοφίαν της Αιγύπτου.»—1 Βασ. 4:30.
4. Το να πλησιάσωμε μέρος της διαφυλαγμένης σοφίας του Σολομώντος σήμερα είναι όμοια με ποια ενέργεια των αρχαίων χρόνων, και τίνος τη σοφία μελετούμε πραγματικά;
4 Προς υποστήριξιν τούτου η Βιβλική ιστορία περαιτέρω μας λέγει: «Και ελάλησε τρισχιλίας παροιμίας· και αι ωδαί αυτού ήσαν χίλιαι και πέντε.» Το βιβλίο της Γραφής που είναι γνωστό ως Παροιμίαι, εντελώς κατάλληλα προέρχεται από την γραφίδα του Σολομώντος. Εισάγεται με τα εξής λόγια: «Παροιμίαι Σολομώντος, υιού του Δαβίδ, βασιλέως του Ισραήλ, δια να γνωρίση τις σοφίαν και παιδείαν, δια να νοήση λόγους φρονήσεως, δια να λάβη διδασκαλίαν συνέσεως, δικαιοσύνης, και κρίσεως, και ευθύτητος, δια να δώση νόησιν εις τους απλούς, και εις τον νέον μάθησιν και διάγνωσιν. Ο σοφός ακούων θέλει γείνει σοφώτερος, και ο νοήμων θέλει αποκτήσει επιστήμην κυβερνήσεως· ώστε να εννοή παροιμίαν, και σκοτεινόν λόγον, ρήσεις σοφών, και αινίγματα αυτών.» (Παροιμ. 1:1-6) Στη Βιβλική ιστορία είναι γραμμένο: «Και ήρχοντο εκ πάντων των λαών δια να ακούσωσι την σοφίαν του Σολομώντος, παρά πάντων των βασιλέων της γης, όσοι ήκουον την σοφίαν αυτού.» (1 Βασ. 4:32, 34) Αφού όλοι οι λαοί της γης, περιλαμβανομένης και της βασιλίσσης της Σεβά, επήγαιναν από διάφορες αποστάσεις για ν’ ακούσουν τη σοφία του Σολομώντος, αποτελεί σοφία από μέρους μας σήμερα το να πλησιάσωμε μέρος της σοφίας του, την οποίαν η δύναμις του Θεού διεφύλαξε για μας στο βιβλίο των Παροιμιών. Αφού το βιβλίο αυτό εγράφη κάτω από ουράνια έμπνευσι, και αφού η σοφία του Σολομώντος ήταν πραγματικά εκείνη, «την οποίαν ο Θεός έδωκεν εις την καρδίαν αυτού», έπεται ότι, όταν μελετούμε το βιβλίο των Παροιμιών, μελετούμε πραγματικά όχι μόνο τη σοφία του Σολομώντος, τη σοφία ενός απλού ανθρώπου, αλλά τη σοφία του Ιεχωβά Θεού. (1 Βασ. 10:23, 24) Οι παροιμίες αυτές συνοψίζουν αιώνιες αλήθειες και έτσι είναι εξίσου συγχρονισμένες τώρα όσο και τότε.
ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ
5. Ποιο είναι το μυστικό της σοφίας που μας δίδει ο Σολομών, και γιατί ο μέγιστος μάρτυς του Ιεχωβά επάνω στη γη παρέβαλε τον Σολομώντα με τον εαυτό του;
5 Ο Σολομών, ο βασιλεύς της Ιερουσαλήμ, στις παροιμίες του μας δίδει το μυστικό της αληθινής σοφίας. Είναι τούτο: «Αρχή σοφίας φόβος Ιεχωβά, και η επίγνωσις του Αγίου των αγίων είναι νόησις. Διότι δι’ εμού αι ημέραι σου θέλουσι πολυπλασιασθή, και έτη ζωής θέλουσι προστεθή εις σε.» Επίσης: «Αρχή γνώσεως φόβος Ιεχωβά· οι άφρονες καταφρονούσι την σοφίαν και την διδασκαλίαν.» (Παροιμ. 9:10, 11· 1:7, ΜΝΚ) Από αυτά τα λόγια μπορούμε να δούμε ότι ο Σολομών υπεστήριζε τη γνώσι και τον φόβον του Ιεχωβά, και ήταν ένας μάρτυς του Ιεχωβά· πράγματι, ο πιο εξέχων μάρτυς του Ιεχωβά στην εποχή του. Ο μέγιστος μάρτυς που υπήρξε ποτέ επάνω στη γη παρέβαλε τον εαυτό του με τον Σολομώντα. Αυτός ήταν ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος είπε πριν από δεκαεννέα αιώνες: «Η βασίλισσα του Νότου [η βασίλισσα της Σεβά] θέλει σηκωθή εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης, και θέλει κατακρίνει αυτήν διότι ήλθεν εκ των περάτων της γης δια να ακούση την σοφίαν του Σολομώντος· και ιδού, πλειότερον του Σολομώντος είναι εδώ.» (Ματθ. 12:42) Θα είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς ο Βασιλεύς Σολομών έγραψε για τον Ιησού Χριστό, τον σοφώτερον και μεγαλύτερον του Σολομώντος.
6. Τι είναι, λοιπόν, πρώτ’ απ’ όλα αναγκαίο για όλους τους εκζητητάς ζωής, και χάριν αυτού, τι κάνουν σήμερα οι μάρτυρες του Ιεχωβά όπως ακριβώς έκανε και ο Σολομών;
6 Εν τούτοις, αφού η ζωοπάροχη γνώσις και η σοφία έχουν την αρχή τους στη γνώσι και στον φόβο του Ιεχωβά, είναι πρώτ’ απ’ όλα ανάγκη όλοι οι εκζητηταί ζωής να φοβούνται τον Ιεχωβά Θεό. Προτού μπορέσωμε να τον φοβούμεθα νοημόνως, πρέπει να τον γνωρίσωμε, όχι σύμφωνα με τον τρόπο που ο θρησκευτικώς ανάμικτος «Χριστιανισμός» διδάσκει γι’ αυτόν, αλλά σύμφωνα με τον τρόπο που οι Παροιμίες και το υπόλοιπο του γραπτού λόγου του Θεού μάς μιλούν γι’ αυτόν. Και όπως ακριβώς ο Βασιλεύς Σολομών έδωσε μαρτυρία για τον Ιεχωβά Θεό, έτσι και οι μάρτυρες του Ιεχωβά της σύγχρονης αυτής εποχής φέρνουν με πολλή δραστηριότητα σε όλους τους λαούς την αληθινή γνώσι του Θεού με την έντυπη ύλη και προφορικώς, όπως ο ίδιος ο Σολομών προείπε.
7. Πρώτ’ απ’ όλα, λοιπόν, τι πρέπει να γνωρίζωμε, και γιατί αυτό;
7 Πρώτ’ απ’ όλα, πρέπει να γνωρίζωμε ότι ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Δημιουργός των πάντων, ορατών και αοράτων, και βασιζόμενοι σ’ αυτή τη θεμελιώδη γνώσι, πρέπει να έχωμε πίστι, δηλαδή, μια ζωντανή, παρακινούσα πεποίθησι ότι αυτός υπάρχει. Γιατί; Επειδή «χωρίς πίστεως αδύνατον είναι να ευαρεστήση τις εις αυτόν· διότι ο προσερχόμενος εις τον Θεόν, πρέπει να πιστεύση, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.» (Εβρ. 11:6) Η ορατή δημιουργία ολόγυρά μας καθώς επίσης οι αόρατες δυνάμεις που έχομε γνωρίσει, αποτελούν αντικείμενον θαυμασμού για όλο το ανθρώπινο γένος, ακόμη και για τους υλιστάς επιστήμονας που δεν πιστεύουν σ’ έναν προσωπικό δημιουργό. Όσο περισσότερο μελετούν και μαθαίνουν, τόσο περισσότερο είναι υποχρεωμένοι να παραδεχθούν ότι η δημιουργία επιδεικνύει γνώσι, σοφία και νόησι, την οποία δεν μπορούν ποτέ να συλλάβουν. Και γιατί άραγε; Διότι, όπως γράφει ο θεόπνευστος Σολομών: «Ο Ιεχωβά ο ίδιος δια της σοφίας εθεμελίωσε την γην· εστερέωσε τους ουρανούς εν συνέσει. Δια της γνώσεως αυτού αι άβυσσοι ηνοίχθησαν, και τα νέφη σταλάζουσι δρόσον.» (Παροιμ. 3:19, 20, ΜΝΚ) Αφού αυτός είναι η πηγή όλης της δημιουργίας, ορατής και αοράτου, υπήρχε καιρός στο αιώνιο παρελθόν που ο Ιεχωβά ήταν εντελώς μόνος, διότι είναι αιώνιος.
8. Μολονότι τότε ήταν μόνος, ποια γνώσι είχε ο Ιεχωβά;
8 Μολονότι ήταν εντελώς μόνος στο ατελεύτητο διάστημα, είχε γνώσι· είχε γνώσι του εαυτού του και εγνώριζε ότι δεν υπήρχε κανείς άλλος στο απεριόριστο διάστημα. Εγνώριζε καλά όλες τις ικανότητές του που έκειντο μέσα του, διότι ήταν ο Παντοδύναμος, στον οποίον τίποτε δεν είναι αδύνατον. Εγνώριζε τον καιρό για την έναρξι της δημιουργίας του. Όταν αυτός ο καιρός ήλθε, άρχισε να εξασκή σοφία.
9. Πώς ο Ιεχωβά έδειξε απαράμιλλη σοφία αμέσως από την αρχή της δημιουργίας, και σε τι εχρησιμοποίησε έπειτα τον μόνον Υιό του, και γιατί;
9 Αμέσως από την αρχή της δημιουργίας εξεδήλωσε απαράμιλλη σοφία. Ποια ήταν, λοιπόν, η πρώτη του κτίσις; Ένας υιός—ο πρώτος υιός του, ο μόνος άμεσος υιός του. Αυτός δεν ήταν γήινος, επειδή η γη δεν υπήρχε τότε. Ήταν πνεύμα, όπως ακριβώς και ο ουράνιος Πατήρ του, και επομένως μπορούσε να βλέπη, ν’ ακούη και να μιλή με τον Πατέρα του, και ν’ αποτελή την προσωπική του συντροφιά. Πώς ο Ιεχωβά Θεός ωνόμαζε τότε τον Υιό του δεν ξέρομε. Αλλ’ ο Ιεχωβά Θεός τού έδωκε αμέτρητα περισσότερη σοφία από όσην έδωσε ποτέ στον Βασιλέα Σολομώντα· τόσο πολλή, ώστε ήταν ωσάν ο Θεός να είχε διαμορφώσει αυτό το πράγμα που λέγεται σοφία σ’ ένα ζωντανό, προσωπικό δημιούργημα. Ήταν ωσάν η ίδια η σοφία να διεμορφώθη σ’ ένα πρόσωπο, τόσο τέλεια ο Υιός αυτός έδειχνε τη σοφία του ουρανίου Πατρός του. Ο Υιός ακόμη αναφέρει τον εαυτό του ως σοφία. Όπως ακριβώς συμβαίνει συχνά και στη γη ένας γυιός να συνεργάζεται με τον πατέρα του, έτσι και ο Ιεχωβά Θεός ήθελε ο Υιός του να συνεργάζεται μαζί του. Εγνώριζε ότι δεν ήταν καλό να μένη αργός ένας τέτοιος προικισμένος με ικανότητες Υιός. Θ’ αποτελούσε σπατάλη των ικανοτήτων του Υιού του το να μην τις χρησιμοποιή στην υπηρεσία του. Ο σοφός αυτός Υιός δεν ήταν οκνηρός. Πρόθυμος στο να εργάζεται, ήθελε να κάνη ό,τι ο ουράνιος Πατήρ του και Δημιουργός και Ζωοδότης επιθυμούσε να κάνη ο Υιός του. Σύμφωνα μ’ αυτά, ο Ιεχωβά Θεός εχρησιμοποίησε τον μόνον αυτόν Υιόν του στη δημιουργία όλων των άλλων πραγμάτων ορατών και αοράτων, εμψύχων και αψύχων.
10. Για ποιο πράγμα μιλεί ο ουράνιος αυτός Υιός, και γιατί ονομάζει τον εαυτό του σοφίαν, μολονότι η λέξις «σοφία» είναι θηλυκού γένους;
10 Υπό την έμπνευσιν του Θεού, οι Παροιμίες του Σολομώντος εξεικονίζουν τον ουράνιον Υιόν του Θεού ως σοφία προσωποποιημένη, και επομένως τον παρουσιάζουν ως να μιλή για το δημιουργικό έργο από αυτή ακόμη την αρχή. Βέβαια, η λέξις «σοφία» είναι θηλυκού γένους, αλλ’ όταν ο Υιός του Θεού εχρησιμοποίησε τη λέξι «σοφία» για να υποδηλώση τον εαυτό του, δεν εννοούσε ότι αυτός είχε θηλυκή ή γυναικεία υπόστασι. Ανεφέρετο απλώς σε μια εξέχουσα ιδιότητα που του είχε δώσει ο Θεός και την χρησιμοποιούσε ως όνομά του για να δείξη ότι η ιδιότης αυτή του Θεού ήταν ενεργός μέσω αυτού στο έργο της δημιουργίας. Λέγει, λοιπόν:
11. Τι έχει να πη η προσωποποιημένη σοφία σχετικά με τη δημιουργία, στις Παροιμίες 8:12, 22-31;
11 «Εγώ η σοφία κατοικώ μετά της φρονήσεως, και εφευρίσκω γνώσιν συνετών βουλευμάτων. Ο Ιεχωβά με είχεν εν τη αρχή των οδών αυτού [Αποκάλυψις 3:14], προ των έργων αυτού, απ’ αιώνος. Προ του αιώνος με έχρισεν, απ’ αρχής, πριν υπάρξη η γη. Εγεννήθην ότε δεν ήσαν αι άβυσσοι, ότε δεν υπήρχαν αι πηγαί αι αναβρύουσαι ύδατα· πριν τα όρη θεμελιωθώσι, προ των λόφων, εγώ εγεννήθην· ενώ δεν είχεν έτι κάμει την γην, ούτε πεδιάδας, ούτε κορυφάς χωμάτων της οικουμένης. Ότε ητοίμαζε τους ουρανούς, εγώ ήμην εκεί· ότε περιέγραφε καμάραν υπεράνω του προσώπου της αβύσσου· ότε εστερέονε τον αιθέρα επάνω· ότε ωχύρονε τας πηγάς της αβύσσου· ότε επέβαλλε τον νόμον αυτού εις την θάλασσαν, να μη παραβώσι τα ύδατα το πρόσταγμα αυτού· ότε διέταττε τα θεμέλια της γης· τότε ήμην πλησίον αυτού ως αριστοτέχνης εργάτης· και εγώ ήμην καθ’ ημέραν η τρυφή αυτού, ευφραινομένη πάντοτε ενώπιον αυτού, ευφραινομένη εν τη οικουμένη της γης αυτού· και η τρυφή μου ήτο μετά των υιών των ανθρώπων.»—Παροιμ. 8:12, 22-31, ΜΝΚ.
12. Γιατί, λοιπόν, μπορεί να λεχθή ότι «ο Ιεχωβά ο ίδιος δια της σοφίας εθεμελίωσε την γην» και πώς απεδείχθη ότι η τρυφή της σοφίας ήταν μετά των υιών των ανθρώπων;
12 Με μια πολύ πραγματική έννοια, λοιπόν, θα μπορούσε να λεχθή ότι «ο Ιεχωβά ο ίδιος δια της σοφίας εθεμελίωσε την γην», διότι εχρησιμοποίησε τον σοφό του Υιό ως «αριστοτέχνην εργάτην» πλησίον του για να το κάμη αυτό. Τούτο συμφωνεί πλήρως με ό,τι μας λέγει αργότερα ο Χριστιανός απόστολος Ιωάννης για το πώς όλη η κτίσις ήλθε σε ύπαρξι. (Ιωάν. 1:1-3) Ο δημιουργημένος αυτός Υιός του Θεού δεν εγνώριζε τότε ότι, έπειτα από πολύν καιρό αφότου ο Ιεχωβά του είπε: «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών», αυτός ο ίδιος θα εγίνετο άνθρωπος για να απολυτρώση το ανθρώπινο γένος από τις τρομερές συνέπειες της άσοφης πορείας του πρώτου ανθρώπου, της αμαρτίας του εναντίον της απλής εντολής του Ιεχωβά Θεού. Έτσι, με μια πολύ ειδική έννοια ο Υιός του Θεού έδειξε ότι, για να παραθέσωμε τα λόγια του, «η τρυφή μου ήτο μετά των υιών των ανθρώπων». Επάνω στη γη ήταν πολύ σοφώτερος από τον Βασιλέα Σολομώντα, και είπε στους πιστούς αποστόλους του ότι, όταν έπρεπε να δώσουν μαρτυρία ενώπιον των πολιτικών αρχόντων αυτής της γης, θα τους έδιδε «στόμα και σοφίαν, εις την οποίαν δεν θέλουσι δυνηθή να αντιλογήσωσιν, ουδέ να αντισταθώσι πάντες οι ενάντιοί σας». (Λουκ. 21:15) Ένας από τους αποστόλους του, ο Παύλος, εκθέτει τη διαφορά μεταξύ της σοφίας αυτού του κόσμου και των Ελλήνων φιλοσόφων του και της σοφίας του Θεού. Λέγει:
13. Πώς ο Παύλος, στην 1 Κορινθίους 1:20-30, εκθέτει τη διαφορά μεταξύ της σοφίας του κόσμου τούτου και της σοφίας του Θεού;
13 «Δεν εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου; Διότι επειδή εν τη σοφία του Θεού ο κόσμος δεν εγνώρισε τον Θεόν δια της σοφίας, ηυδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος να σώση τους πιστεύοντας· επειδή και οι Ιουδαίοι σημείον αιτούσι, και οι Έλληνες σοφίαν ζητούσιν· ημείς δε κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον, εις μεν τους Ιουδαίους σκάνδαλον, εις δε τους Έλληνας μωρίαν· εις αυτούς όμως τους προσκεκλημένους, Ιουδαίους τε και Έλληνας, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν. . . . Δια να μη καυχηθή ουδεμία σαρξ ενώπιον αυτού. Αλλά σεις είσθε εξ αυτού εν Χριστώ Ιησού, όστις εγενήθη εις ημάς σοφία από Θεού.»—1 Κορ. 1:20-30.
14. Γιατί η πορεία της σοφίας για μας σήμερα είναι το ν’ ακολουθήσωμε και μιμηθούμε τον Χριστό, και γιατί είναι σοφώτερο από την πολιτική του κόσμου τούτου το να δεχθούμε αυτόν ως Βασιλέα;
14 Επομένως, η πορεία της σοφίας για μας σ’ αυτή τη σύγχρονη εποχή είναι να γίνωμε μαθηταί του Χριστού και να μιμηθούμε τον Χριστό. «Εν τω οποίω είναι κεκρυμμένοι πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως.» Συνεπώς, ο απόστολος Παύλος προχωρεί για να μας προειδοποιήση: «Βλέπετε μη σας εξαπατήση τις δια της φιλοσοφίας και της ματαίας απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ουχί κατά Χριστόν. Διότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς.» (Κολ. 2:3, 8, 9) Ή, σύμφωνα με τη μετάφρασι της Αυθεντικής Καινής Διαθήκης (1955) του Χ. Ι. Σόνφηλντ εδώ: «Διότι εις αυτόν κατοικεί η απεραντωσύνη της θείας σοφίας σωματικώς.» Αυτός είναι η ενσωμάτωσις η ίδια της σοφίας του Θεού. Το να τον δεχθούμε ως εκείνον που ο Θεός επρομήθευσε για τη σωτηρία μας από τον θάνατο, ο οποίος προέκυψε από την άσοφη πορεία του Αδάμ, οδηγεί στη ζωή. Ως η προσωποποιημένη σοφία αυτός λέγει: «Όστις εύρη εμέ, θέλει ευρεί ζωήν, και θέλει λάβει χάριν παρά του Ιεχωβά. Όστις όμως αμαρτήση εις εμέ, την εαυτού ψυχήν αδικεί· πάντες οι μισούντες με αγαπώσι θάνατον.» (Παροιμ. 8:35, 36, ΜΝΚ) Είναι για μας σοφώτερο από την πολιτική του κόσμου τούτου το να δεχθούμε τον δοξασμένο Ιησού Χριστό ως τον κεχρισμένο από τον Ιεχωβά Βασιλέα του Νέου Κόσμου, διότι αυτός είναι πολύ σοφώτερος από τον Βασιλέα Σολομώντα. Σ’ αυτόν ακόμη και οι άγγελοι του ουρανού λέγουν: «Άξιον είναι το Αρνίον το εσφαγμένον να λάβη την δύναμιν και πλούτον και σοφίαν και ισχύν και τιμήν και δόξαν και ευλογίαν.» (Αποκάλ. 5:11, 12) Αυτός έχει κάθε τι που χρειάζεται ο Βασιλεύς του Νέου Κόσμου.
ΓΝΩΣΙΣ, ΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΝΟΗΣΙΣ
15. Γιατί ήταν περιττό το να φάγη ο Αδάμ από το απαγορευμένο δένδρο για ν’ αποκτήση γνώσι, και σε τι υστέρησε με την παρακοή;
15 Στις Παροιμίες ο Βασιλεύς Σολομών έχει πολλά να πη για τη γνώσι και τη σοφία και τη νόησι ή διάκρισι. Τις συνδέει τη μία με την άλλη. Ας δούμε γιατί. Πρώτη είναι η γνώσις. Προέρχεται από τον Ιεχωβά Θεό. Στον κήπο της Εδέμ, την αρχική κατοικία του ανθρωπίνου γένους, ο Θεός εφύτευσε μεταξύ άλλων δένδρων «το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού». Από αυτό το δένδρο ο Θεός προσέταξε τον πρώτον άνθρωπον Αδάμ να μη φάγη αν ήθελε ν’ αποφύγη τον θάνατο. (Γέν. 2:9, ΜΝΚ, 15-17) Το βιβλίο των Παροιμιών, καθώς και όλο το υπόλοιπο της Γραφής, μας δείχνει επιβλητικά ότι ο Παντοδύναμος Θεός Ιεχωβά μπορούσε κάλλιστα να δώση στον Αδάμ τη γνώσι του καλού και του κακού στον οικείο του καιρό χωρίς ο Αδάμ να χρειασθή να παρακούση στον Θεό και να φάγη από το απαγορευμένο δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού. Παρακούοντας στον Θεό ο Αδάμ απεμακρύνθη από τον φόβο του Δημιουργού του και έτσι υστέρησε σε γνώσι, διότι, όπως λέγουν οι Παροιμίες 1:7, ΜΝΚ: «Αρχή γνώσεως φόβος Ιεχωβά.»
16. Γιατί ο Θεός δεν θέλει να πέση ο άνθρωπος σε αμάθεια, και, συνεπώς, γιατί ο Σολομών μάς προτρέπει να προσέξωμε εκείνο που έχει να πη;
16 Ο Ιεχωβά δεν έκαμε τον άνθρωπον αμαθή και δεν θέλει να πέση ο άνθρωπος σε αμάθεια, διότι αυτό δεν έχει καλό αποτέλεσμα. «Ψυχή άνευ γνώσεως βεβαίως δεν είναι καλόν και όστις σπεύδει με τους πόδας, αμαρτάνει.» (Παροιμ. 19:2, ΜΝΚ) Η γνώσις πρέπει να χρησιμεύση στο να μας αναχαιτίση από το να σπεύσωμε αμαθώς προς ωρισμένη κατεύθυνσι και έτσι να αμαρτήσωμε εναντίον του Θεού. «Πας φρόνιμος πράττει μετά γνώσεως· ο δε άφρων εξαπλώνει μωρίαν.» (Παροιμ. 13:16, ΜΝΚ) Ο θεόπνευστος συγγραφεύς των Παροιμιών, γνωρίζοντας τα οφέλη της γνώσεως του Θεού, προτρέπει όλους τους εκζητητάς της να προσέξουν εκείνο που έχει να πη μέσω του βιβλίου αυτού της Γραφής: «Κλίνον το ωτίον σου, και άκουε τους λόγους των σοφών, και προσκόλλησον την καρδίαν σου εις την γνώσιν μου.»—Παροιμ. 22:17.
17. Πότε ο Θεός εξήσκησε για πρώτη φορά σοφία, τι είναι σοφία, και επομένως τι χρειάζεται και τι χρησιμοποιεί η σοφία;
17 Ο Ιεχωβά Θεός, στη διάρκεια όλης της αιωνίας υπάρξεώς του προτού δημιουργήση τον σοφό του Υιό, είχε γνώσι. Όταν άρχισε να δημιουργή έθεσε τη γνώσι αυτή σε ενέργεια. Τότε ακριβώς εχρησιμοποίησε ή εξεδήλωσε σοφία. Η σοφία είναι ένας εργάτης. Είναι η ικανότης της ορθής χρησιμοποιήσεως της γνώσεως· είναι η εξάσκησις γνώσεως, μ’ έναν ορθό τρόπο, με καλά αποτελέσματα και στην εκτέλεσι ενός σκοπού. Σημαίνει ενέργεια με διαφώτισι. Η σοφία έχει ανάγκην γνώσεως: «Οι σοφοί αποταμιεύουσι γνώσιν το στόμα δε του προπετούς είναι πλησίον απωλείας.» Η σοφία χρησιμοποιεί γνώσι: «Η γλώσσα των σοφών καλλωπίζει την γνώσιν· το στόμα δε των αφρόνων εξερεύγεται μωρίαν. Τα χείλη των σοφών διαδίδουσι γνώσιν αλλ’ η καρδία των αφρόνων δεν είναι ούτως.»—Παροιμ. 10:14· 15:2, 7.
18. Όταν ο Θεός μέσω της σοφίας ετελείωσε τη δημιουργία του πρώτου ανδρός και της γυναικός, τι είδε, και τι μας χρειάζεται πρώτα για να ενεργήσωμε με σοφία Θεού;
18 Ο Ιεχωβά Θεός, δημιουργώντας όλα τα άλλα πράγματα, εχρησιμοποίησε σοφία προσωποποιημένη στον πρώτο του υιό, και την εχρησιμοποίησε ως αριστοτέχνην εργάτη. Όταν ο Θεός, μέσω της σοφίας, ετελείωσε τη δημιουργία του πρώτου ανδρός και της γυναικός, «είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν». (Γέν. 1:31) Η σοφία δίνει επιδέξια κατεύθυνσι στην ενέργεια ενός ατόμου, και λόγω της σοφίας Του και της ικανότητός Του, κάθε ενέργεια του Ιεχωβά Θεού είναι τελεία. Έτσι η σοφία είναι κάτι περισσότερο από απλή γνώσι, κάτι περισσότερο από την απλή κατοχή πληροφοριών στη διάνοια. Είναι το να τεθούν οι πληροφορίες αυτές σε έργον μ’ ένα τρόπο που φέρνει τιμή και αίνο στη μεγάλη Πηγή της γνώσεως, στον Ιεχωβά Θεό, και που φέρνει, επομένως, ωφέλεια στα πλάσματά του. Εμείς, για να ενεργήσωμε με τη σοφία του Θεού, πρέπει να ενεργήσωμε με γνώσι απ’ αυτόν. Γι’ αυτό ακριβώς είναι αναπόφευκτη η ανάγκη να προστρέξωμε στον λόγον του Θεού, στην Αγία Γραφή, και να την μελετήσωμε για τη γνώσι της. Η απόκτησις γνώσεως είναι αναγκαία για μας, για ν’ αποκτήσωμε ζωή. Εκείνος που ήταν η προσωποποιημένη σοφία είπε στον Πατέρα του: «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.» (Ιωάν. 17:3) Τότε μπορεί κανείς να είναι σοφός και τα χείλη του και τα χέρια του να διαδίδουν τη ζωοπάροχη γνώσι στους άλλους.
19. (α) Ποια είναι μια αναπόφευκτη ανάγκη εκτός από τη γνώσι και τη σοφία; (β) Γιατί είναι αναγκαία η γνώσις για τη νόησι, αλλά τι είναι η νόησις αυτή καθ’ εαυτήν;
19 Εκτός από τη γνώσι και τη σοφία, η νόησις είναι μια αναπόφευκτη ανάγκη. Δηλαδή, η ανάγκη μας είναι η νόησις του Θεού. Δεν μπορούμε ν’ αντιτάξωμε τη δική μας νόησι των πραγμάτων, των γεγονότων και των διατάξεων εναντίον της δικής του: «Έλπιζε επί τον Ιεχωβά εξ όλης σου της καρδίας, και μη επιστηρίζεσαι εις την νόησίν σου· εν πάσαις ταις οδοίς σου αυτόν γνώριζε, και αυτός θέλει διευθύνει τα διαβήματά σου. Μη φαντάζεσαι σεαυτόν σοφόν· φοβού τον Ιεχωβά, και έκκλινον από κακού.» (Παροιμ. 3:5-7· 21:30, ΜΝΚ) Για να ‘τον γνωρίζωμεν εν πάσαις ταις οδοίς μας’ πρέπει να έχωμε γνώσι των όσων αυτός έχει ειπεί και πράξει. Τα βρίσκομε αυτά στη Γραφή. Χωρίς γνώσι του Θεού δεν μπορούμε ν’ απολαύσωμε τα οφέλη της αληθινής νοήσεως. «Αρχή σοφίας φόβος Ιεχωβά, και η επίγνωσις του Αγίου των αγίων είναι νόησις.» Πάλι μας λέγεται: «Οι κακοί άνθρωποι δεν θέλουσι νοήσει κρίσιν· αλλ’ οι ζητούντες τον Ιεχωβά θέλουσι νοήσει τα πάντα.» (Παροιμ. 9:10· 28:5, ΜΝΚ) Συνεπώς, νόησις σημαίνει την ικανότητα ενός ατόμου να βλέπη κάτι στα συναφή μέρη του, να χωρίζη τα μέρη ενός πράγματος και να βλέπη και να γνωρίζη την αιτία για την οποία βρίσκονται και ενεργούν μαζί, και να τα βλέπη όλα αυτά εν σχέσει με τον Θεό. Σημαίνει διάκρισι, με τον Θεό πάντοτε υπ’ όψιν. Είναι, λοιπόν, κάτι περισσότερο από τη σοφία, η οποία είναι η ικανότης και κλίσις να χρησιμοποιή κανείς γνώσι για να εκτελέση τον σκοπό του για το πιο καλό αποτέλεσμα.
20. Πώς ο Ιεχωβά εξεδήλωσε νόησι δημιουργώντας τους ουρανούς, και από αυτή την άποψι γιατί έκαμε τον άνθρωπο διαφορετικό από την κατώτερη ζωική κτίσι;
20 Δημιουργώντας τους θαυμαστούς ουρανούς που είναι ορατοί σ’ εμάς, ο Ιεχωβά Θεός εχρησιμοποίησε και εξεδήλωσε νόησι. Εγνώριζε και διέκρινε από την αρχή τους όλα τα μέρη των ουρανών και τη σχέσι των μερών αυτών μεταξύ των και τη συνεργασία των και την επίδρασι που έχουν το ένα επάνω στο άλλο. Ήταν επίσης σπουδαίο γι’ αυτόν να διακρίνη και προγνωρίση τι αποτέλεσμα θα είχαν επάνω στα πλάσματά του στη γη. Αυτός είναι ο ‘ποιήσας τους ουρανούς εν νοήσει·. . . ο στερεώσας την γην επί των υδάτων· . . . ο ποιήσας τους φωστήρας τους μεγάλους· . . . τον ήλιον, δια να εξουσιάζη επί της ημέρας· . . . την σελήνην και τους αστέρας, δια να εξουσιάζωσιν επί της νυκτός.» (Ψαλμ. 136:5-9, ΜΝΚ) «Αυτός εποίησε την γην δια της δυνάμεως αυτού, εστερέωσε την οικουμένην εν τη σοφία αυτού, και εξέτεινε τους ουρανούς εν τη νοήσει αυτού.» (Ιερεμ. 10:12, ΑΣ) Εδημιούργησε τον άνθρωπο διαφορετικόν από την κατώτερη ζωική κτίσι της γης, διότι έδωσε στον άνθρωπο την ικανότητα να νοή και την επιθυμία να νοή. Για να παραμείνη ζωντανός ο άνθρωπος έπρεπε να νοή τη σχέσι του προς τον Δημιουργό του.
21. Γιατί ένα άτομο νοήσεως προστρέχει στον λόγον του Θεού, και γιατί παραμένει σε στενή επαφή με τη σοφία;
21 Για να νοήσωμε, πρέπει να γνωρίζωμε τι ζητούμε να συλλάβωμε με τη διάνοια με μια διαύγεια οράσεως. «Η νοούσα καρδία ζητεί γνώσιν το δε στόμα των αφρόνων βόσκει μωρίαν.» Η αναζήτησις που κάνει η νόησις για γνώσι, ανταμείβεται: «Η καρδία του νοούντος αποκτά γνώσιν, και το ωτίον των σοφών ζητεί γνώσιν.» Επειδή η νοούσα καρδιά βλέπει την Πηγή της αληθινής γνώσεως και αναγνωρίζει τη σχέσι του ανθρώπου προς τον Θεό και την εξάρτησι του ανθρώπου από τον Θεό για όλα τα πράγματα, μια τέτοια καρδιά στρέφεται στον λόγον του Θεού για τη ζωτική γνώσι, και ο Θεός δίνει σε μια τέτοια καρδιά αντίληψι της σημασίας του λόγου του: «Ο σοφός διδασκόμενος λαμβάνει γνώσιν.» (Παροιμ. 15:14· 18:15· 21:11, ΜΝΚ) Ένα άτομο νοήσεως όχι μόνο επιθυμεί γνώσι όλων των πραγμάτων που σχετίζονται με τον λόγον και τα έργα του Θεού και τον σκοπό που βρίσκεται πίσω απ’ αυτά, αλλά παραμένει σε στενή επαφή με τη σοφία για να έχη την ικανότητα και τη νοημοσύνη να χρησιμοποιή αυτή τη γνώσι σε αρμονία με τον Θεό. Κρατεί τη σοφία πολύ κοντά στην όψι του. «Επί του προσώπου του νοούντος είναι σοφία· αλλ’ οι οφθαλμοί του άφρονος βλέπουσιν εις τα άκρα της γης.» (Παροιμ. 17:24, ΜΝΚ) Για όση διάκρισι ο άφρων έχει ή δείχνει, τα μάτια του θα μπορούσαν να είναι τόσο μακριά απ’ αυτόν όσο τα άκρα της γης.
22. Πώς ένας άφρων διαφέρει από ένα άτομο που νοεί, και πώς ο Βασιλεύς Σολομών παρά τη σοφία του εστράφη στην αφροσύνη;
22 Ο άφρων δεν έχει τον Θεό στη διάνοιά του ή στην αποψί του· ο νοών τον έχει. Δεν είναι μόνο σοφός με το να φοβήται τον Ιεχωβά· νοεί επίσης. Ενεργεί σύμφωνα με τον θεοσεβή φόβο. Ο ίδιος ο Θεός είπε: «Ιδού, ο φόβος του Ιεχωβά, ούτος είναι η σοφία, και η αποχή από του κακού νόησις.» (Ιώβ 28:28, ΜΝΚ) Το άτομο που νοεί δεν θ’ αρνηθή μια επίπληξι για να χλευάση κατόπιν: «Εάν μαστιγώσης τον χλευαστήν, ο απλούς θέλει γείνει προσεκτικός· και εάν ελέγξης τον νοούντα, θέλει διακρίνει γνώσιν.» (Παροιμ. 19:25) Μια απλή επίπληξις, όχι ένα βίαιο κτύπημα, είναι αρκετή για ένα άτομο που νοεί. Παρ’ όλη τη σοφία του, μπορεί να ενεργήση ασύνετα ή σφαλερά. Γι’ αυτό το λόγο μπορεί να χρειάζεται από καιρό σε καιρό μια επίπληξι για να τον επαναφέρη στη νόησι. Σκληρυμμένος στη γεροντική ηλικία, ο Βασιλεύς Σολομών δεν επρόσεξε μια απλή επίπληξι. Παρ’ όλη τη σοφία, με την οποία τον είχε ευνοήσει ο Θεός, εστράφη στην αφροσύνη. Γιατί; Διότι εγκατέλειψε τη νόησι. Πώς; Άφησε να αμβλυνθή η όρασις και η οξεία αίσθησις που είχε της σχέσεώς του προς τον Ιεχωβά Θεό· έγινε σαν κτήνος. «Ο άνθρωπος, ο εν τιμή και μη εννοών, ωμοιώθη με τα κτήνη τα φθειρόμενα.»—Ψαλμ. 49:20.
23. Ο Σολομών, λοιπόν, έχασε τη νόησι όταν έκαμε τι, και πώς μπορούμε να εκτιμήσωμε τη μεγάλη σοφία από την οποίαν έπεσε;
23 Ο Σολομών έχασε τη νόησι όταν εγκατέλειψε τη σχέσι του με τον Ιεχωβά και υπεδουλώθη σε άλλους θεούς, τους θεούς των πολλών ειδωλολατρικών συζύγων που είχε νυμφευθή. «Και ωργίσθη ο Ιεχωβά κατά του Σολομώντος, επειδή η καρδία αυτού εξέκλινεν από του Ιεχωβά του Θεού του Ισραήλ, όστις εφανερώθη δις εις αυτόν, και προσέταξεν εις αυτόν περί του πράγματος τούτου, να μη υπάγη κατόπιν άλλων θεών· δεν εφύλαξεν όμως εκείνο, το οποίον ο Ιεχωβά προσέταξε.» (1 Βασ. 11:9, 10, ΜΝΚ) Η μεγάλη σοφία, από την οποίαν ο Σολομών έπεσε σε θάνατο στη δυσμένεια του Θεού, μπορεί να εκτιμηθή όταν στραφούμε στα συγγράμματα του Σολομώντος, τα οποία συνέταξε υπό έμπνευσιν ως ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά.
24. Γιατί δεν πρέπει ποτέ να χλευάζωμε τα πράγματα του Θεού, και γιατί θα προσπαθήσωμε να κάμωμε τη γνώσι, τη σοφία και τη νόησι μέρος του εαυτού μας;
24 Ποτέ ας μη χλευάζωμε το πράγματα του Θεού. Η ζωοπάροχη γνώσις του αληθινού Θεού δεν θ’ αποκτηθή ποτέ μ’ αυτόν τον τρόπο. Ένας που εννοεί τον δημιουργικό του δεσμό με τον Θεό και την πλήρη του εξάρτησι απ’ αυτόν, θα το εύρη εύκολο να τον γνωρίση. «Ο χλευαστής ζητεί σοφίαν, και δεν ευρίσκει· εις δε τον νοούντα είναι εύκολος η μάθησις.» (Παροιμ. 14:6, ΜΝΚ) Βλέποντας, λοιπόν, πώς η γνώσις, η σοφία και η νόησις πρέπει να τηρούνται μαζί, και πόσο αναγκαία είναι και τα τρία για ζωή και ορθή διαγωγή, θα προσπαθήσωμε να τα κάμωμε αχώριστο μέρος του εαυτού μας. Θα τα κάμωμε συγγενείς μας, μέλη της πνευματικής οικογενείας μας. «Ειπέ προς την σοφίαν, Συ είσαι αδελφή μου· και κάλεσον την νόησιν συγγενή σου.»—Παροιμ. 7:4, ΜΝΚ.