Η Χρήσις της Λέξεως «Νόμος» από τη Βίβλο
Ο ΒΙΒΛΙΚΟΣ νόμος αποτελεί ένα πολύπλοκο μέρος των θείων αποκαλύψεων που κατεγράφησαν για μας στις Εβραϊκές και στις Ελληνικές Γραφές. Στα τεύχη Σκοπιάς της 15ης Σεπτεμβρίου, 1ης Οκτωβρίου και 15ης Οκτωβρίου 1952, εξητάσθησαν κι εμελετήθησαν βασικά νομικά θέματα. Εκεί ετονίσθη ότι οπουδήποτε συνέρχονται νοητικά πλάσματα για ένα ειδικό σκοπό, αποτελούν μια οργάνωσι. Για να λειτουργήσουν επιτυχώς αυτές οι οργανώσεις, χρειάζεται κάποιο είδος κυβερνήσεως. Κυβέρνησις, πάλι, ορίζεται ως η άσκησις εξουσίας σε πλάσματα μέσω νόμων, ώστε να τηρούνται σε λειτουργία οι τροχοί της οργανώσεως.
Τέλος, η ίδια η λέξις «νόμος» ορίζεται ως το σώμα των κανόνων ενεργείας ή κανόνων πορείας που κατευθύνουν και καθοδηγούν τα πλάσματα στις οδούς που επιθυμούνται από τις κυβερνήσεις, είτε ουρανίας προελεύσεως είναι οι κυβερνήσεις αυτές είτε ανθρωποποίητες. Αυτοί οι τρόποι καθοδηγήσεως των ανθρώπων μπορεί να είναι καλοί ή κακοί, αναλόγως του αν οι κυβερνήσεις που θέτουν τους νόμους είναι καλές ή κακές, τέλειες ή ατελείς. Οι κυβερνήσεις που είναι οι νομοθέται περιγράφονται ως «ανώτεροι», ενώ οι άνθρωποι που πρέπει να τηρούν τους νόμους λέγεται ότι είναι οι «κατώτεροι». Τα πεδία ενεργείας που υπόκεινται σε κανόνες και νόμους είναι τόσον ευρέα όσον και το σύμπαν της θείας δημιουργίας.
Για να κατανοηθή πλήρως η έννοια του όρου «νόμος» σε οποιοδήποτε μέρος της Βίβλου, απαιτείται πρώτα να προσδιορισθή από τα συμφραζόμενα της Βίβλου για ποιου είδους νόμο πρόκειται. Πρόκειται για νόμο που κατηρτίσθη από τον Ιεχωβά Θεό, ή πρόκειται για νόμο ανθρωπίνης ή και σατανικής ακόμη προελεύσεως και εφαρμογής; Όταν εξακριβωθή το πεδίον του νόμου, τότε μέσα στον οφθαλμό της διανοίας πρέπει να εισέλθη η εξέτασις περί του ποιοι είναι οι «ανώτεροι» που έκαμαν αυτό το νόμο, και οι «κατώτεροι» που αναμένεται να υπαχθούν στο νόμο. Επί πλέον, πρέπει να κατανοηθή ότι η λέξις «νόμος» μέσα στη Βίβλο μπορεί να χρησιμοποιηθή για να χαρακτηρίση ένα μεμονωμένο νόμο ή μπορεί να χρησιμοποιηθή περιληπτικά για να χαρακτηρίση ένα ολόκληρο σώμα κανόνων πορείας. Επίσης, μια «προσταγή», που δίδεται για να εφαρμοσθή σε περισσότερα του ενός άτομα, καλείται «εντολή», που είναι ένας άλλος όρος ο οποίος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίση νόμο. Λόγου χάριν, οι Δέκα Εντολές που εδόθησαν στον Μωυσή ήσαν πραγματικά δέκα βασικοί νόμοι που εδόθησαν στους Ισραηλίτας.
Θα γίνη κατ’ αριθμητικήν σειράν μια εξέτασις έξη διαφόρων πεδίων νόμου που μνημονεύονται μέσα στη Βίβλο. Ανακαλύπτοντας ποιοι είναι οι «ανώτεροι» και ποιοι οι «κατώτεροι», θα εκπλαγούμε ευαρέστως για το πόσο απέραντα ηυξήθη η κατανόησίς μας περί των Ιερών Γραφών.
ΕΔΕΜΙΚΟΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ
(1) Η λέξις «προσταγή» εμφανίζεται για πρώτη φορά στη Βίβλο, στα εδάφια Γένεσις 2:16, 17, ΜΝΚ: «Προσέταξε δε Ιεχωβά ο Θεός εις τον Αδάμ, λέγων, Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού, δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει.» Καταφαίνεται αμέσως ότι αυτός ο νόμος ανάγεται στο πεδίον του Εδεμικού νόμου, νόμου επιβλητού εδώ πάνω στη γη, στον κήπο της Εδέμ και στον τέλειο πολιτισμό του. Ο Ιεχωβά Θεός είναι σαφώς ο νομοθέτης, ο ανώτερος. Ο Αδάμ και η Εύα και οι μέλλοντες απόγονοί των ως ανθρώπινο γένος είναι οι αναμενόμενοι τηρηταί του νόμου, εφόσον είναι οι κατώτεροι μέσα στη Θεία κυβερνητική οργάνωσι που λειτουργούσε στην παραδεισιακή Εδέμ. Η κύρωσις ή ποινή για την παράβασι του Εδεμικού αυτού νόμου δηλώνεται αλάθητα ότι είναι ο θάνατος, θετικός ή βέβαιος θάνατος.
Έτσι, λοιπόν, το πεδίον του Εδεμικού νόμου, του οποίου ο Αδάμ αργότερα διέπραξε μια μοιραία παράβασι, δεν ήταν κάτι το ασήμαντο και ανθρώπινο, αλλά προήρχετο από τον Κυρίαρχο Βασιλέα του σύμπαντος, ήταν από τον εμπνευσμένο θείο νόμο. Μολονότι το πεδίον την Εδεμικού νόμου ετερματίσθη από τον Ιεχωβά, εν τούτοις, οποιοσδήποτε θεόδοτος νόμος αποκαλύπτεται ως εφαρμόσιμος σήμερα είναι άξιος της πιο ζωηρής προσοχής μας.
(2) Οι επόμενες Βιβλικές μνημονεύσεις περί νόμου είναι οι κανόνες, τους οποίους ο Νώε και η οικογένειά του διετάχθησαν να τηρήσουν. «Και έκαμεν ο Νώε κατά πάντα όσα πρασέταξεν εις αυτόν ο Θεός· ούτως έκαμε.» Εδώ έχομε το πεδίον του δικαίου πατριαρχικού νόμου, όπως άρχισε πριν από τον Κατακλυσμό. Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο νομοθετών Ανώτερος, ο δε Νώε και η οικογένειά του είναι οι κατώτεροι, τηρηταί του νόμου. Αυτό το σύστημα των λεπτομερών νομικών οδηγιών κατέστησε την πατριαρχική κοινωνία του Νώε και των συντρόφων του ικανή να περάση τον Κατακλυσμό και ν’ αρχίση ένα νέο, δίκαιο πολιτισμό επάνω σε μια καθαρισμένη γη.—Γέν. 6:22· 7:9.
Στην εποχή του Αβραάμ όσοι ήσαν στη δίκαιη πατριαρχική κοινωνία έλαβαν κι άλλες νομικές εντολές που τους εδόθησαν. «Επειδή γνωρίζω αυτόν [τον Αβραάμ], ότι θέλει διατάξει προς τους υιούς αυτού, και προς τον οίκον αυτού, μεθ’ εαυτόν, και θέλουσι φυλάξει την οδόν του Ιεχωβά, δια να πράττωσι δικαιοσύνην και κρίσιν.» Ο νόμος της περιτομής ήταν ένας από τους πρόσφατα προστεθειμένους νόμους. Αργότερα, στον Πατριάρχη Ισαάκ, ο Ιεχωβά είπε τα εξής: «Και θέλουσιν ευλογηθή εν τω σπέρματί σου πάντα τα έθνη της γης· επειδή ο Αβραάμ υπήκουσεν εις την φωνήν μου, και εφύλαξε τα προστάγματά μου, τας εντολάς μου, τα διατάγματά μου, και τους νόμους μου.» Είναι αληθές ότι αυτό το πεδίον του πατριαρχικού νόμου δεν είναι πια δεσμευτικό ως ένα νομικό σώμα νόμου· εν τούτοις, περιέχει πολλές αρχές και προφητικές σκιές μεγάλης αξίας στους Χριστιανούς της κοινωνίας Νέου Κόσμου σήμερα.—Γέν. 17:11, 12· 18:19, ΜΝΚ· 26:4, 5.
ΜΩΣΑΪΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΝΕΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
(3) Η πιο λεπτομερής νομοθεσία που μνημονεύεται στις Γραφές είναι εκείνη που εδόθη μέσω του Μωυσέως το 1513 π.Χ. «Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Μωυσήν, Ανάβηθι προς εμέ εις το όρος, και έσο εκεί· και θέλω σοι δώσει τας πλάκας τας λιθίνας, και τον νόμον, και τας εντολάς τας οποίας έγραψα, δια να διδάσκης αυτούς.» (Έξοδ. 24:12, ΜΝΚ) Ένας κώδιξ από περισσοτέρους των εξακοσίων νόμων, εκτός από τις Δέκα Εντολές, εδόθη επίσης στον Μωυσή. Αυτό το πεδίον του νόμου είναι κοινώς γνωστό στη Βίβλο ως ο «νόμος του Μωϋσέως» ή απλώς «ο νόμος». Ωργάνωσε τον Ισραήλ σε μια εθνική θεοκρατική κοινωνία με τον Ιεχωβά Θεό ως τον βασιλικό των Ανώτερο και τους ίδιους τους Ισραηλίτας ως κατωτέρους, υπηρέτας ή δούλους του Θεού.
Αυτό το σώμα του νόμου διετήρησε τους Ισραηλίτας ενωμένους σαν μια θεοκρατική κοινωνία επί χίλια πεντακόσια χρόνια περίπου, ώσπου ο ίδιος ο Θεός έφερε σ’ ένα νόμιμο τέλος, κατά την προσήλωσι του Ιησού στο ξύλο του μαρτυρίου το έτος 33 μ.Χ., τη χειρόγραφη αυτή νομική διαθήκη, περιλαμβάνοντας και τις Δέκα Εντολές. «Συγχωρήσας [ο Θεός] εις εσάς πάντα τα πταίσματα, εξαλείψας το καθ’ ημών χειρόγραφον συνιστάμενον εις διατάγματα, το οποίον ήτο εναντίον εις ημάς, και αφήρεσεν αυτό εκ του μέσου, προσηλώσας αυτό επί του σταυρού.» Οι Χριστιανοί, λοιπόν, σήμερα δεν βρίσκονται κάτω από το αρχαίο αυτό πεδίον του θείου νόμου που ετερματίσθη, μολονότι κι αυτό επίσης εμπεριέχει ένα πλούτον προφητικών τύπων και αρχών που πρέπει να εφαρμόζωνται στην κοινωνία Νέου Κόσμου, η οποία αναπτύσσεται από το έτος 1919.—Κολ. 2:13, 14· Ρωμ. 7:4.
(4) Από το έτος 33 μ. Χ. οι πνευματικοί Ισραηλίται, οι κεχρισμένοι Χριστιανοί, εκουσίως υπετάχθησαν ως «κατώτεροι» ή δούλοι κάτω από ένα νέο πεδίον νόμου του Ιεχωβά γνωστού ως νέας διαθήκης, η οποία έγινε δια Ιησού Χριστού. «Διότι εάν η πρώτη εκείνη [διαθήκη του Μωσαϊκού νόμου] ήτο άμεμπτος, δεν ήθελε ζητείσθαι τόπος δια την δευτέραν [την νέαν διαθήκην]. Διότι αύτη είναι η διαθήκη την οποίαν θέλω κάμει προς τον [πνευματικόν] οίκον του Ισραήλ μετά τας ημέρας εκείνας, λέγει ο Ιεχωβά, Θέλω δώσει τους νόμους μου εις την διάνοιαν αυτών, και θέλω γράψει αυτούς επί της καρδίας αυτών, και θέλω είσθαι εις αυτούς Θεός, και αυτοί θέλουσιν είσθαι εις εμέ λαός.»—Εβρ. 8:7, 10, ΜΝΚ.
Επομένως, από τον καιρό του Ιησού ίσαμε σήμερα η κοινωνία των μαρτύρων του Ιεχωβά έχει αναπτυχθή και λειτουργήσει μέσα στο νομικό πλαίσιο του Χριστιανικού συστήματος πραγμάτων που ωκοδομήθη από τους κανόνες και τις εντολές οι οποίοι απηγγέλθησαν δια του Μεγαλυτέρου Νώε, του Μεγαλυτέρου Μωυσέως, Χριστού Ιησού, και των θεοπνεύστων αποστόλων του. Τα «άλλα πρόβατα» σύντροφοι των κεχρισμένων Χριστιανών επίσης φιλάγαθα και εκούσια συμμορφώνονται ως «κατώτεροι» κάτω απ’ αυτό το από Θεού δεδομένο πεδίον των Χριστιανικών κανονισμών, διότι γίνονται μέρος της «μιας ποίμνης».—Ιωάν. 10:16.
ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ, ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΝΟΟΣ
(5) Εκτός από το ανωτέρω πεδίον του Θείου νόμου, ο Παύλος αναφέρεται σ’ ένα άλλο πεδίον νόμου κάτω από το οποίον οι Χριστιανοί βρίσκονται υποτεταγμένοι, αυτήν όμως τη φορά ακουσίως. «Άρα λοιπόν αυτός εγώ με τον νουν μεν δουλεύω [κατώτερος] εις τον νόμον του Θεού [που απεκαλύφθη δια της νέας διαθήκης] με την σάρκα δε εις τον νόμον της αμαρτίας.» (Ρωμ. 7:25) Αυτό είναι το πεδίον της νομικής δουλείας που είναι γνωστό ως ο «νόμος της αμαρτίας και του θανάτου.» (Ρωμ. 8:2) Ποιοι είναι οι ανώτεροι σ’ αυτό το πεδίον της πορείας; Ο Παύλος απαντά σ’ αυτό, τονίζοντας ότι η ‘Βασίλισσα Αμαρτία’ και ο ‘Βασιλεύς Θάνατος’, με τον Σατανά πίσω τους, είναι οι αμείλικτοι κύριοι. (Ρωμ. 5:21· Εβρ. 2:14) Εμείς ως αμαρτωλοί από τον καιρό του Αδάμ βρισκόμεθα πωλημένοι ως δουλικοί κατώτεροι λόγω της κληρονομημένης μας πεπτωκυίας σαρκός.—Ρωμ. 7:24.
(6) Ο Ιεχωβά ήλθε προς σωτηρίαν μας, προμηθεύοντας στοργικά την απολυτρωτική θυσία την Ιησού Χριστού. Ο Παύλος τονίζει ότι οι αφιερωμένοι Χριστιανοί είναι τώρα σε θέσι να υπαχθούν σ’ ένα άλλο πεδίον νόμου γνωστόν ως «ο νόμος του νοός μου,» τώρα που η καταδίκη του νόμου του Μωυσέως έχει αφαιρεθή, πράγμα που κατεδείκνυε την ανθρώπινη σάρκα των ως πολύ υπολειπομένην του Θείου σημείου τελειότητος. (Ρωμ. 3:21-23) «Τώρα όμως απηλλάχθημεν από του νόμου, αποθανόντος εκείνου υπό του οποίου εκρατούμεθα· δια να δουλεύωμεν [κατώτεροι] κατά το νέον πνεύμα, και ουχί κατά το παλαιόν γράμμα [τον Μωσαϊκόν νόμον].»—Ρωμ. 7:6· Ματθ. 20:28.
Η παλαιά διαθήκη του νόμου μέσω του Μωυσέως αφορούσε την πεπτωκυία σάρκα και απέβλεπε στο να περιορίση τα έργα της σαρκός. (Γαλ. 5:19-21 ) Η κινητήριος δύναμις πίσω απ’ αυτή τη διαθήκη του νόμου ήταν εκείνη των ποινικών της κυρώσεων, που απειργάσθησαν μεγάλη κατάκρισι ή κατάρα εναντίον του Ιουδαϊκού λαού διότι συνεχώς απετύγχανε να τηρήση τον νόμο. (2 Κορ. 3:9) Αλλ’ η νέα οδός, την οποίαν άρχισε ο Ιησούς Χριστός, έχει τη δύναμι του πνεύματος του Θεού ως κατευθυντική της δύναμι. (2 Κορ. 3:6) Το πνεύμα του Θεού λοιπόν κατευθύνει τις διάνοιές μας στις τρίβους της δικαιοσύνης και εκπληρώνει ό,τι η παλαιά διαθήκη του νόμου, με τις Δέκα Εντολές της και τους άλλους νόμους της, απέτυχε να κάμη. «Αλλ’ εάν οδηγήσθε υπό του πνεύματος, δεν είσθε υπό νόμον.»—Γαλ. 5:18.
Η προμήθεια του Ιεχωβά καθιστά, επίσης, δυνατόν για τους Χριστιανούς να πολεμούν εναντίον της κατωφερούς τάσεως της φυσικής σαρκός κάτω από τη ‘Βασίλισσα Αμαρτία’. «Ευρίσκω λοιπόν τον νόμον τούτον, ότι, ενώ εγώ θέλω να πράττω το καλόν, πάρεστιν εις εμέ το κακόν. Διότι ηδύνομαι μεν εις τον νόμον του Θεού [που απεκαλύφθη δια της νέας διαθήκης] κατά τον εσωτερικόν άνθρωπον· βλέπω όμως εν τοις μέλεσί μου άλλον νόμον [τον της σαρκός που υπόκειται στη ‘Βασίλισσα Αμαρτία’] αντιμαχόμενον εις τον νόμον του νοός μου, και αιχμαλωτίζοντά με εις τον νόμον της αμαρτίας τον όντα εν τοις μέλεσί μου.» (Ρωμ. 7:21-23) Όλοι οι Χριστιανοί έχουν αυτόν τον μεγάλον αγώνα μεταξύ «πραγμάτων της σαρκός» και «πραγμάτων του πνεύματος.»—Ρωμ. 8:4-8.
Αλλ’ ο Ιεχωβά εν τη αγαθότητί του έφερε στη Χριστιανική σκηνή τη διευθέτησι της παρ’ αξίαν αγαθότητος, για να «βασιλεύση δια της δικαιοσύνης» και να ασκήση μια ισχυρή επιρροή στις καρδιές μας όταν επωφελούμεθα επιμελώς από τη στοργική προμήθεια του Θεού δια Χριστού. (Ρωμ. 5:21) Γινόμεθα ‘δούλοι της δικαιοσύνης, πράγμα που καθιστά δυνατόν να διεξάγωμε ένα σκληρό αγώνα για καθαρή Χριστιανική ζωή και ακεραιότητα μολονότι η προς τα κάτω ροπή της σαρκός είναι ισχυρή. Με τη βοήθεια του Ιεχωβά δια Χριστού Ιησού και μέσω της ισχυρής μας πίστεως, είμεθα ικανοί να εξέλθωμε νικηταί σ’ αυτόν τον αγώνα εναντίον της σαρκός. Κάτω απ’ αυτή τη νέα διευθέτησι είμεθα ικανοί να φέρωμε με αφθονία τον καρπό του πνεύματος προς αίνον του Ιεχωβά.—Ρωμ. 6:17-20· Γαλ. 5:22-24.
Η βραχεία αυτή μελέτη για τη χρήσι της λέξεως «νόμος» από τη Βίβλο σας εβοήθησε για μεγαλύτερη κατανόησι της θέσεώς σας ως αφιερωμένου Χριστιανού, δούλου του Ιεχωβά Θεού; Το ελπίζομε.