Επιδιώκοντας τον Σκοπό μου στη Ζωή
Αφήγησις της Εύας Μπάρνεϋ
ΤΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ θα μπορούσε να θέλη ένα άτομο; Τι περισσότερο θα μπορούσε κανείς να επιθυμήση στη ζωή; Ευλογημένη μ’ ένα άνετο σπίτι, μια καλή εργασία, τα καλύτερα ενδύματα, χρήματα στην Τράπεζα, μετοχές σε μια καλή επιχείρησι, το οικογενειακό αυτοκίνητο για χρήσι σε οποιαδήποτε ώρα και θαυμάσιους γονείς—σκεπτόμουνα: ‘Είναι αυτό επιδίωξις του σκοπού μου στη ζωή;’ Έχοντας κάνει αφιέρωσι στον Ιεχωβά το 1923, πρέπει να κάνω το θείον θέλημα. Η ζωή μου πρέπει εφεξής να κατευθύνεται από τον λόγον του Θεού, όπως μου διευκρινίζεται από το άγιο πνεύμα Του, και την οργάνωσί Του.
Ως αποτέλεσμα επιμελούς μελέτης της Βίβλου, απεκόμισα την πεποίθησιν ότι οι υλικές ανέσεις πρέπει να χρησιμοποιούνται για την επιδίωξι του σκοπού μου στη ζωή, με την εκκαθάρισι της οδού για την αφιέρωσι όλου του χρόνου μου, δυνάμεως και πόρων στο να κηρύττω «τούτο το ευαγγέλιον της Βασιλείας.» Αλλά το να πεισθώ διανοητικώς ήταν ένα πράγμα, το να ενεργήσω όμως σε αρμονία μ’ εκείνες τις πεποιθήσεις το βρήκα υπερβολικά δύσκολο. Πώς θα μπορούσα ποτέ ν’ αφήσω μητέρα, πατέρα, σπίτι, εργασία και συγγενείς; Και για το οικονομικό ζήτημα; Τι θα εσκέπτοντο φίλοι και συγγενείς; Το να γνωρίζω ότι ο πατέρας θα εθύμωνε πολύ, αυτό μου δημιουργούσε περισσότερα ερωτήματα. Μπορούσα να τα καταφέρω;
ΜΠΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ
Χωρίς καθόλου να γνωρίζω τον αγώνα, ο οποίος συνεχίζεται στη διάνοιά μου, η καλή μου φίλη Μπέση Χάαυ, μια πολύ ζηλώτρια μάρτυς του Ιεχωβά, μου έγραφε προσκαλώντας με να δαπανήσω τον χρόνο της αδείας μου από την εργασία μου υπηρετώντας ως σκαπανεύς μαζί της. Ευχαρίστως δέχθηκα την ευγενική και συνετή προσφορά της, έχοντας πολύ λίγη κατανόησι της αλλαγής, που θα εγίνετο στη ζωή μου από εκείνες τις δύο εβδομάδες στο από σπίτι σε σπίτι έργον. Έτσι, όπως βλέπετε, ήμουν πραγματικά μια σκαπανεύς διακοπών. Τώρα μπορώ να εκτιμήσω γιατί η Εταιρία εγκαινίασε την υπηρεσία σκαπανέως διακοπών, επειδή η υπηρεσία αυτή ήταν εκείνη που μου απεκάλυψε τον δρόμο για να επιδιώξω τον σκοπό μου στη ζωή.
Το πρώτο βήμα ήταν ν’ αφήσω το κοσμικό μου επάγγελμα. Κι εδώ πάλι η καλή μου φίλη Μπέση ήλθε προς βοήθειά μου, βοηθώντας να συντάξω μια παραίτησι. Το επόμενο πρωί με βρήκε στο γραφείο της διευθυντρίας με το έγγραφο της παραιτήσεως και το βιβλίο Απελευθέρωσις επειδή ήθελα να της τα δώσω προσωπικώς. Δεν ήταν στο γραφείο της. Φοβουμένη μήπως αλλάξω ξαφνικά διάθεσι διανοίας, τα έθεσα γρήγορα πάνω στο γραφείο της κι έφυγα. Στις τέσσερες εκείνο το απόγευμα ήλθε μια πρόσκλησις για να παρουσιασθώ στο γραφείο της. Έχοντας διαβάσει την επιστολή της παραιτήσεως, ήθελε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το αίτιο της αποχωρήσεώς μου. Εδώ ήταν μια πραγματική ευκαιρία κι επωφελήθηκα πλήρως απ’ αυτή. Η απάντησίς της στη μαρτυρία μου ήταν ότι ουδέποτε είχε λάβει τέτοια παραίτησι σε όλα της τα έτη υπηρεσίας της στην Εταιρία. Συνήθως οι υπάλληλοι αποχωρούσαν λόγω γάμου ή για να δεχθούν μια καλύτερα πληρωνόμενη θέσι. Επί πλέον, η θρησκεία της «δεν παρείχε εκείνο το είδος της πίστεως—ν’ αφήση κανείς μια καλή εργασία για ένα έργο το οποίον δεν προσέφερε οικονομικά κέρδη.» Με αβρότητα μου προσέφερε μια άδεια απουσίας έξη μηνών για να «δοκιμάσω τη νέα μου εργασία.» Αρνουμένη την προσφορά της με βάσι ότι ‘όλες οι γέφυρες πρέπει να καούν,’ έφυγα με την ευλογία της και τις καλύτερες ευχές για επιτυχία. Η συμπλήρωσις αυτού του βήματος προς το υπέρτατο βραβείο έφερε μεγάλη ειρήνη διανοίας. Οι εκφράσεις μου ευγνωμοσύνης ανεπέμφθησαν προς τον Ιεχωβά για τη δύναμι που μου παρέσχε.
Ο πατέρας, βέβαια, εξωργίσθη όταν άκουσε γι’ αυτό και με θυμό διεκήρυξε ότι, αν άφηνα το σπίτι για να βγω «σ’ εκείνο το έργο κηρύγματος», δεν θα πρέπει ποτέ πλέον να έλθω στο σπίτι. Φυσικά ένοιωσα ένα αίσθημα τραυματισμού, αλλ’ ήμουν αποφασισμένη να προχωρήσω.
ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΙ ΣΤΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ
Αφού απεχαιρέτησα φίλους και συγγενείς, η σύντροφός μου κι εγώ γρήγορα βρεθήκαμε στο δρόμο μας για τον πρώτο τόπο διορισμού μας, το Ιροκουά στο Οντάριο. Αφού εξευρέθη το δωμάτιό μας κι εγκατασταθήκαμε, αισθάνθηκα αιφνιδίως ένα κύμα νοσταλγίας. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να τηλεφωνήσω στο σπίτι. Η φωνή της μητέρας μου ακούσθηκε τόσο ευχάριστη στ’ αυτιά μου, ώστε η νοσταλγία έφυγε, και στη θέσι της ήλθε η ευχαρίστησις .Ένα θαυμάσιο αίσθημα ελευθερίας ήλθε πάνω μου. Πόσο ευχάριστο ήταν! Ελευθερία από τις φροντίδες του κόσμου αυτού! Απηλλαγμένη απο βάρη! Η ολοχρόνια υπηρεσία στον Ιεχωβά μας ωδήγησε κοντά στην πόλι Κάρντιναλ, στο Οντάριο, και από εκεί κατευθυνθήκαμε στο Μόντρεαλ, της επαρχίας Κουεμπέκ. Πόσο αναψυκτικό ήταν να εργασθούμε με επτά άλλους σκαπανείς, νέους ανθρώπους σαν εμάς, ολοκληρωτικά αφιερωμένους στον Ιεχωβά! Μάλιστα, είχαμε τα προβλήματά μας: κακό καιρό, απρόβλεπτα έξοδα, ασθένεια, θρησκευτική εναντίωσι και σχεδόν συνεχή αστυνομική επέμβασι με μερικές συλλήψεις. Οποιεσδήποτε δυσάρεστες πείρες ελησμονούντο καθώς βρίσκαμε προβατοειδή άτομα καλής θελήσεως. Καθώς η εκτίμησίς των για το άγγελμα εμεγάλωνε, η χαρά μας ηύξανε.
Τακτικώς εστέλλοντο επιστολές στο σπίτι που περιέγραφαν εξέχουσες ευτυχείς πείρες. Η μητέρα τις εκτιμούσε, αλλά ο πατέρας ενδιεφέρετο μόνον για το πότε θα ερχόμουν στο σπίτι.
Με τον θάνατό του μια άλλη απόφασις έπρεπε να ληφθή. Θα συνέχιζα να επιδιώκω τον σκοπό μου στη ζωή στο Μόντρεαλ, θα ελάμβανα τομέα στο σπίτι για να υπηρετώ ως σκαπανεύς εκεί, ή θα εύρισκα εργασία και θα γινόμουν μια ευαγγελιζομένη εκκλησίας για να είμαι στο σπίτι ως συντροφιά της μητέρας μου; Επειδή ήμουν μια αφιερωμένη Μάρτυς, η μητέρα επέμενε στο να συνεχίσω το έργον σκαπανέως. Επειδή αισθανόμουν ως υποχρέωσί μου να παραμείνω μαζί της, εζήτησα τομέα γύρω στην πόλι και υπηρετούσα ως σκαπανεύς ξεκινώντας από το σπίτι.
Αίφνης αισθάνθηκα κάποια έλλειψι ασφαλείας. Αμφιβολίες και φόβοι με κατέλαβαν. Όλη η τραπεζιτική μου κατάθεσις είχε χρησιμοποιηθή. Οι ομολογίες μου επωλήθησαν. Το να στηριχθώ στη δική μου σύνεσι είχε ως αποτέλεσμα το να πιστεύσω ότι χρειαζόμουν να δημιουργήσω ένα άλλο απόθεμα χρημάτων. Νωρίς ένα πρωί, καθώς επρόκειτο ν’ αφήσω το σπίτι προς αναζήτησιν εργασίας, η μητέρα μού ενεχείρισε ένα γράμμα. Τι μπορούσε να είναι αυτό, στις 7.30 το πρωί; Περιείχε χρήματα κι ένα σύντομο σημείωμα, που έλεγε: «Έλπιζε ότι αυτό θα σε βοηθήση στο έργο σκαπανέως.» Αυτό κι έγινε! Ποτέ από τότε δεν αμφέβαλλα για την υπόσχεσι του Ιησού ότι θα εγίνετο αναγκαία προμήθεια αν ζητούσαμε πρώτα τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του. (Ματθ. 6:33) Αυτή η υπόσχεσις δεν έπαυσε εκπληρουμένη σ’ όλα μου τα τριάντα έτη σκαπανέως!
ΚΑΙΡΟΙ ΔΙΩΓΜΟΥ
Το 1933 ωργανώθη ένα ειδικό έργο για τη διανομή βιβλιαρίων στη Γαλλική γλώσσα στην πόλι Κουεμπέκ. Αν και υπήρχε πιθανότης συλλήψεων και φυλακίσεων, εν τούτοις διακόσιοι συμμετέσχον εθελοντικά. Σύντομα τριάντα άνδρες και γυναίκες συνελήφθησαν και μετεφέρθησαν στα κεντρικά γραφεία της αστυνομίας «προς ανάκρισιν.» Εζητήθη κατάθεσις χρηματικής εγγυήσεως πριν από την απόλυσι. Αν και φυλακισμένοι, όλοι επεράσαμε ευτυχισμένες ώρες. Εκείνοι που αποτελούσαν το προσωπικόν των φυλακών, περιλαμβανομένης και της ηγουμένης, έμειναν κατάπληκτοι βρίσκοντας ανθρώπους που πραγματικά έχαιραν στη φυλακή. Και γιατί όχι; Είμεθα μάρτυρες του Ιεχωβά και δεν είχαμε τίποτε να φοβηθούμε. Απηγγέλθη κατηγορία για «στασιαστική συνωμοσία». Η δίκη, που διήρκεσε τέσσερες ημέρες, ήταν ζωηρή κι ενδιαφέρουσα. Ήταν μια θαυμασία πείρα. Ο Ιεχωβά μας έδωσε τη νίκη.
Στις αρχές του 1938, όταν η Εταιρία άρχισε τη διευθέτησι έργου για ειδικούς σκαπανείς, έλαβα ένα έντυπο αιτήσεως. Ενώ ευρισκόμουν στο στάδιο της σκέψεως πάνω σ’ αυτό, ένας ώριμος αδελφός μ’ ενουθέτησε να δέχωμαι οποιανδήποτε πρόσκλησι που απευθύνει η Εταιρία. Η αίτησις υπεγράφη και υπεβλήθη και ως αυτή την ημέρα συνεχίζω να ευχαριστώ τον Ιεχωβά για την εκπαίδευσι των λάτρεών του στο να συμβουλεύωνται ο ένας τον άλλον και να παρακινούν σε ορθά έργα.
Εκείνο το ίδιο έτος μια άλλη ευφρόσυνη προσδοκία παρουσιάσθη—ο γάμος. Θα παρεμβάλλοντο δυσχέρειες με τον γάμο; Μπορούσαμε σαν ένα νυμφευμένο ζεύγος να συνεχίσωμε επιδιώκοντας τον σκοπό μας στη ζωή; Ο υποψήφιος σύζυγος ήταν, επίσης, ένας ειδικός σκαπανεύς. Σκεφθήκαμε ότι εφόσον μπορούσαμε να εργασθούμε ως ειδικοί σκαπανείς, όταν είμεθα άγαμοι, γιατί να μη μπορούμε να συνεχίσωμε την υπηρεσία σκαπανέως και νυμφευμένοι; Επί είκοσι δύο έτη ο σύζυγός μου υπήρξε ένας στοργικός με κατανόησι σύντροφος, πάντοτε έτοιμος να παρηγορήση και να ενθαρρύνη.
Δύο έτη αργότερα, το 1940, η Καναδική Κυβέρνησις έθεσε υπό απαγόρευσιν το έργον στον Καναδά. Αμέσως εθυμηθήκαμε τα λόγια ενός προηγουμένου προέδρου της Εταιρίας: «Δεν θα κρυφθούμε και δεν θα κρύψωμε τα πρόσωπά μας!» Έτσι απεφασίσαμε να συνεχίσωμε κηρύττοντας τούτο το ευαγγέλιον της εγκαθιδρυμένης Βασιλείας και υποστηρίζοντας το όνομα του Ιεχωβά, αδιαφορώντας για την απαγόρευσι.
Το γεγονός ότι το έργον απηγορεύθη εχρησίμευσε μόνο στο να μας καταστήση αγρύπνους σχετικά με την πιθανότητα να συλληφθούμε και φυλακισθούμε. Δεν είχαμε να περιμένωμε πολύ. Την ακόλουθη πρωία, πλήρως ενήμεροι των ενδεχομένων συνεπειών, τρεις από εμάς εξώρμησαν για να δαπανήσουν την ημέρα στο έργον της μαρτυρίας. Ο σύζυγός μου συνελήφθη, η δε Μάρτζορυ Χελντ κι εγώ μετεφέρθημεν στον αστυνομικό σταθμό, όπου μας κράτησαν για λίγο κι έπειτα επήγαμε υπό συνοδείαν στο σπίτι. Αυτό συνέβη στο Κίνγκστον, της επαρχίας Οντάριο.
Από εδώ και πέρα επεδίωκα τον σκοπό μου στη ζωή από ένα ρυμουλκούμενο σπίτι. Υπηρετήσαμε στο Λόντον και Γούντστοκ, της επαρχίας Οντάριο, έπειτα στο Τρούρο, Γκλας Μπαίη και Σύντνεϋ Μάινς της Νέας Σκωτίας. Στη διάρκεια των ετών της απαγορεύσεως, το μικρό μας «σπίτι με τις ρόδες» υπέστη επιδρομή από την αστυνομία όχι λιγώτερες από δεκατέσσερες φορές. Είχαμε δε πολλές συγκινήσεις με το να δίνωμε μαρτυρία στους αξιωματικούς της αστυνομίας με την Αμερικανική Στερεότυπη Μετάφρασι της Βίβλου!
Μια νέα μέρα άρχισε για μας! Ο σύζυγός μου έφερε στο σπίτι έναν μικρό φάκελλο. Ήταν μια επιστολή από το Γραφείο του Προέδρου, που μας προσκαλούσε να παρακολουθήσωμε την πέμπτη σειρά σπουδαστών της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς, στο Σάουθ Λάνσινγκ της Νέας Υόρκης. Αυτό ήταν κάτι για το οποίο ελπίζαμε και προσευχόμεθα. Αυτό εσήμαινε: ετοιμασθήτε για πέντε μηνών συγκεντρωμένη μελέτη· συσκευάστε τα πράγματά σας και αφήστε τη χώρα· και να είμεθα πρόθυμοι να πάμε οπουδήποτε η Εταιρία μπορεί να μας στείλη. Υπήρχαν τόσο πολλά που δεν εγνωρίζαμε, τόσο πολλά που έπρεπε να μάθωμε! Εκείνοι οι πέντε μήνες απεδείχθησαν ότι ήσαν οι πιο ευλογητοί μήνες στη ζωή μας! Γεμάτοι τώρα από υπερχειλίζουσα στερεά πνευματική τροφή, είμεθα πρόθυμοι να πάμε στον τόπο διορισμού μας του «εξωτερικού», την ψυχρή, τραχεία αλλά πολύχρωμη νήσο Νέα Γη, έξω από την ανατολική ακτή του Καναδά.
‘ΑΛΙΕΥΟΝΤΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ’ ΣΤΗ ΝΕΑ ΓΗ
Καλά εκπαιδευμένοι τώρα για το έργο, αρχίσαμε την επίδοσί μας μ’ έναν πρακτικό τρόπο στην ανεύρεσι των «άλλων προβάτων» στη δευτέρα σε μέγεθος πόλι της Νέας Γης, την Κόρνερ Μπρουκ, που βρίσκεται στον Κόλπο των Νήσων στο στόμιο του Ποταμού Χάμπερ. Η κοιλάς Χάμπερ έχει γίνει περίφημη για τις φυσικές καλλονές της, τους μαγευτικούς λόφους της και την αλιεία σολωμού. Εδώ επρόκειτο ν’ αρχίσωμε την ‘αλιεία ανθρώπων.’—Ματθ. 4:19.
Πόσο καλά μ’ έκανε να αισθάνωμαι ένα πρωί, όταν επεσκέφθηκα μια πολύ φιλική νεαρή γυναίκα, η οποία παρήγγειλε μια Βίβλο και μου ζήτησε να την επισκέπτωμαι το Σαββατοκύριακο, οπότε θα ήταν στο σπίτι ο σύζυγός της. Έκαμα επανεπίσκεψι και τον βρήκα χωρίς ενδιαφέρον για τη θρησκεία, ούτε δε είχε πάει στην εκκλησία από τότε που ενυμφεύθη. Του είπα: «Νομίζω ότι είσθε ακριβώς ο άνθρωπος που αναζητώ.» Με προσεκάλεσαν να τους επισκεφθώ πάλι. Επί αρκετές επισκέψεις άκουε μ’ εντατική προσοχή τα περιεχόμενα της Βίβλου. Τελικά άρχισε μια Γραφική μελέτη ανάμεσα σ’ ένα πραγματικό παραπέτασμα καπνού. Παρακολουθώντας τις συναθροίσεις και διακρίνοντας ότι δεν κάπνιζε κανείς, εγκατέλειψε το κάπνισμα αμέσως. Η σύζυγος και η οικογένειά του γρήγορα άρχισαν να εκτιμούν την αλήθεια. Οι περισσότεροι από την οικογένεια είναι τώρα αφιερωμένοι Μάρτυρες, επιδιώκοντας ειρήνη.
Στην ίδια γειτονική περιοχή, στην κορυφή ενός μακρού κρημνώδους λόφου, βρήκα μια οικογένεια, τα μέλη της οποίας ήσαν Αντβεντισταί της Εβδόμης Ημέρας, που όμως έδειξαν προθυμία για την αλήθεια. Πήραν την τρέχουσα προσφορά εντύπων και με προσεκάλεσαν να επανέλθω. Τακτικές εβδομαδιαίες μελέτες κατέληξαν στο να αφιερωθούν τα δύο κορίτσια στον Ιεχωβά και να δαπανήσουν τις σχολικές διακοπές των μαζί μας στο έργο του κηρύγματος. Αργότερα οι γονείς εβαπτίσθησαν. Το ένα από τα κορίτσια έγινε ιεραπόστολος στο Περού, αφού απεφοίτησε από τη Γαλαάδ· και το άλλο επιδιώκει τον σκοπό του στη ζωή στο Καρμπονήαρ, της Νέας Γης, ως ειδικός σκαπανεύς. Οι γονείς πιστά υπηρετούν ανήκοντας στην εκκλησία του Κόρνερ Μπρουκ.
Ένα άλλο κορίτσι σ’ αυτή την πόλι της δυτικής ακτής, που ήταν βαπτισμένη Μάρτυς πριν από την άφιξί μας, είχε εμπλακή σε κακές συναναστροφές, αλλ’ απεφάσισε ειλικρινά να τις διακόψη. Αφού εγκατέλειψε την εργασία της, παρηκολούθησε την πρώτη της μεγάλη συνέλευσι των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Κλήβελαντ, Οχάιο, το 1946 και, όταν επέστρεψε στη Νέα Γη, άρχισε υπηρεσία σκαπανέως. Μετά από δύο έτη ολοχρονίου διακονίας έλαβε μια πρόσκλησι για τη Γαλαάδ και τώρα είναι ιεραπόστολος στο Σαιντ Τζων.
Οι λέξεις δεν με βοηθούν όταν προσπαθώ να εκφράσω όλες τις χαρές και ευλογίες που ελάβαμε στα έξη μας έτη στοργικής συνταυτίσεως με την εκκλησία Κόρνερ Μπρουκ. Το ν’ αφήσω αυτή την εκκλησία που ευημερούσε δεν ήταν εύκολο. Εν τούτοις, ο Ιεχωβά είχε άλλο έργο για μας στον ιεραποστολικό οίκο του Σαιντ Τζων, όπου μπορούμε να εξακολουθούμε να μαθαίνωμε να εκδηλώνωμε την αγάπη μας για τον Ιεχωβά και τους αδελφούς μας, παρακινώντας ο ένας τον άλλον σε αγάπη και καλά έργα.
Πόσο μεγαλειώδες είναι το να βλέπωμε την Αίθουσά μας Βασιλείας γεμάτη από υμνητάς του Ιεχωβά και ανθρώπους καλής θελήσεως σε κάθε βραδινή συνάθροισι! Λόγω του γεγονότος αυτού, γίνονται διαπραγματεύσεις για την οικοδόμησι ενός νέου και μεγαλυτέρου οικοδομήματος. Μεταξύ αυτών των ευτυχισμένων ανθρώπων είναι μια οικογένεια, με την οποία ήλθαμε σ’ επαφή ένα πολύ ψυχρό πρωϊνό. Στο τέλος της ομιλίας και της προσφοράς προς εγγραφήν συνδρομών στη Σκοπιά και το Ξύπνα! ο επταετής υιός ανέκραξε: «Δώστε της δύο δολλάρια, μπαμπά, και πάρτε τα και τα δύο!» Αμέσως ο άνδρας ενεγράφη συνδρομητής και με προσεκάλεσε να επανέλθω. Αφού μελέτησα μ’ αυτή την οικογένεια επί δύο χρόνια, ήταν μια πραγματική χαρά να δω τον μεγαλύτερο υιό να συμβολίζη την αφιέρωσί του στον Ιεχωβά μαζί με τις πολλές χιλιάδες στη Συνέλευσι «Το Θείον Θέλημα» στην πόλι της Νέας Υόρκης το 1958.
ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ ΣΤΟ ΚΟΡΝΕΡ ΜΠΡΟΥΚ
Περισσότερες ευλογίες μας επεφυλάσσοντο το 1959! Μία απ’ αυτές ήταν η περιφερειακή Συνέλευσις των Αγρύπνων Διακόνων στο εκτεταμένο Χάμπερ Γκάρντενς, στο Κόρνερ Μπρουκ. Φθάνοντας με το τραίνο από το Σαιντ Τζων, παρετηρήσαμε ότι οι εξέδρες ήταν κατά γράμμα υπερπλήρεις από Μάρτυρες του Ιεχωβά κι έξω από τον σταθμό παρατεταγμένη μια μακρά γραμμή από αυτοκίνητα που διεφήμιζαν με πολύχρωμες πινακίδες τη δημοσία ομιλία που θα εξεφωνείτο από τον πρόεδρο της Εταιρίας στην τελευταία ημέρα της συνελεύσεως. Τι προνόμιο ήταν ν’ απολαύσωμε τέτοια στενή επαφή με άλλους από την ευτυχή οικογένεια του απεργαζομένου θαυμάσια Θεού, ειδικά εφόσον είχαμε μαζί μας τον αδελφό Νορρ και τη σύζυγό του. Χωρίς χρονοτριβή οι ερχόμενοι Μάρτυρες ελαμβάνοντο από αυτά τα αυτοκίνητα για το Χάμπερ Γκάρντενς. Σ’ αυτή τη συνέλευσι και οι δύο γονείς του αγοριού που εβαπτίσθη στη Νέα Υόρκη, έκαμαν το βήμα του εν ύδατι βαπτίσματος, για να συμβολίσουν την αφιέρωσί των στον Ιεχωβά.
Καθώς κυττάζω πίσω στα περασμένα τριάντα χρόνια επιδιώξεως του σκοπού μου στη ζωή, πόση ευγνωμοσύνη αισθάνομαι προς τον Ιεχωβά και την οργανωσί Του, επειδή με τη βοήθεια, καθοδηγία, προστασία και νουθεσία που επρομήθευσε, έφθασα στο να εκτιμήσω καθαρά ότι «εάν τις έχη περισσά, η ζωή αυτού δεν συνίσταται εκ των υπαρχόντων αυτού.» (Λουκ. 12:15) Η πιο ένθερμη προσευχή μου είναι, όπως συνεχίσω ν’ αγαπώ τον Ιεχωβά με όλη μου την καρδιά, την ψυχή, τη διάνοια και τη δύναμι και τον πλησίον μου σαν τον εαυτό μου. Το να κάνωμε αυτό σημαίνει να βοηθήσωμε τους πλησίον να λάβουν γνώσι του ενός αληθινού Θεού και του Ιησού Χριστού, που καταλήγει σ’ ευλογία. Και η ευλογία του Ιεχωβά—είναι εκείνη που κάμει έναν πλούσιο!