Ωδηγημένος σε Τρίβους Δικαιοσύνης
ΑΦΗΓΗΣΙΣ ΥΠΟ ΓΚΟΤΦΡΙΝΤ ΦΙΟΥΖ
ΕΝΘΥΜΟΥΜΑΙ με ευχαρίστησι τα παιδικά μου χρόνια και το πώς η μητέρα μου μ’ εδίδαξε να προσεύχωμαι. Αυτές ήσαν απλές προσευχές, οι οποίες, όμως, ενεφύτευσαν στην καρδιά μου τη συναίσθησι της υπάρξεως ενός στοργικού και παντοδυνάμου Θεού, του Δημιουργού των πάντων. Καθώς εμεγάλωσα, έμαθα την Κυριακή Προσευχή, μολονότι δεν κατανοούσα τη βαθιά της έννοια.
Τον χειμώνα, η νύχτα απλώνετο ενωρίς στο μικρό μας αλπινικό χωριό στο κέντρον της Βερναίας, ορεινής περιοχής στην Ελβετία. Η μητέρα μου δεν μπορούσε να δη αρκετά όταν άρχιζε να σκοτεινιάζη για να επιδιορθώνη ρουχισμό, κι έτσι άφηνε το ράψιμο της κατά μέρος και μας έλεγε Βιβλικές ιστορίες μέχρις ότου σκοτείνιαζε εντελώς κι έφθανε η ώρα ν’ ανάψωμε τη λάμπα. Πάντοτε αποβλέπαμε σ’ αυτή την ήσυχη ώρα. Έμαθα άλλα πράγματα από τη Γραφή στο Κυριακό σχολείο κι έλαβα θρησκευτική διδασκαλία στην προπαρασκευή μου για την τελετή της αγίας δωρεάς, χωρίς όμως ν’ αποκτήσω την ελαχίστη ιδέα των θαυμάσιων σκοπών του Ιεχωβά.
Όταν επρόκειτο ν’ αφήσω το σπίτι για να κερδίζω τα προς το ζην, η μητέρα μου με συνεβούλευσε να μην παραμελήσω το προνόμιο της προσευχής, Τον καιρό αυτό επίστευα ότι υπήρχαν μόνο δύο διαφορετικές δυνατότητες για την αιωνιότητα· ή να υπομείνη κανείς βασανισμό σ’ ένα αιώνιο πυρ του άδου, ή να απολαύση ατελείωτη μακαριότητα στον ουρανό. Έχοντας συναίσθησι των ατελειών μου, προσευχήθηκα στον Θεό να με οδηγήση στην ευθεία οδό.
ΑΙ ΤΡΙΒΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΙΝΟΝΤΑΙ
Στις αρχές του 1915 συνέβη στη ζωή μου κάτι, που επρόκειτο να με οδηγήση σε τρίβους δικαιοσύνης για την οποία προσηυχόμουν. Όταν, μέσα στο τραίνο, επέστρεφα από την κηδεία της μεγαλυτέρας μου αδελφής, θλιμμένος στην καρδιά, ανικανοποίητος και κενός από τη λειτουργία της κηδείας, βρέθηκα σ’ ένα μικρό διαμέρισμα βαγονιού μ’ ένα μόνο νεαρό άτομο περίπου της ηλικίας μου. Μ’ ερώτησε τι σκεπτόμουν για τον πόλεμο. Όταν του είπα ότι η μητέρα μου είχε τη γνώμη ότι αυτός έδειχνε πιθανώς ότι το τέλος του κόσμου ήταν πλησίον, άρχισε να μου εξηγή τη σημασία αυτών των παγκοσμίων γεγονότων κάτω από το φως των Γραφικών προφητειών. Οι εξηγήσεις του ήσαν, φυσικά, ξένες για μένα, εφόσον δεν είχα ακούσει ποτέ προηγουμένως κάτι παρόμοιο.
Τότε αυτός ο νεαρός μου ενεχείρισε ένα φυλλάδιο με τίτλο «Η Ίδρυσις της Μεσσιανικής Βασιλείας Ειρήνης επί της Γης», και υπεσχέθη συγχρόνως να μου στείλη κι άλλες εκδόσεις για να διαβάσω, αν θα του έδινα τη διεύθυνσί μου. Αυτό το έκαμα πολύ ευχαρίστως. Μου έκαμε πολύ μεγάλη εντύπωσι η ακτινοβόλος όψις του, κι έκαμα τη σκέψι ότι θα έπρεπε, ασφαλώς, να είναι ένας αληθινός Χριστιανός.
Σύντομα, κατόπιν, έλαβα ένα μικρό βιβλιάριο με τίτλο «Παύσον την Φωνήν Σου από Κλαυθμού και τους Οφθαλμούς Σου από Δακρύων!» Τι θαυμάσιο άγγελμα! Τώρα κατενόησα την κατάστασι του θανάτου και γιατί ο Ιησούς την παρωμοίασε με ύπνο. Πόσο ευγνώμων ήμουν μαθαίνοντας ότι οι νεκροί δεν ήσαν κάπου σε κατάστασι συνειδητότητος, αλλά ήσαν σε κατάστασι βαθέος ύπνου, από τον οποίον θα υπήρχε μια αφύπνισίς κατά τη διακυβέρνησι της Βασιλείας του Χριστού! Αφού είχε μελετήσει πλήρως αυτό το βιβλιάριο, έγραψα σ’ αυτόν τον σπουδαστή της Γραφής κι έλαβα τον πρώτο τόμο των Γραφικών Μελετών, που ήταν Το Θείον Σχέδιον των Αιώνων. Ύστερ’ απ’ αυτό ήλθα σ’ επαφή με το γραφείον του τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στην Ελβετία κι έδωσα παραγγελία για τους υπολοίπους τόμους των Γραφικών Μελετών ως επίσης και για μια Αγία Γραφή. Μέσα στο δέμα τους περιείχετο μια φιλάγαθη επιστολή, που μου έλεγε πώς θα μπορούσα να έλθω σε στενότερη επαφή με το έργο αυτό.
Η χαρά μου για τη γνώσι που είχα αποκτήσει ήταν τόσο μεγάλη, ώστε επίστευα πώς ο καθένας θα εδέχετο αυτό το θαυμάσιο άγγελμα και θα έχαιρε μαζί μου. Αλλά τώρα ήλθε η μεγάλη μου απογοήτευσις. Ό,τι έκαμε εμένα στο έπακρον ευτυχή, άφησε εντελώς αδιαφόρους τους συντρόφους μου! Ακόμη και η οικογένειά μου, με την οποία ο δεσμός μου ήταν στενός, δεν έδειξε ενδιαφέρον. Όταν πήγα στο σπίτι, ήθελαν να πηγαίνω στην εκκλησία μαζί τους, λέγοντας ότι ο λειτουργός εκήρυττε τώρα εντελώς διαφορετικά. Εγώ αρνήθηκα, εν τούτοις, με τη δικαιολογία ότι αυτός εκήρυττε πιθανώς γύρω από ζητήματα ηθικής αλλά δεν έλεγε τίποτα για τις θαυμάσιες επαγγελίες της Βασιλείας.
Το φθινόπωρο του έτους 1915, διευθετήθη στο Βεβέ μια ημερησία συνέλευσις με υπηρεσία βαπτίσματος ολόκληρη δε η συνέλευσις παρέστη μάρτυς καθώς—τρεις άλλοι και εγώ—συμβολίσαμε την αφιέρωσί μας στον Ιεχωβά με κατάδυσι στη Λίμνη της Γενεύης.
Στην αρχή, εφάνη ότι κανείς από την οικογένειά μου δεν είχε ευήκοο αυτί για την αλήθεια. Δεν ήθελα, εν τούτοις, να εγκαταλείψω τον πολύτιμο θησαυρό της αληθείας που είχε γίνει δικός μου με τη στοργική αγαθότητα του Ιεχωβά. Συχνά προσευχόμουν στον Ιεχωβά να διανοίξη τους οφθαλμούς των για να κατανοήσουν την αλήθεια, και είχα τη χαρά να δοκιμάσω ότι ο Ιεχωβά ακούει τις προσευχές αυτών που έχουν την ορθή διάθεσι. Δύο έτη αργότερα, μια από τις αδελφές μου εσυμβόλισε με το εν ύδατι βάπτισμα την αφιέρωσί της στον Θεό, και σ’ αυτό την ακολούθησαν η μητέρα μου και ο πρεσβύτερος αδελφός μου το έτος 1922.
ΜΟΝΙΜΗ ΑΛΛΑΓΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ
Για να μπορώ να παρακολουθώ τακτικά τις συναθροίσεις, άλλαξα το επάγγελμα μου και μετώκησα στη Βέρνη, όπου μπορούσα να έχω μια διαρκώς αυξανόμενη συμμετοχή στο έργο του κηρύγματος. Δεν είχα την εξαιρετική εκπαίδευσι, η οποία είναι το προνόμιο εκείνων που σήμερα αφιερώνονται στον Ιεχωβά, αλλά ό,τι είχα ήταν μια καλή γνώσις της αληθείας όπως είχε αποκαλυφθή εκείνο τον καιρό. Έτσι ήμουν σε θέσι να κάμω δημοσία διακήρυξι της ελπίδος που ήταν μέσα μου. Ήταν μια χαρά να ομιλώ για τις ευλογίες του Νέου Κόσμου και να δείχνω στους ανθρώπους τα μεγάλα οφέλη που θα μπορούσαν ν’ αντλήσουν από μια λεπτομερέστερη μελέτη της Αγίας Γραφής.
Ύστερ’ από λίγο μου προσεφέρθη μια καλύτερη θέσις στην επιχείρησι στην οποία είχα αναλάβει εργασία, αλλά, φοβούμενος ότι αυτό θ’ αποτελούσε εμπόδιο στο να παρακολουθώ τις συναθροίσεις, αρνήθηκα. Λίγο ύστερ’ απ’ αυτό έλαβα πρόσκλησι να εισέλθω στο έργο ολοχρονίου κηρύγματος. Στις αρχές του 1920 ανέλαβα την υπηρεσία μου στο γραφείο του τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στη Βέρνη. Τα περισσότερα των Γαλλικών εντύπων μετεφράζοντο και παρήγοντο στη Βέρνη κι απεστέλλοντο σε όλα τα μέρη, όπου μιλούσαν τη Γαλλική γλώσσα. Είχα το προνόμιο να βοηθήσω σ’ αυτό.
Λίγους μήνες κατόπιν, εκάμαμε διευθετήσεις για να δώσωμε μια καλή μαρτυρία με το «Φωτόδραμα της Δημιουργίας». Αυτή η παρουσίασις διήρκεσε τέσσερα βράδια. Άρχισε με προβολή κινηματογραφικής ταινίας που έδειχνε το προπαρασκευαστικό στάδιο του πλανήτου μας ως κατοικίας για την ανθρώπινη οικογένεια, τη δημιουργία του ανθρώπου ως την κορυφαία δόξα της γηίνης δημιουργίας, κι έπειτα προχώρησε στην ιστορία του ανθρώπου από τον απολεσθέντα παράδεισο στον αποκαταστημένο παράδεισο. Ήταν μια πραγματική ευχαρίστησις να συνοδεύω τον ομιλητή και τον χειριστή δια μέσου των μεγαλυτέρων πόλεων και χωρίων της Αλσατίας και της Λωρραίνης και της περιοχής του Σάαρ. Ήταν πάρα πολύ ικανοποιητικό να βλέπωμε το ενδιαφέρον των ανθρώπων γι’ αυτές τις προβολές. Οι αίθουσες ήσαν πάντοτε γεμάτες ως το τελευταίο κάθισμα πολύ ενωρίτερα από την ώρα που θ’ άρχιζε η προβολή, και συχνά πολλοί ευρίσκοντο στην ανάγκη να παραμείνουν όρθιοι. Μια σειρά δημοσίων διαλέξεων επακολούθησε το «Φωτόδραμα». Νέες εκκλησίες ανεφύησαν σε διάφορα μέρη ως αποτέλεσμα αυτού του εντατικού έργου, και αδύνατες εκκλησίες ενισχύθησαν. Εβοήθησα, επίσης, στις προβολές της ταινίας σε διάφορες πόλεις στο Καντόνιο της Βέρνης, της Ελβετίας.
Το φθινόπωρο του έτους 1920 είχαμε την ευχαρίστησι της πρώτης επισκέψεως του Ι, Φ. Ρόδερφορδ, προέδρου τότε της Εταιρίας Σκοπιά. Ωργανώθηκε μια διήμερη συνέλευσι και για πρώτη φορά ακούσαμε τη διάλεξι «Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θ’ Αποθάνωσι.»
Στη διάρκεια των ετών 1924 και 1925 ένας νέος οίκος Μπέθελ κι εργοστάσιο ανηγέρθησαν στη Βέρνη. Το έργο της ανοικοδομήσεως έγινε αποκλειστικά σχεδόν από αδελφούς, που έθεσαν τον χρόνο και τα προσόντα τους στη διάθεσι του έργου. Σήμερα υπάρχει μια εντατική δραστηριότης σ’ αυτόν τον οίκο, ο οποίος αφιερώθηκε γι’ αυτό το σκοπό το 1925. Σ’ αυτό, επίσης, το έτος έγινε και η μεταφορά του Γερμανό-Ελβετικού Τμήματος και του Κεντρικού Ευρωπαϊκού Γραφείου από τη Ζυρίχη στη Βέρνη, μέσα στο νέο Μπέθελ, συγχωνεύοντας έτσι το έργον της Γερμανίας και της Γαλλίας κάτω από μια διαχείρισι και μια στέγη.
Ευτυχισμένα ήσαν εκείνα τα χρόνια. Τι χαρά ήταν να συμβαδίζωμε με το πάντοτε αυξανόμενο φως, και πόσο εχαίραμε κάθε φορά που μια νέα αλήθεια εφέρετο υπ’ όψι μας μέσω του περιοδικού Η Σκοπιά! Πόσο χάρηκα όταν μάθαμε την κατάλληλη στάσι έναντι των κοσμικών εξουσιών. Ήταν, επίσης, ανακούφισις όταν Η Σκοπιά εξήγησε ότι δεν ήταν δυνατόν για ατελείς ανθρώπους ν’ αναπτύξουν τέλειο χαρακτήρα, αλλ’ ότι έπρεπε να παράγωμε τους καρπούς του πνεύματος και συνεχώς να εργαζώμεθα γι’ αυτό προς ανακαίνισιν των διανοιών μας, για να λάβωμε ζωή στο Νέο Κόσμο, όχι με τις δικές μας προσπάθειες, αλλά με την αγαθότητα του Θεού.
Στη διάρκεια των ετών πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχα, επίσης, το προνόμιο να συμμετάσχω σε έργο κηρύγματος τα Σαββατοκύριακα σε αγροτικούς τομείς. Εισχωρούσαμε ακόμη και στα χωριά και στις πόλεις της Γαλλίας γύρω από τα Ελβετικά σύνορα. Συνδυάζαμε το τερπνόν μετά του ωφελίμου, χρησιμοποιώντας αυτές τις ευκαιρίες για ν’ απολαύσωμε τα θαυμάσια της δημιουργίας του Ιεχωβά στην όμορφη χώρα γύρω μας, και συγχρόνως φέροντας το σωτήριο άγγελμα στους ανθρώπους, ψάλλοντας τους επαίνους του Ιεχωβά. Ποτέ δεν θ’ άλλαζα τις χαρές που έλαβα σ’ αυτό το έργο με τις ευχαριστήσεις αυτού του κόσμου που παρέρχεται. Όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, δεν μπορούσαμε πλέον να μπαίνωμε στη Γαλλία. Μετά τον πόλεμο, εμάθαμε με μεγάλη χαρά ότι σε πολλά μέρη είχαν ιδρυθή εκκλησίες και ότι οι άνθρωποι ενεθυμούντο ότι είχαν έλθει σ’ αυτούς μάρτυρες του Ιεχωβά από την Ελβετία πριν από τον πόλεμο, για να τους φέρουν αυτό το άγγελμα. Εθυμηθήκαμε τα λόγια της Γραφής, που μας προτρέπει: «Ρίψον τον άρτον σου επί πρόσωπον των υδάτων· διότι εν ταις πολλαίς ημέραις θέλεις εύρεί αυτόν.»—Εκκλησ. 11:1.
ΧΡΟΝΙΑ ΓΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Το έτος 1940 υπήρξε ειδικά ένα έτος γεμάτο από συμβάντα. Μια μέρα ο οίκος Μπέθελ στη Βέρνη κατελήφθη από τις στρατιωτικές εξουσίες, που έκαμαν έρευνα στο κάθε τι με την ελπίδα να βρουν κάτι για να το χρησιμοποιήσουν εναντίον μας. Αφού δεν είχαμε καμμιά σχέσι με την πολιτική, δεν μπορούσε φυσικά να βρεθή τίποτα. Όλα, όμως, τα έντυπά μας εδημεύθησαν. Μπορούσαμε μόνο να τυπώνωμε το περιοδικό Παρηγορία και ολίγα βιβλιάρια για την Ελβετία στο εργοστάσιο μας. Οι επικοινωνίες και η εξαγωγή εντύπων στο εξωτερικό απεκόπησαν ολοσχερώς.
Τότε διωρίσθηκα να υπηρετήσω ως περιοδεύων διάκονος, καλούμενος τον καιρό εκείνο «υπηρέτης για τους αδελφούς». Υπηρέτησα τις εκκλησίες που ήσαν στο Γαλλόφωνο μέρος της Ελβετίας. Βαθμιαίως ανεπήδησαν νέες εκκλησίες, και σήμερα είναι μεγάλη χαρά να βλέπη κανείς την αύξησι ως αποτέλεσμα της πρακτικής βοηθείας που παρεσχέθη από αυτούς τους ταξιδεύοντας αντιπροσώπους, που σήμερα ονομάζονται «υπηρέται περιοχής».
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι σχέσεις με τον εξωτερικό κόσμο άρχισαν να παίρνουν την κανονική τους μορφή. Το 1945 είχαμε την πρώτη επίσκεψι του νυν προέδρου της Εταιρίας Σκοπιά, Ν. Ο. Νορρ. Μας μίλησε επάνω στο Γραφικό εδάφιο, «Ενθυμού τον Πλάστην σου εν ταις ημέραις της νεότητός σου.» Ήμαστε όλο αυτιά! Η ομιλία ήταν πλήρης αγάπης κι ενίσχυσε την πίστι μας. Μπορούσαμε έκτοτε να μελετούμε όλοι τη Σκοπιά, πόσο δε αναψυκτική ήταν η τροφή αυτή εν καιρώ, μετά τα πολεμικά χρόνια της απομονώσεως, όταν μόνον ένα μικρό ρυάκιο της ζωοπαρόχου αληθείας εισέδυε μέσα από τα σύνορά μας! Πόσο είμαι ευγνώμων που σε όλα τα χρόνια μπόρεσα να εκτιμήσω και να διακρίνω ότι ο Ιεχωβά επιβλέπει και διευθύνει το έργο του και τοποθετεί ανθρώπους σε θέσεις ευθύνης, που είναι παράδειγμα για το λαό του σε αφιέρωσι προς αυτόν και στην οργάνωσί του!
Το 1947 εκλήθηκα πάλι στο Μπέθελ. Εν τούτοις, μετά εννέα μήνες, ο αδελφός που υπηρετούσε τη Γαλλική περιοχή ασθένησε και διωρίσθηκα ν’ αναλάβω πάλι αυτή την υπηρεσία. Είχα το προνόμιο να υπηρετήσω σ’ αυτόν τον Γαλλικό τομέα ως το 1950, και κατόπιν σε μια Γερμανόφωνη περιοχή ως το 1954. Το 1955 επέστρεψα στον οίκο Μπέθελ στη Βέρνη, όπου υπηρετώ τώρα.
ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ
Είμαι βαθιά ευγνώμων προς τον Θεό για όλα αυτά τα προνόμια, και ειδικά για το γεγονός, που μπόρεσα να υπηρετήσω στον αγρό τόσο πολλά χρόνια ως ολοχρόνιος διάκονος. Έχω γίνει ικανός να βλέπω την οργάνωσι του Ιεχωβά να ανοικοδομήται πάντοτε με περισσότερο ωραίο και αποτελεσματικό τρόπο, σύμφωνα με τις αρχές της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας. Καθώς ακριβώς ώριμοι αδελφοί επεσκέπτοντο τις ομάδες των πιστών στην αρχική εκκλησία για να τους διδάξουν και να τους βοηθήσουν να φέρουν εις πέρας την υπηρεσία των του αίνου, να τους ενθαρρύνουν και να τους εποικοδομήσουν στην πίστι και για να διορίσουν ωρίμους άνδρες να υπηρετήσουν ως επίσκοποι προς ποίμανσιν του ποιμνίου, έτσι και σήμερα υπηρετούν υπηρέται περιοχής, περιφερείας και ζώνης. Κι αυτοί, επίσης, κάνουν εισηγήσεις για το διορισμό ωρίμων υπηρετών για να ποιμαίνουν τις εκκλησίες.
Δεν πρέπει να ξεχάσω τις διεθνείς συνελεύσεις που παρηκολούθησα στο Στάδιο Γιάγκη της Νέας Υόρκης, στα έτη 1950 και 1953. Πόσο ήταν φιλάγαθο εκ μέρους των εκκλησιών, που υπηρετούσα τότε ως υπηρέτης περιοχής, το ότι με κατέστησαν ικανό να παρακολουθήσω εκείνες τις συνελεύσεις! Και το έτος 1958, επίσης, ήμουν εκεί, επειδή μ’ εβοήθησε η Εταιρία Σκοπιά. Μου έκαμαν βαθιά εντύπωσι όλοι αυτοί οι άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, απ’ όλες τις τάξεις και τις φυλές, που όλοι είχαν τεθή κάτω από τον ένα Ποιμένα, Ιησού Χριστόν, ως αρχηγό τους. Τι ευγνωμοσύνη ανέβλυσε από την καρδιά μου καθώς σκέφθηκα ότι όλοι αυτοί ομιλούν για τη μια ελπίδα, όλοι πιστεύουν τα ίδια και ασκούν την ίδια διακονία οπουδήποτε βρεθούν επάνω στη γη, ακριβώς όπως προείπε η Γραφή!
Υπήρξε μια ευτυχισμένη ζωή αυτή που πέρασα ως ολοχρόνιος υπηρέτης στη διακονία του αγρού και ως συνεργάτης στον οίκο Μπέθελ. Είναι αλήθεια, ότι οι δυνάμεις μου λιγοστεύουν τώρα, αλλά εκτιμώ το προνόμιο που μπορώ ακόμη να βοηθώ στο Μπέθελ οπουδήποτε με χρειάζονται. Έτσι, απολαμβάνω κάθε είδους εργασία, προσπαθώντας πάντοτε να είμαι ευσυνείδητος και άξιος εμπιστοσύνης, και προσέχοντας να κάνω το κάθε τι ως εις τον Κύριον τον ίδιον.
Η μεγάλη μου επιθυμία είναι να συνεχίσω να έχω μερίδα στην παρ’ αξίαν αγαθότητα του Ιεχωβά, μη λησμονώντας ποτέ όλη την καλωσύνη που μου επιδαψίλευσε. Εμπιστευόμενος σ’ αυτόν, τον μόνο αληθινό Θεό, επιθυμώ να συνεχίσω να ψάλλω φανερά τους επαίνους του καθώς αυτός συνεχίζει να με οδηγή στις δικές του τρίβους δικαιοσύνης.