Αφιερωμένος στον Ιεχωβά και στη Διακονία
Αφήγησις υπό Ρ. Χάπλεϋ
ΟΤΑΝ ήμουν μικρό παιδί, οι γονείς μου άρχισαν να έχουν συναθροίσεις για μελέτη της Γραφής στο σπίτι μας στο Τσαίηζ Τέρρας, κοντά στο Ουώλσαιλ της Αγγλίας. Αυτές οι εβδομαδιαίες συναθροίσεις μεγάλωναν, καθώς οι αδελφοί μου και μερικοί άλλοι φίλοι μας ενώθηκαν μαζί μας. Συνήθιζα να παρακολουθώ τις συζητήσεις σχετικά με τη βασιλεία του Θεού και τις ευλογίες της, και μου είχε κάμει ιδιαίτερη εντύπωσι η αφήγησις στο 11ο κεφάλαιο του Ησαΐα, σχετικά με τα ζώα και πώς ένα μικρό παιδί θα τα οδηγή.
Αυτά, που λίγο καταλάβαινα από τις διδασκαλίες της Γραφής, όπως η κατάστασις των νεκρών, η ψυχή, ο Θεός και ο Χριστός και η Βασιλεία, τα δέχθηκα προθύμως. Αλλά μόνον όταν έγινα δεκαοκτώ περίπου ετών, έλαβα μια πιο σοβαρή άποψι της αφιερώσεώς μου στον Θεό και τη διακονία. Ως τότε το ζωηρό μου ενδιαφέρον εστρέφετο γύρω από τον αθλητισμό και, όταν άρχιζε η εποχή του ποδοσφαίρου, διεξήγετο μέσα μου ένας αγών αν θα πήγαινα ολοψύχως με το ποδόσφαιρο ή όχι. Την εποχή εκείνη ακριβώς οι αδελφοί μου άρχισαν να ομιλούν για μετάβασί των σε κάποια συνέλευσι στο Λονδίνο, που θα διωργανούτο από την Εταιρία Σκοπιά. Ήσαν όλοι τόσο ενθουσιασμένοι γι’ αυτό το γεγονός, ώστε επηρεάσθηκα κι εγώ από το πνεύμα της περιστάσεως και παρευρέθηκα στη συνέλευσι μαζί τους. Ένας φίλος, ο γραμματεύς της τοπικής μας ποδοσφαιρικής λέσχης, ήλθε, επίσης, και ωμολόγησε ότι απήλαυσε τις ομιλίες. Είχε και μία αδελφή, με την οποία συνεδέθηκα φιλικώς. Πριν περάση πολύς καιρός, όμως, άρχισα ν’ αντιλαμβάνωμαι ότι αυτή η φιλία παρενέβαινε μεταξύ εμού και της Γραφικής μου μελέτης. Έτσι τακτοποίησα το ζήτημα στη διάνοιά μου και διέκοψα αυτή τη σχέσι.
Σε λίγο, ο φίλος μου, ο γραμματεύς της ποδοσφαιρικής λέσχης, εξεδήλωσε την προτίμησί του για το ποδόσφαιρο αντί της μελέτης της Γραφής και έχασε πια το ενδιαφέρον του. Αυτό, όμως, ποτέ δεν μ’ επηρέασε. Ήμουν σταθερός στην επιθυμία μου να υπηρετήσω τον Θεό και να προοδεύσω στη γνώσι των σκοπών του. Η οικογένειά μου βοήθησε πολύ σ’ αυτό, διότι όλοι μας, και οι εννέα, είμεθα ενωμένοι με μια ισχυρή αγάπη ο ένας προς τον άλλον καθώς προχωρούσαμε σε αύξησι της γνώσεως του Ιεχωβά. Το παράδειγμα, που είχαν δώσει οι αδελφοί μου, ήταν εκείνο που με βοήθησε να λάβω μια σταθερή απόφασι ν’ αφιερώσω τη ζωή μου στον Ιεχωβά Θεό. Έτσι, το 1921, σε ηλικία δέκα εννέα ετών, εσυμβόλισα με το βάπτισμα την αφιέρωσί μου στον Ιεχωβά.
ΑΦΙΕΡΩΣΙΣ ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ
Βαθμιαίως η διάκρισις πνευματικών πραγμάτων αύξησε μέσα μου κι αισθάνθηκα την ώθησι να παραιτηθώ από την κοσμική μου εργασία και ν’ αφιερώσω όλο τον χρόνο μου στο έργον της διακονίας. Ένας από τους αδελφούς μου ήταν ήδη ολοχρόνιος διάκονος, καλούμενος «βιβλιοπώλης», όπως ήταν σε χρήσι η ονομασία αυτή τότε, και απεφάσισα να συνεργασθώ μαζί του. Είχε ήδη πέντε ετών πείρα και ήταν σε θέσι πολύ καλά να μ’ εκπαιδεύση σ’ αυτό το έργο. Αυτό συνέβη το 1925. Ο πρώτος διορισμός μου, μαζί με τον αδελφό μου, ήταν στο Κινγκς Λυνν, στο Νόρφολκ της Αγγλίας. Ταξιδέψαμε με το ποδήλατο σ’ όλα τα προάστια με κάθε καιρό και γρήγορα αποκτήσαμε ένα αρκετά μεγάλο κύκλο φίλων. Εδόθησαν δημόσιες ομιλίες και άρχισε να σχηματίζεται μια εκκλησία.
Μετακινηθήκαμε τότε στο Ουίσμπητς. Σ’ αυτό το μέρος έδωσα την πρώτη μου δημοσία ομιλία. Αυτό υπήρξε πραγματικά ένας σταθμός στη ζωή μου. Την είχα εκφωνήσει σε διάστημα λιγώτερο από μισή ώρα, κυρίως από μνήμης, αλλ’ αυτό ήταν μια αρχή. Εδώ, επίσης, συναντήσαμε ένα μέλος του Στρατού της Σωτηρίας, πολύ γνωστό πρόσωπο στην πόλι. Δαπανήσαμε πολύ χρόνο συζητώντας μαζί του τα θέματα περί άδου, ψυχής και τριάδος. Εθαύμαζε για τα Γραφικά εδάφια που μπορούσαμε να παρουσιάσωμε για ν’ ανασκευάσωμε τις δημοφιλείς ιδέες επάνω σ’ αυτά τα θέματα. Σύντομα επείσθη ότι εδιδάσκαμε την αλήθεια. Έκαμε ό,τι μπορούσε για να μας βοηθήση και αργότερα οικοδόμησε μια Αίθουσα Βασιλείας, όπου ελάμβαναν χώρα τακτικές συναθροίσεις.
Τότε περίπου ο αδελφός μου είχε αποφασίσει να νυμφευθή. Ανέλαβε μια κοσμική εργασία, κι έτσι έμεινα δίχως σύντροφο. Πριν ακόμη από αυτό το γεγονός είχε περάσει και από τη δική μου διάνοια το ζήτημα του γάμου, αλλά αισθάνθηκα ότι είχα ανάγκη να παραμείνω απολύτως ελεύθερος για την υπηρεσία του Ιεχωβά, και παρέμεινα στην απόφασι της αγαμίας. Έτσι προσκολλήθηκα στο ολοχρόνιο διακονικό μου έργο, πήγα σε μια άλλη πόλι, κι επέρασα θαυμάσια. Αισθανόμουν ότι το πνεύμα του Θεού με βοηθούσε ν’ αντεπεξέλθω, αν και μόνος.
Τελικά ενώθηκα με τον Αδελφό Κλάρενς Τέυλορ, ο οποίος τώρα υπηρετεί στη Νότιο Αφρική. Είχε μια πολύ προχωρημένη Γραφική γνώσι κι επεράσαμε θαυμάσια κηρύττοντας μαζί. Εργασθήκαμε στο Γκραίητ Γιάρμουθ και άλλα μέρη στην Ανατολική Αγγλία, και τελικά πήγαμε στη γενέτειρα του Αδελφού Τέυλορ, το Σέφφηλντ.
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ
Το 1931 η Εταιρία Σκοπιά έκαμε διευθετήσεις για μια συνέλευσι στο Παρίσι. Παρευρεθήκαμε σ’ αυτή κι εκεί συναντήσαμε τον υπηρέτη του τμήματος Ινδιών. Η γενέτειρα του ήταν, επίσης, το Σέφφηλντ κι έτσι, όταν επεστρέψαμε μας κάλεσε σε γεύμα. Τότε για πρώτη φορά μας έγινε πρόσκλησις να πάμε στις Ινδίες. Ένας άλλος αδελφός, ο Τζέραλντ Γκάραρντ, ο οποίος, επίσης, υπηρετεί τώρα στη Νότιο Αφρική, προσεκλήθη να ενωθή μαζί μας. Σε λίγο εγκαταλείψαμε το Λονδίνο μ’ ένα πλοίο που έφευγε για το εξωτερικό.
Ήταν ένα μακρό ταξίδι και το χαρήκαμε. Φθάσαμε στη Βομβάη και ο Αδελφός Σκίννερ, ο υπηρέτης του τμήματος, μας υπεδέχθη και μας καλωσώρισε στις Ινδίες. Την εποχή εκείνη υπήρχαν πολύ λίγοι μάρτυρες του Ιεχωβά στις Ινδίες. Ο λαός, όμως, μας υπεδέχθη με καλωσύνη, διότι η φιλοξενία των Ινδών είναι παροιμιώδης. Στα περισσότερα σπίτια μάς προσέφεραν αναψυκτικά ή ένα φλυτζάνι τσάι. Μας είχαν δοθή πολλοί διορισμοί σε διάφορα τμήματα της χώρας, αφού η μέθοδος, που εφηρμόζετο τότε, ήταν να καλύπτωμε τον τομέα όσο το δυνατόν ταχύτερα, διαθέτοντας έντυπα και προχωρώντας. Εκηρύξαμε στην Κέττα στο βορειότερο σημείο, έπειτα δια μέσου του Δελχί, μέσα στους λόφους των Ιμαλαΐων στο Ναινί-Ταλ, ως κάτω στο Καουνπόρ, το Αλλαχαμπάντ, την Άγκρα, την Καλκούττα και τελικά δια μέσου της Βούρμας.
Διαπιστώσαμε ότι το έργο στις Ινδίες ήταν πολύ διάφορο από τον τρόπο που διεξάγεται στην Αγγλία. Ήταν εύκολο να διαθέσετε έντυπα, αλλά όχι τόσο εύκολο να πείσετε τους Ινδουιστάς και άλλες θρησκευτικές κοινότητες ότι ζωή μπορούσε να έλθη μόνο ως αποτέλεσμα της απολυτρωτικής θυσίας του Χριστού. Οι Ινδουισταί έχουν πολλούς «θεούς». Μερικοί από τους πιο δημοφιλείς είναι υπό μορφήν ανθρώπου με κεφαλή ελέφαντος, ή πιθήκου, ή σε μερικές περιπτώσεις μόνον ένας βώλος από πηλό με κάποιο είδος παραστάσεως ανθρώπου. Μερικά θρησκευτικά δόγματα πιστεύουν ότι ο Θεός βρίσκεται παντού και αποφεύγουν πολύ αυστηρώς να σκοτώσουν οτιδήποτε, ακόμη και μια κατσαρίδα, ή ένα ποντικό, ή ένα κορέο. Τα σπίτια των Ινδουιστών είναι συνήθως γεμάτα από πολλές θρησκευτικές εικόνες των «θεών» των. Οι Μωαμεθανοί, αφ’ ετέρου, απεχθάνονται τις εικόνες. Μένουν έκπληκτοι, όταν τους λέμε ότι δεν πιστεύομε στην «τριάδα», ή τρεις θεούς σ’ ένα. Έχουν τις δικές των ιδέες για τον Ιησού Χριστό, αλλά είναι συχνά πρόθυμοι να συζητήσουν το θέμα. Κατόπιν υπάρχουν οι Πάρσοι, οι οποίοι θρησκευτικώς είναι οπαδοί του Ζωροάστρου και χρησιμοποιούν τη φωτιά ως ένα σύμβολο θεότητος. Ναι, υπάρχει βεβαίως πλήθος θρησκευτικών ιδεών μεταξύ του λαού στις Ινδίες.
Όταν εργαζόμαστε στην Καλκούττα, είχαμε την ευκαιρία να δαπανήσωμε λίγο χρόνο στη διάρκεια των πιο θερμών ημερών της εποχής κηρύττοντας στο Νταρτζήλινγκ και Κουρσεόνγκ που βρίσκονται στα Ιμαλάια. Τι επιβλητική θέα προσφέρουν αυτά τα υψηλά χιονοσκεπή βουνά! Η θέα της μεγαλοπρεπούς Καντσιντζούνγκα φέρει πραγματικά μια συνοχή της αναπνοής, είναι μια θαυμαστή επίδειξις του έργου των χειρών του Ιεχωβά!
Τελικά απεστάλην στη Βούρμα. Υπήρχαν εκεί μερικές οικογένειες, που είχαν ήδη ενδιαφερθή για τη Γραφή κι ελάμβαναν ενεργό μέρος στο έργο κηρύγματος στη Ρανγκούν και σε άλλα μέρη. Μπόρεσα να βοηθήσω τους αδελφούς εκείνους να οργανωθούν καλύτερα για τη διακονία. Πολλές οικογένειες έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για την αλήθεια της Γραφής, και καθώς τα παιδιά των μεγάλωναν, εγίνοντο και αυτά δραστήριοι Μάρτυρες. Οι οικογένειες αυτές υπήρξαν πραγματικά η βάσις του σημερινού έργου μαρτυρίας στη Βούρμα. Χάρηκα πολύ για το προνόμιο που είχα να τους βοηθήσω προς τη Χριστιανική ωριμότητα.
Το 1938 διωρίσθηκα στη Μαντράς των Ινδιών. Απ’ εκεί εργάσθηκα σ’ όλη τη νοτιοανατολική παράλιο έκτασι, διαθέτοντας έντυπα στην Τριχινόπολι, τη Μαντούρα και την Τουτικορίν, εκτός από πολλά άλλα, μικρά μέρη. Την εποχή εκείνη ήλθε να εργασθή μαζί μου ένας νέος αδελφός από τη Μαλαισία, ονόματι Γ. Π. Σινγκ. Εργασθήκαμε μαζί επί αρκετόν καιρό. Τελικά εκείνος είχε το προνόμιο να παρακολουθήση τη Βιβλική Σχολή της Σκοπιάς Γαλαάδ στις Ηνωμένες Πολιτείες, και κατά την επιστροφή του στις Ινδίες συνέχισε την ολοχρόνια διακονία.
Έπειτα ήλθε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Βρεττανική κυβέρνησις στις Ινδίες απηγόρευσε τα έντυπά μας και τα κατέσχε οπουδήποτε μπορούσε να τα βρη. Καθώς μεταβαίναμε από πόλι σε πόλι, η αστυνομία μάς ενωχλούσε συνεχώς και έπαιρνε τα έντυπά μας. Η Εταιρία μού έδωσε τότε οδηγίες να υπάγω στο Μπανγκαλόρ και να εργασθώ μόνο με τη Γραφή, βοηθώντας τους εκεί αδελφούς να κάνουν το ίδιο. Με αυτό τον τρόπο διελύσαμε ένα μεγάλο μέρος της προκαταλήψεως, ειδικά μεταξύ των Ρωμαιοκαθολικών. Ύστερ’ από τρία χρόνια υπηρεσίας στο Μπανγκαλόρ με απέστειλαν στην Καλκούττα για να βοηθήσω τη μικρή εκκλησία που είχε μόλις σχηματισθή εκεί. Η υγεία μου, όμως, είχε κλονισθή κι επέστρεψα στην Αγγλία, όπου μου έγινε εγχείρησις σκωληκοειδίτιδος και παρέμεινα λίγο καιρό ώσπου ν’ αναλάβω.
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
Κατά την επιστροφή μου στις Ινδίες το 1949 προσεκλήθηκα να εργασθώ στο γραφείο του τμήματος στη Βομβάη. Ένας άλλος αδελφός κι εγώ εργασθήκαμε μαζί σ’ ένα μικρό τυπογραφικό μηχάνημα, εκτυπώνοντας τη Σκοπιά στη Μαλαισιανή γλώσσα, κι εκτελώντας, επίσης, οποιαδήποτε άλλη τυπογραφική εργασία. Εκτελούσα, επίσης, την εργασία της αποστολής των εντύπων και της διαχειρίσεως των αποθεμάτων της εντύπου ύλης. Αυτή ήταν εργασία που με κρατούσε απασχολημένον, αλλά μου έδινε μεγάλη χαρά.
Η ζωή στο γραφείο και τον οίκο του τμήματος υπήρξε πνευματικώς ανυψωτική και ήταν ένα έξοχο προνόμιο το να εργάζωμαι μαζί μ’ εκείνους που ήσαν τόσο πολλά χρόνια στο έργο κηρύγματος. Βαθμιαίως η δράσις στις Ινδίες επήρε τόση έκτασι, ώστε σήμερα υπάρχουν εβδομήντα πέντε εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά σ’ όλη τη χώρα των Ινδιών. Με ενέπνεε το να ζω και να εργάζωμαι μαζί με τους Ινδούς αδελφούς και να τους παρακολουθώ ν’ αυξάνουν σε ωριμότητα. Εκείνοι που κάποτε ήσαν νήπια είναι τώρα δραστήριοι κήρυκες κι επίσκοποι σ’ εκκλησίες. Κατόπιν, το 1960, τα γραφεία και ο οίκος του τμήματος Βομβάης μετεφέρθησαν σε προάστιο σ’ ένα ωραίο νέο κτίριο, που αποτελεί ιδιοκτησίαν της Εταιρίας, όπου έχω το προνόμιο να υπηρετώ ακόμη.
Είναι τώρα τριάντα τρία και πλέον χρόνια αφότου ήλθα στις Ινδίες, και τριάντα εννέα χρόνια αφότου έγινα ένας ολοχρόνιος κήρυξ του ευαγγελίου. Υπήρξε μια ζωή αφιερωμένη στον Ιεχωβά και στα συμφέροντα της Βασιλείας. Πιστεύω ότι η πείρα μου θα χρησιμεύση να ενθαρρυνθούν άλλοι να κάμουν το ίδιο, δηλαδή, ν’ αφιερώσουν τη ζωή τους στον Ιεχωβά και να γίνουν ολοχρόνιοι διάκονοι. Αν θέτωμε την εμπιστοσύνη μας στον Ιεχωβά και στον λόγο του και είμεθα θαρραλέοι μάρτυρές του, τότε διαβεβαιούμεθα για την προστασία του και τις ευλογίες του και μπορούμε να έχωμε πεποίθησι ότι θα μας στηρίξη καθώς συνεχίζομε πιστά την αφοσίωσί μας σ’ αυτόν και τη διακονία.