Προσέχετε να μην Υποτιμάτε το Όνομα του Ιεχωβά!
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ για σας το όνομα του Ιεχωβά; Για τους Χριστιανούς είναι το όνομα του Πατρός του Ιησού Χριστού και είναι το μέγιστο όνομα στο σύμπαν. Για τους αρχαίους λάτρεις του Ιεχωβά, όπως ο Βασιλεύς Δαβίδ και οι προφήται, ήταν το όνομα που απαιτούσε τον βαθύτερο σεβασμό και αποκλειστική αφοσίωσι. Αλλά σ’ αυτόν τον καιρό, εκατομμύρια ανθρώπων δεν έχουν τη στοιχειώδη λογική να δείξουν σεβασμό γι’ αυτό το όνομα, περιλαμβανομένων πολλών επιγείων αρχόντων, ως επίσης και ηγετών κοσμικών θρησκειών, ακόμη και εκείνων του «Χριστιανικού κόσμου».
Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο πράγμα να μη σέβεται ένας το όνομα του Ιεχωβά, και είναι μοιραίο γι’ αυτόν να το υποτιμά. Εξ άλλου, καταλήγει σε θαυμαστές αμοιβές το να τηρούμε το όνομα σε υψηλή υπόληψι, ν’ αναγνωρίζωμε ότι είναι το όνομα του αληθινού Θεού, του Δημιουργού, του Κυριάρχου του ουρανού και της γης. Πράγματι, το όνομα προσδιορίζει τον Θεό ως Εκείνον που έχει σκοπούς για τα πλάσματά του, ο οποίος δεν στέκει μακριά ή είναι άσπλαγχνος Θεός, αλλ’ ένας που ακούει και γνωρίζει εκείνους που δεν σέβονται το όνομά του ή το υποτιμούν, και ο οποίος θα τους ανταμείψη αναλόγως. Μερικοί θα ερευνήσουν στον Λόγο του Θεού για να εύρουν τι λέγει σχετικά με τ’ όνομά του και θα το σεβασθούν και θα δείξουν αποκλειστική αφοσίωσι σ’ αυτό. Άλλοι θ’ αποδειχθούν όμοιοι με βασιλείς των παλαιών χρόνων που εξύψωσαν τον εαυτό τους και διεπίστωσαν ότι η υποτίμησις του ονόματος του Ιεχωβά κατέληξε στην καταστροφή τους.
Σε προηγούμενα τεύχη εξητάσαμε πώς ο Βασιλεύς Δαβίδ έδειξε εξαιρετικό ζήλο για το όνομα και τη λατρεία του Ιεχωβά, και πώς ο Θεός έκαμε μαζί του μια διαθήκη για μια αιώνια βασιλεία στη γραμμή των απογόνων του. Ο υιός του Σολομών άρχισε να κυβερνά περιπατώντας στη σοφία του Ιεχωβά, τούτο δε κατέληξε στη μεγαλύτερη ευημερία και ευτυχία των υπηκόων του που εγνώρισε ποτέ ο κόσμος. Εν τούτοις, στο γήρας του ο Σολομών εγκατέλειψε την αποκλειστική λατρεία του Ιεχωβά και ανήγειρε τόπους ψευδούς λατρείας για τους θεούς των συζύγων του που ήσαν ειδωλολάτριδες. Λόγω της διαθήκης που ο Θεός είχε κάμει με τον Δαβίδ για μια μακροχρόνια βασιλεία στη γραμμή του, είπε στον άπιστο Σολομώντα ότι θα άφηνε στον υιόν του μια φυλή (του Βενιαμίν, νομοταγή στον Ιούδα), αλλά θα ‘διερρήγνυε’ την βασιλείαν στις υπόλοιπες.—1 Βασ. 11:1-13.
ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΦΥΛΩΝ
Το 997 π.Χ. ο υιός του Σολομώντος Ροβοάμ τον διεδέχθη. Ο Ροβοάμ ακολούθησε την κακή πορεία του Σολομώντος και κατεπίεσε τον λαό. Ως εκ τούτου, δέκα φυλές επανεστάτησαν κάτω από την ηγεσία του Ιεροβοάμ, από τη φυλή του Εφραΐμ. Ο Θεός δεν επέτρεψε στον Βασιλέα Ροβοάμ να πολεμήση για να φέρη τις δέκα φυλές υπό την κυριαρχία του. Παράλληλα με τον Ιούδα και Βενιαμίν, οι Λευίται, που υπηρετούσαν στην Ιερουσαλήμ στον ναό του Ιεχωβά, παρέμειναν νομοταγείς στον οίκο του Δαβίδ, μολονότι τώρα θα εισέπρατταν δέκατα από δύο μόνο φυλές αντί των δώδεκα. Επίσης, πολλοί από τις δέκα φυλές, που εφοβούντο και εσέβοντο τον Ιεχωβά, μετεκινήθησαν προς την περιοχή του Ιούδα για να είναι αληθείς στη λατρεία του Ιεχωβά και στον βασιλικό του οίκο.—2 Χρον. 11:13-17.
Ο Ιεχωβά είχε υποσχεθή στον Βασιλέα Ιεροβοάμ ότι, αν θα εξακολουθούσε λατρεύοντας τον Ιεχωβά, όπως είχε κάμει ο Δαβίδ, θα έδιδε στη γραμμή του Ιεροβοάμ μια μακροχρόνια βασιλεία πάνω στις δέκα φυλές. Αλλ’ αυτός, όπως ο Ροβοάμ, απέτυχε στο να δείξη σεβασμό στον λόγο και το όνομα του Ιεχωβά. Εφοβήθη ότι η τακτική λατρεία, ασκουμένη από τους υπηκόους του στον οίκο του Ιεχωβά που ήταν στην Ιερουσαλήμ, εντός της περιοχής Ιούδα, θα τους απεχώριζε τελικά και θα τους έστρεφε πάλι προς το βασίλειο του βασιλικού οίκου του Δαβίδ. Έκαμε τέτοια λογίκευσι, ώστε μια ρήξις με τον βασιλικό οίκο του Δαβίδ εσήμαινε, επίσης, διακοπή της λατρείας του Θεού του Δαβίδ. Εξέλεξε να εγκαταστήση τη λατρεία του χρυσού μόσχου προκαλώντας τον Ιεχωβά.
Αυτό ήταν Βαβυλωνιακή ψευδής λατρεία. Στην αρχαία Βαβυλώνα ο ταύρος ήταν σύμβολο του θεού της θυέλλης, Χαδάδ. Εν τούτοις, ο Ιεροβοάμ έκαμε τον χρυσούν μόσχον σύμβολο του Θεού του Ισραήλ, εγκαθιστώντας βωμούς σε δύο τόπους, στη Δαν και στη Βαιθήλ, για να καταστήση πιο εύκολο για τους Ισραηλίτας να λατρεύουν τους μόσχους και να τους εμποδίση από το να μεταβαίνουν στην Ιερουσαλήμ, περίπου δεκαπέντε μίλια νοτίως της Βαιθήλ.—1 Βασ. 12:1-33.
Η πρωτεύουσα του βορείου βασιλείου, που ήταν στην αρχή στη Συχέμ, μετεφέρθη στη Θερσά και τελικά στη Σαμάρεια, για να παραμείνη εκεί μέχρις ότου ανατραπή το βασίλειο του Ισραήλ. Ο Βασιλεύς Αχαάβ, υιός του ιδρυτού της Σαμαρείας, επεδείνωσε την κατάστασι, όταν έλαβε ως σύζυγο μια γυναίκα, που ελάτρευε τον Βάαλ και ανοικοδόμησε ναό και βωμό του Βάαλ σ’ αυτή την πρωτεύουσά του. Τριάντα χρόνια περίπου αργότερα, ο Βασιλεύς του Ισραήλ Ιηού κατέστρεψε εκ μέσου του Ισραήλ την ακάθαρτη, εναντία προς τον Ιεχωβά λατρεία του Βάαλ, αλλ’ η λατρεία των μόσχων συνεχίσθη.—1 Βασ. 15:21, 33· 16:15-18· 2 Βασ. 9:1 έως 10:31.
Η ΨΕΥΔΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑ ΦΕΡΕΙ ΠΤΩΣΙΝ
Ο Ισραήλ που ελάτρευε τους μόσχους είχε μια ταραχώδη ιστορία. Η βασιλεία περιήλθε στα χέρια πολλών. Στο μεταξύ η Ασσυρία υψούτο ως μια παγκόσμια δύναμις. Ένας Ασσύριος βασιλεύς ονόματι Φουλ (ή, Τιγλάθ-πίλεζερ Γ΄) εισέβαλε στον Ισραήλ στη διάρκεια της βασιλείας του Μεναήμ, και στις ημέρες του δευτέρου βασιλέως από τον Μεναήμ, του Φεκά, η Ασσυρία αφήρεσε μέγα μέρος της περιοχής και ωδήγησε στην Ασσυρία ως εξορίστους πολλούς Ισραηλίτας. Ο δολοφόνος του Φεκά, ο Ωσηέ, έγινε ο τελευταίος βασιλεύς της Σαμαρείας.—2 Βασ. 15:17-30· 17:1, 2.
Τελικά, η υπομονή του Ιεχωβά έναντι των βασιλέων του Ισραήλ, που ατίμαζαν τον Θεό, εξηντλήθη και επέτρεψε στον Σαλμανασάρ της Ασσυρίας να εισβάλη στον Ισραήλ και να κάμη τον Βασιλέα Ωσηέ υποτελή του. Ο Ωσηέ έκαμε μ’ επιστολή έκκλησι προς την Αίγυπτο για βοήθεια, πράγμα που έγινε αιτία να κινηθή ο βασιλεύς της Ασσυρίας εναντίον της Σαμαρείας για να την καταστρέψη. Η καλά ωχυρωμένη πόλις αντέστη επί τρία χρόνια. Το 740 π.Χ. έπεσε. Τα αρχεία του Βασιλέως Σαργών Β΄, στον οποίον αποδίδεται η άλωσις της πόλεως, μας λέγουν ότι 27.290 κάτοικοι της Σαμαρείας μετεφέρθησαν ως αιχμάλωτοι και αντικατεστάθησαν με πληθυσμό από την Βαβυλώνα και άλλους τόπους.—2 Βασ. 17:3-24.
Ενώ ο Ιεχωβά ήταν ωργισμένος εναντίον του λαού του για την αποτυχία του να κρατήση το όνομά του σε υψηλό σεβασμό, εν τούτοις, ήταν εναντίον εκείνων που μισούσαν και καταφρονούσαν το όνομά του επιτιθέμενοι κατά του λαού του και στον ωρισμένο καιρό ετιμώρησε την Ασσυρία.
Αλλά τι απέγινε το νότιο βασίλειο στην Ιερουσαλήμ, που εκυβερνάτο ακόμη από τους βασιλείς της γραμμής του Δαβίδ; Στις ημέρες του Οζία ή Αζαρία, ενδεκάτου βασιλέως της Ιερουσαλήμ, η Ασσυρία άρχισε να εισβάλλη στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ. Ο Ιεχωβά προειδοποίησε το βασίλειο του Ιούδα να μη προβή σε καμμιά συμμαχία με την Ασσυρία για να βοηθηθή εναντίον των εχθρών της Ιερουσαλήμ. Ο Ησαΐας, ο υιός του Αμώς, άρχισε να προφητεύη από τις ημέρες του Οζία μέχρι και των ημερών της διακυβερνήσεως του Εζεκία και αναφέρει την Ασσυρία και τους Ασσυρίους σαράντα τέσσερες φορές, πολύ περισσότερες από όσες οποιοσδήποτε άλλος προφήτης στη Γραφή.—2 Βασ. 15:17-19· Ησ. 1:1.
Παρά την προειδοποίησι αυτή ο Βασιλεύς Άχαζ του Ιούδα, ο πατήρ του Εζεκία, συνεμάχησε με τον βασιλέα της Ασσυρίας για προστασία εναντίον των συνωμοτών, του Βασιλέως Φεκά του Ισραήλ και του βασιλέως της Συρίας. Ο Ησαΐας, στην προειδοποίησί του κατά της ενεργείας αυτής, εξέφερε μια προφητεία προλέγοντας την παρθενική γέννησι του Μεσσία, Χριστού. Είπε:
«Ο Ιεχωβά αυτός θέλει σας δώσει σημείον· Ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει υιόν, και θέλει καλεσθή το όνομα αυτού Εμμανουήλ [=‘Μεθ’ Ημών ο Θεός’] . . . . εωσού μάθη να απορρίπτη το κακόν, και να εκλέγη το αγαθόν. Διότι πριν μάθη το παιδίον να απορρίπτη το κακόν, και να εκλέγη το αγαθόν, η γη, την οποίαν αποστρέφεσαι [του Ισραήλ και της Συρίας], θέλει εγκαταλειφθή υπό των δύο βασιλέων αυτής. Ο Ιεχωβά θέλει φέρει επί σε, και επί τον λαόν σου, και επί τον οίκον του πατρός σου, ημέρας, αίτινες δεν ήλθον αφ’ ης ημέρας εχωρίσθη από του Ιούδα ο Εφραΐμ [ το 997 π.Χ.], δια του βασιλέως της Ασσυρίας.»—Ησ. 7:14-17, ΜΝΚ.
Ο πραγματικός κίνδυνος, λοιπόν, ήταν η Δευτέρα Παγκόσμιος Δύναμις, η Ασσυρία. (Ησ. 7:18-20· 8:7, 8) Στο έκτον έτος του Εζεκία η Σαμάρεια υπετάγη στην Ασσυρία, στη διάρκεια της βασιλείας του Βασιλέως Σαργών Β΄, όταν η Ασσυρία έφθασε στο αποκορύφωμα της ανόδου της. Ο Ησαΐας προείπε ότι ο Σαργών θα υπέτασσε την Αίγυπτο και την Αιθιοπία και θα τις ωδηγούσε μακράν ως αιχμαλώτους. Η ιδιωτική ιστορία αναγράφει ότι ο Σαργών Β΄ επέβαλε φόρον υποτελείας επί της Αιγύπτου, της παγκοσμίου δυνάμεως που κυριαρχούσε προηγουμένως.—2 Βασ. 18:9-12· Ησ. 20:1-6
Ως εκείνον τον καιρό η Βαβυλών ήταν υποτελής στην Ασσυρία, αλλά στη διάρκεια της βασιλείας του Σαργών Β΄, ένας Χαλδαίος ονόματι Μερωδάχ-βαλαδάν ανεκηρύχθη βασιλεύς της Βαβυλώνος. Ο Σαργών διεξήγαγε μια αμφιβόλου εκβάσεως μάχη εναντίον του, αλλά ύστερ’ από έτη ο Σαργών εξεδίωξε τον Μερωδάχ-βαλαδάν και εστέφθη άρχων της Βαβυλώνος. Ο υιός του Σαργών, ο Σενναχειρείμ, τον διεδέχθη στον θρόνο της Ασσυρίας, πάλι δε οι Βαβυλώνιοι επανεστάτησαν και έθεσαν ως άρχοντά τους τον Μερωδάχ-βαλαδάν. Ο Βασιλεύς Σενναχειρείμ επεδίωξε να τον εκθρονίση.
Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΔΥΝΑΜΙΣ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
Ο πατήρ του Σενναχειρείμ είχε κυριεύσει τη Σαμάρεια. Τώρα ο Σενναχειρείμ ήταν ανυπόμονος να προσθέση την Ιερουσαλήμ στα πολεμικά του τρόπαια. Στο δέκατο τέταρτο έτος του Εζεκία, βασιλέως του Ιούδα, ο Σενναχειρείμ ήλθε εναντίον της Ιερουσαλήμ και ο Βασιλεύς Εζεκίας τον απεμάκρυνε εξαγοράζοντάς τον μ’ ένα μεγάλο ποσό χρημάτων. Αργότερα, ο Σενναχειρείμ, όταν πολιορκούσε την Λαχείς, απέστειλε στρατιωτικούς διοικητάς στην Ιερουσαλήμ για να ζητήσουν την παράδοσι της πόλεως. Αλλ’ εδώ ο Σενναχειρείμ διέπραξε το βαρύτερό του σφάλμα. Υπετίμησε το όνομα του Ιεχωβά. Ο στρατιωτικός του διοικητής Ραβ-σάκης απηυθύνθη με γλώσσα γεμάτη μίσος, υβριστική προς εκείνους που ήσαν επάνω στα τείχη της Ιερουσαλήμ για να παύσουν να εμπιστεύωνται στον Θεό του Βασιλέως Εζεκία, τον Ιεχωβά, διότι, είπε, ουδείς από τους άλλους θεούς είχε αποδειχθή ικανός ν’ αντισταθή στον κατακτητή Σενναχειρείμ. Ο Εζεκίας εστράφη με προσευχή στον Ιεχωβά Θεό. Ο Ιεχωβά είπε στον Εζεκία μέσω του Ησαΐα ότι Αυτός θα έκανε τον βασιλέα της Ασσυρίας να επιστρέψη στον οίκο του, απλώς για να πέση εκεί δια μαχαίρας.—2 Βασ. 18:13 έως 19:8.
Μόλις έλαβε την αναφορά του Ραβ-σάκη, ο Σενναχειρείμ, που ήταν τώρα στη Λιβνά, έστειλε πάλι αγγελιαφόρους με επιστολές που εξέφραζαν εξαιρετική ανευλάβεια για τον Θεό του Εζεκία, τον Ιεχωβά. Ο Βασιλεύς Εζεκίας εδιάβασε τις υβριστικές προς εκφοβισμόν επιστολές, τις εξετύλιξε στο ναό ενώπιον του Ιεχωβά και προσηυχήθη: «Τώρα λοιπόν, Ιεχωβά Θεέ ημών, σώσον ημάς, δέομαι, εκ της χειρός αυτού [του Σενναχειρείμ]· δια να γνωρίσωσι πάντα τα βασίλεια της γης, ότι συ είσαι Ιεχωβά ο Θεός, ο μόνος.»—2 Βασ. 19:8-19, ΜΝΚ.
Μέσω του Ησαΐα ο Ιεχωβά Θεός διεβεβαίωσε τον Εζεκία ότι η προσευχή του είχε εισακουσθή. Έπειτα, ο ίδιος ο Ιεχωβά απηυθύνθη προς τον καυχηματία βασιλέα της Ασσυρίας και είπε:
«Σε κατεφρόνησε, σε ενέπαιξεν, η παρθένος [μη κυριευμένη] η θυγάτηρ της Σιών· οπίσω σου έσεισε κεφαλήν η θυγάτηρ της Ιερουσαλήμ. Τίνα ωνείδισας και εβλασφήμησας; και κατά τίνος ύψωσας φωνήν, και εσήκωσας υψηλά τους οφθαλμούς σου; Κατά του Αγίου του Ισραήλ. Τον Ιεχωβά ωνείδισας δια των πρέσβεών σου, . . . Επειδή η κατ’ εμού λύσσα σου, και η αλαζονεία σου, ανέβησαν εις τα ώτα μου, δια τούτο θέλω βάλει τον κρίκον μου εις τους μυκτήρας σου, και τον χαλινόν μου εις τα χείλη σου, και θέλω σε επιστρέψει δια της οδού δι’ ης ήλθες.»—2 Βασ. 19:20-28, ΜΝΚ.
Κατόπιν ο Ιεχωβά έδωκε στον Εζεκία ένα σημείο για να τον βεβαιώση εκ νέου, λέγοντας ότι, λόγω της επιδρομής του Σενναχειρείμ, δεν θα εθέριζαν τα σπαρτά εκείνο το έτος· το δεύτερο έτος ούτε θα έσπειραν ούτε θα εθέριζαν (θα ήταν το έκτο σαββατιαίον έτος του Ιωβηλαίου κύκλου—Λευιτ. 25:1-12), αλλά το τρίτο έτος θα προχωρούσαν ειρηνικά και θα μπορούσαν να σπείρουν και να θερίσουν. «Διότι εξ Ιερουσαλήμ θέλει εξέλθει το υπόλοιπον, και εκ του όρους Σιών το διασωθέν· ο ζήλος του Ιεχωβά των δυνάμεων θέλει εκτελέσει τούτο. Διότι θέλω υπερασπισθή την πόλιν ταύτην, ώστε να σώσω αυτήν, ένεκεν εμού, και ένεκεν του δούλου μου Δαβίδ.»—2 Βασ. 19:29, 31, 34, ΜΝΚ.
ΟΣΟΙ ΥΠΕΤΙΜΗΣΑΝ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΑΠΕΙΝΩΝΟΝΤΑΙ
Ο Ιεχωβά ενήργησε εναντίον εκείνων που υπετίμησαν το όνομά του: «Την νύκτα εκείνην εξήλθεν ο άγγελος του Ιεχωβά, και επάταξεν εν τω στρατοπέδω των Ασσυρίων εκατόν ογδοήκοντα πέντε χιλιάδας.» Ο ταπεινωμένος Βασιλεύς Σενναχειρείμ εσήμανε εσπευσμένη οπισθοχώρησι προς την πρωτεύουσά του Νινευή, στον οίκο του ψευδούς θεού του Νισρώκ, για να δολοφονηθή εκεί από τους υιούς του. Όταν ο Σενναχειρείμ υπεχώρησε προς βορράν, η απαραβίαστη «παρθένος, η θυγάτηρ της Σιών,» η «θυγάτηρ της Ιερουσαλήμ», τον ενέπαιξε και έσεισε την κεφαλήν της χλευαστικά πίσω του. Εχάρη επειδή ο Θεός της Ιεχωβά είχε διεκδικήσει την κυριαρχία του επί της Ασσυρίας, της Δευτέρας Παγκοσμίου Δυνάμεως, και είχε αποδείξει ότι ήταν ο μόνος Θεός.—2 Βασ. 19:32-37, ΜΝΚ.
Εν τω μεταξύ ο Μερωδάχ-βαλαδάν της Βαβυλώνος ήταν ακόμη στασιαστικός, αναζητώντας συμμάχους να τον βοηθήσουν ν’ ανατρέψη τον βασιλέα της Ασσυρίας. Είχε ακούσει για την ασθένεια του Εζεκία στο δέκατο τέταρτο έτος της βασιλείας του, όταν ένα κακόηθες έλκος επρόκειτο να τερματίση τη ζωή του Εζεκία. Αλλ’ ο Βασιλεύς Εζεκίας, κλαίων, προσηυχήθη να του χαρισθή η ζωή εκείνη τη φορά, πρωτίστως διότι δεν είχε γυιό, ούτε διάδοχο του θρόνου, η δε βασιλική γραμμή του Δαβίδ μέσω αυτού διέτρεχε τον κίνδυνο να διασπασθή. Ο Ιεχωβά ασκώντας έλεος υπεσχέθη να προσθέση δεκαπέντε έτη στη ζωή του. Ο Εζεκίας ανέρρωσε, και στο μετέπειτα τρίτον έτος απέκτησε ένα γυιό που ωνομάσθη Μανασσής.—2 Βασ. 20:12· 21:1· Ησ. 38:1 έως 39:1.
Ο Μερωδάχ-βαλαδάν είχε αποστείλει μηνυτάς με επιστολές κι ένα δώρο στον Εζεκία, που ευηρεστήθη να τα δεχθή. Ίσως για να δημιουργήση εντύπωσι στον βασιλέα της Βαβυλώνος ως πιθανόν σύμμαχο εναντίον του βασιλέως της Ασσυρίας, ο Εζεκίας έδειξε στους Βαβυλωνίους μηνυτάς την περιουσία και τον πλούτο του. Όταν ο Ησαΐας άκουσε πώς ο Εζεκίας είχε μεταχειρισθή τους μηνυτάς, είπε: «Άκουσον τον λόγον του Ιεχωβά των δυνάμεων· Ιδού, έρχονται ημέραι, καθ’ ας παν ό,τι είναι εν τω οίκω σου, και ό,τι οι πατέρες σου εναπεταμίευσαν μέχρι της ημέρας ταύτης, θέλει μετακομισθή εις την Βαβυλώνα· δεν θέλει μείνει ουδέν, λέγει ο Ιεχωβά· και εκ των υιών σου, οίτινες θέλουσιν εξέλθει από σου, τους οποίους θέλεις γεννήσει, θέλουσι λάβει· και θέλουσι γείνει ευνούχοι εν τω παλατίω του βασιλέως της Βαβυλώνος.»—Ησ. 39:1-7, ΜΝΚ.
Μπορεί να θεωρηθούν σχετικά με τη συμπεριφορά του προς τους Βαβυλωνίους απεσταλμένους του Μερωδάχ-βαλαδάν τα αναφερόμενα στο 2 Χρονικών 32:24-26 (ΜΝΚ), όπου λέγονται: «Κατ’ εκείνας τας ημέρας ηρρώστησεν ο Εζεκίας έως θανάτου· και προσηυχήθη εις τον Ιεχωβά· και επήκουσεν αυτού, και έδωκεν εις αυτόν σημείον. Πλην δεν ανταπέδωκεν ο Εζεκίας κατά την εις αυτόν ευεργεσίαν· διότι επήρθη η καρδία αυτού· όθεν επήλθεν οργή επ’ αυτόν, και επί τον Ιούδαν, και την Ιερουσαλήμ. Και εταπεινώθη ο Εζεκίας δια την έπαρσιν της καρδίας αυτού, αυτός και οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, και δεν ήλθεν επ’ αυτούς η οργή του Ιεχωβά εν ταις ημέραις του Εζεκίου.»
Οι σχέσεις του Βασιλέως της Ασσυρίας Σενναχειρείμ μετά του Βασιλέως της Βαβυλώνος Μερωδάχ-βαλαδάν περιγράφονται στο βιβλίο Ισραήλ και Βαβυλών, σελίς 33:
Το πρώτο έργο του Σενναχειρείμ ήταν να κατακτήση εκείνο το «υπόβαθρον των πονηρών πράξεων,» «εκείνον τον εργάτην της πονηρίας,» όπως τον περιγράφει με παράξενο τρόπο. Η Βαβυλών εκυριεύθη αλλά ο Μερωδάχ-βαλαδάν εδραπέτευσε και έφυγε. Σ’ αυτήν την περίοδο ήταν μάλλον, παρά στον καιρό της προγενεστέρας συγκρούσεώς του με τον Σαργών, που ο Μερωδάχ-βαλαδάν επεδίωξε να στρατολογήση βοήθεια από τον Εζεκία του Ιούδα όπως αναφέρεται στο 2 Βασιλέων 20:12-19. Η Βαβυλών, εν τούτοις, εξακολούθησε να προξενή ενοχλήσεις με την προθύμως χορηγημένη βοήθεια των Ελαμιτών, ενώ ο Μερωδάχ-βαλαδάν έκαμε, εν τούτοις, άλλη μια, αν όχι και περισσότερες, εμφάνισι επί σκηνής· συνετρίβη τελικά το 689, η πόλις δε ισοπεδώθη. Προφανώς ο Σενναχειρείμ είχε συμπεριφερθή με μεγάλη ανοχή προς τη Βαβυλώνα ως εκείνον τον καιρό, υιοθέτησε δε την τρομερή αυτή τακτική σε πλήρη απελπισία. Ο [Σίδνεϋ] Σμιθ νομίζει [στο βιβλίο του Η Πρώτη Εκστρατεία του Σενναχειρείμ] ότι ένα εδάφιο στα Χρονικά του Ασσουρμπανιπάλ δυνατόν να ερμηνευθή έτσι ώστε να σημαίνη ότι ο Σενναχειρείμ ήταν πράγματι απασχολημένος στην επανοικοδόμησι της Βαβυλώνος όταν εδολοφονήθη.—Έκδοσις 1925, υπό Β. Α. Βαρντλ, Μ. Α., Β. D., Λονδίνον, Αγγλίας.
Ο Εσαραδδών διεδέχθη τον δολοφονημένον πατέρα του στο θρόνο της Νινευή, πρωτευούσης της Ασσυρίας. (2 Βασ. 19:37· Ησ. 37:37, 38) Αυτός ήταν που ανοικοδόμησε την πόλι της Βαβυλώνος και έστειλε πάλι σ’ αυτή το άγαλμα του κυριωτέρου θεού της, του Βηλ-Μερωδάχ, εκτός του ότι αποκατέστησε τους ναούς άλλων θεοτήτων. Ο Ασσουρμπανιπάλ τον διεδέχθη, διορίζοντας αντιβασιλέα για να κυβερνά την Βαβυλώνα. Ο Ναβοπολάσσαρος, ο πατήρ του Ναβουχοδονόσορος Β΄, ήταν ο τελευταίος αντιβασιλεύς, που διωρίσθη από την Ασσυρία.—Η Διεθνής Στερεότυπος Εγκυκλοπαιδεία της Γραφής, έκδοσις 1955.
Η Ασσυρία είχε ήδη υποστή μια λίαν ταπεινωτική ήττα στα χέρια του Ιεχωβά επειδή υπετίμησε το όνομά του. Θα ήταν ικανή η Ασσυρία, «η χώρα του Νεβρώδ», να κρατήση τη θέσι της ως Δευτέρα Παγκόσμιος Δύναμις όταν ληφθή υπ’ όψιν η προφητεία του Ιεχωβά ότι θα επέφερε την εκτέλεσί της λόγω της καταφρονήσεως του ονόματός του και της πικρής της εχθρότητος εναντίον του λαού του Θεού; Αυτή είχε αποδειχθή ικανή να επιφέρη την πτώσι και καταστροφή της Βαβυλώνος, αλλά δεν κατώρθωσε να κυρίευση την Σιών, ‘την πόλιν του μεγάλου Βασιλέως’. (Μιχ. 5:6· Ψαλμ. 48:1, 2) Πώς η Ασσυρία επρόκειτο να έχη την κρίσι της και πώς η Ιερουσαλήμ κάτω από τη διακυβέρνησι των βασιλέων της γραμμής του Δαβίδ θα είχε μια σύγκρουσι με τη Βαβυλώνα, θα εξετασθή στο επόμενο τεύχος της Σκοπιάς.
[Εικόνα στη σελίδα 761]
Οι Ασσύριοι, εμπιστευόμενοι στη στρατιωτική των δύναμι, αφρόνως υποτιμούν το όνομα του Ιεχωβά