Η Υπηρεσία του Θεού—Μια Αιτία Χαράς
«Η χαρά του Ιεχωβά είναι η ισχύς σας.»—Νεεμ. 8:10, ΜΝΚ.
1, 2. Τι έκαμε ειδικά εντύπωσι στον Δαβίδ, όταν ήταν ποιμήν, και πώς εξέφρασε αργότερα τα αισθήματά του;
ΕΞΩ από τους λόφους της Παλαιστίνης, μακριά από οποιαδήποτε κατοικία, ένας ποιμήν μπορεί να αισθάνεται πλησίον στον Ιεχωβά, τον μεγάλο Δημιουργό. Έχει τον χρόνο να σκεφθή και να εξετάση οπτικώς τα δημιουργήματα του Παντοδυνάμου. Τη νύχτα, όταν πλαγιάζη κάτω από ένα γεμάτον άστρα ουρανό, μπορεί να θαυμάζη τη σοφία και τη δύναμι του Δημιουργού που έκαμε αυτούς τους ωραίους ουρανούς. Σε συμπαραβολή μ’ αυτούς, εκείνος είναι τόσο μικρός και ασήμαντος, ώστε έχει λόγους να χαίρη για το ότι ο Πλάστης των τον γνωρίζει και ενδιαφέρεται γι’ αυτόν. Ο Βασιλεύς του Ιούδα Δαβίδ είχε αυτή την πείρα, όταν, ως ποιμαινόπαις, δαπανούσε πολλές νύχτες στην ύπαιθρο φροντίζοντας για τα πρόβατα του πατρός του.
2 Ο Δαβίδ ήταν άνθρωπος οξείας αντιλήψεως, με γνησία αγάπη για τον Θεό του, τον Ιεχωβά. Όπως θα μπορούσε ν’ αναμένεται, του έκαναν βαθιά εντύπωσι τα δημιουργήματα του Ιεχωβά, ειδικά οι έναστροι ουρανοί, των οποίων την ωραιότητα απελάμβανε τόσο πολύ ως ένας ποιμαινόπαις. Εκφράζοντας τα αισθήματά του, είπε: «Όταν θεωρώ τους ουρανούς σου, το έργον των δακτύλων σου, την σελήνην και τους αστέρας, τα οποία συ εθεμελίωσας, τι είναι ο άνθρωπος, ώστε να ενθύμησαι αυτόν; ή ο υιός του ανθρώπου, ώστε να επισκέπτησαι αυτόν;» Κατόπιν, ομιλώντας για τη θέσι του ανθρώπου ως κατωτέρου από τους αγγέλους, είπε: «Συ δε έκαμες αυτόν ολίγον τι κατώτερον των αγγέλων, και με δόξαν και τιμήν εστεφάνωσας αυτόν. Κατέστησας αυτόν κύριον επί τα έργα των χειρών σου· πάντα υπέταξας υποκάτω των ποδών αυτού· πάντα τα πρόβατα και τους βόας, έτι δε και τα ζώα του αγρού· τα πετεινά του ουρανού, και τους ιχθύας της θαλάσσης, πάντα τα διαπορευόμενα τας οδούς των θαλασσών. Ιεχωβά ο Κύριος ημών, πόσον είναι θαυμαστόν το όνομά σου εν πάση τη γη!»—Ψαλμ. 8:3-9, ΜΝΚ.
3. (α) Εξηγήστε πώς ο άνθρωπος απέκτησε εξουσία επάνω σε άλλα επίγεια πλάσματα. (β) Ποιος άνθρωπος από την εποχή του Αδάμ μπόρεσε ν’ ασκήση κατάλληλα αυτή την εξουσία, και πώς η δήλωσις του Δαβίδ τον δείχνει;
3 Τον καιρό, που ο Ιεχωβά Θεός έπλασε τον άνθρωπο, έδωσε σ’ αυτόν εξουσία επάνω σε όλα τα άλλα πλάσματα της γης, λέγοντάς του: ‘Εξουσίαζε επί των ιχθύων της θαλάσσης, και επί των πετεινών του ουρανού, και επί των κτηνών, και επί πάσης της γης, και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γης’. (Γέν. 1:26) Αυτό ήταν ένα Θεόδοτο καθήκον για τον άνθρωπο, το οποίον δεν εξήσκησε κατάλληλα στην ατελή του κατάστασι. Η θεόπνευστη έκφρασις του Δαβίδ σχετικά με τη θέσι του ανθρώπου είχε ειδική σημασία διότι προφητικά έδειχνε Εκείνον, ο οποίος έγινε ο τέλειος άνθρωπος, Ιησούς Χριστός. Αυτός είχε γίνει κατώτερος από τις θεοειδείς υπάρξεις, ή αγγέλους, με το να εγκαταλείψη την πνευματική ζωή για να γίνη άνθρωπος. Με το να είναι ένας τέλειος άνθρωπος, μπορούσε κατάλληλα να εξουσιάζη τα επίγεια έργα των χειρών του Θεού. Λόγω της πιστής του υπηρεσίας στον Θεό, εστεφανώθη με τιμή και δόξα. (Εβρ. 2:9) Ο Δαβίδ δεν είχε προΐδει αυτή την προφητική σημασία εκείνων που έγραψε, αλλά είδε πόσο ευλογήθηκε ο άνθρωπος από τον Θεό. Έτσι για την εξέχουσα θέσι που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο στη γη και για τα θαυμάσια πράγματα της δημιουργίας που μπορεί να ατενίζη με θαυμασμό ο άνθρωπος, ο Δαβίδ απέδωσε δόξα στον Ιεχωβά, λέγοντας: «Πόσον είναι θαυμαστόν το όνομά σου εν πάση τη γη!»
4. Πώς έδειξε ο Δαβίδ την εκτίμησί του για τον αληθινό Θεό;
4 Ο Δαβίδ έδειξε την εκτίμησί του για τον αληθινό Θεό με το να μην υπηρετήση ποτέ κανένα από τους ανθρωποποιήτους θεούς των εθνών στην εποχή του. Βρήκε την πιο μεγάλη δυνατή χαρά στο να υπηρετή τον Ιεχωβά, Εκείνον ο οποίος εδημιούργησε τα πράγματα τα οποία αυτός εθαύμαζε. Αυτό ενεργούσε σαν ένα φρούριο που βοηθούσε στη διαφύλαξί του. Εκφράζοντας τη χαρά του για το ότι μπορούσε να υπηρετή τον Δημιουργό του, ο Δαβίδ είπε: «Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου· και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου.» (Ψαλμ. 40:8) Σ’ όλη του τη ζωή, ο Δαβίδ απέδειξε ότι ο νόμος του Θεού ήταν πραγματικά στα ενδότερά του, πλησιέστερα στην καρδιά του, την έδρα των ελατηρίων του. Με το ν’ αγωνίζεται πάντοτε να υπακούη σ’ αυτόν τον νόμο, με το να τον αφήνη να κατευθύνη τις ενέργειές του· και με το να θέτη διαρκώς το θέλημα του Θεού πρώτα στη ζωή του, ο Δαβίδ εξεδήλωνε τη χαρά που είχε υπηρετώντας τον μεγάλο Άρχοντα του σύμπαντος.
ΤΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
5, 6. Ποιος είναι ο κύριος τρόπος να υπηρετήση ένας τον Θεό; Δώστε παραδείγματα για την απάντησί σας.
5 Με το να είναι πλήρως εξοικειωμένος με όσα ο Μωυσής είχε εμπνευσθή να γράψη, ο Δαβίδ εγνώριζε ότι η υπηρεσία του Ιεχωβά περιελάμβανε ένα αριθμό πραγμάτων, από τα οποία ένα ήταν η αποκλειστική λατρεία. Αυτό είχε γίνει σαφές από αυτά που ο Μωυσής είπε στις δώδεκα φυλές του Ισραήλ ακριβώς προτού διασχίσουν τον Ιορδάνη για να εισέλθουν στη Γη της Επαγγελίας: «Ιεχωβά τον Θεόν σου θέλεις φοβείσθαι, και αυτόν θέλεις λατρεύει, και εις το όνομα αυτού θέλεις ομνύει. Δεν θέλετε υπάγει κατόπιν άλλων θεών, εκ των θεών των εθνών των περικυκλούντων υμάς, (διότι Ιεχωβά ο Θεός σου είναι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν εν μέσω σου,) δια να μη εξαφθή ο θυμός Ιεχωβά του Θεού σου εναντίον σου, και σε εξολοθρεύση από προσώπου της γης.» (Δευτ. 6:13-15, ΜΝΚ) Αν επήγαιναν οπίσω άλλων θεών με το να τους λατρεύουν, τότε θα υπηρετούσαν αυτούς τους θεούς. Επανειλημμένως είχαν προειδοποιηθή να μη το κάμουν αυτό: «Ουδέ θέλεις λατρεύσει τους θεούς αυτών· διότι τούτο θέλει είσθαι παγίς εις σε.»—Δευτ. 7:16.
6 Όταν οι Ισραηλίται ήσαν δούλοι στην Αίγυπτο, ο Μωυσής παρεκάλεσε τον Φαραώ να τους επιτρέψη να φύγουν από την Αίγυπτο για να μπορέσουν να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά. Αυτό ο Μωυσής το έκαμε με την κατεύθυνσι του Θεού, διότι ο Θεός τού είπε: «Ύπαγε προς τον Φαραώ, και ειπέ προς αυτόν, Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός των Εβραίων· Εξαπόστειλον τον λαόν μου, δια να με λατρεύση.» (Έξοδ. 9:1, ΜΝΚ) Θα τον υπηρετούσαν με το να τον λατρεύουν, και αυτό το έπραξαν, όταν τελικά απελευθερώθηκαν από την Αίγυπτο. Η λατρεία του Ιεχωβά Θεού είναι ο κύριος τρόπος με τον οποίο ένα άτομο μπορεί να τον υπηρετήση.
7. Εξηγήστε τη σχέσι μεταξύ της υπακοής και της υπηρεσίας στον Θεό.
7 Ένας άλλος τρόπος, με τον οποίον είναι δυνατόν να υπηρετηθή ο Θεός, είναι η υπακοή στις εντολές του. Η σπουδαιότης αυτού του πράγματος ετέθη ενώπιον των Ισραηλιτών κάθε φορά που έδειχναν ανυπακοή, και ο Θεός έκανε να υποφέρουν εξαιτίας τούτου. Στη Γη της Επαγγελίας η ανυπακοή κατέληξε συχνά στο να τους παραδώση στα χέρια των εχθρών των. Με το να είναι ευπειθείς θ’ απεδείκνυαν ότι η λατρεία των προς τον Ιεχωβά ήταν από την καρδιά και όχι ένας κενός τυπικισμός. Γι’ αυτόν τον λόγο ο προφήτης Σαμουήλ είπε στον πρώτο βασιλέα τους, τον Σαούλ: «Μήπως ο Ιεχωβά αρέσκεται εις τα ολοκαυτώματα και εις τας θυσίας, καθώς εις το να υπακούωμεν της φωνής του Ιεχωβά; ιδού, η υποταγή είναι καλητέρα παρά την θυσίαν· η υπακοή, παρά το πάχος των κριών.» (1 Σαμ. 15:22, ΜΝΚ) Με το να υπακούη στις δίκαιες εντολές του Ιεχωβά ένα άτομο μπορεί να τον υπηρετή, ακριβώς όπως ένας ταπεινός υπηρέτης υπηρετεί τον κύριό του. Μια τέτοια υπηρεσία στον Θεό σημαίνει ότι το άτομο αυτό περιπατεί στην οδό, η οποία είναι αρεστή στον Ύψιστο, και αυτό γίνεται μια πηγή χαράς εφ’ όσον εξακολουθεί να βρίσκεται σ’ αυτή την οδό. Γι’ αυτό έχει με σοφία γραφή: «Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ· οι περιπατούντες εν τω νόμω του Ιεχωβά.»—Ψαλμ. 119:1, ΜΝΚ.
8, 9. (α) Εξηγήστε πώς οι Λευίται υπηρετούσαν τον Θεό μ’ ένα πρόσθετο τρόπο και γιατί αυτή η υπηρεσία ήταν διακεκριμένη. (β) Πώς μπορούσε ο τρόπος υπηρεσίας των Λευιτών να θεωρήται μια αιτία χαράς;
8 Η απόδοσις υπηρεσίας στον Θεό περιλαμβάνει, όχι μόνο λατρεία και υπακοή, αλλά, επίσης, ενέργειες, τις οποίες αυτός καθόρισε να γίνονται. Στην περίπτωσι των Λευιτών, το θεόδοτο έργο του διορισμού των είχε σχέσι με τις υπηρεσίες των στη σκηνή. Η παρουσία του Ιεχωβά αντεπροσωπεύετο εκεί με θαυματουργούς τρόπους, που ενετύπωνε σε όλους τη σπουδαιότητα και το προνόμιο του να υπηρετούν εκεί. Τόσο πολύτιμο ήταν αυτό το προνόμιο υπηρεσίας ώστε έγινε η κληρονομία των Λευιτών αντί της κατοχής γης όπως στην περίπτωσι των άλλων φυλών. Σ’ αυτούς ο Ιεχωβά είπε: «Εγώ είμαι η μερίς σου και η κληρονομία σου, εν μέσω των υιών Ισραήλ.» (Αριθμ. 18:20) Αυτό ήταν ένα διακεκριμένο προνόμιο υπηρεσίας για το οποίο οι Λευίται μπορούσαν να ευφραίνωνται.
9 Το να ευρίσκεται ένας κοντά στον οίκο του Θεού, όπου το θαυματουργό φως σιεκινάχ έλαμπε στα Άγια των Αγίων, συμβολίζοντας την παρουσία του, ήταν μια ευφροσύνη. Το να υπηρετή ένας εκεί τον μεγάλο Θεό του σύμπαντος ήταν κάτι επιθυμητό. Εκφράζοντας την αγάπη του γι’ αυτό τον τόπο, ο οποίος συνεδέετο τόσο στενά με τη λατρεία του Ιεχωβά, ο Δαβίδ είπε: «Ιεχωβά, ηγάπησα την κατοίκησιν του οίκου σου, και τον τόπον της σκηνής της δόξης σου.» (Ψαλμ. 26:8, ΜΝΚ) Οι Λευίται, οι οποίοι ετήρησαν την ίδια στάσι, απελάμβαναν μεγάλη χαρά υπηρετώντας τον Ιεχωβά Θεό σ’ αυτόν τον τόπο.
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ
10, 11. (α) Πώς είχαν οι δώδεκα φυλές το προνόμιο να υπηρετήσουν τον Θεό σχετικά με τη σκηνή και αργότερα με το ναό; (β) Ποια στάσι ετήρησαν σ’ αυτή την υπηρεσία;
10 Ευκαιρίες να υπηρετούν τον Θεό μ’ ένα ενεργητικό τρόπο εδίδοντο σε όλες τις φυλές. Μια τέτοια ευκαιρία ήταν όταν επρόκειτο να κατασκευασθή η σκηνή. Ο λαός είχε το προνόμιο να κάμη εισφορές για την κατασκευή της, και με το να κάμουν αυτές τις εισφορές είχαν τη χαρά της συμμετοχής σε κάτι που ήταν πολύ σπουδαίο για τη λατρεία των στον αληθινό Θεό. Το ότι εύρισκαν χαρά σ’ αυτό το προνόμιο υπηρεσίας αποδεικνύεται από την ακαταμάχητη γενναιοδωρία των. Οι άνδρες, στους οποίους είχε ανατεθή η συγκέντρωσις των εισφορών, ήλθαν στον Μωυσή και είπαν: «Ο λαός φέρει πλειότερον παρά το ικανόν δια την υπηρεσίαν του έργου, το οποίον ο Ιεχωβά προσέταξε να γείνη.» (Έξοδ. 36:5, ΜΝΚ) Η χαρά τού να υπηρετήσουν τον Θεό με πολύτιμα πράγματα εξεδηλώθη και πάλι από αυτό το έθνος εκατοντάδες χρόνια αργότερα, όταν είχαν γίνει εισφορές για την ανοικοδόμησι του ναού του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ.
11 Όταν ο Δαβίδ έκαμε γνωστά στο λαό τα σχέδια για την ανοικοδόμησι ενός ναού στη διάρκεια της βασιλείας του υιού του Σολομώντος, ερώτησε: «Τις λοιπόν προθυμείται να κάμη σήμερον προσφοράν εις τον Ιεχωβά;» (1 Χρον. 29:5, ΜΝΚ) Η απάντησίς των ήταν ένας κατακλυσμός από εισφορές—χρυσού, αργύρου, πολυτίμων λίθων και χαλκού. Έχαιραν γι’ αυτή την ευκαιρία να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά μ’ ένα ενεργητικό τρόπο. «Εχάρη δε ο λαός, διότι επροθυμήθησαν, επειδή με πλήρη καρδίαν προσέφεραν αυτοπροαιρέτως εις τον Ιεχωβά· και ο βασιλεύς Δαβίδ έτι εχάρη χαράν μεγάλην.» (1 Χρον. 29:9, ΜΝΚ) Αλλά υπήρχαν και άλλοι τρόποι, με τους οποίους μπορούσαν οι δώδεκα φυλές να υπηρετήσουν τον Θεό με πράξεις.
12. Ποιοι άλλοι τρόποι ενεργείας υπήρχαν, με τους οποίους οι δώδεκα φυλές μπορούσαν να υπηρετούν τον Θεό;
12 Ήταν σκοπός του Ιεχωβά να λάβη το έθνος Ισραήλ στην κατοχή του τη Γη της Επαγγελίας ως κληρονομία από αυτόν, αλλά για να λάβουν εκείνη την κληρονομία έπρεπε ν’ αναλάβουν κάποια δράσι, η οποία είχε άμεση σχέσι μ’ αυτό τον σκοπό. Ώφειλαν ν’ απομακρύνουν από εκείνη τη γη τους ειδωλολάτρας σφετεριστάς της και να καταστρέψουν τους ψευδείς θεούς που οι λαοί εκείνοι ελάτρευαν. Οι νίκες που είχαν με τη βοήθεια του Ιεχωβά καθώς εκτελούσαν αυτόν τον θείο σκοπό ήσαν μια αιτία χαράς. Ήσαν ευτυχείς να υπηρετούν τον Ιεχωβά Θεό μολονότι διεκινδύνευαν τη ζωή τους υπηρετώντας τον. Και κατόπιν, αφού κατέκτησαν τη χώρα, μπορούσαν να τον υπηρετούν ενεργώς με το να πηγαίνουν στην Ιερουσαλήμ τρεις φορές το χρόνο για τις εορτές, που τους είχε διατάξει ο Θεός να τηρούν. Αυτό απαιτούσε μεγάλη προσπάθεια εκ μέρους των, ιδιαιτέρως εκείνων, οι οποίοι διέμεναν σε μεγάλη απόστασι από την Ιερουσαλήμ. Η συμμετοχή των σ’ αυτές τις εορτές ήταν μια ενεργός υπηρεσία του Θεού, η οποία συνεδέετο αχώριστα με τη λατρεία τους προς αυτόν. Μολονότι αυτές ήσαν χαρούμενες ευκαιρίες, δεν ήσαν περιπτώσεις για κραιπάλη μέθης και λαιμαργία, όπως συνέβαινε με τις εορτές που τηρούσαν οι ειδωλολάτραι. Οι Ισραηλίται ώφειλαν να τηρούν τις εορτές του Θεού μ’ ένα άγιο τρόπο.
13. Ποιος νέος τρόπος ενεργού υπηρεσίας στον Θεό εισήχθη με την έλευσι της Χριστιανοσύνης;
13 Με την είσοδο της Χριστιανοσύνης, οι τρόποι τού να υπηρετή κανείς ενεργώς τον Θεό υπέστησαν μερικές αλλαγές. Δεν μπορούσε πια να υπηρετήται ο Θεός με τις εορτές, με τις προσφορές θυσιών που έφερνε ο λαός στον ναό και με τα καθήκοντα των Λευιτών στον ναό. Με τον τερματισμό της διαθήκης του νόμου από τη θυσία του Χριστού, ο Θεός έδωσε τέλος σ’ αυτές τις μορφές υπηρεσίας. Η Χριστιανική διακονία έγινε ένας νέος τρόπος ενεργού υπηρεσίας του Υψίστου. Η δημοσία διακήρυξις και διδασκαλία των αληθειών του Θεού, των σκοπών του και της προμηθείας που έκαμε για τη σωτηρία του ανθρώπου μέσω του Χριστού ήταν ένας νέος και υπερβολικά χαρούμενος τρόπος για να τον υπηρετούν. Πραγματικά, ήταν ένας τρόπος με τον οποίο ένα άτομο μπορούσε να προσφέρη θυσία αίνου σ’ αυτόν. «Ας αναφέρωμιεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού.»—Εβρ. 13:15.
Η ΧΑΡΑ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
14. Εξηγήστε πώς ένα άτομο μπορεί να αισθάνεται χαρά δίχως να την εκδηλώνη με αντιληπτόν τρόπο.
14 Η χαρά, που αισθάνεται ένα άτομο υπηρετώντας τον Θεό, δεν εκδηλώνεται πάντοτε μ’ έναν αντιληπτό τρόπο. Μπορεί να είναι ένα ευχάριστο αίσθημα ικανοποιήσεως το να γνωρίζη ένα άτομο ότι πράττει αυτό που είναι ευχάριστο και ορθό στα όμματα του Υψίστου Θεού. Το να γνωρίζη ότι κάνει καλό έργο, που ωφελεί άλλους ανθρώπους, το οποίο προωθεί τα συμφέροντα του Ιεχωβά στη γη και μεγαλύνει Αυτόν, φέρνει ένα αίσθημα ευχαριστήσεως και εσωτερικής γαλήνης, η οποία αντανακλά τη χαρά του Θεού. Αυτή είναι μια διαρκής χαρά, η οποία δεν απαιτεί εκδήλωσι που να είναι αντιληπτή. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις, που συμβαίνει κάτι αξιοσημείωτο, το οποίο υποκινεί μια στιγμιαία έκφρασι χαράς που αισθάνεται μέσα του ένα άτομο.
15. Δώστε παραδείγματα αξιοσημειώτων ευκαιριών, που δικαιολογούν αντιληπτές εκδηλώσεις χαράς.
15 Όταν οι Ισραηλίται μετέφεραν την κιβωτό της διαθήκης από τον οίκο του Ωβήδ-εδώμ στην Ιερουσαλήμ, η χαρά των εξεσπούσε σε χαρωπές εκδηλώσεις. Ήταν μια μεγάλη ευκαιρία στη θρησκευτική τους ζωή που τους εγέμιζε με ευτυχία, και γι’ αυτό την εξεδήλωναν. «Πας ο Ισραήλ ανεβίβαζε την κιβωτόν της διαθήκης του Ιεχωβά, εν αλαλαγμώ, και εν φωνή κερατίνης, και εν σάλπιγξι, και εν κυμβάλοις, ηχούντες εν ψαλτηρίοις και εν κιθάραις.» (1 Χρον. 15:28, ΜΝΚ) Μια άλλη ευκαιρία, η οποία προεκάλεσε εκδηλώσεις χαράς, ήταν όταν ο Σαούλ και ο Δαβίδ επέστρεψαν με τον Ισραηλιτικό στρατό ύστερ’ από μια νίκη εναντίον των Φιλισταίων. «Καθώς δε ήρχοντο, ενώ επέστρεφεν ο Δαβίδ εκ της σφαγής του Φιλισταίου, εξήρχοντο αι γυναίκες εκ πασών των πόλεων του Ισραήλ, ψάλλουσαι και χορεύουσαι, εις συνάντησιν του βασιλέως Σαούλ, μετά τυμπάνων, μετά χαράς, και μετά κυμβάλων.» (1 Σαμ. 18:6) Αυτές ήσαν αξιοσημείωτες ευκαιρίες, οι οποίες παρακινούσαν τους Ισραηλίτας να εκδηλώσουν τη χαρά τους μ’ έναν αντιληπτό τρόπο.
16. Τι δεν πρέπει να εκληφθούν ως αντιληπτές, εκδηλώσεις ευσεβούς χαράς; Γιατί;
16 Ακουστές εκδηλώσεις χαράς, που προέρχονται με φυσικότητα από μια ευτυχισμένη καρδιά, επειδή κάτι καλό συνέβη σχετικά με τη λατρεία ή τους σκοπούς του Ιεχωβά, δεν είναι όμοιες με τις αισθηματικές εκρήξεις που γίνονται από ανθρώπους που τελούν σε μια κατάστασι θρησκευτικού πάθους. Οι παράλογες κραυγές και οι άγριες ψαλμωδίες των δεν είναι καρποφορία του πνεύματος του Θεού, το οποίο, μεταξύ άλλων, παράγει πραότητα και αυτοκυριαρχία. Δεν είναι ο «κεκοσμημένος με την αφθαρσίαν του πράου και ησυχίου πνεύματος», που αναμένεται να ενδύεται ένας δούλος του Θεού, αλλά, μάλλον, η έκφρασις αγρίων, αχαλινώτων συγκινήσεων που οι δαίμονες χειρίζονται με ευχέρεια. (1 Πέτρ. 3:4) Αντιθέτως, η ακουστή έκφρασις χαράς, που προέρχεται από τη χαρούμενη καρδιά των δούλων του Θεού, προέρχεται από τη δύναμί των λογικής και είναι υπό τον έλεγχό των. Δεν είναι κάτι τακτικό αλλά προέρχεται από αξιοσημείωτα γεγονότα στην εκπλήρωσι των σκοπών του Θεού και την προαγωγή των συμφερόντων του ή από ευχάριστες πείρες που φέρουν τιμή σ’ αυτόν.
17. Πώς ένα άτομο απολαμβάνει τη διαρκή χαρά της υπηρεσίας του Θεού;
17 Το διαρκές αίσθημα χαράς, που δεν εκδηλώνεται, είναι κάτι, το οποίο καλλιεργεί ένα άτομο καθώς αυξάνει σε γνώσι και κατανόησι του Λόγου και των σκοπών του Θεού. Καθώς αυξάνει σε κατανόησι και πίστι, αυξάνει, επίσης, η χαρά του. Αυτή τροφοδοτείται από τη σκέψι του επάνω στα έργα και τις οδηγίες του Ιεχωβά και με το να συνεχίζη να τρέφεται πνευματικώς. Το άτομο, που τα παραμελεί αυτά, μπορεί να χάση τη χαρά της υπηρεσίας του Θεού καθώς και μια στενή σχέσι μαζί του.
18. (α) Ποιοι είναι εκείνοι που ο Θεός αγαπά, ενισχύει και διαφυλάττει; (β) Τι συντελεί στο να έχουν χαρωπό αίσθημα;
18 Μια στενή σχέσι με τον Ύψιστο που να εμπνέη χαρά είναι δυνατή γι’ αυτούς που αφιερώνονται να τον υπηρετήσουν και οι οποίοι παραμένουν πιστοί στην αφιέρωσί τους. Με τις πράξεις τους αποκαλύπτουν αυτή την αφιέρωσι. Αυτοί είναι εκείνοι, τους οποίους αγαπά, ενισχύει και διαφυλάττει, όπως ακριβώς είναι γραμμένο: «Ο Ιεχωβά είναι πλησίον πάντων των επικαλουμένων αυτόν· πάντων των επικαλουμένων αυτόν εν αληθεία.» (Ψαλμ. 145:18, ΜΝΚ) «Πλησίον των φοβούμενων αυτόν είναι η σωτηρία αυτού.» (Ψαλμ. 85:9) Με το να γνωρίζη αυτό και να είναι ενήμερο ότι μπορεί να θέση πλήρη εμπιστοσύνη σ’ αυτόν, το αφιερωμένο άτομο μπορεί να δοκιμάση τη χαρά, που προέρχεται από ένα αίσθημα ευεξίας και ασφαλείας, ένα αίσθημα που διετυπώθη στον Ψαλμό 23:4: «Και εν κοιλάδι σκιάς θανάτου εάν περιπατήσω, δεν θέλω φοβηθή κακόν· διότι συ είσαι μετ’ εμού.»
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΣ ΜΙΜΗΣΙΝ
19. (α) Πώς εξεδήλωσε ο Ιησούς τη χαρά του υπηρετώντας τον Θεό; (β) Τι αποκαλύπτει ότι είχε τη χαρά της υπηρεσίας του Θεού προτού έλθη στη γη;
19 Από όλους όσοι υπηρέτησαν τον αληθινό Θεό, ο Ιησούς Χριστός είναι το πιο έξοχο παράδειγμα ενός, ο οποίος βρήκε χαρά στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Την έδειξε μ’ ένα πράο και ήρεμο τρόπο, όπως με τη χαρά που εξεδήλωσε εκτελώντας το θέλημα του Πατρός του καθώς και με το να βοηθή ανθρώπους να μάθουν για τους μεγαλειώδεις σκοπούς του Πατρός του. Πραγματικά, εύρισκε χαρά στην υπηρεσία του Θεού πολύ πριν έλθη στη γη. Όταν ήταν ακόμη στους ουρανούς ως ένα ισχυρό πνευματικό πλάσμα, το πρώτο που δημιούργησε ο Θεός, εύρισκε χαρά στο να Τον υπηρετή. Ομιλώντας με το συμβολισμό της σοφίας, λέγει στο βιβλίο των Παροιμιών: «Τότε ήμην πλησίον αυτού δημιουργούσα· και εγώ ήμην καθ’ ημέραν η τρυφή αυτού, ευφραινομένη πάντοτε ενώπιον αυτού, ευφραινομένη εν τη οικουμένη της γης αυτού· και η τρυφή μου ήτο μετά των υιών των ανθρώπων.» (Παροιμ. 8:30, 31· Κολ. 1:15· Αποκάλ. 3:14) Τη χαρά, που εύρισκε υπηρετώντας τον Θεό στους ουρανούς, συνέχισε να την έχη και όταν ήταν άνθρωπος στη γη.
20. Πώς αντέδρασε ο μονογενής Υιός του Θεού στο προνόμιο να υπηρετήση τον Θεό στη γη;
20 Όταν ο Ιεχωβά άνοιξε ένα νέον αγρόν υπηρεσίας γι’ αυτόν τον αγαπητό, πνευματικό του Υιό, που απαιτούσε να γεννηθή αυτός ως ένας τέλειος άνθρωπος, ο πιστός αυτός Υιός εχάρη. Σχετικά με αυτό είναι γραμμένο: «Το αυτό δε φρόνημα έστω εν υμίν το οποίον ήτο και εν τω Χριστώ Ιησού· όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν· αλλ’ εαυτόν εκένωσε, λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους· και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού.» (Φιλιππησ. 2:5-8) Οτιδήποτε του ζητούσε ο Πατήρ του να κάμη ήταν πρόθυμος να το κάμη από αγάπη γι’ Αυτόν. Με αυτή την ωραία στάσι ο Ιησούς Χριστός έδωσε ένα έξοχο παράδειγμα για όλους εκείνους, που θέλουν να υπηρετήσουν τον αληθινό Θεό.
21. Αφηγηθήτε μερικούς από τους τρόπους που υπηρέτησε ο Ιησούς τον Θεό.
21 Όταν ήταν στη γη, υπηρέτησε τον Θεό όχι μόνο με το να Τον λατρεύη και να υπακούη στους θείους νόμους, αλλά, επίσης, με το να διακηρύττη δημοσία και να διδάσκη την αλήθεια σχετικά με Αυτόν. Εβοήθησε ανθρώπους να μεταμορφώσουν τον τρόπο της σκέψεώς των και τη ζωή των ώστε να μπορούν να γίνουν επιδοκιμασμένοι δούλοι του Θεού. Τους εδίδασκε την αγάπη για τον Θεό, προς αλλήλους και προς τους εχθρούς και τους έδωσε ελπίδα για μια παγκόσμιο κυβέρνησι προερχόμενη από τον Θεό καθώς και την ελπίδα για μια ανάστασι εκ νεκρών. Αυτό έφερε τους ανθρώπους κοντά στον Ιεχωβά Θεό, και ενίσχυε την επιθυμία τους να τον υπηρετήσουν μ’ έναν αμόλυντο τρόπο. Σ’ αυτή τη θεοσεβή υπηρεσία, ο Ιησούς εύρισκε χαρά. Αλλά μια ιδιαιτέρως μεγάλη πηγή χαράς γι’ αυτόν ήταν το να έχη μέρος στη διεκδίκησι του καλού ονόματος του Πατρός του από τη μομφή, που επέφεραν επάνω του οι εχθροί Του και οι λάτρεις που απεδείχθησαν άπιστοι σ’ Αυτόν.
22, 23. (α) Ποια ήταν μια ιδιαιτέρως μεγάλη χαρά για τον Ιησού, και πώς αυτό κατέστη αναγκαίον; (β) Γιατί ο Ιησούς Χριστός υπήρξε μια έμπνευσις στους λάτρεις του Θεού;
22 Ο μέγας εχθρός της δικαιοσύνης, Σατανάς ή Διάβολος, αμφισβήτησε την ακεραιότητα των πλασμάτων του Θεού. Αυτό έγινε στις ημέρες του πιστού ανθρώπου Ιώβ, οπότε ο Σατανάς είπε στον Θεό: «Δέρμα υπέρ δέρματος, και πάντα, όσα έχει ο άνθρωπος, θέλει δώσει υπέρ της ζωής αυτού· πλην τώρα έκτεινον την χείρά σου, και έγγισον τα οστά αυτού και την σάρκα αυτού, δια να ίδης εάν δεν σε βλασφημήση κατά πρόσωπον.» (Ιώβ 2:4, 5) Αυτή η πρόκλησις έθετε σε αμφισβήτησι όχι μόνο την ακεραιότητα του ανθρώπου στον Θεό, αλλά, επίσης, την ακεραιότητα του μονογενούς Υιού του Θεού, ο οποίος κατείχε μια θέσι μεγάλης ευνοίας στους ουρανούς. Θα κατέρρεε η ακεραιότης του κάτω από δοκιμασία όπως κατηγόρησε ο Σατανάς ότι θα συνέβαινε στον άνθρωπο; Η δοκιμή ήλθε, όταν αυτός ο Υιός εγεννήθη ως άνθρωπος. Διεκράτησε την ακεραιότητά του ακόμη και μέχρις ενός βιαίου θανάτου και απέδειξε τον Σατανά ψεύστη. Η πιστότης του ήταν μια διεκδίκησις για τον Ιεχωβά Θεό. Η προοπτική της διεκδικήσεως του ονόματος του Ιεχωβά ήταν χαρά για τον Ιησού Χριστό.
23 Ομιλώντας για την πορεία ακεραιότητος του Ιησού, η Βίβλος μάς λέγει: «Υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν, υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην, και εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου του Θεού.» (Εβρ. 12:2) Η χαρά τού να έχη ένα μέρος στη διεκδίκησι του μεγάλου ονόματος του Ιεχωβά τον κατέστησε ικανό να υπομείνη το ξύλον του μαρτυρίου ως το σημείο του θανάτου. Ως αμοιβή για την πιστή του υπηρεσία, ο Ιεχωβά τον ήγειρε εκ νεκρών, αποκαθιστώντας τον στο βασίλειο των αγγελικών υπάρξεων με μεγαλύτερη εξουσία και τιμή από εκείνη που είχε προηγουμένως. Έτσι το παράδειγμά του της χαρωπής υπηρεσίας στον Θεό ενέπνευσε όλους τους λάτρεις του αληθινού Θεού ως σήμερα.
24. Εξηγήστε πώς η χαρά είναι ένα φρούριο που διατηρεί τη ζωή.
24 Όταν εξετάζωμε πώς η υπηρεσία του Θεού υπήρξε αιτία χαράς σε πιστούς ανθρώπους σε όλους τους περασμένους αιώνες, μπορούμε να ιδούμε ότι αυτή η χαρά είναι ένα φρούριο που διατηρεί τη ζωή. Γι’ αυτούς, οι οποίοι την καλλιεργούν και την διατηρούν, ο Ιεχωβά γίνεται πηγή δυνάμεως και προστασία. Η αλήθειά του τους προστατεύει από τα ψεύδη του διαβολικού αυτού κόσμου που διαστρέφουν τη διάνοια. Αυτός τους βοηθεί να σταθούν κάτω από δοκιμασίες της πίστεώς των και όταν αυτό το παλαιό σύστημα πραγμάτων θα σαρωθή από τις ουράνιες δυνάμεις του, θα τους διαφυλάξη, για να ιδούν τη νέα γη που αυτός θα εισαγάγη. Η χαρά βοηθεί για να διατηρήση ένας μια ισχυρή, προστατευτική ασπίδα της πίστεως. Μπορεί, επομένως, να λεχθή σ’ αυτούς: «Η χαρά του Ιεχωβά είναι η ισχύς σας.» (Νεεμ. 8:10, ΜΝΚ) Τους διατηρεί πνευματικώς ζώντας μέσα σ’ ένα πνευματικώς νεκρό κόσμο.
25. Γιατί μπορούμε κι εμείς σήμερα να αισθανώμεθα στην υπηρεσία του Θεού την ίδια με τον Δαβίδ χαρά;
25 Όπως ο ποιμήν Δαβίδ, στον οποίο είχαν κάμει τόση εντύπωσι οι έναστροι ουρανοί ώστε να εκφράζη τη χαρά του με το να υπηρετή τον Δημιουργό τους, έτσι κι εμείς σήμερα έχομε επαρκείς αιτίες για να αισθανώμεθα την ίδια χαρά. Και σ’ εμάς, επίσης, μπορούν να προκαλούν κατάπληξι τα θαυμάσια δημιουργήματα του Θεού, και μπορούμε να στραφούμε στις θεόπνευστες Γραφές για να μάθωμε για τα έργα του και να διδαχθούμε από αυτόν. Με το να καλλιεργούμε εκτίμησι για τις ζωοπάροχες αλήθειές του και τους μεγαλειώδεις σκοπούς του για το ανθρώπινο γένος, μπορούμε να βρούμε στην υπηρεσία του Θεού σήμερα μια αιτία για μεγάλη χαρά.
[Εικόνα στη σελίδα 525]
Οι Ισραηλίται μεταφέρουν την κιβωτό στην Ιερουσαλήμ με αλαλαγμόν