Υπάρχουν Περισσότεροι του Ενός Τρόποι για να Είμεθα Χριστιανοί;
ΕΝΑΣ από τους ηγετικούς ελευθέρους Προτεστάντας θεολόγους της Αμερικής επλησίαζε την ηλικία των ογδόντα. Καθώς έβλεπε πίσω στη μακρά δραστήρια ζωή του, ένα ορόσημο προεξείχε ιδιαιτέρως. Όταν στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ως στρατιωτικός ιερεύς έσερνε βαριά τα βήματά του ανάμεσα στους νεκρούς και σ’ εκείνους που απέθνησκαν στη μάχη της Καμπάνιας, ήλθαν στο νου του τα λόγια του Νίτσε—«Ο Θεός είναι νεκρός.» «Μετεβλήθηκα από ένα ιδεολόγο σ’ ένα τραγικό ρεαλιστή» ως αποτέλεσμα τούτου, είπε αργότερα.1
Δεν ήταν λοιπόν καθόλου εκπληκτικό ότι ο Τ. Ι. Ι. Άλτιζερ, της ομάδος «ο Θεός είναι νεκρός», σε μια συζήτησι με τον γηραιό θεολόγο ένα βράδυ, του είπε: «Μας ανοίξατε τον δρόμο για ν’ αντιμετωπίσωμε τον πραγματικό κόσμο. Αναγνωρίζομε σ’ εσάς την πατρότητα, είμεθα τέκνα σας.» Είναι όμως προφανές ότι τα λόγια αυτά δεν ήσαν καθόλου μια μικρή έκπληξις για τον γηραιό θεολόγο, διότι αντελήφθη ότι η ομάς «ο Θεός είναι νεκρός» είχε προχωρήσει πάρα πολύ. Πράγματι, σ’ αυτή τη συζήτησι με τον Άλτιζερ εκείνο το βράδυ ταράχθηκε τόσο πολύ, ώστε η σύζυγός του αναγκάσθηκε να επιμείνη να επιστρέψουν σπίτι και συνεφώνηοαν να συνεχίσουν τη συζήτησι την επαύριο. Αλλά η συζήτησις δεν επανελήφθη ποτέ, διότι τη νύχτα εκείνη ο Πωλ Τίλλιτς υπέστη καρδιακή προσβολή από την οποία και πέθανε.—Περιοδικό Λάιφ, 5/11/65.
Θλιβερό; Δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλά είναι ακόμη πιο θλιβερό το γεγονός ότι αυτός ο ηγετικός θεολόγος—ο οποίος ήταν ο πρώτος μη Ιουδαίος καθηγητής, που απελύθη από τους Εθνικοσοσιαλιστάς—παρεσύρθη σε τέτοιους φιλοσοφικούς συλλογισμούς κάτω από το ένδυμα της Χριστιανικής θρησκείας, ώστε να κάμη μερικούς σπουδαστάς της θεολογικής του σχολής να φθάσουν στο συμπέρασμα ότι «ο Θεός είναι νεκρός.» Ναι. Και πρέπει να θρηνηθή ακόμη περισσότερο το γεγονός ότι ο Πωλ Τίλλιτς, ο Τ. Ι. Ι. Άλτιζερ και μια στρατιά άλλων Προτεσταντών θεολόγων εχειρίσθησαν τόσο ελαφρά τον όρο «Χριστιανός», ώστε για πολλούς έφθασε να σημαίνη ένα οποιονδήποτε σωρό από διάφορα πράγματα!
Πώς μπορούμε να γνωρίζωμε τι σημαίνει να είναι ένας Χριστιανός; Υπάρχουν πολλοί τρόποι να είναι κανείς Χριστιανός; Πώς μπορούμε ν’ απαντήσωμε; Υπάρχει ένας τρόπος ν’ απαντήσωμε και αυτός είναι το να πάμε στη μόνη πηγή, η οποία μας δίνει την πλήρη αφήγησι του Ιησού Χριστού. Όλοι εκείνοι, οι οποίοι ομολογούν ότι είναι Χριστιανοί, αναγνωρίζουν λίγο ή πολύ τον Ιησού Χριστό ως το πρότυπό των, γιατί άλλως δεν θα έπαιρναν το όνομα «Χριστιανός.» Αν αυτός είναι κάποιος, που αξίζει να τον ακολουθήσουν, τότε οφείλομε, λογικώς, να πρασαρμόσωμε τον τρόπο της σκέψεώς μας με τον δικό του.
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΕΚΑΛΥΨΕ ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΘΕΟ
Κανένας δεν μπορεί να διαβάση τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ελεύθερος από προκαταλήψεις, χωρίς προηγουμένως ν’ αναγνωρίση ότι, για τον Ιησού Χριστό, ο Θεός ήταν ένα Πρόσωπο, ένα πολύ πραγματικό Πρόσωπο. Ο Ιησούς λέγει ότι έρχεται από τον Θεό και Πατέρα του· ότι επρόκειτο να επιστρέψη στον Πατέρα του· ότι ο Πατήρ του κατοικεί στους ουρανούς· ότι ο Πατήρ του βλέπει και ακούει και ότι απαντά στις προσευχές· ότι συγχωρεί· ότι αγαπά τον Υιό Του· ότι αισθάνεται στοργή προς τους ακολούθους του Ιησού· ότι μερικοί άγγελοι βλέπουν πάντοτε το πρόσωπο του Πατρός του, ο οποίος είναι στον ουρανό.a Επί πλέον είπε: «Ο Πατήρ μου εργάζεται έως τώρα, και εγώ εργάζομαι.» (Ιωάν. 5:17) Πράγματι, 180 περίπου φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές βρίσκομε ν’ αποδίδη ο Ιησούς προσωπικότητα στον Θεό με το να Τον αποκαλή «Πατέρα.»
Το ότι ο Ιησούς είχε υπ’ όψιν ότι ο Θεός έχει προσωπικότητα, ακριβώς όπως είχε κι εκείνος ο ίδιος, φαίνεται από το ότι ανεφέρετο στον Πατέρα του ως ένα μάρτυρα και τον εαυτό του ως έναν άλλον και στο ότι ο Πατήρ του τον είχε αποστείλει. Απαιτείται προσωπικότης για ν’ αποσταλή ένας και να φέρη μαρτυρία. Αυτό εννοούσε ο Ιησούς, όταν είπε: «Εγώ είμαι ο μαρτυρών περί εμαυτού, και ο πέμψας με Πατήρ μαρτυρεί περί εμού.» (Ιωάν. 8:18· 5:32) Περαιτέρω, επανειλημμένως διαβάζομε ότι η φωνή του Θεού ακούσθηκε από τον ουρανό.—Ματθ. 3:17· 17:5· Ιωάν. 12:28.
Αλλά και ακόμη περισσότερο, το ότι ο Θεός είναι ένα Πρόσωπο δείχνεται καθαρά από τις εντολές, που παρέθεσε ο Ιησούς ‘ν’ αγαπούμε τον Θεό εξ όλης της καρδίας, και εξ όλης της ψυχής, και εξ όλης της διανοίας, και εξ όλης της δυνάμεώς μας και τον πλησίον μας ως τον εαυτόν μας.’ Καθίσταται επίσης σαφές από τα λόγια του Ιησού ότι πρέπει να φοβούμεθα τον Θεό διότι μπορεί να καταστρέψη και το σώμα και την ψυχή στη Γέεννα. Η προσωπικότης του Θεού δείχνεται από τη σημασία που απέδιδε ο Ιησούς στο όνομα του Θεού.—Μάρκ. 12:29-31· Ματθ. 10:28· 6:9· Ιωάν. 17:6, 11, 12, 26.
Κατόπιν όλης αυτής της μαρτυρίας, πόσο ασύμφωνη μ’ αυτήν είναι η επιχειρηματολογία του Πωλ Τίλλιτς ότι ο Θεός είναι το Βάθος ή η Βάσις της υπάρξεως, η ανεξάντλητη βάσις της ιστορίας. Σύμφωνα μ’ αυτόν:
«Αυτό σημαίνει η λέξις, και αυτό είναι εκείνο που τονίζουν οι λέξεις ‘Βασιλεία του Θεού’ και ‘Θεία Πρόνοια’. Και αν αυτές οι λέξεις δεν σημαίνουν πολλά για σας, μεταφράστε τες, και μιλήστε από το βάθος της ιστορίας, της γης και του σκοπού της κοινωνικής μας ζωής, και του ό,τι παίρνετε σοβαρά δίχως επιφύλαξι για την ηθική και πολιτική δράσι σας. Ίσως θα ονομάσετε αυτό το βάθος ‘ελπίδα’, απλώς ελπίδα . . . Αν γνωρίζετε ότι ο Θεός σημαίνει βάθος, γνωρίζετε πολλά γι’ αυτόν. Τότε θα μπορήτε να ονομάζετε τον εαυτό σας άθεον . . . Εκείνος ο οποίος γνωρίζει για το βάθος γνωρίζει για τον Θεό.»2
Το πόση παραφροσύνη είναι ικανοί να διαπράξουν αυτοί οι σύγχρονοι θεολόγοι στις προσπάθειές των ν’ αρνηθούν την προσωπικότητα του Θεού, μπορεί να φανή από όσα λέγει για τον Θεό ο «Έντιμος προς τον Θεό» Επίσκοπος Ρόμπινσον. Σύμφωνα μ’ αυτόν, οι Χριστιανοί δεν μπορούν πια να λένε ότι ο Θεός είναι «εκεί πέρα», έξω στο διάστημα ή πέραν από τα βασίλεια του διαστήματος, διότι όλα αυτά έχουν εξερευνηθή μέσω των ραδιοτηλεσκοπίων τα οποία δεν ανεκάλυψαν τον Θεό!3 Αυτό το είδος αβαθούς λογικεύσεως μπορεί ν’ αναμένεται από ένα Κομμουνιστή άθεο Ρώσο αστροναύτη, αλλά ασφαλώς όχι από ένα ο οποίος ομολογεί ότι είναι Χριστιανός επίσκοπος! Ασφαλώς το Θείον Πνεύμα, ο μέγας Δημιουργός του σύμπαντος, δεν μπορεί να γίνη περισσότερο αισθητός από τα ισχυρά ραδιοτηλεσκόπια από όσο Αυτός μπορούσε να γίνη αισθητός στα μάτια ενός Ρώσου αστροναύτου!
Σαφώς, λοιπόν, όταν γίνεται λόγος για την προσωπικότητα του Θεού, δεν υπάρχουν περισσότεροι του ενός τρόποι για να την αντιληφθή ένας Χριστιανός. Ο Θεός της Βίβλου είναι ένα Πρόσωπο, το Μέγα Πνεύμα, ο Δημιουργός, το Υπέρτατον Ον.
ΘΑΥΜΑΤΑ Ή ΜΥΘΟΙ;
Πολλοί σύγχρονοι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί θεολόγοι αμφισβητούν επίσης τα θαύματα, τα οποία είναι καταχωρημένα μέσα στη Βίβλο, μολονότι θα μπορούσε να λεχθή ότι η Βίβλος είναι γεμάτη απ’ αυτά. Από την αρχή της δημιουργίας και από τον Κήπο της Εδέμ, ως τα τελευταία καταχωρημένα γεγονότα της ζωής των αποστόλων Παύλου και Ιωάννου, η Γραφή ομιλεί για θαύματα. Ο Μωυσής εζήτησε και έλαβε θαυματουργά αποδεικτικά. Καθώς ο ίδιος είπε, ‘Άλλως, Ιεχωβά, δεν θέλουσιν πιστεύσει ότι εφάνης εις εμέ και παρήγγειλες να οδηγήσω τον λαόν μου έξω της Αιγύπτου’! (Έξοδ. 4:1-9· 28-31, ΜΝΚ) Έτσι επίσης και ο μεγαλύτερος Μωυσής, Ιησούς Χριστός, μπορούσε ν’ αποδείξη τη θεία αποστολή του με την εκτέλεσι πολλών θαυμάτων. Πράγματι, υπάρχουν εκατό και πλέον παραπομπές σε θαύματα στα Ευαγγέλια και πενήντα περίπου θαύματα περιγράφονται συγκεκριμένα.
Έχομε όχι μόνο τις αφηγήσεις γι’ αυτά τα ίδια τα θαύματα, αλλά και την αφήγησι επίσης της μαρτυρίας, που έδωσαν αυτά εξυπηρετώντας έτσι τον θείο σκοπό. Έτσι διαβάζομε για τους ανθρώπους, οι οποίοι υπήρξαν μάρτυρες αυτών των θαυμάτων, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι είχε έλθει ένας μεγάλος προφήτης, ότι ήταν εκεί Ο προφήτης, ότι είχε έλθει αυτός ο ίδιος ο Υιός του Θεού.—Ιωάν. 6:14· 2 Πέτρ. 1:16-18.
Και ακόμη περισσότερο, ο ίδιος ο Ιησούς επανειλημμένως ανεφέρθη στα θαυματουργικά έργα του, όπως όταν υπενθύμισε στους αποστόλους του ότι είχε θρέψει χιλιάδες με θαυματουργικό τρόπο σε δύο περιπτώσεις (Ματθ. 16:9, 10) και όταν απέστειλε μήνυμα στον Ιωάννη τον Βαπτιστή: «Τυφλοί αναβλέπουσι, και χωλοί περιπατούσι· λεπροί καθαρίζονται, και κωφοί ακούουσι· νεκροί εγείρονται.»—Ματθ. 11:5.
Όχι μόνο αυτό, αλλά πολλές φορές ο Ιησούς ετόνισε τα θαύματά του ως μια αιτία, για να πιστεύσουν άλλοι σ’ αυτόν: «Εγώ έχω την μαρτυρίαν μεγαλητέραν της του Ιωάννου· διότι τα έργα τα οποία μοι έδωκεν ο Πατήρ δια να τελειώσω αυτά, αυτά τα έργα τα οποία εγώ πράττω, μαρτυρούσι περί εμού, ότι ο Πατήρ με απέστειλε.» (Ο Ιωάννης δεν είχε κάνει θαύματα, αλλ’ ο Ιησούς είχε κάμει πολλά.) «Πιστεύετέ μοι ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί, και ο Πατήρ είναι εν εμοί· ει δε μη, δια τα έργα αυτά πιστεύετέ μοι.» «Εάν δεν έκαμον μεταξύ αυτών τα έργα τα οποία ουδείς άλλος έκαμεν, αμαρτίαν δεν ήθελον έχει· αλλά τώρα και είδον, και εμίσησαν και εμέ και τον Πατέρα μου.» Τι άλλο μπορούσε να είναι πιο σαφές, πιο αναμφίβολο, πιο καθαρό και κατηγορηματικό, από την μαρτυρία του ιδίου του Ιησού, ότι έκαμε θαύματα και την επίδρασι, που αυτά είχαν επάνω σε άλλους, για ν’ αποδειχθή η θεία αποστολή του;—Ιωάν. 5:36· 14:11· 15:24.
Εν τούτοις, παρ’ όλη αυτή τη μαρτυρία, τι βρίσκομε; Άφθονη δυσπιστία στα θαύματα, που αναγράφονται στις Γραφές από εκείνους, οι οποίοι ομολογούν ότι διδάσκουν τις Γραφές. Μια τυπική περίπτωσις είναι ο σύγχρονος Γερμανός προτεστάντης θεολόγος Ρούντολφ Μπούλτμαν, του οποίου οι θεωρίες γίνονται ολοένα πιο δημοφιλείς. Σύμφωνα μ’ αυτόν, η αφήγησις για τον Ιησού Χριστό, όπως αναγράφεται στα Ευαγγέλια, είναι ανάγκη «ν’ απομυθολογηθή», ν’ απαλλαγή από τους μύθους. Τι είναι αυτοί οι μύθοι; Όσα είναι γραμμένα για το ότι ο Θεός και ο Σατανάς ασκούν άμεση επιρροή ή ισχύ επάνω στις υποθέσεις της γης. Όλα όσα είναι γραμμένα για την έλευσι του Ιησού στη γη, την προανθρώπινη ύπαρξί του, την παρθενική γέννησί του, την εκτέλεσι από αυτόν θαυμάτων, τον θυσιαστικό του θάνατο και την ανάστασί του από τους νεκρούς, καθώς και την ανάληψί του στον ουρανό, πρέπει ν’ απομακρυνθούν ως μύθοι, όπως τόσοι πολλοί άλλοι. Δεν σημαίνει ότι όλο το υπόμνημα είναι ένα πρόσθετο επίρραμμα ψεύδους, λέγει· απλώς οι λέξεις, που περιγράφουν αυτά τα πράγματα, δεν σημαίνουν αυτό που θέλουν να πουν ή να σημαίνουν! Ο Μπούλτμαν θέλει να πιστεύσωμε ότι «όλα αυτά είναι η γλώσσα της μυθολογίας, η δε αρχή των διαφόρων θεμάτων μπορεί να βρεθή στη σύγχρονη μυθολογία της Ιουδαϊκής Αποκαλύψεως και των εξαγοραστικών μύθων του Γνωστικισμού. Γι’ αυτό το κήρυγμαb είναι απίστευτο στον σύγχρονο άνθρωπο, διότι είναι πεπεισμένος ότι η μυθική άποψις περί κόσμου είναι απηρχαιωμένη.»4
Αλλά τότε πού ν’ αποδώσωμε την σπουδαία άνοδο της Χριστιανοσύνης; Γιατί ο Γνωστικισμός ή ο Ιουδαϊσμός δεν είχαν μια τέτοια επίδρασι, ώστε να παράγουν τέτοιους εύγλωττους ιεραποστόλους, όπως οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος; Γιατί οι ηγέται των δεν ενέπνευσαν την αφοσίωσι, που ενέπνευσε ο Ιησούς Χριστός; Ασφαλώς αυτές οι θεωρίες όχι μόνο στερούνται πίστεως, αλλά είναι και παράλογες και είναι καταφανώς ανέντιμο να χαρακτηρίζωνται ως Χριστιανικές. Ναι, όλοι αυτοί οι σύγχρονοι θεολόγοι αποδίδουν ένα υψηλότερο βαθμό ηθικής στον Μωάμεθ παρά στον Χριστό και τους αποστόλους του, διότι ο Μωάμεθ σαφώς απέκλεισε τη δύναμι εκτελέσεως θαυμάτων!5 Δεν υπάρχουν πολλοί Χριστιανικοί τρόποι για να ιδούμε τα θαύματα του Χριστού, αλλά μόνον ένας και αυτός είναι να τα πιστεύσωμε πλήρως!
ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΤΙΚΗ Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ;
Πολλοί από τους συγχρόνους αυτούς θεολόγους, μη ικανοποιημένοι με το ότι ληστεύουν την Βιβλική Χριστιανοσύνη από τα ζωτικά, απαραίτητα στοιχεία της, όπως η προσωπικότης του Θεού της και τα θαύματά της, ληστεύουν επίσης τη Χριστιανική θρησκεία από τους υψηλούς κανόνας και τις αρχές της. Έτσι ο «έντιμος προς τον Θεό» Επίσκοπος Ρόμπινσον, όταν ήταν στο βήμα ως μάρτυς, εβεβαίωσε ότι δεν έβλεπε κάτι το απαράδεκτο ή σκανδαλώδες σ’ ένα βιβλίο, που περιέγραφε τη μοιχεία μ’ ένα ευνοϊκό τρόπο· και ακόμη περισσότερο, είναι ο ίδιος μέλος του Συλλόγου για τη Μεταρρύθμισι του Νόμου περί Ομοφυλοφιλίας της Αγγλίας, ο οποίος καθιστά την ομοφυλοφιλία νόμιμη μεταξύ ενηλίκων που συγκατατίθενται.6 Σύμφωνα μ’ αυτόν, είτε μερικές σεξουαλικές πράξεις είναι εσφαλμένες είτε όχι, το παν εξαρτάται από το αν περιλαμβάνεται «αγάπη.»
Αλλά και πάλι, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν επιτρέπουν περισσοτέρους του ενός τρόπους, για να είναι ένας Χριστιανός. Η ηθική δεν ήταν σχετική για τον Ιησού. Μερικές πράξεις ήσαν ορθές ή εσφαλμένες καθ’ εαυτές, μόνες τους. Έτσι κατεδίκασε κατηγορηματικά το να διαζευχθή ένας μια γυναίκα για άλλους λόγους εκτός της μοιχείας. Αντί να παραχωρήση ένα πλατύ περιθώριο για σεξουαλικές απολαύσεις, ο Ιησούς έθεσε ένα εξαιρετικά υψηλό κανόνα, όπως μπορεί ένας να ιδή από τα λόγια, που είπε στην επί του Όρους Ομιλία: «Πας ο βλέπων γυναίκα δια να επιθυμήση αυτήν, ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού.»—Ματθ. 5:28, 31, 32· 19:3-9.
Αν ο Ιησούς κατεδίκασε έτσι την ανάμιξι των δύο φύλων, πόσο πολύ περισσότερο πρέπει να εναντιώνετο σε ανάμιξι εντός του ιδίου φύλου! Το ότι οι ομοφυλόφιλοι είναι αιμομίκται γίνεται καταφανές από το ότι πάντοτε ζητούν νέο σύντροφο. Ποιος άκουσε ποτέ ομοφυλοφίλους να εορτάζουν την πεντηκοστή επέτειο του «γάμου» των; Πράγματι, η επιμιξία των δημιουργεί ένα, όχι μικρό κοινωνικό πρόβλημα, όπως μπορεί να φανή από μια έκθεσι, που εδημοσιεύθη σ’ ένα εξέχον εβδομαδιαίο ιατρικό περιοδικό: «Η ομοφυλοφιλία αποδεικνύεται μια νέα και μεγάλη πηγή των αφροδισίων νοσημάτων, ιδιαιτέρως στις πόλεις.»7
Δεν υπάρχει αμφιβολία για το ζήτημα αυτό, διότι κρίνοντας από τις Γραφές, καθώς και από τους καρπούς της ομοφυλοφιλίας, ανάμεσα στους οποίους πρέπει επίσης να περιληφθή η έλλειψις διανοητικής και συγκινησιακής δυνάμεως και σταθερότητος, παρατηρούμε ότι αυτές οι πράξεις δεν συμβαδίζουν με τη Χριστιανοσύνη. Ο απόστολος Παύλος είχε την ορθή ή Χριστιανική άποψι για την ομοφυλοφιλία και όχι οι σύγχρονοι θεολόγοι: «Ομοίως δε και οι άνδρες αφήσαντες την φυσικήν χρήσιν της γυναικός, εξεκαύθησαν εις την επιθυμίαν αυτών προς αλλήλους, πράττοντες την ασχημοσύνην, άρσενες εις άρσενας, και απολαμβάνοντες εις εαυτούς την πρέπουσαν αντιμισθίαν της πλάνης αυτών.»—Ρωμ. 1:27.
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ
‘Υπάρχουν περισσότεροι του ενός τρόποι να είναι ένας Χριστιανός;’ είναι ένα ερώτημα, που θα μπορούσε κατάλληλα να τεθή και όσον αφορά την αποστολή του Χριστιανού. Ίσως πουθενά να μην αναφέρεται αυτή η αποστολή τόσο περιεκτικά όσο στα εδάφια Ματθαίος 28:19, 20, όπου βρίσκονται τα εξής λόγια του Ιησού: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλλάτωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.»
Αλλά ο Γερμανός θεολόγος Σλάιερμπαχ, που έζησε πριν από 150 περίπου χρόνια και ο οποίος φαίνεται ότι έθεσε τη γραμμή για τους συγχρόνους φιλελευθέρους θεολόγους, είχε δυσκολίες με την Πρωσική κυβέρνησι εξαιτίας της «φιλελευθέρας πολιτικής δράσεώς» του.8 Και σήμερα βρίσκομε κληρικούς, οι οποίοι αναμιγνύονται στην πολιτική παγκοσμίως, να υιοθετούν ολοένα περισσότερες υποθέσεις του κόσμου.c Ο αποθανών Άλμπερτ Σβάιτσερ ήταν ένας Διαμαρτυρόμενος κληρικός, ο οποίος, επειδή είχε χάσει την πίστι του στα υπερφυσικά στοιχεία της ζωής του Χριστού, εγκατέλειψε το ποιμαντορικό του έργο, σπούδασε ιατρική και κατόπιν πήγε στην Αφρική για να υπηρετήση τις σωματικές, τις ιατρικές ανάγκες των Αφρικανών.
Πολλοί ιεραπόστολοι ακολουθούν το παράδειγμά του με το ν’ αφιερώνουν τον εαυτό τους στις σωματικές μάλλον, παρά στις πνευματικές ανάγκες των ανθρώπων. Τους επαινούν αυτούς, διότι ενδιαφέρονται για τις «πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων.»9 Σχετικά μ’ αυτή την τάσι ένα δεκαπενθήμερο ιεραποστολικό περιοδικό λέγει: «Ο ευαγγελιστικός ιεραπόστολος αναγκάζεται συχνά να παίξη ένα ρόλο διδασκαλικό ή συμβουλευτικό ή να κάμη ένα παρόμοιο καθήκον, όπου καθίσταται γι’ αυτόν δύσκολο ν’ αναλάβη άμεσο ευαγγελιστικό έργο.»10
Αλλά είναι άρα γε αυτό εκείνο, που είχε ο Ιησούς στο νου του, όταν παρήγγειλε στους πρώτους μαθητάς του να διδάξουν άλλους να κάνουν ό,τι τους είχε αυτός παραγγείλει να κάνουν; Πράγματι, ο Ιησούς κατά καιρούς εφρόντισε επίσης για τις σωματικές ανάγκες των ανθρώπων, αλλ’ αυτές ήσαν τελείως συμπτωματικές περιπτώσεις για πνευματικά οφέλη κι έγιναν με υπερφυσικά μέσα και κυρίως για ν’ αποδειχθή η Θεία αποστολή του. Ο κύριος ρόλος του ήταν ο ρόλος του Διδασκάλου· γι’ αυτό βλέπομε να τον αποκαλούν έτσι σαράντα περίπου φορές στη Βίβλο, ενώ μόνο μια φορά τον ονομάζουν ‘Ιατρόν’. Ο ίδιος επίσης ανέφερε τον εαυτό του ως ιατρό σε μία άλλη περίπτωσι, αλλά ως ιατρόν, ο οποίος εθεράπευσε πνευματικές, όχι σωματικές ασθένειες.—Λουκ. 4:23· Ματθ. 9:9-13· 23:8.
Οι πρώτοι μαθηταί του τα είχαν αντιληφθή όλα μ’ αυτό τον τρόπο. Το υπόμνημα της δράσεώς των δείχνει ότι η έμφασις εδίδετο πάντα στη ‘μωρία του κηρύγματος’, με το οποίο θα μπορούσαν να σωθούν άνθρωποι. Και όλοι εκήρυτταν· δεν υπήρχε διάκρισις κληρικών και λαϊκών.—1 Κορ. 1:21· Πράξ. 8:4· Ρωμ. 10:9-15.
ΓΙΑΤΙ ΤΟΣΕΣ ΠΟΛΛΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ;
Από τ’ ανωτέρω φαίνεται σαφώς ότι δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι για να είναι ένας Χριστιανός, αλλά μόνον ένας υπάρχει. Ένας Χριστιανός πιστεύει σ’ ένα προσωπικό Θεό, πιστεύει στα θαύματα, που είναι καταχωρημένα στον Λόγο Του, αφήνει να κυβερνάται από τις αρχές, που βρίσκονται σ’ αυτόν τον Λόγο και αναγνωρίζει την αποστολή να ‘πορευθή’ και να μαθητεύση άλλους. Τότε, πού οφείλονται αυτές οι διαφορετικές απόψεις και πολλές άλλες, οι οποίες εκτοξεύονται εναντίον των σαφών δηλώσεων του Λόγου του Θεού από ανθρώπους, που ισχυρίζονται ότι είναι «Χριστιανοί» λειτουργοί, θεολόγοι;
Οι Γραφές, περιέχουν ορθούς λογισμούς και τα γεγονότα μάς δίνουν λογικές απαντήσεις. Παραδείγματος χάριν, έχομε τους λόγους του αποστόλου Παύλου ότι «πίστις δεν υπάρχει εις πάντας.» Τι άλλο θα μπορούσε να είναι πιο σαφές από αυτό; Και εφόσον, καθώς λέγει σε άλλο μέρος, «περιπατούμεν [οι Χριστιανοί] δια πίστεως, ουχί δια της όψεως», πρέπει ν’ αναμένεται ότι εκείνοι, οι οποίοι δεν έχουν πίστι, δεν θα μπορούσαν να εννοήσουν, να εκτιμήσουν και να δεχθούν τη Γραφή ως τον Θεόπνευστο Λόγο του Θεού—2 Θεσ. 3:2· 2 Κορ. 5:7.
Επί πλέον, ο Λόγος του Θεού μάς λέγει ότι, «εάν δε και ήναι το ευαγγέλιον ημών κεκαλυμμένον, εις τους απολυμμένους είναι κεκαλυμμένον· των οποίων, απίστων όντων, ο Θεός του κόσμου [συστήματος πραγμάτων, ΜΝΚ] τούτου ετύφλωσε τον νουν, δια να μη επιλάμψη εις αυτούς ο φωτισμός του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού, όστις είναι εικών του Θεού.» Ναι, τι άλλο μπορούμε ν’ αναμένωμε, εφόσον ο Σατανάς ‘πλανά όλη την οικουμένη’, ‘μετασχηματιζόμενος εις άγγελον φωτός’, για να εξαπατήση πολλούς;—2 Κορ. 4:3, 4· Αποκάλ. 12:9· 2 Κορ. 11:14.
Μια άλλη αιτία για τη στάσι, που λαμβάνουν αυτοί οι «φιλελεύθεροι» θεολόγοι, φαίνεται να είναι μία διάθεσις ν’ αρέσουν, να μιλούν καλά γι’ αυτούς εκείνοι, οι οποίοι είναι διαποτισμένοι με κοσμική σοφία, γι’ αυτό κάνουν κάθε είδους παραχωρήσεις. Λαμβάνουν την στάσι τού ότι ο «σύγχρονος άνθρωπος», ή ο «ευφυής άνθρωπος» δεν μπορεί να πιστέψη και δεν πιστεύει σ’ ένα προσωπικό Θεό ούτε σε θαύματα. Αλλά πλανώνται θλιβερά σ’ αυτό. Έτσι ένα σύγχρονο βιβλίο λέγει ότι «ένας μεγάλος αριθμός βιβλίων έχει εμφανισθή τα τελευταία χρόνια, στα οποία επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων έδωσαν λογικευμένες εκφράσεις για την πεποίθησί των όσον αφορά την αλήθεια της Χριστιανοσύνης και δεν είπαν ότι η Χριστιανοσύνη και η επιστήμη δεν συμβιβάζονται, αλλά επίσης ότι μόνον υπό το φως της Χριστιανικής διδασκαλίας οι έρευνες και οι επιτεύξεις της επιστήμης μπορούν να έχουν νόημα.»11
Μία άλλη αιτία που θα μπορούσε να προστεθή, όσον αφορά το γιατί αυτοί οι σύγχρονοι θεολόγοι θεωρούν ως δεδομένο ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να είναι ένας Χριστιανός, εκτός από τον τρόπο, που δείχνουν σαφώς οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, είναι ότι προτιμούν την σοφία αυτού του κόσμου, όπως την φιλοσοφία και την ψυχολογία. Ναι, ελέχθη ακόμη ότι ο Πωλ Τίλλιτς εξέλεξε την φιλοσοφία ως τομέα του και την Ευαγγελική Λουθηρανή διακονία, ως την πύλη προς αυτήν.1
Σ’ αυτό δεν βρίσκουν προηγούμενο στις Γραφές. Ο απόστολος Παύλος δεν ήλθε με σοφία ανθρώπων, αλλά με σοφία Θεού, ώστε η πίστις των ακροατών του να στηρίζεται στον Λόγο του Θεού και όχι σε ανθρώπους. Καλώς είπε «βλέπετε την πρόσκλησίν σας . . . ου πολλοί σοφοί κατά σάρκα . . . Αλλά τα μωρά του κόσμου εξέλεξεν ο Θεός, δια να καταισχύνη τους σοφούς.»—1 Κορ. 1:26, 27· 2:1-16.
Μία ακόμη αιτία, που υπάρχουν τόσες διαφορετικές απόψεις, για το πώς να είναι ένας Χριστιανός είναι ότι πολλοί δεν εννοούν, γιατί ο Θεός επέτρεψε το κακό ή την πονηρία κι έτσι συλλαμβάνονται από τα επιχειρήματα των αθέων και άλλων ότι ο Θεός δεν υπάρχει ή ότι δεν μπορεί να είναι ένα πρόσωπο ή ότι τουλάχιστον δεν είναι άξιος της λατρείας μας, διότι ή δεν είναι παντοδύναμος ή δεν είναι δίκαιος και στοργικός, διότι άλλως θα έθετε τέρμα στην πονηρία. Εν τούτοις, η Γραφή δείχνει ότι ο Θεός έχει σοβαρούς λόγους να επιτρέπη το κακό και την πονηρία και ότι, στον ωρισμένο Του καιρό, θα δώση τέρμα σ’ αυτά.d
Εκείνο όμως που είναι το πιο σοβαρό απ’ όλα, είναι το ζήτημα της εντιμότητος. Γιατί, άνθρωποι άθεοι εξακολουθούν να ομιλούν με θρησκευτικούς όρους; Μερικοί από αυτούς παραδέχονται ακόμη και την ανεντιμότητά τους, όπως έκαμε ένας καθηγητής της θεολογίας: «Θα ζητούσα ν’ αποβάλω το σχήμα του ιερέως, αν αυτό μπορούσε να γίνη μ’ ένα ήσυχο, ακίνδυνο τρόπο, αλλά δεν μπορεί . . . Αν κανείς οφείλη ν’ αγωνισθή για ένα όνομα, τότε πιστεύω ότι θα έπρεπε να παραδεχθώ ότι απλώς δεν είμαι ένας Χριστιανός.»12 Ασφαλώς το να λέγεται ένας «Χριστιανός άθεος» είναι ολοφάνερα ανέντιμο.
Οι Γραφές και η λογική καθιστούν το ζήτημα σαφές. Δείχνουν ότι οι αληθινοί Χριστιανοί πρέπει να έχουν πίστι σ’ ένα προσωπικό Θεό και στο ότι Αυτός εκτελεί ή κάνει να γίνουν θαύματα από τους δούλους Του στη γη· αναγνωρίζουν τις υψηλές αρχές, που εξετέθησαν από τον Ιησού Χριστό και εκπληρώνουν την αποστολή να κηρύξουν και να διδάξουν. Δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος, που συμφωνεί με τον Λόγο του Θεού, για να είναι ένας Χριστιανός.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1 Περιοδικό Τάιμ, 29 Οκτωβρίου 1965, σελ. 80.
2 Δη Σέικιν οφ δη Φαουντέινσονς—Πωλ Τίλλιτς (1949), σελ. 63, 65 (στην Αγγλική).
3 Όνεστ του Γκοντ—Ι. Α. Τ. Ρόμπινσον (1963) σελ. 13, 14 (στην Αγγλική).
4 Νιού Τέσταμεντ Θιόλοτζυ εντ Μυθόλοτζυ—Μπούλτμαν.
5 Δη Κόραν, Σουρά 17, στίχος 59, μετάφρασις Άλι, (στην Αγγλική).
6 Εφημερίς Δη Νιου Γιόρκερ, 20 Νοεμβρίου 1965.
7 Μέντικαλ Ουώρλντ Νιους, 9 Ιουνίου 1961, (στην Αγγλική).
8 Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία (1956) Τομ. 24, σελ. 378.
9 Δη Κρίστιαν Σέντσουρυ, 8 Δεκεμβρίου 1965.
10 Ιντερνάσιοναλ Ρίβιου οφ Μίσιονς, Ιανουάριος 1966, σελ. 88.
11 Δη Σεκιουλαριζέισον οφ Κριστιάνιτυ—Ε. Λ. Μάσκαλ (1966), σελ. 193.
12 Εφημερίς Δη Νιου Γιόρκερ, 13 Νοεμβρίου 1965.
[Υποσημειώσεις]
b Λεξικόν Ουέμπστερ: «Το αρχικό Χριστιανικό Ευαγγέλιον που εκηρύσσετο από τους αποστόλους.»
c Βλέπε Ξύπνα! 8 και 22 Φεβρουαρίου 1967.
d Βλέπε Ξύπνα! 8 Οκτωβρίου 1966, στην Αγγλική.