Πού Είναι ο Θεός;
ΠΟΛΕΜΟΣ στο Βιετνάμ. Στρατιώται και πολίται πεθαίνουν εκεί με τον ίδιο τρόπο. Ο θρησκευτικός κόσμος προσεύχεται για βοήθεια. Αλλά πού είναι ο Θεός;
Στο Ιράν οι πλημμύρες φονεύουν σαράντα δύο. Επιδημίες πλήττουν πυκνοκατοικημένες περιοχές του Κόνγκο, και χιλιάδες υποφέρουν και πεθαίνουν. Οι θρησκευόμενοι κράζουν στον ουρανό για έλεος και βοήθεια. Οι γιατροί ανταποκρίνονται σε μεγάλους αριθμούς. Οι υπηρεσίες επειγούσης ανάγκης σπεύδουν για βοήθεια. Αλλά πού είναι ο Θεός;
Δύο παγκόσμιοι πόλεμοι έπληξαν με καταστροφές αυτή τη γενεά. Οι Ιουδαίοι εσφάγησαν κατά εκατομμύρια. Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά υπέφεραν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως και απέθαναν. Το έγκλημα βρίσκεται σε άνοδο. Η ηθική εξέπεσε. Αυτές οι αξιοθρήνητες συνθήκες παρακινούν πολλούς να ρωτήσουν: Αν υπάρχη Θεός, τότε πού είναι;
Απλώς επειδή μερικοί ισχυρίζονται ότι ο Θεός είναι ανύπαρκτος, αυτό δεν σημαίνει ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Οφείλομε να κυττάξωμε στην κατάλληλη θέσι για κάθε πράγμα, ακόμη και για τον Θεό. Το ότι δεν Τον έχομε εύρει δεν μεταβάλλει το γεγονός ότι ο Θεός ζη, ότι υπάρχει! Είναι πιθανόν πολλοί άνθρωποι να τον έχουν ζητήσει σ’ εσφαλμένα μέρη.
Οι άνθρωποι δια μέσου των αιώνων έχουν συνηθίσει να φαντάζονται τους θεούς των ως να έχουν τις ίδιες ανάγκες με τους ανθρώπους. Αυτό οφείλεται στο ότι οι θεοί των ήσαν ιδικής των εφευρέσεως, βασισμένης μόνο σ’ ένα φανταστικό θεμέλιο. Έτσι οι Κινέζοι οικοδομούσαν κατοικίες ειδώλων στις οποίες εγκαθιστούσαν τους θεούς των· οι Άραβες έκτιζαν τεμένη· οι Ιάπωνες έκαναν ναούς και οι λαοί του «Χριστιανικού κόσμου» έκτιζαν εκκλησίες. Αλλά βρίσκουν οι άνθρωποι τον Θεό μέσα σ’ αυτά τα οικοδομήματα;
Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος είπε πολύ ειλικρινά στους Αθηναίους ότι «ο Θεός όστις έκαμε τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, ούτος Κύριος ων του ουρανού και της γης, δεν κατοικεί εν χειροποίητοις ναοίς.»—Πράξ. 17:24, 25.
Σκεφθήτε αυτά τα θεόπνευστα λόγια: Δεν θα βρούμε τον Θεό μέσα σε καθεδρικά κτίρια, ναούς, εκκλησίες, παρεκκλήσια ή σε άλλα υλικά κτίρια λατρείας. Ο Μέγας Δημιουργός του σύμπαντος δεν μπορεί να περιορισθή μέσα σε άψυχα ανθρώπινα κτίρια, οσοδήποτε μεγαλοπρεπή και αν είναι. Ο Βασιλεύς Σολομών, τον καιρό της αφιερώσεως του ναού, που είχε οικοδομήσει στην Ιερουσαλήμ, προσηυχήθη: «Αλλά θέλει αληθώς κατοικήσει Θεός επί της γης; Ιδού, ο ουρανός και ο ουρανός των ουρανών δεν είναι ικανοί να σε χωρέσωσι· πόσον ολιγώτερον ο οίκος ούτος, τον οποίον ωκοδόμησα!» (1 Βασ. 8:27) Ο Σολομών σοφά ανεγνώρισε τη σχέσι του Θεού με τη γη και τα κτίρια.
Επί πλέον, μήπως δεν είναι καταφανές ότι πολλά θρησκευτικά ιδρύματα σήμερα έχουν απομακρυνθή από τη Γραφή και έχουν σε μεγάλο βαθμό κοσμικό φρόνημα, ακόμη δε και κέντρα προαγωγής κοινωνικών ή πολιτικών ζητημάτων; Πώς θα μπορούσε ένας να βρη τον Θεό πηγαίνοντας σ’ αυτά τα μέρη;
Μερικοί θρησκευτικοί ηγέται σήμερα σ’ αυτά τα ιδρύματα αρνούνται την ίδια την ύπαρξι του Θεού. Ένας σύγχρονος Ιουδαίος ραββίνος, προϊστάμενος μιας συναγωγής, με πολύ θράσος παραδέχεται ότι είναι άθεος. Είναι σε θέσι αυτός ο άνθρωπος να οδηγήση τους ενορίτας του στον αληθινό Θεό; Θα βρουν τον Θεό εκείνοι που πηγαίνουν στον τόπο όπου ασκεί τη λατρεία του αυτός ο ραββίνος; Ασφαλώς όχι.
Και πολλοί θρησκευτικοί ηγέται, μεταξύ αυτών Προτεστάνται και Καθολικοί, αρνούνται ότι η Γραφή είναι ο εμπνευσμένος Λόγος του Θεού. Μερικοί κληρικοί, επίσκοποι και άλλοι ιεράρχαι περιφρονούν την αφήγησι της Γραφής για τον Αδάμ και την Εύα, αμφισβητούν το Γραφικό υπόμνημα για τον Κατακλυσμό, χλευάζουν την «παρθενική γέννησι» του Ιησού Χριστού, την ανάστασί του από τους νεκρούς, και πολλά άλλα «που δεν έχουν τέλος.» Πώς μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να εμπνεύσουν πίστι ή και να ελκύσουν στον Θεό, όταν οι ίδιοι παραδέχωνται για τον εαυτό τους ότι δεν πιστεύουν στον Θεό ή στον Λόγο του;—Ιάκ. 3:11, 12.
Ο ΘΕΟΣ ΖΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΠΛΗΣΙΟΝ!
Εν τούτοις, ο απόστολος Παύλος με αναψυκτικό τρόπο μας βεβαιώνει ότι ο Θεός ζη, ότι «αυτός δίδει εις πάντας ζωήν και πνοήν και τα πάντα» και ότι «δεν είναι μακράν από ενός εκάστου ημών.» (Πράξ. 17:25, 27) Ναι, ο Θεός ζη, καθώς εδήλωσε ο προφήτης του: «Δεν είσαι συ απ’ αιώνος, Ιεχωβά Θεέ μου, ο Άγιός μου; Συ δεν αποθνήσκεις.» (Αββακ. 1:12, ΜΝΚ) Πόσο παράλογο είναι να δεχώμεθα από τον Θεό τον ήλιο, τη βροχή και τον αέρα που αναπνέομε και κατόπιν να λέμε ότι αυτός δεν υπάρχει ή είναι νεκρός! Αντιθέτως, θα έπρεπε να κάνωμε όπως είπε ο Ιησούς Χριστός: «Να γείνητε υιοί του Πατρός σας του εν τοις ουρανοίς, διότι αυτός ανατέλλει τον ήλιον αυτού . . . και βρέχει.» (Ματθ. 5:45) Και ο αληθινός Θεός όχι μόνο μας έχει δώσει ήλιο, βροχή, ζωή και πνοή, αλλά μας έχει δώσει τα πάντα. Ο Ιεχωβά ο Δημιουργός ζη και δεν είναι μακράν.
Αλλά πού είναι; Ο Ιησούς Χριστός είπε ότι είναι «εν τοις ουρανοίς.» Ώστε ο τόπος διαμονής του Θεού είναι στον ουρανό: «Ο ουρανός είναι θρόνος μου.» (Ματθ. 6:9· Ησ. 66:1) Ο Σολομών διεκήρυξε ότι ο Θεός είναι υπεράνω της γης, ότι ο ουρανός των ουρανών δεν είναι ικανός να Τον χωρέση. Πώς λοιπόν «δεν είναι μακράν από ενός εκάστου ημών», όπως είπε ο απόστολος;
Ο Θεός είναι πλησίον διότι μπορούμε ν’ αποκτήσωμε γνώσι γι’ αυτόν αμέσως, από τον Λόγο του, την Αγία Γραφή, το Μόνο Βιβλίο, μέσω του οποίου μπορούμε να τον γνωρίσωμε, με προοπτικήν αιωνίου ζωής. Εκεί μαθαίνομε γιατί η γη είναι γεμάτη από ουαί, γιατί και οι δούλοι ακόμη του Θεού διώκονται, και πότε αυτό θα λήξη.—Ιωάν. 17:3.
Ο Θεός είναι πλησίον διότι ο Θεός κατοικεί με το λαό του στη γη. Όχι ότι κατοικεί προσωπικώς μέσα σε άτομα. Πώς θα μπορούσε, εφόσον ο ουρανός των ουρανών δεν είναι ικανός να τον χωρέση; Αλλά μέσω του αγίου του πνεύματος ή αοράτου ενεργού δυνάμεώς του, ο Θεός τούς υποκινεί σε μια ζώσα ελπίδα και σε μια πορεία που είναι ευάρεστη σ’ αυτόν. Αυτός τους στηρίζει, όταν υφίστανται δοκιμασία. Ο απόστολος Παύλος αποκαλύπτει αυτό το γεγονός, με τα εξής λόγια: «Δεν εξεύρετε ότι είσθε ναός Θεού, και το πνεύμα του Θεού κατοικεί εν υμίν;» (1 Κορ. 3:16) «Διότι σεις είσθε ναός Θεού ζώντος, καθώς είπεν ο Θεός, “Ότι θέλω κατοικεί εν αυτοίς και περιπατεί· και θέλω είσθαι Θεός αυτών, και αυτοί θέλουσιν είσθαι λαός μου”.»—2 Κορ. 6:16.
Έτσι, μπορεί να λεχθή ότι ο τόπος κατοικήσεως του Θεού στη γη είναι, επίσης, μαζί με τον κεχρισμένο λαό του, τον λαό, ο οποίος έχει το πνεύμα του και παράγει την καρποφορία του πνεύματός του, η οποία «είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια.»—Γαλ. 5:22, 23.
Ώστε, αν ένας ενδιαφέρεται να γνωρίση πού είναι ο Θεός, το πρώτο που έχει να κάμη είναι να εξακριβώση ποιος είναι ο λαός του Θεού. Εκεί, μέσα στη ζωή τους, στο έργο τους, στη διαγωγή τους, θα βρήτε το πνεύμα του Θεού σε δράσι. Εκεί θα βρήτε τον Θεό.