Αίτιες για Εθνική Ευτυχία
1, 2. (α) Τι είναι εκείνο που δείχνει ότι η ευλογία του Ιεχωβά υπήρχε στο αναγεννημένο έθνος επί 600 και πλέον έτη μετά την αναγέννησί του; (β) Πώς ο Παύλος εβεβαίωσε ενώπιον του Αγρίππα ότι οι Ιουδαίοι στην εποχή του αποτελούσαν πράγματι ένα έθνος;
ΓΙΑ 605 και πλέον έτη ύστερ’ από μια τέτοια θαυματουργική αναγέννησι το 537 π.Χ. ο Ισραήλ συνέχισε την υπόστασί του. Στη διάρκεια της χρονικής περιόδου εκείνης ο Ιεχωβά Θεός έκρινε καλόν να στείλη και άλλους προφήτας προς αυτόν, και σχεδόν έως τέλους της περιόδου εκείνης το έθνος διατηρούσε μια μοναδική θέσι ευνοίας μαζί του. Εξακόσια σχεδόν έτη μετά την αναγέννησι του έθνους ένας περιτετμημένος Φαρισαίος που ωνομάζετο Σαούλ από την Ταρσό, από την φυλή Βενιαμίν, ανεκεφαλαίωσε τα προνόμια ευνοίας του έθνους, του οποίου λόγω γεννήσεως ήταν μέλος, λέγοντας: «Τις λοιπόν η υπεροχή του Ιουδαίου; ή τις η ωφέλεια της περιτομής; Πολλή κατά πάντα τρόπον. Πρώτον μεν, διότι εις τους Ιουδαίους ενεπιστεύθησαν τα λόγια του Θεού.» «Υπέρ των αδελφών μου, των κατά σάρκα συγγενών μου· οίτινες είναι Ισραηλίται, των οποίων είναι η υιοθεσία, και η δόξα, και αι διαθήκαι, και η νομοθεσία, και η λατρεία, και αι επαγγελίαι· των οποίων είναι οι πατέρες, και εκ των οποίων εγεννήθη ο Χριστός το κατά σάρκα.» (Ρωμ. 3:1, 2· 9:3-5) Τι λόγοι για ευτυχία!
2 Ομιλώντας για τον λαό του ως ένα «έθνος,» ο αυτός συγγραφεύς είπε στον Βασιλέα Αγρίππα στην πόλι Καισάρειαν: «Την εκ νεότητος λοιπόν ζωήν μου, την οποίαν απ’ αρχής έζησα μεταξύ του έθνους μου εν Ιερουσαλύμοις . . . κατά την ακριβεστάτην αίρεσιν της θρησκείας ημών έζησα Φαρισαίος. Και τώρα παρίσταμαι κρινόμενος δια την ελπίδα της επαγγελίας της γενομένης υπό του Θεού προς τους πατέρας ημών· εις την οποίαν το δωδεκάφυλον ημών γένος, λατρεύον εκτενώς τον Θεόν νύκτα και ημέραν. . . . Τι; απίστευτον κρίνεται εις εσάς, ότι ο Θεός ανιστά νεκρούς; . . . Ίσταμαι έως της ημέρας ταύτης, μαρτυρών προς μικρόν τε και μεγάλον, μη λέγων μηδέν εκτός των όσα ελάλησαν οι Προφήται και ο Μωυσής ότι έμελλον να γείνωσιν· ότι ο Χριστός έμελλε να πάθη, ότι πρώτος αναστάς εκ νεκρών μέλλει να κηρύξη φως εις τον λαόν και εις τα έθνη.»—Πράξ. 26:4-8, 22, 23.
3. Για ποιες αιτίες μπορούσε το αναγεννημένο έθνος του Ισραήλ να είναι ευτυχισμένο;
3 Συνεπώς μεγάλοι και πολλοί ήσαν οι λόγοι για να είναι μακάριον το αναγεννημένο έθνος του αρχαίου Ισραήλ. Αυτοί είχαν την αγνή λατρεία του μόνου ζώντος και αληθινού Θεού, Ιεχωβά, του Ζωοδότου των, και επροστατεύοντο επομένως απ’ Αυτόν κατά των πνευματικών δαιμόνων που ήσαν κάτω από «τον άρχοντα των δαιμονίων,» Σατανάν ή Διάβολον. Ο Ιεχωβά δεν ήταν μόνον Θεός των, αλλ’ επίσης και ο ουράνιος Κριτής των και Νομοθέτης. (Ησ. 33:22) Αυτοί ήσαν οι φυσικοί απόγονοι του φίλου του Ιεχωβά του Αβραάμ και του Ισαάκ του υιού του και του Ιακώβ του εγγόνου του και των δώδεκα υιών του Ιακώβ. Έτσι αυτοί όλοι ήσαν αλληλοσχετιζόμενοι κατά την σάρκα και επομένως ήσαν πράγματι μια μεγάλη οικογένεια ή έθνος από αδελφούς και αδελφές, αληθινά ένας «λαός,» ένα «έθνος.» Επειδή κατήγοντο κατ’ ευθείαν από τον Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, οι οποίοι όλοι είχαν την επαγγελία του Θεού, καθώς επίσης επειδή τους είχε λυτρώσει ο Ιεχωβά Θεός από τη δουλεία στη γη της Αιγύπτου, το έθνος αυτό ήταν η εκλεκτή του απόκτησις ή κληρονομία. Πραγματικά ανήκαν στον Ιεχωβά Θεό.
4. (α) Τι εσήμαινε γι’ αυτό το έθνος το ότι ήταν το «σπέρμα του Αβραάμ»; (β) Ποιες άλλες εξέχουσες ευλογίες επρόκειτο να έλθουν μέσω αυτού του έθνους, που θα εκορυφώνοντο σε ποιό γεγονός το 33 μ.Χ.;
4 Ήσαν κατ’ ευθείαν στη γραμμή για να γίνουν το «σπέρμα του Αβραάμ,» μέσω του οποίου όλα τα έθνη της γης θα ευλογούντο αιωνίως. (Γέν. 22:18· 26:2-5· 28:13, 14) Σ’ αυτούς μόνον είχαν εμπιστευθή τα ‘ιερά λόγια’ ή χρησμοί του Ιεχωβά Θεού, με το να έχουν τις Άγιες Γραφές του Νόμου και των προφητών και των Ψαλμών. Αυτοί είχαν την προνομιακή ευκαιρία να εκπαιδεύωνται σε όλα αυτά τα ιερά «λόγια του Θεού» με τις θαυμάσιες θείες επαγγελίες και ελπίδες που περιείχοντο σ’ αυτά. Μέσω του προφήτου Μωυσέως αυτοί ήσαν σ’ ένα εθνικό συμβόλαιο ή διαθήκη με τον Θεό των και μέσω της ειδικής διαθήκης του Θεού με τη βασιλική γραμμή του πιστού Βασιλέως Δαβίδ είχαν την υπόσχεσι του Θεού για μια αιώνια βασιλεία κάτω από τον Μεσσίαν του ή Χριστόν. Πράγματι, αυτός ο Μεσσίας ή Χριστός, είχε γίνει υπόσχεσις, ότι θα ήρχετο απ’ ευθείας προς αυτούς, με το να γεννηθή μέσα στο έθνος των. (Δαν. 9:24-26) Ο Μεσσίας, Βασιλεύς των, σύμφωνα με υπόσχεσι που είχε γίνει θα ήρχετο επί υποζυγίου προς την πρωτεύουσα πόλι των Ιερουσαλήμ, για να φέρη ειρήνη και σωτηρία σ’ αυτούς, (Ζαχ. 9:9) Σύμφωνα με την ιστορία, αυτός πράγματι έτσι ήλθε και στον ακριβή χρόνον, στο έτος 33 μ.Χ.—Ματθ. 21:1-14· Ιωάν. 12:12-18.
5. Ποιο τρομερό πράγμα συνέβη σ’ αυτό το έθνος το 70 μ.Χ., που εγείρει ποιες ενοχλητικές ερωτήσεις;
5 Παρά το γεγονός ότι αυτό το έθνος ήταν τόσο πολύ ευνοημένο κατά σάρκα, κατεστράφη κατά το θέρος του έτους 70 μ.Χ. Για δευτέρα φορά η πρωτεύουσα πόλις Ιερουσαλήμ κατεστράφη, ο πολύτιμος ναός της λατρείας της κατεδαφίσθη, και η γη της Ιουδαίας ερημώθη, αυτή τη φορά από τις στρατιωτικές λεγεώνες της Ρώμης. Οι Ιουδαίοι, που επέζησαν από αυτή τη συμφορά, απήχθησαν αιχμάλωτοι και επωλήθησαν ως δούλοι σε άλλα έθνη. Γιατί έγινε αυτό; Γιατί αυτό το έθνος Ισραήλ κατά σάρκα έφθασε σε μια τέτοια δυστυχία;
6. Ποια σχέσις υπήρχε μεταξύ της αιτίας για την πρώτη καταστροφή και για τη δευτέρα;
6 Γιατί η πρώτη εθνική συμφορά τέτοιου είδους επήλθε σ’ αυτούς; Αφού η ευτυχία του έθνους ωφείλετο στο γεγονός ότι είχαν τον Ιεχωβά ως Θεόν των, η συμφορά συνέβη επειδή αυτοί είχαν απομακρυνθή από τη λατρεία του Θεού αυτού, Ιεχωβά του Σωτήρος των, που τους ευλογούσε και ήταν Προστάτης των. Έτσι η δεύτερη συμφορά στο ίδιο έθνος ωφείλετο στην ίδια αιτία. Κάτω από την επιρροή ανθρωπίνων παραδόσεων και ενταλμάτων ανθρώπων, αυτοί εσκλήρυναν τις καρδιές τους με απιστία και απέρριψαν τα ιερά «λόγια του Θεού.» Ως σε ένα κρίσιμο αποκορύφωμα σ’ αυτή την πορεία, αυτοί αρνήθηκαν τον υποσχεμένο Μεσσία τον Υιό του Θεού. Έτσι έχασαν τη βάσι των για να είναι το «μακάριον» έθνος του Ιεχωβά.
7. (α) Ποιές κρίσιμες ερωτήσεις τίθενται τώρα; (β) Γιατί δεν υπάρχει ανάγκη ενός αναγεννημένου Έθνους φυσικών Ισραηλιτών;
7 Τώρα η κρίσιμος ερώτησις εγείρεται, Για την εκπλήρωσι των θείων επαγγελιών της Αγίας Βίβλου, πρέπει να λάβη χώραν πάλιν μια αναγέννησις αυτού του σαρκικού έθνους Ισραήλ, των φυσικών περιτετμημένων Ιουδαίων; Είναι η γέννησις της δημοκρατίας του Ισραήλ στις 15 Μαΐου 1948, η σύγχρονος εκπλήρωσις της προφητείας, και πρέπει η επαγγελία του Ιεχωβά, που είχε γίνει προς τον Αβραάμ σχετικώς με την ευλογία όλων των φυλών και εθνών της γης, να εκπληρωθή σ’ αυτή τη δημοκρατική Πολιτεία του Ισραήλ; Σύμφωνα με τις Άγιες Γραφές, η απάντησις είναι Όχι! Ουδεμία ανάγκη υπάρχει για μια τέτοια αναγέννησι του έθνους του φυσικού, περιτετμημένου Ισραήλ. Γιατί όχι; Επειδή τριάντα επτά έτη πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της στο έτος 70 μ.Χ. ο Ιεχωβά Θεός είχε ήδη παραγάγει το πραγματικό έθνος στο οποίον οι περαιτέρω προφητείες που περιλαμβάνονται στα ιερά «λόγια του Θεού» πρέπει να εκπληρωθούν προς όφελος όλου του ανθρωπίνου γένους, ζώντων και νεκρών.
Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΙΣΡΑΗΛ
8, 9. (α) Πότε έλαβε χώραν η γέννησις του πνευματικού Ισραήλ; (β) Αφηγηθήτε τα γεγονότα τα οποία συνέβησαν στην Ιερουσαλήμ από και μετά την είσοδο εντός της πόλεως του βασιλέως της Σιών, Χριστού Ιησού, σ’ εκπλήρωσι του εδαφίου Ζαχαρίας 9:9;
8 Η γέννησις αυτού του έθνους έλαβε χώραν στην Ιερουσαλήμ την 6η ημέρα του Σιβάν του έτους 33 μ.Χ., την ημέρα, την οποίαν οι φυσικοί περιτετμημένοι Ιουδαίοι ονομάζουν «Σαμπουώθ» (που σημαίνει «Εβδομάδες»), αλλά που οι Ελληνόφωνοι Ιουδαίοι ωνόμαζαν «Πεντηκοστή» (που σημαίνει «Πεντηκοστή Ημέρα»).
9 Σε αρμονία με τη σημασία του ονόματος Πεντηκοστή, η γέννησις εκείνου του έθνους έγινε την Πεντηκοστή ημέρα μετά την ανάστασι του Ιησού του Μεσσία ή Χριστού εκ νεκρών, από ένα τάφο πολύ πλησίον στην Ιερουσαλήμ. Αυτός ήταν ο Βασιλεύς της Σιών, ο οποίος είχε εισέλθει καθήμενος επί όνου στην Ιερουσαλήμ εις εκπλήρωσιν της προφητείας του Ζαχαρία 9:9, αλλά του οποίου μερικές ημέρες αργότερα οι άπιστοι θρησκευτικοί ηγέται της Ιερουσαλήμ επροκάλεσαν τον φόνο στα χέρια των Ρωμαίων στρατιωτών. Εν τούτοις, την τρίτη ημέρα από του θανάτου του, ο Παντοδύναμος Θεός Ιεχωβά ανέστησε αυτόν και εξύψωσε αυτόν σε ουράνια ζωή ως τον Μεσσίαν ή Χριστόν, τον αιώνιο Κληρονόμο στη Βασιλεία του Δαβίδ, με τον οποίον ο Θεός είχε συνάψει την διαθήκη της Βασιλείας. Πριν αναληφθή στον ουρανό, ο Ιησούς ο Μεσσίας ή Χριστός είπε στους πιστούς μαθητάς του να παραμείνουν στην Ιερουσαλήμ ωσότου το άγιο πνεύμα του Θεού εκχυθή επάνω των.—Πράξ. 1:1-15.
10. (α) Πώς εξεπληρώθησαν στην εορταστική ημέρα της Πεντηκοστής τα εδάφια Ιωήλ 2:28, 29, και τίνος απόδειξις ήταν αυτή η εκπλήρωσις; (β) Ποια πρωτοκάρπια προσέφερε τώρα ο Ιησούς Χριστός στον Ιεχωβά;
10 Οι μαθηταί έπρεπε να περιμένουν μόνο δέκα ημέρες από τότε, ως την εορτή της Πεντηκοστής. Εκείνη την ημέρα περίπου εκατόν είκοσι απ’ αυτούς συναθροίσθηκαν σ’ ένα ανώγειο της Ιερουσαλήμ. Όλως αιφνιδίως το άγιο πνεύμα του Θεού εξεχύθη επάνω τους, εις εκπλήρωσιν της προφητείας του Ιωήλ 2:28, 29. Εκτός από τον θόρυβον ως προερχόμενον από βίαιον άνεμον και τις γλώσσες πυρός που παρετηρήθησαν να επικάθηνται επάνω στις κεφαλές των, όλοι άρχισαν να ομιλούν σε ξένες γλώσσες τις οποίες δεν είχαν μάθει προηγουμένως. Αυτό ήταν απόδειξις ότι ο Ιησούς Χριστός είχε φθάσει στην ουράνια παρουσία του Θεού και είχε καθήσει τώρα στα δεξιά του Θεού ως ‘Κύριος και Χριστός.’ (Πράξ. 2:1-36) Εφόσον αυτή ήταν η προφητική ημέρα της Πεντηκοστής, οπότε ο αρχιερεύς του Ισραήλ στο ναό της Ιερουσαλήμ προσέφερε στον Θεό τα πρωτοκάρπια του θερισμού του σίτου, ο Ιησούς Χριστός ως Αρχιερεύς του Θεού προσέφερε στον Θεό πνευματικά πρωτοκάρπια. Ποια; Τη Χριστιανική εκκλησία όπως αντεπροσωπεύετο από εκείνους τους 120 μαθητάς τους συναθροισμένους την ημέρα εκείνη στην Ιερουσαλήμ. (Έξοδ. 34:22-24· Λευιτ. 23:15-21) Αυτοί απεκυήθησαν από το πνεύμα του Θεού για να είναι «απαρχή τις των κτισμάτων αυτού.»—Ιάκ. 1:18.
11. Πώς γνωρίζομε ότι αυτά τα γεγονότα εσημείωναν τη γέννησι ενός νέου έθνους, και τίνος τη θέσι έλαβε αυτό;
11 Με αυτόν τον τρόπο, την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ., εγεννήθη το νέον έθνος, με τον ουράνιον Κύριον Ιησούν Χριστόν ως τον Βασιλέα του. (Κολ. 1:13) Ο απόστολος Πέτρος, ο οποίος ήταν εκεί την ημέρα εκείνη και ο οποίος εξεφώνησε την εναρκτήριο ομιλία κάτω από την δύναμι του πνεύματος που είχε εκχυθή, το ονομάζει έθνος. Γράφοντας την πρώτη επιστολή του προς μέλη αυτής της από το πνεύμα αποκυημένης εκκλησίας, ο Πέτρος είπε: «Οίτινες [οι κατά σάρκα περιτετμημένοι Ιουδαίοι] προσκόπτουσιν εις τον λόγον, όντες απειθείς εις το οποίον και ήσαν προσδιορισμένοι. Σεις όμως είσθε «γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα, ΕΘΝΟΣ άγιον,» ΛΑΟΣ τον οποίον απέκτησεν ο Θεός, δια να εξαγγείλητε τας αρετάς εκείνου, όστις σας εκάλεσεν εκ του σκότους εις το θαυμαστόν αυτού φως.» (1 Πέτρ. 2:8, 9) Εφόσον ο Ιεχωβά Θεός απέρριψε το έθνος του φυσικού, περιτετμημένου Ισραήλ λόγω της από μέρους των απορρίψεως του Ιησού ως Χριστού και Κυρίου, αυτό το νέον Χριστιανικών έθνος έλαβε την θέσιν αυτού με τον Θεό.
12. Ύστερ’ από τα πρώτα τρία έτη και τέσσερες μήνες της υπάρξεως αυτού του έθνους, ποιοι άρχισαν να προσέρχωνται σ’ αυτό ως πολίται αυτού του έθνους;
12 Κατά τα πρώτα τρία έτη και τέσσερες μήνες της υπάρξεώς του, αυτό το «άγιον έθνος» απετελείτο αποκλειστικά από άτομα που ήσαν φυσικοί Ιουδαίοι ή άτομα που είχαν εξιουδαϊσθή και είχαν περιτμηθή και υιοθετηθή στον φυσικόν Ισραήλ, καλούμενοι «προσήλυτοι.» (Πράξ. 2:5-11, 33-42) Αλλά ενωρίς στις αρχές του φθινοπώρου του έτους 36 μ.Χ. ο Ιεχωβά Θεός άρχισε να μη δείχνη περαιτέρω μεροληψία στους περιτετμημένους Ιουδαίους και προσηλύτους, αλλ’ έστειλε τον απόστολο Πέτρο στην Καισάρεια για να προσηλυτίση τον Ιταλό εκατόνταρχο Κορνήλιο και τους θεοσεβείς φίλους του σε πίστι στον Ιησού ως τον Μεσσίαν ή Χριστόν του Ιεχωβά. Αυτοί οι Εθνικοί που επίστευαν έλαβαν έπειτα το άγιον πνεύμα από τον ουρανό και άρχισαν να προφητεύουν κάτω από την ενέργειά του επάνω των. (Πράξ. 10:1 έως 11:18) Από τότε κι εμπρός εκείνοι που ήσαν απερίτμητοι Εθνικοί και οι οποίοι έγιναν πιστοί στον Μεσσία του Ιεχωβά ελήφθησαν μέσα στο ‘άγιον έθνος,’ διευρύνοντας έτσι τον αριθμό των μελών του νέου αυτού έθνους, του Ισραήλ του Θεού.»—Γαλ. 6:16.
13. Δείξτε πώς ο Παύλος έβλεπε τους Εθνικούς πιστούς, οι οποίοι έγιναν πολίται αυτού του ‘αγίου έθνους’;
13 Όταν εξηγούσε ο απόστολος Παύλος ότι αυτοί οι Εθνικοί πιστοί έγιναν συμπολίται αυτού του ‘αγίου έθνους,’ έγραψε: «Σεις οι ποτέ εθνικοί κατά σάρκα, οι λεγόμενοι ακροβυστία υπό της λεγομένης περιτομής της χειροποίητου εν τη σαρκί· ότι ήσθε εν τω καιρώ εκείνω χωρίς Χριστού, απηλλοτριωμένοι από της πολιτείας του Ισραήλ, και ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας, ελπίδα μη έχοντες, και όντες εν τω κόσμω χωρίς Θεού· τώρα όμως δια του Ιησού Χριστού, σεις οι ποτέ όντες μακράν, εγείνετε πλησίον δια του αίματος του Χριστού. Διότι αυτός είναι η ειρήνη ημών, όστις έκαμε τα δύο έν, και έλυσε το μεσότοιχον του φραγμού . . . Και ελθών εκήρυξεν ευαγγέλιον ειρήνης εις εσάς τους μακράν, και εις τους πλησίον· διότι δι’ αυτού έχομεν αμφότεροι, την είσοδον προς τον Πατέρα δι’ ενός πνεύματος. Άρα λοιπόν δεν είσθε πλέον ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού, εποικοδομηθέντες επί το θεμέλιον των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού.»—Εφεσ. 2:11-20.
14. Ποιοι ήσαν οι δεσμοί οι οποίοι συνέδεαν αυτό το νέο έθνος μαζί, και πού ήταν το πολίτευμα των;
14 Εφόσον η φυλή και η εθνικότης ενός ατόμου κατά την σάρκα δεν προσδιόριζε πλέον ποιους ο Θεός μπορούσε να εισαγάγη μέσα στο νέο αυτό έθνος, οι δεσμοί που συνδέουν αυτά τα μέλη μαζί ως συμπολίτας του ενός έθνους ήσαν πνευματικοί. Αυτό ήταν ένα πνευματικό έθνος. Όχι μόνον είχαν χρισθή με το άγιο πνεύμα του Θεού για να κηρύξουν παντού το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού, αλλ’ επίσης απεκυήθησαν από το πνεύμα του Θεού για να είναι πνευματικά τέκνα του Θεού, με την ελπίδα και υπόσχεσι να γίνουν μέλη στην ουράνια βασιλεία του Θεού μαζί με τον Ιησού Χριστό. Γι’ αυτόν τον λόγο ο απόστολος Παύλος μπορούσε να τους γράψη και να πη: «Διότι το πολίτευμα ημών είναι εν ουρανοίς, οπόθεν και προσμένομεν Σωτήρα, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν.» (Φιλιππησ. 3:20) Αυτό το ‘άγιον έθνος,’ λοιπόν, είναι ο πνευματικός Ισραήλ του Θεού.
15. Γιατί δεν υπήρχε ανάγκη να δώση ο Ιεχωβά μια ακόμη αναγέννησι στον φυσικό Ισραήλ ύστερ’ από το 70 μ.Χ.;
15 Στο έτος 70 μ.Χ. τριάντα επτά έτη μετά τον θάνατον και την ανάστασι του Ιησού Χριστού, τα μέλη αυτού του πνευματικού έθνους Ισραήλ είχαν πολλαπλασιασθή κατά χιλιάδας εντός και εκτός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Συνεπώς, όταν οι Ρωμαϊκές λεγεώνες υπό τον Στρατηγόν Τίτον κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ και τον ναό της και ερήμωσαν τη γη της Ιουδαίας κι έτσι το έθνος του φυσικού, περιτετμημένου Ισραήλ κατεστράφη, δεν υπήρχε ανάγκη, για τον Ιεχωβά Θεό να δώση μια αναγέννησι σ’ εκείνο το απερριμμένο έθνος, είτε τότε στο παρελθόν, είτε σήμερα. Κατά την καταστροφή του Ιουδαϊκού έθνους το έτος 70 μ.Χ. ο Ιεχωβά Θεός είχε ήδη επί τριάντα επτά έτη το ‘άγιον έθνος’ του τού πνευματικού Ισραήλ.
16. Επάνω σε ποιους, λοιπόν, εκπληρώνονται οι προφητείες της Αγίας Γραφής σήμερα, και τι φέρνουν «το «έθνος, του οποίον ο Θεός είναι ο Ιεχωβά»;
16 Σ’ αυτόν τον πνευματικόν Ισραήλ και μέσω αυτού οι Βιβλικές προφητείες εξακολουθούν να εκπληρώνωνται, από τότε έως σήμερα. Ως αυτή την παρούσα ημέρα, οι φυσικοί, σαρκικοί Ιουδαίοι του κατεστραμμένου έθνους Ισραήλ επέζησαν, κι έτσι πόσο μάλλον δεν θα έπρεπε μέλη του αληθούς πνευματικού «Ισραήλ του Θεού» να έχουν επιζήσει ως σήμερα; Προς αίνον και δόξαν του Ιεχωβά Θεού και λόγω της προστασίας του και διαφυλάξεως, ένα υπόλοιπο αυτού του πνευματικού «Ισραήλ του Θεού» υπάρχει σήμερα, και αυτό λαμβάνει πείραν της ανεκφράστου μακαριότητος του ‘έθνους, του οποίου ο Θεός είναι ο Ιεχωβά.’—Ψαλμ. 33:12, ΜΝΚ· Γαλ. 6:16.
[Εικόνα στη σελίδα 117]
Την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ., εγεννήθη το νέον έθνος