Υμνολογία—Ένα Μέρος της Λατρείας Μας
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ της βασιλείας του Θεού, που φέρουν οι δούλοι του Ιεχωβά στους ανθρώπους της γης, χαρακτηρίζεται ως άσμα, και υπάρχει σοβαρός λόγος γι’ αυτό. Είναι ωραίο, αρμονικό και φέρνει παρηγοριά και χαρά στους ακροατάς, όπως ακριβώς συμβαίνει μ’ ένα κατά γράμμα άσμα. Πολύ κατάλληλα μας δίδεται επανειλημμένως εντολή να ψάλλωμε αυτό το άσμα, όπως στον Ψαλμό 96:1 και στο εδάφιο Ησαΐας 42:10 (ΜΝΚ): «Ψάλλετε εις τον Ιεχωβά άσμα νέον.»
Ως δούλοι του Ιεχωβά έχομε εντολή να ψάλλωμε όχι μόνο αυτό το αλληγορικό άσμα, αλλά μας γίνεται, επίσης, η ενθάρρυνσις να ψάλλωμε και κατά γράμμα άσματα αίνου ως μέρος της λατρείας μας. Και θα μπορούσε ορθώς να λεχθή ότι, απ’ όλους τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να λατρεύωμε και να αινούμε τον Ιεχωβά Θεό—την προσευχή, τις δημόσιες ομιλίες, τη διακονία μας του αγρού και την παραδειγματική διαγωγή μας—ένας από τους πιο ωραίους είναι αυτή η κατά γράμμα ψαλμωδία ασμάτων προς αίνον του Ιεχωβά.
Το να ψάλλωμε τέτοια άσματα, λοιπόν, αποτελεί μέρος της Χριστιανικής λατρείας προς τον Ιεχωβά Θεό. Ο Ιεχωβά ακούει αυτά τα άσματα, όπως ακριβώς εισακούει τις προσευχές μας. Η ψαλμωδία αυτών των ασμάτων προμηθεύει σ’ όλους ευκαιρία να συμμετέχουν μ’ ενεργό τρόπο στη λατρεία. Κατά το μέτρον που ασκούμε πλήρως αυτή τη μορφή της λατρείας μας, κατά το αυτό μέτρον θ’ απολαμβάνωμε χαρά και πνευματική εξύψωσι από το ότι το πράττομε.
ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ
Είναι πράγματι ενδιαφέρον να σημειώσωμε πόσο φιλόμουσος ήταν ο αρχαίος λαός του Θεού και τι εξέχον μέρος έπαιζε η μουσική στη λατρεία των. Ο ιστορικός της μουσικής Κουρτ Σαχς λέγει: «Ανάμεσα στα βιβλία του κόσμου, ελάχιστα αποδίδουν μεγαλύτερη σπουδαιότητα στην ιστορία της μουσικής από τη Βίβλο.» Το βιβλίο Όξφορντ Κομπάνιον του Μιούζικ λέγει ότι «σ’ όλη την αρχαία ιστορία του Ιουδαϊκού λαού . . . βλέπομε ότι η μουσική αναφέρεται με συχνότητα η οποία υπερβαίνει ίσως τη μνεία που γίνεται γι’ αυτήν στην ιστορία οποιουδήποτε άλλου λαού.» Και το Λεξικόν της Μουσικής και των Μουσικών υπό Γκροβς (στην Αγγλική), στον 4ο Τόμο, ερωτά: ‘Ήσαν οι Ιουδαίοι ένας ειδικά μουσικός λαός;’ Και απαντά: «Ναι. . . Ο Βασιλεύς Σενναχειρείμ απήτησε και έλαβε ως φόρον υποτελείας από τον Βασιλέα Εζεκία πολλούς Ιουδαίους μουσικούς, άνδρες και γυναίκες. Στη διάρκεια της εξορίας οι Βαβυλώνιοι απαιτούσαν από τους Ιουδαίους αιχμαλώτους των να τους διασκεδάζουν με τα άσματά των. Ο Ψαλμός 137 (ΜΝΚ) μάς αφήνει να εννοήσωμε ότι τα άσματα αυτών των εξορίστων ήσαν πρωτίστως ‘ωδαί της Σιών’ ‘ωδή του Ιεχωβά.’
Πόσο χαρακτηριστική είναι η νουθεσία: «Ψάλατε εις τον Θεόν, ψάλατε· ψάλατε εις τον Βασιλέα ημών, ψάλατε. Διότι Βασιλεύς πάσης της γης είναι ο Θεός· ψάλατε μετά συνέσεως.» (Ψαλμ. 47:6, 7) Η πρώτη ακριβώς αναγραφομένη περίπτωσις που οι Ισραηλίται αινούν τον Ιεχωβά με μελωδίες είναι μετά την απελευθέρωσί των από την Ερυθρά Θάλασσα. Πόσο θριαμβευτικά πρέπει να είχαν ψάλει αυτά τα λόγια! «Ας ψάλλω προς τον Ιεχωβά· διότι εδοξάσθη ενδόξως· τον ίππον και τον αναβάτην αυτού έρριψεν εις την θάλασσαν.»—Έξοδ. 15:1-21, ΜΝΚ.
Η φωνητική και η ενόργανος μουσική είχαν γίνει ένα εξέχον μέρος της λατρείας στο ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Βασιλεύς Δαβίδ είχε κάμει διευθέτησι ώστε 4.000 από ένα σύνολο 38.000 Λευιτών να ήσαν «υμνούντες τον Ιεχωβά.» (1 Χρον. 23:3, 5, ΜΝΚ.) Ιδιαιτέρως διεκρίνετο ο φωνητικός και ενόργανος αίνος του Ιεχωβά σε ειδικές περιπτώσεις, όπως όταν ο Δαβίδ μετέφερε την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ, όταν ο Σολομών αφιέρωσε τον ναό που είχε οικοδομήσει για τον Ιεχωβά, και όταν οι Ισραηλίται υπό τον Νεεμίαν είχαν εγκαινιάσει το τείχος της Ιερουσαλήμ που είχαν επανοικοδομήσει.—1 Χρον. 15:1-28· 2 Χρον. 5:11-14· Νεεμ. 12:27-30, 38-42.
ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ
Η υμνολογία ήταν, επίσης, μέρος της λατρείας στους αποστολικούς χρόνους. Για τον Ιησού είχε προλεχθή: «Θέλω απαγγείλει το όνομά σου προς τους αδελφούς μου, εν μέσω εκκλησίας θέλω σε υμνήσει.» (Εβρ. 2:12· Ψαλμ. 22:22) Στη διάρκεια του τελευταίου κανονικού εορτασμού του Πάσχα και ύστερ’ απ’ αυτόν ο Ιησούς και οι απόστολοί του έψαλαν μερικούς ύμνους ή ψαλμούς όπως ήταν τότε η συνήθεια. (Ματθ. 26:30) Ο απόστολος Παύλος μάς βοηθεί να εννοήσωμε ότι η υμνολογία ήταν ένα κανονικό μέρος της εκκλησιαστικής λατρείας, διότι λέγει: «Τι πρέπει λοιπόν; . . . θέλω ψάλλει με το πνεύμα [το χάρισμα του πνεύματος, ΜΝΚ],» δηλαδή, σε μια άγνωστη γλώσσα, «θέλω δε ψάλλει και με τον νουν.»—1 Κορ. 14:15, 16.
Ο Παύλος όχι μόνο έψαλλε ο ίδιος, αλλά παρότρυνε και τους Χριστιανούς να ψάλλουν: ‘Λαλείτε μεταξύ σας με ψαλμούς και ύμνους και ωδάς πνευματικάς, άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία υμών εις τον Ιεχωβά.’ ‘Διδάσκετε και νουθετείτε αλλήλους με ψαλμούς και ύμνους και ωδάς πνευματικάς, εν χάριτι ψάλλοντες εκ της καρδίας υμών προς τον Ιεχωβά.’—Εφεσ. 5:18-20, ΜΝΚ· Κολ. 3:16, ΜΝΚ.
ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ
Προσφέρει ο λαός του Ιεχωβά στη σύγχρονη εποχή αίνο στον Ιεχωβά και διδάσκουν και νουθετούν αλλήλους με ύμνους; Ναι, και γι’ αυτό τον σκοπό έχουν εκδώσει υμνολόγια από το 1879 ακόμη, το έτος που είχε εκδοθή το πρώτο ακριβώς τεύχος του περιοδικού Η Σκοπιά. Το πώς αινούν τον Θεό και προτρέπουν αλλήλους με ύμνους μπορεί να φανή από τα θέματα που βρίσκονται στο τελευταίο υμνολόγιό των Άδοντες και Ψάλλοντες εν τη Καρδία Υμών. Ανάμεσα σ’ αυτά υπάρχουν οι εξής: «Ο Ιεχωβά Εβασίλευσε!» «Ο Ιεχωβά Είναι Ο Ποιμήν Μου,» «’Κήρυξον τον Λόγον’!» «Απόδειξις Μαθητεύσεως.»
Εφόσον έτσι συμβαίνει, έπεται ότι, με το να ψάλλωμε τέτοιους ύμνους ως μέρος της λατρείας μας, δείχνομε, επίσης, υπακοή στην εξής εντολή του αποστόλου Παύλου: «Ας κρατώμεν την ομολογίαν της ελπίδος ασάλευτον . . . και ας φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα.» (Εβρ. 10:23, 24) Ναι, όταν ψάλλωμε ύμνους όπως «Είμεθα Μάρτυρες του Ιεχωβά» και «Η Χαρά της Αναστάσεως,» κάνομε δημοσία ομολογία της ελπίδος μας. Και όταν ψάλλωμε ύμνους όπως «Οφείλομε να Έχωμε την Πίστιν!» και «Οι Καρποί του Πνεύματος,» δεν προτρέπομε αλλήλους σε αγάπη και καλά έργα; Ασφαλώς!
Αν προσέχωμε τα λόγια αυτών των ύμνων, τα θέτωμε στην καρδιά μας και προσπαθούμε να ζούμε σύμφωνα με τα αισθήματα που εκφράζουν όσο καλύτερα μπορούμε, ποιο ακριβώς θα είναι το αποτέλεσμα; Αυτό θα μας βοηθήση ως λαό του Ιεχωβά να είμεθα ζηλωταί στη διακονία μας, να παράγωμε όλους τους καρπούς του πνεύματος, κι’ έτσι θα διάγωμε καλά μαζί με τους ομοίους μας Χριστιανούς καθώς και με τα μέλη των ιδικών μας οικογενειών. Τι ευλογία!
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Εφόσον αυτοί οι ύμνοι αποτελούν μέρος της λατρείας μας, θα έπρεπε να επιθυμούμε να τους ψάλλωμε όσο καλύτερα μπορούμε. Αυτό σημαίνει ότι είναι ανάγκη να κάνωμε σκέψεις επίσης και όσον αφορά τη μουσική των και τις μελωδίες των. Τι ακριβώς απαιτείται; Πριν απ’ όλα είναι το ζήτημα της εξοικειώσεως με τις μελωδίες. Μερικοί φαίνεται ότι δυσκολεύονται λίγο σ’ αυτό. Άλλοι έχουν περιωρισμένη μουσική ικανότητα και σε μερικά σπίτια δεν υπάρχει κανένα μουσικό όργανο για βοήθεια. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η Εταιρία Σκοπιά επρομήθευσε δίσκους των ύμνων. Με το ν’ αποκτήσουν μια σειρά αυτών των δίσκων και να τους παίζουν στα σπίτια των, να τους ακούουν προσεκτικά, όλοι αυτοί μπορούν να βοηθηθούν για να εξοικειωθούν με τις μελωδίες και να μαθαίνουν πώς ακριβώς πρέπει να ψάλλωνται.
Όταν εξοικειωθούμε με τις μελωδίες, τι άλλο απαιτείται; Ένα άλλο που απαιτείται για να ψάλλωνται αυτοί οι ύμνοι καλά είναι να προσέχη κανείς το ύφος με το οποίο πρέπει να ψάλλωνται. Για υποβοήθησι στον καθορισμό αυτού του σημείου, υπάρχει, στην αρχή κάθε ύμνου, ακριβώς επάνω από την πρώτη σειρά των μουσικών φθόγγων, μια λέξις ή φράσις που δείχνει πώς ακριβώς πρέπει να ερμηνευθή ο ύμνος· ευφρόσυνα ή με θέρμη, με σθένος ή τρυφερά, και άλλα. Το να προσέχωμε σ’ αυτές τις υποδείξεις θα μας βοηθήση ν’ αντιληφθούμε το ακριβές ύφος που ταιριάζει στους διαφόρους ύμνους έτσι ώστε να τους ψάλλωμε με το αίσθημα ή το πνεύμα που απαιτούν τόσο τα λόγια όσο και η μουσική.
Η εφαρμογή των αρχών που μαθαίνομε στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας θα μας βοηθήση, επίσης, πολύ στις προσπάθειές μας να ψάλλωμε καλά. Όπως ακριβώς συμβαίνει στη δημόσια ομιλία, έτσι και στην υμνολογία μια βασική απαίτησις είναι ο επαρκής όγκος της φωνής. Φυσικά, όλοι δεν μπορούν να υψώσουν τη φωνή των στον ίδιο βαθμό. Μερικοί έχουν εκ φύσεως χαμηλή φωνή, άλλοι πιθανόν να μη αισθάνονται καλά, άλλοι έχουν αδύνατη φωνή λόγω ηλικίας· και μερικοί ίσως δεν μπορούν να ψάλλουν καθόλου. Ο καθένας όμως μπορεί να έχη το πνεύμα των ύμνων στην καρδιά του και να το εκφράζη στο βαθμό που μπορεί.
Κατόπιν πάλι, στην εκπαίδευσί μας στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας μάς δίδεται η συμβουλή για ενθουσιασμό και για θέρμη αισθήματος. Αυτές οι ιδιότητες είναι ακόμη πιο σπουδαίες για να ψάλλωμε καλά τα άσματά μας αίνου προς τον Ιεχωβά. Έτσι επιθυμούμε να τα ψάλλωμε με πνεύμα και αίσθημα, ειδικά εκείνα που το ύφος των απαιτεί εγκαρδιότητα. Και όπως ο τονισμός των νοημάτων ενέχει σπουδαιότητα στην ομιλία, έτσι και η έντασις, δηλαδή, ο τονισμός του χρόνου, ενέχει σπουδαιότητα στην ψαλμωδία αν θέλωμε να είμεθα σύμφωνοι με το πνεύμα του ύμνου.
Πόσο κατάλληλο είναι να ψάλλωμε αίνους στον Ιεχωβά επειδή είναι τόσο θαυμαστός και στοργικός! Πόσο κατάλληλο είναι ότι διδάσκομε και νουθετούμε αλλήλους με ύμνους! Εξαιτίας του γεγονότος ότι η υμνολογία αποτελεί μέρος της λατρείας μας, όλοι μπορούν να έχουν ενεργό μέρος σ’ αυτήν, μολονότι όλοι δεν έχουν το προνόμιο να ομιλούν από το βήμα. Έτσι ας λάβωμε σοβαρά αυτό το μέρος της λατρείας μας, διότι ο Ιεχωβά ακούει όταν ψάλλωμε άσματα αίνου όπως ακριβώς ακούει τις προσευχές μας.
Και, επάνω απ’ όλα, ας προσέχωμε περισσότερο του συνήθους στις λέξεις. Διότι με τις λέξεις λατρεύομε τον Ιεχωβά Θεό, και προσφέρομε σ’ Αυτόν αίνο, και με τις λέξεις διδάσκομε και νουθετούμε αλλήλους. Αν πράγματι αναλάβωμε το μέρος της υμνολογίας στη λατρεία μας μ’ όλη την καρδιά μας, θα φέρωμε χαρά στον Ιεχωβά, τιμή στ’ όνομά του, και θα προσφέρωμε ενθάρρυνσι και ευτυχία σε άλλους καθώς και στον εαυτό μας. Ναι, «ψάλατε εις τον Θεόν, ψάλατε.»