‘Μη Δίδετε Διστακτικά’, Όταν Εκφράζετε Ευχαριστίες στον Θεόν
Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ του Ιεχωβά με τον λαόν του τού αρχαίου Ισραήλ παρουσιάζει άφθονα μαθήματα προς όφελος των Χριστιανών που ζουν σήμερα. «Δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν,» είναι ο τρόπος που το εξέφρασε αυτό ο Παύλος. (Ρωμ. 15:4) Έτσι, εξετάζοντας προσεκτικά τις λεπτομέρειες της Βιβλικής ιστορίας, μπορούμε ν’ αναμένωμε μ’ εμπιστοσύνη ν’ αποκομίσωμε βαθύτερη πνευματική κατανόησι του θελήματος του Θεού για τους λάτρεις του τώρα.
Παραδείγματος χάριν, ο Ιεχωβά ζητούσε από τον καθένα να φέρη τα πρωτοκάρπια των προϊόντων του στο ιερατείο Του στον κεντρικό τόπο λατρείας που είχε εγκαθιδρύσει αυτός. Σ’ αυτό περιελαμβάνοντο και τα πρωτοκάρπια της κοιλίας (ανθρώπων και ζώων), τα πρωτοκάρπια κάθε θερισμού της γης, μάλιστα δε και «το πρώτον του μαλλιού των προβάτων.» (Έξοδ. 22:29, 30· 23:19· Δευτ. 18:4) Αυτά τα πρωτοκάρπια ήσαν κάτι διαφορετικό από τα δέκατα των προϊόντων των που απαιτούσε ο Ιεχωβά για την υποστήριξι της καθαρής, ευπρόσδεκτης λατρείας.
Κάθε άρρεν πρωτότοκο που διάνοιγε τη μήτρα, μεταξύ ανθρώπων και ζώων, έπρεπε να αγιάζεται για τον Ιεχωβά. (Έξοδ. 13:2) Εν τούτοις, τα πρωτότοκα άρρενα των ανθρώπων και των ζώων, τα οποία δεν ήσαν ευπρόσδεκτα για θυσιαστική χρήσι, έπρεπε να εξαγοράζωνται από τον γονέα ή τον ιδιοκτήτη με την πληρωμή ενός ελαχίστου ποσού πέντε σίκλων αργυρίου, ή κάτι ολιγώτερο από $2,40 Ην. Πολ. Αμερικής. (Αριθμ. 18:15-17) Η αρχή που υποδεικνύεται εδώ διετυπώθη αργότερα σαφώς από τον Θεό μέσω του προφήτου του Ιεζεκιήλ: «Πάσαι αι ψυχαί είναι εμού.»—Ιεζ. 18:4.
Εξ άλλου, ο πρωτότοκος ταύρος ή αμνός ή τράγος δεν μπορούσε να εξαγορασθή έτσι ή να καταβληθή η αξία του. Το αίμα των έπρεπε να ραντισθή επί του θυσιαστηρίου. Το αίμα αυτών των ζώων αντιπροσώπευε το αίμα της ζωής του ανθρώπου Ιησού Χριστού, που προσεφέρθη οικειοθελώς ως θυσία για το αμαρτωλό ανθρώπινο γένος.—Εβρ. 9:6-14· Αποκάλ. 7:14.
ΟΧΙ ΩΡΙΣΜΕΝΗ ΠΟΣΟΤΗΣ
Όσον αφορά τα πρωτοκάρπια της γης, καθώς και το μαλλί από το πρώτο κούρευμα του ποιμνίου, είναι άξιο παρατηρήσεως ότι ο Ιεχωβά είχε αφήσει τον καθένα να καθορίση μόνος του την ποσότητα. Η ποσότης είχε αφεθή ακαθόριστη όπως ακριβώς στην περίπτωσι της υποχρεώσεως ν’ αφήνουν τις άκρες του θερισμού των για τον πτωχό.—Λευιτ. 19:9, 10.
Κάθε οικογένεια, κάθε άτομο που είχε ένα μέρος στη Θεόδοτη γη, ανεμένετο ότι θα φέρη ή θα στείλη αυτά τα πρωτοκάρπια ως αναγνώρισι του ότι όλα τα είχαν λάβει από τον Θεόν των. Επειδή η ποσότης είχε αφεθή στην κρίσι του καθενός, αυτό παρουσίαζε μια δοκιμασία της εκτιμήσεώς των. Εξακολουθούσαν να ενθυμούνται ότι ο Ιεχωβά ο Θεός των τους είχε απελευθερώσει από τη δουλεία στην Αίγυπτο; Ετηρούσαν στη μνήμη των ότι αυτός τους είχε δώσει γη με φρέατα που δεν είχαν σκάψει αυτοί, κήπους που δεν είχαν φυτεύσει, κάθε τι που ήταν απαραίτητο για τη σωματική ευεξία των;
Ναι, είχαν ένα γενναιόδωρο Θεό, ένα Θεό ο οποίος ενδιεφέρετο, επίσης, για την πνευματική των ευημερία, τη στάσι των απέναντι στην αληθινή λατρεία. Ο Ιεχωβά, αναφερόμενος στις προσφορές των πρωτοκαρπίων, τους προειδοποίησε μέσω του δούλου του Μωυσέως: «Τας απαρχάς του αλωνίου σου και του ληνού σου δεν θέλεις καθυστερήσει [δεν θέλεις δίδει μετά δισταγμού, ΜΝΚ].» (Έξοδ. 22:29) Δεν είχε σημασία η ποσότης που εδίδετο, αλλά μάλλον το πνεύμα με το οποίο εγίνετο η προσφορά του δώρου. Το να είναι διστακτικοί θ’ απεδείκνυε ίσως απώλεια της εκτιμήσεως εκ μέρους των, απώλεια εκτιμήσεως για όλα τα οφέλη που τους χορηγούσε ο Θεός.
ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΜΑΣ
Τι μπορούμε, λοιπόν, να σταχυολογήσουμε απ’ όλα αυτά, εμείς οι οποίοι δεν ζούμε κάτω από το Μωσαϊκό νόμο; Υπάρχει πλούτος πνευματικής σημασίας σ’ αυτό το ζήτημα των πρωτοκαρπίων της γης και της κοιλίας. Μήπως δεν λέγει ο απόστολος Παύλος ότι ο Χριστός Ιησούς στην ανάστασί του έγινε «απαρχή [εις τον Θεόν] των κεκοιμημένων»;—1 Κορ. 15:20.
Κατόπιν, σε μια επέκτασι της ιδίας σκέψεως, μαθαίνομε ότι οι δώδεκα φυλές του πνευματικού Ισραήλ, οι κεχρισμένοι ακόλουθοι του Χριστού, προορίζονται από τον Θεό ‘δια να είναι αυτοί απαρχή τις των [εξαγορασθέντων] κτισμάτων αυτού.’ (Ιακ. 1:18· Αποκάλ. 14:1-4) Αυτοί, παραμένοντας πιστοί μέχρι θανάτου, εγείρονται ως πνευματικά πλάσματα και δίδονται στον μέγαν Αρχιερέα του Θεού στους ουρανούς, τον Ιησού Χριστό, για ν’ αποτελέσουν ένα ιερατείο κάτω απ’ αυτόν, η αποδοχή από τον Θεό αυτών των πρωτοκαρπίων αποτελεί μια ισχυρή εγγύησι του ότι θα υπάρξη ένας χαρούμενος θερισμός, ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι θ’ απολαύσουν τελικά τις ευλογίες αιωνίας ζωής σε μια παραδεισιακή γη. Αυτοί θα είναι επίγειοι υπήκοοι της ουράνιας κυβερνήσεως με τον Χριστό και τους 144.000 ιερείς-βασιλείς του.
Και άλλα μαθήματα, επίσης μπορούμε να διδαχθούμε από τις προσφορές των πρωτοκαρπίων. Δεν αληθεύει ότι έχουν γίνει προμήθειες καθώς και μια οργάνωσις για αγνή λατρεία στη γη σήμερα; Ασφαλώς ναι. Μέσω αυτής της οργανώσεως έρχονται καλές πνευματικές προμήθειες. Έτσι είναι κατάλληλο αυτοί, οι οποίοι συμμετέχουν σ’ αυτή την πνευματική αφθονία, να εκφράζουν την ευγνωμοσύνη των μέσω των υλικών των πραγμάτων.
Σημειώστε ότι ο Ιεχωβά δεν έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις από τους λάτρεις του όσον αφορά αυτές τις εκφράσεις ευγνωμοσύνης. Για πολλούς μπορεί να γίνεται όπως και μ’ εκείνη την άπορη χήρα που παρετήρησε ο Ιησούς να ρίχνη τα δύο λεπτά της στο κυτίον εισφορών του ναού. (Μάρκ. 12:42) Δεν ήταν η χωρίς δισταγμό γενναιοδωρία της, η ειλικρινής επιθυμία της να εκφράση ευγνωμοσύνη στον Θεό, εκείνο που έκαμε εντύπωσι στον Ιησού;
ΚΑΤΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ
Μεταξύ των αρχαίων Ισραηλιτών η προσφορά των πρωτοτόκων και των πρωτοκαρπίων ήταν ένας αγιασμός αυτών των αντιπροσωπευτικών δώρων. Χωρίς αυτή την ένθερμη, την χωρίς δισταγμούς προσφορά αυτών των δώρων ενώπιον του Ιεχωβά, πώς μπορούσε να υπάρχη η προσδοκία της ευλογίας του Ιεχωβά επάνω στην υπόλοιπη οικογένεια ή στον θερισμό της συγκομιδής;
Οι θεοφοβούμενοι γονείς, όπως ήσαν οι γονείς του Σαμψών και του Σαμουήλ, όχι μόνο είχαν αναθρέψει τα τέκνα των «εν παιδεία και νουθεσία Ιεχωβά,» αλλά με χαρά, επίσης, προσέφεραν τον πρωτότοκο γυιο για μια ακόμη πιο άμεση υπηρεσία του Ιεχωβά.—Εφεσ. 6:4, ΜΝΚ.
Έχουν οι Χριστιανοί γονείς στην εποχή μας μικρότερη εκτίμησι; Όχι, διότι πολλοί γονείς εκτρέφουν όλα τα τέκνα των με συνέπεια για να γίνουν γνήσιοι λάτρεις του Ιεχωβά. Καλλιεργούν στις νεαρές διάνοιες των την επιθυμία να ετοιμάζωνται για μια μελλοντική ζωή αφοσιώσεως στον Θεό, για μια σταδιοδρομία, ίσως, ως ολοχρονίων κηρύκων του ευαγγελίου. Δεν είναι αυτός ένας θαυμάσιος τρόπος εφαρμογής του μαθήματος των τυπικών πρωτοκαρπίων;
Σήμερα, επίσης, οι Χριστιανοί λάτρεις του Ιεχωβά δείχνουν το ίδιο χωρίς δισταγμό πνεύμα στις οικονομικές προσφορές των για την προώθησι της αγνής λατρείας, προσφορές, οι οποίες αποκαλύπτουν την πεποίθησί των ότι όλα όσα έχουν είναι από τον Ιεχωβά και ανήκουν σ’ αυτόν. Ιδού μερικές κατάλληλες παρατηρήσεις που συνοδεύουν δώρα τα οποία ελήφθησαν είτε στα γραφεία της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά 124 Κολόμπια Χάιτς, Μπρούκλυν, Ν.Υ. 11201, ή σ’ ένα από τα πολλά γραφεία τμημάτων σ’ όλο τον κόσμο:
«Επειδή είμαι προχωρημένος στα χρόνια, δεν μπορώ να πάρω αυτά τα χρήματα μαζί όταν πεθάνω, και δεν μπορώ να φαντασθώ ένα οποιονδήποτε καλύτερο τρόπο να τα χρησιμοποιήσω από το να βοηθήσω να διακηρυχθή το Ευαγγέλιον της Βασιλείας.»
«Αισθανόμεθα μεγάλη ευτυχία και χαρά για όλα όσα μάς έχει δώσει ο Ιεχωβά. Όλοι εμείς που ευρισκόμεθα σ’ αυτό το τμήμα της χώρας, μολονότι είμεθα σε κάποια απόστασι από τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας, εκτιμούμε συνεχώς τη στενή επικοινωνία με τον Ιεχωβά μέσω της εκκλησίας του. Ειδικά έχομε αυτό το αίσθημα, όταν μπορούμε να συμμετέχωμε στην υποβοήθησι της επεκτάσεως της παγκοσμίου μαρτυρίας.»
Ο Δημιουργός γνωρίζει ότι τα πιο γενναιόδωρα ανθρώπινα πλάσματά του, που εκδηλώνουν τη μεγαλύτερη εκτίμησι, είναι, πράγματι, και τα πιο ευτυχισμένα πλάσματα, (Πράξ. 20:35) Γι’ αυτό ενσταλάζει αυτό το πνεύμα στα τέκνα του. Μας υπενθυμίζει να συνεχίζωμε ν’ αναπτύσσωμε αυτή την καλή ιδιότητα, όχι με συγκεκριμένες απαιτήσεις, αλλ’ αφήνοντας το ζήτημα σε μεγάλο βαθμό στις καρδιές μας. Πόσο αυτό το ζήτημα γίνεται σαφές σ’ εμάς! Παρατηρήστε απλώς αυτά τα λόγια του θεοπνεύστου αποστόλου:
«Ο σπείρων με φειδωλίαν, και με φειδωλίαν θέλει θερίσει· και ο σπείρων με αφθονίαν, και με αφθονίαν θέλει θερίσει. Έκαστος κατά την προαίρεσιν της καρδίας αυτού, ουχί με λύπην, ή εξ ανάγκης· διότι τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός. Δυνατός δε είναι ο Θεός να περισσεύση πάσαν χάριν εις εσάς, ώστε έχοντες πάντοτε εν παντί πάσαν αυτάρκειαν, να περισσεύητε εις παν έργον αγαθόν . . . . Πλουτιζόμενοι κατά πάντα εις πάσαν ελευθεριότητα, . . . Διότι η διακονία της υπηρεσίας ταύτης ουχί μόνον προσαναπληροί τας στερήσεις των αγίων, αλλά και περισσεύει δια πολλών ευχαριστιών προς τον Θεόν.»—2 Κορ. 9:6-12.