Σε Ποιον Ανήκετε;
1. (α) Πώς η «Νέα Ιερουσαλήμ» χρησιμοποιείται ως σύμβολο στην Αγία Γραφή; (β) Πώς το επιβεβαιώνουν αυτό και άλλες Γραφικές περικοπές;
ΜΟΛΟΝΟΤΙ η λύσις του επιμάχου ζητήματος συγκεντρώνεται στον Ιησού, ο Λόγος του Θεού τονίζει ότι και άλλοι θα είναι στενά συνδεδεμένοι συμμετέχοντας με την κεντρική αυτή μορφή. Στην προφητική όρασι του ‘νέου ουρανού και της νέας γης,’ ο Ιωάννης λέγει: «Και . . . είδον την πόλιν την αγίαν, την νέαν Ιερουσαλήμ, . . . ητοιμασμένην ως νύμφην κεκοσμημένην δια τον άνδρα αυτής.» Η ουράνια αυτή πόλις αποτελείται από τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας. Αυτοί συλλογικά αποτελούν «την νύμφην, του Αρνιού την γυναίκα,» δηλαδή τη νύμφη του Χριστού Ιησού. (Αποκάλ. 21:1, 2, 9) Αυτοί ανήκουν σ’ αυτόν. Ο Παύλος μίλησε γι’ αυτό, παρομοιάζοντας την ιδιότητα του συζύγου ως κεφαλής της συζύγου με την ιδιότητα του Χριστού ‘ως κεφαλής της εκκλησίας.’ Επίσης έγραψε: «Οι άνδρες, αγαπάτε τας γυναίκας σας, καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ αυτής.» Αυτά τα γραφικά εδάφια αποκαλύπτουν καθαρά τη Νέα Ιερουσαλήμ, και μιλούν για την κυριότητα που ασκείται με στοργικό τρόπο.—Εφεσ. 5:22-25· βλέπε επίσης 2 Κορινθίους 11:2.
2. (α) Τι σχόλια έκαμε ο Ιησούς απαντώντας στη δήλωσι του Πέτρου για την ταυτότητα του Ιησού; (β) Πώς ο Πέτρος προσδιώρισε την ταυτότητα της «πέτρας»;
2 Ο Ιησούς, όταν ήταν στη γη, γνωρίζοντας τον σκοπό του ουρανίου Πατρός του μίλησε γι’ αυτή την εκκλησία και εχαρακτήρισε τον εαυτό του ως οικοδόμον της. Σε μια περίπτωσι, αφού ρώτησε τους μαθητάς του για ποιον τον ενόμιζαν οι άλλοι, τους ρώτησε: «Σεις τίνα με λέγετε ότι είμαι;» Απαντώντας ο Πέτρος είπε: «Συ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος.» Ο Ιησούς, αφού είπε ότι αυτό είχε ιδιαίτερα αποκαλυφθή στον Πέτρο από τον Θεό, πρόσθεσε: «Επί ταύτης της πέτρας θέλω οικοδομήσει την εκκλησίαν μου.» (Ματθ. 16:13-18) Ο ίδιος ο Πέτρος, στην πρώτη του επιστολή, επεβεβαίωσε ότι ο Χριστός Ιησούς ήταν ο θεμέλιος λίθος πάνω στον οποίον εγίνετο η οικοδομή των Χριστιανών ως ‘ζώντων λίθων,’ όταν παρέθεσε από την προφητεία του Ησαΐα και είπε ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ‘λίθος ακρογωνιαίος, εκλεκτός, έντιμος.’—1 Πέτρ. 2:5, 6.
3. Κατά τον Πέτρο, ποιοι τελικά έγιναν «λαός τον οποίον απέκτησεν ο Θεός»;
3 Συνεχίζοντας ο Πέτρος εξήγησε ότι ο σαρκικός οίκος του Ισραήλ, που ήταν ιδιαίτερο απόκτημα του Θεού, κάτω από την επιρροή των ηγετών του, ή οικοδόμων, απαρνήθηκε τον Ιησού Χριστό ως τον Μεσσία του, όπως προελέχθη: «Ο λίθος τον οποίον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες, ούτος έγεινε κεφαλή γωνίας.» Ένεκα τούτου, ο Θεός απέρριψε τον σαρκικό εκείνο οίκο. Αντί τούτου, διώρισε τη Χριστιανική εκκλησία ως τον πνευματικό οίκο Ισραήλ για να είναι το εκλεκτό του απόκτημα, ένας «λαός τον οποίον απέκτησεν ο Θεός.» Επομένως, ενδιαφερόμεθα να μάθωμε πώς εκλέγονται τα μέλη του πνευματικού αυτού οίκου ή εκκλησίας. Ποιοι είναι οι όροι για να γίνη ένα άτομο μαθητής, και εφαρμόζονται οι ίδιοι αυτοί όροι σε όλους σήμερα όσοι επιζητούν να είναι ειλικρινείς ακόλουθοι του Ιησού;—1 Πέτρ. 2:7-10· Γαλ. 6:16.
ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΘΗΤΕΥΣΕΩΣ
4. Τι περιέλαβε ο Ιησούς στους όρους της ιδιότητος του μαθητού;
4 Ο Ιησούς, έχοντας υπ’ όψιν τα μελλοντικά μέλη αυτής της εκκλησίας, εμνημόνευσε τους όρους που συνδέονται με την ιδιότητα του μαθητού. Πρέπει να τηρούνται τρία πράγματα, όπως είπε ο Ιησούς: (1) «Ας απαρνηθή εαυτόν,» (2) «ας σηκώση τον σταυρόν αυτού» και (3) «ας με ακολουθή.» Προς καθοδηγίαν μας, πρόσθεσε και αυτά τα σχόλια: «Διότι όστις θέλει να σώση την ζωήν αυτού θέλει απολέσει αυτήν· και όστις απολέση την ζωήν αυτού ένεκεν εμού θέλει ευρεί αυτήν.»—Ματθ. 16:24, 25.
5. Ποιο ισχυρό νόημα έχει το ν’ απαρνηθή κανείς τον εαυτό του;
5 Το ν’ απαρνηθή κανείς τον εαυτό του έχει μεγάλη σημασία. Σημαίνει περισσότερα από απλή παράλειψι να ισχυρισθή κανείς ότι είναι κύριος του εαυτού του και των δικαιωμάτων του, παίρνοντας τη ζωή απλώς όπως την βρήκε. Σημαίνει περισσότερα από το ν’ αρνηθή κανείς στον εαυτό του ωρισμένα πράγματα, όπως τα θρησκευτικά σώματα συνιστούν, λόγου χάριν, μια εβδομάδα αυταπαρνήσεως. Το ν’ απαρνηθή σημαίνει ν’ απορρίψη κανείς την κυριότητα. Σ’ αυτή την περίπτωσι σημαίνει ν’ απορρίψη κανείς την κυριότητα του εαυτού του και να δώση αυτή την κυριότητα στον Ιεχωβά Θεό.
6. Τι υπονοείται με το να λάβετε τον σταυρό σας;
6 Το να λάβετε τον σταυρόν σας έχει επίσης μεγάλη σημασία. Μολονότι αυτό δεν έγινε κατά γράμμα όταν οι μαθηταί ακολουθούσαν τον Ιησού, εν τούτοις, αυτό καθαρά εδήλωνε μια πορεία που αναλαμβάνεται εθελουσίως και συνεπάγεται οδυνηρά παθήματα, ατίμωσι, αισχύνη και θάνατο. Αυτό θα το κατανοήσωμε πληρέστερα όταν το εξετάσωμε σε συσχετισμό με τους άλλους όρους του να γίνη κανείς μαθητής.
7, 8. Τι σημαίνει ν’ ακολουθή κανείς τον Ιησού συνεχώς, τι παράδειγμα έδωσε ο Ιησούς, και τι ερωτήματα εγείρονται;
7 Ο τελευταίος όρος που εμνημόνευσε ο Ιησούς ήταν ο όρος του να τον ακολουθή ο μαθητής συνεχώς. Μαθητής είναι εκείνος που διδάσκεται, που μαθαίνει. Εν τούτοις, είναι φανερό από τα λόγια του Ιησού ότι απαιτούσε όχι μόνον ν’ αποδειχθή κανείς και να πιστέψη, αυτά που εδίδασκε ο Ιησούς, αλλά και ολόκληρη η ζωή του ν’ ακολουθή το ίδιο παράδειγμα που έθεσε ο Ιησούς, συνεχώς και χωρίς διακοπή. Όπως είπε ο Ιησούς στην τελική του εντολή προς τους ακολούθους του: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε, . . . διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.» (Ματθ. 28:19, 20) Η κυρία έμφασις στο παράδειγμα που έθεσε ο Ιησούς τίθεται στο κήρυγμα και στη διδασκαλία των αγαθών νέων της Βασιλείας. Η αφήγησις τονίζει ότι οι άμεσοι μαθηταί του, και στην πραγματικότητα όλη η πρώτη Χριστιανική εκκλησία, ακολούθησαν στενά το ίδιο αυτό παράδειγμα. Αυτή ήταν η αιτία, εκτός από το ότι δεν αποτελούσαν μέρος του κόσμου, που έφερε επάνω τους το μίσος και την εναντίωσι του κόσμου, με αποτέλεσμα να φέρουν τον σταυρό τους.—Ιωάν. 15:19, 20· 17:14-18· Πράξ. 8:4.
8 Θα αποκτήσωμε μια βαθύτερη κατανόησι της σημασίας των όρων της μαθητεύσεως που μόλις αναφέραμε, όταν εξετάσωμε πώς και γιατί ο ίδιος ο Ιησούς έδωσε το παράδειγμα τηρώντας τους ιδίους όρους. Απαρνήθηκε τον εαυτό του και σήκωσε τον σταυρό του και τον έφερε συνεχώς; Έχασε την ψυχή του με κάποιον τρόπο;
9. Όπως περιγράφεται στα εδάφια Φιλιππησίους 2:5-8, πώς ο Ιησούς απαρνήθηκε τελείως τον εαυτό του;
9 Ήταν σαν να είχε αυτά ακριβώς τα ερωτήματα στο νου ο απόστολος Παύλος όταν έγραψε τα ακόλουθα στους Χριστιανούς των Φιλίππων: «Το αυτό δε φρόνημα έστω εν υμίν το οποίον ήτο και εν τω Χριστώ Ιησού· όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν· αλλ’ εαυτόν εκένωσε, λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους, και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού.» (Φιλιππ. 2:5-8) Κανείς δεν θα μπορούσε ν’ απαρνηθή τον εαυτό του πληρέστερα και ως το ανώτατο σημείο. Αν ανήκετε στον Χριστό Ιησού ως ένας από τους ακολούθους του, πρέπει να τηρήτε και να εκδηλώνετε το ίδιο αυτό φρόνημα.
10. Ποια άλλη σχετική πληροφορία δίδεται στο κεφάλαιον Ησαΐας 53;
10 Άλλα Γραφικά εδάφια το επιβεβαιώνουν αυτό και εξηγούν την αιτία για τα παθήματα και τον θάνατο που υπέστη ο Μεσσίας για να γίνη λυτρωτής του ανθρώπου. Παραδείγματος χάριν, ο προφήτης Ησαΐας έγραψε γι’ αυτόν: «Κατεφρονήθη, και ως ουδέν ελογίσθημεν αυτόν. Αυτός τωόντι τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη. . . . ο Ιεχωβά έθεσε επ’ αυτόν την ανομίαν πάντων ημών. Αυτός ήτο κατατεθλιμμένος και βεβασανισμένος. Διότι εσηκώθη από της γης των ζώντων . . . Αφού όμως δώσης την ψυχήν αυτού προσφοράν περί αμαρτίας, θέλει ιδεί έκγονα, θέλει μακρύνει τας ημέρας αυτού, και το θέλημα του Ιεχωβά θέλει ευοδωθή εν τη χειρί αυτού. Θέλει ιδεί τους καρπούς του πόνου της ψυχής αυτού και θέλει χορτασθή.»—Ησ. 53:3-12, ΜΝΚ.
11. Ως τελική έκβασις, ποια μεγαλειώδης αμοιβή δόθηκε στον Χριστό Ιησού από τον Ιεχωβά;
11 Η ανασκόπησις της πορείας που ακολούθησε ο Ιησούς με τόσο μεγάλη θυσία για τον εαυτό του δεν θα ήταν πλήρης χωρίς να ληφθή υπ’ όψιν η τελική έκβασις. Ο Ησαΐας, και προτού ακόμη γράψη τα ανωτέρω λόγια, ενεπνεύσθη να καταγράψη ότι είχε πει ο Θεός εν σχέσει με τον ερχόμενο Μεσσία: «Ιδού, ο δούλος μου θέλει ευοδωθή· θέλει υψωθή και δοξασθή και αναβή υψηλά σφόδρα.» (Ησ. 52:13) Αργότερα, ο Παύλος έγραψε στους Φιλιππησίους Χριστιανούς τα εξής για τον ίδιο αυτόν Μεσσία: «Διά τούτο και ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν, και εχάρισεν εις αυτόν όνομα το υπέρ παν όνομα· διά να κλίνη εις το όνομα του Ιησού παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθόνιων, και πάσα γλώσσα να ομολογήση ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος εις δόξαν Θεού Πατρός.» (Φιλιππ. 2:9-11) Ο Ιησούς, αφού εξέθεσε τους όρους της μαθητεύσεως, επεβεβαίωσε τη μελλοντική αυτή ενδόξασι, λέγοντας ότι «μέλλει ο Υιός του ανθρώπου να έλθη εν τη δόξη του Πατρός αυτού μετά των αγγέλων αυτού, και τότε θέλει αποδώσει εις έκαστον κατά την πράξιν αυτού.» (Ματθ. 16:27) Ο Παύλος μίλησε για «την ευδοκίαν αυτού (του Ιεχωβά), την οποία προέθετο εν εαυτώ, εις οικονομίαν του πληρώματος των καιρών, να συγκεφαλαιώση τα πάντα εν τω Χριστώ.» Στο σώμα των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά διακρίναμε αυτή την οικονομία, αυτόν τον τρόπο εκτελέσεως των πραγμάτων, που εξακολουθεί να λειτουργή μετά από δεκαεννέα αιώνες.—Εφεσ. 1:9, 10.
ΒΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ
12. (α) Με ποιον τρόπο δέχονται πολλοί τον Ιησούν ως Σωτήρα των; (β) Ποιος είναι ο μόνος ασφαλής οδηγός μας ως προς αυτό;
12 Ανήκετε σεις στον Ιησού και στον Πατέρα του τον Ιεχωβά; Ως μέλος της ανθρωπίνης οικογενείας αγορασμένος με τη λυτρωτική θυσία του Χριστού, είσθε απόκτημά των. (1 Τιμ. 2:5, 6) Μπορεί όμως και να μη το αναγνωρίζετε αυτό. Συγκριτικά λίγοι το αναγνωρίζουν. Πολλοί από τον Χριστιανικό κόσμο που ισχυρίζονται ότι αποτελούν μέλη μιας των εκκλησιών του λέγουν ότι δέχονται τον Κύριο Ιησού ως τον λυτρωτή των. Αλλά, εκτός από κάποια παρακολούθησι εκκλησιαστικής λειτουργίας και προσφορά οικονομικού βοηθήματος στην εκκλησία, δεν κάνουν τίποτε άλλο. Αυτοί μπορεί να επιβάλλουν στον εαυτό τους κανόνες καλής διαγωγής και να υποτάσσωνται σε ανθρώπινες εξουσίες και ανθρώπινες σχέσεις, αλλά δεν έχουν παραδώσει τον εαυτό τους στον Ιεχωβά και στον Χριστό Ιησού με το να εισέλθουν σε μια σαφή σχέσι με αυτούς. Το έχετε κάμει σεις αυτό; Ο Λόγος του Θεού δείχνει πώς μπορεί και πρέπει να γίνη αυτό, βήμα προς βήμα.
13. (α) Τι πρέπει ν’ αναγνωρίσετε πρώτον, και πώς πρέπει να το εκδηλώσετε αυτό; (β) Ποιο άλλο βήμα πρέπει να κάμετε, και πώς αυτό εκδηλώνεται;
13 Πρώτον, πρέπει ν’ αναγνωρίσετε ότι ως μέλος της ανθρωπίνης οικογενείας είσθε εκ φύσεως ατελής και αμαρτωλός. Έχετε κληρονομήσει αμαρτία και θάνατο. Δεν μπορείτε να σώσετε τον εαυτό σας απ’ αυτή την κατάστασι, ούτε και άλλος κανένας άνθρωπος μπορεί να το κάμη αυτό. Όπως εξετάσθηκε όμως ήδη, ο Λόγος του Θεού τονίζει ότι ο Θεός, η μόνη Πηγή της ζωής, έκαμε στοργική προμήθεια μέσω του Υιού του με την οποία μπορείτε να συμφιλιωθήτε μαζί του. Με το ν’ ανταποκριθήτε στην πρόσκλησί του μπορείτε να σωθήτε και να εισέλθετε στην αιώνια ζωή. Εκτιμώντας τούτο και υποκινούμενοι από τη συνείδησι, θα πρέπει να αισθανθήτε την ώθησι να κάμετε τα πρώτα δύο βήματα. Πρέπει να αισθανθήτε ειλικρινή και πραγματική λύπη και θλίψι για την προηγούμενη πορεία σας όταν ακολουθούσατε τις οδούς του κόσμου. Μολονότι ίσως δεν είσθε ένοχοι κάποιου πράγματος που θα μπορούσε να χαρακτηρισθή ως εγκληματικό, ωστόσο ήσαστε ευχαριστημένοι με τον τρόπο που ζούσατε, χωρίς να ενδιαφέρεσθε σχεδόν καθόλου για τις απαιτήσεις και τους κανόνες του Θεού. Αν σας επηρέαζε η θρησκεία, ίσως τώρα να κατανοήτε ότι σας είχε πραγματικά πλανήσει η ψευδής θρησκεία. Εκτός λοιπόν από το βήμα της μετανοίας, καταλαβαίνετε επίσης και αναγνωρίζετε την ανάγκη να κάμετε το βήμα της μεταστροφής. Δηλαδή, ν’ αλλάξετε τελείως την πορεία σας και να στρέψετε τα νώτα στην πορεία του κόσμου, όπως είπε ο Πέτρος στους Ιουδαίους των ημερών του: «Σώθητε από της διεστραμμένης ταύτης γενεάς.» «Μετανοήσατε λοιπόν και επιστρέψατε, διά να εξαλειφθώσιν οι αμαρτίαι σας.»—Πράξ. 2:40· 3:19.
14. Όταν μάθετε την άποψι του Θεού για την κατάστασι του κόσμου, πώς πρέπει να επηρεασθήτε;
14 Ασφαλώς τα δυο αυτά βήματα είναι αναγκαία και λογικά για να τα κάμετε. Ιδιαίτερα όταν μπορέσετε να κατανοήσετε πώς βλέπει ο Θεός το παρόν σύστημα πραγμάτων, που ‘φυλάττεται δια το πυρ εις την ημέραν της κρίσεως και της απωλείας των ασεβών ανθρώπων.’ (2 Πέτρ. 3:7) Υπάρχει όμως κι ένα τρίτο βήμα, που είναι επίσης λογικό και αποτελεί τη φυσική έκβασι των άλλων δύο. Η συνείδησις επίσης παίζει ένα ζωτικό ρόλο σ’ αυτό. Όταν ήσαστε στην οδόν του θανάτου, δούλος της αμαρτίας με τον θάνατο εν όψει, δεν είχατε αγαθή συνείδησι προς τον Θεό. Αλλά τώρα, αφού εμάθατε και εκτιμήσατε με πόσο μεγάλη θυσία ο Θεός και ο αγαπητός του Υιός έκαμαν δυνατόν να συμφιλιωθήτε μαζί τους, βλέπετε τον εαυτό σας κάτω από ένα πολύ διαφορετικό φως.—Ρωμ. 6:16· 5:6-8· 1 Ιωάν. 4:9.
15. (α) Ποια ζωτική απόφασι πρέπει τότε να λάβετε, και ποια ενέργεια σας υποκινεί να κάμετε; (β) Τι σημαίνει αυτό, και με ποια διαβεβαίωσι ότι θα γίνετε δεκτός;
15 Πάνω απ’ όλα, επιθυμείτε τώρα όχι μόνο την ευλογία του Θεού, αλλά και να συνάψετε και ν’ απολαύσετε μια στενή σχέσι μαζί του και μια καθαρή συνείδησι. Αποφασίζετε να δώσετε τον εαυτό σας σ’ αυτόν με ειλικρινή και ολόψυχη αφοσίωσι. Πρόκειται για μια διανοητική και εγκάρδια απόφασι. Αυτό είναι το βήμα της αφιερώσεως. Με θερμή προσευχή στον Θεό, μέσω του Ιησού Χριστού, του λέτε την απόφασι σας και τον παρακαλείτε να σας δεχθή με τους όρους του. Επειδή προσέρχεσθε σ’ αυτόν εμπιστευόμενοι στην αξία της θυσίας του Χριστού, έχετε τη διαβεβαίωσι ότι αυτός θα σας δεχθή. Αυτό σημαίνει επίσης ότι γίνεσθε μαθητής, ακόλουθος στα ίχνη του Ιησού Χριστού. Επειδή αυτός είναι όπως και ο Πατήρ, έχετε τη διαβεβαίωσι ότι και αυτός επίσης θα σας δεχθή ευχαρίστως. Όταν το σκέπτεσθε αυτό, κατανοείτε ότι υπάρχει και κάποιο άλλο πράγμα εκτός από την εσωτερική διανοητική απόφασι στην οποία ήδη έχετε φθάσει.—Ησ. 55:7· Ματθ. 11:28-30.
16. (α) Πώς ο Ιησούς συμβόλισε την παρουσίασι του εαυτού του να κάμη το θέλημα που ο Θεός προώρισε γι’ αυτόν ως άνθρωπο; (β) Πώς αυτό αποτελεί υπόδειγμα για σας, και ποια διαφορά πρέπει να έχετε υπ’ όψιν;
16 Ο Πέτρος έγραψε: ‘Ο Χριστός άφησε παράδειγμα εις υμάς διά να ακολουθήσετε τα ίχνη αυτού.’ (1 Πέτρ. 2:21) Το πρώτο και ορατό βήμα που έκαμε ο Ιησούς, όταν γνώρισε ότι ήταν ο ωρισμένος καιρός του Θεού, ήταν το εν ύδατι βάπτισμα από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Αυτό συμβόλιζε την παρουσίασι του εαυτού του να κάμη το θέλημα του Θεού όπως προελέχθη γι’ αυτόν στον Ψαλμό 40:6-8. (Βλέπε επίσης Εβραίους 10:5-10.) Ο Ιησούς δεν είχε αμαρτίες για τις οποίες να μετανοήση. Είχε αγαθή συνείδησι προς τον Θεό. Αλλά στη δική σας περίπτωσι, το βήμα του βαπτίσματος αποτελεί ένα εξωτερικό και δημόσιο σύμβολο της αφιερώσεώς σας να πράξετε το θέλημα του Θεού, και επειδή υπήρξατε δούλος της αμαρτίας, αποτελεί επίσης ‘αίτημα στον Θεό για αγαθή συνείδησι.’ Μολονότι είσθε ακόμη ατελείς, ‘τώρα παριστάνετε τα μέλη σας δούλα εις την δικαιοσύνην προς αγιασμόν.’—1 Πέτρ. 3:21-4:3· Ρωμ. 6:19.
17. Έχοντας υπ’ όψιν το εδάφιο 2 Κορινθίους 5:14, 15, πώς πρέπει να βλέπετε τα προαναφερθέντα βήματα;
17 Βλέποντας το ζήτημα με το κατάλληλο φως, πρέπει να αισθανθήτε την ανάγκη να κάμετε αυτά τα βήματα με μια στοργική και πρόθυμη ανταπόκρισι στη φιλάγαθη και στοργική πρόνοια του Θεού. Δεν τίθεσθε υπό πίεσιν, ούτε εξαναγκάζεσθε να το πράξετε αυτό. Αντιθέτως, πρέπει να το θεωρήσετε αυτό σαν ένα μεγάλο προνόμιο.—2 Κορ. 5:14, 15.
ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ
18. (α) Πώς έδειξε ο Ιησούς ότι η εντολή του στο κατά Ιωάννην 13:34 ήταν νέα εντολή; (β) Γιατί αποτελεί μεγάλο προνόμιο να επιδιώκωμε την ίδια πορεία που έλαβε και ο Ιησούς;
18 Η δεύτερη από τις δύο μεγάλες εντολές που δόθηκαν στον Ισραήλ, όπως συνοψίζονται από τον Ιησούν, ήταν αυτή: «Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.» (Ματθ. 22:39) Αλλά ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του: «Εντολήν καινήν σας δίδω, Να αγαπάτε αλλήλους, καθώς εγώ σας ηγάπησα και σεις να αγαπάτε αλλήλους. Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχητε αγάπην προς αλλήλους.» Αργότερα το ίδιο εκείνο βράδυ πρόσθεσε: «Μεγαλητέραν ταύτης αγάπην δεν έχει ουδείς, του να βάλη τις την ψυχήν αυτού υπέρ των φίλων αυτού.» (Ιωάν. 13:34· 15:13) Ο Ιησούς έκαμε αυτό ακριβώς το πράγμα. Απαρνήθηκε τον εαυτόν του. Δεν επεδίωξε να φύλαξη ή να σώση τη δική του ζωή για τον εαυτό του. Εκάλεσε και τους ακολούθους του να κάμουν το ίδιο. Γιατί; Διότι ήταν ο προεγνωσμένος σκοπός του Θεού, στο διάστημα που θα συνεχιζόταν η ανοχή του κακού, να δώση την ευκαιρία σε όποιον επιθυμούσε να ανταποκριθή στην πρόσκλησί του: «Υιέ μου, γίνου σοφός, και ευφραίνε την καρδίαν μου, διά να έχω τι να αποκρίνωμαι προς τον ονειδίζοντά με.» (Παροιμ. 27:11) Όπως εκτίθεται στην περίπτωσι του Ιώβ, ο Σατανάς ωνείδιζε τον Ιεχωβά λέγοντας ότι κανείς δεν θα κρατούσε την ακεραιότητά του προς τον Θεό παρά μόνον για ιδιοτελή λόγο, μόνον αν τον συνέφερε να το πράξη αυτό. (Ιώβ 1:9-11· 2:3-5) Με άλλα λόγια, κανείς δεν θα απαρνείτο εθελουσίως τον εαυτό του από αγάπη για τον Θεό. Ο Ιησούς, με πλήρη κατανόησι της καταστάσεως, εθελουσίως και ευχαρίστως επωφελήθηκε από την ευκαιρία για να λάβη αυτή την πορεία. Μέχρι σήμερα εκείνοι που γίνονται εθελουσίως μαθηταί του Ιησού αναλαμβάνουν μια όμοια πορεία. Πόσο θαυμαστό είναι το προνόμιό μας να λάβωμε ένα μικρό άλλα πραγματικό μέρος στην υπεράσπισι του ονόματος του Ιεχωβά! Προνόμιό μας είναι να συμβάλωμε στη μεγαλειώδη και πλήρη απάντησι που μπορεί να δώση ο Ιεχωβά στον αντίδικο και ονειδιστή του.
19. Ποιο προνόμιο και ποια απαίτησις τίθεται ενώπιον όλων μας στον παρόντα καιρό;
19 Το προνόμιο του να σηκώνωμε τον «σταυρό» ανήκει σε όλους τους Χριστιανούς μαθητάς, ενώ η ανοχή του κακού βρίσκεται στην τελευταία της φάσι, είτε η ελπίδα των για ζωή εν σχέσει με τη Βασιλεία είναι ουράνια είτε επίγεια. Και μετά τη ‘μεγάλη θλιψι’ θα ισχύη η αφιέρωσις, υποκινούμενη από την ίδια αγάπη όπως και τώρα, αλλά κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Θα υπάρχη η απαίτησις να δίνωμε ολόψυχη αφοσίωσι στον Ιεχωβά, αλλ’ όχι να φέρωμε «σταυρόν.»—Ησ. 25:8.
20. (α) Πώς θα τακτοποιηθή πραγματικά το επίμαχο ζήτημα της κυριότητος; (β) Ποια θέσι λαμβάνουν όλοι οι αληθινοί Χριστιανοί απέναντι της υπέρτατης εξουσίας του Ιεχωβά;
20 Έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε πώς θα πραγματοποιηθή η διευθέτησις του επιμάχου ζητήματος της κυριότητος που έχει ήδη εξασφαλισθή. Η διευθέτησις του επιμάχου ζητήματος πραγματικά θα καταδειχθή μετά τη μεγάλη θλίψι, οπότε ο Σατανάς και οι δαίμονες του θα ριφθούν στην άβυσσο, και το ζήτημα θα τακτοποιηθή αιώνια, όταν ο Σατανάς και οι δαίμονές του και εκείνοι που τάσσονται με αυτούς καταστραφούν για πάντα. Αλλά για το ότι αξίζει ο Ιεχωβά να είναι Κύριος, έχουν παρασχεθή άφθονες αποδείξεις από τους αληθινούς Χριστιανούς μαθητάς και από τον ίδιο τον Χριστό Ιησού, ότι αυτοί με χαρά αναγνωρίζουν την υπέρτατη εξουσία του Ιεχωβά και ότι, και αν ακόμη τους δοθή η ευκαιρία να εκλέξουν μια πορεία ανεξαρτησίας από τον Θεό, θα την απέρριπταν σταθερά.
21. Ποιο συγκινητικό έργο και λαμπρή προσδοκία είναι ενώπιόν μας;
21 Στη διάρκεια της χιλιετούς διακυβερνήσεως της Βασιλείας, δεν θα υπάρχη ωργανωμένη ή επίμονη πρόκλησις κατά της συνεχούς κυριότητος του Ιεχωβά. Αλλά το τεράστιο έργο που πρέπει να γίνη στη διάρκεια της περιόδου εκείνης, το έργο της εξαφανίσεως όλης της κακίας και της ερημώσεως που έγινε στη γη στα έξη χιλιάδες χρόνια της εξουσίας της αμαρτίας—αυτό θα αποτελή μια συγκινητική πρόκλησι. Όταν συμπληρωθή αυτό, τι θα γίνη; Όπως έγραψε ο Παύλος: «Ύστερον θέλει είσθαι το τέλος, όταν παραδώση την βασιλείαν εις τον Θεόν και Πατέρα, όταν καταργήση πάσαν αρχήν και πάσαν εξουσίαν. . . . τότε και αυτός ο Υιός θέλει υποταχθή εις τον υποτάξαντα εις αυτόν τα πάντα, διά να ήναι ο Θεός τα πάντα εν πάσι.» (1 Κορ. 15:24-28) Αφού συμπληρωθή η ενοποίησις όλου του ανθρωπίνου γένους, ο Χριστός θα παραδώση τη βασιλεία στον Πατέρα του, σε αναγνώρισι του γεγονότος ότι όλη η κτίσις αληθινά ανήκει στον Ιεχωβά. Με μια τέτοια προσδοκία παρακινούμεθα τώρα να ενωθούμε με αυτό το ουράνιο άσμα: «Άξιος είσαι, Ιεχωβά, να λάβης την δόξαν και την τιμήν και την δύναμιν, διότι συ έκτισας τα πάντα και διά το θέλημά σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν.»—Αποκάλ. 4:11, ΜΝΚ.
22. Πώς μπορεί και πρέπει ν’ απαντηθή το ερώτημα: Σε ποιον ανήκετε;
22 Σε ποιον ανήκετε; Έχετε ανταποκριθή σ’ αυτή τη στοργική πρόσκλησι ν’ αφιερωθήτε να πράξετε το θέλημα του Θεού όπως εκτίθεται στον Λόγο του; Αν όχι. μήπως υπάρχει κάποια ιδιοτελής σκέψις ή επιθυμία που σας συγκρατεί; Μιλώντας ως πρέσβεις ‘υπέρ του Χριστού, δεόμεθα, Διαλλάγητε προς τον Θεόν.’ Να ανήκετε σ’ αυτόν. Να εισέλθετε σε στενή σχέσι μαζί του και ν’ απολαύσετε τη στενή φιλία με αυτόν. Απολαύσατε το αίσθημα της κοινής κυριότητος, κάνοντας αυτόν δικό σας Θεό, και κάνοντας τον εαυτό σας έναν από τους αφοσιωμένους δούλους του.—2 Κορ. 5:20· Μιχ. 4:5· Ιωάν. 15:15· Αποκάλ. 21:3.