Μια Ματιά στις Ειδήσεις
Αντίθεσις Μεταξύ Λόγων και Γεγονότων
● «Ούτε η βία ούτε η επανάστασις ούτε η αποικιοκρατία οποιασδήποτε μορφής θα χρησιμεύσουν ως μέθοδοι της ευαγγελικής δράσεως της εκκλησίας.» Έτσι είπε ο Πάπας Παύλος ο ΣΤ’ στην ομιλία του στη Σύνοδο των Επισκόπων που συνήλθε στη Ρώμη για να εξετάση τον «Ευαγγελισμό στον Σύγχρονο Κόσμο.» Πόσο καλά ευθυγραμμίζονται αυτά τα λόγια με την ιστορία της Εκκλησίας;
Όπως παρετήρησε το Ιησουίτικο εβδομαδιαίο περιοδικό «Αμέρικα» (τεύχος 12 Οκτωβρίου 1974), έρχονται σαφώς σε αντίθεσι με την εγκύκλιο του Πάπα Παύλου του ΣΤ’ του έτους 1967 («Ποπουλόρουμ Προγκρέσσιο» [«Η Εξέλιξις των Λαών]) στην οποία άφηνε να υπονοηθή ότι «οι επαναστατικές εξεγέρσεις» είναι δικαιολογημένες σε καταστάσεις «όπου ασκείται μακροχρόνιος τυραννία.» Οι Επαναστατικοί Καθολικοί της Λατινικής Αμερικής και άλλων περιφερειών εξέλαβαν αυτή τη δήλωσι ως σιωπηρή επιδοκιμασία των προσπαθειών των να ανατρέψουν καθεστώτα που θεωρούνται ως τυραννικά. Μήπως έγινε τώρα διόρθωσις της «αλάνθαστης» εγκυκλίου;
Η μακραίωνη ιστορία της «ευαγγελικής δράσεως» της Εκκλησίας παρέχει την πιο αξιόλογη αντίθεσι στα λόγια του Πάπα Παύλου ΣΤ’. Διότι είναι βαριά στιγματισμένη με βιαιοπραγίες—στις αιμοσταγείς σταυροφορίες της, στην Ιερά Εξέτασί της και στα ομαδικά βαπτίσματα ιθαγενών που αντιμετώπιζαν τον θάνατο αν ηρνούντο την Εκκλησιαστική σφραγίδα της Χριστιανοσύνης. Η αποικιοκρατία προφανώς χρησιμοποιήθηκε από την εκκλησία για να θέση υπό τον έλεγχό της απέραντες εκτάσεις της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής.
Δικαιολογημένα, το άρθρο του περιοδικού «Αμέρικα» έθετε το ερώτημα μήπως «η ίδια η Εκκλησία αποτελεί, σε ωρισμένες περιστάσεις, εμπόδιο μάλλον παρά βοήθεια για τον ευαγγελισμό ή τη διάδοσι της Βασιλείας.»
Η Ζωή δεν είναι «Χημικό Τυχαίο Γεγονός»
● Μια επιστολή από έναν Καναδό αναγνώστη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Σάιανς Ντάιτζεστ» στο τεύχος του Οκτωβρίου εξήταζε το θέμα περί «εξελίξεως της ζωής.» Στο φως των νέων ανακαλύψεων της μοριακής βιολογίας, έλεγε ο επιστολογράφος, «η πιθανότης ότι η ζωή άρχισε ως τυχαίο γεγονός γίνεται ακόμη πιο μακρυνή, αν όχι αδύνατη.»
Δηλαδή, αυτός τονίζει ότι—ακόμη και αν υποθέσωμε ότι η «πρωτόγονη» γη είχε ιδεώδεις συνθήκες με μια αφθονία ζωτικών αμινοξέων και ότι κάθε μόριον αζώτου και άνθρακος στη γη αποτελούσε μέρος ενός περισσότερον περίπλοκου μορίου και ότι ακόμη αυτά τα μόρια εσχημάτιζαν νέες συνθέσεις με τον γοργώτερο ρυθμό που είναι γνωστός στη χημεία—και με όλ’ αυτά ακόμη, η επιστήμη των μαθηματικών πιθανοτήτων καταδεικνύει ότι «τυχαίως κανένα αναγνωρισμένο μόριο δεσοξυριβονουκλεϊνικού οξέος (DNA [του δομικού υλικού των ζώντων πλασμάτων]) δεν θα μπορούσε να σχηματισθή, ακόμη και στα δισεκατομμύρια χρόνια που αποδίδουν συνήθως σ’ αυτή την επεξεργασία. Ούτε ακόμη και νέφη αερίου ή σκόνης του έξω διαστήματος με μάζα εικοσαπλάσια του ηλίου δεν θα επαρκούσαν. Λάβετε επίσης υπ’ όψιν ότι, όχι ένα, αλλά τετράκις εκατομμύρια μόρια ενός τύπου του DNA χρειάζονται για ένα ζώντα οργανισμό. Αυτά τα μόρια προφανώς πρέπει να είναι στον ίδιο χώρο και στον ίδιο χρόνο.» Ποιο είναι το συμπέρασμά του; «Η χημική εξέλιξις της ζωής και η εξωγήινη ζωή δεν είναι αληθινές επιστήμες.»