Υποστηρίζοντας την Αλήθεια και τη Βασιλεία του Θεού
Αφήγησις υπό Όσκαρ Χόφφμαν
ΓΕΡΜΑΝΙΑ, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, Γιουγκοσλαβία, Ελβετία, Λίχτενσταϊν—αυτές είναι οι χώρες στις οποίες είχα το προνόμιο να υποστηρίξω την αλήθεια και τη βασιλεία του Θεού. Η ζωή μου στην υπηρεσία του Θεού σε διάφορες χώρες άρχισε το 1930, όταν ήμουν είκοσι έξη ετών. Τότε απεφάσισα ν’ αφιερώσω τον χρόνο μου στην υποστήριξι της βασιλείας του Θεού, και ποτέ ούτε για μια στιγμή δεν αμφέβαλα στον λόγο του Ιεχωβά ότι θα φροντίση για μένα αν έθετα τα συμφέροντα της Βασιλείας πρώτα στη ζωή μου.—Ματθ. 6:33.
Μετά τη συνέλευσι του λαού του Ιεχωβά στο Βερολίνο, το 1931, απεφάσισα να εισέλθω στο ολοχρόνιο έργο κηρύγματος, κάτω από τη διεύθυνσι της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά. Μετά από τρεις περίπου μήνες κηρύγματος στη Γερμανία, μου εδόθη ένας νέος διορισμός.
Το προνόμιό μου ήταν να μεταβώ στην Πράγα της Τσεχοσλοβακίας, για να μεταδώσω εκεί την αλήθεια του Θεού στους πράους. Αν και δεν γνώριζα τη γλώσσα της χώρας, καθημερινώς επισκεπτόμουν τους ανθρώπους στα σπίτια τους. Για να τους βοηθήσω να καταλάβουν γιατί τους επισκεπτόμουν, ζητούσα απ’ αυτούς να διαβάσουν μια «κάρτα μαρτυρίας,» η οποία περιείχε μια σύντομη τυπωμένη ομιλία στη γλώσσα τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο διετίθεντο χιλιάδες Βιβλικές εκδόσεις στα χέρια των Τσέχων.
Μετά από ένα έτος στην Πράγα, μεταφέρθηκα στη Μποέμιαν-Μπούντβαϊς, μια περιοχή στην οποία σε κάποιο βαθμό μιλούσαν ακόμη τα Γερμανικά. Κάλυπτα αυτόν τον τομέα με το ποδήλατο. Δεν ήταν δύσκολο να βρη κανείς ένα μέρος να κοιμηθή, εφόσον οι Τσέχοι ήσαν φιλόξενοι και πολλοί απελάμβαναν ν’ ακούνε το άγγελμα της Βασιλείας.
Αλλά το Βιβλικό εκπαιδευτικό έργο μας δεν ήταν χωρίς εναντίωσι. Μια μέρα με συνέλαβαν και ψευδώς με κατηγόρησαν για κατασκοπεία. Σε μια περίπτωσι, όταν μου επετράπη να κάμω ένα μπάνιο, ήταν ένας άλλος κρατούμενος σε απόστασι που μπορούσε να μιλήση κανείς. Με ρώτησε γιατί ήμουν στη φυλακή. Απάντησα: «Γνωρίζεις τους μάρτυρας του Ιεχωβά;» «Ναι,» απάντησε, «ποτέ δεν θα εξαλείψουν αυτούς τους ανθρώπους!» Αυτό ήταν όλο που είπε, αλλά πόσο αληθινό ήταν!
Μετά από μια δικαστική διαδικασία αθωώθηκα. Εν τούτοις, μετά από λίγο με συνέλαβαν πάλι, μαζί με έναν άλλο Μάρτυρα, και μας έβαλαν σ’ ένα κελλί που φαίνεται ότι ήταν αχρησιμοποίητο από πολύν καιρό. Ενώ καθόμαστε στα ξύλινα κρεββάτια μας με τα ρούχα της φυλακής, ξαφνικά τα ρούχα μας μαύρισαν με μια μάζα από ψύλλους που κόλλησαν επάνω μας. Χτυπήσαμε δυνατά την πόρτα του κελλιού, και όταν ο φύλακας είδε την κατάστασί μας μάς έβγαλε έξω.
Ήδη η άδεια παραμονής μου στην Τσεχοσλοβακία έληγε, κι έτσι με μετέφεραν στα σύνορα της Γερμανίας. Αυτό συνέβη τον Φεβρουάριο του 1934.
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΙΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΟΥΓΓΑΡΙΑ
Η επιθυμία της καρδιάς μου ήταν να κηρύξω την αλήθεια του Θεού οπουδήποτε μπορούσα. Έγραψα, λοιπόν, στο γραφείο του τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στο Μαγδεμβούργο και έλαβα είδησι να πάω στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας και να συναντήσω τους υμνητάς του Ιεχωβά εκεί. Αυτή ήταν πράγματι καλή είδησις.
Αν και δεν είχα ακούσει ποτέ στη ζωή μου την Ουγγρική γλώσσα, επισκεπτόμουν τους οικοδεσπότας με μια κάρτα μαρτυρίας. Εκτός από τα βιβλιάρια και τα περιοδικά με Γραφικά θέματα, άφηνα τα Γραφικά βοηθήματα μελέτης Δημιουργία, Καταλλαγή και Ιεχωβά σε πολλούς ενδιαφερομένους ανθρώπους. Ως αλλοδαπός μπορούσα να παραμείνω στη χώρα μόνο ένα περιωρισμένο διάστημα χρόνου. Κατόπιν έπρεπε να περάσω τα σύνορα και να ξαναμπώ για μια άλλη χρονική περίοδο. Έτσι κήρυξα δύο χρόνια σ’ αυτή την αξιαγάπητη πόλι μέσα από την οποία ρέει ο ποταμός Δούναβις. Εδώ νυμφεύθηκα μια Χριστιανή αδελφή που ήταν στο ολοχρόνιο έργο κηρύγματος κι έγινε πιστή σύζυγος και σύντροφός μου στην υποστήριξι της αληθείας του Θεού.
ΔΙΑΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΓΙΟΥΓΚΟΥΣΛΑΒΙΑ
Ακριβώς πριν από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο είχα το προνόμιο να πάω στη Γιουγκοσλαβία. Η σύζυγος μου κι εγώ ταξιδεύαμε ελεύθερα σ’ όλη τη Γιουγκοσλαβία με ποδήλατα ως μεταφορικό μέσον μας. Πάλι χρησιμοποιούσαμε κάρτες μαρτυρίας για να εξηγήσωμε στους ανθρώπους γιατί τους επισκεπτόμαστε στα σπίτια τους. Οι άνθρωποι ήσαν πτωχοί και συχνά τους δίναμε Γραφικά έντυπα με τρόφιμα ως αντάλλαγμα. Συχνά μας φιλοξενούσαν για ύπνο επάνω στο σκληρό τους πάτωμα, ή κοιμόμαστε πάνω σε σανό ή άχυρο. Οι ιερείς μερικές φορές προσπαθούσαν να στρέψουν τους ανθρώπους εναντίον μας, αλλά, στο σύνολο, άρεσε στους ανθρώπους ν’ ακούνε για τη βασιλεία του Θεού.
Στο Ζάγκρεμπ, την πρωτεύουσα της Κροατίας, μια δασκάλα της γυμναστικής δέχθηκε την αλήθεια του Θεού και θέλησε να βαπτισθή. Ένας άλλος Μάρτυς κι εγώ την βαπτίσαμε σε μια μπανιέρα. Όταν παρακολούθησα τη Χριστιανική μας συνέλευσι στο Γκρατς της Αυστρίας το 1971—τριάντα τρία χρόνια αργότερα—πόσο χάρηκα όταν την ξαναείδα!
Με τον καιρό οι Γιουγκοσλαβικές αρχές δεν ήθελαν να κηρύττωμε τη βασιλεία του Θεού στη χώρα τους κι έτσι μας απήλασαν. Εν συνεχεία πήγαμε στην Ελβετία.
ΕΞΑΠΛΩΣΙΣ ΤΩΝ ΣΠΟΡΩΝ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ
Ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν τώρα στο κορύφωμά του και έλαβα κλήσι από την Γερμανική Πρεσβεία στη Γενεύη να ενωθώ με τον Ναζιστικό στρατό. Τους πληροφόρησα ότι δεν θα μπορούσα να λάβω μέρος σ’ αυτόν τον πόλεμο λόγω της Χριστιανικής μου συνειδήσεως κι επομένως δεν θα παρουσιαζόμουν για στρατολογία. Οι Ναζί απήντησαν σ’ αυτό με το να μου αφαιρέσουν τη Γερμανική μου υπηκοότητα.
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Ελβετικές αρχές με ενεθάρρυναν να προσπαθήσω να πάρω έγκυρα Γερμανικά έγγραφα πάλι. Η αίτησις στις Γερμανικές αρχές εγκρίθηκε και αποκαταστάθηκε η Γερμανική μου υπηκοότης.
Τον Δεκέμβριο του 1949 φθάσαμε στο Ίντερλακεν για να υπηρετήσωμε ως ειδικοί σκαπανείς, δηλαδή ολοχρόνιοι κήρυκες του Λόγου του Θεού. Υπήρχε μόνον ένας μικρός όμιλος Μαρτύρων εδώ· συναθροίζοντο σ’ ένα δωμάτιο του Ξενοδοχείου Γκότχαρντ. Μας άρεσε πάρα πολύ να κηρύττωμε τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού σ’ αυτόν τον αλπινικό τομέα.
Το ποδήλατο πάλι ήταν το μέσον για να φθάσουμε στα ορεινά χωριά. Με πολύ ζήλο σκορπίζαμε τους σπόρους της Βιβλικής αληθείας σε τοποθεσίες όπως είναι το Γρίντελβαλντ, το Λάουτερμπρουννεν, το Στέκελμπεργκ, μέχρι το τέλος της λίμνης Μπρηντς. Εκτός από τα αναρίθμητα περιοδικά και βιβλιάρια, διαθέσαμε περισσότερα από 1.500 δεμένα βιβλία στους ανθρώπους, σε μια περίοδο τεσσεράμισυ περίπου ετών.
Μια αλλαγή ήλθε όταν το γραφείο του τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά υπέδειξε να πάμε στην πεδιάδα του Ρήνου στο καντόνι Σαιντ Γκαλλ, όπου δεν υπήρχαν καθόλου Μάρτυρες. Δεχθήκαμε τον διορισμό.
Ο νέος τομέας μας στον Ρήνο ήταν κοντά στη Λίμνη Κονστάνς. Σ’ αυτό το σημείο ο Ρήνος ποταμός χωρίζει την Ελβετία από την Αυστρία και το Λίχτενσταϊν. Όταν φθάσαμε στην άκρη της διαβάσεως του όρους και κοιτάξαμε αυτήν την ευρεία πεδιάδα του Ρήνου που απλωνόταν μπροστά μας, εντυπωσιάσθηκα βαθειά από την ένδοξη δημιουργία του Ιεχωβά. Μείναμε άναυδοι! Κάτω μας είχαμε ένα πανόραμα της περιοχής στην οποία είχαμε σταλή για να σπείρωμε τον σπόρο της βασιλείας του Θεού.
Η πόλις Μάρμπαχ ήταν το μέρος στο οποίο εγκατασταθήκαμε, και από κει συνεχίσαμε τη δράσι του κηρύγματός μας σε μια περίοδο πάνω από δεκατρία χρόνια. Με τον καιρό ιδρύθηκε μια μικρή εκκλησία Μαρτύρων σ’ αυτή την Καθολική περιοχή.
Μια Καθολική οικογένεια από έξη άτομα δέχθηκε την αλήθεια του Θεού παρά τη σκληρή εναντίωσι από μέρους των συγγενών, μεταξύ των οποίων ιερείς και καλόγρηες. Υβριστικά γράμματα και προσωπικές επισκέψεις με προσπάθεια να τους φέρουν πίσω στην εκκλησία απέτυχαν. Η αλήθεια του Θεού θριάμβευσε.
Μια άλλη γυναίκα παρακολουθούσε τακτικά τη λειτουργία και έκανε μεγάλο κύκλο για ν’ αποφυγή οποιονδήποτε στο δρόμο με το περιοδικό Σκοπιά. Αλλ’ αυτή αγαπούσε την Αγία Γραφή. Κάποτε μελέτησα τον Λόγο του Θεού μαζί της, χρησιμοποιώντας μόνον την Αγία Γραφή. Καθώς προώδευε σε γνώσι, αποτραβήχθηκε από την Εκκλησία και έγινε ζηλώτρια κήρυξ της αληθείας του Θεού.
ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΣΤΟ ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΪΝ
Ήταν μια ευχάριστη έκπληξις όταν το τμήμα της Ελβετίας με ρώτησε αν θα ήμαστε πρόθυμοι να μεταβούμε στο Λίχτενσταϊν και δεχθήκαμε ευχαρίστως. Αυτό συνέβη πριν από επτά χρόνια, στα εξήντα τέσσερα χρόνια μου. Αυτή τη φορά χρειάσθηκε να μεταβούμε μόνον 30 χιλιόμετρα πάνω από τον Ρήνο. Το Λίχτενσταϊν, μια μικρή χώρα από ένδεκα κοινότητες (πληθυσμός τώρα 23.000 περίπου), είχε μόνον λίγους Μάρτυρες. Τώρα έλαβαν βοήθεια και μπορούσε να φαίνεται στον κάτοικο του Λίχτενσταϊν σαν να είχε εισέλθει ένα στράτευμα. Αναμέναμε εναντίωσι και ο κλήρος ήγειρε ταραχή.
Παραδείγματος χάριν, οι συναθροίσεις μας διαταράσσονταν από νεαρούς που έρριχναν πέτρες στα παράθυρα. Μια μέρα ένας Μάρτυς άνοιξε συζήτησι με έξη από τους νεαρούς. Τους προσκάλεσε να έλθουν σε μια δημόσια ομιλία στην Αίθουσα Βασιλείας, και πολλοί ήλθαν. Τους εξήγησε τον σκοπό των συναθροίσεών μας και μετά απ’ αυτό δεν είχαμε προβλήματα για αρκετό καιρό.
Προειδοποιούσαν τους ανθρώπους εναντίον μας στην εκκλησία, σε θρησκευτικά περιοδικά, στα σχολεία και στις εφημερίδες. Για ν’ απαντήσουμε στις ψευδείς κατηγορίες, κανονίσαμε ώστε μια εφημερίδα να δημοσιεύση ένα άρθρο με τίτλο Ποιοι είναι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά; , μετά το οποίο τα πράγματα καθησύχασαν.
Καθώς οι άνθρωποι, στο Λίχτενσταϊν μας γνωρίζουν καλύτερα, πολλοί αντιλαμβάνονται ότι το έργο του κηρύγματός μας είναι για το καλύτερο συμφέρον τους. Μερικοί τώρα εκφράζονται με λόγια σαν κι αυτά, «Αν όλοι εσκέπτοντο με τον τρόπο που σκέπτεσθε εσείς, θα είχαμε παγκόσμια ειρήνη.»
Και οι δυο μας, η σύζυγός μου κι’ εγώ, είχαμε το προνόμιο να κηρύττωμε την αλήθεια του Θεού ολοχρονίως επί ογδόντα τρία χρόνια. Σε όλα τα χρόνια, η προθυμία να δεχθούμε διορισμούς σε ξένες χώρες μάς έφερε μεγάλη χαρά και ευτυχία, και μέσω αυτού του έργου του κηρύγματος φθάσαμε ν’ αγαπούμε και να εκτιμούμε τον Ιεχωβά όλο και περισσότερο.