Σχεδόν 6.000 Έτη Μαρτυρίας Υπέρ του Ιεχωβά
Ο ΣΤΑΣΙΑΣΜΟΣ του πρώτου ανδρός και της πρώτης γυναικός στην Εδέμ ήγειρε ένα μεγάλο ζήτημα. Θα εξέλεγαν οι άνθρωποι από καθαρή ανιδιοτελή αγάπη για τον Ιεχωβά να προσφέρουν πιστή υπηρεσία στον Δημιουργό τους και Υπέρτατο Θεό; «Ο όφις οι αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος και οι Σατανάς» είχε θέσει ως σκοπό του να παροδηγήση ολόκληρη την οικουμένη. Με το να αμφισβητήση την κυριαρχία του Ιεχωβά εννοούσε ότι κανένας άνθρωπος δεν θα απεδεικνύετο πιστός στον Θεό. Ο Σατανάς ισχυρίσθηκε ότι οι άνθρωπος ήταν εκ φύσεως ιδιοτελής—ότι θα υπηρετούσε τον Θεό μόνο για ν’ αποκτήση ό,τι μπορούσε από μια υλική άποψι.—Γέν. 3:1-5· Αποκάλ. 12:9· Ιώβ 1:7-12.
Ενεργώντας με τη μεγάλη του σοφία ο Ιεχωβά απεφάσισε ν’ αποδείξη μια για πάντα ότι η κυριαρχία του ήταν ορθή και δικαιωματική. Προείπε ότι θα υπήρχαν άτομα από το ανθρώπινο γένος, από τους απογόνους του Αδάμ, οι οποίοι θα ήσαν ευτυχείς να υποστηρίζουν την κυριαρχία Του κάτω από οποιοδήποτε είδος δοκιμασίας που θα επέφερε οι Σατανάς επάνω τους. Αν αυτό το ζήτημα διευθετείτο χωρίς να παραμείνη καμμιά αμφιβολία, η διεκδίκησις της κυριαρχίας του Ιεχωβά θα είχε αποδειχθή για όλη την αιωνιότητα. Αυτό θα χρησίμευε σαν ένα «κριτήριον» με το οποίον θα μπορούσε να δοκιμασθή και να εξουδετερωθή αμέσως κάθε μελλοντική πρόκλησις. Αλλά για να διευθετηθή αυτό το ζήτημα χρειάσθηκε μια περίοδος χρόνου, σχεδόν 6.000 έτη. Και τι μας δείχνουν μέχρι σήμερα τα 6.000 έτη της ανθρώπινης ιστορίας; Υπήρξαν σ’ όλη αυτή την περίοδο χρόνου εδώ στη γη, μάρτυρες του Ιεχωβά που διεκράτησαν ακεραιότητα για ν’ αποδείξουν ότι ο Θεός είναι αληθινός και ο Σατανάς είναι ψεύστης;—Παροιμ. 27:11.
Πρώτη Χιλιετηρίς
Ο Άβελ ήταν ο πρώτος μάρτυς του Ιεχωβά που διεκράτησε ακεραιότητα και υπεστήριξε την κυριαρχία Του. (Εβρ. 11:4) Επειδή προσέφερε μια θυσία ζώων η οποία έγινε από τον Ιεχωβά, ενώ η θυσία του Κάιν δεν έγινε δεκτή, ο Άβελ δολοφονήθηκε από τον αδελφό του Κάιν. «Η καταβολή (θεμελίωσις) του κόσμου» άρχισε όταν ο Αδάμ και η Εύα άρχισαν ν’ αποκτούν υιούς και θυγατέρες. Ο Άβελ αναφέρεται ότι ήταν ο δεύτερος γυιος. Ο Ενώχ, ο έβδομος άνθρωπος από τον Αδάμ, ‘περιεπάτησε μετά του Θεού’ ως ένας πιστός μάρτυς, και προεφήτευσε σχετικά με την κρίσι του Ιεχωβά εναντίον των ασεβών. Λόγω της πιστότητός του, μετά από 365 χρόνια, «μετέθεσεν αυτόν ο Θεός,» δηλαδή ήρπασε από τον τόπο που ζούσε μ’ ένα τέτοιο τρόπο ώστε δεν είδε θάνατο όπως οι άλλοι.—Γέν. 4:1-15· 5:1-4, 21-24· Λουκ. 11:49-51· Ιούδ. 14, 15· Εβρ. 11:5.
Δευτέρα Χιλιετηρίς
Στις αρχές αυτής της χιλιετηρίδος, οι υιός του Μαθουσάλα, ο Λάμεχ, ενεπνεύσθη από τον Θεό να προφητεύση ότι ο γυιος του Νώε θα έφερνε ανακούφισι στο ανθρώπινο γένος. Ο Νώε, ο οποίος γεννήθηκε το 1056 από τη δημιουργία τον ανθρώπου, έζησε 944 χρόνια από τα 950 χρόνια της ζωής του σ’ αυτή τη χιλιετηρίδα ως ένας άνδρας μεγάλης πίστεως. Μολονότι οι αγγελικοί υιοί του Θεού ενεργώντας στασιαστικά νυμφεύθηκαν στη γη στις ημέρες του Νώε και το ανθρώπινο γένος έγινε επιρρεπές στη βία, ο Νώε «περιεπάτησε μετά του αληθινού Θεού» και απέδειξε ότι ήταν «τέλειος μεταξύ των συγχρόνων αυτού.» Ο Νώε απέδειξε την πίστι του με το να κατασκευάση κάτω από την κατεύθυνσι του Θεού μια πελώρια «κιβωτόν προς σωτηρίαν του οίκου αυτού [των άλλων επτά πιστών συγγενών του]· δι’ ης κατέκρινε τον κόσμον» των ασεβών. Ήταν ‘κήρυξ δικαιοσύνης’ και αργότερα προσέφερε θυσίες στον Θεό για να δείξη την ευγνωμοσύνη του για τη διαφύλαξί τους από τον κατακλυσμό. Υπηρετώντας με πιστότητα και υπακοή στον Ιεχωβά, ο Νώε και η οικογένειά του προσέφεραν μια ζωντανή απόδειξι για το ότι ο Σατανάς είναι ψεύστης προς λύπην αυτού του πονηρού.—Γέν. 5:28-31· 6:9· Εβρ. 11:7· 2 Πέτρ. 2:5.
Τρίτη Χιλιετηρίς
Ο Νώε έζησε έξη έτη σ’ αυτή τη χιλιετηρίδα. Δυο χρόνια μετά τον θάνατό του γεννήθηκε ο Αβραάμ. Επειδή ο Αβραάμ επίστευε πραγματικά στον Θεό θέτοντας την υπακοή στον Δημιουργό του πριν από κάθε φυσική άνεσι και επειδή έδειξε πίστι στο ότι ο Θεός μπορούσε να αναστήση τους νεκρούς, ευλογήθηκε πλουσίως από τον Ιεχωβά. Ως «φίλος του Ιεχωβά,» ο Αβραάμ έλαβε την υπόσχεσι του Θεού ότι ο Μεσσίας θα ερχόταν από τη δική του γενεαλογική γραμμή. Ο Αβραάμ, ο γυιος του Ισαάκ και ο εγγονός του Ιακώβ (που αργότερα ωνομάσθηκε Ισραήλ) έδειξαν όλοι υποδειγματική πίστι, χωρίς να υποστηρίξουν καμμιά ανθρώπινη βασιλεία, αλλά με το να κατοικούν σε σκηνές σε μια ξένη γη, περίμεναν την συμβολική «πόλι,» που ο Ιεχωβά θα οικοδομούσε. Οι δώδεκα γυιοι του Ιακώβ έγιναν οι αρχηγοί των δώδεκα φυλών του Ιακώβ. Απ’ αυτούς τους γυιους, ο Ιωσήφ έδειξε μεγάλη πιστότητα στον Θεό με το ν’ ακολουθήση υψηλές ηθικές αρχές και με το να διασώση την οικογένεια του πατρός του (στην οποία συνεκεντρώνετο η Αβραμιαία διαθήκη) στον καιρό μιας πείνας. Αργότερα, ο Μωυσής εξέλεξε να υποστηρίξη τη λατρεία του αληθινού Θεού απορρίπτοντας προσωπικά τη δόξα της Αιγύπτου. Υπήκουσε με σταθερότητα στον Ιεχωβά και ωδήγησε τον λαό του Θεού έξω από την αιχμαλωσία της Αιγύπτου για να τον οργανώση σ’ ένα τυπικό «άγιον έθνος.» Ένας σύγχρονός του, ο Ιώβ, αρνήθηκε να διασπάση την ακεραιότητά του στον Θεό ακόμη και όταν υπέστη υλικές απώλειες και βλάβη της υγείας του. Επίσης ο Ιησούς του Ναυή, ο Χάλεβ και οι Κριταί του Ισραήλ ήσαν εξέχοντες πολεμισταί υπέρ της δικαιοσύνης. Καθώς αυτή η χιλιετηρίς επλησίαζε στο τέλος της, ο Δαβίδ, ο γυιος του Ιεσσαί, απεδείχθη ότι ήταν ένας ‘άνθρωπος κατά την καρδίαν του Θεού,’ και λόγω της ακλόνητης πίστεώς του, ο Θεός έκαμε μαζί του διαθήκη για μια αιώνια βασιλεία.—Γέν. 9:28, 29· 11:26· 12:1-3· Ιακ. 2:23· Πράξ. 13:22· Εβρ. 11:8-32· Ιώβ 1:8· 27:5.
Τετάρτη Χιλιετηρίς
Μετά τον θάνατο του υιού του Δαβίδ Σολομώντος, το έθνος του Ισραήλ διαιρέθηκε σε δύο βασίλεια. Οι πιστοί βασιλείς αποτελούσαν μια μειονότητα. Εν τούτοις υπήρχαν πολλοί που διεκράτησαν ακεραιότητα μεταξύ των προφητών του Ιεχωβά, όπως ήταν ο Ηλίας, ο Ελισσαιέ, ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας και πολλοί άλλοι. Αναφέρεται ότι στην εποχή του Ηλία επτά χιλιάδες πιστοί στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ «δεν έκλιναν γόνυ στον Βάαλ.» Στο νότιο βασίλειο χιλιάδες άτομα, περιλαμβανομένων και πολλών πιστών ιερέων, συνέχισαν να λατρεύουν τον αληθινό Θεό στον ναό του Ιεχωβά που ήταν στην Ιερουσαλήμ. Όταν το βόρειο βασίλειο πήγε σε εξορία, πολλοί θεοφοβούμενοι Ιουδαίοι οι οποίοι είχαν έλθει από τον βορρά εξακολούθησαν να λατρεύουν τον Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ· και όταν η ίδια η Ιερουσαλήμ ερημώθηκε, πιστοί εξόριστοι της Βαβυλώνος—όπως ο Ιεζεκιήλ, ο Δανιήλ και άλλοι—εξακολούθησαν να υποστηρίζουν την αληθινή λατρεία. Μετά εβδομήντα χρόνια, σχεδόν 50.000 πιστοί Ιουδαίοι και σύντροφοί τους επέστρεψαν για ν’ ανοικοδομήσουν τον ναό στην Ιερουσαλήμ και ν’ αποκαταστήσουν εκεί τη λατρεία του Ιεχωβά. Οι προφήτες Αγγαίος και Ζαχαρίας τους ενεθάρρυναν να το κάμουν αυτό. Επίσης, ο Νεεμίας και άλλοι πιστοί Ιουδαίοι εργάσθηκαν σκληρά για να διδάξουν τον Νόμο στο λαό του Θεού, ώστε να μπορέσουν ν’ αντιληφθούν ότι «η χαρά του Ιεχωβά» ήταν η «ισχύς» των. Πιστοί αντιγραφείς, επίσης, εργάσθηκαν επιμελώς για να κάμουν χειρόγραφα αντίγραφα των Αγίων Γραφών, κι έτσι ο λόγος του Θεού πολλαπλασιάσθηκε και διαδόθηκε.—1 Βασ. 19:18· Νεεμ. 8:9, 10· Αγγ. 1:12-14· Ζαχ. 1:1-3· Εβρ. 11:32-38.
Πέμπτη Χιλιετηρίς
Αυτή η χιλιετηρίς ανοίγει με την αφήγησι της Βίβλου για την ευλογία και την εύνοια επάνω στον Ζαχαρία και τη σύζυγό του Ελισάβετ, στον Ιωσήφ και τη Μαρία, στον Συμεών και την Άννα και άλλους αληθινούς λάτρεις. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήλθε για να ‘προετοιμάση την οδόν του Ιεχωβά’ και η άφοβη υπηρεσία του ωδήγησε στον θάνατό του ως μάρτυρος. Αλλ’ ο φόβος για την ασφάλειά του δεν τον έκαμε να συμβιβασθή. Εμφανίσθηκε ο υποσχεμένος Μεσσίας για να θέση το τέλειο παράδειγμα της ακεραιότητος. Πώς αγωνίσθηκε ο Σατανάς για να βρη κάποιο ελάττωμα στη συνεχή πιστότητα του Ιησού στην κυριαρχία του Ιεχωβά! Αλλ’ απέτυχε σ’ αυτό με άθλιο τρόπο. Η πιστότης του Ιησού κάτω από τις πιο σκληρές δοκιμασίες μέχρι ενός σκληρού θανάτου, έδωσαν την πλήρη και τελική απάντησι σ’ εκείνον που αντιστάθηκε στον Θεό. Οι απόστολοι και οι άλλοι Χριστιανοί ακολούθησαν τα ίχνη του Ιησού. Αλλ’ όπως είχε προλεχθή, μετά το τέλος του πρώτου αιώνος, η τάξις των «ζιζανίων» των ψευδών Χριστιανών, που εσπάρη από τον Σατανά, άρχισε να διώκη την τάξι του «σίτου,» δηλαδή τους αληθινούς Χριστιανούς. Τον τέταρτο αιώνα μερικοί, οι οποίοι απέρριψαν την ειδωλολατρική διδασκαλία της Τριάδος, χαρακτηρίσθηκαν ως «Αρειανοί.» Μερικοί άλλοι που παρέμειναν πιστοί στην απόφασι να εορτάζουν την Ανάμνησι του Δείπνου του Κυρίου στις 14 του Νισάν ωνομάσθηκαν «τεσσαρεσκαιδεκατίται.» Τον έβδομο αιώνα μερικοί που ενέμειναν στην «γνήσια αποστολική Χριστιανοσύνη» της Αγίας Γραφής ωνομάσθηκαν «Παυλισταί.» Αλλ’ ούτε αυτές οι επωνυμίες, ούτε οι διωγμοί, δεν εμπόδισαν τους πιστούς κεχρισμένους Χριστιανούς να κρατήσουν την ακεραιότητά τους!—Λουκ. κεφάλαια, 1 και 2· Ματθ. 13:24-30.
Έκτη Χιλιετηρίς
Ανάμεσα στην απέραντη επικράτεια του Χριστιανικού κόσμου των κατ’ απομίμησιν Χριστιανών, οι αληθινοί κεχρισμένοι Χριστιανοί εξακολούθησαν να παραμένουν πιστοί παρά τα σαδιστικά βασανιστήρια και τις σκληρές δοκιμασίες που υπέστησαν στα χέρια της Καθολικής ιεραρχίας. Από τον δωδέκατο αιώνα μ.Χ. οι «Βαλδένσιοι» στη Γαλλία απέρριψαν τις Καθολικές παραδόσεις για να προσκολληθούν στενώτερα στην Αγία Γραφή. Πολλοί απ’ αυτούς έγιναν μάρτυρες. Ένας απ’ αυτούς είπε: ‘Ο Σταυρός δεν πρέπει να εξυμνήται, αλλά να γίνεται αντικείμενο αποστροφής ως το όργανο που επέφερε τον θάνατο στον μόνον Δίκαιον.’ Αρχίζοντας από τον δέκατον έκτο αιώνα μ.Χ., η Αναγέννησις κατέληξε στο να αποχωρισθούν πολλά άτομα και χώρες από την εξουσία της Καθολικής εξουσίας. Στη δεκαετία του 1870, οι σύγχρονοι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά άρχισαν να κηρύττουν με ζήλο σαν ένας ωργανωμένος όμιλος. Παρά την εναντίωσι από τον όμοιο με ‘ζιζάνια’ κλήρο του Χριστιανικού κόσμου, αυτή η τάξις του «σίτου» αποχωρίσθηκε και μέχρι το έτος 1975 έχουν δώσει μαρτυρία σε 207 χώρες για τον Ιεχωβά μέσω του κηρύγματός των. Ιδιαίτερα στη διάρκεια των δύο παγκοσμίων πολέμων, αυτοί οι Χριστιανοί διώχθηκαν σκληρά. Πολλοί απ’ αυτούς προτίμησαν να πεθάνουν στα Ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως, αντί να διαρρήξουν την πίστι τους στον Ιεχωβά Θεό, και οι μάρτυρες του Ιεχωβά συνεχίζουν ν’ αντιμετωπίζουν δοκιμασίες στις Κομμουνιστικές και σε άλλες χώρες. Αλλά σε όλο αυτό το διάστημα, εξακολουθούν να παραμένουν πιστοί και να συνεχίζουν να διακηρύττουν με όλη τους την καρδιά τα αγαθά νέα της βασιλείας σε ολόκληρη τη γη. Από το έτος 1935, με τις λίγες συγκριτικώς χιλιάδες των κεχρισμένων έχουν ενωθή δύο και πλέον εκατομμύρια άλλοι που δίνουν μαρτυρία για τη βασιλεία του Θεού και αυτοί είναι πράγματι ένας «πολύς όχλος,» που αποβλέπουν στον Ιεχωβά ως τον Υπέρτατο Κυρίαρχό τους και στον Υιόν του ως τον Μεσσιανικό Βασιλέα τους!—Αποκάλ. 2:10· 3:10· 20:4· 7:9, 10.
Ο Ιεχωβά Εδικαίωσε τη Φήμη Του
Καθώς αυτές οι χιλιετηρίδες πέρασαν στην ιστορία, η θέσις του Ιεχωβά σχετικά με το ζήτημα που ηγέρθη στην Εδέμ έχει αποδειχθή πειστικά. Σε όλους τους αιώνες είχε τους πιστούς του μάρτυρες εδώ στη γη, κι αυτοί σήμερα εξακολουθούν ν’ αυξάνουν με μεγάλους αριθμούς! Στο τέλος αυτής της έκτης χιλιετηρίδος είναι ευγνώμονες στο Θεό για όλες τις θαυμαστές του προμήθειες, περιλαμβανομένου και του δώρου της ζωής και της λαμπρής προσδοκίας αιώνιας ζωής στο νέο του σύστημα. Όλα αυτά έχουν γίνει δυνατά με τη θυσία του πιστού του Υιού, του Μεσσιανικού βασιλέως, Ιησού Χριστού. Αυτοί πιστεύουν ότι η κυριαρχία του Ιεχωβά είναι η μόνη δικαιωματική κυριαρχία. Η μοναδική τους επιθυμία είναι ν’ ακολουθούν τις δίκαιες οδούς του. Είναι αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν στον Σατανά να τους κάμη να παρεκκλίνουν από την οδό της ακεραιότητος. Χαίρονται να έχουν ένα μερίδιο στο ν’ αποδείξουν τον Σατανά ψεύστη, και συνεχίζουν με ακλόνητη πίστι να κάνουν γνωστά τα «θαυμάσια του Θεού.» Τι χαρά αισθάνονται να γνωρίζουν ότι οι Ιεχωβά πρόκειται να ενεργήση και να υποστηρίξη τη δικαιοσύνη και να μεγαλύνη την κυριαρχία Του με το ν’ απομακρύνη τον Σατανά, τους ακολούθους του και όλα τα πονηρά του έργα στην επικείμενη μεγάλη «ημέρα της οργής του Ιεχωβά.»!—Πράξ. 2:11· Σοφ. 2:2, 3.