Στο Βάθος των Ειδήσεων
Κακή Συμβουλή από Κληρικό
● Στη στήλη «Κλινική των Νέων» της εφημερίδας «Σταρ» του Τορόντο πρόσφατα δημοσιεύθηκε ότι μια 18-χρονη κοπέλλα ρώτησε αν η Βίβλος απαγορεύη το σεξ πριν από το γάμο. Η απάντησις που έδωσε ο Αγγλικανός ιερέας Γκράχαμ Κόττερ ήταν: «Δεν υπάρχει κανένα συγκεκριμένο εδάφιο στη Βίβλο που ν’ απαγορεύη το σεξ πριν από το γάμο σε όλες τις περιπτώσεις.» Ωστόσο, επιστολές στους εκδότες υποδείκνυαν πολλά σαφή Βιβλικά εδάφια που καταδικάζουν πραγματικά το προγαμιαίο σεξ. Η εφημερίδα προσπάθησε να εξηγήση ότι ο κληρικός δεν «υποστήριζε το τυχαίο σεξ» αλλά ότι το πρόβλημα ήταν στον καθορισμό του «τι συγκροτεί το γάμο.»
Ως προς το «τι συγκροτεί το γάμο,» η Βίβλος λέγει: «Τίμιος έστω ο γάμος εις πάντας και η κοίτη αμίαντος· τους δε πόρνους και μοιχούς θέλει κρίνει ο Θεός.» (Εβρ. 13:4) Ασφαλώς, για να είναι ο γάμος «τίμιος» πρέπει να είναι νομικά και ηθικά υγιής. Συνεπώς, το προγαμιαίο σεξ δεν αποτελεί βάσι για ‘έντιμο’ γάμο. Επομένως, οι Γραφές χαρακτηρίζουν ως πορνεία τις εξωγαμιαίες σεξουαλικές σχέσεις, συμβουλεύοντας: «Φεύγετε την πορνείαν.» Επίσης, ο Λόγος του Θεού προειδοποιεί : «Ούτε πόρνοι . . . ούτε μοιχοί . . . θέλουσι κληρονομήσει την βασιλείαν του Θεού.»—1 Κορ. 6:9, 10, 18.
Όταν ένας κληρικός προσπαθή να συμβιβασθή με μια γενεά που δεν κάνει διάκρισι στις σεξουαλικές σχέσεις με το να συγχωρή την πορνεία, ή να μην εξηγή το τι είναι πορνεία, δίνει κακή συμβουλή. Η νεαρή γυναίκα χρειαζόταν ορθή συμβουλή ως προς την άσκησι εγκρατείας πριν από το γάμο. Η άρνησις καθοδηγήσεως των ανθρώπων προς αυτή την πρέπουσα συμπεριφορά είναι σε μεγάλο βαθμό προσφορά κακής υπηρεσίας στον Θεό και τον άνθρωπο.
‘Εμπόδιο στην Ειρήνη’
● Οι τρεις μεγάλες Δυτικές Θρησκείες (οι εκκλησίες του Χριστιανικού κόσμου, ο Ισλαμισμός και ο Ιουδαϊσμός) ‘αποτελούν ένα εμπόδιο στην παγκόσμια κοινότητα και επομένως στην παγκόσμια ειρήνη,’ είπε ο Μόρτιμερ Άντλερ, εισηγητής του συμβουλίου συγγραφέων της «Βρεταννικής Εγκυκλοπαίδειας.» Σ’ ένα συμπόσιο με τίτλο «Θρησκεία και Παγκόσμια Διαμάχη» που συγκάλεσε το Πανεπιστήμιο Αϊντάχο, ο Άντλερ ανέφερε ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξη παγκόσμια κοινότητα ή παγκόσμια ειρήνη αν αυτές οι θρησκείες δεν σταματήσουν τη διαμάχη μεταξύ τους.
Ωστόσο, η ιστορία δείχνει ότι η διαμάχη ανέκαθεν ήταν αναπόσπαστο μέρος αυτών των θρησκειών, και εξακολουθεί να είναι. Αυτή η διαμάχη δεν υπάρχει μόνο στη θεωρία, αλλά συχνά αποτελεί κατά γράμμα πόλεμο της μιας θρησκείας κατά της άλλης και επεκτείνεται μέσα στην ίδια τη θρησκεία. Ένα παράδειγμα για το τελευταίο αυτό, είναι η υποστήριξις που παρείχαν οι εκκλησίες του Χριστιανικού κόσμου σε κάθε πλευρά και στους δύο παγκοσμίους πολέμους αυτού του αιώνα. Τα Μουσουλμανικά έθνη, επίσης, έχουν πολεμήσει το ένα το άλλο τους πρόσφατους καιρούς.
Όπως μια ‘λεοπάρδαλις δεν μπορεί ν’ αλλάξη τα ποικίλματα αυτής,’ έτσι και οι θρησκείες αυτές δεν μπορούν ξαφνικά να γίνουν ειρηνοποιές. (Ιερ. 13:23) Η ιστορία το επιβεβαιώνει αυτό. Γι’ αυτό η Βίβλος περιλαμβάνει όλες αυτές τις θρησκείες σαν μέρος της Βαβυλώνος της Μεγάλης η οποία πρόκειται βίαια να καταστραφή από τον ίδιο το Θεό στην επερχόμενη εκτέλεσι της κρίσεώς του εναντίον ολόκληρου αυτού του ασεβούς συστήματος πραγμάτων.—Αποκ. 17:5, 16· 18:11-21.
«Ένα Πρωινό του 1914»
● «Ξαφνικά, απρόοπτα, ένα πρωινό του 1914 ολόκληρη η κατάστασις έφθασε σ’ ένα τέλος,» δήλωσε ο πρώην πρωθυπουργός της Βρεταννίας Χάρολντ Μακμίλλαν σ’ ένα λόγο του στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Είπε ότι ο μεγάλος πόλεμος που άρχισε το 1914 χαρακτήρισε το τέλος των «100 ετών ειρήνης και προόδου» και σήμανε «το τέλος μιας εποχής.» Μέχρι τότε ο κόσμος έδειχνε να βρίσκεται σ’ έναν αιώνα «αυτόματης προόδου,» όπου «το κάθε τι διαρκώς καλυτέρευε,» είπε ο 86 ετών πολιτικός. «Αυτός ήταν ο κόσμος μέσα στον οποίο γεννήθηκα.»
Ο Μακμίλλαν κατόπιν παρατήρησε ότι η Κοινωνία των Εθνών ήταν «μια προσπάθεια για την επαναφορά στη νέα εποχή μέρους της σταθερότητας που δημιούργησαν τα μεγάλα έθνη» πριν από το 1914. Αλλά η Κοινωνία αστόχησε, όπως είπε, επειδή δεν υπήρχε πια «καμμιά αίσθησις ενότητας σαν εκείνη που επικρατούσε στα προηγούμενα 100 χρόνια ειρήνης.»
Έτσι, και άλλη μια αξιοσέβαστη αυθεντία ενώνει τη φωνή της με τις φωνές των πολυάριθμων πολιτικών και ιστορικών, οι οποίοι, αναπολώντας το παρελθόν, αναγνώρισαν τη σημασία του έτους 1914. Ωστόσο, δεκαετίες πριν απ’ αυτό το έτος, οι αφιερωμένοι σπουδαστές των Βιβλικών προφητειών μπόρεσαν να προσδιορίσουν το 1914 σαν ένα κρίσιμο σημείο στροφής. (Ο «Ερευνητής της Βίβλου,» Οκτώβριος 1876, σσ. 27, 28) Αυτές οι Βιβλικές προφητείες αποκαλύπτουν επίσης ότι η «γενεά» που είδε τα γεγονότα που άρχισαν το 1914 θα δη επίσης τη συντέλεια του αιώνος.—Ματθ. 24:3, 7-22, 32-35.
Η Εκκλησία και η Βόμβα
● Την 35η επέτειο της ρίψεως της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, ο Ρωμαιο-Καθολικός εφημέριος που έκανε τη λειτουργία για τους αεροπόρους που έλαβαν μέρος, εξέφρασε έντονες ανησυχίες. Κατά την εφημερίδα «Τριμπιούν» του Σικάγο ο ιερέας Τζωρτζ Τζαμπέλκα «είπε ότι του έγινε ‘πλύσις εγκεφάλου’ με τη σιωπή της εκκλησίας του και την ολοκάρδια συνεργασία με τους στρατιωτικούς των Η.Π.» Ο κληρικός αυτός, που τώρα έχει συνταξιοδοτηθή, δήλωσε, όπως λέγεται, ότι η ρίψις της ατομικής βόμβας «συνέβη σ’ έναν κόσμο και σε μια Χριστιανική εκκλησία που τόθελαν—προετοιμάζοντας την ηθική συνείδησι της ανθρωπότητας για να δικαιολογήση το αδιανόητο.»
Ο Τζαμπέλκα τόνισε ότι το Ναγκασάκι είχε τον μεγαλύτερο Καθολικό πληθυσμό της Ιαπωνίας, και είπε: «Θα νόμιζε κανείς ότι εγώ, σαν Καθολικός ιερέας, θα μιλούσα κατά της ρίψεως της ατομικής βόμβας στις μοναχές,» εφόσον τρία μοναχικά τάγματα καταστράφηκαν από την έκρηξι. Παρατήρησε επίσης: «Θα νόμιζε κανείς ότι . . . σαν ένας ελάχιστος κανόνας της Καθολικής ηθικής, οι Καθολικοί δεν πρέπει να βομβαρδίζουν Καθολικά παιδιά. Εγώ δεν το έκανα αυτό.» Ούτε και οι χιλιάδες των άλλων κληρικών και στις δυο πλευρές των μαχομένων που παρώτρυναν τους οπαδούς τους να ενωθούν στη σφαγή των μελών της εκκλησίας τους της άλλης πλευράς.