Καιρός Θερισμού στη Χώρα του Πάγου και του Χιονιού
Η ΓΡΟΙΛΑΝΔΙΑ, το μεγαλύτερο νησί του κόσμου, είναι αληθινά μια χώρα πάγου και χιονιού. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του νησιού, που έχει μήκος σχεδόν 2.700 χιλιόμετρα, βρίσκεται βόρεια του Αρκτικού Κύκλου και είναι μόνιμα σκεπασμένο από πάγο, ο οποίος έχει κατά μέσο όρο 1,5 περίπου χιλιόμετρο πάχος. Η υπόλοιπη Γροιλανδία καλύπτεται από χιόνι πέντε ως οχτώ, ή και περισσότερους, μήνες το χρόνο. Λέγεται ότι οι πρώτοι Βίκινγκς εξερευνητές την ονόμασαν Γροιλανδία («πράσινη γη», στην αγγλική) για να προσελκύσουν αποίκους. Ωστόσο, στη διάρκεια του σύντομου καλοκαιριού, ορισμένες παράκτιες περιοχές δικαιολογούν πράγματι αυτό το όνομα.
Την άνοιξη, η παγωμένη θάλασσα στα ανοιχτά της βορειοανατολικής Γροιλανδίας ανοίγει και εμφανίζονται οι ογκόπαγοι. Αυτά τα κομμάτια πάγου κατεβαίνουν από την ανατολική ακτή, περιπλέουν το Ακρωτήριο Φέαργουελ και ανεβαίνουν μέχρις ενός σημείου στη δυτική ακτή, κάνοντας τη ναυσιπλοΐα φοβερά δύσκολη επί πολλούς συνεχείς μήνες. Το χειμώνα, η θάλασσα γύρω από το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού παγώνει, με αποτέλεσμα οι κατοικημένες περιοχές να είναι αποκλεισμένες. Ο πάγος κυριαρχεί κυριολεκτικά στην ξηρά, στη θάλασσα και στον τρόπο της ζωής των ανθρώπων. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι θα μπορούσε να θερίσει σ’ αυτή τη χώρα.
Γίνεται μια Αρχή
Οι Εσκιμώοι των πολιτισμών Ίνουιτ ζούνε επί αιώνες στη Γροιλανδία ως κυνηγοί. Το 1721 ο Λουθηρανός ιερέας Χανς Έγκεντε ήρθε στη Γροιλανδία ως ιεραπόστολος. Αργότερα, η Ιεραποστολή των Μοραβών έδρασε σε διάφορους οικισμούς. Μερικοί ιεραπόστολοί τους μετέφρασαν ορισμένα βιβλία της Αγίας Γραφής στη γροιλανδική γλώσσα, διατηρώντας στη μετάφρασή τους το προσωπικό όνομα του Θεού, Ιεχωβά. Αλλά από το 1900, μόνο η δανική Λουθηρανική Εκκλησία ανέπτυσσε δραστηριότητα στη Γροιλανδία.
Το 1953, όταν η Γροιλανδία ήταν ακόμη αποικία της Δανίας, τα πράγματα πήραν μια σπουδαία τροπή. Σύμφωνα με το νέο δανικό Σύνταγμα, που τέθηκε σε ισχύ εκείνο το έτος, επιτράπηκε για άλλη μια φορά να υπάρχουν στη Γροιλανδία κι άλλες θρησκευτικές ομάδες εκτός από τη Λουθηρανική Εκκλησία. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1955, δυο Μάρτυρες του Ιεχωβά από τη Δανία έφτασαν ως ιεραπόστολοι. Ο διορισμός τους εκτεινόταν 2.000 χιλιόμετρα κατά μήκος της νοτιοδυτικής ακτής, όπου ζούσαν όλοι σχεδόν οι Γροιλανδοί—ένας πληθυσμός 27.000 ατόμων, που αποτελούνταν κυρίως από κυνηγούς και ψαράδες.
Ο Κρίστεν Λαουρίτσεν, ο ένας από τους δυο Μάρτυρες, αναπολεί: «Δεν ξέραμε σχεδόν καθόλου γροιλανδικά, αλλά είχαμε μια πολύ ζωηρή επιθυμία να διδάξουμε στους Γροιλανδούς την αλήθεια του Λόγου του Θεού. Είχαμε μερικά φυλλάδια στη γροιλανδική, και αργότερα, στη διάρκεια του πρώτου εκείνου έτους, έφτασε το βιβλιάριο ‘Τούτο το Ευαγγέλιον της Βασιλείας’». Πώς έκαναν το έργο κηρύγματος;
«Στην αρχή χρησιμοποιούσαμε τυπωμένες κάρτες προκειμένου να εξηγήσουμε το σκοπό της επίσκεψής μας. Αλλά αργότερα μάθαμε μερικές προτάσεις απ’ έξω. Ταξιδεύαμε από πόλη σε πόλη πάντοτε με πλοίο και το πρόγραμμά μας ήταν πολύ ακανόνιστο, αφού οι πίνακες δρομολογίων ήταν ουσιαστικά άγνωστοι. Συνήθως παθαίναμε ναυτία. Αντιμετωπίζαμε επίσης προβλήματα στην εξεύρεση καταλύματος. Συχνά, έπρεπε να βολευτούμε στη σκηνή που μεταφέραμε πάντοτε μαζί με τις αποσκευές μας».
Αλλά υπήρχαν ανταμοιβές. Οι Γροιλανδοί είναι φιλικός και φιλόξενος λαός. Είναι φυσικό γι’ αυτούς να πιστεύουν στον Θεό και να σέβονται την Αγία Γραφή. Σχεδόν κάθε σπίτι έχει ολόκληρη την Αγία Γραφή στην καθομιλουμένη. Ο Κρίστεν θυμάται ότι κάποτε ήρθε να τους βρει ένα κοριτσάκι, κρατώντας ένα σημείωμα που έλεγε: «Αν δεν έχετε βρει ακόμη μέρος να μείνετε, μπορείτε να έρθετε και να μείνετε μαζί μας». Αυτή η οικογένεια τους βοήθησε επίσης να βρουν ένα μέρος, όπου διευθέτησαν να προβάλουν μια από τις ταινίες της Εταιρίας.
Φτάνουν Ενισχύσεις
Το 1961 άρχισαν να μετακομίζουν στη Γροιλανδία οικογένειες από τη Δανία για να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη για Μάρτυρες ήταν μεγαλύτερη. Τα άτομα αυτά κατέβαλλαν αξιοθαύμαστες προσπάθειες να μάθουν τη φοβερά δύσκολη γροιλανδική γλώσσα και να αντέξουν την απομόνωση από τους ομοπίστους. Συναθροίζονταν τακτικά και παρέμειναν ισχυροί στην πίστη και στη Χριστιανική δραστηριότητα. Είναι βέβαιο ότι οι κόποι τους δεν ήταν μάταιοι. Εκείνο το έτος ιδρύθηκαν οι δυο πρώτες εκκλησίες στη Γροιλανδία, η μια στην πρωτεύουσα Νουκ (Γκότχομπ) και η άλλη στο Κάκορτοκ (Γιουλιάνεχομπ), στα νότια. Κάτι που έδωσε στους Μάρτυρες μεγάλη χαρά ήταν ότι βαφτίστηκαν μερικοί Γροιλανδοί που είχαν μετακομίσει στη Σκανδιναβία.
Στη δεκαετία του 1970 έφτασαν αρκετά νεαρά αντρόγυνα ζηλωτών ειδικών σκαπανέων, οι οποίοι πρωτοστάτησαν στο έργο μαρτυρίας. Το 1973 ήταν διαθέσιμα στη γροιλανδική Η Σκοπιά και το βιβλίο Η Αλήθεια Που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή. Εξοπλισμένοι μ’ αυτά, οι σκαπανείς όργωσαν την ακτή, επισκεπτόμενοι πόλεις και χωριά, σπέρνοντας άφθονα το σπόρο της αλήθειας. Για πρώτη φορά, το έργο κηρύγματος έφτασε στην απομονωμένη ανατολική ακτή γύρω από το Αμάσαλικ (Ανγκμάγκσαλικ). Πόσο χαροποιό ήταν το ότι ένας Γροιλανδός δέχτηκε τελικά την αλήθεια στη Γροιλανδία εκείνο το έτος!
Επιτέλους Θερισμός!
Καθώς εκδίδονταν στην τοπική γλώσσα κι άλλα Γραφικά βοηθήματα μελέτης, δίνονταν στους ανθρώπους πολλά έντυπα. Για παράδειγμα, δεν ήταν ασυνήθιστο για ένα ζευγάρι Μαρτύρων, που εργάζονταν για λίγες βδομάδες σε ανεπεξέργαστο τομέα, να διαθέτουν από 300 ως 400 βιβλία, άλλα τόσα βιβλιάρια και 1.000 περιοδικά, κάνοντας επίσης 60 ή 70 συνδρομές.
Σαν αποτέλεσμα όλης της σποράς και του ποτίσματος, ‘ο Θεός έφερε την αύξηση’ τόσο ανάμεσα στους ιθαγενείς Γροιλανδούς όσο και ανάμεσα στους Δανούς που ζουν στη Γροιλανδία. (1 Κορινθίους 3:5-7) Σήμερα, 117 διαγγελείς της Βασιλείας υπηρετούν σε εφτά εκκλησίες και σ’ έναν απομονωμένο όμιλο, διασκορπισμένοι καθώς είναι μέσα σ’ αυτή τη χώρα του πάγου και του χιονιού. Ας γνωρίσουμε μερικούς απ’ αυτούς τους σκληρούς εργάτες.
Επίσκεψη στο Γροιλανδικό Αγρό
Ένα μέρος απ’ όπου μπορούμε να αρχίσουμε είναι η νοτιότερη εκκλησία, στο Κάκορτοκ (Γιουλιάνεχομπ). Πέντε οικογένειες έχουν έρθει από τη Δανία για να υπηρετήσουν εκεί. Μερικοί απ’ αυτούς έχουν εργαστεί σκληρά για να μάθουν γροιλανδικά, ώστε να μπορούν να δίνουν μαρτυρία στους Γροιλανδούς που δεν καταλαβαίνουν δανικά. Ο Φλέμινγκ, που είναι οικογενειάρχης και σκαπανέας (ολοχρόνιος διαγγελέας της Βασιλείας) σ’ αυτή την εκκλησία, λέει: «Ο τομέας μας είναι μεγάλος. Περιλαμβάνει πολλά ψαροχώρια και εκτροφεία προβάτων χωμένα στο σύμπλεγμα των φιόρδ κατά μήκος της νότιας ακτής». Χρησιμοποιώντας τις δικές τους βενζινακάτους, οι Μάρτυρες διανύουν μέχρι και 640 χιλιόμετρα για να επισκεφτούν τους ανθρώπους που ζουν σ’ αυτά τα απομακρυσμένα μέρη.
Αφού ταξιδεύουμε τρεις ώρες με το πλοίο μέσα από τα γραφικά φιόρδ, φτάνουμε στην επόμενη εκκλησία, στο Νάρσακ. Εδώ ζει μια μοναχική οικογένεια τεσσάρων ευαγγελιζομένων της Βασιλείας. Αν και απομονωμένοι, είναι σε θέση να ενθαρρύνουν και να εποικοδομούν ο ένας τον άλλον πνευματικά διακρατώντας ωφέλιμες συνήθειες μελέτης, συμμετέχοντας τακτικά στις συναθροίσεις και στη διακονία αγρού.
Τώρα επιβιβαζόμαστε στο επιβατικό πλοίο, το οποίο περιπλέει τις ακτές και έρχεται εδώ κάθε βδομάδα στη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών. Προορισμός μας, σ’ αυτό το 24ωρο ταξίδι, είναι το Παάμιουτ (Φρέντρικσχομπ), όπου υπάρχουν δέκα Μάρτυρες. Αλλά στη μέση της διαδρομής περνάμε από ένα χωριό όπου υπάρχουν δυο απομονωμένοι ευαγγελιζόμενοι. Η μια, η Αν Μαρί, έχει ένα γιο στο Νουκ, ο οποίος έμαθε την αλήθεια πριν από μερικά χρόνια και άρχισε να της δίνει μαρτυρία από το τηλέφωνο και γράφοντας επιστολές. Εκείνη εκτίμησε αυτά που της έλεγε. Διαβάζοντας καθετί που είναι διαθέσιμο στη γροιλανδική και ακούγοντας κασέτες, στις οποίες Γροιλανδοί Μάρτυρες αφηγούνταν τις εμπειρίες τους, η Αν Μαρί πήρε τη θέση της υπέρ της αλήθειας. Ενώ είναι πάνω από 60 χρονών και δεν έχει την υποστήριξη κάποιας τοπικής εκκλησίας, κατάφερε να κόψει τη συνήθεια του καπνίσματος, την οποία είχε 50 χρόνια, σταμάτησε να γιορτάζει Χριστούγεννα και γενέθλια και άρχισε να δίνει μαρτυρία σε ολόκληρο το χωριό. Σαν αποτέλεσμα της υπομονετικής της προσπάθειας και του καλού της παραδείγματος, δέκα περίπου ενδιαφερόμενα άτομα συγκεντρώνονται τακτικά για να μελετήσουν την Αγία Γραφή και να ακούσουν τις μαγνητοφωνημένες συναθροίσεις.
Αφήνουμε το Παάμιουτ και, ύστερα από ένα 14ωρο ταξίδι με το πλοίο στην ανοιχτή φουρτουνιασμένη θάλασσα, φτάνουμε στο Νουκ. Σ’ αυτή την πρωτεύουσα, που έχει 13.000 κατοίκους, υπάρχουν 43 ευαγγελιζόμενοι στην εκκλησία, ενώ το ένα τρίτο και πλέον απ’ αυτούς είναι Γροιλανδοί. Στις εβδομαδιαίες συναθροίσεις μιλιούνται ταυτόχρονα και η δανική και η γροιλανδική, πράγμα που αποτελεί οπωσδήποτε πρόκληση και για τις δυο γλωσσικές ομάδες.
Βρισκόμαστε και πάλι πάνω στο επιβατικό πλοίο που περιπλέει τις ακτές και, ύστερα από ένα οχτάωρο ταξίδι, φτάνουμε στο Μανίιτσοκ (Σουκερτόπεν). Εδώ, τέσσερις οικογένειες από τη Δανία εργάζονται μαζί με μερικούς ντόπιους ευαγγελιζομένους της Βασιλείας. Έχουν καλύψει τον τομέα στην πόλη με τόση επιμέλεια και έχουν διαθέσει τόσο πολλά Γραφικά έντυπα, ώστε σχεδόν κάθε σπιτικό έχει ένα αντίτυπο του Βιβλίου με τις Βιβλικές Ιστορίες στη γροιλανδική. Ταξιδεύουν επίσης τακτικά με τις βενζινακάτους τους, με σκοπό να δώσουν μαρτυρία στα απομακρυσμένα χωριά.
Συνεχίζοντας προς τα βόρεια, η επόμενη στάση μας είναι δέκα ώρες μακριά, στο Σισίμιουτ (Χολστάινμποργκ). Εδώ η εκκλησία αποτελείται από πέντε οικογένειες Δανών και μερικούς ντόπιους ευαγγελιζομένους. Ένα ζευγάρι ειδικών σκαπανέων κάνει από εδώ περιοδικές επισκέψεις στην ανατολική ακτή. Αυτές περιλαμβάνουν μια διαδρομή μισής ώρας με το ελικόπτερο μέχρι το αεροδρόμιο, ένα δίωρο αεροπορικό ταξίδι πάνω από την κεντρική περιοχή που είναι καλυμμένη με πάγο και άλλη μια σύντομη διαδρομή με το ελικόπτερο από τη μια άκρη του κόλπου ως την άλλη, όπου βρίσκεται το Αμάσαλικ στην ανατολική ακτή. Εκεί το τοπίο είναι αληθινά εντυπωσιακό—πάνω υψώνονται απόκρημνα βουνά και κάτω οι χαράδρες είναι γεμάτες παγετώνες. Οι άνθρωποι είναι αρκετά δεκτικοί στο άγγελμα της Βασιλείας, αλλά λίγοι έχουν πάρει προς το παρόν τη θέση τους υπέρ της αλήθειας.
Αφού πετάμε με αντίθετη κατεύθυνση πάνω από την περιοχή που είναι καλυμμένη με πάγο, κάνουμε την τελευταία μας στάση στο Ιλούλισατ (Γιακοπσχάουν), τη βορειότερη εκκλησία. Η λέξη Ιλούλισατ σημαίνει στη γροιλανδική «παγόβουνα» κι αυτό είναι πολύ κατάλληλο όνομα. Εκεί κοντά βρίσκεται ο παραγωγικότερος παγετώνας του Βόρειου Ημισφαιρίου, και τα παγόβουνα επιπλέουν σ’ όλο τον κόλπο και τα φιόρδ, κάνοντας το τοπίο πολύ συναρπαστικό. Έξι οικογένειες από τη Δανία κι ένα ζευγάρι Γροιλανδών αποτελούν αυτή την πολύ δραστήρια εκκλησία. Εκτός από την πόλη Ιλούλισατ και όλη την περιοχή του Κόλπου Ντίσκο, έχουν το βορειότερο ίσως τομέα επίδοσης μαρτυρίας, ο οποίος φτάνει μέχρι το χωριό Κουλορσουάκ (Αντίχειρας του Διαβόλου), με βόρειο γεωγραφικό πλάτος σχεδόν 75 μοίρες.
Οι ειδικοί σκαπανείς στο Ιλούλισατ επισκέπτονται τακτικά αυτή τη μακρινή περιοχή και δίνουν μαρτυρία στους ανθρώπους που ζουν στο Ούπερναβικ και στο Ούμανακ. Ο Μπο και η Έλεν αναφέρουν: «Αυτές οι ανοιχτές βόρειες περιοχές είναι ακόμη ένας ανέπαφος αρκτικός παράδεισος. Η περιοχή είναι αραιοκατοικημένη και οι άνθρωποι ζούνε περισσότερο από το κυνήγι παρά από το ψάρεμα. Η ζωή τους είναι απλή και δεν τους απασχολεί τόσο πολύ το μέλλον. Πολλοί απ’ αυτούς ενδιαφέρονται για πνευματικά πράγματα. Ακούνε πρόθυμα το άγγελμα που φέρνουμε». Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν τέτοια προβατοειδή άτομα θα συγκεντρωθούν στη μια αληθινή «ποίμνη» υπό τον ‘ένα ποιμένα’, τον Ιησού Χριστό.—Ιωάννης 10:16.
Σ’ αυτή την περιοχή έχουν εργαστεί μόνο Δανοί σκαπανείς, αλλά οκτώ περίπου Γροιλανδοί στο Νουκ γύρισαν μια βιντεοταινία, που σκοπό έχει να δώσει μια γενική μαρτυρία για τα πιστεύω μας και τον τρόπο της ζωής μας. Όταν οι σκαπανείς χρησιμοποίησαν αυτή την ταινία στη διακονία από σπίτι σε σπίτι, οι άνθρωποι υποκινήθηκαν να μιλήσουν και να κάνουν πάρα πολλές ερωτήσεις, ιδιαίτερα σχετικά με το ότι εμείς δεν γιορτάζουμε Χριστούγεννα και δεν βαφτίζουμε βρέφη. Να προστεθεί ότι στη διάρκεια όλου του ταξιδιού, που διήρκεσε τέσσερις βδομάδες και το οποίο μόλις περιγράψαμε, διατέθηκαν περίπου 200 βιβλία.
Ο Θερισμός Συνεχίζεται
Παρ’ όλες τις δυσκολίες που δημιουργούν τα στοιχεία της φύσης και ο γλωσσικός φραγμός, ο θερισμός της Βασιλείας συνεχίζεται. Πολλοί Γροιλανδοί έχουν μάθει τη δανική γλώσσα για να ωφελούνται από τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις. Ωστόσο, όλο και περισσότερες συναθροίσεις διεξάγονται στη γροιλανδική, πράγμα που δίνει σε περισσότερα άτομα τη δυνατότητα να τρέφονται πνευματικά.
Για παράδειγμα, αν και το πρόγραμμα της Συνέλευσης Περιφερείας του 1988 «Θεία Δικαιοσύνη», η οποία διεξάχθηκε στο Νουκ, παρουσιάστηκε στη δανική, το ένα τρίτο περίπου των ομιλιών μεταφράστηκε στη γροιλανδική. Το σύνολο των παρόντων ήταν 163. Οι αντιπρόσωποι από τη βορειότερη εκκλησία στο Ιλούλισατ και από τη νοτιότερη εκκλησία στο Κάκορτοκ έπρεπε να ταξιδέψουν μέχρι και δυο μέρες μόνο για να πάνε. Στη συνέλευση βαφτίστηκαν τέσσερα άτομα.
Τι προοπτικές υπάρχουν για μελλοντικό θερισμό; Πράγματι, πολύ καλές! Το 1989 χαρήκαμε βλέποντας 205 άτομα να παρακολουθούν την Ανάμνηση του θανάτου του Χριστού. Προς το παρόν, διεξάγονται εκατό και πλέον οικιακές Γραφικές μελέτες. Ναι, ο Ιεχωβά ευλογεί πλούσια τη σκληρή εργασία των δούλων του σ’ αυτή τη χώρα του πάγου και του χιονιού.