Αναθρέψαμε Οχτώ Παιδιά Σύμφωνα με τη Διαπαιδαγώγηση του Ιεχωβά
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΟΒΕΡΛΑΚ ΜΕΝΕΖΕΣ
«Ήρθαν πάνω σε ένα διπλό ποδήλατο».Έτσι άρχιζε το ολοσέλιδο ρεπορτάζ που έκανε η εφημερίδα Ζούρναλ ντε Ρεσέντε για την οικογένειά μας το 1988, όταν φεύγαμε από τη Ρεσέντε για το Λάγκες, στο νότιο τμήμα της Βραζιλίας.
ΤΟ ρεπορτάζ συνέχιζε: «Χωρίς αμφιβολία, οι παλιότεροι θα θυμούνται το ζευγάρι που τράβηξε την προσοχή των κατοίκων της Ρεσέντε με το πρωτότυπο και ιδιόμορφο μέσο μεταφοράς τους: ένα ποδήλατο με τεράστιο σκελετό και δυο θέσεις. Στο μπροστινό μέρος, στη θέση του οδηγού, ήταν ο ‘σοφέρ’, ο Οβερλάκ Μενέζες· στη δεύτερη θέση, ήταν η γυναίκα του η Μαρία Ζοζέ. Το έτος: 1956».
Ο συγγραφέας του άρθρου ήταν ένας άντρας που ονομαζόταν Αρίσιου Μασιέλ, και ήταν επίσης ο διευθυντής του τοπικού ραδιοφωνικού σταθμού. Μας συνάντησε για πρώτη φορά το 1956 όταν η σύζυγός μου κι εγώ παίρναμε μέρος στο εβδομαδιαίο ραδιοφωνικό πρόγραμμα της Εταιρίας Σκοπιά, που είχε τον τίτλο: Θέματα που Απασχολούν τους Ανθρώπους. Στο άρθρο του ανέφερε ότι είπα πως στη διάρκεια της παραμονής μας εκεί «επισκεφτήκαμε όλα τα σπίτια της Ρεσέντε, δρόμο προς δρόμο».
Θέλετε να μάθετε πώς γίναμε τόσο γνωστοί στη Ρεσέντε; Και πώς, στη διάρκεια της παραμονής μας εκεί, κατορθώσαμε να αναθρέψουμε οχτώ παιδιά σύμφωνα ‘με τη διαπαιδαγώγηση του Ιεχωβά’, ενώ παράλληλα προσπαθούσαμε να επισκεφτούμε όλα τα σπίτια της Ρεσέντε μεταδίδοντας τα καλά νέα της Βασιλείας;—Εφεσίους 6:4, ΜΝΚ.
Πώς Μάθαμε τις Οδούς του Ιεχωβά
Τον Ιανουάριο του 1950, η Μαρία Μινκ, μια Μάρτυς του Ιεχωβά, άρχισε να μελετά την Αγία Γραφή με την αδελφή μου Αντέιλντε στο Σάο Πάουλο. Ήμουν 16 χρονών τότε, βαφτισμένος Καθολικός, αλλά για αρκετό καιρό δεν είχα πάει στην εκκλησία. Ωστόσο, πίστευα ακόμα στον Θεό και ήθελα να τον υπηρετήσω. Έτσι ένα βράδυ, πήγα στο σπίτι της Αντέιλντε για να μάθω περισσότερα για τη νέα θρησκεία που μελετούσε. Η Μαρία Μινκ με προσκάλεσε να πάρω μέρος στη μελέτη, και για πρώτη φορά στη ζωή μου είδα μια Αγία Γραφή. Στη διάρκεια των επόμενων μελετών έμεινα κατάπληκτος όταν έμαθα από την Αγία Γραφή ότι το όνομα του Θεού είναι Ιεχωβά, ότι πολύ σύντομα η γη θα γίνει παράδεισος, ότι δεν υπάρχει πύρινος άδης και καθαρτήριο και ότι ο άνθρωπος δεν έχει αθάνατη ψυχή. Οι συγγενείς μου μού έλεγαν: «Θα τρελαθείς διαβάζοντας την Αγία Γραφή τόσο πολύ!»
Σημείωσα καλή πρόοδο στη Γραφική μου μελέτη και άρχισα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις στην Αίθουσα Βασιλείας της εκκλησίας Μπελέμ στο Σάο Πάουλο. Επειδή περίμενα να δω μόνο ενήλικες στο ακροατήριο, ήταν ευχάριστη έκπληξη όταν είδα και πολλά νεαρά άτομα της ηλικίας μου. Στις 5 Φεβρουαρίου 1950, πήρα μέρος στο έργο κηρύγματος για πρώτη φορά, και στις 4 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου, συμβόλισα την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά με το βάφτισμα στο νερό.
Λίγο μετά από αυτό, διορίστηκα ως δημόσιος ομιλητής. Εκείνη την εποχή, αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να εκφωνώ ομιλίες στους δρόμους και στα πάρκα χρησιμοποιώντας ένα μεγάφωνο το οποίο είχε τοποθετηθεί στον προφυλακτήρα ενός αυτοκινήτου. Μια άλλη δραστηριότητα ήταν το έργο περιοδικού. Εκείνο τον καιρό συνηθίζαμε να στεκόμαστε στις γωνίες των δρόμων έχοντας τις τσάντες μας με τα περιοδικά, και να φωνάζουμε: «Σκοπιά και Ξύπνα! Αναγγέλλουν τη Βασιλεία του Ιεχωβά!» Δεν έδινα πολλά περιοδικά, αλλά απέκτησα θάρρος ως δημόσιος ομιλητής.
Βάλαμε Στόχο την Ολοχρόνια Υπηρεσία
Η προσοχή μου σύντομα στράφηκε στη σπουδαιότητα της υπηρεσίας σκαπανέα ή του ολοχρόνιου έργου κηρύγματος. Το τεύχος της Σκοπιάς 15 Μαΐου 1950 είχε ένα άρθρο με τον τίτλο «Ολοένα Περισσότεροι Σκαπανείς των Καλών Νέων». Αυτό δήλωνε: «Το να ζητούμε πρώτα τη Βασιλεία σημαίνει ότι πρέπει να έχωμε πάντοτε ως υπέρτατα στη διάνοιά μας τα συμφέροντα της Βασιλείας. Εκείνος που το κάνει αυτό θα αναζητή ευκαιρίες για να υπηρετήση προς όφελός της και δεν θα ζητή πάντοτε να ικανοποιή τις υλικές του ανάγκες και να συγκεντρώνη κοσμικά αγαθά για να εξασφαλίση το μέλλον του». Αυτά τα λόγια ενστάλαξαν το σκαπανικό πνεύμα στην καρδιά μου.
Σύντομα μια γοητευτική κοπέλα που ονομαζόταν Μαρία Ζοζέ Πρεκερούτι άλλαξε τη ζωή μου με έναν αξιοσημείωτο τρόπο. Εκείνη έκανε καλή πρόοδο καθώς μελετούσε την Αγία Γραφή με ένα αντρόγυνο Μαρτύρων, τον Ζοζέ και την Ντίλια Πασκουάλ. Στις 2 Ιανουαρίου 1954, έγινε η αγαπητή μου σύζυγος, σύντροφος, φίλη και βοηθός. Κι αυτή είχε σαν στόχο το σκαπανικό. Έτσι, αφού ενθαρρυνθήκαμε από το παράδειγμα που έθεσαν ιεραπόστολοι όπως ο Χάρι Μπλακ, ο Εντμούντου Μορέιρα και ο Ρικάρντου Μούσα, κάναμε αίτηση για να μπούμε στην υπηρεσία σκαπανέα. Φανταστείτε τη χαρά μας—και την αγωνία μας—όταν πήραμε την απάντηση: «Η σύσταση για να γίνεις επίσκοπος περιοχής εγκρίθηκε»!
Όταν έλαβα τον πρώτο μου διορισμό, με έπιασε πανικός. Η καινούρια μου περιοχή περιλάμβανε δέκα εκκλησίες στην τότε πρωτεύουσα της Βραζιλίας, το Ρίο ντε Τζανέιρο, και μερικές απ’ αυτές ήταν κοντά στο Μπέθελ. Ένας ιεραποστολικός οίκος της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς ήταν στην πρώτη εκκλησία που είχα διοριστεί να επισκεφτώ. Επειδή ήμουν 22 χρονών, ένιωθα πολύ ανεπαρκής και είπα στον αδελφό Μούσα, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή υπεύθυνος για το έργο στη Βραζιλία: «Τι να διδάξω αυτούς τους ανθρώπους;» Εκείνος απάντησε: «Αδελφέ, απλώς εφάρμοσε τις συμβουλές της Αγίας Γραφής και της οργάνωσης». Αυτή αποδείχτηκε πράγματι πολύ καλή συμβουλή!
Ένα χρόνο αργότερα, η Μαρία Ζοζέ έμεινε έγκυος, και χρειάστηκε να αφήσουμε το έργο περιοχής. Ευτυχώς, όμως, παραμείναμε στην ολοχρόνια υπηρεσία. Σε απάντηση της παράκλησης δυο οικογενειών από τη Φινλανδία, των Έντβικ και των Λεΐνιο, η οργάνωση μας διόρισε ως ειδικούς σκαπανείς στη Ρεσέντε, σε ένα σχεδόν παρθένο τομέα με 35.000 κατοίκους. Η οικογένεια Λεΐνιο ήταν εκείνη που μας έδωσε το διπλό ποδήλατο που αναφέρεται στο άρθρο της Ζούρναλ ντε Ρεσέντε. Χρησιμοποιώντας αυτό το ποδήλατο, μπορέσαμε να φυτέψουμε πολλούς σπόρους της αλήθειας σ’ αυτόν το γόνιμο τομέα, και συνεχίσαμε να εργαζόμαστε εκεί για μερικούς μήνες μετά τη γέννηση της κόρης μας της Άλις, το 1956. Όταν φύγαμε, δυο αδελφές, η Ανίτα Ριμπέιρο και η Μάριαν Βέιλερ, ήρθαν για να ποτίσουν το σπόρο και ‘ο Θεός συνέχισε να φέρνει την αύξηση’. Σήμερα η Ρεσέντε έχει εννέα εκκλησίες και πάνω από 700 ευαγγελιζομένους.—1 Κορινθίους 3:7.
Ένας από τους πρώτους ανθρώπους που συνάντησα στη Ρεσέντε ήταν ο Μανουέλ Κέιρους. Ενώ περίμενα κάποιο λεωφορείο, του έδωσα δυο βιβλία στον τόπο της εργασίας του. Αυτός, και αργότερα η σύζυγός του, η Πιεντάντε, έκαναν καλή πρόοδο και βαφτίστηκαν και οι δυο. Ο Μανουέλ έγινε πρεσβύτερος στην εκκλησία και παρέμεινε πιστός μέχρι το θάνατό του. Μελέτησα επίσης μαζί με τον Αλβάρο Σουάρες. Στην πρώτη συνάθροιση που παρακολούθησε αυτός έμεινε έκπληκτος όταν είδε μόνο έξι άτομα παρόντα, αλλά σήμερα είναι επίσκοπος πόλης στη Ρεσέντε, όπου πάνω από χίλια άτομα συναθροίζονται στις διάφορες εκκλησίες. Το 1978 ο γιος του Αλβάρο, ο Κάρλος, παντρεύτηκε την κόρη μας την Άλις. Σήμερα πάνω από 60 άτομα από την οικογένεια Σουάρες είναι Μάρτυρες.
Η αναχώρησή μας από τη Ρεσέντε σήμαινε ότι ανταλλάζαμε την ολοχρόνια υπηρεσία μας με μια άλλη Χριστιανική υποχρέωση, ‘το να προμηθεύουμε για τα μέλη του σπιτικού μας’. (1 Τιμόθεον 5:8, ΜΝΚ) Όμως αγωνιστήκαμε να διατηρήσουμε το σκαπανικό πνεύμα, κρατώντας την ολοχρόνια υπηρεσία σαν στόχο μας. Βρήκα δουλειά σε μια εταιρία στο Σάο Πάουλο και για ένα χρόνο ταξίδευα κάθε σαββατοκύριακο 300 χιλιόμετρα μέχρι τη Ρεσέντε για να βοηθήσω τον όμιλο των 15 ευαγγελιζομένων που βρισκόταν εκεί. Αργότερα, το 1960, επιστρέψαμε στη Ρεσέντε.
Ανατροφή Παιδιών—Ένα Επιπρόσθετο Προνόμιο
Στην πραγματικότητα, δεν σκοπεύαμε να κάνουμε τόσα παιδιά, όμως ήρθαν το ένα μετά το άλλο. Μετά από την Άλις γεννήθηκε ο Λέιου, κατόπιν η Μάρσια, ο Μέρσιο, ο Πλίνιο, ο Αντρέ και τελικά, το 1976, οι δίδυμες Σόνια και Σοφία. Δεχτήκαμε το κάθε παιδί με χαρά ως ‘κληρονομία παρά του Ιεχωβά’. (Ψαλμός 127:3) Και αναθρέψαμε το καθένα σύμφωνα με τη ‘νουθεσία του Ιεχωβά’ και με τη βοήθειά του.—Εφεσίους 6:4.
Όμως αυτό δεν ήταν εύκολο έργο. Μερικές φορές κλάψαμε εξαιτίας των προβλημάτων. Αλλά ήταν ανταμειφτικό έργο. Πώς αναθρέψαμε τα παιδιά μας; Με οικογενειακή μελέτη, παίρνοντάς τα μαζί μας στις συναθροίσεις και στη διακονία αγρού από τη νηπιακή τους ηλικία, κάνοντας πράγματα μαζί, με το να βεβαιωνόμαστε ότι είχαν καλές συναναστροφές, παρέχοντάς τους σταθερή διαπαιδαγώγηση και θέτοντας εμείς οι ίδιοι ένα καλό παράδειγμα.
Πριν μερικά χρόνια, στο πρόγραμμα μιας συνέλευσης στο Κρουζέιρο του Σάο Πάουλο μας πήρε συνέντευξη ο επίσκοπος περιοχής. Αφού συζητήσαμε για την οικογενειακή μας μελέτη, ο επίσκοπος περιοχής με ρώτησε: «Τι ρόλο έπαιξε η γυναίκα σου σ’ αυτό;» Θυμάμαι ότι δάκρυσα, και ανέβηκε ένας κόμπος στο λαιμό μου με αποτέλεσμα να μην μπορώ να απαντήσω. Γιατί; Επειδή εκτιμούσα πραγματικά τον αποφασιστικό ρόλο που έπαιξε η Μαρία Ζοζέ στη διατήρηση της θεοκρατικής μας οικογένειας. Πράγματι θα ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα χωρίς την πιστή της υποστήριξη!
Ήδη από τον αρραβώνα μας η Μαρία Ζοζέ κι εγώ μελετούσαμε την Αγία Γραφή μαζί. Όταν γεννήθηκαν τα παιδιά ήταν πολύ δύσκολο να συνεχίσουμε τη μελέτη σε τακτική βάση. Για να βοηθήσω σ’ αυτό, άφηνα στην πόρτα του ψυγείου ένα σημείωμα με την ώρα της μελέτης για την επόμενη εβδομάδα και την ύλη που θα εξετάζαμε. Επίσης, έδινα ειδικούς διορισμούς ανάλογα με τις ανάγκες. Για παράδειγμα, μια μέρα η Μάρσια και ο Πλίνιο μάλωναν στο τραπέζι. Έτσι την επόμενη μέρα βρήκαν στο ψυγείο το διορισμό «Πώς να τα πηγαίνεις καλά με τα αδέλφια σου». Στην επόμενη μελέτη και οι δυο είπαν τη γνώμη τους και έλυσαν τις διαφορές τους.
Άλλο ένα πρόβλημα ανέκυπτε τα πρωινά της Κυριακής όταν τα αγόρια συχνά έλεγαν ότι αισθάνονταν πολύ άρρωστα για να πάνε στην υπηρεσία αγρού. Ο Λέιου και ο Πλίνιο ήταν ειδικοί στο να επινοούν στομαχόπονους και άλλες αδιαθεσίες για να μη βγουν μαζί μας στο έργο κηρύγματος. Όποτε είχα αμφιβολίες για το αν ήταν πράγματι άρρωστοι, έλεγα κάτι σαν κι αυτό: ‘Αν είστε τόσο άρρωστοι και δεν μπορείτε να πάτε στην υπηρεσία αγρού, τότε ασφαλώς δεν θα είστε αρκετά καλά για να παίξετε ποδόσφαιρο αργότερα’. Τότε ξαφνικά γίνονταν καλά.
Σε μερικές περιπτώσεις έπρεπε να χειριστούμε τις καταστάσεις προσεκτικά. Όταν ο Λέιου ήταν 11 χρονών πήγε εκδρομή με άλλους Μάρτυρες και χωρίς να πάρει άδεια αγόρασε ένα κιλό ζαμπόν για να φάει. Αργότερα, όταν πήραμε το λογαριασμό, η Μαρία Ζοζέ ρώτησε τον Λέιου: «Ξέχασες ότι είχες αγοράσει το ζαμπόν;» «Όχι», απάντησε αθώα. «Δεν το αγόρασα εγώ». «Εντάξει», του είπε, «πάμε λοιπόν να ρωτήσουμε τον καταστηματάρχη». Καθώς πήγαιναν προς τα εκεί η αμνησία του Λέιου εξαφανίστηκε. «Τώρα θυμάμαι», παραδέχτηκε, «δεν είχα αρκετά χρήματα και γι’ αυτό το αγόρασα με πίστωση και ξέχασα να το πληρώσω». Έτσι πλήρωσα εγώ το λογαριασμό και ζήτησα από τον καταστηματάρχη να προσλάβει τον Λέιου και να τον αφήσει να δουλέψει μέχρι να κερδίσει αρκετά ώστε να μου επιστρέψει τα χρήματα. Αυτή ήταν η τιμωρία του. Κάθε πρωί στις τέσσερις ο Λέιου ήταν ο πρώτος που έφτανε στη δουλειά και σ’ ένα μήνα μου είχε επιστρέψει ολόκληρο το ποσό.
Το σπίτι μας ήταν πάντα γεμάτο από σκαπανείς, περιοδεύοντες επισκόπους, ιεραποστόλους και Μπεθελίτες. Τον περισσότερο καιρό δεν είχαμε τηλεόραση στο σπίτι και αυτό μας βοήθησε να αναπτύξουμε καλές συνήθειες μελέτης και Χριστιανικής συμπεριφοράς. Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα αναθρέψαμε τα παιδιά μας. Μερικά από τα γράμματα που μας έστειλαν αφού μεγάλωσαν επιβεβαιώνουν ότι όλα πήγαν καλά.—Βλέπε πλαίσιο στη σελίδα 30.
Σκαπανικό Ξανά!
Όταν τα περισσότερα από τα παιδιά μας είχαν μεγαλώσει, θυμήθηκα ένα άρθρο από το τεύχος της Σκοπιάς 15 Φεβρουαρίου 1964 που είχε τον τίτλο «Είναι η Ολοχρόνιος Διακονία για Σας;» Αυτό έλεγε εν μέρει: «Μερικοί μπορεί ν’ αποκλίνουν στο να θεωρούν την ολοχρόνια διακονία ως εξαίρεσι. Σ’ αυτό, όμως, σφάλλουν, διότι κάθε Χριστιανός, δυνάμει της ευχής της αφιερώσεώς του, είναι υποχρεωμένος να υπηρετή ολοχρονίως, εκτός αν περιστάσεις ανεξάρτητες της θελήσεώς του καθιστούν τούτο αδύνατον».
Ένα βράδυ προσευχήθηκα στον Ιεχωβά για να μου ξαναδώσει την ευκαιρία να αρχίσω την ολοχρόνια υπηρεσία. Η οικογένειά μου συνεργάστηκε μαζί μου και οι φίλοι με ενθάρρυναν. Προς μεγάλη μου έκπληξη, ο διευθυντής της εταιρίας στην οποία δούλεψα 26 χρόνια συμφώνησε να με αφήσει να δουλέψω με μειωμένο ωράριο, για να μπορώ να υπηρετήσω ως τακτικός σκαπανέας. Έτσι με χαρά ανέλαβα ξανά το έργο που είχα αναγκαστεί να αφήσω πριν τόσα χρόνια. Και τρία από τα παιδιά μου ακολούθησαν το παράδειγμά μου.
Υπηρετήσαμε για δυο χρόνια στην Ιτατιάια, όπου είχα υπηρετήσει ως πρεσβύτερος επί 15 χρόνια, και μετά αποφασίσαμε να πάμε να υπηρετήσουμε εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη. Αυτό σήμαινε ότι θα έπρεπε να ζούμε με μια φτωχική σύνταξη, που ισοδυναμούσε περίπου με το ένα τέταρτο ενός καλού μισθού. Παρ’ όλα αυτά, εμπιστευτήκαμε στην υπόσχεση του Ιησού που αναγράφεται στο εδάφιο Ματθαίος 6:33, και γράψαμε στην Εταιρία σχετικά με τα σχέδιά μας. Μια εβδομάδα αργότερα, σχεδόν πετάξαμε από χαρά όταν λάβαμε την απάντησή τους: «Μας φαίνεται λογικό να σας προτείνουμε να εγκατασταθείτε στην πόλη Λάγκες. Παρά τον πληθυσμό των 200.000 και πλέον κατοίκων, υπάρχουν μόνο 100 ευαγγελιζόμενοι εκεί σε τρεις μικρές εκκλησίες. Θα δώσετε μεγάλη βοήθεια σ’ αυτόν τον τομέα».
Μετακομίσαμε το Φεβρουάριο του 1988. Και είμαστε ακόμα εδώ, πάνω από 1.000 χιλιόμετρα μακριά από τα παιδιά μας και τους φίλους μας. Μόλις περάσαμε το χειρότερο χειμώνα μέσα σε 20 χρόνια. Είμαι ο μόνος πρεσβύτερος στην εκκλησία μας κι έτσι έχω πολλά να κάνω. Παρ’ όλα αυτά, έχουμε ευλογηθεί πάρα πολύ. Ιδιαίτερα απολαμβάνουμε το έργο στον τομέα. Όταν επισκεπτόμαστε τα σπίτια τους, οι άνθρωποι λένε: «Παρακαλώ, περάστε μέσα!» Είναι εύκολο να αρχίσεις Γραφικές μελέτες. Δεχόμαστε διάφορα είδη σαν προσφορές όταν οι άνθρωποι δεν έχουν αρκετά χρήματα, και έχουμε επιστρέψει στο σπίτι με σαπούνι, αποσμητικό, ξυραφάκια, μωρουδιακά (για τα εγγόνια μας), δημητριακά, λαχανικά, φρούτα, γιαούρτι, κρασί ακόμα και παγωτό. Μια φορά δεχτήκαμε μερικά ξύλινα σκαμνιά!
Καρποφορία Που Φέρνει Πλούσιες Ανταμοιβές
Σήμερα, σε ηλικία 56 χρονών, συγκινούμαι κάθε φορά που σκέφτομαι την οικογένειά μας. Τα παιδιά δεν «γεννήθηκαν στην αλήθεια». Γεννήθηκαν σε ένα Χριστιανικό σπίτι και έπρεπε να ενσταλάξουμε την αλήθεια στις νεαρές τους διάνοιες και καρδιές. Τα παιδιά μας που παντρεύτηκαν το έκαναν αυτό «εν Κυρίω». (1 Κορινθίους 7:39· Δευτερονόμιον 6:6, 7) Είναι αλήθεια, ότι κάναμε λάθη και σφάλματα στην κρίση μας. Μερικές φορές διαπράξαμε αδικίες. Σε μερικές περιπτώσεις δεν έθεσα το σωστό παράδειγμα ή παραμέλησα την ευθύνη που είχα ως πατέρας και σύζυγος. Όταν συνειδητοποιούσα τι είχα κάνει, ζητούσα συγχώρεση από τον Ιεχωβά και από τη γυναίκα μου ή τα παιδιά μου, και αγωνιζόμουν να διορθώσω το σφάλμα.
Παρά τις ατέλειές μας, η οικογένεια—που τώρα έχει αυξηθεί από γαμπρούς, νύφες και εγγόνια—έχει έξι άτομα στην ολοχρόνια διακονία, τέσσερις πρεσβυτέρους και ένα διακονικό υπηρέτη. Όλοι εκτός από τα εγγόνια μας είναι βαφτισμένοι. Τα τρία ανήλικα παιδιά που μένουν ακόμα μαζί μας σχεδιάζουν να κάνουν την ολοχρόνια υπηρεσία σταδιοδρομία τους. Σε τι μεγαλύτερη ανταμοιβή μπορεί κάποιος να ελπίζει; Είμαι ευγνώμων στον Ιεχωβά που μας καθοδήγησε ώστε να αναθρέψουμε τα παιδιά μας σύμφωνα με τη διαπαιδαγώγησή του. Συγκινούμαστε καθώς τα βλέπουμε να συνεχίζουν να ακολουθούν τις διδασκαλίες του. Και προσεύχομαι ώστε τόσο εμείς, όσο και αυτά να μην παρεκκλίνουν ποτέ από την οδό της ζωής.
[Πλαίσιο στη σελίδα 30]
Αφού μεγάλωσαν, τα παιδιά μας εξέφρασαν μερικές φορές την εκτίμησή τους, σε γράμματα, για τον τρόπο με τον οποίο τα αναθρέψαμε. Εδώ είναι μερικά από τα σχόλιά τους:
«Μπαμπά, να είσαι σίγουρος ότι εσύ και η μητέρα κάνατε το καλύτερο για εμάς, αν και μπορεί να κάνατε λάθη—κάτι που τώρα συμβαίνει συχνά με τον Κάρλος και μένα στον τρόπο που χειριζόμαστε το γιο μας τον Φαμπρίσιου».
Η κόρη Άλις, 33 χρονών, μητέρα δυο αγοριών.
«Πρέπει να παραδεχτούμε ότι προσπαθήσατε και οι δυο να μας αναθρέψετε σύμφωνα με τη νουθεσία του Ιεχωβά. Και πόσο επωφελούμαστε τώρα από αυτό!»
Η κόρη Μάρσια, 27 χρονών, και ο σύζυγός της ο οποίος είναι στο έργο περιοχής.
«Αντιλαμβάνομαι ότι το προνόμιο που έχω τώρα δεν θα ήταν εφικτό χωρίς τη βοήθεια που μου δώσατε και οι δυο για να εδραιώσω μια σταθερή πνευματική βάση, καθώς και αγάπη για τον Ιεχωβά και την υπηρεσία του».
Ο γιος Μέρσιο, 23 χρονών, ειδικός σκαπανέας.
«Αντρέ, επωφελήσου πλήρως από τη συναναστροφή με τον μπαμπά και από την πείρα που έχει. Ποτέ να μην αγνοήσεις τη συμβουλή του. Θα μπορέσετε να βοηθήσετε ο ένας τον άλλον. Είμαι πιο ευτυχισμένος τώρα παρά ποτέ».
Ο γιος Πλίνιο, 20 χρονών, στο Μπέθελ.
[Εικόνα της οικογένειας του Οβερλάκ Μενέζες στη σελίδα 26]
[Ευχαριστίες]
Foto: MOURA
[Εικόνα του Οβερλάκ και της Μαρίας Ζοζέ Μενέζες στη σελίδα 27]