Το Ανώτατο Δικαστήριο στη Νιγηρία Υποστηρίζει τη Θρησκευτική Ελευθερία
ΧΩΡΙΚΟΙ άρπαξαν τη σοδειά ενός αγρότη. Άλλοι κατέλαβαν το σπίτι ενός χτίστη και του πήραν τα εργαλεία. Κάποιοι άλλοι εμπόδισαν μια γυναίκα να αγοράσει και να πουλήσει. Γιατί τέτοια κακομεταχείριση; Επειδή τα θύματα, τα οποία είναι όλα Μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν παίρνουν μέρος σε συλλόγους συνομηλίκων. ‘Σε τι;’ μπορεί να αναρωτιέστε.
Ένας σύλλογος συνομηλίκων αποτελείται από ανθρώπους, συνήθως άντρες, οι οποίοι γεννήθηκαν περίπου την ίδια χρονική περίοδο και στο ίδιο χωριό. Οι ομάδες συνομηλίκων είναι κάτι το συνηθισμένο στην ανατολική Νιγηρία. Μπορεί να αναλαμβάνουν να υποστηρίζουν κάποιο κοινοτικό έργο, αλλά συμμετέχουν επίσης σε ειδωλολατρική λατρεία και κάνουν πνευματιστικές τελετές για να δείξουν ότι τα μέλη έχουν ενηλικιωθεί. Επειδή η Αγία Γραφή θεωρεί ακατάλληλες τέτοιες συνήθειες για τους αληθινούς Χριστιανούς, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν συμμετέχουν σε τέτοιες ομάδες.—1 Κορινθίους 10:20, 21· 1 Ιωάννου 5:21.
Ο Σάμιουελ Οκογκμπούε εργαζόταν ως ράφτης στην Άμπα της Νιγηρίας. Στις αρχές του 1978, μέλη του Συλλόγου Συνομηλίκων Ουμουνκάλου της Αλάγι απαίτησαν να πληρώσει «φόρο» για να βοηθήσει να χτιστεί ένα κέντρο υγείας. Ως αληθινός Χριστιανός, ο Σάμιουελ καταβάλλει ειδικές προσπάθειες για να βοηθάει τους άλλους ανθρώπους, αλλά για λόγους συνείδησης αρνήθηκε να έχει σχέση με τον όμιλο των συνομηλίκων. Στις 22 Απριλίου του ίδιου χρόνου, έξι μέλη της ομάδας εισέβαλαν στο μαγαζί του και άρπαξαν τη ραπτομηχανή του, την οποία είπαν ότι θα κρατούσαν μέχρι να πληρώσει τα χρήματα. Ο Σάμιουελ διαμαρτυρήθηκε λέγοντας ότι δεν ήταν υποχρεωμένος να πληρώσει εφόσον δεν ήταν μέλος του συλλόγου τους. Επειδή δεν μπορούσε να πάρει πίσω τη ραπτομηχανή του, ο Σάμιουελ έφερε το ζήτημα στο δικαστήριο.
Από Δικαστήριο σε Δικαστήριο
Στο Πρωτοδικείο, η ομάδα των συνομηλίκων υποστήριξε ότι, λόγω της ηλικίας του, ο Σάμιουελ γινόταν αυτόματα μέλος της ομάδας τους και είχε την ευθύνη να πληρώνει οποιοδήποτε φόρο επέβαλαν εκείνοι στον εαυτό τους. Επιπλέον, το έθιμο της περιοχής έλεγε ότι, αν ένα μέλος αρνιόταν να πληρώσει κάποιο φόρο, θα δημευόταν η περιουσία του μέχρι να τον πληρώσει.
Το δικαστήριο διαφώνησε. Στις 28 Φεβρουαρίου 1980, αποφάσισε ότι δεν μπορούσαν να αναγκάσουν τον Σάμιουελ να γίνει μέλος μιας ομάδας συνομηλίκων. Ο πρωτοδίκης δήλωσε: «Ένα έθιμο που στερεί από τον πολίτη το δικαίωμα να επιλέγει τις συναναστροφές του έρχεται σε αντίθεση με το Άρθρο 37 του Συντάγματος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Νιγηρίας και συνεπώς δεν μπορεί να αποκτήσει νομική ισχύ».
Η ομάδα των συνομηλίκων εφεσίβαλε την απόφαση στο Ανώτερο Δικαστήριο και κέρδισε. Εκεί ο δικαστής επέβαλε στον Σάμιουελ να πληρώσει το φόρο, δηλώνοντας ότι ήταν απλώς ένας τρόπος για να συνεισφέρει στην ανάπτυξη της κοινότητας όπου γεννήθηκε.
Κατόπιν ο Σάμιουελ έκανε έφεση επειδή θεωρούσε ότι αυτό ήταν άδικο. Το εφετείο αναίρεσε την απόφαση του Ανώτερου Δικαστηρίου, αποφασίζοντας υπέρ του Σάμιουελ. Απρόθυμη να παραδεχτεί την ήττα, η ομάδα των συνομηλίκων έφερε την υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο της Νιγηρίας.
Στο μεταξύ, μέλη της ομάδας ανέπτυσσαν δραστηριότητα στο χωριό του Σάμιουελ. Υποστηρίζοντας ότι οι Μάρτυρες αντιτίθονταν σε όλα τα έργα της κοινότητας, έπεισαν τον αρχηγό του χωριού να απαγορέψει τις δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην περιοχή. Ο ντελάλης της πόλης ανακοίνωσε ότι θα επιβαλλόταν πρόστιμο σε οποιονδήποτε είχε σχέσεις με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Οι Μάρτυρες από τις γειτονικές πόλεις παρενέβησαν και διευκρίνισαν το ζήτημα στους προεστούς του χωριού. Τους εξήγησαν ότι ο λαός του Θεού δεν εναντιωνόταν με κανέναν τρόπο στην ανάπτυξη της κοινότητας. Μάλιστα, ο Σάμιουελ είχε προσκομίσει στο δικαστήριο αποδείξεις που έδειχναν ότι είχε συμβάλει στα κοινοτικά έργα που δεν υποστηρίζονταν από τις ομάδες συνομηλίκων. Τότε οι προεστοί του χωριού αναίρεσαν την απόφαση που είχαν πάρει να θέσουν τους Μάρτυρες στο περιθώριο.
Θριαμβεύει η Θρησκευτική Ελευθερία
Στις 21 Οκτωβρίου 1991, πέντε δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου της Νιγηρίας αποφάσισαν ομόφωνα υπέρ του Σάμιουελ. Αναλύοντας το βασικό σκεπτικό της απόφασης που ανακοίνωσε ο δικαστής Πολ Νουοκέντι, ο δικαστής Αμπουμπάκαρ Γουάλι δήλωσε: «Ο εναγόμενος [ο Σάμιουελ] αντιτίθεται όχι στην πληρωμή του δασμού [επιβαλλόμενου φόρου] αλλά στο να είναι μέλος οποιασδήποτε ένωσης, ομάδας ή συλλόγου συνομηλίκων, επειδή αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις που έχει ως μέλος των μαρτύρων του Ιεχωβά».
Ο δικαστής συνέχισε: «Το Σύνταγμα του 1963, άρθρο 24(1), εγγυήθηκε σε όλους τους Νιγηριανούς πολίτες ελευθερία συνείδησης, σκέψης και θρησκείας. Ο εναγόμενος έχει το δικαίωμα να παραμένει προσκολλημένος στις δοξασίες της θρησκείας του, στη σκέψη και στη συνείδηση που τον εμποδίζουν να συμμετάσχει στο Σύλλογο Συνομηλίκων. Οποιοδήποτε έθιμο επιβάλλει κάτι διαφορετικό έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα και συνεπώς είναι άκυρο και χωρίς ισχύ όσον αφορά αυτό το σημείο».
Περιληπτικά, το δικαστήριο αποφάσισε ότι κανένα άτομο δεν μπορεί να αναγκαστεί από το νόμο να συμμετάσχει σε μια ομάδα συνομηλίκων, παρότι το να είναι κανείς μέλος σε αυτήν μπορεί να αποτελεί κοινοτικό έθιμο. Αποφάσισε επίσης ότι κανένα άτομο δεν μπορεί να αναγκαστεί από το νόμο να πληρώσει φόρους σε ένα σύλλογο του οποίου δεν είναι μέλος, έστω και αν οι φόροι αποσκοπούν στην ανάπτυξη της κοινότητας. Έτσι σε αυτή τη φαινομενικά μικρή λεπτομέρεια, υποστηρίχτηκε η θρησκευτική ελευθερία όλων των Νιγηριανών.