Βιογραφία
Υπομένω ως Στρατιώτης του Χριστού
ΑΦΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΟΥΡΙ ΚΑΠΤΟΛΑ
«Τώρα βεβαιώθηκα ότι πραγματικά έχεις πίστη!» Αυτά τα λόγια ακούστηκαν από απρόσμενη πηγή—έναν αξιωματικό του σοβιετικού στρατού—και με ενίσχυσαν ακριβώς την κατάλληλη στιγμή. Αντιμετώπιζα το ενδεχόμενο να καταδικαστώ σε πολυετή φυλάκιση και είχα παρακαλέσει θερμά τον Ιεχωβά για υποστήριξη. Μπροστά μου βρισκόταν ένας μακροχρόνιος αγώνας ο οποίος θα απαιτούσε υπομονή και αποφασιστικότητα.
ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ στις 19 Οκτωβρίου 1962 και μεγάλωσα στο δυτικό τμήμα της Ουκρανίας. Το ίδιο εκείνο έτος ο πατέρας μου, που λεγόταν και εκείνος Γιούρι, ήρθε σε επαφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σύντομα έγινε ο πρώτος λάτρης του Ιεχωβά στο χωριό μας. Η δράση του δεν πέρασε απαρατήρητη από τους αξιωματούχους, οι οποίοι εναντιώνονταν στους Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Ωστόσο, οι περισσότεροι γείτονές μας σέβονταν τους γονείς μου για τις Χριστιανικές τους ιδιότητες και για το ενδιαφέρον που εκδήλωναν προς τους άλλους. Οι γονείς μου αξιοποιούσαν κάθε ευκαιρία ώστε να ενσταλάξουν στις τρεις αδελφές μου και σε εμένα αγάπη για τον Θεό από μικρή ηλικία, και αυτό με βοήθησε να αντεπεξέλθω στις πολλές δυσκολίες που αντιμετώπισα στο σχολείο. Μια από αυτές ήταν η απαίτηση να φοράει κάθε μαθητής ένα σήμα που έδειχνε ότι ανήκε στους Μικρούς Οκτωβριστές του Λένιν. Λόγω της Χριστιανικής μου ουδετερότητας δεν φορούσα το σήμα και έτσι ήταν φανερό ότι διέφερα από τους άλλους.—Ιωάννης 6:15· 17:16.
Αργότερα, στην τρίτη τάξη, απαιτούνταν να ενταχθούν όλοι οι μαθητές σε μια κομμουνιστική οργάνωση νεολαίας η οποία λεγόταν Νεαροί Πιονιέροι. Κάποια μέρα έβγαλαν την τάξη μας στην αυλή του σχολείου για την τελετή ένταξης. Έτρεμα αυτή την εκδήλωση, περιμένοντας ότι θα με γελοιοποιούσαν και θα με επέπλητταν. Όλοι οι μαθητές εκτός από εμένα είχαν φέρει από το σπίτι τον καινούριο κόκκινο λαιμοδέτη που φορούσαν οι Πιονιέροι, και στέκονταν σε μια μακριά σειρά μπροστά στο διευθυντή του σχολείου, στους δασκάλους και στους μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων. Όταν έδωσαν στους μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων την εντολή να μας φορέσουν τους λαιμοδέτες, εγώ έσκυψα το κεφάλι και κοίταζα κάτω, ελπίζοντας ότι δεν θα με προσέξει κανείς.
Οδηγούμαι σε Μακρινές Φυλακές
Όταν ήμουν 18 χρονών, καταδικάστηκα σε τριετή φυλάκιση λόγω της Χριστιανικής μου ουδετερότητας. (Ησαΐας 2:4) Εξέτισα το πρώτο έτος της ποινής μου στην πόλη Τρουντοβόγιε, στην Περιφέρεια της Βίνιτσα στην Ουκρανία. Ενόσω βρισκόμουν εκεί, συνάντησα γύρω στους 30 Μάρτυρες του Ιεχωβά. Μας έβαλαν να εργαζόμαστε ανά δύο σε διαφορετικές ομάδες, διότι οι αρχές δεν ήθελαν να συναναστρεφόμαστε μεταξύ μας.
Τον Αύγουστο του 1982, ένας άλλος Μάρτυρας, ο Εντουάρντ, και εγώ μεταφερθήκαμε σιδηροδρομικώς με ειδικά βαγόνια για κρατουμένους στα βόρεια Ουράλια Όρη μαζί με μια ομάδα άλλων φυλακισμένων. Επί οχτώ ημέρες υποφέραμε από την υπερβολική ζέστη και το συνωστισμό μέχρι που φτάσαμε στις φυλακές του Σολικάμσκ στην Περιφέρεια του Περμ. Έβαλαν τον Εντουάρντ και εμένα σε διαφορετικά κελιά. Δύο εβδομάδες αργότερα, εγώ μεταφέρθηκα ακόμα πιο βόρεια στο Βιολς, στην περιοχή του Κρασνοβίσερσκ.
Το όχημα που μας μετέφερε σταμάτησε σε κάποιο μέρος μέσα στη νύχτα. Όλα ήταν κατασκότεινα. Παρά το σκοτάδι, ένας αξιωματικός διέταξε την ομάδα μας να διασχίσει ένα ποτάμι με βάρκα. Δεν βλέπαμε ούτε το ποτάμι ούτε τη βάρκα! Ωστόσο, αρχίσαμε να ψηλαφούμε τριγύρω ώσπου σκοντάψαμε πάνω σε μια βάρκα και, παρ’ όλο το φόβο μας, καταφέραμε να περάσουμε το ποτάμι. Όταν βρεθήκαμε στην αντίπερα όχθη, κατευθυνθήκαμε προς ένα φως που φαινόταν σε κάποιον λόφο εκεί κοντά, όπου βρήκαμε μερικές σκηνές. Αυτό θα ήταν το καινούριο μας σπίτι. Έμενα σε μια σχετικά μεγάλη σκηνή μαζί με άλλους 30 περίπου κρατουμένους. Το χειμώνα υπομέναμε θερμοκρασίες που έπεφταν μερικές φορές στους 40 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν, και η σκηνή δεν μας πρόσφερε ιδιαίτερη προστασία. Οι τρόφιμοι ασχολούνταν κυρίως με την υλοτόμηση, αλλά εγώ κατασκεύαζα καλύβες για τους κρατουμένους.
Η Πνευματική Τροφή Φτάνει στον Απομονωμένο Οικισμό Μας
Ήμουν ο μόνος Μάρτυρας σε εκείνον τον οικισμό, αλλά ο Ιεχωβά δεν με εγκατέλειψε. Κάποια μέρα ήρθε ένα δέμα από τη μητέρα μου, η οποία ζούσε ακόμα στη δυτική Ουκρανία. Όταν ένας φύλακας άνοιξε το δέμα, το πρώτο πράγμα που είδε ήταν μια μικρή Αγία Γραφή. Την πήρε και άρχισε να την ξεφυλλίζει. Προσπάθησα να σκεφτώ τι να πω ώστε να μην κατασχεθεί αυτός ο πνευματικός θησαυρός. «Τι είναι αυτό;» ρώτησε απότομα ο φύλακας. Προτού προλάβω να βρω μια απάντηση, ένας επόπτης που στεκόταν εκεί κοντά απάντησε: «Λεξικό είναι». Εγώ δεν είπα τίποτα. (Εκκλησιαστής 3:7) Ο επόπτης έψαξε το υπόλοιπο δέμα και κατόπιν μου το έδωσε μαζί με την πολύτιμη Γραφή. Χάρηκα τόσο πολύ ώστε του πρόσφερα μερικούς ξηρούς καρπούς από το δέμα μου. Όταν έλαβα αυτό το δέμα, κατάλαβα ότι ο Ιεχωβά δεν με είχε ξεχάσει. Μου παρείχε απλόχερα τη βοήθειά του και φρόντισε για τις πνευματικές μου ανάγκες.—Εβραίους 13:5.
Κηρύττω Αδιάκοπα
Λίγους μήνες αργότερα, ξαφνιάστηκα όταν έλαβα ένα γράμμα από κάποιον Χριστιανό αδελφό ο οποίος ήταν φυλακισμένος περίπου 400 χιλιόμετρα μακριά. Μου ζήτησε να ψάξω να βρω ένα άτομο που είχε δείξει ενδιαφέρον και ενδεχομένως βρισκόταν τώρα στο στρατόπεδό μου. Το να μιλάει κανείς έτσι ανοιχτά μέσα σε ένα γράμμα ήταν άσοφο, επειδή η αλληλογραφία μας λογοκρινόταν. Όπως ήταν αναμενόμενο, κάποιος αξιωματικός με κάλεσε στο γραφείο του και με προειδοποίησε αυστηρά να μην κηρύττω. Κατόπιν με διέταξε να υπογράψω ένα έντυπο με το οποίο θα δήλωνα ότι θα πάψω να μεταδίδω τις πεποιθήσεις μου σε άλλους. Απάντησα ότι δεν καταλάβαινα για ποιο λόγο έπρεπε να υπογράψω μια τέτοια δήλωση, εφόσον όλοι γνώριζαν ήδη ότι ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Ανέφερα ότι οι άλλοι κρατούμενοι ήθελαν να μάθουν γιατί είχα φυλακιστεί. Τι θα τους έλεγα; (Πράξεις 4:20) Ο αξιωματικός αντιλήφθηκε ότι δεν μπορούσε να με εκφοβίσει, γι’ αυτό αποφάσισε να με ξεφορτωθεί. Με έστειλαν σε άλλο στρατόπεδο.
Μεταφέρθηκα στο χωριό Βάγια, 200 χιλιόμετρα μακριά. Οι επόπτες εκεί σέβονταν τη Χριστιανική μου στάση και μου ανέθεσαν μη στρατιωτική εργασία—πρώτα εργάστηκα ως ξυλουργός και έπειτα ως ηλεκτρολόγος. Αλλά και σε αυτές τις εργασίες ανέκυπταν προβλήματα. Σε μια περίπτωση, μου είπαν να πάρω τα εργαλεία μου και να πάω στη λέσχη του χωριού. Όταν έφτασα, οι στρατιώτες στη λέσχη χάρηκαν που με είδαν. Είχαν πρόβλημα επειδή τα φώτα που κοσμούσαν διάφορα στρατιωτικά εμβλήματα δεν λειτουργούσαν καλά. Ήθελαν να τους βοηθήσω να τα επισκευάσουν επειδή προετοιμάζονταν για τον ετήσιο εορτασμό της Ημέρας του Κόκκινου Στρατού. Αφού σκέφτηκα με προσευχή πώς να ενεργήσω, τους είπα ότι δεν μπορούσα να κάνω τέτοιου είδους εργασία. Τους έδωσα τα εργαλεία μου και έφυγα. Με ανέφεραν στον υποδιευθυντή και, προς έκπληξή μου, εκείνος άκουσε τα παράπονα που έκαναν για εμένα και απάντησε: «Τον σέβομαι για αυτό. Είναι άνθρωπος με αρχές».
Ενθάρρυνση από Απρόσμενη Πηγή
Στις 8 Ιουνίου 1984, ύστερα από τρία ακριβώς χρόνια κράτησης, αφέθηκα ελεύθερος. Μόλις επέστρεψα στην Ουκρανία έπρεπε να παρουσιαστώ στην πολιτοφυλακή ως πρώην κρατούμενος. Οι υπεύθυνοι μου είπαν ότι σε έξι μήνες θα δικαζόμουν ξανά και ότι θα ήταν καλύτερα να φύγω εντελώς από εκείνη την περιφέρεια. Γι’ αυτό, έφυγα από την Ουκρανία και τελικά βρήκα εργασία στη Λετονία. Για κάποιο διάστημα είχα τη δυνατότητα να κηρύττω και να συναναστρέφομαι με το μικρό όμιλο των Μαρτύρων που ζούσαν στη Ρίγα, την πρωτεύουσα, και στα περίχωρά της. Ωστόσο, έπειτα από έναν μόλις χρόνο, κλήθηκα και πάλι για στρατιωτική υπηρεσία. Στο στρατολογικό γραφείο, είπα στον αξιωματικό ότι στο παρελθόν είχα αρνηθεί τη στρατιωτική υπηρεσία. Τότε αυτός άρχισε να φωνάζει: «Καταλαβαίνεις τι κάνεις; Να δούμε τι θα πεις στον αντισυνταγματάρχη!»
Με οδήγησε σε ένα δωμάτιο στο δεύτερο όροφο όπου ο αντισυνταγματάρχης καθόταν πίσω από ένα μεγάλο γραφείο. Με άκουσε προσεκτικά καθώς εξηγούσα τη θέση μου και κατόπιν μου είπε ότι είχα ακόμα χρόνο να ξανασκεφτώ την απόφασή μου προτού βρεθώ ενώπιον της επιτροπής στρατολόγησης. Καθώς βγαίναμε από το γραφείο του αντισυνταγματάρχη, ο αξιωματικός που αρχικά μου είχε βάλει τις φωνές ομολόγησε: «Τώρα βεβαιώθηκα ότι πραγματικά έχεις πίστη!» Όταν εμφανίστηκα ενώπιον της στρατιωτικής επιτροπής επανέλαβα ότι διακρατώ ουδέτερη στάση και με άφησαν προσωρινά ελεύθερο.
Εκείνη την περίοδο έμενα σε πανσιόν. Κάποιο βράδυ, άκουσα ένα απαλό χτύπημα στην πόρτα. Την άνοιξα και αντίκρισα έναν άνθρωπο με κοστούμι και χαρτοφύλακα. Μου συστήθηκε λέγοντας: «Είμαι από την Κρατική Ασφάλεια. Ξέρω ότι έχετε δυσκολίες και ότι πρόκειται να δικαστείτε». «Μάλιστα», απάντησα. Εκείνος συνέχισε: «Μπορούμε να σας βοηθήσουμε αν συμφωνήσετε να εργαστείτε για εμάς». «Όχι, αυτό δεν γίνεται», είπα. «Θα παραμείνω όσιος στις Χριστιανικές μου πεποιθήσεις». Έφυγε χωρίς να κάνει καμιά περαιτέρω προσπάθεια να με πείσει.
Και Πάλι Φυλακή, και Πάλι Κήρυγμα
Στις 26 Αυγούστου 1986, το Εθνικό Δικαστήριο της Ρίγας με καταδίκασε σε τέσσερα χρόνια καταναγκαστικής εργασίας, και οδηγήθηκα στις Κεντρικές Φυλακές της Ρίγας. Με έβαλαν σε ένα μεγάλο κελί μαζί με 40 άλλους κρατουμένους, και εγώ προσπάθησα να κηρύξω σε κάθε τρόφιμο εκείνου του κελιού. Ορισμένοι έλεγαν ότι πίστευαν στον Θεό, ενώ άλλοι απλώς κορόιδευαν. Είχα προσέξει ότι συγκεντρώνονταν σε ομάδες, και έπειτα από δύο εβδομάδες οι αρχηγοί αυτών των ομάδων μού είπαν ότι δεν μπορούσα να κηρύττω εφόσον δεν συμμορφωνόμουν με τους άγραφους κανόνες τους. Εξήγησα ότι ήμουν φυλακισμένος γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο—επειδή είχα άλλους νόμους στη ζωή μου.
Συνέχισα να κηρύττω διακριτικά και, όταν βρήκα μερικούς που ενδιαφέρονταν για τα πνευματικά πράγματα, κατάφερα να μελετήσω τη Γραφή με τέσσερις από αυτούς. Όταν συζητούσαμε, έγραφαν τις βασικές Γραφικές διδασκαλίες σε ένα τετράδιο. Λίγους μήνες αργότερα, με έστειλαν σε στρατόπεδο υψηλής ασφαλείας στη Βάλμιερα, όπου εργάστηκα ως ηλεκτρολόγος. Εκεί μπόρεσα να μελετήσω τη Γραφή με έναν άλλον ηλεκτρολόγο ο οποίος τέσσερα χρόνια αργότερα έγινε Μάρτυρας του Ιεχωβά.
Στις 24 Μαρτίου 1988, μεταφέρθηκα από το στρατόπεδο υψηλής ασφαλείας σε κάποιο κοντινό στρατόπεδο υπό τύπον οικισμού. Αυτό αποτέλεσε πραγματική ευλογία, καθώς μου παρείχε περισσότερη ελευθερία. Με έστελναν να εργάζομαι σε διάφορα εργοτάξια, και εγώ αναζητούσα διαρκώς ευκαιρίες για να κηρύττω. Συχνά έλειπα από το στρατόπεδο και κήρυττα μέχρι αργά το βράδυ, αλλά ποτέ δεν είχα πρόβλημα όταν επέστρεφα στον οικισμό.
Ο Ιεχωβά ευλόγησε τις προσπάθειές μου. Σε εκείνη την περιοχή ζούσαν μερικοί Μάρτυρες, αλλά μέσα στην πόλη δεν υπήρχε παρά μόνο μια ηλικιωμένη αδελφή, η Βίλμα Κρούμινια. Η αδελφή Κρούμινια και εγώ αρχίσαμε να διεξάγουμε πολλές Γραφικές μελέτες με νεαρά άτομα. Κάποιες φορές, αδελφοί και αδελφές ταξίδευαν από τη Ρίγα για να συμμετάσχουν στη διακονία, και μάλιστα μερικοί τακτικοί σκαπανείς έρχονταν από το Λένινγκραντ (τώρα Αγία Πετρούπολη). Με τη βοήθεια του Ιεχωβά, ξεκινήσαμε αρκετές Γραφικές μελέτες, και σύντομα άρχισα την υπηρεσία σκαπανέα, αφιερώνοντας 90 ώρες το μήνα στο έργο κηρύγματος.
Στις 7 Απριλίου 1990, η υπόθεσή μου έφτασε στο Λαϊκό Δικαστήριο της Βάλμιερα. Όταν άρχισε η ακροαματική διαδικασία, αναγνώρισα τον εισαγγελέα. Ήταν ένας νεαρός με τον οποίο είχαμε συζητήσει για την Αγία Γραφή στο παρελθόν! Με αναγνώρισε και χαμογέλασε αλλά δεν είπε τίποτα. Θυμάμαι ακόμα τι μου είπε ο δικαστής στη δίκη εκείνη την ημέρα: «Γιούρι, η απόφαση να φυλακιστείς πριν από τέσσερα χρόνια ήταν παράνομη. Δεν έπρεπε να σε καταδικάσουν». Εντελώς απροσδόκητα, ήμουν ελεύθερος!
Στρατιώτης του Χριστού
Τον Ιούνιο του 1990, χρειάστηκε να παρουσιαστώ άλλη μια φορά στο στρατολογικό γραφείο για να πάρω άδεια παραμονής στη Ρίγα. Μπήκα στο ίδιο δωμάτιο με το ίδιο μεγάλο γραφείο όπου τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχα πει στον αντισυνταγματάρχη ότι δεν θα υπηρετούσα στο στρατό. Αυτή τη φορά ο αντισυνταγματάρχης σηκώθηκε να με χαιρετήσει, μου έσφιξε το χέρι και είπε: «Είναι ντροπή που αναγκάστηκες να τα περάσεις όλα αυτά. Λυπάμαι που ήρθαν έτσι τα πράγματα».
«Είμαι στρατιώτης του Χριστού», απάντησα εγώ, «και πρέπει να εκπληρώνω την αποστολή μου. Με τη βοήθεια της Γραφής, μπορείτε και εσείς να απολαύσετε αυτά που έχει υποσχεθεί ο Χριστός στους ακολούθους του—ευτυχισμένη ζωή και αιώνιο μέλλον». (2 Τιμόθεο 2:3, 4) Εκείνος αποκρίθηκε: «Πρόσφατα αγόρασα μια Γραφή και τώρα τη διαβάζω». Είχα μαζί μου το βιβλίο Μπορείτε να Ζείτε για Πάντα στον Παράδεισο στη Γη.a Το άνοιξα στο κεφάλαιο που εξέταζε το σημείο των τελευταίων ημερών και του έδειξα πώς σχετίζονται οι Βιβλικές προφητείες με την εποχή μας. Με βαθιά εκτίμηση, ο αντισυνταγματάρχης μού έσφιξε και πάλι το χέρι και μου ευχήθηκε καλή επιτυχία στο έργο μου.
Τότε ο αγρός ήταν πραγματικά λευκός για θερισμό στη Λετονία. (Ιωάννης 4:35) Το 1991 άρχισα να υπηρετώ ως πρεσβύτερος. Υπήρχαν μόνο δύο διορισμένοι πρεσβύτεροι σε ολόκληρη τη χώρα! Έναν χρόνο αργότερα, η μοναδική εκκλησία της Λετονίας χωρίστηκε σε δύο και δημιουργήθηκε μία λετονόφωνη και μία ρωσόφωνη εκκλησία. Είχα το προνόμιο να υπηρετώ στη ρωσόφωνη. Η αύξηση ήταν τόσο γοργή ώστε το επόμενο έτος η εκκλησία μας χωρίστηκε σε τρεις! Καθώς αναπολώ το παρελθόν, βλέπω ξεκάθαρα ότι ο ίδιος ο Ιεχωβά κατηύθυνε τα πρόβατά του στην οργάνωσή του.
Το 1998 διορίστηκα ειδικός σκαπανέας στη Γιέλγκαβα, μια πόλη 40 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Ρίγας. Το ίδιο εκείνο έτος, ήμουν ένας από τους πρώτους αδελφούς στη Λετονία που προσκλήθηκαν να παρακολουθήσουν τη Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης η οποία διεξάχθηκε στη ρωσική γλώσσα στο Σόλνετσνόγιε, κοντά στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας. Ενόσω βρισκόμουν στη σχολή, συνειδητοποίησα πόσο σημαντικό είναι να αγαπούμε τους ανθρώπους προκειμένου να έχουμε επιτυχία στη διακονία. Αυτό που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα, πέρα από τα πράγματα που διδαχτήκαμε στη σχολή, ήταν η αγάπη και η προσοχή που μας έδειξαν η οικογένεια Μπέθελ και οι εκπαιδευτές της σχολής.
Ένα άλλο ορόσημο στη ζωή μου ήταν το 2001 όταν παντρεύτηκα την Καρίνα, μια αξιαγάπητη Χριστιανή. Η Καρίνα ενώθηκε μαζί μου στην ειδική ολοχρόνια υπηρεσία, και κάθε μέρα ενθαρρύνομαι βλέποντας τη σύζυγό μου να επιστρέφει από την υπηρεσία αγρού τόσο χαρούμενη. Πραγματικά, φέρνει μεγάλη χαρά το να υπηρετεί κάποιος τον Ιεχωβά. Οι οδυνηρές εμπειρίες μου υπό το κομμουνιστικό καθεστώς με δίδαξαν να εμπιστεύομαι πλήρως σε εκείνον. Καμιά θυσία δεν είναι υπερβολικά μεγάλη για όποιον επιθυμεί να έχει τη φιλία του Ιεχωβά και να υποστηρίζει την κυριαρχία του. Το να βοηθώ άλλους να μάθουν για τον Ιεχωβά έχει δώσει σκοπό στη ζωή μου. Είναι εξαιρετική τιμή για εμένα να υπηρετώ τον Ιεχωβά «ως καλός στρατιώτης του Χριστού».—2 Τιμόθεο 2:3.
[Υποσημείωση]
a Είναι έκδοση των Μαρτύρων του Ιεχωβά αλλά δεν εκδίδεται πλέον.
[Εικόνα στη σελίδα 10]
Καταδικάστηκα σε τέσσερα χρόνια καταναγκαστικής εργασίας και οδηγήθηκα στις Κεντρικές Φυλακές της Ρίγας
[Εικόνα στη σελίδα 12]
Με την Καρίνα στη διακονία