ΝΑ ΜΙΜΕΙΣΤΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΟΥΣ | ΙΩΣΗΦ
“Πώς να Διαπράξω Αυτό το Μεγάλο Κακό;”
Ο ΙΩΣΗΦ ανέπνεε το βαρύ, ζεστό αέρα που έφερνε την ευωδιά από νούφαρα και άνθη άλλων υδρόβιων φυτών. Ακολουθούσε αναγκαστικά ένα καραβάνι εμπόρων που διέσχιζε την πεδιάδα του τεράστιου δέλτα του Νείλου. Οραματιστείτε τους να οδηγούν τις καμήλες τους δίπλα από κάποιο υδάτινο ρεύμα, πλησιάζοντας άλλη μια αιγυπτιακή πόλη. Στο πέρασμά τους, ξαφνιάζουν πότε πότε έναν ερωδιό που τσαλαβουτάει στο νερό ή μια ίβιδα, κάνοντάς τα να πετάξουν μακριά. Ο νους του Ιωσήφ έτρεξε πάλι στο σπίτι του στα ανεμοδαρμένα υψώματα της Χεβρών, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Βρισκόταν πια σε έναν άλλον κόσμο.
Φανταστείτε μαϊμούδες που φλυαρούν και στριγκλίζουν σκαρφαλωμένες σε χουρμαδιές και συκιές. Κάπως έτσι πρέπει να ακουγόταν στον Ιωσήφ και η ομιλία των ανθρώπων τους οποίους προσπερνούσαν. Ίσως προσπαθούσε να πιάσει όσες λέξεις ή φράσεις μπορούσε. Έπρεπε να μάθει τη γλώσσα. Από ό,τι καταλάβαινε, δεν θα ξανάβλεπε ποτέ το σπίτι του.
Ο Ιωσήφ ήταν δεν ήταν 18 χρονών. Παρ’ όλα αυτά, αντιμετώπισε δυσκολίες που θα λύγιζαν και μεγάλους άντρες. Οι ίδιοι του οι αδελφοί, τυφλωμένοι από ζήλια επειδή ο πατέρας τους του είχε αδυναμία, λίγο έλειψε να τον σκοτώσουν. Τελικά, τον πούλησαν σε αυτούς τους εμπόρους. (Γένεση 37:2, 5, 18-28) Τώρα, έπειτα από ταξίδι εβδομάδων, οι έμποροι ίσως γίνονταν όλο και πιο ευδιάθετοι—πλησίαζαν στη μητρόπολη όπου σκόπευαν να κερδίσουν χρήματα πουλώντας τον Ιωσήφ και την ακριβή πραμάτεια τους. Πώς δεν επέτρεψε ο Ιωσήφ στην απόγνωση να ριζώσει στην καρδιά του και να συντρίψει το πνεύμα του; Και πώς δεν θα επιτρέψουμε εμείς σήμερα στις δυσκολίες και στις αναποδιές της ζωής να καταστρέψουν την πίστη μας; Έχουμε πολλά να μάθουμε από τον Ιωσήφ.
«Ο ΙΕΧΩΒΑ ΗΤΑΝ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΙΩΣΗΦ»
«Όσο για τον Ιωσήφ, αυτόν τον κατέβασαν στην Αίγυπτο, και ο Πετεφρής, ένας αυλικός του Φαραώ, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, ένας Αιγύπτιος, τον αγόρασε από τα χέρια των Ισμαηλιτών που τον είχαν κατεβάσει εκεί». (Γένεση 39:1) Με αυτά τα λίγα λόγια, η Γραφική αφήγηση μας βοηθάει να φανταστούμε πόσο ταπεινωμένος ένιωθε αυτός ο νεαρός καθώς τον πουλούσαν ξανά. Ήταν απλώς αντικείμενο αγοραπωλησίας! Ας οραματιστούμε τον Ιωσήφ να ακολουθεί τον καινούριο του κύριο, έναν Αιγύπτιο αυλικό, μέσα από πολύβουους δρόμους γεμάτους παζάρια, καθ’ οδόν προς το καινούριο του σπίτι.
Πόσο διέφερε αυτό το σπίτι από το δικό του! Ο Ιωσήφ είχε μεγαλώσει σε νομαδική οικογένεια που κατοικούσε σε σκηνές και μετακινούνταν συνεχώς βόσκοντας τα ποίμνιά της. Εδώ, οι πλούσιοι Αιγύπτιοι, όπως ο Πετεφρής, ζούσαν σε καλόγουστα, ζωηρόχρωμα σπίτια. Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, στους αρχαίους Αιγυπτίους άρεσαν οι θαλεροί, περιτειχισμένοι κήποι με σκιερά δέντρα και ήσυχες λιμνούλες, όπου φύτευαν παπύρους, νούφαρα και άλλα υδρόβια φυτά. Ορισμένα σπίτια περιβάλλονταν από μεγάλους κήπους και είχαν σκεπαστές βεράντες ώστε να απολαμβάνουν οι ένοικοι το δροσερό αεράκι, ψηλά παράθυρα για εξαερισμό, καθώς και πολλά δωμάτια, μεταξύ αυτών μια ευρύχωρη τραπεζαρία και χώρους για τους υπηρέτες.
Μήπως ο Ιωσήφ έμεινε αποσβολωμένος μπροστά σε τόση χλιδή; Μάλλον όχι. Το πιθανότερο είναι ότι μέσα του κυριαρχούσε η απέραντη μοναξιά. Καθετί στους Αιγυπτίους τού φαινόταν ξένο—η γλώσσα, το ντύσιμο, η εμφάνιση και κυρίως η θρησκεία τους. Εκείνοι λάτρευαν αμέτρητους θεούς, ασκούσαν αποκρυφισμό και μαγικές τέχνες, καθώς επίσης έβρισκαν νοσηρά γοητευτικό το θάνατο και τη μετά θάνατον ζωή. Κάτι, όμως, βοήθησε τον Ιωσήφ να μη συντριφτεί από τη μοναξιά. Η Γραφική αφήγηση μας λέει: «Ο Ιεχωβά ήταν μαζί με τον Ιωσήφ». (Γένεση 39:2) Ο Ιωσήφ ασφαλώς άνοιξε την καρδιά του στον Θεό του. Η Αγία Γραφή λέει ότι «ο Ιεχωβά είναι κοντά σε όλους όσους τον επικαλούνται». (Ψαλμός 145:18) Με ποιον άλλον τρόπο πλησίασε ο Ιωσήφ τον Θεό του;
Ο νεαρός δεν υπέκυψε στην απόγνωση και καταπιάστηκε με την εργασία του όσο καλύτερα μπορούσε. Με αυτόν τον τρόπο, ο Ιωσήφ έδωσε στον Ιεχωβά πολλούς λόγους για να τον ευλογεί, ενώ σύντομα κέρδισε την εύνοια του καινούριου του κυρίου. Ο Πετεφρής αντιλήφθηκε ότι ο νεαρός υπηρέτης του ευλογούνταν από τον Ιεχωβά, τον Θεό του λαού του Ιωσήφ, και τέτοιες ευλογίες αναμφίβολα έφερναν περισσότερη ευημερία στο σπιτικό του Αιγυπτίου. Ο Ιωσήφ ανέβαινε στην εκτίμηση του κυρίου του ώσπου ο Πετεφρής εμπιστεύτηκε τα πάντα στα χέρια αυτού του άξιου νεαρού.—Γένεση 39:3-6.
Ο Ιωσήφ έθεσε ένα ουσιώδες παράδειγμα για τους νεαρούς υπηρέτες του Θεού σήμερα. Λόγου χάρη, το περιβάλλον του σχολείου ίσως τους φαίνεται κάποιες φορές αλλόκοτο και ξένο, ένας κόσμος που βρίσκει γοητευτικό τον αποκρυφισμό και διαπνέεται από αρνητική και απαισιόδοξη άποψη για τη ζωή. Αν ζείτε και εσείς κάτι τέτοιο, να θυμάστε ότι ο Ιεχωβά δεν έχει αλλάξει. (Ιακώβου 1:17) Αποδεικνύει ακόμη ότι είναι μαζί με όλους όσους παραμένουν όσιοι σε αυτόν και επιζητούν να εργάζονται σκληρά με τρόπο που τον ευαρεστεί. Τους ευλογεί πλούσια, και το ίδιο θα κάνει για εσάς.
Η αφήγηση μας λέει ότι στο μεταξύ ο Ιωσήφ ωρίμαζε. Ο νεαρός έγινε άντρας, και μάλιστα με «ωραία διάπλαση και ωραία εμφάνιση». Αυτά τα λόγια υποδηλώνουν ότι παραμόνευε κάποιος κίνδυνος, εφόσον το δώρο της ομορφιάς πολλές φορές ελκύει ανεπιθύμητη και ακατάλληλη προσοχή.
«ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΚΟΥΓΕ ΠΟΤΕ»
Ο Ιωσήφ εκτιμούσε πολύ την οσιότητα. Όχι, όμως, και η γυναίκα του Πετεφρή, για την οποία διαβάζουμε: «Η σύζυγος του κυρίου του άρχισε να στρέφει τα μάτια της προς τον Ιωσήφ και να λέει: “Πλάγιασε μαζί μου”». (Γένεση 39:7) Μπήκε ο Ιωσήφ στον πειρασμό να υποκύψει στις ανήθικες προτάσεις αυτής της ειδωλολάτρισσας; Δεν έχουμε Γραφικούς λόγους να υποθέσουμε ότι ήταν απρόσβλητος στις επιθυμίες και στις ορμές που είναι κοινές στους νεαρούς άντρες ή ότι αυτή η γυναίκα, η καλομαθημένη σύζυγος ενός πλούσιου και σημαίνοντα αυλικού, δεν είχε ελκυστική εμφάνιση. Θα έκανε ο Ιωσήφ τον εσφαλμένο συλλογισμό ότι ο κύριός του δεν θα το μάθαινε ποτέ; Μήπως θα δελεαζόταν σκεφτόμενος ότι μια τέτοια σχέση ίσως του πρόσφερε υλικά οφέλη;
Ομολογουμένως, δεν ξέρουμε όλα όσα πέρασαν από το μυαλό του Ιωσήφ. Ωστόσο, έχουμε μια ξεκάθαρη ένδειξη για το τι βρισκόταν στην καρδιά του, όπως γίνεται φανερό από την απάντησή του: «Ο κύριός μου δεν γνωρίζει τι υπάρχει υπό την επίβλεψή μου στο σπίτι, και καθετί δικό του το έχει δώσει στα χέρια μου. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος σε αυτό το σπίτι από εμένα, και εκείνος δεν μου έχει απαγορεύσει τίποτα απολύτως εκτός από εσένα, επειδή είσαι σύζυγός του. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσα να διαπράξω αυτό το μεγάλο κακό και να αμαρτήσω εναντίον του Θεού;» (Γένεση 39:8, 9) Φανταστείτε τον να της λέει αυτά τα λόγια με ένταση και ειλικρίνεια. Δεν ήθελε καν να σκεφτεί αυτό που του ζητούσε να κάνει. Γιατί;
Όπως είπε ο Ιωσήφ, ο κύριός του τον εμπιστευόταν. Ο Πετεφρής τού είχε αναθέσει ολόκληρο το σπιτικό του, κρατώντας για τον εαυτό του μόνο τη γυναίκα του. Πώς θα μπορούσε ο Ιωσήφ να προδώσει την εμπιστοσύνη του; Η σκέψη και μόνο τού ήταν απεχθής. Αλλά υπήρχε κάτι που του προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερη αποστροφή: η ιδέα ότι στην πραγματικότητα θα αμάρτανε εναντίον του Θεού του, του Ιεχωβά. Ο Ιωσήφ είχε διδαχτεί πολλά από τους γονείς του σχετικά με την άποψη του Θεού για το γάμο και την πιστότητα. Όταν ο Ιεχωβά τέλεσε τον πρώτο γάμο, διασαφήνισε πώς βλέπει το ζήτημα. Ο άντρας και η γυναίκα του έπρεπε να προσκολληθούν ο ένας στον άλλον, να γίνουν «μία σάρκα». (Γένεση 2:24) Όσοι επιχειρούσαν να παραβιάσουν αυτόν το δεσμό διακινδύνευαν να εξοργίσουν τον Θεό. Για παράδειγμα, εκείνοι που παραλίγο να ατιμάσουν τη σύζυγο του Αβραάμ και προγιαγιά του Ιωσήφ, καθώς και τη σύζυγο του Ισαάκ και γιαγιά του Ιωσήφ, έφτασαν στο χείλος της καταστροφής. (Γένεση 20:1-3· 26:7-11) Ο Ιωσήφ είχε μάθει καλά το συγκεκριμένο μάθημα και σκόπευε να ζει σύμφωνα με αυτό.
Η γυναίκα του Πετεφρή δεν χάρηκε με ό,τι άκουσε. Δεν το χωρούσε ο νους της! Την είχε απορρίψει ένας ασήμαντος δούλος, χαρακτηρίζοντας μάλιστα την προσφορά της «μεγάλο κακό»! Εκείνη, όμως, επέμεινε. Πιθανότατα θίχτηκε η ματαιοδοξία και ο εγωισμός της, και το έβαλε σκοπό να μεταπείσει τον Ιωσήφ. Με αυτόν τον τρόπο, έδειξε παρόμοιο πνεύμα με τον Σατανά, ο οποίος υπέβαλε τον Ιησού σε πειρασμό. Ο Σατανάς απέτυχε και αυτός αλλά, αντί να παραιτηθεί, περίμενε «κάποιον άλλον κατάλληλο καιρό». (Λουκάς 4:13) Τα πιστά άτομα, λοιπόν, χρειάζεται να είναι αποφασισμένα και σταθερά. Αυτό έκανε και ο Ιωσήφ. Παρότι η κατάσταση συνεχιζόταν «καθημερινά», εκείνος παρέμενε ακλόνητος. Διαβάζουμε ότι «δεν την άκουγε ποτέ». (Γένεση 39:10) Ωστόσο, η γυναίκα του Πετεφρή είχε βαλθεί να τον ξελογιάσει.
Περίμενε πότε θα έλειπαν όλοι οι υπηρέτες από το σπίτι. Ήξερε ότι ο Ιωσήφ θα έπρεπε να μπει μέσα για να κάνει την εργασία του. Όταν εκείνος μπήκε, εφάρμοσε το σχέδιό της. Τον άρπαξε από το ένδυμά του και έκανε μια ύστατη προσπάθεια ζητώντας του επίμονα: «Πλάγιασε μαζί μου!» Ο Ιωσήφ αντέδρασε αστραπιαία. Ελευθερώθηκε από τη λαβή της και τραβήχτηκε προς τα πίσω—αλλά εκείνη κρατούσε γερά το ένδυμά του. Ο Ιωσήφ τής ξέφυγε, αφήνοντάς το στα χέρια της. Μετά τράπηκε σε φυγή!—Γένεση 39:11, 12.
Ίσως αυτό μας θυμίζει τη θεόπνευστη συμβουλή του αποστόλου Παύλου: «Να φεύγετε από τη σεξουαλική ανηθικότητα!» (1 Κορινθίους 6:18, Μετάφραση Νέου Κόσμου 2013 [στην αγγλική]) Τι θαυμάσιο παράδειγμα έθεσε ο Ιωσήφ για όλους τους αληθινούς Χριστιανούς! Η ζωή ίσως μας φέρει πολύ κοντά σε ανθρώπους που δεν σέβονται τους ηθικούς νόμους του Θεού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ενδίδουμε στις εσφαλμένες επιρροές. Πρέπει να φεύγουμε μακριά, όποιο και αν είναι το τίμημα.
Στην περίπτωση του Ιωσήφ, το τίμημα ήταν υψηλό. Η γυναίκα του Πετεφρή ήθελε εκδίκηση. Άρχισε αμέσως να ουρλιάζει, ώστε να την ακούσουν οι υπόλοιποι υπηρέτες και να μπουν στο σπίτι. Ισχυρίστηκε ότι ο Ιωσήφ είχε επιχειρήσει να τη βιάσει και πως, όταν εκείνη έβαλε τις φωνές, αυτός έτρεξε να φύγει. Κράτησε το ένδυμα ως ενοχοποιητικό στοιχείο και περίμενε να επιστρέψει ο άντρας της. Όταν γύρισε ο Πετεφρής, του είπε το ίδιο ψέμα, υπονοώντας ότι έφταιγε εκείνος επειδή είχε φέρει αυτόν τον ξένο στο σπίτι τους. Πώς αντέδρασε ο Πετεφρής; Όπως διαβάζουμε, «ο θυμός του άναψε»! Παρέδωσε τον Ιωσήφ στη φυλακή διατάζοντας να παραμείνει κρατούμενος.—Γένεση 39:13-20.
“ΣΕ ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΕΣΦΙΞΑΝ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥ”
Δεν γνωρίζουμε πολλά για το πώς ήταν τότε οι αιγυπτιακές φυλακές. Οι αρχαιολόγοι έχουν βρει ερείπια από τέτοια μέρη—μεγάλα κτίρια σαν φρούρια, με κελιά και μπουντρούμια. Ο Ιωσήφ περιέγραψε μετέπειτα τη φυλακή με μια λέξη η οποία κυριολεκτικά σημαίνει “λάκκος”, πράγμα που φέρνει στο μυαλό ένα ανήλιαγο, άθλιο μέρος. (Γένεση 40:15, Μετάφραση του Βάμβα) Στο βιβλίο των Ψαλμών μαθαίνουμε ότι ο Ιωσήφ υπέστη περαιτέρω βασανιστήρια: “Σε αλυσίδες έσφιξαν τα πόδια του και του πέρασαν σιδερένιο περιλαίμιο”. (Ψαλμός 105:17, 18, Η Αγία Γραφή, Μετάφραση από τα Πρωτότυπα Κείμενα) Μερικές φορές, οι Αιγύπτιοι έδεναν τους φυλακισμένους πισθάγκωνα ή τους φορούσαν σιδερένια περιλαίμια. Πόσο πρέπει να υπέφερε ο Ιωσήφ από αυτή την κακομεταχείριση—και μάλιστα χωρίς να την αξίζει!
Επιπλέον, αυτή η δυσάρεστη κατάσταση δεν κράτησε λίγο. Σύμφωνα με την αφήγηση, ο Ιωσήφ «παρέμενε εκεί, στη φυλακή». Πέρασε χρόνια σε εκείνο το φρικτό μέρος!a Και δεν ήξερε καν αν θα αποφυλακιζόταν ποτέ. Μετά το πρώτο σοκ, ο χρόνος κυλούσε βασανιστικά αργά—οι μέρες έγιναν εβδομάδες, και οι εβδομάδες μήνες. Πώς κατάφερε να μην απελπιστεί;
Η αφήγηση μας διαβεβαιώνει: «Ο Ιεχωβά παρέμενε με τον Ιωσήφ και του έδειχνε στοργική καλοσύνη». (Γένεση 39:21) Ούτε οι τοίχοι της φυλακής ούτε οι αλυσίδες ούτε τα ανήλιαγα μπουντρούμια μπορούν να χωρίσουν τους υπηρέτες του Ιεχωβά από τη στοργική του καλοσύνη. (Ρωμαίους 8:38, 39) Φανταζόμαστε τον Ιωσήφ να μιλάει για την οδύνη του στον αγαπητό ουράνιο Πατέρα του, ανοίγοντας την καρδιά του μέσω προσευχής, και να λαβαίνει την ειρήνη και τη γαλήνη που παρέχει μόνο «ο Θεός κάθε παρηγοριάς». (2 Κορινθίους 1:3, 4· Φιλιππησίους 4:6, 7) Τι άλλο έκανε ο Ιεχωβά για τον Ιωσήφ; Διαβάζουμε ότι φρόντισε να βρίσκει «εύνοια στα μάτια του ανώτατου αξιωματικού της φυλακής».
Προφανώς, οι φυλακισμένοι έπρεπε να κάνουν διάφορες εργασίες, και ο Ιωσήφ έδωσε και πάλι λόγους στον Ιεχωβά για να τον ευλογεί. Εργαζόταν σκληρά, κάνοντας όσο καλύτερα μπορούσε ό,τι του ανέθεταν, και άφηνε τα υπόλοιπα στον Ιεχωβά. Χάρη στη δική Του ευλογία, κέρδισε την εμπιστοσύνη και το σεβασμό των γύρω του όπως είχε συμβεί και στο σπιτικό του Πετεφρή. Η αφήγηση αναφέρει: «Και ο ανώτατος αξιωματικός της φυλακής παρέδωσε στα χέρια του Ιωσήφ όλους τους φυλακισμένους που βρίσκονταν στη φυλακή· και ό,τι και αν έκαναν εκεί αυτός ήταν που φρόντιζε να γίνεται. Ο ανώτατος αξιωματικός της φυλακής δεν φρόντιζε απολύτως τίποτα από όσα ήταν στα χέρια του, επειδή ο Ιεχωβά ήταν μαζί με τον Ιωσήφ και, ό,τι έκανε αυτός, ο Ιεχωβά το έστεφε με επιτυχία». (Γένεση 39:22, 23) Πόση παρηγοριά ένιωθε ο Ιωσήφ γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά τον είχε υπό τη φροντίδα του!
Στη ζωή μπορεί να αντιμετωπίσουμε ολέθριες περιπέτειες και ανατροπές, ακόμη και κατάφωρες αδικίες, αλλά μαθαίνουμε πολλά από την πίστη του Ιωσήφ. Αν παραμένουμε κοντά στον Ιεχωβά μέσω προσευχής, αν τηρούμε με οσιότητα τις εντολές του και εργαζόμαστε σκληρά κάνοντας το ορθό στα μάτια του, θα του δίνουμε λόγους για να μας ευλογεί. Όσο για τον Ιωσήφ, ο Ιεχωβά τού επιφύλασσε ακόμη μεγαλύτερες ευλογίες, όπως θα δούμε σε μελλοντικά άρθρα αυτής της σειράς.
a Η Γραφή υποδηλώνει ότι ο Ιωσήφ ήταν περίπου 17 ή 18 χρονών όταν πήγε στο σπίτι του Πετεφρή και ότι παρέμεινε εκεί ώσπου έγινε νεαρός άντρας—ενδεχομένως κάποια χρόνια. Όταν αποφυλακίστηκε, ήταν 30 χρονών.—Γένεση 37:2· 39:6· 41:46.