Είσθε Πρόθυμοι να Εργασθήτε;
ΑΛΗΤΕΣ, παληάνθρωποι και ζητιάνοι συνήθιζαν να είναι τα κατακάθια της κοινωνίας, κυρίως διότι αντιπαθούσαν την εργασία. Αλλά σήμερα οι στάσεις έναντι της απασχολήσεως αλλάζουν. Ένας συγγραφεύς το εξέφρασε αυτό ως εξής: «Η εργασία [καθ’ εαυτήν] έπεσε σε κακή υπόληψι.»
‘Τι είναι υπεύθυνο,’ μπορεί να ρωτήσετε, ‘γι’ αυτή την αρνητική στάσι εκ μέρους πολλών απέναντι της εργασίας;’ Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλοί λόγοι.
Πρώτα πρώτα η εμφάνισις της μαζικής παραγωγής, που ειδικώς επιταχύνθηκε το τελευταίο ήμισυ αυτού του εικοστού αιώνος, έκαμε πολλούς εργάτες να είναι λίγο περισσότερο από νούμερα και στατιστικές σε μια εργασία που ελέγχεται από έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Ως άτομα, ως ανθρώπινα όντα, φαίνονται σχεδόν χαμένα. Οι προσωπικότητες είναι στην πραγματικότητα ανύπαρκτες.
Φυσικά αυτό έχει την επίδρασί του στη στάσι των ανθρώπων προς την εργασία τους. Στην πορεία της παραγωγής ο άνθρωπος που απολαμβάνει μια προσωπική υπερηφάνεια από την εργασία του είναι σπάνιος πράγματι. Η δημιουργία προσωπικού ενδιαφέροντος στην εργασία ενός ατόμου λείπει σε μεγάλο βαθμό. Η φιλοδοξία για επιτεύγματα προσωπικής ικανότητος τέχνης απουσιάζει. Όπου αυτή είναι η κατάστασις, οποιαδήποτε ωθούσα δύναμις για εργασία πηγάζει μόνον από την ανάγκη να προμηθευθή κανείς τα αναγκαία για την οικογένεια και τα προστατευόμενα μέλη ή από την επιθυμία να ικανοποιήση κάποια σφοδρή προσωπική ή σαρκική επιθυμία. Δεν γίνεται πλέον υπόθεσις εργασίας χάριν της εργασίας, αλλά μόνον για τη λαμβανόμενη πληρωμή.
Τέτοιες στάσεις δημιουργούν περιφρόνησι για την ίδια την εργασία, και σε πολλές περιπτώσεις κάνουν έναν άνθρωπον να μισή τη δουλειά του. Έτσι, χωρίς καμμιά αγάπη για το επάγγελμα, ο άνθρωπος γίνεται οκνηρός και αδιάφορος. Η καρδιά του συνεχώς τον παρακινεί να κάμη όσον το δυνατόν λιγώτερη εργασία, το πιο ελάχιστο που χρειάζεται για να κρατήση τη δουλειά. Τα αισθήματά του προς αυτό το ιδιαίτερο επάγγελμα δυνατόν να επηρεάζουν τη στάσι του προς την εργασία γενικά. Στο σπίτι φυτεύει τους ίδιους σπόρους της δυσαρέσκειας στα παιδιά του, και γρήγορα η επόμενη γενεά δείχνει όλα τα συμπτώματα της ίδιας ασθένειας του οκνηρού ανθρώπου.
Άλλες Αιτίες για Αρνητική Στάσι
Η ίδια η σύστασις και η τακτική του παρόντος οικονομικού συστήματος υποθάλπουν την ανεργία· εκείνοι που τώρα είναι άνεργοι αριθμούνται κατά εκατομμύρια. Πολλοί, ίσως η πλειοψηφία, απ’ αυτούς τους ανθρώπους είναι πρόθυμοι να εργάζωνται αν μόνον μπορέσουν να βρουν μια κατάλληλη απασχόλησι. Αλλά η ίδια η κατάστασις της ανεργίας τείνει να δημιουργή σ’ αυτούς απογοήτευσι και πικρή δυσαρέσκεια, που, με τη σειρά της, προκαλεί μίσος και βία. Για να το καταπολεμήσουν αυτό, οι κυβερνήσεις επινοούν ποικίλα συστήματα επιδομάτων και σχέδια κοινωνικής προνοίας για να χαλιναγωγήσουν τη βία και τις επαναστάσεις από τους πεινασμένους ανθρώπους.
Οι κατάλογοι κοινωνικής προνοίας αυξήθηκαν αστρονομικά την τελευταία δεκαετία. Ο αριθμός εκείνων που λαμβάνουν επιδόματα κοινωνικής προνοίας στην πόλι της Νέας Υόρκης μόνον αυξήθηκε κατά 290 τοις εκατό από το 1960 έως το 1972—ένα άλμα, δηλαδή, από 324.214 σε 1.265.301 άτομα!
Ενώ η πλειονότης αυτών των ατόμων δυνατόν να μη μπορούν να εργάζωνται, πολλές χιλιάδες από αυτά είναι ομολογουμένως αρτιμελή άτομα και πολύ ικανά να εργάζωνται αν μονάχα το ήθελαν. Αυτό είναι ένα από τα ατυχή υποπροϊόντα των προγραμμάτων της κοινωνικής προνοίας—ένα γένος ανθρώπων που θα ήθελαν μάλλον να ζουν από φιλανθρωπία παρά από επωφελή απασχόλησι. Έπειτα, επίσης, υπάρχει ένας αυξανόμενος αριθμός ατόμων τα οποία θα ήθελαν μάλλον να κλέπτουν καταστήματα, να ληστεύουν και να επιτίθενται σε άλλους παρά να εργάζωνται για έναν έντιμο μισθό. Συμβαίνει όπως λέγει η παροιμία: «Ο οκνηρός εις το έργον αυτού είναι βεβαίως αδελφός του ασώτου.»—Παροιμ. 18:9.
Έπειτα υπάρχουν και άλλες απόψεις σχετικά με την εργασία που αντανακλώνται από την τρέχουσα γενεά. Επί παραδείγματι, νέοι άνθρωποι που μόλις βγαίνουν από το σχολείο φαίνεται να ζουν σ’ έναν κόσμο που δεν μπορεί να περιμένη για οτιδήποτε· το κάθε τι πρέπει να γίνεται στη στιγμή. Μαζί με τον καφέ και το τσάι «της στιγμής» αναμένουν «στιγμιαία» επιτυχία, και η ιδέα των για επιτυχία συχνά εξισώνεται με υψηλές αποδοχές και μια τιτλούχο εξέχουσα θέσι.
Άνθρωποι που σκέπτονται μ’ αυτόν τον τρόπο δυνατόν να θεωρούν εκείνους που εργάζονται με τα χέρια των ή με τη ράχη τους σαν κάπως καθυστερημένους. Μπορεί να συνοφρυώνωνται για τις εργατικές δουλειές σαν να είναι κάτω της αξιοπρέπειάς των. Στα μάτια τους οι διευθυνταί, οι τεχνικοί των ηλεκτρονικών υπολογιστών, οι αναλυταί αγορών και οι σύμβουλοι είναι οι διανοούμενοι. Εν τούτους, ο Θωμάς Έδισον, ο διάσημος εφευρέτης, είπε μια φορά ότι «κανένα υποκατάστατο δεν υπάρχει για τη σκληρή εργασία,» και ότι «η ιδιοφυία είναι ένα τοις εκατό έμπνευσις και ενενήντα εννέα τοις εκατό ιδρώτας.»
Ποια είναι η άποψίς σας γι’ αυτά τα ζητήματα;
Η Άποψις του Θεού για την Εργασία
Αν διαπιστώνετε ότι έχετε επηρεασθή σε κάποιον βαθμό από τη νεώτερη αντίληψι περί εργασίας, θα κάμετε καλά να εξετάσετε την άποψι του Θεού και τις αρχές του πάνω σ’ αυτό το θέμα όπως εκφράζονται στον Λόγο του, τη Βίβλο. Μόνον με το ν’ ακολουθήσετε τη συμβουλή της Βίβλου θα βρήτε ένα μέτρον ευτυχίας και ικανοποιήσεως στο παρόν ανταγωνιστικό σύστημα. Μόνον τότε θα είσθε έτοιμος να ζήσετε σ’ έναν επίγειο παράδεισο κάτω από τη διακυβέρνησι της νέας τάξεως του Ιεχωβά.
Η «εργασία» έχει προσδιορισθή ως η δαπάνη φυσικής και διανοητικής προσπαθείας για να επιτευχθή ένας ωρισμένος σκοπός ή για να παραχθή κάτι. Η Βίβλος μάς λέγει ότι ο Ιεχωβά ήταν και είναι ένας πολύ επιμελής και προσεκτικός εργάτης. Ομοίως, ο Κύριος Ιησούς Χριστός εργάζεται με ζήλο στον διορισμό του. (Ησ. 40:26· Ιωάν. 5:17· 9:4) Δεν θ’ ανέμεναν ο Ιεχωβά και ο Χριστός Ιησούς να έχουν μια όμοια επιθυμία για εργασία εκείνοι που ελπίζουν να ζήσουν κάτω από τη διευθέτησι της Μεσσιανικής Βασιλείας του Θεού; Βεβαιότατα ναι!
Μια από τις αρχικές ευλογίες του Δημιουργού που δόθηκαν στον άνθρωπο ήταν η «εργασία.» Ο Ιεχωβά Θεός, όταν έθεσε τον Αδάμ στον παράδεισο της Εδέμ «δια να εργάζηται αυτόν, και να φυλάττη αυτόν,» του είπε επίσης να πληθυνθή, και να ‘κυριεύση’ την γην, ενώ συγχρόνως θα εξουσίαζε τα ψάρια, τα πουλιά και τα ζώα. Και «είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν.»—Γέν. 2:15· 1:28, 31.
Αυτό ήταν βεβαίως ένας διορισμός έργου, και το γεγονός ότι δόθηκε στον αναμάρτητο τέλειον άνθρωπο δείχνει ότι η εργασία είναι ευλογία και όχι κατάρα. Έξω από την τελειότητα της Εδέμ και έξω από την εύνοια του Θεού, λόγω των απογοητεύσεων που συνδέονταν με την αμαρτωλή κατάστασι του Αδάμ, αυτός αναμφιβόλως έπρεπε να εργάζεται πολύ σκληρότερα για να εξασφαλίση μια ζωή με τον ιδρώτα του προσώπου του ανάμεσα σε αγκάθια και τριβόλους. Εν τούτοις, ο Σολομών παρετήρησε ότι η σκληρή εργασία, που παράγει καλά αποτελέσματα και ακολουθείται από κατάλληλο φαγητό και ποτό, είναι μια ευλογία «από της χειρός του αληθινού Θεού.»—Γέν. 3:18, 19· Εκκλ. 2:24, ΜΝΚ.
Η Βίβλος δείχνει ότι με την αύξησι του πληθυσμού της γης, η εργασία έγινε ολοένα και περισσότερο ποικίλη. Μερικοί άνθρωποι κατασκεύαζαν σκηνές και έτρεφαν ζώα. Άλλοι κατασκεύαζαν μουσικά όργανα. Μερικοί έβγαζαν από τη γη ή έλυωναν μεταλλεύματα χαλκού και σιδήρου και σφυρηλατούσαν εργαλεία από αυτά τα χρήσιμα μέταλλα.—Γέν. 4:20-22.
Κατά τον πρώτον αιώνα μ.Χ. οι Χριστιανοί ασχολούνταν σε διάφορα κοσμικά επαγγέλματα. Ο Ιησούς ήταν γνωστός ως τέκτων, δηλαδή ξυλουργός. (Μάρκ. 6:3) Ο Πέτρος, ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ήσαν ψαράδες. Ο Σίμων από την Ιόππη ήταν βυρσοδέψης· η Λυδία από τα Θυάτειρα, πωλήτρια πορφύρας, είτε της βαφής είτε των βαμμένων υφασμάτων· και ο Παύλος, σκηνοποιός για ένα μέρος του χρόνου του.—Πράξ. 10:5, 6· 16:14· 18:2-4.
Η Βίβλος Επαινεί την Προθυμία για Εργασία
«Είναι χάρισμα Θεού να απολαμβάνη καλόν» ο άνθρωπος από τον μόχθον της ζωής του, λέγει η Βίβλος. (Εκκλησ. 3:12, 13· 5:18) Αλλά η Βίβλος καταδικάζει με σαφή λόγια τα οκνηρά και τα νωθρά άτομα που δεν δείχνουν ενδιαφέρον για την εργασία των ή, ακόμη χειρότερο, που αρνούνται να εργάζωνται.—Παροιμ. 10:4, 26· 13:4· 15:19· 19:24· 21:25.
Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Επιθυμούμεν δε να δεικνύη έκαστος υμών την αυτήν σπουδήν. . . διά να μη γείνητε νωθροί, αλλά μιμηταί των διά πίστεως και μακροθυμίας κληρονομούντων τας επαγγελίας.» Και εκείνοι που είχαν ‘πίστι και υπομονή’ ήσαν πράγματι σκληροί εργάται!—Εβρ. 6:11, 12.
Αντί να ανέχεται τη νωθρότητα μερικών ατόμων της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας που δεν ήθελαν να εργάζωνται μολονότι μπορούσαν, ο απόστολος τα καταδίκασε. Διαβάζομε: «Να φιλοτιμήσθε εις το να ησυχάζητε, και να καταγίνησθε εις τα ίδια, και να εργάζησθε με τας ιδίας υμών χείρας, καθώς σας παρηγγείλαμεν . . . και να μη έχητε χρείαν μηδενός.» Αργότερα, στην ίδια εκκλησία ο Παύλος πάλι έγραψε: «Διότι και ότε ήμεθα παρ’ υμίν, τούτο σας παρηγγέλλομεν, ότι εάν τις δεν θέλη να εργάζηται μηδέ ας τρώγη· επειδή ακούομεν τινάς ότι περιπατούσι μεταξύ σας ατάκτως, μη εργαζόμενοι μηδέν, αλλά περιεργαζόμενοι. Παραγγέλλομεν δε εις τους τοιούτους, και προτρέπομεν διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να τρώγωσι τον άρτον αυτών εργαζόμενοι μετά ησυχίας.»—1 Θεσ. 4:11, 12· 2 Θεσ. 3:10-12.
Είναι ενδιαφέρον να σημειώσωμε ότι οι Ρώσοι Κομμουνισταί, οι οποίοι φανερά εναντιώνονται στη Βίβλο, παραθέτουν αυτή τη δήλωσι του αποστόλου Παύλου για να υποστηρίξουν τις δοξασίες των. Σχετικά μ’ αυτό διαβάζομε: «Στην ΕΣΣΔ η εργασία είναι καθήκον κάθε ικανού πολίτου, σύμφωνα με την αρχή: ‘Όποιος δεν εργάζεται, δεν θα πρέπει να τρώγη.’» (Βλέπε το Σύνταγμα της Ενώσεως των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, Άρθρον 12 [1936].)
Ίσως να είσθε πρόθυμος να εργάζεσθε για υλικά πλούτη, για κάποια τιμητική θέσι ή για τον έπαινο και την κολακεία των άλλων, αλλά ποια είναι η στάσις σας σχετικά με το έργο για τον Ιεχωβά Θεό τον Δημιουργό και τα συμφέροντα της Βασιλείας του; Είσθε πρόθυμος και ευτυχής να είσθε δούλος του Ιεχωβά;
Ακούστε τι συμβούλευσε ο Ιησούς: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, . . . Εργάζεσθε μη διά την τροφήν την φθειρομένην, αλλά διά την τροφήν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον, την οποίαν ο Υιός του ανθρώπου θέλει σας δώσει.» (Ιωάν. 6:26, 27) Ακολουθείτε επίσης τη συμβουλή του αποστόλου Παύλου: «Και παν ό,τι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Ιεχωβά, και ουχί εις ανθρώπους· εξεύροντες ότι από τον Ιεχωβά θέλετε λάβει την ανταπόδοσιν της κληρονομιάς· διότι εις τον Κύριον Χριστόν δουλεύετε.»—Κολ. 3:23, 24, ΜΝΚ.
Αν το κάνετε αυτό, τότε ‘θα παρασταθήτε ενώπιον αυτών των Μεγάλων Βασιλέων, του Θεού και του Υιού του,’ προς αιώνιον αμοιβήν σας.—Παρ. 22:29.