Η Σταδιοδρομία μου στην Καλαθόσφαιρα—Αντικαταστάθηκε από Δυο Άλλες Αγάπες!
ΗΜΟΥΝ εφτά ετών όταν άρχισε να μου αρέσει η καλαθόσφαιρα. Συνήθιζα να βγαίνω στο δρόμο στη γειτονιά και να παίζω καλαθόσφαιρα για δυο ώρες τη μέρα. Όταν πήγαινα στο Γυμνάσιο, ήμουν 1,97μ. ύψος και ζύγιζα 84 κιλά (185 πάουντς). Το χρόνο εκείνο η ομάδα μου κέρδισε τον τίτλο στην περιοχή μας. Πήρα υποτροφία για να πάω στο UCLA (Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες), έπαιξα κάτω από τον προπονητή Τζων Γούντεν, και δυο από τα τελευταία τρία μου χρόνια εκεί, κερδίσαμε τον εθνικό τίτλο.
Το πρώτο μου έτος έξω από το κολέγιο, το 1975, ήταν πολυάσχολο. Υπόγραψα συμβόλαιο με τους Λέικερς του Λος Άντζελες—για 1,6 εκατομμύρια δολάρια ή εκεί γύρω, επί πέντε χρόνια. Μια εβδομάδα μετά πήρα μεταγραφή για τους Μιλγουώκι Μπακς. Ένα μήνα αργότερα παντρεύτηκα τη Λίντα, και ένα μήνα μετά ήταν έγκυος.
Εν πάση περιπτώσει, ανακάλυψα γρήγορα πόσο διαφορετικά ήταν να παίζει κανείς στο Εθνικό Πρωτάθλημα του Μπάσκετμπωλ! Στο UCLA είχαμε μια σειρά από νίκες σε 88 παιχνίδια, αλλά στο πρώτο μου έτος με τους Μιλγουώκι Μπακς χάσαμε 44 παιχνίδια συνέχεια! Παίζαμε μέρα παρά μέρα, με ταλαντούχους επαγγελματίες παίχτες. Επρόκειτο για επιχείρηση. Περιλάμβανε όλη τη ζωή σου. Ιδιαίτερα στη διάρκεια της σαιζόν, σε καταβρόχθιζε, βρισκόσουν εν κινήσει! Αλλά μου άρεσε!
Σύντομα, ωστόσο, δυο άλλα πράγματα παρενέβησαν τα οποία επρόκειτο να αγαπήσω περισσότερο—πράγματα που δεν συμβιβάζονταν με τη σταδιοδρομία μου στην επαγγελματική καλαθόσφαιρα.
Θα μπορούσατε να πείτε ότι οι σπόροι γι’ αυτόν τον παρατεταμένο πόλεμο είχαν σπαρθεί από το 1972 όταν πρωτοσυνάντησα τη Λίντα. Αμέσως την ερωτεύτηκα. Ένα χρόνο πριν είχε βαφτιστεί Μάρτυρας του Ιεχωβά, αλλά είχε γίνει αδρανής. Ωστόσο συχνά ανέφερε τη θρησκεία.
«Ποια είναι η άποψή σου για τη Βίβλο;» ρωτούσε.
«Είναι ένα ωραίο βιβλίο μυθολογίας», απαντούσα.
Είχα ανατραφεί σαν Καθολικός, αλλά τώρα βρισκόμουν στο κολέγιο και ήμουν πολύ ανεκτικός και είχα φιλοσοφική άποψη. Οι συζητήσεις ποτέ δεν με απορροφούσαν και ποτέ δεν ήταν πολύ παρατεταμένες.
Κατόπιν κάτι συνέβη το 1974 που με έφερε σε μια Αίθουσα Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ήταν ένα αγόρι—Μπράιαν Γκουντ ήταν το όνομά του—με το οποίο πήγαινα μαζί στο Γυμνάσιο. Με μισούσε. Ήταν ένας ανταγωνιστικός τύπος, ήμαστε ανταγωνιστές στα σπορ. Οι γονείς του ήταν Μάρτυρες, αλλά εκείνος δεν είχε καμιά σχέση με τη θρησκεία τους. Έπαιρνε ναρκωτικά, είχε μακριά μαλλιά, ήταν πραγματικά αντιπαθητικός. Λίγα χρόνια αργότερα πήγα στο σπίτι της Λίντας, και βρισκόταν εκεί και ο Μπράιαν. Παντρεμένος, με κοντά μαλλιά, με γραβάτα, πραγματικά ευπαρουσίαστος. Είχε γίνει Μάρτυρας του Ιεχωβά.
Αργότερα αυτός και η σύζυγός του κήρυτταν ολοχρόνια στο Κάνσας, και ενώ ταξίδευαν για να πάνε σε μια συνέλευση σκοτώθηκαν και οι δυο σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Η κηδεία έγινε στην Αίθουσα Βασιλείας. Πήγα από σεβασμό για τον Μπράιαν.
Ήταν το πιο παράδοξο πράγμα της ζωής μου. Ο ομιλητής είπε ότι όλοι θα ξανάβλεπαν τον Μπράιαν. Ήταν σχεδόν σαν να μην είχε ο Μπράιαν πεθάνει, καθώς άκουγα τον ομιλητή. Η οικογένειά του καθόταν μπροστά κλαίγοντας, αλλά εγώ δεν αισθανόμουν καν λυπημένος! Ήταν κάτι το ασυνήθιστο. Εδώ ο ομιλητής μιλούσε για θετικά πράγματα, και σκεφτόμουν καθώς καθόμουν: ‘Τι ωραία ομιλία! Πρόκειται λέει να ξαναδούν τον Μπράιαν, και πρόκειται λέει να ξανακάνουν αυτό και το άλλο με τον Μπράιαν μαζί!’
Ένα χρόνο αργότερα, το 1975, έπαιζα με τους Μιλγουώκι Μπακς. Ένας από τους συμπαίκτες μου ήταν ο Έλμορ Σμιθ, που είχε μεταγραφεί στους Μπακς τον χρόνο εκείνο. Και τον ίδιο εκείνο χρόνο είχε βαφτιστεί σαν Μάρτυρας του Ιεχωβά! Η σύζυγός του, η Τζέσικα, ήταν Μάρτυρας επί τρία ή τέσσερα χρόνια. Φαινόταν σαν να ξεφύτρωναν ξαφνικά Μάρτυρες από παντού στη ζωή μου! Ο Έλμορ και εγώ γίναμε στενοί φίλοι, εφόσον και οι δυο μας ούτε πίναμε ούτε πηγαίναμε σε πάρτυ. Όλο και προσπαθούσε να με κάνει να μελετήσω μαζί του τη Βίβλο και να πάω στην Αίθουσα Βασιλείας μαζί του. Δεν ήμουν ακόμη έτοιμος γι’ αυτό. Μια μέρα μετά από την προπόνηση—και είχαμε κάνει αληθινά καλή προπόνηση, ο Έλμορ κι εγώ βαδίζαμε στο διάδρομο—και ο Έλμορ μού είπε:
«Ντέιβ, δίνω την πρώτη μου ομιλία στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας. Θα ήθελα να έρθεις». Ξερόβηξα και μάσησα τα λόγια μου, ζήτησα συγνώμη, πήγα σπίτι—και αισθανόμουν απαίσια! Την επόμενη μέρα στην προπόνηση είπα στον Έλμορ: «Κοίτα, Έλμορ. Αληθινά ζητάω συγνώμη. Θέλω να σου πω ότι η Λίντα και εγώ θα έρθουμε σε μια άλλη συνάθροιση». Και πόσο πραγματικά του άρεσε αυτό!
Αργότερα η Λίντα και εγώ πήγαμε σε μια δημόσια ομιλία και στη μελέτη Σκοπιάς στην Αίθουσα Βασιλείας. Οι Μάρτυρες ήταν πολύ φιλικοί. Δεν εντυπωσιάστηκα, ωστόσο, με την ομιλία και η μελέτη Σκοπιάς ήταν από το βιβλίο του Αγγαίου ή του Αββακούμ. Δεν γνώριζα περί τίνος επρόκειτο. Καθόμουν εκεί και σκεφτόμουν, ‘Τι σημαίνουν αυτά’; Τι γυρεύω εγώ εδώ;’
Σύντομα μετά τέλειωσε η σαιζόν της καλαθόσφαιρας και επιστρέψαμε στην Καλιφόρνια. Αρχίσαμε να χωρίζουμε. Εγώ ανησυχούσα σχετικά με τη σταδιοδρομία μου. Το μεγαλύτερο μέρος του έτους έπαιζα με πληγωμένο γόνατο, και τώρα οι ακτινογραφίες έδειχναν ότι η επιγονατίδα ήταν σπασμένη. Ήταν το πρώτο έτος του συμβολαίου μου με την NBA, και εναπόμεναν άλλα τέσσερα χρόνια, και τώρα δεν γνώριζα καν εάν θα έπαιζα! Προγραμματίστηκε μια εγχείριση για το γόνατό μου και όταν έφυγα για το νοσοκομείο πήρα μαζί μου τη Μετάφραση Νέου Κόσμου.
«Θα πάρεις τη Βίβλο μαζί σου;» ρώτησε η Λίντα έκπληκτη.
«Ναι, είναι ένα ωραίο βιβλίο μυθολογίας. Θα μου άρεσε να το διαβάσω».
Τη νύχτα εκείνη στο νοσοκομείο διάβασα αρκετά κεφάλαια, αλλά κουράστηκα όταν έφτασα στις απέραντες γενεαλογίες. Με πήρε ο ύπνος και άφησα το βιβλίο κάτω. Την επόμενη μέρα η εγχείρισή μου έγινε με επιτυχία. Η Λίντα ήρθε να με δει, αλλά πονούσα και ήμουν ακόμη ναρκωμένος—ούτε καν κατάλαβα ότι είχε έρθει. Όταν συνήλθα δεν ήταν εκεί, και αυτό με έκανε να θυμώσω.
Βγήκα από το νοσοκομείο σε λίγες μέρες, και μια εβδομάδα αργότερα η Λίντα και εγώ είχαμε ουσιαστικά σταματήσει να μιλάμε ο ένας στον άλλον.
Κατόπιν κάτι συνέβη που μας συμφιλίωσε. Ένα βράδι πήγα στον κινηματογράφο με ένα φίλο. Ο τίτλος της ταινίας ήταν Ο Οιωνός. Ήταν από εκείνα τα τρομακτικά φιλμ φαντασίας. Είχε να κάνει με δαίμονες. Όταν βγήκα από τον κινηματογράφο, είχα πανικοβληθεί. Είχε να κάνει με το παιδί του Σατανά. Προβλήθηκαν στην οθόνη δύο εδάφια από το βιβλίο της Αποκάλυψης. Καθώς διάβαζα τα εδάφια αυτά, σκέφτηκα, ‘Το λέει αυτό στη Βίβλο; Πρόκειται αυτό να συμβεί;’ Επρόκειτο για τον αριθμό του θηρίου 666· το άλλο ήταν για ένα μεγάλο φως που θα έλαμπε από το ένα άκρο της γης μέχρι το άλλο άκρο. Αληθινά με τρομοκράτησε. Οδηγώντας με το αυτοκίνητο προς το σπίτι, κοίταγα πίσω πάνω από τον ώμο μου περιμένοντας ότι κάποιος δαίμονας θα πήδαγε πάνω μου.
Πήγα στο σπίτι, στο υπνοδωμάτιο, και άναψα το φως. Ήταν περίπου 1:30 το πρωί. Η Λίντα είπε:
«Γιατί έχεις αναμμένο το φως;»
«Δεν αξίζω τίποτα, δεν αξίζω τίποτα». Μουρμούριζα συνεχώς.
Η Λίντα πετάχτηκε από το κρεβάτι. «Τι έχεις, Ντέιβ τι έχεις;»
«Είμαι τρομοκρατημένος!» Της είπα για την ταινία.
Πήρε τη Βίβλο και καθήσαμε και οι δυο στο κρεβάτι. Διάβασε από το Ματθαίος 7:13, 14 σχετικά με τον πλατύ δρόμο που οδηγεί στην καταστροφή και τον στενό δρόμο που οδηγεί στη ζωή. Με διαβεβαίωσε: «Ντέιβ, δεν πρέπει να φοβάσαι τον Σατανά. Δεν χρειάζεται να τον φοβάσαι. Να φοβάσαι τον Ιεχωβά. Εκείνος είναι που κρατάει τη ζωή μας στα χέρια του». Συνέχιζε να διαβάζει, και ξαφνικά ήταν σαν να βρισκόμουν μέσα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και κάποιος είχε ανάψει το φως.
Το βράδι εκείνο δεν κοιμήθηκα. Το επόμενο πρωί κάθησα στο κρεβάτι και διάβασα τη Βίβλο. Πρώτα την Αποκάλυψη, κατόπιν τις επιστολές Πρώτη και Δεύτερη προς Τιμόθεο, και Πρώτη και Δεύτερη προς Θεσσαλονικείς, και την προς Ρωμαίους. Όλα αυτά τα μικρά βιβλία. Άρχισαν να αποκτούν κάποιο νόημα. Καθώς διάβαζα, σκεφτόμουν, ‘Γιατί να μην τα έχω διαβάσει ποτέ πριν; Γιατί δεν έριξα καν μια ματιά σ’ αυτά πριν;’ Ήταν σαν ο Ιεχωβά να είχε ανοίξει την καρδιά μου.
Το βράδι εκείνο ήρθε ο γαμπρός της Λίντα. Ήταν ένας βαφτισμένος Μάρτυρας. Επί τέσσερις ώρες του έκανα ερωτήσεις, και εκείνος μου απαντούσε σε όλα από την Γραφή. Κανένα ζήτημα δεν με προβλημάτισε. Ούτε οι μεταγγίσεις αίματος, ούτε η Τριάδα, ούτε η αθάνατη ψυχή—όλα αποδείχτηκαν από τη Βίβλο. Αυτό τακτοποίησε τα ζητήματα για μένα. Ήταν σαν να άναψε ένα φως για μένα τον Σεπτέμβριο του 1976. Κάλεσα τον Έλμορ Σμιθ και τη σύζυγό του και είπα:
«Μαντέψτε!»
«Τι;»
«Θα αρχίσω Γραφική μελέτη με τους Μάρτυρες!»
Δεν πίστευαν στ’ αυτιά τους. Ο Έλμορ αληθινά δεν το πίστευε. Στους NBA ήταν ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά, τώρα επρόκειτο να είναι δύο, και οι δυο στην ίδια ομάδα!
Βαφτίστηκα το επόμενο έτος, τον Αύγουστο του 1977. Μου άρεσε το έργο κηρύγματος από πόρτα σε πόρτα. Το 1978 έκανα βοηθητικό σκαπανικό—πράγμα που σημαίνει ότι δαπανούσα κατά μέσο όρο 60 ή περισσότερες ώρες τον μήνα κηρύττοντας τα καλά νέα για τη Βασιλεία του Θεού. Στη διάρκεια της σαιζόν του 1977-1978 ήταν το έτος της δόξας μου στους NBA. Αλλά άρχιζα να δυσφορώ για το χρόνο που μου έπαιρνε η καλαθόσφαιρα από το έργο κηρύγματος! Αγαπούσα ακόμη το παιχνίδι της καλαθόσφαιρας, αλλά άρχισα να αγαπώ το έργο κηρύγματος ακόμη περισσότερο!
Επίσης ερχόμουν και πιο κοντά στην οικογένειά μου. Η Λίντα και εγώ είχαμε πολύ καλές σχέσεις τώρα. Είχαμε μια κόρη, δύο ετών, την Κρύσταλ. Ένα χρόνο αργότερα, το 1979, γεννήθηκε ο γιος μας ο Σιν. Μια δισκοπάθεια στη σπονδυλική μου στήλη με κράτησε μακριά από την καλαθόσφαιρα. Ήταν οδυνηρό, αλλά ήταν και μια ευλογία ταυτόχρονα. Ήμουν μαζί με την οικογένειά μου κάθε μέρα, πηγαίνοντας σε όλες τις συναθροίσεις, κάνοντας ατομική μελέτη, και κάνοντας πάλι βοηθητικό σκαπανικό. Το καλοκαίρι εκείνο πήρα μια απόφαση μέσα στην καρδιά μου—θα εγκατέλειπα την επαγγελματική καλαθόσφαιρα. Θα εκπλήρωνα το συμβόλαιό μου, αλλά θα αποσυρόμουν μετά από τη σαιζόν 1979-1980.
Η απόφαση εκείνη ήταν το μόνο που χρειαζόμουν! Επανέκτησα τη δύναμή μου, τα πόδια μου επανήλθαν σε καλή υγεία, και ξαναβρήκα την αρχική μου θέση! Έτσι, αφού έχασα ένα ολόκληρο έτος, βρίσκομαι πάλι εκεί που ήμουν και ξανάρχισα να παίζω. Μπήκαμε στους τελικούς. Και καταφέραμε να κερδίσουμε το πρωτάθλημα.
Δέκα μέρες μετά από το τελευταίο παιχνίδι, πήγα στο γραφείο του ιδιοκτήτη.
«Ντέιβ», είπε, «Θα γίνεις αδέσμευτος παίκτης», και άρχισε να μου μιλάει για χρήματα. Γνώριζε ότι σαν αδέσμευτος παίκτης μπορούσα να βγάζω περισσότερα χρήματα.
«Τζιμ», διέκοψα, «δεν πρόκειται να παίξω πια».
«Τι εννοείς, δεν πρόκειται να παίξεις πια; Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό!»
«Κι όμως το κάνω. Οι στόχοι μου, οι αξίες μου, έχουν αλλάξει, και η καλαθόσφαιρα συγκρούεται με αυτά».
«Όμως σου αρέσει η καλαθόσφαιρα!»
«Πραγματικά μου αρέσει».
«Για στάσου», είπε εύθυμα. «Είσαι Μάρτυρας του Ιεχωβά, έτσι δεν είναι; Η οργάνωσή σου μπορεί να χρησιμοποιήσει μερικά χρήματα, έτσι δεν είναι; Θα προσφέρουμε ένα μέρος από τα χρήματα του συμβολαίου σ’ αυτούς».
«Όχι», είπα, «το να είσαι Μάρτυρας περιλαμβάνει περισσότερα από το να δίνεις χρήματα. Σημαίνει μελέτη, συναθροίσεις, κήρυγμα από πόρτα σε πόρτα. Η καλαθόσφαιρα, Τζιμ, με κρατάει μακριά από όλα αυτά. Έξι μήνες της σαιζόν με αποστερούν από αυτά. Επίσης με απομακρύνουν από τις οικογενειακές μου ευθύνες και αυτό είναι επίσης ένα σημαντικό μέρος της λατρείας μου προς τον Ιεχωβά».—Δευτερονόμιον 6:6, 7· Εφεσίους 5:25, 28, 33· 6:4.
Την επόμενη μέρα είχαμε συνέντευξη τύπου. Ήταν παρόντες οι δημοσιογράφοι του Μιλγουώκι καθώς και ο τηλεοπτικός σταθμός. Πολλά από τα άρθρα στο Μιλγουώκι ήταν πολύ ευνοϊκά. (Βλέπε το πλαίσιο σ’ αυτή τη σελίδα.) Αλλά οι δημοσιογράφοι του Λος Άντζελες με χαρακτήρισαν λιγάκι τρελό. ‘Αυτή η θρησκεία, αυτή η αίρεση, κάνουν τον Ντέιβ να φαίνεται αστείος, θα γυρίσει όμως’. Τέτοιου είδους δημοσιεύματα.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι αμέσως μόλις ανακοινώθηκε η αποχώρησή μου, άρχισαν οι δελεαστικές προσφορές. Οι Μπακς μού έστειλαν ένα καλύτερο συμβόλαιο για το επόμενο έτος. Οι Λέικερς του Λος Άντζελες με κάλεσαν, ζητώντας μου να παίξω γι’ αυτούς. Μου πλήρωναν τα έξοδα μετακόμισης στην Καλιφόρνια και ένα σπίτι. Η Σιάτλ ήρθε σε επαφή μαζί μου. Όλα αυτά ήταν πολύ δελεαστικά. Αγαπούσα ακόμη την καλαθόσφαιρα αλλά τώρα αγαπούσα την οικογένειά μου και την υπηρεσία στον Ιεχωβά περισσότερο. Αισθανόμουν ότι ο Ιεχωβά ήταν εκεί μαζί μου, βοηθώντας με να αντισταθώ στις προσφορές αυτές που περιλάμβαναν εκατομμύρια δολάρια.—Παροιμίαι 3:13-18· Σοφονίας 1:18· 1 Ιωάννου 2:15-17.
Από τότε με έχει ευλογήσει πολύ. Έχω χρόνο για ατομική μελέτη της Βίβλου και για παρακολούθηση των συναθροίσεων. Είμαι πρεσβύτερος στην εκκλησία, δίνω δημόσιες ομιλίες, και συχνά δαπανώ όλο μου το χρόνο στη διακονία μιλώντας στους άλλους για τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού κάτω από τον Χριστό. Οι πνευματικές αυτές δραστηριότητες είναι μια πηγή ευτυχίας για μένα. (Ματθαίος 5:3) Επίσης έχω χρόνο να είμαι μαζί με τον γιο μου και την κόρη μου καθώς μεγαλώνουν, και μπορώ να τους βοηθάω στην αληθινή λατρεία. Και έχω χρόνο τώρα για να αφιερώνω στη σύζυγό μου και για να κρατάω τον γάμο μας ισχυρό.
Το μέλλον είναι σκοτεινό για τις μεγάλες μάζες της ανθρωπότητας σ’ αυτόν τον πυρηνικό αιώνα. Αλλά η δική μου ελπίδα είναι ένδοξη. Σχετικά με την Παραδεισένια γη κάτω από τη Βασιλεία του Θεού, το Αποκάλυψις 21:4 λέει: «Και θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον· διότι τα πρώτα παρήλθον».
Με αυτή την ευλογία του Ιεχωβά υπόψη, δεν το θεώρησα καθόλου σαν θυσία που παραμέρισα τη σταδιοδρομία στην καλαθόσφαιρα. Η αγάπη μου για την οικογένειά μου και για τον Ιεχωβά—αυτές είναι οι χαρές μου τώρα. Κι ακόμη η ελπίδα μου για ατελεύτητη ζωή στην Παραδεισένια γη.
Αυτή η υπέροχη ελπίδα μπορεί να γίνει και δική σας αν τη θελήσετε. Το εδάφιο Αποκάλυψις 22:17 λέει: «Όστις θέλει, ας λαμβάνη δωρεάν το ύδωρ της ζωής».—Όπως το αφηγήθηκε ο Ντέιβιντ Μέγερς.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 22]
Μάρτυρες ξεφύτρωναν από παντού στη ζωή μου!
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 22]
Σκέφτηκα ‘Το λέει αυτό στη Βίβλο; Πρόκειται αυτό να συμβεί;’
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 23]
Το καλοκαίρι εκείνο πήρα μια απόφαση . . . Θα εγκατέλειπα την επαγγελματική καλαθόσφαιρα
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 24]
Οι δελεαστικές προσφορές άρχισαν να καταφθάνουν
[Πλαίσιο στη σελίδα 24]
Ο εκδότης αθλημάτων της Τζώρναλ του Μιλγουώκι, ο Μπιλ Ντουάιερ, έγραψε: «Η σκέψη ότι ο Μέγερς θυσιάζει 500.000 δολάρια το χρόνο από το παιχνίδι της καλαθόσφαιρας ώστε να μπορεί να πηγαίνει από πόρτα σε πόρτα σαν Μάρτυρας του Ιεχωβά είναι κάτι που σταματάει το μυαλό . . . Αλλά προτού αποπειραθεί κανείς να οδηγήσει το ασθενοφόρο με τον ζουρλομανδύα έξω από το σπίτι του Μέγερς, δικαιολογείται να κοιτάξει κανείς πιο βαθιά τον άνθρωπο που το αποφάσισε αυτό . . .
«Του άρεσε να μιλάει για την οικογένειά του—για τη σύζυγό του, τη Λίντα, και τον νεαρό γιο του και την κόρη του. Οι συζητήσεις για την καλαθόσφαιρα [τα κατορθώματά του σ’ ένα παιχνίδι] κατά κανόνα οδηγούσαν σε αλλαγή θέματος στην εξύμνηση των συμπαικτών του και στη συζήτηση σχετικά με τις βαθμολογίες και τους διαιτητές. Αλλά οι συζητήσεις σχετικά με την οικογένειά του, σχετικά με θέματα όπως είναι το να μάθει η κόρη του να περπατάει ή το ότι η σύζυγός του σταμάτησε το κάπνισμα, ήταν εκείνα που του έδιναν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για να συνεχίσει τη συζήτηση.
«‘Πολλοί άνθρωποι θα σκεφτούν ότι είμαι τρελός’, είπε το βράδι της Τετάρτης, ώρες μόλις μετά από την επίσημη συνέντευξη τύπου που έδωσε. ‘Αλλά το μόνο που θέλω να κάνω είναι να απασχοληθώ με τα πιο σημαντικά πράγματα της ζωής μου, όπως είναι η οικογένειά μου και η θρησκεία μου’.
«Θα πρέπει να τον θαυμάζουμε που έχει το σθένος να ζει σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του».—1 Μαΐου 1980.
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Η αγάπη μου για την οικογένειά μου και για τον Ιεχωβά—αυτές είναι οι χαρές μου τώρα