Γιατί να Υπάρχει ένα Διεθνές Δικαστήριο στην Ευρώπη;
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗΝ ΟΛΛΑΝΔΙΑ
ΟΤΑΝ σε κάποιον ιδιοκτήτη ενός συνεργείου στο βόρειο τμήμα της Ολλανδίας δεν δόθηκε άδεια να πουλάει υγραέριο, πράγμα που σήμαινε επίσης ότι δεν του επιτρεπόταν να κάνει μετατροπή στις μηχανές αυτοκινήτων ώστε να καίνε υγραέριο, αυτός διεξήγαγε ένα μακροχρόνιο νομικό αγώνα σε διάφορα δικαστήρια για να αρθεί ο περιορισμός που του επιβλήθηκε από το κράτος. Στο μεταξύ, αυτός χρεοκόπησε.
Επειδή πίστευε ότι δεν είχε αποδοθεί δικαιοσύνη από τα δικαστήρια της Ολλανδίας, προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο. Το 1985 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ του ανθρώπου αυτού. Ο ιδιοκτήτης του συνεργείου θεώρησε την απόφαση του δικαστηρίου σημαντικότατη ηθική νίκη επειδή, όπως το έθεσε ο ίδιος, ‘απέδειξε ότι εκείνος είχε εξαρχής δίκιο’.
Αυτός είναι ένας από τους πολλούς πολίτες ευρωπαϊκών χωρών οι οποίοι στη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών έχουν προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αυτό το δικαστήριο είναι ανοιχτό για την εκδίκαση καταγγελιών όχι μόνο από άτομα μέσα στην Ευρώπη αλλά επίσης για καταγγελίες κρατών εναντίον άλλων κρατών όταν υπάρχει η άποψη ότι θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου δεν έχουν γίνει σεβαστά. Η αύξηση του αριθμού των δικαστικών υποθέσεων που φέρονται ενώπιον διεθνών δικαστηρίων αντανακλά την έντονη επιθυμία των πολιτών και μερικών κυβερνήσεων για απόδοση δικαιοσύνης.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Το 1950 διάφορα κράτη της Ευρώπης, τα οποία αποτελούσαν το Συμβούλιο της Ευρώπης και συναντήθηκαν στη Ρώμη, αποφάσισαν να σχηματίσουν μια σύμβαση μέσω της οποίας θα μπορούσαν να εγγυηθούν στους πολίτες τους και στους ξένους που βρίσκονταν υπό τη δικαστική τους εξουσία ορισμένα δικαιώματα και ελευθερίες. Αργότερα προστέθηκαν και άλλα δικαιώματα, ενώ ταυτόχρονα ένας αυξανόμενος αριθμός ευρωπαϊκών κρατών αποδέχτηκε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση προκειμένου να εξασφαλιστεί η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των βασικών ελευθεριών. Μερικά από αυτά τα δικαιώματα σχετίζονται με την προστασία της ζωής και τη μη χρήση βασανιστηρίων, και άλλα σχετίζονται με την οικογενειακή ζωή καθώς και την ελευθερία θρησκείας, έκφρασης, γνώμης, συγκέντρωσης και συνεταιρισμού. Τα θύματα από παραβιάσεις αυτών των δικαιωμάτων του ανθρώπου μπορούν να υποβάλουν καταγγελία εναντίον του κράτους στο γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Από τον καιρό της ίδρυσης του δικαστηρίου, έχουν υποβληθεί περισσότερες από 20.000 καταγγελίες. Πώς αποφασίζεται ποιες υποθέσεις θα εξετάσει το δικαστήριο; Πρώτα, γίνεται προσπάθεια με σκοπό το φιλικό διακανονισμό. Αν αυτό αποτύχει και η καταγγελία θεωρηθεί βάσιμη, φέρνεται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο. Μόνο περίπου το 5 τοις εκατό από τις καταγγελίες φτάνουν τελικά στο δικαστήριο. Ως το τέλος του 1995, το δικαστήριο είχε εκδώσει 554 αποφάσεις. Μολονότι η απόφαση του δικαστηρίου στην περίπτωση καταγγελίας από κάποιο άτομο είναι δεσμευτική για το κράτος που περιλαμβάνεται, αν η καταγγελία υποβάλλεται από ένα κράτος ή κράτη αυτό δεν είναι απλό ζήτημα. Σε μια τέτοια υπόθεση, η πιθανότητα είναι ότι το κράτος εναντίον του οποίου ψηφίστηκε απόφαση θα προτιμήσει να ακολουθήσει την πορεία της πολιτικής σκοπιμότητας παρά να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της σύμβασης. Ενώ το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης χειρίζεται μόνο τις διαφορές μεταξύ κρατών, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο απαγγέλλει επίσης αποφάσεις σε υποθέσεις διαφορών που υπάρχουν μεταξύ πολιτών και κρατών.
Νίκες Υπέρ της Ελευθερίας Λατρείας στην Ευρώπη
Το 1993 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου πήρε δυο σημαντικές αποφάσεις υπέρ της ελευθερίας λατρείας. Η πρώτη υπόθεση περιλάμβανε έναν κάτοικο της Ελλάδας, τον Μίνωα Κοκκινάκη. Ως Μάρτυρας του Ιεχωβά, είχε συλληφθεί περισσότερες από 60 φορές μετά το 1938, είχε φερθεί 18 φορές ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων και είχε δαπανήσει περισσότερα από έξι χρόνια στη φυλακή.
Στις 25 Μαΐου 1993, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάσισε ότι η Ελληνική κυβέρνηση είχε παραβιάσει τη θρησκευτική ελευθερία του τότε 84χρονου Μίνωα Κοκκινάκη και του επιδίκασε αποζημίωση 3.189.500 δραχμών. Το δικαστήριο απέρριψε το επιχείρημα της Ελληνικής κυβέρνησης ότι ο Κοκκινάκης και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ως σύνολο χρησιμοποιούν φορτικές μεθόδους όταν συζητούν με άλλους για τη θρησκεία τους.—Για επιπρόσθετες πληροφορίες, βλέπε τη Σκοπιά 1 Σεπτεμβρίου 1993, σελίδες 27-31.
Στη δεύτερη υπόθεση, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ της Ίνγκριτ Χόφμαν από την Αυστρία. Επειδή είχε γίνει Μάρτυρας του Ιεχωβά ενώ ήταν παντρεμένη, έχασε την κηδεμονία των δυο παιδιών της, μετά το διαζύγιό της. Τα κατώτερα δικαστήρια αρχικά της είχαν αναθέσει την κηδεμονία, αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο την ανέθεσε στον Καθολικό σύζυγό της. Το δικαστήριο βάσισε αυτή την ενέργεια σε ένα νόμο της Αυστρίας ο οποίος λέει ότι τα παιδιά πρέπει να ανατρέφονται ως Καθολικοί αν οι γονείς ήταν Καθολικοί τον καιρό που παντρεύτηκαν εκτός αν και οι δυο συμφωνούν να αλλάξουν τη θρησκεία τους. Ο πρώην σύζυγός της ισχυρίστηκε ότι, τώρα που εκείνη είχε γίνει Μάρτυρας του Ιεχωβά, δεν ήταν ικανή να αναθρέψει τα παιδιά με φυσιολογικό, υγιή τρόπο. Στις 23 Ιουνίου 1993, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάσισε ότι η Αυστρία είχε κάνει διάκριση σε βάρος της κ. Χόφμαν με βάση τη θρησκεία της και είχε παραβιάσει το δικαίωμά της να αναθρέψει την οικογένειά της. Της επιδίκασε αποζημίωση.—Για επιπρόσθετες πληροφορίες, βλέπε το Ξύπνα! 8 Οκτωβρίου 1993, σελίδα 15.
Αυτές οι αποφάσεις επηρεάζουν όλους τους ανθρώπους οι οποίοι αγαπούν την ελευθερία θρησκείας και έκφρασης. Οι προσφυγές σε διεθνή δικαστήρια μπορούν να συμβάλουν στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών. Είναι επίσης σοφό να αντιλαμβάνεται κάποιος τους περιορισμούς των δικαστικών οργάνων. Ακόμη και αν έχουν τις καλύτερες δυνατές προθέσεις, δεν είναι σε θέση να εγγυηθούν διαρκή ειρήνη και απόλυτο σεβασμό για τα δικαιώματα του ανθρώπου.