ΜΩΑΒ
(Μωάβ), ΜΩΑΒΙΤΕΣ (Μωαβίτες).
1. Ο γιος του Λωτ από τη μεγαλύτερη κόρη του. Όπως και ο ετεροθαλής αδελφός του, ο Αμμών, ο Μωάβ συνελήφθη αφού ο Λωτ και οι κόρες του έφυγαν από τη Σηγώρ και άρχισαν να κατοικούν σε μια σπηλιά στην κοντινή ορεινή περιοχή. Ο Μωάβ έγινε ο προπάτορας των Μωαβιτών.—Γε 19:30-38.
2. Η γη όπου κατοικούσαν στην αρχαιότητα οι Μωαβίτες ονομαζόταν «Μωάβ» και «περιοχή του Μωάβ». (Γε 36:35· Αρ 21:20· Ρθ 1:2· 1Χρ 1:46· 8:8· Ψλ 60:8) Παλιότερα, εκεί κατοικούσαν οι Εμίμ αλλά προφανώς εκτοπίστηκαν από τους Μωαβίτες. (Δευ 2:9-11· παράβαλε εδ. 18-22.) Προς το τέλος της περιπλάνησης του Ισραήλ στην έρημο, η επικράτεια του Μωάβ φαίνεται ότι εκτεινόταν από την κοιλάδα του χειμάρρου Ζαρέδ στο Ν μέχρι την κοιλάδα του χειμάρρου Αρνών στο Β (απόσταση περίπου 50 χλμ.), ενώ η Νεκρά Θάλασσα αποτελούσε το δυτικό της σύνορο και η Αραβική Έρημος ένα είδος ακαθόριστου ανατολικού συνόρου. (Αρ 21:11-13· Δευ 2:8, 9, 13, 18, 19) Αυτή η περιοχή, που υψώνεται απότομα από τη Νεκρά Θάλασσα, είναι ως επί το πλείστον ένα οροπέδιο με απόκρημνες χαράδρες και μέσο υψόμετρο περίπου 900 μ. πάνω από την επιφάνεια της Μεσογείου. Κατά τους αρχαίους χρόνους υπήρχε εκεί βοσκή για τεράστια κοπάδια (2Βα 3:4), ενώ ευδοκιμούσαν αμπέλια και οπωροφόρα δέντρα. (Παράβαλε Ησ 16:6-10· Ιερ 48:32, 33.) Επίσης καλλιεργούνταν σιτηρά.—Παράβαλε Δευ 23:3, 4.
Σε κάποια προγενέστερη περίοδο, η γη του Μωάβ εκτεινόταν Β του Αρνών και περιλάμβανε τις «έρημες πεδιάδες του Μωάβ, στην πλευρά του Ιορδάνη που βρίσκεται απέναντι από την Ιεριχώ». (Αρ 22:1) Αλλά κάποια εποχή προτού φτάσουν εκεί οι Ισραηλίτες, ο Αμορραίος Βασιλιάς Σηών προσάρτησε αυτή την περιοχή και έτσι ο Αρνών έγινε το βόρειο σύνορο του Μωάβ. (Αρ 21:26-30· Κρ 11:15-18) Ο Σηών νίκησε επίσης και τους Αμμωνίτες και τους απώθησε προς τα βόρεια και τα ανατολικά. Η γη που κατέλαβαν οι Αμορραίοι από αυτούς τους δύο λαούς αποτέλεσε μια εμβόλιμη περιοχή ανάμεσα στον Μωάβ και στον Αμμών, και έτσι στο Β ο Μωάβ συνόρευε με την επικράτεια των Αμορραίων και στο Ν με την επικράτεια των Εδωμιτών. (Κρ 11:13, 21, 22· παράβαλε Δευ 2:8, 9, 13, 14, 18.) Η επικράτεια του Μωάβ στη μέγιστη έκτασή της καταλάμβανε γύρω στα 100 χλμ. από Β προς Ν και 40 χλμ. από Α προς Δ.
Πιθανότατα επειδή ένα μέρος της γης των Αμορραίων ανήκε κάποτε στον Μωάβ, αυτό το μέρος εξακολούθησε να ονομάζεται «γη του Μωάβ». (Δευ 1:5) Σε αυτό το πρώην μωαβιτικό έδαφος στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες προτού διασχίσουν τον Ιορδάνη. (Αρ 31:12· 33:48-51) Εκεί έγινε η δεύτερη απογραφή των ακμαίων αντρών του Ισραήλ ηλικίας 20 χρονών και πάνω. (Αρ 26:2-4, 63) Επίσης, εκεί έλαβαν θεϊκές εντολές και δικαστικές αποφάσεις σχετικά με τις Λευιτικές πόλεις, τις πόλεις καταφυγίου και την κληρονομιά. (Αρ 35:1–36:13) Εκεί εκφώνησε ο Μωυσής τις τελικές ομιλίες του και σύναψε με τον Ισραήλ μια διαθήκη η οποία ενθάρρυνε την πιστότητα στον Ιεχωβά. (Δευ 1:1-5· 29:1) Τελικά, ο Μωυσής ανέβηκε στο Όρος Νεβώ για να δει την Υποσχεμένη Γη και έπειτα πέθανε. Επί 30 ημέρες, ο Ισραήλ πενθούσε στις έρημες πεδιάδες του Μωάβ για το θάνατο του Μωυσή.—Δευ 32:49, 50· 34:1-6, 8.
Η Σχέση του Μωάβ με τον Ισραήλ. Δεδομένου ότι ήταν απόγονοι του Λωτ, του ανιψιού του Αβραάμ, οι Μωαβίτες συγγένευαν με τους Ισραηλίτες. Οι γλώσσες των δύο λαών έμοιαζαν πολύ, όπως φανερώνει η επιγραφή της Μωαβιτικής Λίθου. Επίσης, οι Μωαβίτες φαίνεται ότι περιτέμνονταν, όπως οι Ισραηλίτες. (Ιερ 9:25, 26) Παρ’ όλα αυτά, με εξαίρεση ελάχιστα άτομα όπως η Ρουθ και ο Ιεθεμά, ένας από τους κραταιούς άντρες του Βασιλιά Δαβίδ (Ρθ 1:4, 16, 17· 1Χρ 11:26, 46), οι Μωαβίτες εκδήλωσαν μεγάλη εχθρότητα απέναντι στον Ισραήλ.
Πριν από την είσοδο του Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη. Ο ύμνος του Μωυσή για την καταστροφή των αιγυπτιακών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ερυθρά Θάλασσα από τον Ιεχωβά έδειχνε ότι η είδηση αυτού του γεγονότος θα έφερνε τρόμο στους «δυνάστες του Μωάβ». (Εξ 15:14, 15) Οι Μωαβίτες όντως φοβήθηκαν, και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι περίπου 40 χρόνια αργότερα ο βασιλιάς τους αρνήθηκε να επιτρέψει στον Ισραήλ να περάσει ειρηνικά μέσα από την επικράτειά του. (Κρ 11:17) Οι Ισραηλίτες, όμως, έχοντας λάβει ρητή εντολή από τον Θεό, δεν επιτέθηκαν στους Μωαβίτες, αλλά μόλις έφτασαν στο νότιο όριο του Μωάβ, στην κοιλάδα του χειμάρρου Ζαρέδ, παρέκαμψαν την περιοχή του Μωάβ. (Αρ 21:11-13· Δευ 2:8, 9· Κρ 11:18) Παρότι οι Μωαβίτες πούλησαν τροφή και νερό στους Ισραηλίτες (Δευ 2:26-29), «δεν πρόστρεξαν σε βοήθεια [του Ισραήλ] με ψωμί και νερό». (Δευ 23:3, 4) Προφανώς αυτό σημαίνει ότι οι Μωαβίτες δεν τους δέχτηκαν φιλόξενα ούτε τους προμήθευσαν αγαθά αφιλοκερδώς.
Αργότερα, αφού ο Ισραήλ διέσχισε την κοιλάδα του χειμάρρου Αρνών, ήρθε αντιμέτωπος με τους Αμορραίους και το βασιλιά τους τον Σηών, ο οποίος παλιότερα είχε καταλάβει μια περιοχή του Μωάβ Β του Αρνών. Μετά τις νίκες που τους χάρισε ο Θεός επί του ηγεμόνα αυτού καθώς και του Βασιλιά Ωγ της Βασάν, οι Ισραηλίτες στρατοπέδευσαν στις έρημες πεδιάδες του Μωάβ. (Αρ 21:13, 21–22:1· Δευ 2:24–3:8) Το τεράστιο ισραηλιτικό στρατόπεδο φόβισε τους Μωαβίτες και το βασιλιά τους τον Βαλάκ, προκαλώντας τους νοσηρό τρόμο. Ο Βαλάκ, παρότι δεν πρόβαλε καμιά αξίωση σε σχέση με τα πρώην μωαβιτικά εδάφη που είχαν καταλάβει οι Ισραηλίτες από τους Αμορραίους, φοβήθηκε για το βασίλειό του. Γι’ αυτό, συσκέφθηκε με τους πρεσβυτέρους του Μαδιάμ και κατόπιν έστειλε αγγελιοφόρους, πρεσβυτέρους και από τον Μωάβ και από τον Μαδιάμ, για να μισθώσουν τον προφήτη Βαλαάμ προκειμένου να έρθει και να καταραστεί τον Ισραήλ. (Αρ 22:2-8· παράβαλε Κρ 11:25.) Κατ’ αυτόν τον τρόπο “πολέμησε” ο Βαλάκ εναντίον των Ισραηλιτών. (Ιη 24:9) Ο Ιεχωβά, όμως, έκανε τον Βαλαάμ να ευλογήσει τον Ισραήλ και μάλιστα να προείπει ότι ο Ισραήλ θα υπερίσχυε του Μωάβ. (Αρ κεφ. 23, 24· Ιη 24:10· Νε 13:1, 2· Μιχ 6:5) Στη συνέχεια, με εισήγηση του Βαλαάμ, οι Μωαβίτισσες και οι Μαδιανίτισσες χρησιμοποιήθηκαν για να δελεάσουν τους άντρες του Ισραήλ ώστε να ενδώσουν σε ανηθικότητα και σε ειδωλολατρία που σχετιζόταν με τον Βάαλ του Φεγώρ. Πολλοί Ισραηλίτες υπέκυψαν στον πειρασμό, κάτι που επέσυρε το θυμό του Ιεχωβά και προκάλεσε το θάνατο 24.000 αντρών. (Αρ 25:1-3, 6, 9· 31:9, 15, 16) Επειδή οι Μωαβίτες δεν βοήθησαν τους Ισραηλίτες δίνοντάς τους ψωμί και νερό και επειδή μίσθωσαν τον Βαλαάμ να καταραστεί τον Ισραήλ, αποκλείστηκαν από το να εισέρχονται στην εκκλησία του Ιεχωβά «ακόμη και μέχρι τη δέκατη γενιά».—Δευ 23:3, 4· βλέπε ΑΜΜΩΝΙΤΕΣ (Επιγαμία με τους Ισραηλίτες).
Την εποχή των Κριτών. Κατά την περίοδο των Κριτών, οι Μωαβίτες φαίνεται ότι είχαν επεκτείνει την επικράτειά τους Β του Αρνών, ενώ τον καιρό που ήταν βασιλιάς τους ο Εγλών κατείχαν ισραηλιτικά εδάφη Δ του Ιορδάνη, τουλάχιστον ως «την πόλη των φοινίκων», την Ιεριχώ. (Κρ 3:12, 13· παράβαλε Δευ 34:3.) Η υποτέλεια του Ισραήλ στον Μωάβ συνεχίστηκε επί 18 χρόνια, μέχρις ότου ο Αώδ, ένας αριστερόχειρας Βενιαμίτης, σκότωσε τον Βασιλιά Εγλών στη διάρκεια μιας κατ’ ιδίαν συνάντησης που είχε μαζί του. Έπειτα ο Αώδ ηγήθηκε των Ισραηλιτών εναντίον του Μωάβ, πατάσσοντας περίπου 10.000 Μωαβίτες και καθυποτάσσοντάς τον.—Κρ 3:14-30.
Σε κάποια φάση της γενικής αυτής περιόδου έπεσε πείνα στον Ιούδα, και ο Ελιμέλεχ, μαζί με τη σύζυγό του τη Ναομί και τους δύο γιους τους τον Μααλών και τον Χελαιών, μετανάστευσε στον Μωάβ όπου η γη ήταν πιο εύφορη. Εκεί οι γιοι του παντρεύτηκαν Μωαβίτισσες, τη Ρουθ και την Ορφά. Μετά το θάνατο των τριών αντρών στον Μωάβ και τη βελτίωση των συνθηκών στον Ισραήλ, η Ναομί, συνοδευόμενη από τη Ρουθ, επέστρεψε στη Βηθλεέμ. Εκεί ο Βοόζ, ένας συγγενής του Ελιμέλεχ, παντρεύτηκε τη Ρουθ η οποία είχε εγκαταλείψει την πολυθεϊστική θρησκεία των Μωαβιτών και είχε γίνει λάτρις του Ιεχωβά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Ρουθ—μια Μωαβίτισσα—έγινε πρόγονος του Δαβίδ και κατ’ επέκταση του Ιησού Χριστού.—Ρθ 1:1-6, 15-17, 22· 4:13, 17.
Την εποχή των Κριτών επίσης, ο Ισραήλ άρχισε να λατρεύει τις θεότητες των Μωαβιτών, περιλαμβανομένου αναμφίβολα και του θεού Χεμώς. (Κρ 10:6· Αρ 21:29· Ιερ 48:46) Εξαιτίας του ότι υιοθέτησαν την ψεύτικη λατρεία των γειτονικών λαών, οι Ισραηλίτες έχασαν την εύνοια του Ιεχωβά και υπέφεραν στα χέρια των εχθρών τους. (Κρ 10:7-10) Ακόμη και μέχρι την εποχή του Σαμουήλ, ο άπιστος Ισραήλ υφίστατο ταλαιπωρίες από τους Μωαβίτες.—1Σα 12:9-11.
Στη διάρκεια της βασιλείας του Σαούλ, του Δαβίδ και του Σολομώντα. Οι δυσκολίες με τους Μωαβίτες συνεχίστηκαν επί χρόνια. Ο πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ, ο Σαούλ, πολέμησε εναντίον τους νικηφόρα. (1Σα 14:47) Εφόσον, λοιπόν, οι Μωαβίτες θεωρούσαν προφανώς τον Σαούλ εχθρό τους, καταλαβαίνουμε γιατί ο βασιλιάς του Μωάβ δέχτηκε να έρθουν οι γονείς του Δαβίδ, κάποιου που είχε τεθεί εκτός νόμου από τον Σαούλ, και να κατοικήσουν στη Μισπέ του Μωάβ.—1Σα 22:3, 4.
Αργότερα, όταν βασίλευε ο ίδιος ο Δαβίδ, υπήρχε και πάλι πόλεμος ανάμεσα στον Ισραήλ και στον Μωάβ. Οι Μωαβίτες καθυποτάχθηκαν παντελώς και εξαναγκάστηκαν να καταβάλλουν φόρο υποτελείας στον Δαβίδ. Προφανώς στο τέλος αυτής της σύρραξης, τα δύο τρίτα των μάχιμων αντρών του Μωάβ θανατώθηκαν. Φαίνεται ότι ο Δαβίδ τούς έβαλε να ξαπλώσουν στο έδαφος σχηματίζοντας μια ευθεία και κατόπιν μέτρησε αυτή την ευθεία για να υπολογίσει τα δύο τρίτα των αντρών που θα θανατώνονταν και το ένα τρίτο που θα έμεναν ζωντανοί. (2Σα 8:2, 11, 12· 1Χρ 18:2, 11) Πιθανώς στη διάρκεια της ίδιας σύρραξης ο Βεναΐας, ο γιος του Ιωδαέ, «πάταξε τους δύο γιους του Αριήλ από τον Μωάβ». (2Σα 23:20· 1Χρ 11:22) Η αποφασιστική νίκη του Δαβίδ επί των Μωαβιτών αποτέλεσε εκπλήρωση των προφητικών λόγων που είχε εξαγγείλει ο Βαλαάμ 400 και πλέον χρόνια νωρίτερα: «Άστρο θα ξεπροβάλει από τον Ιακώβ, και σκήπτρο θα εγερθεί από τον Ισραήλ. Και θα διαλύσει τους κροτάφους του Μωάβ και το κρανίο όλων των γιων της θύελλας του πολέμου». (Αρ 24:17) Επίσης, αναφορικά με αυτή τη νίκη έγραψε προφανώς ο ψαλμωδός ότι ο Θεός βλέπει τον Μωάβ σαν τη “λεκάνη του για το πλύσιμο”.—Ψλ 60:8· 108:9.
Ο γιος του Δαβίδ, όμως, ο Σολομών περιφρόνησε το νόμο του Θεού και παντρεύτηκε Μωαβίτισσες που δεν λάτρευαν τον Ιεχωβά. Θέλοντας να τις ευχαριστήσει, ο Σολομών έφτιαξε έναν υψηλό τόπο για το θεό τους τον Χεμώς. Χρειάστηκε να περάσουν τρεις περίπου αιώνες, μέχρι την εποχή του Βασιλιά Ιωσία, για να κατασταθεί αυτός ο υψηλός τόπος ακατάλληλος για λατρεία.—1Βα 11:1, 7· 2Βα 23:13.
Μέχρι την εξορία του Ιούδα. Λίγο μετά την απόσχιση του Ισραήλ από τον Ιούδα, οι Μωαβίτες φαίνεται ότι ανέκτησαν μερικά εδάφη Β του Αρνών. Στη μαύρη βασάλτινη στήλη που είναι γνωστή ως Μωαβιτική Λίθος, ο Βασιλιάς Μησά του Μωάβ αναφέρει ότι ο Αμρί, ο βασιλιάς του Ισραήλ, κατέλαβε την περιοχή Μεδεβά. Εφόσον το υψίπεδο Μεδεβά βρισκόταν στη γη του Ρουβήν (Ιη 13:15, 16), ο Ισραήλ προφανώς είχε χάσει αυτά τα εδάφη από τους Μωαβίτες, οπότε αργότερα χρειάστηκε να τα ανακαταλάβει ο Αμρί.
Ο Μωάβ παρέμεινε προφανώς υπό την κυριαρχία του Ισραήλ τον καιρό της βασιλείας του Αμρί και του Αχαάβ. Αλλά μετά το θάνατο του Αχαάβ, ο Βασιλιάς Μησά του Μωάβ, ο οποίος «πλήρωνε στο βασιλιά του Ισραήλ εκατό χιλιάδες αρνιά και εκατό χιλιάδες ακούρευτα αρσενικά πρόβατα», έκανε ανταρσία. (2Βα 1:1· 3:4, 5) Η Μωαβιτική Λίθος μνημονεύει αυτή την ανταρσία. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 946) Αν ορισμένα από τα μνημονευόμενα τοπωνύμια έχουν ταυτιστεί ορθά με τοποθεσίες που αναφέρει η Αγία Γραφή, τότε 10 από τις πόλεις που ο Βασιλιάς Μησά ισχυρίζεται ότι ήταν υποτελείς σε αυτόν ή ότι τις κατέκτησε ή ότι τις (αν)οικοδόμησε βρίσκονταν οπωσδήποτε σε ισραηλιτικό έδαφος Β του Αρνών. Αυτές οι πόλεις είναι η Διβών, η Αταρώθ, η Αροήρ, η Κιριαθαΐμ, η Νεβώ, η Βάαλ-μεών (Αρ 32:34, 37, 38), η Μεδεβά, η Βαμώθ-βάαλ, η Ιασσά (Ιη 13:9, 18, 19) και η Βοσόρ (Ιη 20:8).
Αντίθετα με την προπαγανδιστική επιγραφή του Μησά, οι Γραφές αναφέρουν ότι οι Μωαβίτες υπέστησαν ταπεινωτική ήττα. Επιστρατεύοντας τη βοήθεια του Βασιλιά Ιωσαφάτ του Ιούδα και του βασιλιά του Εδώμ για την καταστολή της ανταρσίας του Μωάβ, ο Ιωράμ (ο οποίος έγινε βασιλιάς του Ισραήλ περίπου δύο χρόνια μετά το θάνατο του Αχαάβ) βάδισε εναντίον του Μωάβ από το Ν, διασχίζοντας την έρημο του Εδώμ. Αλλά τα συμμαχικά στρατεύματα και τα ζώα τους παραλίγο να αφανιστούν από την έλλειψη νερού. Τότε ζήτησαν τη βοήθεια του προφήτη Ελισαιέ, και σε εκπλήρωση της προφητείας που είπε εκείνος ότι ο Ιεχωβά θα βοηθούσε για χάρη του Ιωσαφάτ, η κοιλάδα του χειμάρρου γέμισε νερό. Το επόμενο πρωί, η αντανάκλαση του ήλιου πάνω στο νερό έκανε τους Μωαβίτες να νομίσουν ότι το νερό ήταν αίμα. Συμπεραίνοντας εσφαλμένα ότι τα συμμαχικά στρατεύματα είχαν αλληλοσφαχτεί, οι Μωαβίτες χωρίς καμιά προφύλαξη πήγαν στο ισραηλιτικό στρατόπεδο, μόνο και μόνο για να τραπούν σε φυγή. Στην πορεία της μάχης, οι Ισραηλίτες κατέστρεψαν μωαβιτικές πόλεις, γέμισαν με πέτρες καλά χωράφια, έκοψαν δέντρα και έφραξαν πηγές. Όταν ο Βασιλιάς Μησά βρέθηκε εγκλωβισμένος στην πόλη Κιρ-αρεσέθ βλέποντας τη μάχη να μαίνεται εναντίον του, αυτός και μαζί του 700 άντρες προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανοίξουν δρόμο για να φτάσουν στο βασιλιά του Εδώμ. Τελικά πήρε τον πρωτότοκο γιο του και τον πρόσφερε ως ολοκαύτωμα πάνω στο τείχος. Εξαιτίας αυτού ή για κάποιον άλλον λόγο, «επήλθε μεγάλη αγανάκτηση εναντίον του Ισραήλ» και η πολιορκία εγκαταλείφθηκε.—2Βα 3:6-27.
Εφόσον αυτή η ταπεινωτική ήττα δεν έλαβε χώρα σε ξένο έδαφος αλλά ερήμωσε τη γη του Μωάβ, λογικά θα απαιτήθηκε αρκετός χρόνος για να ανανήψει ο Μωάβ. Φαίνεται, λοιπόν, πιθανό ότι η επίθεση εναντίον του Ιούδα την οποία έκανε ο Μωάβ σε συνδυασμό με τις δυνάμεις του Αμμών και την ορεινή περιοχή του Σηείρ συνέβη σε προγενέστερη περίοδο στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσαφάτ. Χάρη στην επέμβαση του Ιεχωβά, τα τρία στρατεύματα επιτέθηκαν το ένα εναντίον του άλλου και αλληλοεξοντώθηκαν. (2Χρ 20:1, 22-24) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι τα εδάφια Ψαλμός 83:4-9 υπονοούν αυτό το γεγονός.—Παράβαλε 2Χρ 20:14 με Ψλ 83:Επιγρ.
Τα μετέπειτα χρόνια η έχθρα μεταξύ του Μωάβ και του Ισραήλ συνεχίστηκε. Μετά το θάνατο του προφήτη Ελισαιέ, ληστρικές ομάδες Μωαβιτών εισέβαλλαν τακτικά στον Ισραήλ. (2Βα 13:20) Περίπου δύο αιώνες αργότερα, την εποχή του Ιωακείμ, παρόμοιες ομάδες Μωαβιτών συνέβαλαν στην ερήμωση του Ιούδα τα τελευταία χρόνια της ύπαρξής του. (2Βα 24:2) Όταν καταστράφηκε η Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ., μερικοί Ιουδαίοι ζήτησαν καταφύγιο στον Μωάβ και επέστρεψαν στον Ιούδα όταν διορίστηκε κυβερνήτης ο Γεδαλίας.—Ιερ 40:11, 12.
Μετά την εξορία. Μετά την επιστροφή ενός υπολοίπου Ισραηλιτών από τη βαβυλωνιακή εξορία το 537 Π.Κ.Χ., μερικοί παντρεύτηκαν Μωαβίτισσες. Ωστόσο, ακολουθώντας τη νουθεσία του Έσδρα, απέπεμψαν αυτές τις συζύγους και τα παιδιά τους. (Εσδ 9:1, 2· 10:10, 11, 44) Χρόνια αργότερα, ο Νεεμίας αντιμετώπισε μια παρόμοια κατάσταση—πολλοί Ισραηλίτες είχαν πάρει Μωαβίτισσες συζύγους.—Νε 13:1-3, 23.
Ο Μωάβ στις Προφητείες. Δεδομένου του μακραίωνου υπομνήματος εναντίωσης στον Ισραήλ που είχε δημιουργήσει ο Μωάβ, το έθνος αυτό αναφέρεται μεταξύ των άσπονδων εχθρών του λαού του Ιεχωβά. (Παράβαλε Ησ 11:14.) Ο Μωάβ, ο οποίος καταδικάστηκε για τους ονειδισμούς του εναντίον του Ισραήλ και για την υπερηφάνειά του και την υπεροψία του, επρόκειτο τελικά να ερημωθεί όπως τα Σόδομα. (Σοφ 2:8-11· βλέπε επίσης Ιερ 48:29.) Ήδη από τα τέλη του ένατου αιώνα Π.Κ.Χ., ο Αμώς έγραψε ότι ο Μωάβ θα υφίστατο συμφορά εξαιτίας του ότι «έκαψε τα κόκαλα του βασιλιά του Εδώμ για ασβέστη». (Αμ 2:1-3) Παρότι μερικοί συμπεραίνουν από αυτό ότι τα εδάφια 2 Βασιλέων 3:26, 27 εννοούν πως ο Βασιλιάς Μησά πρόσφερε, όχι το δικό του γιο, αλλά τον πρωτότοκο του βασιλιά του Εδώμ, αυτή η εκδοχή δεν είναι πιθανή. Ωστόσο, μια Ιουδαϊκή παράδοση συνδέει όντως το γεγονός που αναφέρει ο Αμώς με τον πόλεμο εναντίον του Μησά και υποστηρίζει ότι, λίγο καιρό έπειτα από αυτή τη σύγκρουση, οι Μωαβίτες ξέθαψαν τα κόκαλα του βασιλιά του Εδώμ και τα έκαψαν για ασβέστη. Αλλά η Αγία Γραφή δεν δίνει κάποιο στοιχείο για να προσδιορίσουμε χρονικά αυτό το γεγονός.
Ο Ησαΐας (κεφ. 15, 16), προφανώς την εποχή του θανάτου του Βασιλιά Άχαζ και ενώ κυριαρχούσε η Ασσυρία τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., αναφέρθηκε διαδοχικά σε διάφορες μωαβιτικές πόλεις ως υποψήφιες για καταστροφή. Ολοκλήρωσε δε με τα εξής λόγια: «Και τώρα ο Ιεχωβά μίλησε, λέγοντας: “Μέσα σε τρία χρόνια, σύμφωνα με τα χρόνια του μισθωτού εργάτη, η δόξα του Μωάβ θα καταισχυνθεί με μεγάλη αναστάτωση κάθε είδους, και όσοι απομείνουν θα είναι πάρα πολύ λίγοι και όχι κραταιοί”».—Ησ 16:14.
Από τα ιστορικά στοιχεία δεν μπορούμε να καθορίσουμε επακριβώς το χρόνο εκπλήρωσης των προφητειών του Ησαΐα και του Αμώς. Ωστόσο, υπάρχουν αποδείξεις για το ότι ο Μωάβ περιήλθε υπό το ζυγό της Ασσυρίας. Ο Ασσύριος Βασιλιάς Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ μνημονεύει τον Σαλαμανού του Μωάβ μεταξύ άλλων που πλήρωναν φόρο υποτελείας σε αυτόν. Ο Σενναχειρείμ ισχυρίζεται ότι λάβαινε φόρο υποτελείας από τον Καμμουσουναντμπί, το βασιλιά του Μωάβ. Και οι Ασσύριοι μονάρχες Εσάρ-αδδών και Ασσουρμπανιπάλ αναφέρουν ότι οι Μωαβίτες βασιλιάδες Μουσούρι και Καμασάλτου ήταν υποτελείς τους. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 282, 287, 291, 294, 298) Εξάλλου, υπάρχουν αρχαιολογικά στοιχεία που μαρτυρούν δραστική μείωση του πληθυσμού σε πολλές τοποθεσίες του Μωάβ γύρω στον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ.
Η προφητεία του Ιερεμία τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. μιλούσε για την εποχή κατά την οποία ο Ιεχωβά θα λογαριαζόταν με τον Μωάβ (Ιερ 9:25, 26), χρησιμοποιώντας ως όργανο τους Βαβυλωνίους υπό τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. (Ιερ 25:8, 9, 17-21· 27:1-7) Πολυάριθμες μωαβιτικές πόλεις θα ερημώνονταν. (Ιερ 48) Προφανώς, όταν ο Ιούδας υπέστη την εκτέλεση της κρίσης του Ιεχωβά μέσω των Βαβυλωνίων, οι Μωαβίτες είπαν: «Δείτε! Ο οίκος του Ιούδα είναι σαν όλα τα άλλα έθνη». Επειδή, λοιπόν, οι Μωαβίτες δεν αναγνώρισαν ότι εκείνη η κρίση προερχόταν πράγματι από τον Θεό και ότι οι κάτοικοι του Ιούδα ήταν λαός του, επρόκειτο να υποστούν συμφορά και ως εκ τούτου να “γνωρίσουν τον Ιεχωβά”.—Ιεζ 25:8-11· παράβαλε Ιεζ 24:1, 2.
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος γράφει ότι, το πέμπτο έτος μετά την ερήμωση της Ιερουσαλήμ, ο Ναβουχοδονόσορ επέστρεψε για να πολεμήσει εναντίον της Κοίλης Συρίας, του Αμμών και του Μωάβ και μετά επιτέθηκε στην Αίγυπτο. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 181, 182 [ix, 7]) Αναφορικά με την ύπαρξη αρχαιολογικής επιβεβαίωσης για την ερήμωση του Μωάβ, Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible) επισημαίνει: «Αρχαιολογικές έρευνες έχουν δείξει ότι ο πληθυσμός του Μωάβ μειώθηκε δραστικά γύρω στις αρχές του έκτου αιώνα, και σε πολλές τοποθεσίες γύρω στον όγδοο αιώνα. Από τον έκτο αιώνα και έπειτα, νομάδες περιπλανιούνταν στην περιοχή μέχρις ότου, κατά τους τελευταίους αιώνες π.Χ., πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες κατέστησαν και πάλι εφικτή τη μόνιμη διαβίωση».—Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 3, σ. 418· παράβαλε Ιεζ 25:8-11.
Αργότερα, σε εκπλήρωση του εδαφίου Ιερεμίας 48:47, ο Κύρος, ο κατακτητής της Βαβυλώνας, επέτρεψε πιθανότατα στους Μωαβίτες εξορίστους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Η ακριβής εκπλήρωση των προφητειών σχετικά με τον Μωάβ δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Αιώνες τώρα οι Μωαβίτες έπαψαν να υπάρχουν ως λαός. (Ιερ 48:42) Σήμερα, στις τοποθεσίες στις οποίες θεωρείται ότι βρίσκονταν οι μωαβιτικές πόλεις Νεβώ, Εσεβών, Αροήρ, Βαιθ-γκαμούλ και Βάαλ-μεών απομένουν ερείπια. Πολλές άλλες τοποθεσίες είναι τώρα άγνωστες.
Η μόνη εξήγηση για την εξαφάνιση του λαού των Μωαβιτών βρίσκεται στην Αγία Γραφή. Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (Encyclopædia Britannica), έκδοση 1959 (Τόμ. 15, σ. 629), επισήμανε: «Ο Ισραήλ παρέμεινε μεγάλη δύναμη ενώ ο Μωάβ εξαφανίστηκε. Είναι αλήθεια ότι ο Μωάβ ταλαιπωρούνταν συνεχώς από ορδές της ερήμου. Το ευάλωτο της περιοχής υπογραμμίζεται από τα πολυάριθμα ερείπια φρουρίων και κάστρων που ακόμη και οι Ρωμαίοι αναγκάστηκαν να κατασκευάσουν. Η εξήγηση, όμως, μπορεί να βρεθεί στον ίδιο τον Ισραήλ και ιδιαίτερα στο έργο των προφητών».
Δεδομένου ότι οι Μωαβίτες εξαφανίστηκαν ως λαός, πρέπει λογικά να συμπεράνουμε πως η μνεία του Μωάβ στο εδάφιο Δανιήλ 11:41 μαζί με άλλα έθνη κατά «τον καιρό του τέλους» (Δα 11:40) έχει συμβολική σημασία. Οι Μωαβίτες προφανώς αντιπροσωπεύουν μερικούς από αυτούς που δεν καταφέρνει να θέσει υπό τον έλεγχό του «ο βασιλιάς του βορρά».
Για πληροφορίες σχετικά με τη Μωαβιτική Λίθο, βλέπε ΜΗΣΑ Αρ. 2.