Επιδιώκοντας τον Σκοπό Μου στη Ζωή
Από τον Γ. Β. Άκιν
ΣΤΙΣ αρχές του αιώνος, ο Ντανιέλ Ρόυ Άκιν, βιβλιοπώλης της Εταιρίας Σκοπιά, επεσκέφθη το ταχυδρομείο στο Κη Ουέστ, της Φλόριντας, για την αλληλογραφία του, εκεί δε τον εξυπηρέτησε μια ευχάριστη νεαρή κυρία. Ύστερ’ από σύντομο διάστημα, αυτή έγινε σύζυγός του Ντανιέλ Άκιν και μαζί, ως αφιερωμένοι Χριστιανοί, εταξίδευσαν σε όλη την πολιτεία της Φλόριντας, διανέμοντας τις εκδόσεις της Σκοπιάς και ιδρύοντας Βιβλικές τάξεις σε διάφορες πόλεις, μία από τις οποίες ήταν η Τάμπα. Υπήρχε άφθονο έργο εκεί για να γίνη, και το ζεύγος Άκιν παρέμενε μέχρις ότου ο όμιλος εσταθεροποιήθη. Το πρώτο τους τέκνο εγεννήθη στην Τάμπα το 1905, δύο δε έτη αργότερα εγεννήθηκα εγώ, ενώ η οικογένεια εφρόντιζε για έναν τόπο διορισμού στο Νόξβιλ της πολιτείας Τέννεσση.
Ο πατέρας μου απέθανε όταν ήμουν εννέα ετών, αλλ’ ακόμη μπορώ να θυμηθώ τις Γραφικές του συμβουλές σε μας τα παιδιά, χωρίς δε αμφιβολία, αυτή η ενωρίς γενομένη εκπαίδευσις και το παράδειγμα αφιερωμένων γονέων στη διάρκεια των ευπλάστων ετών μου είχαν πολύ να κάνουν με την απόφασί μου να επιδιώξω στη ζωή ένα σκοπό, ο οποίος θα ευχαριστούσε τον Ιεχωβά. Όταν ήμουν δεκατριών ετών, η μητέρα μου μ’ έστειλε να μείνω στο αγρόκτημα της Μαρίας Νιούσομ, μιας πιστής και αφωσιωμένης αδελφής κι εκεί έλαβα πιο καλή πειθαρχία κι εκπαίδευσι στο έργο και την Αγία Γραφή. Σε μια πολύ τρυφερή ηλικία συνήθιζα να ενδιατρίβω στις αφηγήσεις για τον Δαβίδ, Μωυσή, Αβραάμ και άλλους πιστούς άνδρες της αρχαιότητος, αυτοί δε οι γενναίοι μαχηταί υπέρ της αληθείας εφαίνοντο σε μένα ότι είναι πολύ πιο άξιοι αμίλλης παρά οι πολιτικές φυσιογνωμίες, οι οποίες πάντοτε απέβλεπαν στην προσωπική δόξα και αίνον από τους υπηκόους των.
1928, ΕΝΑ ΟΡΟΣΗΜΟΝ
Το 1923, στην ηλικία των δεκαέξη ετών, παρηκολούθησα μια συνέλευσι των Διεθνών Σπουδαστών της Γραφής στο Τζάκσονβιλ, της Φλόριντας, στη διάρκεια δε εκείνης της συνελεύσεως απεφάσισα ν’ αφιερώσω τη ζωή μου στον Ιεχωβά και την υπηρεσία του. Η ομιλία του αδελφού Ρόδερφορδ, η οποία αργότερα ετυπώθη στο περιοδικό Η Σκοπιά, μ’ έκαμε να δω καθαρά το καθήκον μου προς τον Δημιουργό μου. Βαπτίσθηκα σε σύντομο μετά τη συνέλευσι διάστημα κι άρχισα να κάνω σχέδια για να εισέλθω αμέσως στο έργο βιβλιοπώλου, καθώς εζητείτο τότε το έργον σκαπανέως. Μολονότι έπρεπε ν’ αναβάλω αυτό το πράγμα για πέντε έτη, λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων, την 1η Μαρτίου 1928 απέστειλα την αίτησί μου σκαπανέως κι εμπόρεσα ν’ αρχίσω αργότερα εκείνο το έτος να επιδιώκω τον σκοπό μου στη ζωή ως ένας ολοχρόνιος σκαπανεύς διάκονος.
Η μεγάλη συνέλευσις του 1928 επρόκειτο να γίνη στο Ντητρόιτ κι εσχεδίαζα να πάω από εκεί στον τομέα μου αμέσως ύστερ’ απ’ αυτή. Ήμουν πολύ τυχερός, που προσεκλήθηκα από το πιστό ζεύγος σκαπανέων, Φ. Φ. και Κάρρι Γκρην, για να συμμετάσχω μαζί τους στο έργο στην Αυγούστα της πολιτείας Τζόρτζια. Τι θαυμάσιο αίσθημα ήταν να ξυπνήσω το πρωί και να διαπιστώσω ότι επί τέλους είχα πράγματι μόνον ένα πράγμα να κάμω—να κηρύξω τα αγαθά νέα της Βασιλείας του Ιεχωβά! Το όνειρό μου είχε πραγματοποιηθή!
Μάλιστα, το 1928 ήταν ένα πολύ ευτυχές έτος για μένα, εφόσον όχι μόνο μπόρεσα ν’ αρχίσω να εκπληρώνω τον σκοπό μου στη ζωή ως ένας σκαπανεύς διάκονος, αλλ’ επίσης διότι βρήκα ένα σύντροφο της ζωής. Το κορίτσι της εκλογής μου εισήλθε, επίσης, στην υπηρεσία σκαπανέως το ίδιο έτος κι ενυμφευθήκαμε τον Δεκέμβριο. Έτσι η Χριστίνα κι εγώ συμμερισθήκαμε τις ίδιες ευτυχείς πείρες σ’ αυτά τα τριάντα δύο έτη—έτη γεμάτα από θεοκρατική δραστηριότητα κι ευτυχία. Θα θέλατε να μας ακολουθήσετε σε μερικά από τα ταξίδια μας και να συμμετάσχετε στις πείρες μας;
ΑΡΧΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ
Από το 1928 ως το 1937 εργασθήκαμε στον τομέα μας, που εσήμαινε να επισκεπτώμεθα όλα τα σπίτια στις μεγάλες και μικρές πόλεις ως το τελευταίο σπίτι των συνόρων του τομέως μας. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου εννέα ετών, μαζί με άλλους σκαπανείς, εργασθήκαμε σε σαράντα περίπου κομητείες των πολιτειών Τζόρτζια, Νοτίου Καρολίνας και της δυτικής πλευράς της Βορείου Καρολίνας, αφήνοντας χιλιάδες βιβλίων και Γραφών στα σπίτια των ανθρώπων. Το έργον δεν ήταν ωργανωμένο όπως είναι σήμερα· συνίστατο κυρίως στο ν’ αφήνωμε έντυπο ύλη στους καλής θελήσεως ανθρώπους κι ύστερα μετακινούμεθα σε νέα περιοχή. Εν τούτοις, κάποια επανεπίσκεψις εγίνετο κι ήταν ευχάριστο όταν εμαθαίναμε για νέες εκκλησίες που ανεφύοντο εδώ κι εκεί.
Η ζωή μας ήταν γεμάτη από προνόμια κι ευλογίες πριν από το 1937, αλλά επρόκειτο να δοκιμάσωμε ομολογουμένως μερικές ευχάριστες εκπλήξεις που άρχιζαν μ’ εκείνο το έτος. Είχαμε συχνά μιλήσει για την επιτακτική ανάγκη περισσοτέρων εργατών στον αγρό, για να λάβουν φροντίδα περί του μεγάλου πλήθους ανθρώπων καλής θελήσεως, οι οποίοι επρομηθεύθησαν τα βιβλία αλλά αφέθησαν χωρίς να τους διδάξη κάποιος. Πώς θα ελαμβάνετο φροντίδα για όλες αυτές τις χιλιάδες; Ο Ιεχωβά πρέπει να είχε ακούσει τις προσευχές του λαού του κι άρχισε πιστά ν’ απαντά σ’ αυτές. Στις αρχές του φθινοπώρου του 1937 εκατοντάδες σκαπανείς έλαβαν ειδικούς διορισμούς για να εργασθούν σε πυκνά κατωκημένες περιοχές. Ο τόπος διορισμού μας ήταν το Τρέντον, της Νέας Ιερσέης. Τι αλλαγή από το να διαθέτωμε βιβλία και να μετακινούμεθα! Τώρα μπορούσαμε να επανεπισκεφθούμε όλα τα ενδιαφερόμενα άτομα. Το πραγματικό έργο της συγκομιδής προώδευε!
ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΖΩΝΗΣ
Το επόμενο βήμα προς τα εμπρός ήταν η ενίσχυσις των εκκλησιών μέσω του έργου ζώνης κι ο Ιεχωβά φιλαγάθως μας έδωσε μέρος, επίσης, σ’ αυτή τη δράσι. Ο πρώτος μας διορισμός ήταν η υπ’ αριθ. 1 Ζώνη στη Νέα Ιερσέη. Ήταν ικανοποιητικό να βλέπωμε τους ευαγγελιζομένους ν’ ανταποκρίνωνται στις οδηγίες της οργανώσεως και ν’ αυξάνουν τη δράσι των και την αποτελεσματικότητά των ως κήρυκες των αγαθών νέων. Το να επισκεπτώμεθα και να ζούμε με τόσο πολλούς αφοσιωμένους δούλους του Ιεχωβά, στη διάρκεια αυτού του έργου, ήταν μια ευχαρίστησις, η οποία ουδέποτε θα λησμονηθή. Ποτέ δεν υπήρχε μια ανιαρή στιγμή, επίσης, λόγω της εναντιώσεως στο έργο. Συλλήψεις, δικαστήρια, αποβολές παιδιών από το σχολείο λόγω του ζητήματος της σημαίας—όλα ήσαν στην ημερησία διάταξι στην περιοχή του «Εγώ είμαι ο Νόμος» Δημάρχου της πόλεως Νέας Ιερσέης, Χαγκ. Αλλ’ ο Ιεχωβά μάς έδωσε τη νίκη και το μόνο αποτέλεσμα ήταν ότι εδόθη στην αλήθεια μεγαλύτερη δημοσιότης λόγω της εναντιώσεως.
Τώρα ήλθε το 1939 κι ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ακούαμε τα νέα από το ραδιόφωνο στο αυτοκινητόσπιτό μας στο Νιούαρκ, της πολιτείας Νέας Ιερσέης. Πώς αυτό το παγκοσμίως συγκλονιστικό γεγονός θα επηρέαζε το έργο της συγκομιδής; Θα επεβραδύνετο; Η απάντησις του Ιεχωβά ήταν μάλλον ότι θα υφίστατο επιβράδυνσις, όπως δείχνει η έκθεσις γι’ αυτά τα πολεμικά έτη.
Αξίζει να ενθαρρύνωμε τους αδελφούς ν’ αυξήσουν τα προνόμια της υπηρεσίας των με το να εισέλθουν στην ολοχρόνια υπηρεσία σκαπανέως; Σκεφθήτε αυτή την πείρα: Ενώ επεσκεπτόμεθα μια μικρή εκκλησία στο Αρντμόουρ, της Πενσυλβανίας, εμείναμε με τον υπηρέτη εκκλησίας, Όσκαρ Σούες, ο οποίος ευρίσκετο σε καλή οικονομική κατάστασι, διαμένοντας σ’ ένα πολύ άνετο με δύο λουτήρες σπίτι, αλλά είχε πολύ λίγο χρόνο για το κήρυγμα της Βασιλείας. Έγινε ο υπαινιγμός ότι πιθανώς η επιστολή της Εταιρίας για σκαπανείς εννοούσε κι αυτόν, επίσης. Τι; Να δοκιμάση για έργο σκαπανέως με μια οικογένεια—μια σύζυγο και δύο νεαρά παιδιά; Εντός ολίγων μηνών η οικογένεια Σούες ετοποθετήθη με χαρά στον τόπο διορισμού των για έργο σκαπανέως μαζί μας και από τότε τα προνόμια υπηρεσίας του αδελφού αυξήθησαν στο να είναι ένας περιοδεύων αντιπρόσωπος της Εταιρίας. Τώρα, δεκαεννέα έτη αργότερα, εξακολουθεί να προχωρή ισχυρός. Ύστερ’ από κάθε συνέλευσι, όταν θα μας δουν, αυτός κι η σύζυγός του θα μας αγκαλιάσουν και θα μας ευχαριστήσουν, διότι τους δώσαμε την αναγκαία ώθησι για το έργον σκαπανέως, ακριβώς όπως κάναμε.
Το έργον ζώνης ετελείωσε το 1941 και διωρισθήκαμε στο Μπρίστολ, της Πενσυλβανίας, ως ειδικοί σκαπανείς· έπειτα, αργότερα, στο Ραχγουαίη, της Νέας Ιερσέης. Εκεί διέθεσα ένα βιβλίο στη μητέρα μιας οικογενείας, αλλά έπειτα από δύο επανεπισκέψεις εσταμάτησα λόγω ελλείψεως ενδιαφέροντος. Οκτώ έτη αργότερα, έλαβα μια επιστολή από μια νεαρή έγγαμο αδελφή που διέμενε στην Ουάσινγκτων, που ήταν σκαπανεύς και η οποία ρωτούσε αν θυμόμουν τις συνθήκες εκείνης της επανεπισκέψεως στο Ραχγουαίη κι ένα κορίτσι εφηβικής ηλικίας, που παρακολουθούσε τις Γραφικές ομιλίες μου. Αυτή ήταν το κορίτσι! Μπορείτε να φαντασθήτε τη χαρά μου όταν έλαβα αυτό το γράμμα;
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΣ ΣΤΗ ΓΑΛΑΑΔ
Η άνοιξις του 1943. Η πρόσκλησίς μας να παρακολουθήσωμε τη δεύτερη σειρά σπουδαστών της Σχολής Γαλαάδ! Τι προνόμιο είχαμε επί πεντέμιση μήνες συναναστρεφόμενοι τόσο πολλούς από τους αφωσιωμένους αδελφούς μας, μελετώντας μαζί, κι εκπαιδευόμενοι για το πραγματικό έργον επεκτάσεως που θα εγίνετο στις άλλες χώρες! Αυτή η εποικοδομητική περίοδος ετελείωσε μόνον πολύ σύντομα, αλλά χιλιάδες πεινασμένων επερίμεναν να τραφούν με την ίδια πλούσια τροφή που είχαμε λάβει στη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς. Ο τόπος διορισμού μας ήταν στο Περού, στη Νότιο Αμερική με έξη άλλους, αλλά δεν ήταν δυνατόν να εισέλθωμε αμέσως στη χώρα.
Εν τω μεταξύ, ένας τόπος διορισμού στο Γουνσόκετ, στη Ροντ Άιλαντ. Επληροφορήθημεν ότι αυτός ο τόπος ήταν σκληρός τομεύς, αλλά το αρχικό έργο είχε προφανώς κάνει πολλά για ν’ ανοίξουν οι καρδιές των ανθρώπων. Ουδέποτε είδαμε τόσο πολλά ζευγάρια, μάλιστα, ολόκληρες οικογένειες, να έρχωνται στην αλήθεια και να γίνωνται δραστήριοι σε τόσο σύντομο διάστημα όσο είμαστε στο Γουνσόκετ. Εξακολούθησαν να δυναμώνουν και τώρα έχουν την ιδικήν των ωραία Αίθουσα Βασιλείας.
Η Ουάσιγκτων ήταν ο επόμενος τόπος διορισμού μας. Ο πόλεμος τελικά έβαινε στο τέρμα του το 1945 και η Εταιρία είχε ήδη έτοιμα τα σχέδιά της πολύ πριν για την υποβοήθησι των απογοητευμένων ανθρώπων της Ευρώπης και άλλων χωρών. Αυτό εσήμαινε επαφή με τους αντιπροσώπους διαφόρων κυβερνήσεων στην Ουάσιγκτων προκειμένου να γίνουν διευθετήσεις σχετικά με την είσοδο ιεραποστόλων της Σκοπιάς στις χώρες των για να οργανώσουν το πολύ σπουδαίο έργο παροχής πνευματικής βοηθείας και παρηγορίας σ’ αυτούς που πενθούσαν. Επί πλέον, υπήρχαν πολύ ευχάριστα καθήκοντα εποπτών, για τα οποία έπρεπε να ληφθή φροντίδα στις τοπικές εκκλησίες· έτσι η Ουάσιγκτων ήταν ένας πολύ ευτυχής και ενδιαφέρων τόπος διορισμού.
ΣΤΟ ΠΕΡΟΥ
Έπειτα ήλθαν τα μεγάλα νέα! Στο τέλος του θέρους του 1946 ήλθαν οδηγίες από το Μπρούκλυν, όπως προχωρήσωμε οκτώ από μας στο Μαϊάμι της Φλόριντας για να επιβιβασθούμε στο αεροπλάνο που έφευγε τα μεσάνυχτα στις 19 Οκτωβρίου κατευθυνόμενο προς το Περού. Είμαι βέβαιος ότι αυτό ήταν η πιο μεγάλη συγκίνησις της ζωής μας—να είμεθα πραγματικά στον δρόμο μας για τον τόπο διορισμού μας στο εξωτερικό! Το Περού δεν είναι μια μεγάλη χώρα, αλλά υπήρχαν μόνον οκτώ ιεραπόστολοι για οκτώ εκατομμύρια ανθρώπους. Εφαίνετο σαν μια τρομερή ευθύνη για εμάς τους οκτώ να διαθρέψωμε όλα εκείνα τα πλήθη της ανθρωπότητας, αλλά με πίστι, ότι ο Ιεχωβά θα κατηύθυνε τις προσπάθειές μας, αρχίσαμε να εργαζώμεθα. Μπορείτε να σκεφθήτε κάτι πιο συγκινητικό από το να έχετε μέρος στην έναρξι του έργου σε μια τέτοια χώρα;
Δεν χρειασθήκαμε πολύ για να συνηθίσωμε στη γλώσσα. Κάναμε πολλά λάθη στην αρχή, αλλά οι άνθρωποι ήσαν πολύ ευγενείς και τα πρόβατα άρχισαν να εισέρχωνται αμέσως.
Ως υπηρέτης ήταν χαρά για μένα ν’ αποστέλλω εκείνες τις πρώτες μικρές εκθέσεις και κατόπιν να παρακολουθώ τη σταθερή ανάπτυξι, από μήνα σε μήνα, μέχρι της ιδρύσεως του Τμήματος το 1949. Το επόμενο έτος σχηματίσθηκε η δευτέρα εκκλησία. Στη διάρκεια της επισκέψεως του Αδελφού Νορρ το 1949, ερώτησα πότε μπορούσαμε ν’ αρχίσωμε το έργον σε απόκεντρες πόλεις της χώρας, η δε απάντησις ήταν, «Περιμένετε μέχρις ότου γίνωμε ισχυρότεροι στην πρωτεύουσα.» Σοφή συμβουλή. Σε λίγα έτη ένας μεγάλος αριθμός Περουβιανών αδελφών είχαν αποκτήσει επαρκή ωριμότητα για ν’ αποσταλούν ως ειδικοί σκαπανείς· και αυτοί οι τοπικοί αδελφοί ήσαν, κατά μέγα μέρος, υπεύθυνοι για την αύξησι του 31 τοις εκατό στον αριθμό των ευαγγελιζομένων στο Περού το 1959.
ΠΕΙΡΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΡΟ
Θα μπορούσαμε να γεμίσωμε πραγματικά ένα βιβλίο με τις θαυμάσιες πείρες που απηλαύσαμε, αλλά δεν υπάρχει καμμιά που να μας συγκινή περισσότερο από το έργο της πρώτης ημέρας σ’ αυτή τη χώρα. Αρχίσαμε με Γραφές και βιβλία από θύρα σε θύρα, χρησιμοποιώντας μια τυπωμένη κάρτα για να παρουσιάσωμε τα άγγελμα. Σε μια θύρα η Χριστίνα συνήντησε μία κυρία, η οποία ήταν πολύ καλή και η οποία προσπάθησε να της πη να πάη να δη τον σύζυγόν της στο ραφείο του, μισό τετράγωνο πιο πέρα. Αφού δεν μπορούσε να κάμη τη Χριστίνα να καταλάβη, την πήρε από το χέρι και την ωδήγησε στο ραφείον, όπου ο σύζυγός της και τέσσερες άλλοι ειργάζοντο. Ένας πήρε το βιβλίο· οι άλλοι ήσαν φιλικοί αλλά σκεπτικοί για τους «Προτεστάντας». Μία άλλη οικογένεια που συναντήσαμε στο ίδιο τετράγωνο πήρε τα βιβλία. Όταν έγιναν οι επανεπισκέψεις, άρχισαν μελέτες και με τις δύο οικογένειες και σε σύντομο χρόνο αυτές οι δύο μελέτες παρήγαγαν ένδεκα διαγγελείς της Βασιλείας. Τρεις απ’ αυτούς έγιναν σκαπανείς και ένας είναι τώρα ειδικός σκαπανεύς πάνω στα Όρη των Άνδεων. Όλ’ αυτά ανεπτύχθησαν από το έργο της πρώτης ημέρας! Η μητέρα της δευτέρας οικογενείας, καλούμενη Άννα λα Τόρε, δεν μπορούσε να διαβάση, αλλά έγινε μία από τις πιο επιμελείς ευαγγελιζόμενες και ήταν πολύ ικανή στην ανεύρεσι και παράθεσι των Γραφικών εδαφίων στο από θύρα σε θύρα έργον. Η ειλικρίνειά της ήταν μεταδοτική. Οποτεδήποτε εύρισκε πραγματικό ενδιαφέρον, μου ζητούσε να κάμω την επανεπίσκεψι μαζί της και μ’ αυτόν τον τρόπο ήταν ένα μέσον στο να φερθούν στο φως της αληθείας πολλοί. Απέθανε πιστή, κάνοντας μαρτυρία μέχρι τέλους.
Όταν άρχισε η έξοδος των ιεραποστόλων και άλλων σκαπανέων από την πρωτεύουσα στις επαρχίες, απεστάλημεν στο Τσορίλιο έναν άλλον ωραίο τόπο διορισμού ακριβώς στον γαλανό Ειρηνικό, πολύ πλησίον της Λίμας. Περισσότερα πρόβατα, περισσότερον έργον ποιμάνσεως, περισσότερες χαρωπές πείρες! Σε τρία έτη μια υγιής εκκλησία από είκοσι πέντε ευαγγελιζομένους είχε αναπτυχθή σε κάποιο βαθμό ωριμότητος, και είμεθα πραγματικά στο δρόμο πάλι.
Αλλά πριν αφήσωμε το Τσορίλιο, πρέπει να σας διηγηθώ μια άλλη πείρα. Η σύζυγός μου ήλθε σ’ επαφή με μια κυρία στο από θύρα σε θύρα έργο, η οποία έλαβε το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής». Όταν έκανε επανεπίσκεψι την επόμενη εβδομάδα, η πόρτα άνοιξε ακριβώς λίγο και η κυρία της είπε πολύ νευρικά ότι δεν θα της επέτρεπε να περάση μέσα. Είχε πάει το βιβλίο στον κληρικό για να το ευλογήση, αυτός δε της το πήρε λέγοντας της ότι ο ιεραπόστολος ήταν κακός, ότι εισήγε τον Κομμουνισμό στα σπίτια με μέσον τις Γραφές και ότι πρέπει να πεταχθή έξω από το σπίτι. Η Χριστίνα γέλασε και είπε, «Αλλά δεν μπορείτε να με πετάξετε έξω εφόσον είμαι έξω. Ανοίξτε την πόρτα και επιτρέψτε μου να περάσω μέσα κι έπειτα μπορείτε να κάνετε όπως είπε ο κληρικός και να με πετάξετε έξω.» Η πόρτα άνοιξε, η Μάρτυς προχώρησε μέσα κι έμεινε μια ώρα. Στη διάρκεια της εβδομάδος η μητέρα της κυρίας πέθανε, αυτή δε άκουε προσεκτικά το άγγελμα για τους νεκρούς. Τελικά είπε, «Λοιπόν είμαι στην ίδια κατάστασι όπως την περασμένη εβδομάδα. Θέλω ακόμη το βιβλίο εκείνο, αλλά δεν έχω χρήματα τώρα. Αλλά, περιμένετε! Τελειώνω ακριβώς κάτι.» Άφησε το δωμάτιο κι επέστρεψε με μερικούς μικρούς φακέλλους με μαύρο περιθώριο. Ο κληρικός της είχε πει ότι πρέπει να πη στους φίλους της να μη δαπανήσουν χρήματα σε λουλούδια για τη νεκρή μητέρα της, αλλά να θέση εκείνα τα χρήματα μέσα σε φακέλλους γι’ αυτόν και αυτός θα προσηύχετο για την ανάπαυσι της ψυχής της και αυτό το πράγμα θα ήταν μια μεγάλη παρηγορία στη θυγατέρα. Έβγαλε αρκετά χρήματα από ένα φάκελλο για να πληρώση το βιβλίο λέγοντας, «Είμαι βέβαιη ότι αυτό το βιβλίο θα μου φέρη περισσότερη παρηγορία από τις προσευχές του κληρικού.» Απεδείχθη ότι ήταν αληθινά ένα από τα πρόβατα του Κυρίου και σήμερα είναι μια ευτυχής και επιμελής διαγγελεύς των αγαθών νέων σε άλλους που πενθούν.
Απρίλιος 1957—πάλι για αναχώρησι! Αυτή τη φορά σε μια ευρεία εύφορη κοιλάδα του Κανίετε, εκατό μίλια νοτίως της Λίμας. Ολόκληρη η ακτή του Περού είναι μία έρημος, αλλά οπουδήποτε χείμαρροι κατέρχονται από τα βουνά για να ποτίσουν το πλούσιο έδαφος, παράγει με αφθονία. Στους εκτεταμένους αγρούς βάμβακος χιλιάδες εργατών εργάζονται κερδίζοντας κατά μέσον όρον μόνον 50 ή 60 σεντς (Η.Π.Α.) την ημέρα, σε πολλούς δε απ’ αυτούς τους αγρούς, αν ο εργάτης αλλάξη τη θρησκεία του, αμέσως αποβάλλεται. Οι κληρικοί έχουν σχεδόν πλήρη έλεγχο. Ζώντας σε μια ατμόσφαιρα φόβου και πτωχείας, πολύ λίγοι έχουν το σθένος να λάβουν τη στάσι των με το μέρος της αληθείας, αλλά βρήκαμε πολλούς ανθρώπους καλής θελήσεως, οι οποίοι στον κατάλληλο καιρό, χωρίς αμφιβολία, θα γίνουν αρκετά δυνατοί ώστε να εξέλθουν στην ελευθερία και να συνταυτισθούν με την κοινωνία Νέου Κόσμου. Πριν φύγωμε, διεμορφώθη μια εκκλησία από έξη ευαγγελιζομένους, από τους οποίους οι τρεις αδελφοί εσυμβόλισαν την αφιέρωσί των με βάπτισμα, και είμεθα πεπεισμένοι ότι ο Ιεχωβά θα εξακολουθήση να ευλογή τις επιμελείς προσπάθειές των για να βρουν τα «πρόβατα».
Όταν αφήσαμε την Κανίετε τον Οκτώβριο του 1959, δύο Περουβιανές αδελφές, ειδικοί σκαπανείς, διωρίσθησαν να συνεχίσουν εκεί απ’ όπου εμείς φεύγαμε. Η Χριστίνα είχε συμμελετήσει με μια απ’ αυτές τις αδελφές, την δε άλλη την είχα βρει εγώ στη Λίμα πριν από επτά έτη. Είχαν προχωρήσει από ευαγγελιζόμενες εκκλησίας σε ικανές σκαπανείς και τώρα τους εδίδετο ο πρώτος διορισμός των ως ειδικών σκαπανέων για να βοηθήσουν τη νεοσχηματισμένη εκκλησία στην Κανίετε. Απορείτε που απολαμβάνομε τόσο πολύ τον τόπο διορισμού μας εδώ στο Περού!
Τώρα, το 1960, ο τόπος διορισμού μας είναι η Τάκνα, μια ωραία μικρή πόλις πάνω στα σύνορα Περού και Χιλής, όπου εφθάσαμε ύστερ’ από διαδρομή τριάντα μόνον λεπτών της ώρας πάνω στη Παναμερικανική λεωφόρο. Κυττάζοντας προς τα βορειοανατολικά, μπορούμε να δούμε τα τραχέα όρη των Άνδεων—με τις υψηλότερες κορυφές σκεπασμένες από χιόνι σ’ αυτή την περίοδο του έτους. Το κλίμα είναι πολύ ήπιο, με θέρμες ημέρες και ψυχρές νύχτες· οι καταιγίδες είναι άγνωστες. Οι άνθρωποι ευχαριστούνται πολύ όταν εργάζωνται μαζί, ευγενικοί και ασυνήθως προσεκτικοί στο άγγελμα της Βασιλείας. Ήδη βρήκαμε έναν αριθμό από αυτούς, οι οποίοι διάκεινται ευμενώς προς τη δικαιοσύνη και κάνουν καλή πρόοδο στις μελέτες των.
Με όλες αυτές τις ευλογίες, απομένει κάτι για να το επιθυμήσωμε; Λοιπόν, τώρα, ίσως να υπάρχη ακριβώς ένα πράγμα. Δεν μπορούμε να φθάσωμε εδώ σε όλους τους ανθρώπους, για να φροντίσωμε γι’ αυτούς, όπως θα θέλαμε, και αν μερικοί από σας τους αγαπητούς αναγνώστας, αφιερωμένους στον Ιεχωβά, θα ήρχεσθε εδώ με τις οικογένειές σας για να βοηθήσετε όπου η ανάγκη είναι μεγάλη, η χαρά μας θα ήταν πλήρης. Ήδη έχομε αρκετές αφιερωμένες οικογένειες που κάνουν ένα πολύ καλό έργο. Προμηθεύουν σταθερότητα στις νεοσχηματιζόμενες εκκλησίες κι επιτρέπουν στους σκαπανείς να βγουν έξω σε πιο απόκεντρες περιοχές. Αλλά χρειάζεται περισσότερη βοήθεια. Υπάρχουν τώρα περίπου χίλιοι ευαγγελιζόμενοι, αλλά οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι χρειάζονται να διδαχθούν τα αγαθά νέα.
Στη διάρκεια αυτής της σύντομης εξιστορήσεως, μπόρεσα να σκιαγραφήσω, σε μικρή κλίμακα μόνον, τα κύρια χαρακτηριστικά της ευτυχούς μας ζωής ως ολοχρονίων δούλων του Ιεχωβά Θεού. Θα μπορούσα να πω περισσότερα για την τρυφερή προστασία και φροντίδα του Ιεχωβά σε καιρό κινδύνου· για την έγκαιρη προμήθεια εκ μέρους του των αναγκαίων πραγμάτων σ’ όλο το διάστημα· για τους πολλούς φίλους που απεκτήσαμε· για τους ωραίους τόπους που είδαμε· για τα ευλογημένα προνόμια υπηρεσίας στη διάρκεια συνελεύσεων και συγκεντρώσεων—Τορόντο, Ντητρόιτ, Κολόμπους, Μέντισον Σκουαίαρ Γκάρντεν, Σαν Λούις, Σταδίου Γιάνκη, και άλλων. Αυτές οι γλυκειές αναμνήσεις μάς υποκινούν καθώς ‘ακολουθούμε το Αρνίον όπου αν υπάγη.’ Και αισθανόμεθα ότι το καλύτερο πρόκειται στο μέλλον να έλθη. Η σκηνή της νίκης είναι πολύ πλησιεστέρα από ό,τι ήταν όταν αρχίσαμε. Δεν θα θέλατε και εσείς, επίσης, ν’ απολαύσετε προνόμια υπηρεσίας σκαπανέως, ενώ ακόμη η πόρτα είναι ανοικτή; Μπορείτε!