Για να Διαφυλάξετε τις Ψυχές σας Ζωντανές, Έχετε Πίστι
1. Τι είναι πίστις, ιδιαίτερα όπως ορίζεται στην προς Εβραίους επιστολή 11:1, 2;
«ΠΙΣΤΙ»; Τι είναι πίστις; μπορεί να ρωτήση ένας νέος αναγνώστης της Σκοπιάς. Ας κυττάξη κάθε αναγνώστης της Σκοπιάς τους ορισμούς της «πίστεως» σε οποιοδήποτε λεξικό που έχει πρόχειρο. Εδώ, όμως, είναι ο ορισμός της πίστεως που δίδεται από την προς Εβραίους επιστολή 11:1, 2, καθώς εξεδηλώθη παραδειγματικά από ανθρώπους του Θεού στους αρχαίους χρόνους πριν από τη Χριστιανική Εποχή: «Είναι δε η πίστις, ελπιζομένων πεποίθησις [υπόστασις, Αρχαίον Κείμενον], βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων. Διότι δια ταύτης έλαβον καλήν μαρτυρίαν οι πρεσβύτεροι.» Ο Ιεχωβά Θεός έδωσε μαρτυρία γι’ αυτούς ότι τον ευηρέστησαν λόγω της πίστεως των που υπεστηρίζετο με έργα.
2. Γιατί οι άνθρωποι εκείνοι είχαν ελπίδα, παραδείγματος χάριν, ο Άβελ;
2 Οι άνθρωποι εκείνοι είχαν ελπίδα. Ήλπιζαν για κάτι. Η ελπίδα των μετεδόθη σ’ αυτούς από ό,τι ο Θεός είχε ειπεί ή είχε υποσχεθή. Παραδείγματος χάριν, υπήρχε ο Άβελ, ο δεύτερος γυιός που εγεννήθη στον Αδάμ και στην Εύα έξω από τον κήπο της Εδέμ. Ο Άβελ είχε ελπίδα. Γιατί; Λόγω του ό,τι ο Ιεχωβά Θεός είχε ειπεί στον όφιν του πειρασμού στον κήπο της Εδέμ εις επήκοον του πατρός και της μητρός του Άβελ. Πάνω σε τούτο, η Γένεσις 3:14, 15 (ΜΝΚ) μας λέγει: «Και είπεν Ιεχωβά ο Θεός προς τον όφιν, Επειδή έκαμες τούτο, . . . έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σού και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού.» Συνεπώς ο Άβελ ήλπιζε για την έλευσι του υπεσχεμένου Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού και για τη συντριβή της κεφαλής του Πειραστού από το Σπέρμα αυτό.
3. Ποια ελπίδα είχε ο Αβραάμ, και γιατί;
3 Έπειτα, επίσης, υπήρχε ο Εβραίος πατριάρχης Αβραάμ. Όταν εκλήθη να εγκαταλείψη την πατρίδα του και τους συγγενείς του, ο «Ιεχωβά είπε προς τον Άβραμ, . . . θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλώνει το όνομά σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν· και θέλω ευλογήσει τους ευλογούντας σε, και τους καταρωμένους σε θέλω καταρασθή· και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης.» (Γεν. 12:1-3, ΜΝΚ) Έτσι αυτός ο άτεκνος Εβραίος, ο Αβραάμ, είχε την ελπίδα ν’ αποκτήση τέκνα και να γίνη μεγάλο έθνος και να μεγαλυνθή το όνομά του. Θα ήταν, λοιπόν, ευλογία στους άλλους, έτσι ώστε όλες οι φυλές της γης θ’ αποκτούσαν ευλογία μέσω αυτού.
4. Σε αρμονία με τι ενήργησαν και ο Άβελ και ο Αβραάμ, και τι εσήμαινε η πορεία της ενεργείας των;
4 Ο Άβελ και ο Αβραάμ ανέμεναν να λάβουν εκείνο, για το οποίον ήλπιζαν. Ενήργησαν, λοιπόν, σύμφωνα με την προσδοκία τους να λάβουν κάτι επιθυμητό. Αυτή η πορεία ενεργείας εσήμαινε πίστι από μέρους των. Η πίστις έχει μια βάσι, όπως έχει και η ελπίδα. Η ελπίδα περιλαμβάνει μια προσδοκία ν’ αποκτήση κανείς κάτι και όχι απλώς μια επιθυμία γι’ αυτό. Τώρα η πίστις δεν είναι απλή προσδοκία· αλλιώς, η πίστις θα ήταν ίδια με την ελπίδα ή τουλάχιστον θα ήταν μέρος αυτής. Αλλά ο λόγος του Θεού χειρίζεται την ελπίδα και την πίστι ως χωριστά πράγματα, μολονότι σχετίζονται το ένα με το άλλο.
5. (α) Ποιόν ορισμό της πίστεως δίνει πρώτα το Εβραίους 11:1; (β) Σύμφωνα με την Ελληνική λέξι υπόστασις που χρησιμοποιείται εκεί, πρέπει η πίστις να νοηθή ως υλική ουσία;
5 Σημειώστε ότι η Μετάφρασις Νέου Κόσμου της προς Εβραίους επιστολής 11:1 λέγει, όχι ότι η πίστις είναι απλή προσδοκία ελπιζομένων πραγμάτων, αλλά ότι η πίστις είναι η «βεβαιωμένη» προσδοκία ελπιζομένων πραγμάτων. Βέβαια, η λέξις, που χρησιμοποιεί το Ελληνικόν κείμενον της προς Εβραίους επιστολής 11:1, είναι υπόστασις, και, σύμφωνα με τις λέξεις που την συνοδεύουν σε μια πρότασι, υπόστασις μπορεί να σημαίνη αρκετά διαφορετικά πράγματα, όπως (α) θεμέλιον, υποδομή· βάσις· πεποίθησις· θάρρος· απόφασις· σταθερότης· επιχείρησις· υπόσχεσις· ή, (β) ουσιώδης φύσις· ουσία· πραγματική ύπαρξις· πραγματικότης· πραγματική φύσις· η πλήρης έκφρασις ή έκτασις (μιας ιδέας).a Τώρα γνωρίζομε ότι η πίστις δεν είναι κάτι το υλικό· δεν είναι μια απτή ουσία που μπορεί να ζυγισθή στην πλάστιγγα. Είναι μια ιδιότης της καρδιάς, διότι, όπως μας πληροφορεί το Ρωμαίους 10:10, «με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην».
6. Τι σημαίνει, λοιπόν, υπόστασις όσον αφορά ελπιζόμενα πράγματα;
6 Εδώ, λοιπόν, ο όρος υπόστασις ως εφαρμοζόμενος στην πίστι θα εσήμαινε κάτι που είναι βάσις για ελπίδα, αλλά και κάτι που είναι επίσης ισχυρό, υποκινητικό και διεγερτικό σε δράσι. Επομένως, όπως η Μετάφρασις Νέου Κόσμου παρουσιάζει το Εβραίους 11:1, πίστις είναι μια προσδοκία που κινεί κάποιον σε δράσι επειδή η προσδοκία είναι καλά βασισμένη· η προσδοκία γίνεται βέβαιη ή είναι βεβαιωμένη. Δεν αφήνει ένα άτομο ασταθές, αβέβαιο για τον εαυτό του, αναποφάσιστο. Υπόστασις, λοιπόν, είναι μια «βεβαιωμένη» προσδοκία.
7, 8. Γιατί η προσδοκία του Άβελ για ό,τι ήλπιζε ήταν καλά βασισμένη;
7 Ποια αιτία, λοιπόν, είχε ο Άβελ να αισθάνεται μια «βεβαιωμένη προσδοκία»; Φυσικά η δήλωσις του Θεού στον Πειραστήν στην Εδέμ διήγειρε τις ελπίδες του Άβελ, αλλ’ η προσδοκία τού ότι ο Θεός θα εξεπλήρωνε την υπόσχεσί του ήταν βεβαιωμένη, καλά βασισμένη, ασφαλούς πραγματοποιήσεως. Πώς;
8 Ο Άβελ είδε ότι εκείνο που συνέβη στον όφιν απεδείκνυε αληθινούς τους λόγους του Θεού: «Επικατάρατος να ήσαι μεταξύ πάντων των κτηνών, και πάντων των ζώων του αγρού· επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί, και χώμα θέλεις τρώγει, πάσας τας ημέρας της ζωής σου.» Ο Άβελ, επίσης, είδε ότι η απόφασις του Θεού είχε ασφαλώς εκτελεσθή επάνω στους γονείς του Αδάμ και Εύα: αυτοί είχαν εξωσθή από τον κήπο της Εδέμ και ο Αδάμ έπρεπε να εργάζεται με ιδρώτα και μόχθο για ν’ αποκτά τα προς το ζην για την οικογένειά του και η Εύα παρήγε γυιούς και θυγατέρες για τον Αδάμ με πόνους εγκυμοσύνης και ωδίνες τοκετού, κάτω από την εξουσία του συζύγου της. (Γεν. 3:14, 16-19) Ο Άβελ, επίσης, είδε ότι οι γονείς του ήσαν σε κατάστασι θνητότητος, και αυτός επίσης, ως απόγονός των, ανέμενε να πεθάνη στην πορεία του χρόνου. Αυτά έγιναν όπως ακριβώς είχε ειπεί ο Θεός στον πατέρα του Άβελ: «Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού, δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει.» (Γέν. 2:16, 17). Ο Άβελ είδε ότι ο Θεός ήταν αληθινός σε ό,τι προειδοποίησε ή υπεσχέθη.
9. Τι έκαμε με πίστι ο Άβελ, και με ποιό αποτέλεσμα;
9 Λογικά, λοιπόν, ο Άβελ εθεμελίωσε πίστι επάνω σε γνωστά γεγονότα που απεδείκνυαν την αληθινότητα του Θεού. Επίστεψε στην υπόσχεσι του Θεού για ένα Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού ως μέλλουσαν να εκπληρωθή ασφαλώς. Ο Πειραστής είχε επιφέρει θάνατο· το Σπέρμα της γυναικός θα νικούσε τον Πειραστή και θα εγίνετο υπεύθυνο για αποκατάστασι ζωής στους ανθρώπους που είχαν κληρονομήσει θάνατο. Με πίστι τι έκαμε τότε ο Άβελ; Προσέφερε στον Θεό θυσία ζώων, χύνοντας το αίμα προβάτων από το ποίμνιο του. Ο Άβελ δεν έσφαξε πρόβατα για να προμηθεύση φαγητό από σάρκα στον εαυτό του, αλλ’ άφησε τη ζωή των θυσιαστικών εκείνων προβάτων να δοθή ως υποκατάστατον της ιδίας του ζωής, μ’ ένα εξεικονιστικό τρόπο. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Κάιν απλώς έκαμε μια δίχως ζωή προσφορά αγροτικών προϊόντων στον Θεό. Ο Θεός απέρριψε τη φυτική προσφορά του Κάιν, αλλά με επιδοκιμασία εδέχθη τη θυσία του Άβελ. Ο Θεός έδωσε στον Άβελ μαρτυρία θείας επιδοκιμασίας επάνω του.—Γέν. 4:1-8.
10. Όπως εκτίθεται στο Εβραίους 11:4, σύμφωνα με τι ο Άβελ απέκτησε θεία επιδοκιμασία;
10 Γιατί έγινε αυτό; Επειδή ο Άβελ είχε πίστι στον Ιεχωβά Θεό και προσέφερε θυσία σε αρμονία με την πίστι του. Η προς Εβραίους επιστολή 11:4, για να δώση την πρώτη διευκρίνισι του τι είναι πίστις, λέγει: «Δια πίστεως ο Άβελ προσέφερε προς τον Θεόν καλητέραν θυσίαν παρά τον Κάιν, δια της οποίας εμαρτυρήθη ότι ήτο δίκαιος, επειδή ο Θεός έδωκε μαρτυρίαν περί των δώρων αυτού· και δι’ αυτής, καίτοι αποθανών, έτι λαλεί.»
11. Πώς ο Άβελ, αν και νεκρός, όμως λαλεί, και ποιο «αίμα καθαρισμού» λαλεί καλύτερα από το αίμα του Άβελ;
11 Με δολοφονία από τα χέρια του ζηλοτύπου αδελφού του Κάιν, ο Άβελ απέθανε. (Γέν. 4:8-12) Αν και ο Άβελ απέθανε τέσσερες χιλιάδες χρόνια προ Χριστού, η πίστις που είχε αναφέρεται στη Γραφή και έτσι αυτός μιλεί ως ο πρώτος ανθρώπινος μάρτυς του Ιεχωβά. Το αίμα του Άβελ δεν απελύτρωσε ή εξηγόρασε κανένα, όπως και το αίμα των προβάτων που εθυσίασε. Το αίμα του έκραζε στον Θεό για εκδίκησι εναντίον του δολοφόνου Κάιν. Αλλά το αίμα του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, στου οποίου την έλευσι είχε πίστι ο Άβελ, κράζει στον Θεό για έλεος επάνω στον Άβελ και σε όλα τα άτομα που έχουν πίστι όμοια με του Άβελ. Γι’ αυτό το λόγο η προς Εβραίους επιστολή 12:24 μιλεί για «νέας διαθήκης μεσίτην Ιησούν, και . . . αίμα καθαρισμού, το οποίον λαλεί καλήτερα παρά το του Άβελ.» Έτσι με πίστι ο Άβελ επλησίασε στον Θεό κι ευηρέστησε σ’ αυτόν, και τώρα ο Άβελ περιμένει ανταμοιβή από τον Θεό στον νέο κόσμο.—Εβρ. 11:6.
ΦΑΝΕΡΗ ΚΑΤΑΔΕΙΞΙΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΜΗ ΒΛΕΠΟΜΕΝΩΝ
12. Τι άλλο λέγει το Εβραίους 11:1 ότι είναι πίστης, και γιατί η Ελληνική λέξις έλεγχος που χρησιμοποιείται εκεί είναι κατάλληλη εν σχέσει με πραγματικότητες που δεν βλέπονται ακόμη;
12 Εν τούτοις, η πίστις λέγεται ότι είναι, όχι μόνο «η βεβαιωμένη προσδοκία ελπιζομένων πραγμάτων», αλλά και «η φανερή κατάδειξις πραγματικοτήτων αν και δεν βλέπονται» (ΜΝΚ)· ή, σύμφωνα με τη Νεοελληνική Μετάφρασι, «ελπιζομένων πεποίθησις», αλλά και «βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων». Για την έκφρασι «φανερή κατάδειξις» ή «βεβαίωσις» το αρχαίο κείμενο της προς Εβραίους 11:1 επιστολής χρησιμοποιεί τη λέξι έλεγχος. Το Ελληνο-Αγγλικό λεξικό, που αναφέραμε πιο πάνω, ορίζει αυτή τη λέξι και της αποδίδει τις εξής σημασίες: (α) επιχείρημα διαψεύσεως ή αναιρέσεως· (β) γενικά, αντεξέτασις, δοκιμή, διερεύνησις, ειδικά για σκοπούς αναιρέσεως· (γ) κατάλογος, απογραφή. Η αρχαία Ελληνική λέξις έχει έτσι να κάμη με παρουσίασι αποδείξεως που καταδεικνύει κάτι, ιδιαίτερα κάτι αντίθετο προς ό,τι φαίνεται να είναι η περίπτωσις. Αυτό κάνει έτσι καταφανές ότι προηγουμένως δεν διεκρίνετο και έτσι ανασκευάζει ό,τι φαίνεται ότι είναι η περίπτωσις. Μ’ αυτό τον τρόπο πραγματικότητες που δεν βλέπονται, αλλά που πρέπει να μελετηθούν, μπορούν να εμφανισθούν και να εκτιμηθούν από μας.
13. Πώς ο Χριστόφορος Κολόμβος παρέσχε ένα καλό παράδειγμα τούτου;
13 Για διευκρίνισι, πάρτε τον Χριστόφορο Κολόμβο. Αν, αντί να είναι ένας Ρωμαιοκαθολικός που του απηγορεύετο τότε να διαβάζη την Αγία Γραφή, ο Κολόμβος ήταν ένας Ιουδαίος όπως ισχυρίσθησαν πολλοί, θα μπορούσε να έχη διαβάσει το Ησαΐας 40:22 για τη σφαιρικότητα της γης: «Αυτός είναι ο καθήμενος επί τον γύρον της γης, και οι κάτοικοι αυτής είναι ως ακρίδες· ο εκτείνων τους ουρανούς ως παραπέτασμα, και εξαπλόνων αυτούς ως σκηνήν προς κατοίκησιν.» Επίσης, το Ιώβ 26:7: «Εκτείνει τον βορέαν επί το κενόν κρεμά την γην επί το μηδέν.» Τώρα ο Κολόμβος δεν ήταν αστροναύτης σαν εκείνους τους σημερινούς που έχουν παρακολουθήσει την τροχιά της γης από το έξω διάστημα και έχουν ιδεί με τα μάτια τους τη σφαιρικότητα της γης. Αλλά με τρείς κύριες γραμμές επιχειρήματος αντλημένου (1) από φυσικές αφορμές, (2) από θεωρίες γεωγράφων και (3) από τις εκθέσεις και παραδόσεις ναυτικών, ο Κολόμβος ελογικεύθη και διέκρινε ότι η γη μας πρέπει να είναι σφαίρα. Παραδείγματος χάριν, ότι η έκλειψις της σελήνης ήταν κυκλική· ότι, μπορούσε να δη ότι η σελήνη ήταν στρογγυλή· όταν ερχόμενα πλοία προβάλλουν στον μακρινόν ορίζοντα, οι ιστοί των ιστιοφόρων εμφανίζονται πρώτα και το σκάφος τελευταία. Μ’ αυτούς τους τρόπους κατεδείχθη σ’ αυτόν πολύ φανερά ένα πραγματικό γεγονός για τη γη, μολονότι δεν το είχε ιδεί. Ενεργώντας με βάσι αυτή τη φανερή απόδειξι, έπλευσε προς τη δύσι και ανεκάλυψε τις Δυτικές Ινδίες και τη Νότιο Αμερική. Η πίστις του εθριάμβευσε.
14. Τι είδους πίστις ήταν η πίστις του Κολόμβου, αλλά τι είδους πίστις είναι εκείνη που εικονογραφείται στο κεφάλαιο 11 της προς Εβραίους επιστολής;
14 Εν τούτοις, η πίστις του Κολόμβου δεν ήταν πνευματική πίστις. Ήταν μόνο επιστημονική. Με αυτήν υπηρέτησε αυτόν τον υλιστικό κόσμο και τον Θεό του. (2 Κορ. 4:4) Αλλά το ενδέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής δίνει ιστορικές εικονογραφήσεις ανδρών που ευηρέστησαν τον Θεό του νέου κόσμου, τον Ιεχωβά, με τη Γραφική τους πίστι. Είχαν όλοι πίστι στην έλευσι, όχι του λεγομένου νέου κόσμου της Αμερικής, αλλά του νέου κόσμου υπό το υποσχεμένο Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού. Η προς Εβραίους επιστολή 11:3 λέγει: «Δια πίστεως εννοούμεν ότι οι αιώνες [συστήματα πραγμάτων, ΜΝΚ] εκτίσθησαν με τον λόγον του Θεού, ώστε τα βλεπόμενα δεν έγειναν εκ φαινομένων.»
15. Με ποιον τρόπο οι υλισταί άνθρωποι του κόσμου τούτου δείχνουν ότι δεν έχουν πίστι, αλλά γιατί εμείς έχομε πίστι;
15 Υλισταί άνθρωποι του κόσμου τούτου ισχυρίζονται ότι είναι αδύνατον γι’ αυτούς να πιστέψουν ότι υπάρχει Θεός ο οποίος πάντοτε υπήρχε και ο οποίος εδημιούργησε το σύμπαν εκ του μηδενός. Δεν μπορούν, λοιπόν, να πιστέψουν ότι τα όσα βλέπουν μέσω τηλεσκοπίων και ηλεκτρονικών μικροσκοπίων «δεν έγειναν εκ φαινομένων», δηλαδή, εδημιουργήθησαν εκ του μηδενός. Αλλά εμείς, ως σπουδασταί της Γραφής, λόγω της πρακτικής μας πίστεως, δεν μπορούμε να δούμε πώς οι «αιώνες» («συστήματα πραγμάτων»), ή τα «βλεπόμενα» από τους γυμνούς μας οφθαλμούς, εδημιούργησαν τον εαυτό τους εκ του μηδενός και ήλθαν σε ύπαρξι με οποιονδήποτε άλλον τρόπο παρά από έναν νοήμονα, παντοδύναμο Θεό ανεξάντλητης ενεργείας και σοφίας. Δεν είμεθα τυφλοί. Μπορούμε να δούμε τη ‘φανερή απόδειξι’ ότι ο Παντοδύναμος Θεός Ιεχωβά υπάρχει και πάντοτε υπήρχε, έτσι ώστε «δια πίστεως εννοούμεν ότι οι αιώνες [συστήματα πραγμάτων, ΜΝΚ] εκτίσθησαν με τον λόγον του Θεού.»—Ρωμ. 1:20-23.
16, 17. (α) Σύμφωνα με τη 2 Πέτρου 3:13, τι προσμένομε, και γιατί; (β) Εν σχέσει με αυτό, τι μας λέγει η προς Εβραίους επιστολή 11:8-10 για τον Αβραάμ τον Εβραίο;
16 Η πίστις μας δεν είναι μια γεμάτη άγνοια προθυμία να πιστέψωμε κάτι με ασθενή ή ανεπαρκή απόδειξι. Η πίστις μας είναι νοήμων και βασίζεται στον αλάθητον γραπτόν λόγον του Θεού. Με πίστι αποβλέπομε στον Θεό να δημιουργήση ένα νέο σύστημα πραγμάτων με μια «οικουμένην» υπό τον δοξασμένο Υιό του Ιησού Χριστό, «δι’ ου έκαμε και τους αιώνας [συστήματα πραγμάτων, ΜΝΚ].» (Εβρ. 2:5-9· 1:2) Όπως λέγει ακριβώς η 2 Πέτρου 3:13, «κατά δε την υπόσχεσιν αυτού νέους ουρανούς και νέαν γην προσμένομεν, εν οις δικαιοσύνη κατοικεί.» Μεταξύ των αρχαίων εκείνων ανδρών που, όπως λέγει η προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο ενδέκατο, ανέμεναν την έλευσι αυτού του νέου συστήματος πραγμάτων, στο οποίο πρόκειται να κατοική δικαιοσύνη, ήταν και ο Εβραίος πατριάρχης Αβραάμ. Όσον αφορά αυτόν, η προς Εβραίους επιστολή 11:8-10 μας λέγει:
17 «Δια πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο να εξέλθη εις τον τόπον τον οποίον έμελλε να λάβη εις κληρονομίαν, και εξήλθε μη εξεύρων πού υπάγει. Δια πίστεως παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως ξένην, κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της αυτής επαγγελίας· διότι περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός.»
18. Τι άφησε ο Αβραάμ, που παρέμεινε και με ποιους, και γιατί ο Ησαύ δεν μνημονεύεται μαζί του;
18 Σύμφωνα με το Γένεσις 11:31 και Πράξεις 7:2-5, ο Αβραάμ, του οποίου το όνομα ήταν στην αρχή Άβραμ, άφησε την πόλι Ουρ της γης των Χαλδαίων, δηλαδή, της γης Σεναάρ, όπου είχε κτισθή ο πύργος της Βαβέλ πριν από διακόσια χρόνια περίπου. Η «γη της επαγγελίας», στην οποίαν ο Ιεχωβά Θεός τον ωδήγησε, απεδείχθη ότι ήταν η «γη Χαναάν». (Γεν. 12:1-9) Εκεί γεννήθηκαν σ’ αυτόν γυιοί και εγγονοί, περιλαμβανομένων του Ισαάκ και του Ιακώβ. Η προς Εβραίους επιστολή 11:9 λέγει ότι ο Αβραάμ κατώκησε σε σκηνές με τον γιό του Ισαάκ και τον εγγονό του Ιακώβ, με τον Ιακώβ επί δεκαπέντε χρόνια. Ο Ιακώβ είχε ένα δίδυμο αδελφό που ωνομάζετο Ησαύ, αλλά σημειώνομε ότι δεν αναφέρεται ότι ο Αβραάμ κατώκησε σε σκηνές με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ και τον Ησαύ ή με τον Ισαάκ και τον Ησαύ, ο οποίος ήταν ο μεγαλύτερος δίδυμος. Ο Ησαύ ο πρωτότοκος αφέθη έξω από αυτό το κεφάλαιο ενδέκατο της προς Εβραίους επιστολής με τη βραχεία του αφήγησι των κατορθωμάτων των ανθρώπων πίστεως προφανώς επειδή ο Ησαύ δεν ήταν άνθρωπος πίστεως. Τα γεγονότα δείχνουν ότι δεν ήταν.
19, 20. (α) Ποιες ενυμφεύθη ο Ησαύ, και πού επήγε; (β) Πώς οι απόγονοι του Ησαύ (ή Εδώμ) έδειξαν ότι δεν είχαν πίστι όπως ο προπάππος των Αβραάμ;
19 Αντί να νυμφευθή μέσα στην φοβούμενη τον Ιεχωβά οικογενειακή συγγένεια του πάππου του Αβραάμ, ο Ησαύ έκαμε τις διευθετήσεις του για γάμο σε ηλικία σαράντα ετών και έλαβε ως συζύγους δύο ειδωλολάτρισσες κόρες, δύο Χετταίες στη γη Χαναάν. (Γέν. 26:34) Πολλά έτη αργότερα, όμως, ο δίδυμος αδελφός του Ιακώβ εστάλη από τον πατέρα των Ισαάκ προς βορράν στη Συρία για να λάβη σύζυγο από την οικογενειακή συγγένεια του Αβραάμ. (Γέν. 28:1-8) Στη διάρκεια της απουσίας του Ιακώβ ο δίδυμος αδελφός του Ησαύ εγκατέλειψε τον πατέρα των Ισαάκ και κατώκησε «εις την γην Σηείρ, εις τον τόπον του Εδώμ».—Γέν. 28:8, 9· 32:3· 33:16.
20 Έπειτα από την επιστροφή του Ιακώβ στον πατέρα των Ισαάκ, ο Ησαύ οριστικά εγκατεστάθη στη γη Σηείρ, περιλαμβανομένου του ‘όρους Σηείρ’. (Γέν. 36:1-9) Ο Θεός είχε ήδη ειπεί στον Ιακώβ (ή Ισραήλ) ότι βασιλείς επρόκειτο να εξέλθουν από την οσφύν του· αλλά προτού αυτό συμβή ποτέ, οι απόγονοι του Ησαύ (ή Εδώμ) ώρισαν βασιλείς επάνω τους και οικοδόμησαν πόλεις ως μονίμους τόπους κατοικήσεως. Συνεπώς διαβάζομε: «Και ούτοι είναι οι βασιλείς οίτινες βασίλευσαν εν τη γη Εδώμ, πριν βασιλεύση βασιλεύς επί τους υιούς Ισραήλ. Και εβασίλευσεν εν Εδώμ Βελά, ο υιός του Βεώρ· το δε όνομα της πόλεως αυτού ήτο Δενναβά.» Άλλες βασιλικές πόλεις ήσαν η Αβίθ και η Παού. (Γέν. 36:31-39· 35:9-11) Ο Ησαύ δεν ήθελε να έχη μέρος στο να υποφέρη την εκπλήρωσι του λόγου του Θεού όσον αφορά το σπέρμα του Αβραάμ: «Το σπέρμα σου θέλει παροικήσει εν γη ουχί εαυτών, και θέλουσι δουλεύσει αυτούς, και θέλουσι καταθλίψει αυτούς, τετρακόσια έτη.» (Γέν. 15:13) Οι απόγονοι του Ησαύ δεν επιζητούσαν κάποια μέλλουσα πόλι από τον Θεό. Εγκατέλειψαν τις σκηνές για να κατοικούν σε πόλεις.
21. (α) Γιατί το Εβραίους 12:15-17 παρουσιάζει τον Ησαύ ως προειδοποιητικό παράδειγμα; (β) Γιατί το Εβραίους 11:9 μνημονεύει τον Ιακώβ αντί του Ησαύ;
21 Ο Ησαύ ο πρωτότοκος του Ισαάκ είχε περιφρονήσει τα πρωτοτόκιά του και τα επώλησε στον νεώτερο δίδυμο αδελφό του Ιακώβ. Δεν είχε πίστι. Δεν εκτιμούσε τα ιερά πράγματα όπως ήταν η Αβρααμιαία επαγγελία του Θεού. (Γέν. 25:29-34) Γι’ αυτό το λόγο η προς Εβραίους επιστολή 12:15-17 παρουσιάζει τον υλιστή Ησαύ ως προειδοποιητικό παράδειγμα, λέγοντας: «Παρατηρούντες μήπως υστερήταί τις [όπως ο Ησαύ] από της χάριτος του Θεού· “μήπως ρίζα τις πικρίας αναφύουσα φέρη ενόχλησιν,” και δια ταύτης μιανθώσι πολλοί· μήπως ήναί τις πόρνος ή βέβηλος καθώς ο Ησαύ, όστις δια μίαν βρώσιν επώλησε τα πρωτοτόκια αυτού· επειδή εξεύρετε ότι και μετέπειτα, θέλων να κληρονομήση την ευλογίαν, απεδοκιμάσθη· διότι δεν εύρε τόπον μετανοίας, αν και εξεζήτησεν αυτήν μετά δακρύων.» Συνεπώς, η προς Εβραίους επιστολή 11:9 είναι ακριβής αποκλείοντας τον Ησαύ και λέγοντας ότι ο Αβραάμ «παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως ξένην, κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της αυτής επαγγελίας.» Ο Ιακώβ άφησε τη Συρία αφού είχε αναθρέψει μια μεγάλη οικογένεια εκεί. Επέστρεψε στον πατέρα του Ισαάκ και έζησε σε στενή επαφή μαζί του ώσπου απέθανε ο Ισαάκ. Ακόμη και μετά απ’ αυτό ο Ιακώβ δεν έκτισε πόλι.—Γέν. 31:17, 18· 35:27-29.
22. Επί πόσα έτη ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ ζούσαν στη γη της επαγγελίας, και γιατί;
22 Επί ένα διάστημα 215 ετών (από το 1943 έως το 1728 π.Χ.) ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ εξακολούθησαν να μένουν σε σκηνές στην «γην της επαγγελίας» σαν σε ξένη γη, ως πάροικοι. Γιατί το έκαμαν αυτό; Επειδή απέβλεπαν στο να θεμελιώση και οικοδομήση ο Θεός μια μόνιμη πόλι γι’ αυτούς, μια ουράνια κυβέρνησι υπό την οποία θα ζούσαν. «Διότι», λέγει η προς Εβραίους επιστολή για τον Αβραάμ, «περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός.»
23. Επί πόσον καιρό ο καθένας έζησε σε σκηνές σαν σε ξένη γη, και επειδή έζησαν εκεί σε σκηνές επί τόσον καιρό, μήπως επραγματοποιήθη η επαγγελία του Θεού γι’ αυτούς;
23 Προσωπικώς ο Αβραάμ έμεινε σε σκηνές 100 χρόνια ως πάροικος στη γη Χαναάν. Ο Ισαάκ έμεινε σε σκηνές εκεί 180 χρόνια, και ο Ιακώβ έμεινε σε σκηνές 110 χρόνια ώσπου εκλήθη στην Αίγυπτο από τον γυιό του Ιωσήφ, τον πρωθυπουργό της Αιγύπτου. Ο Αβραάμ είχε ζήσει στην τότε εξαιρετικά πολιτισμένη πόλι της Ουρ των Χαλδαίων με όλες τις ανέσεις της και την κατασταλαγμένη ζωή. Δεν εχρειάζετο να ζη ως νομάς σε ξένη χώρα, μετακινούμενος από τόπο σε τόπο και ζώντας κάτω από σκηνές. Γιατί ο Ιακώβ άφησε την πόλι Χαράν στη Συρία και επέστρεψε σ’ αυτή τη ζωή με τον πατέρα του Ισαάκ στην ειδωλολατρική χώρα Χαναάν; Γιατί ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ δεν ατένιζαν υλιστικά τη ζωή και δεν εσκέπτοντο όλες τις ανέσεις και τις ευκαιρίες της εξευγενισμένης πόλεως Ουρ των Χαλδαίων και δεν παρητούντο από την τραχεία ζωή των σκηνών σε μια ξένη χώρα για να επιστρέψουν σ’ αυτή τη γήινη πόλι; Άσχετα με το πόσον καιρό έζησαν σε σκηνές στη γη Χαναάν, δεν επραγματοποιήθη σ’ αυτούς η επαγγελία του Θεού να τους δώση αυτή τη γη. Γιατί, ναι γιατί ετήρησαν την κλήσι του Θεού προς τον Αβραάμ και τέλος πέθαναν, ο καθένας σε μια ξένη χώρα; Η προς Εβραίους επιστολή 11:13-16 μας λέγει γιατί:
24. Ποια ήταν η αιτία για την οποία δεν άφησαν τη Χαναάν για να επιστρέψουν στην Ουρ, όπως λέγει η προς Εβραίους επιστολή 11:13-16;
24 «Εν πίστει απέθανον ούτοι πάντες, μη λαβόντες τας επαγγελίας, αλλά μακρόθεν ιδόντες αυτάς, και πεισθέντες, και εγκολπωθέντες, και ομολογήσαντες ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης. Διότι οι λέγοντες τοιαύτα, δεικνύουσιν ότι ζητούσι πατρίδα. Και εάν μεν ενεθυμούντο εκείνην εξ ης εξήλθον, ήθελον ευρεί καιρόν να επιστρέψωσι. Τώρα όμως επιθυμούσι καλητέραν, τουτέστιν επουράνιον δια τούτο ο Θεός δεν επαισχύνεται αυτούς, να λέγηται Θεός αυτών· διότι ητοίμασε δι’ αυτούς πόλιν.»
25. (α) Τι θα «σήμαινε αν είχαν επιστρέψει στην Ουρ; (β) Ποια είναι πραγματικά η «πόλις» στην οποίαν απέβλεπαν, και πώς τώρα θα έλθουν σε επαφή μ’ αυτήν;
25 Τι θα εγίνετο αν είχαν επιστρέψει και γίνει μέρος πάλι της Χαλδαϊκής πόλεως Ουρ; Θα είχαν αποστερηθή τις επαγγελίες του Ιεχωβά γι’ αυτούς. Αυτό θα εσήμαινε εγκατάλειψι της σχέσεώς των μαζί του, και αυτό θα εσήμαινε την καταστροφή των ψυχών των. Η πίστις των τους εκράτησε μακριά από την Ουρ και ευπειθείς στην κλήσι και καθοδηγία του Ιεχωβά γι’ αυτούς. Εκύτταζαν προς τα εμπρός, όχι προς τα πίσω. Απέβλεπαν σ’ έναν τόπο καλύτερον από τη γήινη πόλι Ουρ. Επιζητούσαν μια πόλι που ν’ ανήκη στον ουρανό, μια ουράνια κυβέρνησι, τη βασιλεία του Θεού μέσω του Μεσσιανικού Σπέρματος της «γυναικός» Του. Τι είναι η Ουρ των Χαλδαίων σήμερα; Απλώς μια μάζα ερειπίων που ανεσκάφησαν από αρχαιολόγους πριν από λίγο καιρό. Αλλά τι θα πούμε για τη βασιλεία του Θεού, την ουράνια πόλι που ετοιμάσθη για τον Αβραάμ, για τον Ισαάκ και για τον Ιακώβ; Είναι εν δυνάμει στους ουρανούς από το 1914 μ.Χ. Σύντομα, αφού θα καταστρέψη αυτό το παλαιό κοσμικό σύστημα πραγμάτων και θα λάβη τον απόλυτο έλεγχο όλης της γης, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ θ’ αναστηθούν εκ νεκρών και θα ζήσουν κάτω απ’ αυτή την ουράνια κυβέρνησι, διότι ο Θεός δεν τους επαισχύνεται.—Λουκ. 20:37, 38.
ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ ΕΙΜΕΘΑ ΕΜΕΙΣ;
26. Σε σύγκρισι με τους προηγουμένους αρχαίους άνδρες, ποιες ερωτήσεις θέτομε στον εαυτό μας, και γιατί επιθυμούμε το Εβραίους 10:38, 39 να απαντήση για μας;
26 Τι είδους άτομα είμεθα εμείς σήμερα; Αν είμεθα Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, είμεθα μήπως άτομα όμοια με τον βέβηλον Ησαύ (Εδώμ); Μη γένοιτο! Είμεθα, λοιπόν, άτομα όμοια με τους Εβραίους εκείνους μάρτυρας του Ιεχωβά, τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, που ποτέ δεν εστράφησαν προς τα πίσω; Αν είμεθα, τότε, αφού εφθάσαμε έως εδώ αφότου για πρώτη φορά επιστέψαμε, αδιάφορο πότε στο παρελθόν μπορεί να έγινε αυτό, δεν θα επιστρέψωμε τώρα σ’ αυτόν τον παλαιό κόσμο του υλισμού και της ψευδούς θρησκείας. Ας μιλή και για μας επίσης η προς Εβραίους επιστολή 10:38, 39 όταν βεβαιώνη: «“Ο δε δίκαιος θέλει ζήσει εκ πίστεως.” και “εάν τις συρθή οπίσω, η ψυχή μου δεν ευαρεστείται εις αυτόν.” Ημείς όμως δεν είμεθα εκ των συρομένων οπίσω προς απώλειαν, αλλ’ εκ των πιστευόντων προς σωτηρίαν της ψυχής.»
27. Σε τι, επομένως, είναι το ενδιαφέρον μας, και τι θα εσήμαινε για μας το να συρθούμε πίσω;
27 Το ενδιαφέρον μας είναι σε ό,τι ευαρεστείται η ψυχή του Θεού σε μας. Επιθυμούμε να έχωμε μια δίκαιη στάσι ενώπιον του και ν’ αποδειχθούμε άξιοι να ζούμε λόγω της πίστεώς μας. Η πίστις δεν μας επιτρέπει να συρθούμε οπίσω ή να ‘υποσταλούμε’. Υποστολή ενός ατόμου νοείται ότι είναι μια ενστικτώδης οπισθοχώρησις μπροστά σε κάτι που είναι οδυνηρό ή δυσάρεστο, έτσι ώστε να το αποφύγη. Η υποστολή οφείλεται σε φόβο. Η λέξις υποστείληται του κειμένου της προς Εβραίους επιστολής 10:38, 39, που αποδίδεται «συρθή οπίσω», χρησιμοποιείται από αρχαίους Έλληνας συγγραφείς για την απόδοσι της εννοίας του φόβου, της υποχωρήσεως, της αποκρύψεως λόγω φόβου.b Για μας το να συρθούμε πίσω θα ωδηγούσε σε καταστροφή της ψυχής μας για πάντα.—Ματθ. 10:28.
28, 29. (α) Πού έγκειται ο κίνδυνος της υποχωρήσεως, και πώς μπορεί αυτή να έχη το ξεκίνημα της; (β) Τι λέγει η προς Εβραίους επιστολή 5:11 έως 6:3 σ’ εκείνους που το πράττουν αυτό;
28 Η υποχώρησις μπορεί να είναι σαν μικρή συστολή, που παράγει ένα ζάρωμα. Σ’ αυτό ακριβώς το γεγονός έγκειται ο κίνδυνος για μας, επειδή δύσκολα σημειώνομε το ξεκίνημά μας προς την αιώνια καταστροφή της ψυχής μας. Η υποχώρησις ή υποστολή μας μπορεί να είναι υπό την μορφή αρνήσεως να κάμωμε πρόοδο επειδή απαιτείται προσπάθεια από μέρους μας. Είναι όπως στην περίπτωσι ενός παιδιού που δεν θέλει να αναπτυχθή και να επωμισθή ευθύνες, αλλά θέλει να παραμένη αμέριμνο παιδί με άλλους υποχρεωμένους να φέρουν την ευθύνη γι’ αυτό. Παραδείγματος χάριν, γιατί ο συγγραφεύς της προς Εβραίους επιστολής χρειάσθηκε να εκταθή τόσο εξηγώντας πράγματα που ήσαν περισσότερο προχωρημένα, περισσότερο περιπεπλεγμένα παρά Γραφικές διδασκαλίες όπως η μετάνοια από την αμαρτία, η πίστις στον Θεό, οι βαπτισμοί, η επίθεσις των χειρών στους εκλεκτούς, η ανάστασις, η αιώνια κρίσις από τον Θεό; Αυτό έγινε επειδή οι Εβραίοι εκείνοι Χριστιανοί ήθελαν να μένουν πνευματικά νήπια ικανά να τρέφωνται μόνο με δογματικό γάλα, τόσο νωθρά στην ακοή ώστε να μην εννοούν εκείνο που ελέγετο ή εδιδάσκετο. Έτσι η προς Εβραίους επιστολή 5:11 έως 6:3 τους λέγει:
29 «Πολλά έχομεν να είπωμεν, και δυσερμήνευτα· διότι εγείνετε νωθροί τας ακοάς. Επειδή ενώ ως προς τον καιρόν έπρεπε να ήσθε διδάσκαλοι, πάλιν έχετε χρείαν του να σας διδάσκη τις τα αρχικά στοιχεία των λόγων του Θεού· και κατηντήσατε να έχητε χρείαν γάλακτος, και ουχί στερεάς τροφής. Διότι πας ο μετέχων γάλακτος, είναι άπειρος του λόγου της δικαιοσύνης· επειδή είναι νήπιος. Των τελείων όμως είναι η στερεά τροφή, οίτινες δια την έξιν έχουσι τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εις το να διακρίνωσι το καλόν και το κακόν. Δια τούτο αφήσαντες την αρχικήν διδασκαλίαν του Χριστού, ας φερώμεθα προς την τελειότητα, χωρίς να βάλλωμεν εκ νέου θεμέλιον μετανοίας από νεκρών έργων, και πίστεως εις Θεόν, της διδαχής των βαπτισμών, και της επιθέσεως των χειρών, και της αναστάσεως των νεκρών, και της κρίσεως της αιωνίου. Και τούτο θέλομεν κάμει, εάν επιτρέπη ο Θεός.»
30. Πώς ο Θεός πράγματι μας επιτρέπει να ενεργήσωμε έτσι, και συνεπώς τι πρέπει να κάμουν τα πνευματικά νήπια;
30 Ο Θεός πράγματι μας επιτρέπει, στο βαθμό που μας αφήνει να εξακολουθούμε να ζούμε και δεν καταστρέφει αυτόν τον κόσμο. Αφού ο Θεός με έλεος το επιτρέπει, θα εξακολουθήσωμε άρα γε να «φερώμεθα προς την τελειότητα [ωριμότητα, ΜΝΚ]»; Θα επωφεληθούμε από τον περαιτέρω χρόνον για ν’ αναπτυχθούμε πνευματικώς και να γίνωμε ικανοί να διδάσκωμε άλλους, όχι μόνο την «αρχικήν διδασκαλίαν του Χριστού» ή τις ‘θεμελιώδεις’ δοξασίες, αλλά και τα «δυσερμήνευτα» πράγματα; Έχοντας υπ’ όψι το μήκος του χρόνου που εγνωρίσαμε την αλήθεια, αισχυνόμεθα μήπως ότι δεν γνωρίζομε ή κατανοούμε κάτι περισσότερο από το δογματικό «γάλα» της Γραφής ή ότι έως τώρα δεν έχομε «τα αισθητήρια γεγυμνασμένα» για να μπορούμε να είμεθα διδάσκαλοι άλλων, όχι μόνο στην εκκλησία, αλλά και στα σπίτια ενδιαφερομένων ανθρώπων που δεν ανήκουν ακόμη στην εκκλησία; Αν αισθανώμεθα ειλικρινώς τέτοια αισχύνη για το ότι δεν ανεπτύχθημεν ακόμη πνευματικώς, τότε με κάθε μέσον, εφ’ όσον ο Θεός πράγματι το επιτρέπει, ας κάμωμε κάτι σχετικώς, κάτι το θετικό. Το να ενεργήσωμε έτσι σημαίνει τη ζωή μας.
31, 32. (α) Τι θα σημαίνη θετική ενέργεια από μέρους των πνευματικών νηπίων; (β) Προειδοποιώντας μας για μια τέτοια κακή συνήθεια, τι μας λέγει το Εβραίους 10:23-27;
31 Η λήψις θετικής ενεργείας δεν θα γίνη βέβαια με περαιτέρω επιβράδυνσι της πνευματικής μας προόδου, ή με άμεση υποχώρησι ή υποστολή επειδή κάτι δύσκολο είναι μπροστά μας που απαιτεί σταθερότητα στην προσπάθεια και στην ενέργεια. Θετική ενέργεια θα σημαίνη κάτι περισσότερο από απλή προώθησι της προσωπικής μας μελέτης κατ’ ιδίαν. Θ’ απαιτήση, επίσης, παρακολούθησι των συναθροίσεων για μελέτη με την κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά, δίνοντας προσοχή σ’ αυτές. Αν χωρίς να υπάρχη ανάγκη λείπωμε από τις συναθροίσεις με τους συγχρόνους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά, αυτό θα είναι η αρχή της υποστολής μας. Το να επιμείνωμε σ’ αυτό, τελικά θα γίνη συνήθεια σ’ εμάς. Η προς Εβραίους επιστολή 10:23-27 μας λέγει να μην το κάμωμε αυτό. Μας αναφέρει την αιτία για την οποία δεν πρέπει να το κάμωμε αυτό. Λέγει:
32 «Ας φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα· μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινας, αλλά προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν. Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως, και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους.»
33. Αν εκουσίως λείπωμε από τις συναθροίσεις, τι κάνομε όσον αφορά το Εβραίους 2:1, και πώς μπορούμε να εμποδίσωμε την υποχώρησί μας;
33 Όταν λείπτωμε εκουσίως από τις συναθροίσεις, όπου δίδεται παρακίνησις σε αγάπη και καλά έργα, τι κάνομε; Κάνομε άρα γε ό,τι μας λέγει να κάνωμε η προς Εβραίους επιστολή 2:1, δηλαδή, να δίνωμε περισσότερη από τη συνήθη προσοχή, ή δίνομε ολιγότερη από τη συνήθη προσοχή στα όσα ακούσαμε από τον Υιόν του Θεού; Ασφαλώς ολιγότερη, όχι περισσότερη, έστω και αν κάνωμε πολλές οικιακές Γραφικές μελέτες εμείς οι ίδιοι. Για να εμποδίσωμε την υποχώρησί μας προς την καταστροφή, έχομε ανάγκη να δίνωμε προσοχή στον Υιόν του Θεού λόγω της υπερτέρας του σπουδαιότητος.
34. Για να τελειωθή η πίστις μας, σε ποιόν πρέπει ν’ αποβλέψωμε, και γιατί επομένως δεν μπορούν οι αρχαίοι Εβραίοι να έχουν την πίστι των τελειοποιημένη;
34 Αν επιθυμούμε να τελειωθή η πίστις μας για τη διαφύλαξι των ψυχών μας ζωντανών για πάντα, πραγματικά πρέπει να δώσωμε την οφειλόμενη προσοχή στον Υιόν του Θεού Ιησούν. Πρέπει ν’ αποβλέψωμε σ’ αυτόν ως τον «Τελειωτήν της πίστεώς» μας. Πριν από την έλευσί του πριν από δεκαεννέα αιώνες, οι αρχαίοι Εβραίοι είχαν πίστι στην έλευσι του Μεσσία και απέβλεπαν σ’ αυτήν. Αλλά η πίστις των όσον αφορά αυτόν ήταν πολύ ελλιπής από πολλές απόψεις επειδή δεν κατανοούσαν τις τότε ανεκπλήρωτες προφητείες γι’ αυτόν. Ακόμη και οι άγγελοι του ουρανού διηρωτώντο πώς θα εξεπληρώνοντο οι προφητείες αναφορικά με τον Μεσσία ή τον Χριστό. (1 Πέτρ. 1:10-12) Επομένως η πίστις των δεν ήταν ακόμη τελειοποιημένη.
35, 36. Με ποιου την έλευσι ήλθε πράγματι η πίστις, και πώς έγινε αυτό;
35 Εν τούτοις, όταν ο Ιησούς Χριστός ήλθε, εκήρυξε, απέθανε και ανεστήθη σε ουράνια ζωή και επέστρεψε στον Θεό τον Πατέρα του και εκάθησε στα δεξιά του Θεού στους ουρανούς, οι προφητείες που αφορούσαν αυτόν, οι οποίες δεν κατενοούντο έως τότε, εξεπληρώθησαν λεπτομερώς. Τότε η πίστις όσον αφορά τον Μεσσία ή Χριστό εγέμισε από ιστορικά γεγονότα. Έτσι με τον Χριστό ήλθε πραγματικά πίστις, δηλαδή, ορθή δοξασία γι’ αυτόν και τη σχέσι του με τον Θεό. Για τούτο στους Εβραίους, που ήσαν κάποτε υπό τον Μωσαϊκό νόμο, αλλά τώρα έγιναν Χριστιανοί, η προς Γαλάτας επιστολή 3:23-25 λέγει:
36 «Πριν δε ελθη η πίστις, εφρουρούμεθα υπό τον νόμον, συγκεκλεισμένοι εις την πίστιν ήτις έμελλε να αποκαλυφθή. Ώστε ο νόμος έγεινε παιδαγωγός ημών εις τον Χριστόν, δια να δικαιωθώμεν εκ πίστεως· αφού όμως ήλθεν η πίστις, δεν είμεθα πλέον υπό παιδαγωγόν [τον Μωσαϊκόν νόμον].»
37. Τι, επομένως, ήταν ο Ιησούς όσον αφορά την πίστι μας, και έτσι τι άρχισε πράγματι μ’ αυτόν;
37 Λόγω του γεγονότος αυτού ο Ιησούς είναι πράγματι ο Αρχηγός, ο Σκαπανεύς, ο Κύριος Αίτιος της πίστεώς μας. Ως τοιούτος, ανέλαβε να πράξη το θέλημα του Θεού και να φέρη σε εκπλήρωσι τις Μεσσιανικές προφητείες και έτσι να διευκρινίση για μας την πίστι μας στις Βιβλικές εκείνες προφητείες. Ορθή πίστις ή πεποίθησις άρχισε με τον Ιησού Χριστό—πριν από δεκαεννέα αιώνες.
38. Πώς ο Ιησούς, από τότε, τελειοποιούσε την πίστι των ακολούθων του;
38 Ως την εορτάσιμη ημέρα της Πεντηκοστής, πενήντα ημέρες μετά την ανάστασί του, στο έτος 33 μ.Χ., όταν εξέχυσε άγιο πνεύμα από τα δεξιά του Θεού, από τον ουρανό, επάνω στους Εβραίους μαθητάς στην Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς ειργάσθη για την τελείωσι της πίστεως των σ’ αυτόν. Όταν, στο έτος 36, εξέχυσε άγιο πνεύμα επάνω στους πρώτους μη Εβραίους απεριτμήτους πιστούς, έφερε περισσότερο ακόμη σε τελειότητα την πίστι των όσον αφορά αυτόν. (Εβρ. 4:4) Εφ’ όσον επολιτεύετο από τον ουρανό με τους μαθητάς του στη γη ώσπου ο απόστολος Ιωάννης έγραψε το Ευαγγέλιο του και τις επιστολές και την προς αυτόν Αποκάλυψι, ο Ιησούς έφερνε την πίστι των σε τελειότητα, σε επαρκή βαθμό για να σωθούν. Τώρα με ό,τι έκανε στη διάρκεια των ενενήντα περίπου ετών του παρελθόντος για να εκπληρώση την προφητεία για τους μαθητάς του στη γη, τελειοποιούσε την πίστι μας για ν’ ανταποκριθούμε στις ανάγκες του καιρού μας, για την αιώνια σωτηρία μας.
ΑΓΩΝ!
39. Ποιο είναι, λοιπόν, το ζωτικό πράγμα που πρέπει να κάμωμε, και σε αρμονία με αυτό, τι μας λέγει να κάμωμε το Εβραίους 12:1-4;
39 Το ζωτικό, λοιπόν, πράγμα που πρέπει να κάμωμε είναι να μη συρθούμε πίσω ούτε ακόμη να κυττάξωμε πίσω. Το σωτήριο πράγμα που πρέπει να κάμωμε είναι να κυττάζωμε μπροστά και ν’ αγωνιζώμεθα! «Λοιπόν και ημείς», μας λέγει η προς Εβραίους επιστολή 12:1-4, «περικυκλωμένοι όντες υπό τοσούτου νέφους μαρτύρων, ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα· αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως, όστις υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν, υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην, και εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου του Θεού. Διότι συλλογίσθητε τον υπομείναντα υπό των αμαρτωλών τοιαυτήν αντιλογίαν εις εαυτόν, δια να μη αποκάμητε χαυνούμενοι κατά τας ψυχάς σας. Δεν αντεστάθητε έτι μέχρις αίματος, αγωνιζόμενοι κατά της αμαρτίας [της ελλείψεως πίστεως].» Όχι, δεν εχύσατε ακόμη το αίμα της ζωής σας ως πιστοί μάρτυρες του Ιεχωβά.
40. Ποιον αρχαίο Εβραίο μεταξύ εκείνων των προ-Χριστιανικών μαρτύρων πρέπει να θυμηθούμε, και γιατί;
40 Ανάμεσα σ’ αυτό το «τοσούτον νέφος» προ-Χριστιανικών μαρτύρων, που λόγω της πίστεώς των ευηρέστησαν τον Θεό, θυμηθήτε τον πιστόν πατριάρχην Αβραάμ. Δεν εγκατεστάθη σε κάποια πόλι ούτε οικοδόμησε μια πόλι ως μόνιμη κατοικία σ’ αυτό το παλαιό σύστημα πραγμάτων. Απέβλεπε στην πόλι που έχει τα θεμέλια της μονιμότητας, την πόλι που επρόκειτο να οικοδομηθή και δημιουργηθή από τον Θεό. Συνεπώς, εξακολούθησε να ζη εδώ κι εκεί σε σκηνές, μη ταυτισμένος με καμμιά επίγεια πόλι.—Εβρ. 11:9, 10, 15, 16.
41. Τι θα πούμε για τον Ιησού από αυτή την άποψι, και τι είμεθα αποφασισμένοι να πράξωμε σύμφωνα με το Εβραίους 13:12-15;
41 Ούτε και ο Υιός του Θεού έκαμε κάποια πόλι μόνιμη πόλι του, ούτε ακόμη την τότε επίγεια Ιερουσαλήμ με τον ναό της και το θυσιαστήριο της. Καθώς αποβλέπομε σ’ αυτόν, η απόφασίς μας για ό,τι πρόκειται να κάμωμε ας βρεθή καθώς εκτίθεται στην προς Εβραίους επιστολή 13:12-15: «Όθεν και ο Ιησούς, δια να αγιάση τον λαόν δια του ιδίου αυτού αίματος, έξω της πύλης έπαθεν. Ας εξερχώμεθα λοιπόν προς αυτόν έξω του στρατοπέδου, τον ονειδισμόν αυτού φέροντες. Διότι δεν έχομεν εδώ πόλιν διαμένουσαν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν. Δι’ αυτού λοιπόν ας αναφέρωμεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού.»
42. Επειδή πλησιάζομε, τι πρέπει να κάμωμε πολύ περισσότερο τώρα;
42 Πολύ περισσότερο ας το πράξωρε αυτό τώρα. Εκείνη η ‘μέλλουσα πόλις’, εκείνη η ‘διαμένουσα πόλις’ είναι πλησίον! Είναι η βασιλεία του Θεού, η ουράνια Ιερουσαλήμ, που ιδρύθη στο έτος 1914 στο τέλος των Καιρών των Εθνών. Πιο αληθινά για μας σήμερα είναι, επομένως, τα λόγια που εγράφησαν πριν από δεκαεννέα αιώνες: «Προσήλθετε εις όρος Σιών, και εις πόλιν Θεού ζώντος, την επουράνιον Ιερουσαλήμ, και εις μυριάδας αγγέλων, εις πανήγυριν και εκκλησίαν πρωτοτόκων καταγεγραμμένων εν τοις ουρανοίς, και εις Θεόν κριτήν πάντων, και . . . εις νέας διαθήκης μεσίτην Ιησούν, και εις αίμα καθαρισμού, το οποίον λαλεί καλήτερα παρά το του Άβελ.» (Εβρ. 12:22-24) Αυτή η ουράνια βασιλεία στην οποίαν επλησιάσαμε είναι ‘βασιλεία ασάλευτος’, θα παραμείνη μέσα από όλον αυτόν τον «καιρόν του τέλους» του κόσμου τούτου, όταν ο Ιεχωβά Θεός θα σείη τον ουρανό και τη γη για να μετακινήση αυτή την παλαιά άπιστη τάξι πραγμάτων.—Εβρ. 12:26-28.
43. Πώς μπορούμε τώρα να δώσωμε περισσότερη από τη συνήθη προσοχή στον Υιόν του Θεού όσον αφορά το Ματθαίος 24:14;
43 Σε εκπλήρωσι της προφητείας του Ιησού, τα αγαθά νέα αυτής της εγκαθιδρυμένης βασιλείας κηρύττονται σε όλη την οικουμένη ως μαρτυρία σε όλα τα έθνη προτού αυτά γίνουν συντρίμματα και μετατοπισθούν για πάντα. (Ματθ. 24:14· Μάρκ. 13:10) Σ’ αυτή την προφητεία, που ελαλήθη από τον Υιόν του Θεού, ας δώσωμε περισσότερη από τη συνήθη προσοχή λαμβάνοντας τόσο πλήρες και άμεσο μέρος σ’ αυτήν, όσο πιθανώς μπορούμε. Κάμετέ το αυτό με πίστι. Κηρύττετε!
44. Ποια ιδιότητα είναι ειδικώς καιρός να έχωμε σήμερα, και με ποιο αιώνιο καλό αποτέλεσμα;
44 Από όλους τους καιρούς, αυτός είναι ο καιρός για να έχωμε πίστι, να ωριμάσωμε την πίστι μας αυξάνοντας τη γνώσι μας και την κατανόησί μας, και ν’ αποδείξωμε την πίστι μας διδάσκοντάς την στους άλλους. Η πίστις μας τελειοποιούμενη δεν θα μας αφήση ποτέ να συρθούμε πίσω σε αιώνια συμφορά, στην καταστροφή των ψυχών μας. Η πίστις μας σε τελειότητα θα οδήγηση στη διαφύλαξι από τον Θεό των ψυχών μας ζωντανών για πάντα. Πού; Στη νέα τάξι πραγμάτων, με τους «νέους ουρανούς» της και με την ‘μέλλουσαν οικουμένην’ της υποτεταγμένην, όχι σε απλούς αγγέλους, αλλά στον ύπατον Υιόν του Θεού, στον Ιησού Χριστό, τον Αρχηγόν και Τελειωτήν της πίστεώς μας.
[Υποσημειώσεις]
a Σύμφωνα με το Ένα Ελληνο-Αγγλικόν Λεξικόν υπό Λίντελλ και Σκοττ, σε μια νέα έκδοσι αναθεωρημένη και επηυξημένη, σε δύο τόμους, ανατύπωσις 1948.
b Βλέπε σελίδα 644β του συγγράμματος Εληνικόν και Αγγλικόν Λεξικόν της Νέας Διαθήκης, υπό Τζων Πάρκχορστ, Μ. Α., Λονδίνον έκδοσις του 1845.