Σε Ποιο Θεμέλιο Οικοδομείται η Αληθινή Εκκλησία;
Ό,τι λέγουν οι Γραφές θα εκπλήξη πολλούς. Η απάντησις είναι ζωτική για σας.
ΙΕΡΕΙΣ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αγαπούν να τονίζουν το Ματθαίος 16:18, όταν εγείρωνται ερωτήματα για τον προσδιορισμό της ταυτότητος της αληθινής εκκλησίας. Το εδάφιο αυτό απλώς λέγει: «Συ είσαι Πέτρος, και επί ταύτης της πέτρας θέλω οικοδομήσει την εκκλησίαν μου· και πύλαι άδου δεν θέλουσιν ισχύσει κατ’ αυτής.» Από αυτά τα λίγα λόγια του Ιησού, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία συνεπέρανε ότι εκεί ο Ιησούς έκαμε τον Πέτρο τον θεμέλιο λίθο, επάνω στον οποίον οικοδομείται η εκκλησία του Θεού και του Χριστού, ότι ο Πέτρος έγινε ο πρώτος πάπας και διάδοχος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, και ότι εκεί η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είχε την αρχή της και έτσι έγινε η πρώτη εκκλησία και η μόνη αληθινή εκκλησία.
Ο καρδινάλιος Γκίμπονς στο βιβλίο του Η Πίστις των Πατέρων Μας, σελίδα 100, κάνει την εξής δήλωσι: «Ο Ιησούς, ο Κύριος μας, ίδρυσε μόνο μία Εκκλησία, την οποίαν ευηρεστήθη να οικοδομήση επάνω στον Πέτρο. Για τούτο, οποιαδήποτε εκκλησία που δεν αναγνωρίζει τον Πέτρο ως θεμέλιο λίθο της δεν είναι η Εκκλησία του Χριστού, και συνεπώς δεν μπορεί να σταθή, διότι δεν είναι έργον Θεού. Αυτό είναι σαφές.» Τα Καθολικά Σχόλια Επάνω στην Αγία Γραφή, που εξεδόθησαν από τον οίκον Τόμας Νέλσον και Υιοί, το 1953, λέγουν: «Με αυτή την αποκάλυψι ο Πατήρ ξεχώρισε τον Πέτρο ως το φυσικό θεμέλιο για την κοινωνία του Υιού του.»
Αλλά εννοούσε μήπως αυτό ο Ιησούς με τα λόγια «επί ταύτης της πέτρας θέλω οικοδομήσει την εκκλησίαν μου»; Ανεφέρετο στον Πέτρο όταν μίλησε αυτά τα λόγια; Επρόκειτο ο Πέτρος να είναι επικεφαλής της εκκλησίας του Θεού;
Εν πρώτοις, σημειώστε ότι η αρχική Ελληνική λέξις «εκκλησία», που βρίσκεται στο κατά Ματθαίον 16:18, δεν αναφέρεται σε κατά γράμμα κτίριο από πέτρα. Η Γραφή μάς λέγει ότι ο Θεός «δεν κατοικεί εν χειροποιήτοις ναοίς.» (Πράξ. 17:24) Η λέξις εκκλησία αναφέρεται σε μια συνάθροισι ή σύναξι λαού και όχι σ’ ένα οικοδόμημα από ξύλο ή λίθο φτιαγμένο από χέρια ανθρώπου. Τα Καθολικά Σχόλια Επάνω στην Αγία Γραφή, σελίδα 881, σχολιάζουν ως εξής: «Η ‘εκκλησία’ (η συνήθης απόδοσις από τη μετάφρασι των Εβδομήκοντα του Εβραϊκού γκαάλ, δηλαδή, θρησκευτική σύναξις, συναγωγή) είναι η νέα κοινωνία των πιστών του Χριστού που ανταποκρίνονται και υποσκελίζουν το γκαάλ της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Σίμων πρόκειται να είναι η τελική αυθεντία αυτής της κοινωνίας επάνω στη γη.»
Από αυτή την Καθολική αυθεντία συνάγεται προφανώς ότι ο Θεός είχε μια εκκλησία ή σύναξι ή συναγωγή πολύ πριν από τον καιρό του Χριστού. Η σύναξις αυτή ήταν το Ιουδαϊκό έθνος. Ο μάρτυς Στέφανος ανεφέρθη στο έθνος Ισραήλ στην έρημο ως «εκκλησίαν» ή σύναξιν του Θεού. Ούτε η λέξις αυτή εφαρμόζεται αυστηρώς σε θρησκευτικές συνάξεις. Μπορεί να εφαρμοσθή σε οποιαδήποτε σύναξι δεόντως συγκεκλημένη. Ο Λουκάς, μιλώντας για τον όχλο που συναθροίσθηκε στην Έφεσο διαμαρτυρόμενος για το κήρυγμα του Παύλου, αναφέρεται σ’ αυτήν ως μη τακτική εκκλησία ή σύναξι. (Πράξ. 7:38· 19:29-41, Κείμενον) Στην προς Ρωμαίους επιστολή 16:5 ο Παύλος λέγει: «Ασπάσθητε και την κατ’ οίκον αυτών εκκλησίαν.» Πάλι στην 1 Κορινθίους 16:19 γράφει: «Σας ασπάζονται αι εκκλησίαι της Ασίας.» Θα ήταν γελοίο να συμπεράνωμε ότι ο Παύλος μιλούσε για ασπασμό ενός κτιρίου που ήταν μέσα σε άλλο κτίριο, ή έλεγε ότι μερικά θρησκευτικά οικοδομήματα ησπάζοντο εκείνα της Κορίνθου. Αναμφισβήτητα ο Παύλος μιλεί για συναθροίσεις Χριστιανών, μια συνέλευσι ή σύναξι ανθρώπων.
Τώρα, αν έχωμε αυτά υπ’ όψι, για ποιόν μιλούσε ο Ιησούς όταν είπε: «Επί ταύτης της πέτρας θέλω οικοδομήσει την εκκλησίαν μου»; Σημειώστε προσεκτικά, ο Ιησούς δεν λέγει «την εκκλησίαν του Πέτρου» ή «την εκκλησίαν του Παύλου», αλλά «την εκκλησίαν μου.» Ο Ιησούς μιλεί εδώ για τους στενούς ακολούθους του. Τα Καθολικά Σχόλια καθιστούν σαφές αυτό το σημείο, όταν αναφέρωνται σ’ αυτούς ως την «νέα κοινωνία των πιστών του Χριστού.» Αυτούς τους πιστούς, που ακολουθούν τα ίχνη του, ο Ιησούς τους ονομάζει σώμα του, νύμφην του, σύναξί του ή εκκλησία του, και έχει ετοιμάσει τόπο γι’ αυτούς μαζί του στον ουρανό. Η Αποκάλυψις ορίζει τον αριθμό τους ως 144.000.—Ματθ. 16:18· 1 Κορ. 12:12-28· Εφεσ. 1:22, 23· Αποκάλ. 14:1, 3.
Η ΠΕΤΡΑ
Ποια είναι η πέτρα ή το θεμέλιο, επάνω στο οποίο οικοδομείται η Χριστιανική εκκλησία; Όπως παρετηρήσαμε προηγουμένως, οι Ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι λέγουν ότι το θεμέλιο είναι ο απόστολος Πέτρος. Έτσι η Καθολική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμος ΧΙ, σελίδα 746, λέγει: «Με τη λέξι ‘πέτρα’ ο Σωτήρ δεν μπορούσε να εννοή τον Εαυτό του, αλλά μόνο τον Πέτρο.» Είναι ορθό το συμπέρασμα των Καθολικών αυτών θεολόγων;
Οι σπουδασταί της Βίβλου θα παρατηρήσουν ότι ο Ιεχωβά ο Παντοδύναμος Θεός συχνά αναφέρεται στις Γραφές ως «ο Βράχος», επειδή είναι το αιώνιο θεμέλιο της αγίας παγκοσμίου οργανώσεως του. Στο Δευτερονόμιο 32:3, 4 διαβάζομε: «Απόδοτε μεγαλωσύνην εις τον Θεόν ημών. Αυτός είναι ο Βράχος, τα έργα αυτού είναι τέλεια.» Ιεχωβά ο Θεός ο Παντοκράτωρ είναι ένα θεμέλιο που δεν μπορεί ποτέ να σαλευθή. Η μητέρα του Σαμουήλ Άννα σε προσευχή είπε: «Δεν υπάρχει . . . βράχος καθώς ο Θεός ημών.»—1 Σαμ. 2:2.
Ο Ιησούς Χριστός προσδιορίζεται, επίσης, στις Γραφές ως λίθος. Πράγματι, ο Ιησούς προσδιορίζει τον εαυτό του ως τον λίθον ή «κεφαλήν γωνίας» που απέρριψαν οι οικοδόμοι. (Ματθ. 21:42) Στα γραφόμενά του ο απόστολος Πέτρος πιστοποιεί το γεγονός αυτό, λέγοντας: «Εις τον οποίον προσερχόμενοι, ως εις λίθον ζώντα, υπό μεν των ανθρώπων αποδεδοκιμασμένον, παρά δε τω Θεώ εκλεκτόν έντιμον, και σεις, ως λίθοι ζώντες, οικοδομείσθε οίκος πνευματικός, ιεράτευμα άγιον, δια να προσφέρητε πνευματικάς θυσίας, ευπροσδέκτους εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού. Δια τούτο και περιέχεται εν τη γραφή, “Ιδού, θέτω εν Σιών λίθον ακρογωνιαίον, εκλεκτόν, έντιμον και ο πιστεύων επ’ αυτόν δεν θέλει καταισχυνθή.” Εις εσάς λοιπόν τους πιστεύοντας είναι η τιμή· εις δε τους απειθούντας, “ο λίθος τον οποίον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες, ούτος έγεινε κεφαλή γωνίας,” και “λίθος προσκόμματος, και πέτρα σκανδάλου”.» (1 Πέτρ. 2:4-8) Έτσι λίθοι ή πέτρες χρησιμοποιούνται με μια εικονική έννοια, παριστάνοντας πιστά μέλη, ως άτομα, που γίνονται μέρος της Χριστιανικής εκκλησίας, οικοδομημένα στον θεμέλιον ακρογωνιαίον λίθον Ιησούν Χριστόν.
Σημειώστε πώς η άποψις αυτή υποστηρίζεται επίσης από τον απόστολο Παύλο. Αυτός γράφει: Οι Ισραηλίται «προσέκοψαν εις τον λίθον του προσκόμματος· καθώς είναι γεγραμμένον, “Ιδού, θέτω εν Σιών λίθον προσκόμματος, και πέτραν σκανδάλου, και πας ο πιστεύων επ’ αυτόν δεν θέλει καταισχυνθή”.» (Ρωμ. 9:32, 33) Τώρα σε ποιόν προσέκοψε ο αρχαίος Ισραήλ; Στον Πέτρο ή στον Ιησού Χριστό; Ο Παύλος δείχνει ότι ο λίθος του προσκόμματος και ο θεμέλιος είναι ο Ιησούς Χριστός και όχι ο Πέτρος.—1 Κορ. 10:4.
Περαιτέρω, όταν ο Παύλος μνημονεύη «αποστόλους και προφήτας», στους οποίους ασφαλώς θα περιελαμβάνετο ο Πέτρος, αναφέρει, ωστόσο, τον Χριστόν ως ‘άκρογωνιαίον λίθον’. (Εφεσ. 2:20) Γιατί αυτό αν ο Πέτρος ήταν επί κεφαλής της εκκλησίας; Πάλι, στην Αποκάλυψι 21:14, και οι δώδεκα απόστολοι του Χριστού προσδιορίζονται ως δώδεκα θεμέλιοι λίθοι. Ο Πέτρος δεν τίθεται χωριστά. Αλλ’ αναφέρεται ότι αυτοί οι δώδεκα απόστολοι είναι του «Αρνίου», το οποίον είναι ο κύριος θεμέλιος και πολύτιμος ακρογωνιαίος λίθος.
ΤΟ ΜΕΓΑ ΕΡΩΤΗΜΑ
Έχοντας τα προηγούμενα στο νου, άπεικονίστε τι έλαβε χώραν σ’ αυτή την περίστασι. Οι προφήται είχαν προείπει την έλευσι του Μεσσία ή Χριστού. Οι μαθηταί του Ιησού εγνώριζαν αυτές τις προφητείες. Στην περιφέρεια της Καισαρείας Φιλίππου ο Ιησούς τούς ερώτησε: «Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι ότι είμαι εγώ ο Υιός του ανθρώπου;» Αυτοί είπαν: «Άλλοι μεν Ιωάννην τον Βαπτιστήν άλλοι δε Ηλίαν και άλλοι Ιερεμίαν, ή ένα των Προφητών.» Τότε ο Ιησούς έθεσε άμεσα την ερώτησι σ’ αυτούς: «Αλλά σεις τίνα με λέγετε ότι είμαι;» Ο Πέτρος, με τη συνήθη ετοιμότητα, απήντησε: «Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος.»—Ματθ. 16:13-16.
Όταν ο Πέτρος διεκήρυξε τον Ιησούν ως τον «Χριστόν», ο Ιησούς αμέσως τον ωνόμασε «μακάριον», επειδή αυτή η γνώσις και πίστις δεν ήταν αποτέλεσμα φυσικής αγχινοίας, ή ανθρωπίνης εκπαιδεύσεως, αλλ’ αποκαλύψεως από τον Πατέρα. (Ματθ. 16:17) Άλλοι από τον Ισραήλ είχαν απολαύσει την ίδια εκπαίδευσι, αλλά δεν είχαν ακόμη φθάσει να πιστεύουν στον Ιησούν ως τον ‘Χριστόν, τον Υιόν του Θεού του ζώντος’. Ο Πέτρος είχε αποδεχθή εκείνο που είχε κάμει γνωστό ο Θεός. Η πίστις του και η γνώσις του ήσαν πνευματικής και σωστικής ποιότητος. Γι’ αυτό ο Ιησούς τον απεκάλεσε μακάριον.
Ο Πέτρος, όμως, τότε αγνοούσε σε μεγάλο βαθμό πολλές άλλες πνευματικές αλήθειες. Δεν κατανοούσε την ανάγκη να πεθάνη ο Χριστός για να καταβληθή ένα αντίλυτρον για εκείνους από το ανθρώπινο γένος που θα επίστευαν. (Ματθ. 16:21-23) Ο Πέτρος λίγο μόνο εγνώριζε την ίδια του καρδιά. Είχε μερικές εσφαλμένες προσδοκίες. Έκαμε κατόπιν μερικά χονδροειδή λάθη, ναι, ακόμη διέπραξε αμαρτίες και υπέστη επιπλήξεις και τιμωρίες. (Ματθ. 26:31-35· Πράξ. 1:6· Γαλ. 2:11-14) Είχε να υπομείνη πολλούς διωγμούς, αλλ’ απέθανε πιστός. Παρά τις δοκιμασίες του, ο Πέτρος ήταν «μακάριος», επειδή επίστευε ένθερμα στον Χριστό. Λόγω της πίστεως του αυτής, αιώνια ευτυχία ήταν ανοικτή σ’ αυτόν.
Η ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Αυτή η ομολογία του Πέτρου ότι ‘ο Ιησούς είναι ο Χριστός’ έδωσε στον Ιησού μια ευκαιρία, αναφορικά με το όνομα του Πέτρου, το οποίον αυτός είχε δώσει προηγουμένως στον απόστολο, να διακηρύξη ότι «επί της πέτρας ταύτης» θα οικοδομούσε την εκκλησία του.—Ιωάν. 1:42, 43.
Η δήλωσις ή ομολογία του Πέτρου περιέχει μια θεμελιώδη αλήθεια, την οποίαν όλοι όσοι επιθυμούν ζωή πρέπει να φθάσουν ν’ αναγνωρίσουν, δηλαδή, αυτήν: ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος. Κατ’ ουσίαν, λοιπόν, ο Ιησούς είπε στον Πέτρο: ‘Επάνω σ’ αυτόν τον οποίον ωμολόγησες, επάνω σ’ εμέ τον ίδιο ως πέτρα, θα οικοδομήσω την εκκλησία μου, τη σύναξί μου, τη συνάθροισί μου, από άτομα που είναι κοινωνοί αυτής της πολυτίμου πίστεως.’
Η έκφρασις «ταύτης της πέτρας» δεν αναφέρεται στον Πέτρο, αλλά εφαρμόζεται αποκλειστικά στον Χριστό, τον Κεχρισμένον του Θεού, τον οποίον ο Ιεχωβά έθεσε ως βέβαιο και αιώνιο θεμέλιο για την οργάνωσι της βασιλείας Του. Επάνω σ’ αυτό το θεμέλιο, δηλαδή, επάνω στον Ιησού Χριστό, η εκκλησία θα έστεκε τόσο ασφαλής ώστε καμμιά σκευωρία ή προσπάθεια, δαιμονική ή ανθρώπινη, δεν θα μπορούσε ποτέ να την ανατρέψη. Ούτε ακόμη η δύναμις του θανάτου δεν θα μπορούσε να καταστρέψη την ελπίδα εκείνων που πιστεύουν σ’ αυτό. Ολόκληρη η εκκλησία, οι 144.000, θα εγίνοντο υπερνικηταί μέσω αυτού που τους αγάπησε.
Για περαιτέρω απόδειξι ότι ο Ιησούς στην περίπτωσι αυτή εστερέωνε στη διάνοια των μαθητών του το ότι αυτός είναι ο Χριστός, σημειώστε τα λόγια του μετά τη συζήτησι αυτή: «Τότε παρήγγειλεν εις τους μαθητάς αυτού να μη είπωσι προς μηδένα, ότι αυτός είναι Ιησούς ο Χριστός.» (Ματθ. 16:20) Τελειώνοντας, λοιπόν, τη συζήτησι αυτή δεν κάνει μνεία του Πέτρου ούτε μιλεί για κάποια πρωτεία δοσμένα στον Πέτρο.
Όλη η Γραφική απόδειξις είναι τελειωτική ότι η οικοδόμησις της εκκλησίας επρόκειτο να γίνη, όχι επάνω στον απόστολο Πέτρο, αλλά επάνω στον Ιησού Χριστό, τον «θεμέλιον» ή «έντιμον ακρογωνιαίον λίθον.» Και ο Αυγουστίνος το παραδέχεται εξίσου. Στην Καθολική Βίβλο του Χαίιντοκ, αναφέρεται εν σχέσει με τον Αυγουστίνο, τον οποίον η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έκαμε «άγιον»: «Είναι αληθές ότι ο Άγ. Αυγουστίνος, σ’ ένα ή δύο μέρη, έτσι ερμηνεύει αυτά τα λόγια, και επί της πέτρας ταύτης (δηλ. επί του εαυτού μου) ή επί της πέτρας ταύτης, την οποίαν ο Πέτρος ωμολόγησε»—όχι επάνω στον Πέτρο τον ίδιο, αλλά επάνω στον Ιησού που ο Πέτρος ωμολόγησε ότι είναι ο Χριστός. Αυτό δείχνει ότι ο Αυγουστίνος το εννόησε ορθά. Ο Αρχιεπίσκοπος Κένρικ στο βιβλίο του Μέσα στη Σύνοδο του Βατικανού λέγει ότι η μεγάλη πλειονότης των «εκκλησιαστικών πατέρων» δεν εφήρμοσε το Ματθαίος 16:18 στον Πέτρο. Από ογδόντα πέντε ηγέτας μόνο δέκα επτά διακρατούσαν ότι ο Πέτρος ήταν η πέτρα επάνω στην οποίαν ο Χριστός οικοδόμησε την εκκλησία του, ενώ σαράντα τέσσερες διακρατούσαν ότι ήταν η αλήθεια που εξήγγειλε ο Πέτρος και δέκα έξη επίστευαν ότι η πέτρα ήταν ο Ιησούς ο ίδιος. Επομένως, η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, όχι μόνο διαφωνεί με τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος, όπως κατεδείχθη από τα λόγια του στην 1 Πέτρου 2:4-7, εδίδαξε ότι ο Χριστός είναι ο θεμέλιος λίθος, αλλά διαφωνεί επίσης και με τον άνθρωπο που ανεκήρυξε «άγιον» και τον σέβεται ως «Άγ. Αυγουστίνον» και με άλλους από τους «εκκλησιαστικούς» της «πατέρας».
Αν ο Πέτρος ήταν η κεφαλή της πρώτης εκκλησίας, τότε πρέπει να εύρωμε τους αποστόλους και άλλους ν’ αποδίδουν στον Πέτρο μια προεξέχουσα θέσι τέτοια που έχει σήμερα ο πάπας της Ρώμης. Αλλά δεν βρίσκομε να παρέχεται τέτοια τιμή στον Πέτρο ούτε από τους αποστόλους ούτε από τους άλλους μαθητάς. Ο Πέτρος δεν αναφέρει ποτέ τον εαυτό του ως πάπαν. Ούτε ο Παύλος ούτε άλλοι από τους Βιβλικούς συγγραφείς αναφέρονται σε κάποια πρωτεία του Πέτρου. Όταν οι απόστολοι και άλλοι πρεσβύτεροι συναθροίσθηκαν στην Ιερουσαλήμ για να εξετάσουν το ζήτημα της περιτομής, βρίσκομε ότι δεν ήταν ο Πέτρος, αλλά ο μαθητής Ιάκωβος, εκείνος που συνώψισε το ζήτημα. (Πράξ. 15:12-21) Ασφαλώς αν ο Πέτρος ήταν ο αρχηγός και στη θέσι του Χριστού, θα το έπραττε αυτός, Αλλά δεν το έπραξε.
Είναι σαφές ότι ο Πέτρος δεν ήταν η κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας. Αυτή δεν οικοδομείται επάνω σ’ αυτόν ως θεμέλιον ακρογωνιαίον λίθον της. Οικοδομείται επάνω στον Ιησού Χριστό τον ίδιο, τον αναμάρτητον Υιόν του Θεού.—Εβρ. 7:26.
Ούτε η πρώτη Χριστιανική εκκλησία ούτε οι πρώτοι «εκκλησιαστικοί πατέρες» διακρατούσαν ότι ο Πέτρος ήταν η πέτρα, επάνω στην οποίαν οικοδομείτο η εκκλησία. Διότι η πέτρα δεν είναι άλλος από τον Ιησού Χριστό τον ίδιο. Και ουαί σ’ αυτόν που αποπειράται καν να θέση άλλο θεμέλιο: «Διότι θεμέλιον άλλο ουδείς δύναται να θέση παρά το τεθέν, το οποίον είναι ο Ιησούς Χριστός.»—1 Κορ. 3:11.