Η Χρεωκοπία της Εκκλησίας όπως την Βλέπουν οι Ηγέται Της
ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ
«Η πιο επιβεβλημένη αποστολή της Εκκλησίας σήμερα», λέγει ο κληρικός Γ. Πάουλ Μούσελμαν στον Ταχυδρόμο της Εσπέρας του Σαββάτου, 18ης Νοεμβρίου 1961, «δεν είναι στις μακρινές, ελάχιστα πολιτισμένες γωνίες της υδρογείου. Το μεγαλύτερο έργον είναι ακριβώς στην καρδιά του αστικού πολιτισμού, στους υψηλούς πύργους και στις ασφαλτόστρωτες ζούγκλες των πόλεών μας. Εκεί ακριβώς απέτυχε η Εκκλησία. Πρόκειται για μια αποτυχία, που ομολογείται υπό τύπον σμικρυνομένων εκκλησιών και κλεισμένων εκκλησιαστικών κτιρίων—και μιας αυξανομένης αδυναμίας της Εκκλησίας να εισέλθη στη ζωή εκείνων οι οποίοι απελπιστικά έχουν ανάγκη από κάτι πνευματικό για να προσδώση νόημα στον υλιστικό μας πολιτισμό. . . . Στα περασμένα δεκαπέντε χρόνια περίπου η Πόλις της Νέας Υόρκης έχασε 300 και πλέον εκκλησίες, το Σικάγο 150, το Κλήβελαντ 72, και το Ντητρόιτ 63. . . . Οι εκκλησιαστικοί ηγέται παρατηρούν με νέο βλέμμα τα δαπανηρά εκκλησιαστικά κτίρια, στα οποία οι όμοιες με λέσχες εκκλησίες μερικές φορές αγνοούν τον έξω κόσμο και βραδέως περιπίπτουν σε θάνατο με τα πελώρια οικοδομήματα που δεν μπορούν πια να τα συντηρήσουν. . . . Πιθανώς ο Προτεσταντισμός έπρεπε να χάση λίγο περισσότερα καταστατικά σύμβολα προτού θυμηθή ότι ο προορισμός του δεν πρόκειται να είναι ένας θεματοφύλαξ ιδιοκτησίας αλλ’ ο δημιουργός ενός Χριστιανικού πολιτισμού.»
ΠΟΛΥ ΑΝΗΣΥΧΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟ ΑΞΙΟΣΕΒΑΣΤΟΝ
Ο κληρικός της Νέας Υόρκης Χάρολδ Α. Μπόσλεϋ είπε, όπως ανεγράφη στον Κήρυκα του Μαϊάμι, 19 Ιουλίου 1962: «Οι εκκλησίες του έθνους τόσο φοβούνται να πουν ό,τι είναι εσφαλμένο, ώστε απλώς δεν λέγουν τίποτα. Τόσο σεβαστοί είμεθα ώστε φοβούμεθα κι από τη σκιά μας. . . . Οι Αμερικανικές εκκλησίες συνήθιζαν να είναι οι ηθικοί θεματοφύλακες της κοινότητος και θα διεπληκτίζοντο με οποιονδήποτε, αλλά σήμερα δειλά εγκατέλειψαν αυτόν τον ρόλον.» Παράλληλα προς τούτο, ο Κύνθια Κλαρκ Βέντελ, αντιπρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Εκκλησιών, είπε, όπως αναφέρεται από τον Ταχυδρόμον του Χιούστον, 1ης Οκτωβρίου 1961: «Πάρα πολλές εκκλησίες αντανακλούν μια εικόνα συντεθειμένη σχεδόν εξ ολοκλήρου από γλυκύτητα και φως. Φοβούμεθα ότι, αν η Εκκλησία εμπλακή σε κάτι αντιφατικό, θα παύση να είναι δημοφιλής—οι άνθρωποι μπορεί να φύγουν ή να μη θέλουν να μπουν μέσα.»
«ΚΟΙΝΟΤΟΠΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΟΗΣΙΕΣ»
Όπως ανεγράφη στην εφημερίδα Τύπος-Επιχείρησις του Ριβερσάιντ, Καλιφορνίας, φύλλον 30ής Σεπτεμβρίου 1962, ο κληρικός Ερρίκος Ι. Στόκες λέγεται ότι είπε: «Η σημερινή μας αναταραχή και αναστάτωσις σε όλα τα πράγματα· η αυξανόμενη άποψις του διορατικού κόσμου ότι η εκκλησία δεν έχει σχέσι με τις κοινοτοπίες και ανοησίες της μεγάλης εντυπωσιακής δραστηριότητος· και η κατανόησις του ότι οι ανθρώπινες σχέσεις, για των οποίων την ευεξία ο Χριστός ενδιαφέρεται ζωτικά, έχουν αποκαλύψει την αβαθή μας πνευματική αντίληψι περί αληθινής μαρτυρίας. Αυτά καθώς και άλλα ακανθώδη θέματα κάνουν τις απαιτήσεις του κηρύγματος ένα έργον σχεδόν αδύνατον. Σε όλ’ αυτά, ο κήρυξ δεν μπορεί να ευαρεστήση Θεό και άνθρωπο. Συχνά δεν ευαρεστεί κανένα.»
ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ ΤΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΗΣ
Ο Αγγλικανός κληρικός Α. Γκόρντον Μπαίηκερ, λέγεται ότι είπε τα εξής, κατά τον Ημερήσιον Αστέρα του Τορόντο, 2ας Απριλίου 1962: «Η Εκκλησία παρεμέριζε τις ευθύνες της επί αιώνες. . . . Η Χριστιανοσύνη έχει τόσο βιομηχανοποιηθή όσο όπως κι ο καφές στα ράφια των σημερινών μεγάλων καταστημάτων. Ασφαλώς ο Ιησούς Χριστός δεν επροίκισε κάποια εκκλησία με την παρουσία του για να ιδρύση μια άνετη κι ασφαλή ιδιωτική λέσχη.»