Ας Κάμωμε Γνωστή την Ταυτότητα Μας ως Μαθητών με Αδελφική Αγάπη
ΛΟΓΩ οχλαγωγίας σε κάποια πόλι της Νιγηρίας, ένα ζεύγος διέφυγε στο Πορτ Χάρκωρτ. Εκεί ο σύζυγος, ο οποίος προσφάτως είχε αρχίσει να μελετά τη Γραφή με τους μάρτυρας του Ιεχωβά, μπόρεσε να βρη καταφύγιο μεταξύ αυτών. Η σύζυγός του, η οποία αντετίθετο πάρα πολύ στους Μάρτυρας, εζήτησε ματαίως να βρη άσυλο μεταξύ των μελών της θρησκείας της. Τελικά με χαρά εδέχθη τη φιλοξενία που της προσέφεραν οι Μάρτυρες. Λόγω αυτής της εκδηλώσεως αγάπης, το ζεύγος αυτό, καθώς και ο αρχηγός του πρώην θρησκευτικού ομίλου της συζύγου, έλαβαν τη στάσι των υπέρ του Ιεχωβά και της βασιλείας του.
Αλλά μήπως έτσι δεν έπρεπε να συμβαίνη; Έπρεπε, διότι ο Ιησούς είπε: «Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν εχητε αγάπην προς αλλήλους.»—Ιωάν. 13:35.a
Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές είναι γεμάτες από παραδείγματα τέτοιας αγάπης μεταξύ των πρώτων ακολούθων του Χριστού. Αυτή η αγάπη εξακολούθησε να υπάρχη επί αρκετό χρονικό διάστημα μετά τον θάνατο των αποστόλων. Έτσι οι ιστορικοί λέγουν ότι εκείνοι οι Χριστιανοί θεωρούσαν αλλήλους ως αδελφούς και ήσαν πρόθυμοι ακόμη και να πεθάνουν ο ένας για τον άλλον.
Πώς μπορούμε σ’ αυτόν τον εικοστόν αιώνα να δείξωμε αυτή τη Χριστιανική αδελφική αγάπη μ’ ένα πρακτικό τρόπο; Πρώτ’ απ’ όλα με πιστή παρακολούθησι όλων των συναθροίσεων της εκκλησίας εφόσον μπορούμε έτσι να κάνωμε. «Η αγάπη μακροθυμεί, αγαθοποιεί. . . . Πάντα ανέχεται, πάντα πιστεύει . . . ελπίζει . . . υπομένει.» Πώς, όμως, μπορεί ένα άτομο να το κάμη αυτό, όταν δεν συναναστρέφεται καν με τους αδελφούς του; Μόνο με το να συνταυτιζώμεθα με τους αδελφούς μας μπορούμε να έχωμε την ευκαιρία να δείξωμε αδελφική αγαθότητα, όπως με φιλικούς χαιρετισμούς. Όταν συνερχώμεθα μαζί στις συναθροίσεις, μπορούμε, επίσης, να ενθαρρύνωμε αλλήλους με τα σχόλιά μας επί του μαθήματος.—1 Κορ. 13:4, 7· Εβρ. 10:23-25.
Μπορούμε, επίσης, να εκδηλώσωμε αδελφική αγάπη με το να βοηθούμε τους αδυνάτους κι εκείνους που δεν έχουν αποκτήσει πείρα στη διακονία. Μη λυπείσθε για το χρόνο και την προσπάθεια που απαιτεί αυτό, διότι, μη λησμονείτε, η αγάπη «δεν ζητεί τα εαυτής», αλλά είναι πρόθυμη να υποβληθή σε κόπους χάριν της υποβοηθήσεως άλλων.—1 Κορ. 13:5.
Ένας άλλος ακόμη τρόπος εκδηλώσεως αδελφικής αγάπης είναι να προσευχώμεθα υπέρ αλλήλων. Η προσευχή ενώνει τους Χριστιανούς, όπως ακριβώς μπορεί ν’ αποδειχθή από την πείρα που είχε ο Παύλος στην Έφεσο, καθώς, επίσης, από τις πολλές φορές που αναφέρει στις επιστολές του περί προσευχών του γι’ άλλους.—Πράξ. 20:36-38· Ρωμ. 1:9-12· Εφεσ. 1:15-19· Φιλιππησ. 1:3, 4· Κολ. 1:9-12.
Ούτε πρέπει να παραβλέψωμε την ευκαιρία να δείξωμε Χριστιανική αδελφική αγάπη με το να φροντίζωμε να οικοδομούμε αλλήλους σε κοινωνικές συγκεντρώσεις. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ας προσέχωμε να μη ενεργούμε απρεπώς, και να μη χαίρωμε στην αδικία αλλά να χαίρωμε στην αλήθεια. Αυτό μπορούμε να το πράττωμε μέσω Βιβλικών παιγνιδιών και με το να διηγούμεθα πείρες στη διακονία, ή να αφηγούμεθα πώς εγίναμε Μάρτυρες.—1 Κορ. 13:5, 6.
Η αδελφική, όμως, αγάπη, με την οποία μπορούμε να κάνωμε γνωστή την ταυτότητά μας ως μαθητών, δεν περιορίζεται καθόλου σε πνευματική βοήθεια. Αν οι αδελφοί μας έχουν ανάγκη υλικής βοηθείας λόγω ατυχήματος, ασθενείας, προχωρημένης ηλικίας ή λόγω των απαιτήσεων που έχει η διακονία πάνω στον χρόνο των, ας έλθωμε σε βοήθειά τους κατά το μέτρον των δυνάμεών μας.—1 Ιωάν. 3:17, 18.
Ναι, με όλους αυτούς τους τρόπους και με άλλους, επίσης, μπορούμε να κάνωμε γνωστή την ταυτότητά μας ως μαθητών με αδελφική αγάπη, με την οποία μπορούμε ν’ αποδείξωμε σε όλους ότι είμεθα πράγματι μαθηταί του Χριστού. Ο απόστολος Παύλος εξεδήλωσε αυτή την αγάπη με την προσωπική του διακονία καθώς, επίσης, και μέσω των επιστολών του. Καθώς είχε γράψει κάποτε σε Χριστιανούς, οι οποίοι υστερούσαν απ’ αυτή την άποψι: «Το στόμα ημών ηνοίχθη προς εσάς, Κορίνθιοι, η καρδία ημών επλατύνθη. Δεν έχετε στενοχωρίαν εν ημίν . . . Την αυτήν λοιπόν αντιμισθίαν αποδίδοντες, (ως προς τέκνα λαλώ·) πλατύνθητε και σεις.» Με αυτά τα λόγια δεν μας τονίζει ο Παύλος ότι αγάπη και ωριμότης συμβαδίζουν; Ας αποδείξωμε, λοιπόν, ότι είμεθα ώριμοι με το να πλατύνωμε τις καρδιές μας προς τους Χριστιανούς αδελφούς μας.—2 Κορ. 6:11-13.
Πραγματικά, «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.» Και γιατί ουδέποτε εκπίπτει; Διότι, όπως ορθώς είπε η Σουλαμίτις: «Η αγάπη είναι ισχυρά ως ο θάνατος· . . . αι φλόγες αυτής φλόγες πυρός, η φλοξ του Γιάχ. Ύδατα πολλά δεν δύνανται να σβέσωσι την αγάπην, ουδέ ποταμοί δύνανται να πνίξωσιν αυτήν.»—1 Κορ. 13:8· Άσμ. Ασμ. 8:6, 7, ΜΝΚ.
«Ο Θεός είναι αγάπη», και εφόσον αυτός είναι αιώνιος, η αγάπη ποτέ δεν θα τελειώση. Αφού έχομε πλασθή κατ’ εικόνα αυτού, είμεθα σε θέσι ν’ ασκήσωμε ανιδιοτελή αγάπη, και μόνον ενεργώντας έτσι μπορούμε να ελπίζωμε ν’ αποκτήσωμε ζωή αιώνια. Η αδελφική αγάπη είναι κάτι, το οποίο θα παρίσταται πάντοτε ανάγκη ν’ ασκούμε, διότι είναι ένα χρέος που ποτέ δεν θα μπορέσωμε να εξοφλήσωμε πλήρως. Αλλά, πληρώνοντας πάντοτε κάτι έναντι αυτού του χρέους, μπορούμε στη διάρκεια αυτού του παρόντος πονηρού συστήματος πραγμάτων, να κάνωμε γνωστή την ταυτότητά μας ως μαθητών σε μη πιστούς με τον πιο ευνοϊκό τρόπο.—1 Ιωάν. 4:8· Ρωμ. 13:8.
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομέρειες βλέπε Η Σκοπιά 1ης Δεκεμβρίου 1964.