Ανάπτυξις της Τριάδος στα Σύμβολα Πίστεως
ΕΙΝΑΙ πιθανόν ότι πλείστοι εκκλησιαζόμενοι σήμερα πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός και οι απόστολοί του ανέπτυξαν τη διδασκαλία της Τριάδος. Εν τούτοις, ο Καθηγητής Ε. Ουώσμπαρν Χόπκινς εξηγεί στο Βιβλίο του Καταγωγή και Εξέλιξις της Θρησκείας, σελίς 336 (στην Αγγλική): «Η διδασκαλία της τριάδος είναι προφανές ότι ήταν άγνωστη στον Ιησού και στον Παύλο· οπωσδήποτε δεν αναφέρουν τίποτε γι’ αυτήν.» Αυτοί δεν διεμόρφωσαν κανένα σύμβολο πίστεως που δίνει τον ορισμό μιας Τριάδος.
Το γεγονός είναι ότι η λέξις «τριάς» δεν συναντάται ούτε και μια φορά στην Αγία Γραφή. Ούτε εκφράσεις όπως «είς Θεός, Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα,» ή «ομοούσιος μετά του Πατρός» υπάρχουν στη Γραφή. Αντιθέτως, η Γραφή ομιλεί για τον Χριστό ως ‘την αρχήν της κτίσεως του Θεού,’ και λέγει ότι ‘κεφαλή του Χριστού είναι ο Θεός.’ (Αποκάλ. 3:14· 1 Κορ. 11:3) Έτσι, η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία λέγει για την Τριάδα: «Δεν είναι, καθώς είδαμε ήδη, αμέσως ή εμμέσως ο λόγος του Θεού.»—Τόμος 14, σελίς 304.
ΑΓΝΩΣΤΗ ΣΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥΣ
Ούτε η αντίληψις ‘τρία πρόσωπα σ’ ένα Θεό’ είχε αναπτυχθή αμέσως μετά τον θάνατο του Ιησού και των αποστόλων του. Αυτό παρατηρεί ο Επισκοπελιανός καθηγητής της εκκλησιαστικής ιστορίας Τζαίημς Άρθουρ Μύλλερ, ο οποίος γράφει: «Αυτή η έλλειψις διαμορφωμένης διδασκαλίας της Τριάδος αντανακλά την θεολογική σκέψι του δευτέρου αιώνος. Στα έργα του Ιουστίνου Μάρτυρος, ο οποίος έγραψε το 150 περίπου μ.Χ., τονίζεται η προΰπαρξις του Υιού, αλλ’ ωστόσο σε σχέσι με τον Πατέρα Αυτός αναφέρεται ως ‘σε δευτέρα θέσι.’—Σύμβολα Πίστεως και Νομιμοφροσύνη, σελίς 9, στην Αγγλική.
Ακόμη και κατά το τέλος του δευτέρου αιώνος ο εξέχων εκκλησιαστικός Ειρηναίος ωμίλησε για τον Χριστό ως υποδεέστερον του Θεού, όχι ίσον μ’ αυτόν.—Βλέπε Ειρηναίος Κατά των Αιρέσεων, Βιβλίον 2, κεφάλαιον 28, τμήμα 8, (στην Αγγλική).
Έτσι η Τριάς ήταν άγνωστη στους πρώτους εκκλησιαστικούς. Πράγματι, 400 περίπου ή περισσότερα χρόνια μετά τον θάνατο του Χριστού είχε τελικά διατυπωθή από ανθρώπους η αντίληψις ‘τρία πρόσωπα σ’ ένα Θεό’ και είχε εισαχθή στην εκκλησία.
ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟΝ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
«Αλλά,» κάποιος πιθανόν να παρατηρήση, «μήπως οι ίδιοι οι απόστολοι δεν συνέταξαν το Σύμβολον Πίστεως των Αποστόλων; Και δεν διδάσκει αυτό το σύμβολον πίστεως την Τριάδα;»
Ότι οι δώδεκα απόστολοι έγραψαν αυτό το σύμβολον πίστεως έχει διδαχθή επί αιώνες, κι έγινε με ευλάβεια πιστευτό. Αλλ’ αυτός ο ισχυρισμός έχει αποδειχθή αναληθής. Πράγματι, η απόδειξις αποκαλύπτει ότι το «Σύμβολον Πίστεως των Αποστόλων» διεμορφώθη από ανθρώπους οι οποίοι έζησαν εκατοντάδες χρόνια αργότερα!
Το βιβλίο Η Πίστις του Χριστιανικού Κόσμου, που αποτελεί πηγή πληροφοριών για τα σύμβολα πίστεως και τις ομολογίες, που εξεδόθη από τον Β. Α. Γυέρρις, παρατηρεί τα εξής: «Ώστε, λοιπόν, μακράν από του να έχη συνταχθή από τους Αποστόλους προσωπικώς, δεν έχομε κανένα λόγο να παραδεχθούμε ότι το Σύμβολο Πίστεως που φέρει τον τίτλο των εμφανίσθηκε λιγώτερα από πεντακόσια χρόνια ύστερ’ από την εποχή των.» Προσέξτε το Σύμβολο Πίστεως των Αποστόλων όπως εκτίθεται κατωτέρω:
«Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, Ποιητήν ουρανού και γης, και εις Ιησούν Χριστόν, τον μόνον Υιόν του Θεού Κύριόν μας, συλληφθέντα υπό Πνεύματος Αγίου· γεννηθέντα υπό Μαρίας της Παρθένου· παθόντα επί Ποντίου Πιλάτου σταυρωθέντα, αποθανόντα και ταφέντα· και κατελθόντα εις τον άδην· και αναστάντα την τρίτην ημέραν εκ νεκρών· και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθιζόμενον εις τα δεξιά του Θεού Πατρός του Παντοκράτορος· και πάλιν ερχόμενον να κρίνη ζώντας και νεκρούς. Πιστεύω εις το Πνεύμα το Άγιον εις την αγίαν Καθολικήν Εκκλησίαν, την κοινωνίαν των αγίων· την άφεσιν αμαρτιών· την ανάστασιν του σώματος· και την ζωήν αιώνιον. Αμήν».a
Καθώς βλέπετε τίποτε δεν αναφέρεται εδώ για τον Θεό, τον Ιησού Χριστό και το Άγιον Πνεύμα ως να είναι «ένας Θεός.» Εν τούτοις, στη διάρκεια των ετών, που διεμορφώνετο το Σύμβολον Πίστεως των Αποστόλων, σφοδρές συζητήσεις ανεπτύχθησαν όσον αφορά την φύσι του Χριστού. Ποια ακριβώς ήταν η σχέσις του προς τον Θεό; Ήταν κατώτερος από τον Θεό και διακεκριμένος απ’ αυτόν, ή μήπως ο Ιησούς ήταν ο ίδιος ο Θεός;
ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟΝ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΗΣ ΝΙΚΑΙΑΣ
Τον τέταρτον αιώνα μερικοί εκκλησιαστικοί, περιλαμβανομένου και του νεαρού αρχιδιακόνου Αθανασίου, υπεστήριζαν ότι ο Ιησούς και ο Θεός ήσαν ένα και το αυτό πρόσωπο. Εξ άλλου, άνδρες όπως ο πρεσβύτερος Άρειος διακρατούσαν την θέσι της Αγίας Γραφής, ότι ο Ιησούς είχε δημιουργηθή από τον Θεό και ήταν υποδεέστερος από τον Πατέρα του. Το 325 μ.Χ. συνήλθε στη Νίκαια της Μικράς Ασίας μια εκκλησιαστική σύνοδος, η οποία είχε κληθή από τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, για ν’ αποφασίση γι’ αυτά τα ζητήματα. Σ’ αυτή τη σύνοδο ο ειδωλολάτρης Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ετάχθη με το μέρος του Αθανασίου. Γι’ αυτό, οι απόψεις που εξέφρασε ο Άρειος, μολονότι εβασίζοντο στερεά στην Αγία Γραφή, διεκηρύχθησαν αιρετικές.
Έτσι προέκυψαν ‘πειραματισμοί με λέξεις και εκλεπτυσμένες φράσεις’ για να σχεδιάσουν ένα δογματικόν εργαλείον για να το χρησιμοποιούν εναντίον εκείνων, οι οποίοι διακρατούσαν την πίστι ότι ο Χριστός είχε αρχή και δεν ήταν η ίδια ουσία με τον Πατέρα. Στην αρχική του μορφή, το Σύμβολον Πίστεως της Νικαίας είχε συνταχθή σαφώς για την καταπολέμησι της θέσεως του Αρείου. Κατέληγε με την κατωτέρω δήλωσι, η οποία αργότερα αφαιρέθηκε από το σύμβολο πίστεως:
Αλλά εκείνοι οι οποίοι λέγουν ότι υπήρξε ένας καιρός οπότε αυτός δεν υπήρχε· η ότι δεν υπήρχε προτού γεννηθή· ή ότι έχει γίνει απ’ αυτό που δεν είχε ύπαρξι· ή που βεβαιώνουν ότι ο Υιός του Θεού είναι από οποιαδήποτε άλλη ύλη ή ουσία, ή δημιουργημένος, ή μεταβλητός, ή ευμετάβλητος, αυτά τα άτομα η Καθολική και Αποστολική Εκκλησία τ’ αναθεματίζει [καταράται].»
Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι το γεγονός ότι το αρχικό σύμβολο πίστεως που συνετάχθη στη Νίκαια δεν απέδιδε προσωπικότητα στο Άγιο Πνεύμα. Εν τούτοις, μεταγενέστερες προσθήκες, που πιστεύεται ότι έγιναν από τη Σύνοδο Κωνσταντινουπόλεως το 381 μ.Χ., απέδωσαν προσωπικότητα σ’ αυτό. Το πιστεύω που συνετάχθη στη Νίκαια το 325 μ.Χ., με τις μεταγενέστερες αλλαγές του, πέρασε στην ιστορία ως το Σύμβολον Πίστεως της Νικαίας. Έχει ως εξής:
«Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων. Και εις ένα Κύριον, Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων. Φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν, εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι’ ου τα πάντα εγένετο. Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα. Και αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς. Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς· ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος. Και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός [«και του Υιού», προσθήκη της Καθολικής Εκκλησίας] εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν δια των προφητών. Και εις μίαν Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν. Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών. Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.»
Αφού διαβάσετε προσεκτικά το Σύμβολον Πίστεως της Νικαίας, είναι ενδιαφέρον να σημειώσετε ότι δεν έχει καθορισθή σ’ αυτό σαφώς η Τριάς. Ο Πατήρ και ο Υιός υποστηρίζεται ότι είναι ομοούσιοι, και το Άγιον Πνεύμα καλείται «Κύριον, το ζωοποιούν,» αλλά δεν λέγει ότι αυτά τα τρία είναι «ένας Θεός.» Επρόκειτο να υπάρξουν και περαιτέρω ‘πειραματισμοί με λέξεις και εκλεπτυσμένες φράσεις.’
ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Στο Σύμβολο Πίστεως του Αθανασίου καθορίσθηκε τελικά η Τριάς. Καθώς θα ενθυμείσθε, ο Αθανάσιος ήταν ο νεαρός αρχιδιάκονος ο οποίος μ’ εξέχοντα τρόπο υπεστήριξε τις απόψεις που εκτίθενται στο Σύμβολον Πίστεως της Νικαίας. Μήπως αυτός συνέταξε επίσης αυτό το σύμβολον πίστεως που φέρει τ’ όνομα του;
Αυτό επιστεύετο επί αιώνες, αλλά αυτό απεδείχθη οριστικά αναληθές. Το βιβλίο Η Πίστις του Χριστιανικού Κόσμου (στην Αγγλική) κάνει την εξής παρατήρησι στη σελίδα 61: «Η απόδοσις του Συμβόλου Πίστεως στον Αθανάσιο εξετέθη τον δέκατο έβδομο αιώνα από τον Ολλανδό διανοούμενο Γ. Ι. Βοςς. Υπεστηρίχθη από εσωτερική απόδειξι ότι αυτό το έγγραφο μπορεί να χρονολογηθή στην περίοδο μεταξύ του 381 και 428 μ.Χ.»
Εν τούτοις, δεν υπάρχει συγκεκριμένη απόδειξις για μια τόσο παλαιά χρονολογία για το σύμβολον πίστεως. Πράγματι, δεν αναφέρονται σ’ αυτό σε πλήρη μορφή παρά μόνον εκατοντάδες χρόνια αργότερα! Έτσι, ο Τζων Ι. Μόμεντ, στο βιβλίο του σχετικά με τα σύμβολα πίστεως, δηλώνει χωρίς περιστροφές: «Ο Αθανάσιος είχε πεθάνει πεντακόσια χρόνια νωρίτερα όταν αυτό εμφανίσθηκε.» (Πιστεύομε σελίς 118) Παρατηρήστε πώς προσδιορίζει την Τριάδα το Σύμβολον Πίστεως του Αθανασίου:
«. . . λατρεύομε ένα Θεό εν Τριάδι, και Τριάδα εν Ενότητι· χωρίς να συγχέωμε τα πρόσωπα, ούτε να διαιρούμε την ουσία. Διότι υπάρχει ένα πρόσωπο του Πατρός, άλλο του Υιού, και άλλο του Αγίου Πνεύματος. Αλλά η Θεότης του Πατρός, του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος είναι μόνον μία: η δόξα ίση, η μεγαλειότης συναιώνιος. Όπως ο Πατήρ, το αυτό είναι και ο Υιός, και το αυτό είναι το Άγιον Πνεύμα. Ο Πατήρ αδημιούργητος, ο Υιός αδημιούργητος, και το Άγιον Πνεύμα αδημιούργητον. Ακατάληπτος ο Πατήρ, ακατάληπτος ο Υιός, και ακατάληπτον το Άγιον Πνεύμα. Αιώνιος ο Πατήρ, αιώνιος ο Υιός, και αιώνιον το Άγιον Πνεύμα. Κι εν τούτοις δεν είναι τρεις αιώνιοι, αλλά είς αιώνιος. Όπως επίσης δεν υπάρχουν τρεις ακατάληπτοι, ούτε τρεις αδημιούργητοι, αλλά ένας αδημιούργητος, και ένας ακατάληπτος.
«Έτσι επίσης ο Πατήρ είναι παντοκράτωρ, ο Υιός παντοκράτωρ, και το Άγιον Πνεύμα παντοκράτωρ. Κι εν τούτοις δεν υπάρχουν τρεις παντοκράτορες, αλλά είς παντοκράτωρ. Έτσι ο Πατήρ είναι Θεός, ο Υιός είναι Θεός, και το Άγιον Πνεύμα είναι Θεός. Κι εν τούτοις δεν υπάρχουν τρεις θεοί αλλά είς Θεός. Ομοίως ο Πατήρ είναι Κύριος, ο Υιός Κύριος, και το Άγιον Πνεύμα Κύριος. Κι εν τούτοις δεν υπάρχουν τρεις Κύριοι, αλλά είς Κύριος. Διότι όπως ακριβώς υποχρεούμεθα από την Χριστιανική αλήθεια ν’ αναγνωρίσωμε κάθε πρόσωπο καθ’ εαυτό ως Θεόν και Κύριον, έτσι η καθολική θρησκεία μάς απαγορεύει να πούμε ότι υπάρχουν τρεις θεοί και τρεις Κύριοι.
«Ο Πατήρ έχει γίνει από το τίποτε, ούτε εδημιουργήθη ούτε εγεννήθη. Ο Υιός είναι μόνο από τον Πατέρα· δεν έχει γίνει, ούτε δημιουργηθή, αλλά γεννηθή. Το Άγιον Πνεύμα είναι εκ του Πατρός και εκ του Υιού· δεν έχει γίνει, ούτε δημιουργηθή, ούτε γεννηθή, αλλά ενεργεί. Έτσι υπάρχει είς Πατήρ, όχι τρεις Πατέρες· είς Υιός, όχι τρεις Υιοί· ένα Άγιον Πνεύμα, όχι τρία Άγια Πνεύματα. Και σ’ αυτήν την Τριάδα κανείς δεν προηγείται ούτε έπεται του άλλου· κανείς δεν είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος του άλλου. Αλλά και τα τρία πρόσωπα είναι συναιώνια μαζί, και ίσα. Ώστε κατά πάντα, ως ελέχθη ανωτέρω, θα λατρεύεται η Ενότης εν Τριάδι και η Τριάς εν Ενότητι. Όποιος λοιπόν θα σωθή οφείλει έτσι ν’ αντιλαμβάνεται την Τριάδα. . . .»
Ώστε η διδασκαλία της Τριάδος διεμορφώθη τελικά πολλές εκατοντάδες χρόνια ύστερ’ από τον θάνατο του Ιησού. Οι άνθρωποι, σύμφωνα με τα λόγια του θεολόγου Ν. Νόρκουιστ, «επειραματίζοντο με λέξεις, εκλεπτυσμένες φράσεις, ωσότου καθώρισαν τη σχέσι των τριών ‘προσώπων’ της Τριάδος με τρόπο που να μπορούν τελικά να λέγουν, ‘Αν δεν το πιστεύσης αυτό, δεν είσαι ένας αληθινός πιστός’.»
Μ’ αυτό τον τρόπο, επομένως, έχει διατυπωθή η αντίληψις περί Θεού η οποία διακρατείται τώρα από πολλές εκκλησίες.
ΕΥΡΕΙΑ ΑΠΟΔΟΧΗ
Πιθανόν, όμως, να μη πιστεύετε ότι η εκκλησία σας επιδοκιμάζει πράγματι αυτά τα σύμβολα πίστεως. Είναι αλήθεια ότι η τάσις ήταν ούτε καν να επιχειρήσουν να διδάξουν στους ενορίτας την περίπλοκη αντίληψι περί Θεού την οποία προβάλλουν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα σύμβολα πίστεως έχουν απορριφθή από τις εκκλησίες. Αντιθέτως, όλες σχεδόν οι εκκλησίες εξακολουθούν να είναι προσκολλημένες στη συγκεχυμένη αντίληψί των περί Θεού.
Ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι προσκολλημένη σ’ αυτή αναφέρεται σαφώς στην Καθολική Εγκυκλοπαιδεία κάτω από την επικεφαλίδα «Τριάς.» Αφού αναφέρει ένα τμήμα του Αθανασιανού Συμβόλου Πίστεως, λέγει: «Αυτό διδάσκει η Εκκλησία.»
Η Εκκλησία της Αγγλίας, επίσης, εγκρίνει τα Σύμβολα Πίστεως των Αποστόλων, της Νικαίας και του Αθανασίου. Η Προτεσταντική Επισκοπελιανή Εκκλησία τα εγκρίνει, επίσης, εξηγώντας ότι «δεν έχει καθόλου την πρόθεσι ν’ απομακρυνθή . . . σε οποιοδήποτε ουσιώδες σημείο διδασκαλίας» από την Εκκλησία της Αγγλίας.
Οι Λουθηρανοί κλάδοι, επίσης, ασπάζονται αυτά τα σύμβολα πίστεως. Ο καταστατικός χάρτης της Λουθηρανικής Εκκλησίας στην Αμερική, Άρθρον ΙΙ, τμήμα 4, λέγει: «Αυτή η εκκλησία παραδέχεται τα Σύμβολα Πίστεως των Αποστόλων, της Νικαίας, και του Αθανασίου ως αληθινές δηλώσεις της πίστεως της Εκκλησίας.» Ομοίως, ο καταστατικός χάρτης της Ηνωμένης Εκκλησίας του Χριστού λέγει: «Διεκδικεί ως ιδική της την πίστι της ιστορικής Εκκλησίας όπως εκφράζεται στα αρχαία σύμβολα πίστεως . . .»
Οι Πρεσβυτεριανοί ασπάζονται το Σύμβολον Πίστεως της Νικαίας το ίδιο δε συμβαίνει και με τους κυριωτέρους Μεθοδιστικούς κλάδους. Αυτές οι θρησκείες επισήμως υποστηρίζουν την Τριαδική αντίληψι. Μολονότι οι Βαπτιστικοί κλάδοι γενικώς δεν αποδέχονται τα σύμβολα πίστεως, ο Βοηθός Γενικός Γραμματεύς του Συμβουλίου των Βαπτιστών της Αμερικής παρατηρεί σχετικά με το Σύμβολον Πίστεως του Αθανασίου τα εξής: «Είμαι βέβαιος ότι πλείστοι Αμερικανοί Βαπτισταί συμφωνούν πραγματικά με το περιεχόμενό του.»
Είναι αλήθεια ότι μερικές εκκλησίες του «Χριστιανικού κόσμου» πιθανόν να μη αποδέχωνται επισήμως κανένα σύμβολον πίστεως, ωστόσο όλες σχεδόν υποστηρίζουν το δόγμα της Τριάδος που έχουν αναπτύξει, Έτσι ο Τζων Τ. Μόμεντ έγραψε σχετικά με το Αθανασιανό Σύμβολο Πίστεως στο βιβλίο του Πιστεύομε: «Οι στερεότυποι ορισμοί του εξακολούθησαν να είναι παραδεκτοί από τον Προτεσταντισμό, σχεδόν με συνειδητό τρόπο, ως ο κανών της ορθοδοξίας.»
ΜΙΑ ΑΝΤΙΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΙΣ
Ο Λόγος του Θεού, όμως, βρίσκεται σε άμεση αντίθεσι μ’ αυτή την αντίληψι των ‘τριών προσώπων σ’ ένα Θεό.’ Η Αγία Γραφή λέγει ότι ο Θεός είναι ‘Βασιλεύς των αιώνων,’ και ότι είναι χωρίς αρχή ή τέλος. (1 Τιμ. 1:17· Ψαλμ. 90:2) Αλλά η Γραφή λέγει ότι, ανόμοια με τον αιώνιο Πατέρα, ο Ιησούς είναι «η αρχή της κτίσεως του Θεού.» (Αποκάλ. 3:14) Περαιτέρω απόδειξις του ότι ο Ιησούς και ο Θεός δεν είναι ένα και το αυτό ή ίσοι φαίνεται στο γεγονός ότι κατά την ανάστασι του Ιησού εκ νεκρών, «Ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν.» (Φιλιππησ. 2:9) Αν, πριν από την εξύψωσί του, ο Ιησούς ήταν ίσος με τον Θεό, δεν θα μπορούσε να εξυψωθή περαιτέρω, διότι αυτό θα τον καθιστούσε ανώτερον από τον Θεό. Πόσο σαφές είναι ότι η διδασκαλία της Τριάδος δεν εδιδάσκετο από τους Χριστιανούς του πρώτου αιώνος!
Η διδασκαλία της Γραφής είναι σαφής. Ο Ιεχωβά είναι ο Παντοκράτωρ Θεός ο οποίος ‘έκτισε τα πάντα.’ (Αποκάλ. 4:11) Ο Ιησούς Χριστός είναι «Υιός Θεού,» όχι ο ίδιος ο Παντοκράτωρ Θεός. (Λουκ. 1:35) Και το άγιον πνεύμα δεν είναι πρόσωπο αλλά η ενεργός δύναμις του Θεού με την οποία πρόσωπα μπορούν να γεμίσουν. (Πράξ. 2:4) Εφόσον είναι καταφανές ότι οι εκκλησίες δεν εδίδαξαν αυτές τις αλήθειες της Γραφής, είναι ζωτικό, αν επιθυμήτε να ευαρεστήσετε τον Δημιουργό σας, ν’ αποχωρισθήτε πλήρως απ’ αυτές τις θρησκευτικές οργανώσεις.—Αποκάλ. 18:4.
[Υποσημειώσεις]
a Τα σύμβολα πίστεως, όπως παρουσιάζονται, σ’ αυτό το άρθρο, παρατίθενται από την Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, Τόμος 2, σελίδες 559-563.
[Εικόνα στη σελίδα 614]
Ο ειδωλολάτρης Ρωμαίος Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος συνεκάλεσε μια εκκλησιαστική σύνοδο στη Νίκαια το 325 μ.Χ. Επηρέασε την υιοθέτησι απ’ αυτήν του Συμβόλου Πίστεως της Νικαίας με τη διδασκαλία του της Τριάδος