«Ο Νόμος Έγινε ο Παιδαγωγός Μας»
ΠΟΣΑ παιδιά εκτιμούν την αξία των κανόνων και της διαπαιδαγώγησης; Όχι και πολλά. Τα παιδιά θεωρούν τους περιορισμούς κουραστικούς. Όσοι, όμως, έχουν την ευθύνη να βοηθούν παιδιά γνωρίζουν ότι η κατάλληλη επίβλεψη είναι απολύτως απαραίτητη. Όταν μάλιστα περάσουν τα χρόνια, οι περισσότεροι νεαροί πιθανότατα θα εκτιμήσουν την αξία της καθοδήγησης που έλαβαν. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε το παράδειγμα ενός προστάτη παιδιών για να ρίξει φως σε μια πτυχή της εξελισσόμενης σχέσης που υπήρχε ανάμεσα στον Ιεχωβά Θεό και στο λαό του.
Μερικοί Χριστιανοί του πρώτου αιώνα που ζούσαν στη ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας επέμεναν ότι ο Θεός έδειχνε εύνοια μόνο σε όσους υπάκουαν στο Νόμο τον οποίο είχε δώσει στους Ισραηλίτες μέσω του Μωυσή. Ο απόστολος Παύλος γνώριζε ότι αυτή η άποψη ήταν εσφαλμένη, διότι ο Θεός είχε δώσει άγιο πνεύμα σε κάποια άτομα τα οποία δεν είχαν τηρήσει ποτέ τον Ιουδαϊκό νόμο. (Πράξεις 15:12) Έτσι λοιπόν, ο Παύλος διόρθωσε αυτή την εσφαλμένη άποψη μέσω ενός παραδείγματος. Σε μια επιστολή του προς τους Γαλάτες Χριστιανούς, έγραψε: «Ο Νόμος έγινε ο παιδαγωγός μας που οδήγησε στον Χριστό». (Γαλάτες 3:24) Ο ρόλος του παιδαγωγού, σύμφωνα με κάποιον λόγιο, «ανάγεται στο μακρινό παρελθόν και ήταν πολύ σημαντικός». Η κατανόηση αυτού του ρόλου μάς βοηθάει να διασαφηνίσουμε το σημείο που τόνισε ο απόστολος Παύλος.
Ο Παιδαγωγός και οι Ευθύνες Του
Οι εύπορες ελληνικές, ρωμαϊκές, ίσως ακόμη και ιουδαϊκές οικογένειες χρησιμοποιούσαν παιδαγωγούς σε ευρεία κλίμακα για να επιβλέπουν τις δραστηριότητες των παιδιών τους από τη βρεφική ηλικία μέχρι την εφηβεία. Ο παιδαγωγός ήταν συνήθως ένας έμπιστος δούλος, πολλές φορές ηλικιωμένος, ο οποίος λειτουργούσε ως ακόλουθος του παιδιού διασφαλίζοντας την προστασία του και φροντίζοντας να γίνονται σεβαστές οι επιθυμίες του πατέρα όσον αφορά το παιδί του. Συνόδευε το παιδί όλη την ημέρα οπουδήποτε, φρόντιζε για την καθαριότητά του, το πήγαινε στο σχολείο μεταφέροντας συχνά τα βιβλία του και άλλα εφόδια και το επέβλεπε καθώς διάβαζε τα μαθήματά του.
Συνήθως ο παιδαγωγός δεν ήταν δάσκαλος. Δεν αναλάμβανε αυτός την επίσημη σχολική εκπαίδευση του παιδιού, αλλά εφάρμοζε απλώς σαν επιτηρητής τις οδηγίες του πατέρα. Εκπαίδευε, όμως, έμμεσα το παιδί μέσω της επίβλεψης και της διαπαιδαγώγησης. Αυτό σήμαινε ότι του μάθαινε καλούς τρόπους, το επέπληττε, ακόμη δε και του επέβαλλε σωματική τιμωρία αν η διαγωγή του ήταν κακή. Βέβαια, οι κύριοι εκπαιδευτές του παιδιού ήταν η μητέρα του και ο πατέρας του. Ωστόσο, καθώς το αγόρι μεγάλωνε, ο παιδαγωγός τού μάθαινε να έχει το κατάλληλο παράστημα καθώς περπατούσε στο δρόμο, να φοράει το μανδύα του, να κάθεται και να τρώει με ευπρέπεια, να σηκώνεται μπροστά στους ηλικιωμένους, να αγαπάει τους γονείς του και ούτω καθεξής.
Ο φιλόσοφος Πλάτων (428-348 Π.Κ.Χ.) πίστευε ακράδαντα ότι τα παιδικά πάθη έπρεπε να περιορίζονται. «Όπως ούτε τα πρόβατα ούτε κανένα άλλο ζώο που βόσκει δεν μπορεί να ζήσει χωρίς ποιμένα, έτσι και τα παιδιά δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς παιδαγωγό, ούτε οι δούλοι χωρίς κυρίους», έγραψε ο ίδιος. Αυτή η άποψη φαίνεται ίσως ακραία, αλλά έτσι έβλεπε τα πράγματα ο Πλάτων.
Επειδή οι παιδαγωγοί δεν άφηναν ποτέ τα παιδιά μόνα τους, απέκτησαν φήμη καταπιεστικού φύλακα και αυταρχικού επιτηρητή—πίστευαν για αυτούς ότι έκαναν συνεχώς κουραστικές και ανούσιες παρατηρήσεις για ασήμαντα πράγματα. Παρ’ όλα αυτά, ο παιδαγωγός προστάτευε το παιδί, τόσο από ηθική όσο και από σωματική άποψη. Ο ιστορικός Αππιανός του δεύτερου αιώνα Κ.Χ. αφηγείται την ιστορία ενός παιδαγωγού ο οποίος καθ’ οδόν προς το σχολείο χρειάστηκε να αγκαλιάσει το παιδί που φρόντιζε για να το προστατέψει από επίδοξους δολοφόνους. Όταν αρνήθηκε να το αφήσει από την αγκαλιά του, εκείνοι σκότωσαν τόσο τον παιδαγωγό όσο και το παιδί.
Η ανηθικότητα ήταν πολύ διαδεδομένη στον ελληνιστικό κόσμο. Τα παιδιά, ιδιαίτερα τα αγόρια, χρειάζονταν προστασία από τη σεξουαλική κακοποίηση. Γι’ αυτό, οι παιδαγωγοί παρακολουθούσαν τα μαθήματα του παιδιού, εφόσον σε πολλούς δασκάλους δεν μπορούσαν να έχουν εμπιστοσύνη. Ο ρήτορας Λιβάνιος του τέταρτου αιώνα Κ.Χ. έφτασε στο σημείο να πει ότι οι παιδαγωγοί έπρεπε να είναι «φύλακες των νεαρών που είναι στο άνθος της ηλικίας τους», «να απωθούν τους ανεπιθύμητους εραστές, να τους απομακρύνουν και να τους κρατούν σε απόσταση, ώστε να μην έχουν τη δυνατότητα να κάνουν παρέα με τα αγόρια». Πολλοί παιδαγωγοί κέρδισαν το σεβασμό των παιδιών που προστάτευαν. Αναμνηστικές στήλες πιστοποιούν την ευγνωμοσύνη που εξακολουθούσαν να νιώθουν κάποιοι ενήλικοι για τους αγαπημένους πρώην παιδαγωγούς τους όταν εκείνοι πέθαναν.
Ο Νόμος ως Παιδαγωγός
Γιατί παρέβαλε ο απόστολος Παύλος το Μωσαϊκό Νόμο με παιδαγωγό; Τι καθιστά ιδιαίτερα κατάλληλο το συγκεκριμένο παράδειγμα;
Κατ’ αρχάς, η προστατευτική φύση του Νόμου. Ο Παύλος εξήγησε ότι οι Ιουδαίοι “φρουρούνταν” από το Νόμο. Ήταν σαν να τους επιτηρούσε προστατευτικά ένας παιδαγωγός. (Γαλάτες 3:23) Ο Νόμος επηρέαζε κάθε πτυχή της ζωής τους. Χαλιναγωγούσε τα πάθη και τις σαρκικές τους επιθυμίες. Όριζε ποια θα έπρεπε να είναι η διαγωγή τους και τους επέπληττε συνεχώς για τις ελλείψεις τους, αποκαλύπτοντας στον κάθε Ισραηλίτη τις δικές του ατέλειες.
Ο Νόμος αποτελούσε επίσης προστασία από φθοροποιές επιρροές, όπως ήταν οι έκφυλες ηθικές και θρησκευτικές συνήθειες των εθνών που περιέβαλλαν τον Ισραήλ. Παραδείγματος χάρη, το γεγονός ότι ο Θεός απαγόρευε την επιγαμία με ειδωλολάτρες ήταν ουσιώδες για την πνευματική ευημερία όλου του έθνους. (Δευτερονόμιο 7:3, 4) Τέτοιες διατάξεις διαφύλαξαν την πνευματική αγνότητα του λαού του Θεού και τους προετοίμασαν ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τον Μεσσία. Αποτελούσαν πράγματι στοργική προμήθεια. Ο Μωυσής υπενθύμισε στους συμπατριώτες του, τους Ισραηλίτες: «Όπως διορθώνει ένας άνθρωπος το γιο του έτσι σε διόρθωνε ο Ιεχωβά ο Θεός σου».—Δευτερονόμιο 8:5.
Ωστόσο, ένα βασικό στοιχείο του παραδείγματος του αποστόλου Παύλου ήταν ο προσωρινός χαρακτήρας της εξουσίας του παιδαγωγού. Όταν το παιδί έφτανε σε ώριμη ηλικία, δεν βρισκόταν πλέον υπό τον έλεγχο του παιδαγωγού. Ο ιστορικός Ξενοφών (431-352 Π.Κ.Χ.) έγραψε: «Όταν το αγόρι παύει να είναι πλέον παιδί και γίνεται νεανίσκος, οι άλλοι το αποδεσμεύουν από τον παιδαγωγό του και από το δάσκαλό του. Δεν υπόκειται πλέον σε αυτούς, αλλά αφήνεται αυτόνομο».
Το ίδιο συνέβη και με την εξουσία του Νόμου του Μωυσή. Ο ρόλος του ήταν προσωρινός—«να κάνει φανερές τις παραβάσεις, μέχρι να έρθει το σπέρμα [ο Ιησούς Χριστός]». Ο απόστολος Παύλος εξήγησε ότι για τους Ιουδαίους ο Νόμος ήταν «ο παιδαγωγός . . . που οδήγησε στον Χριστό». Για να έχουν την εύνοια του Θεού οι Ιουδαίοι σύγχρονοι του Παύλου, έπρεπε να αναγνωρίσουν το ρόλο του Ιησού στο σκοπό του Θεού. Μερικοί Ιουδαίοι το έκαναν αυτό, και ο ρόλος του παιδαγωγού εκπληρώθηκε.—Γαλάτες 3:19, 24, 25.
Ο Νόμος που έδωσε ο Θεός στους Ισραηλίτες ήταν τέλειος. Πέτυχε πλήρως τους σκοπούς για τους οποίους τον είχε θεσπίσει ο Θεός—να προστατέψει το λαό του και να τους γνωστοποιήσει τους υψηλούς του κανόνες. (Ρωμαίους 7:7-14) Ο Νόμος ήταν καλός παιδαγωγός. Για μερικούς που έζησαν υπό την προστασία του, όμως, οι απαιτήσεις του μπορεί να φαίνονταν φορτικές. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο ο Παύλος έγραψε πως, όταν έφτασε ο προσδιορισμένος καιρός του Θεού, «ο Χριστός, μέσω εξαγοράς, μας απελευθέρωσε από την κατάρα του Νόμου». Ο Νόμος ήταν «κατάρα» μόνο με την έννοια ότι επέβαλλε σε ατελείς Ιουδαίους κανόνες στους οποίους δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν πλήρως. Απαιτούσε τη σχολαστική τήρηση τελετουργιών. Από τη στιγμή που ο Ιουδαίος δεχόταν την ανώτερη προμήθεια που έγινε εφικτή μέσω της λυτρωτικής θυσίας του Ιησού, η προσκόλληση στους περιορισμούς του παιδαγωγού δεν ήταν πλέον απαραίτητη.—Γαλάτες 3:13· 4:9, 10.
Το κεντρικό σημείο, λοιπόν, που ήθελε να τονίσει ο Παύλος παρομοιάζοντας το Νόμο του Μωυσή με παιδαγωγό ήταν το γεγονός ότι ο Νόμος έπαιξε ρόλο επιτηρητή και είχε προσωρινό χαρακτήρα. Η εύνοια του Ιεχωβά αποκτάται, όχι με υπακοή σε αυτόν το Νόμο, αλλά με αναγνώριση του Ιησού και άσκηση πίστης σε εκείνον.—Γαλάτες 2:16· 3:11.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 21]
“ΕΠΙΤΡΟΠΟΙ” ΚΑΙ “ΟΙΚΟΝΟΜΟΙ”
Ο απόστολος Παύλος δεν αναφέρθηκε μόνο στον παιδαγωγό, αλλά χρησιμοποίησε επίσης ως παράδειγμα τους «επιτρόπους» και τους «οικονόμους». Στα εδάφια Γαλάτες 4:1, 2, διαβάζουμε: «Για όσο χρόνο ο κληρονόμος είναι νήπιο, σε τίποτα δε διαφέρει από δούλο, αν και είναι κύριος όλων. Αλλά είναι κάτω από επιτρόπους και οικονόμους μέχρι την προθεσμία του πατέρα του». (Η Καινή Διαθήκη—Μεταγλώττιση, Εκδόσεις «Βίβλος»). Ο ρόλος του “επιτρόπου” και του “οικονόμου” διέφερε από το ρόλο του παιδαγωγού, αλλά το σημείο που ήθελε να θίξει ο Παύλος ήταν ουσιαστικά το ίδιο.
Υπό τη ρωμαϊκή νομοθεσία, διοριζόταν από το νόμο κάποιος “επίτροπος” για να είναι κηδεμόνας ενός ορφανού ανηλίκου και να χειρίζεται τις οικονομικές υποθέσεις του παιδιού μέχρι αυτό να ενηλικιωθεί. Έτσι λοιπόν, όπως λέει ο Παύλος, παρότι ένα τέτοιο παιδί ήταν θεωρητικά «κύριος» της κληρονομιάς του, ενόσω ήταν ακόμη παιδί δεν είχε περισσότερα δικαιώματα σε αυτήν από όσα είχε ένας δούλος.
Ο “οικονόμος”, από την άλλη πλευρά, διαχειριζόταν τα οικονομικά του σπιτιού. Ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος λέει ότι ένας νεαρός ονόματι Υρκανός ζήτησε από τον πατέρα του μια επιστολή με την οποία θα εξουσιοδοτούσε τον οικονόμο του να δώσει στον Υρκανό χρήματα για να αγοράσει ό,τι χρειαζόταν.
Συνεπώς, όπως ο ανήλικος που ήταν κάτω από παιδαγωγό, έτσι και ο ανήλικος που ήταν κάτω από “επίτροπο” ή “οικονόμο” δεν είχε πλήρη ελευθερία. Η ζωή του ελεγχόταν από άλλους μέχρι τον καιρό που είχε καθορίσει ο πατέρας του.
[Εικόνα στη σελίδα 19]
Απεικόνιση παιδαγωγού με τη ράβδο του σε αρχαίο ελληνικό αμφορέα
[Ευχαριστίες]
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα
[Εικόνα στη σελίδα 19]
Αγγείο του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ. το οποίο δείχνει έναν παιδαγωγό (με ράβδο) να παρακολουθεί καθώς ο προστατευόμενός του διδάσκεται ποίηση και μουσική
[Ευχαριστίες]
Bildarchiv Preussischer Kulturbesitz/Art Resource, NY