ΥΠΕΡΟΨΙΑ
Αλαζονεία· υψηλοφροσύνη· έπαρση. Η υπεροψία είναι το αντίθετο της ταπεινοφροσύνης. Οι λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού και εβραϊκού κειμένου που αποδίδονται «υπεροπτικός», «υπερόπτης» και «υπεροψία» σημαίνουν βασικά το να κάνει κάποιος τον εαυτό του να φαίνεται «υψηλός», «εξυψωμένος», «μεγαλοπρεπής», «εξέχων». Ο υπερόπτης είναι, κατά τη δική του εκτίμηση, ανώτερος από τους συνανθρώπους του και υπερέχει από αυτούς. Ως αποτέλεσμα, ένα τέτοιο άτομο απαιτεί συνήθως υπερβολική τιμή και προσοχή και συμπεριφέρεται στους άλλους με έλλειψη σεβασμού και θρασύτητα.
Κατάσταση της Καρδιάς. Η υπεροψία είναι κακή ιδιότητα και αποτελεί χαρακτηριστικό βαθύτερο από ένα διανοητικό συμπέρασμα. Ο Δαβίδ επικαλέστηκε τον Ιεχωβά, λέγοντας: «Η καρδιά μου δεν υπήρξε υπεροπτική». (Ψλ 131:1· Ησ 9:9· Δα 5:20) Ακόμη και ένα άτομο που υπηρετεί με ταπεινή καρδιά τον Θεό μπορεί να γίνει υπεροπτικό επειδή απέκτησε πλούτο ή δύναμη ή λόγω της ομορφιάς, της επιτυχίας και της σοφίας του ή λόγω των επαίνων που του δίνουν οι άλλοι. Ο Βασιλιάς Οζίας του Ιούδα ήταν τέτοιο άτομο. Κυβέρνησε καλά και απόλαυσε την ευλογία του Ιεχωβά πολλά χρόνια. (2Χρ 26:3-5) Αλλά το Γραφικό υπόμνημα αναφέρει: «Ωστόσο, μόλις έγινε ισχυρός, η καρδιά του έγινε υπεροπτική, μάλιστα μέχρι του σημείου να προκληθεί καταστροφή· ώστε αυτός ενήργησε άπιστα εναντίον του Ιεχωβά του Θεού του και μπήκε στο ναό του Ιεχωβά για να κάψει θυμίαμα πάνω στο θυσιαστήριο του θυμιάματος». (2Χρ 26:16) Ο Οζίας εξύψωσε τον εαυτό του μέχρι του σημείου να εκτελέσει ιερατικά καθήκοντα, προνόμιο από το οποίο ο Θεός είχε αποκλείσει ρητά τους βασιλιάδες του Ισραήλ, διαχωρίζοντας τη βασιλεία από την ιεροσύνη.
Κάποτε, ο καλός Βασιλιάς Εζεκίας έγινε, για μικρό χρονικό διάστημα, υπεροπτικός στην καρδιά, και η υπεροψία του προφανώς μεταδόθηκε στο λαό που κυβερνούσε. Η διακυβέρνησή του είχε εξυψωθεί χάρη στην ευλογία του Ιεχωβά, αλλά ο Εζεκίας δεν συνειδητοποίησε και δεν αναγνώρισε ότι όλη η τιμή θα έπρεπε να δοθεί στον Θεό. Ο συγγραφέας του βιβλίου Δεύτερο Χρονικών λέει για αυτόν: «Αλλά ο Εζεκίας δεν έκανε ανταπόδοση ανάλογη με την ευεργεσία που του έγινε, γιατί η καρδιά του έγινε υπεροπτική και επήλθε αγανάκτηση εναντίον του και εναντίον του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ». Ευτυχώς, συνήλθε και εγκατέλειψε αυτή την επικίνδυνη στάση. Η αφήγηση συνεχίζει: «Εντούτοις, ο Εζεκίας ταπείνωσε τον εαυτό του για την υπεροψία της καρδιάς του, ο ίδιος και οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, και η αγανάκτηση του Ιεχωβά δεν ήρθε πάνω τους στις ημέρες του Εζεκία».—2Χρ 32:25, 26· παράβαλε Ησ 3:16-24· Ιεζ 28:2, 5, 17.
Ο Θεός Εναντιώνεται στην Υπεροψία. Η υπεροψία αποτελεί ανοησία και αμαρτία (Παρ 14:3· 21:4), και ο Ιεχωβά αντιτάσσεται στους υπερόπτες για να τους ρίξει χαμηλά. (2Σα 22:28· Ιωβ 10:16· 40:11· Ψλ 18:27· 31:18, 23· Ησ 2:11, 17) Αν κάποιος δεν αποβάλει την υπεροψία, αυτή θα τον οδηγήσει οπωσδήποτε στην καταστροφή. Το αρχαίο έθνος του Μωάβ, το οποίο όρθωσε το ανάστημά του εναντίον του Θεού και του λαού του, εκμηδενίστηκε. (Ησ 16:6· 25:10, 11· Ιερ 48:29) Ακόμη και το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ δεν γλίτωσε όταν έγινε υπεροπτικό και ανέπτυξε θρασύτητα στην καρδιά του.—Ησ 9:8-12.
Προφύλαξη από την Υπεροψία. Πρέπει, λοιπόν, κανείς να προσέχει πολύ ώστε να κρατάει την υπεροψία έξω από την καρδιά του. Ιδιαίτερα πρέπει να βρίσκεται σε επιφυλακή όταν έχει επιτύχει σε κάποιο εγχείρημα ή όταν του δίνεται υψηλότερη ή πιο υπεύθυνη θέση. Θα πρέπει να έχει κατά νου ότι «η υπερηφάνεια προηγείται της συντριβής και το υπεροπτικό πνεύμα της πτώσης».—Παρ 16:18.
Επιπλέον, το άτομο που επιθυμεί την εύνοια του Θεού πρέπει να αποφεύγει την κολακεία, η οποία τείνει να καλλιεργεί την υπεροψία στους άλλους. Η παροιμία λέει: «Ο ακμαίος άντρας που κολακεύει το συνάνθρωπό του απλώνει δίχτυ για τα βήματά του». (Παρ 29:5) Ο κόλακας, όχι μόνο καταστρέφει το συνάνθρωπό του («το στόμα που κολακεύει προκαλεί καταστροφή»· Παρ 26:28), αλλά έχει και τη δυσμένεια του Θεού. Ο απόστολος Παύλος ήταν προσεκτικός ώστε να αποφεύγει τόσο την κολακεία όσο και την υπεροψία.—1Θε 2:5, 6.