ΛΥΚΟΣ
[εβρ. κείμενο, ζε’έβ· ελλ. κείμενο, λύκος].
Σαρκοφάγο ζώο που μοιάζει με σκύλο, με τον μεγάλο γερμανικό ποιμενικό, αλλά έχει μακρύτερα πόδια, μεγαλύτερα πέλματα, πλατύτερο κεφάλι και ισχυρότερα σαγόνια. Λέγεται ότι στην Παλαιστίνη και στη Συρία οι λύκοι συνήθως κυνηγούν κατά μόνας, καθώς και ανά δύο ή τρεις, αλλά όχι κατά αγέλες. Αναζητούν τη λεία τους υπό την κάλυψη του σκοταδιού, ενώ την ημέρα παραμένουν κρυμμένοι. (Αββ 1:8· Σοφ 3:3) Οι λύκοι είναι άγριοι, αδηφάγοι, τολμηροί και άπληστοι, και συχνά σκοτώνουν περισσότερα πρόβατα από όσα μπορούν να φάνε ή να πάρουν μαζί τους. Γι’ αυτό, ο βοσκός στην αρχαιότητα έπρεπε να είναι θαρραλέος και ευρηματικός για να προστατεύει το ποίμνιό του από τους λύκους.—Ιωα 10:12, 13.
Οι περισσότερες Γραφικές αναφορές στο λύκο είναι αλληγορικές. Στην προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του, παρομοίασε το γιο του τον Βενιαμίν με λύκο, αναφερόμενος αναμφίβολα στις πολεμικές ικανότητες της συγκεκριμένης φυλής. (Γε 49:27· βλέπε ΒΕΝΙΑΜΙΝ Αρ. 2.) Οι αδίστακτοι άρχοντες του Ιούδα (Ιεζ 22:27), οι ψευδοπροφήτες (Ματ 7:15), τα άτομα που εναντιώνονται με αγριότητα στη Χριστιανική διακονία (Ματ 10:16· Λου 10:3), καθώς και οι ψευδοδιδάσκαλοι που θα έθεταν σε κίνδυνο τη Χριστιανική εκκλησία εκ των έσω (Πρ 20:29, 30), παραβάλλονται με λύκους. Σε αντίθεση με τις πασίγνωστες λεηλασίες των λύκων (Ιερ 5:6), ο λύκος και το αρνί απεικονίζονται να συμβιώνουν ειρηνικά κατά τη διακυβέρνηση του Μεσσία και να βόσκουν μαζί. Αυτή η προφητική εικόνα δεν εκπληρώνεται μόνο σε σχέση με αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων, αλλά αναμφίβολα καταδεικνύει ότι ανάλογη ειρήνη θα επικρατεί και ανάμεσα στα ζώα.—Ησ 11:6· 65:25.