ΟΧΟΖΙΑΣ
(Οχοζίας) [Έχει Κρατήσει ο Ιεχωβά].
Το όνομα δύο βασιλιάδων, ενός του Ισραήλ και ενός του Ιούδα.
1. Γιος του Αχαάβ και της Ιεζάβελ και βασιλιάς του Ισραήλ επί δύο χρόνια. Ανέλαβε τη βασιλεία περίπου το 919 Π.Κ.Χ. Ακολούθησε τους ειδωλολάτρες γονείς του στη λατρεία του Βάαλ. (1Βα 22:51-53) Όταν πέθανε ο πατέρας του Οχοζία, ο Μωάβ άδραξε την ευκαιρία και ξεκίνησε ανταρσία για να απαλλαχτεί από το βαρύ φόρο υποτελείας που πλήρωνε—100.000 αρνιά και άλλα τόσα αρσενικά πρόβατα μαζί με το μαλλί τους. (2Βα 1:1· 3:4, 5) Την ανταρσία αυτή περιγράφει ο Βασιλιάς Μησά του Μωάβ στην επιγραφή της Μωαβιτικής Λίθου. Πιθανώς λόγω του ατυχήματος που είχε στη συνέχεια ο Οχοζίας και του πρόωρου θανάτου του, δεν προσπάθησε να καθυποτάξει τους Μωαβίτες.
Ο Οχοζίας σύναψε ναυτική συμμαχία με τον Ιωσαφάτ του Ιούδα η οποία προέβλεπε τη συνεργασία τους σε ένα ναυπηγικό εγχείρημα στην Εσιών-γεβέρ, στον Κόλπο της Άκαμπα. Ο Θεός αποδοκίμασε το σχέδιο εξαιτίας της πονηρίας του Οχοζία, και τα πλοία ναυάγησαν. (2Χρ 20:35-37) Τα εδάφια 1 Βασιλέων 22:48, 49 δείχνουν ότι ο Οχοζίας ζήτησε την άδεια του Ιωσαφάτ για να επανδρωθούν τα πλοία και με ναυτικούς από τον Ισραήλ εκτός από τους ναυτικούς του Ιούδα, αλλά ο Ιωσαφάτ αρνήθηκε. Αν αυτό το αίτημα έγινε προτού ναυαγήσουν τα πλοία, η άρνηση του Ιωσαφάτ πιθανόν να υποδηλώνει απλώς ότι ο Ιωσαφάτ δεν εμπιστευόταν τον Οχοζία και ήταν επιφυλακτικός, φοβούμενος τυχόν επεκτατικές βλέψεις του βόρειου βασιλείου. Αν το αίτημα έγινε μετά τη συντριβή του στόλου, ίσως ο Οχοζίας υπαινισσόταν ότι οι άντρες του Ιωσαφάτ στερούνταν ικανοτήτων και ότι ήταν υπεύθυνοι για το ναυάγιο των πλοίων, γι’ αυτό και πρότεινε να επισκευάσουν τα πλοία και να τα ξαναστείλουν, επανδρωμένα αυτή τη φορά και με ναύτες από τον Ισραήλ. Σε αυτή την περίπτωση, ο Ιωσαφάτ ίσως αρνήθηκε αναγνωρίζοντας τη φανερή αποδοκιμασία του Θεού για το σχέδιο αυτό.
Ένα ατύχημα που έπαθε ο βασιλιάς στο σπίτι του—έπεσε από κάποιο δικτυωτό (το οποίο πιθανώς κάλυπτε έναν φωταγωγό) του ανωγείου του—τον άφησε κατάκοιτο και σοβαρά άρρωστο. (2Βα 1:2) Ο Οχοζίας, σαν να μην υπήρχε πια ο αληθινός Θεός, έστειλε αγγελιοφόρους στον θεό των Φιλισταίων Βάαλ-ζεβούλ για να ρωτήσει τι προοπτικές ανάρρωσης είχε. Ο προφήτης Ηλίας τούς σταμάτησε στο δρόμο, και οι αγγελιοφόροι γύρισαν πίσω και μετέφεραν στο βασιλιά το μήνυμα ότι το κρεβάτι όπου κειτόταν άρρωστος θα γινόταν και το νεκροκρέβατό του. Αντί να ταπεινωθεί, ο Οχοζίας έστειλε 50 άντρες με τον πεντηκόνταρχό τους να του φέρουν τον Ηλία. Τόσο αυτό το απόσπασμα όσο και ένα δεύτερο, όταν ανακοίνωσαν στον Ηλία τη διαταγή του βασιλιά να “κατεβεί” από το βουνό όπου καθόταν, εξολοθρεύτηκαν με φωτιά. Ένα τρίτο απόσπασμα που έστειλε ο πείσμων βασιλιάς γλίτωσε μόνο και μόνο επειδή ο αρχηγός του ικέτευσε με σεβασμό τον Ηλία “να σταθεί πολύτιμη στα μάτια” του η ζωή η δική του και των αντρών του. Τότε ο Ηλίας κατέβηκε και επέδωσε το άγγελμα θανάτου στον Οχοζία κατά πρόσωπο. Ο Οχοζίας τελικά πέθανε και, επειδή δεν είχε γιο, τον διαδέχθηκε ο αδελφός του ο Ιωράμ.—2Βα 1:2-17.
2. Γιος του Ιωράμ και της Γοθολίας, για τον οποίο αναφέρεται ότι διατέλεσε βασιλιάς του Ιούδα επί έναν χρόνο (περ. 906 Π.Κ.Χ.). Στη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του εισέβαλαν στον Ιούδα οι Φιλισταίοι και οι Άραβες και αιχμαλώτισαν όλους τους γιους του Ιωράμ εκτός από τον νεότερο, τον Ιωάχαζ (Οχοζία). (2Χρ 21:16, 17· 22:1) Ήταν νεαρός, 22 ετών, όταν ανέβηκε στο θρόνο, και η δεσποτική μητέρα του η Γοθολία, κόρη του Αχαάβ και της Ιεζάβελ, τον επηρέασε προς την πονηρία. (2Βα 8:25-27· 2Χρ 22:2-4) Συνόδευσε τον Βασιλιά Ιωράμ του Ισραήλ (θείο του από τη συγγένεια της μητέρας του) σε μια μάχη εναντίον της Συρίας στη Ραμώθ-γαλαάδ, στην οποία ο Ιωράμ τραυματίστηκε. Αργότερα, ο Οχοζίας επισκέφτηκε τον Ιωράμ ενόσω αυτός ανέρρωνε στην Ιεζραέλ.—2Βα 8:28, 29· 9:15· 2Χρ 22:5, 6.
Αν συνδυάσουμε τις δύο αφηγήσεις (2Βα 9:21-28· 2Χρ 22:7-9), προκύπτει ότι προφανώς συνέβησαν τα εξής: Ο Ιηού, πλησιάζοντας στην Ιεζραέλ, συνάντησε τον Ιωράμ και τον Οχοζία. Ο Ιηού πάταξε τον Ιωράμ, αλλά ο Οχοζίας διέφυγε. Σε εκείνη τη φάση, ο Ιηού δεν καταδίωξε τον Οχοζία αλλά συνέχισε ως την Ιεζραέλ για να ολοκληρώσει το εκτελεστικό έργο που είχε να επιτελέσει εκεί. Στο μεταξύ ο Οχοζίας, ο οποίος είχε τραπεί σε φυγή, προσπάθησε να ξαναγυρίσει στην Ιερουσαλήμ, αλλά κατάφερε να φτάσει μόνο μέχρι τη Σαμάρεια, όπου προσπάθησε να κρυφτεί. Οι άντρες του Ιηού οι οποίοι καταδίωκαν τον Οχοζία τον ανακάλυψαν στη Σαμάρεια, τον συνέλαβαν και τον έφεραν στον Ιηού, ο οποίος βρισκόταν κοντά στην πόλη Ιβλεάμ, όχι μακριά από την Ιεζραέλ. Όταν ο Ιηού είδε τον Οχοζία, διέταξε τους άντρες του να τον σκοτώσουν στο άρμα του. Εκείνοι τον χτύπησαν και τον τραυμάτισαν καθ’ οδόν προς τη Γουρ, κοντά στην Ιβλεάμ, αλλά τον άφησαν να διαφύγει, και αυτός κατέφυγε στη Μεγιδδώ όπου πέθανε από τα τραύματά του. Έπειτα τον πήραν στην Ιερουσαλήμ και τον έθαψαν εκεί. Οι αφηγήσεις για το θάνατό του δεν αντιφάσκουν μεταξύ τους αλλά συμπληρώνουν η μία την άλλη.
Το εδάφιο 2 Χρονικών 22:7 τονίζει ότι ο θάνατος του Οχοζία προήλθε «από τον Θεό», άρα λοιπόν ο Ιηού, θανατώνοντας αυτόν τον άντρα που είχε συμπράξει με τον καταδικασμένο οίκο του Αχαάβ, ενήργησε ως εκτελεστής εντεταλμένος από τον Θεό. Ο Οχοζίας αναφέρεται και ως «Αζαρίας» στο εδάφιο 2 Χρονικών 22:6 (παρότι σε αυτό το σημείο 15 εβραϊκά χειρόγραφα λένε «Οχοζίας») και ως «Ιωάχαζ» στα εδάφια 2 Χρονικών 21:17· 25:23 (όπου έχουμε μια περίπτωση μετάθεσης του θεϊκού ονόματος, ώστε αυτό να αποτελεί πρόθημα της λέξης αντί για επίθημα).