ΕΥΦΡΑΤΗΣ
(Ευφράτης).
Το μεγαλύτερο και σημαντικότερο ποτάμι της νοτιοδυτικής Ασίας, αποκαλούμενο Φιράτ Νεχρί στην τουρκική, ένα όνομα που μοιάζει πολύ με το εβραϊκό όνομα Περάθ και το αρχαίο περσικό όνομα Ουφράτου. Ο Ευφράτης μνημονεύεται για πρώτη φορά στο εδάφιο Γένεση 2:14 ως ένας από τους τέσσερις ποταμούς που πήγαζαν κάποτε από την Εδέμ.
Όριο της Περιοχής που Παραχωρήθηκε στον Ισραήλ. Ο Θεός σύναψε διαθήκη με τον Αβραάμ, δηλώνοντάς του ότι θα έδινε στο σπέρμα του τη γη που εκτεινόταν «από τον ποταμό της Αιγύπτου ως το μεγάλο ποταμό, τον ποταμό Ευφράτη». (Γε 15:18) Αυτή η υπόσχεση δόθηκε ξανά στο έθνος του Ισραήλ. (Εξ 23:31· Δευ 1:7, 8· 11:24· Ιη 1:4) Το εδάφιο 1 Χρονικών 5:9 δηλώνει ότι κατά την περίοδο πριν από τη βασιλεία του Δαβίδ ορισμένοι απόγονοι του Ρουβήν επέκτειναν τον τόπο της κατοικίας τους «μέχρι την είσοδο της ερήμου στον ποταμό Ευφράτη». Ωστόσο, δεδομένου ότι ο Ευφράτης βρίσκεται περίπου 800 χλμ. μακριά, προς τα «ανατολικά της Γαλαάδ» (1Χρ 5:10), αυτό μπορεί απλώς να σημαίνει ότι οι Ρουβηνίτες επέκτειναν την περιοχή τους Α της Γαλαάδ, στις παρυφές της Συριακής Ερήμου, η οποία φτάνει μέχρι τον Ευφράτη. (Η RS λέει: «μέχρι την είσοδο της ερήμου από αυτή την πλευρά του Ευφράτη»· JB: «στην αρχή της ερήμου που καταλήγει στον ποταμό Ευφράτη»· βλέπε επίσης ΚΛΠ.) Φαίνεται λοιπόν ότι η υπόσχεση του Ιεχωβά εκπληρώθηκε στο ακέραιο για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ και του Σολομώντα, όταν τα όρια της επικράτειας του Ισραήλ διευρύνθηκαν περικλείοντας το αραμαϊκό βασίλειο της Ζωβά, με αποτέλεσμα να φτάσουν μέχρι τις όχθες του Ευφράτη, προφανώς κατά μήκος του τμήματος που διαρρέει τη βόρεια Συρία. (2Σα 8:3· 1Βα 4:21· 1Χρ 18:3-8· 2Χρ 9:26) Λόγω της σπουδαιότητάς του, συχνά ονομαζόταν απλώς “ο Ποταμός”.—Ιη 24:2, 15· Ψλ 72:8.
Πηγές και Διαδρομή. Ο Ευφράτης, του οποίου το μήκος φτάνει τα 2.700 χλμ. περίπου, έχει ως πηγές του δύο, κυρίως, ποταμούς. Ο ένας, που είναι γνωστός ως Καρά Σου, πηγάζει από τη βορειοανατολική Τουρκία, περίπου 100 χλμ. μακριά από τη νοτιοανατολική γωνία της Μαύρης Θάλασσας. Οι πηγές του άλλου, του Μουράτ Νεχρί, βρίσκονται ανάμεσα στη λίμνη Βαν και στο όρος Αραράτ, περίπου σε ίση απόσταση και από τα δύο. Σχεδόν στο μέσο της περιοχής που χωρίζει τους δύο ποταμούς βρίσκεται η κοιλάδα του ποταμού Αράξ, ο οποίος, όπως πιστεύουν μερικοί, συνδέεται με τον ποταμό Γιών του εδαφίου Γένεση 2:13. Ο Καρά Σου και ο Μουράτ Νεχρί ρέουν σχεδόν παράλληλα με κατεύθυνση προς τα Δ μέχρις ότου ενώνονται κοντά στην πόλη Κεμπάν, σε υψόμετρο περίπου 610 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Από εκείνο το σημείο και έπειτα οι δύο ποταμοί σχηματίζουν από κοινού τον καθαυτό Ευφράτη. Έπειτα από 640 χλμ. περίπου ορεινής διαδρομής, με αφετηρία τις αρχικές πηγές του Μουράτ Νεχρί, ο ποταμός στη συνέχεια στρίβει νότια καλύπτοντας απόσταση περίπου 480 χλμ., κατά μήκος της οποίας η ροή του διακόπτεται από διάφορους καταρράκτες και κλιμακώσεις, ώσπου τελικά ξεπροβάλλει στην πεδιάδα της Συρίας, κοντά στη θέση της αρχαίας Χαρκεμίς.
Το ρηχό πέρασμα στη Χαρκεμίς. Η Χαρκεμίς έλεγχε το κυριότερο πέρασμα το οποίο χρησιμοποιούσαν τα στρατεύματα ή τα καραβάνια που πήγαιναν από τη βόρεια Μεσοποταμία στη βόρεια Συρία. Η Χαρκεμίς ήταν μια μεγάλη οχυρωμένη πόλη που αργότερα περιήλθε υπό ασσυριακή κυριαρχία. (Ησ 10:5-9) Ο Φαραώ Νεχαώ κατέλαβε την πόλη γύρω στο 629 Π.Κ.Χ., αφού συγκρούστηκε με το στρατό του Ιωσία στη Μεγιδδώ και θανάτωσε αυτόν το βασιλιά του Ιούδα καθώς πήγαινε εκεί. (2Βα 23:29· 2Χρ 35:20-24) Περίπου τρία με τέσσερα χρόνια αργότερα (625 Π.Κ.Χ.), τα στρατεύματα του Ναβουχοδονόσορα πέρασαν τον Ευφράτη και νίκησαν τους Αιγυπτίους στη Χαρκεμίς, σηματοδοτώντας την πλήρη παρακμή της κυριαρχίας της Αιγύπτου στη Συροπαλαιστίνη.—Ιερ 46:2, 6, 10· 2Βα 24:7.
Από τη Χαρκεμίς στον Περσικό Κόλπο. Στο ύψος της Χαρκεμίς ο Ευφράτης απέχει από τη Μεσόγειο μόνο 160 χλμ. περίπου. Ωστόσο, ο ποταμός στη συνέχεια στρίβει, διαγράφοντας νοτιοανατολική πορεία με κατεύθυνση τον Περσικό Κόλπο, ο οποίος βρίσκεται 1.100 και πλέον χλμ. μακριά. Ο μέσος ρους του Ευφράτη εκτείνεται από τη Χαρκεμίς μέχρι την πόλη Χιτ, που βρίσκεται σε μια περιοχή με λάκκους ασφάλτου, και η ροή του ενισχύεται από τα νερά των ποταμών Μπαλίκ και Χαμπούρ. Μετά τη Χιτ ο ποταμός διαρρέει την εύφορη πεδιάδα της Μεσοποταμίας, και περίπου 80 χλμ. νοτιότερα της Χιτ, στα περίχωρα της Βαγδάτης, πλησιάζει τον ποταμό Τίγρη σε απόσταση 40 χλμ. Σε αυτό το κατώτερο τμήμα του, ο Ευφράτης χάνεται μέσα στα εκτεταμένα έλη και στα κατεστραμμένα κανάλια, και η ροή του γίνεται πολύ αργή.
Ο Ευφράτης και ο Τίγρης ενώνονται τελικά κοντά στην Μπάσρα, και από το σημείο της συμβολής τους μέχρι τον Περσικό Κόλπο ο ποταμός είναι γνωστός ως Σατ-αλ-Άραμπ. Σύμφωνα με τον Πλίνιο και με άλλους αρχαίους ιστορικούς, η εκβολή του Ευφράτη στη θάλασσα αρχικά βρισκόταν σε διαφορετικό σημείο από αυτήν του Τίγρη. (Φυσική Ιστορία [Naturalis Historia], VI, XXVI, 128-131) Πιστεύεται γενικά ότι οι προσχώσεις των δύο ποταμών έχουν προεκτείνει την περιοχή του δέλτα στο μυχό του Περσικού Κόλπου και ότι στο παρελθόν η ακτογραμμή βρισκόταν πολύ πιο Β, ενδεχομένως στο ύψος της αρχαίας πόλης Ουρ των Χαλδαίων, όπου ζούσε αρχικά ο Αβραάμ.
Η στάθμη των νερών του Ευφράτη φτάνει στο χαμηλότερο σημείο τον Σεπτέμβριο και στη συνέχεια αυξάνεται σταθερά μέχρι τον Μάιο, οπότε και φτάνει στο σύνηθες ανώτερο σημείο της. Λόγω του ότι λιώνουν τα χιόνια, την άνοιξη σημειώνονται πλημμύρες. Η ετήσια υπερχείλιση τόσο του Ευφράτη όσο και του Τίγρη είναι αναμφίβολα ο λόγος για τον οποίο ο Ησαΐας περιγράφει τη Βαβυλωνία ως “την έρημο της θάλασσας”. (Ησ 21:1, 2) Οι πλημμύρες αυτές ελέγχονταν κατά την αρχαιότητα με αναχώματα και υδροφράκτες που παροχέτευαν τα νερά σε αρδευτικά κανάλια και σε υδροταμιευτήρες. Αυτά τα κανάλια σχημάτιζαν ένα αρδευτικό δίκτυο ανάμεσα στον Ευφράτη και στον Τίγρη το οποίο διασφάλιζε την παραγωγικότητα του μεγαλύτερου μέρους της κάτω Βαβυλωνίας. Με το πέρασμα των αιώνων, τα κανάλια γενικά έφραξαν και έκλεισαν, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της γεωργίας. Η συσσώρευση αλάτων στο έδαφος εξαιτίας της άρδευσης συνέτεινε επίσης στη σταδιακή διάβρωση της άλλοτε εύφορης κοιλάδας.
Κυριότερες Πόλεις. Στις όχθες του Ευφράτη ήταν χτισμένες πολλές αρχαίες πόλεις, όπως η Ουρ, η Ερέχ, η Κις και η Βαβυλώνα. Ο ρους του ποταμού προφανώς έχει μετατοπιστεί κάπως Δ, γι’ αυτό και οι περισσότερες αρχαίες τοποθεσίες βρίσκονται τώρα αρκετά χιλιόμετρα Α του ποταμού.
Η μεγάλη πόλη της Βαβυλώνας ήταν αρχικά χτισμένη και στις δύο όχθες του Ευφράτη, και τα νερά του ποταμού σχημάτιζαν μια πλατιά και βαθιά τάφρο που περιέβαλλε την πόλη, καθώς και ένα δίκτυο καναλιών μέσα από τα τείχη της πόλης. Κατά την πτώση της Βαβυλώνας το 539 Π.Κ.Χ., ο Κύρος εξέτρεψε τα νερά του Ευφράτη και έτσι μπόρεσαν οι στρατιές του να βαδίσουν μέσα από την κοίτη του ποταμού και να εισβάλουν στην ανυποψίαστη πόλη. Με αυτόν τον τρόπο, ο Ευφράτης “ξεράθηκε”. (Ησ 44:27, 28· 45:1) Συμβολικά, έχει προφητευτεί ότι θα επέλθει το ίδιο αποτέλεσμα από το άδειασμα της “κούπας” του έκτου αγγέλου «στο μεγάλο ποταμό Ευφράτη», όπως περιγράφεται στο εδάφιο Αποκάλυψη 16:12. Το επόμενο κεφάλαιο περιγράφει την καταστροφή της συμβολικής “Βαβυλώνας της Μεγάλης”, η οποία αναφέρεται ότι «κάθεται πάνω σε πολλά νερά», που αντιπροσωπεύουν «λαούς και πλήθη και έθνη και γλώσσες».—Απ 17:1, 5, 15-18.
Ο Ευφράτης ως Σύνορο. Η Επίσκεψη του Ιερεμία Εκεί. Ο Ευφράτης Ποταμός αποτελούσε το βόρειο σύνορο της διαφιλονικούμενης περιοχής της Παλαιστίνης και της Συρίας, για την οποία μάχονταν η Αίγυπτος και η Βαβυλώνα, γι’ αυτό και στην εποχή της Περσικής Αυτοκρατορίας χώριζε την Ανατολή από τη Δύση, πράγμα που υποδηλώνεται από την έκφραση «πέρα από τον Ποταμό». (Εσδ 4:10, 11· 5:3· 6:6· Νε 2:7) Μεταγενέστερα, ο Ευφράτης ήταν επίσης το ανατολικό όριο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Τα εδάφια Ιερεμίας 13:1-7 έχουν αποτελέσει αντικείμενο αρκετής συζήτησης, δεδομένου ότι ένα ταξίδι του Ιερεμία από την Ιερουσαλήμ ως τον ποταμό Ευφράτη, ακόμη και ως το κοντινότερο σημείο του, λίγο νοτιότερα της Χαρκεμίς, σήμαινε ότι ο Ιερεμίας έπρεπε να διανύσει 500 και πλέον χλμ. για να πάει και άλλα τόσα για να γυρίσει, και το κείμενο υποδηλώνει ότι ενδεχομένως έκανε το ταξίδι δύο φορές (αν και το μεσοδιάστημα δεν προσδιορίζεται). Εν προκειμένω, μια μετάφραση από την Ιουδαϊκή Εκδοτική Εταιρία απλώς μεταγράφει την εβραϊκή λέξη ως «Περάθ», και μερικοί υποστηρίζουν ότι δεν γίνεται λόγος για τον Ευφράτη αλλά για τη Φαρά (Ιη 18:23), κοντά στην Αναθώθ, μερικά χιλιόμετρα μακριά από την Ιερουσαλήμ. Ωστόσο, η επανάληψη του ονόματος Περάθ (Ευφράτης) τέσσερις φορές στην αφήγηση προφανώς δείχνει ότι η κατονομαζόμενη τοποθεσία είχε ουσιαστική σχέση με την προφητική εικόνα που αναπαριστούσε ο Ιερεμίας, ενώ το ασήμαντο χωριό Φαρά δεν θα προσέδιδε, όπως φαίνεται, κάποια ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός. Αν και μερικοί επισημαίνουν ότι σε αυτά τα εδάφια δεν χρησιμοποιείται μαζί με το όνομα Περάθ η εβραϊκή λέξη ναχάρ (ποταμός), πρέπει να σημειωθεί ότι η λέξη αυτή λείπει και από το εδάφιο Ιερεμίας 51:63, παρότι η αναφορά στον Ευφράτη Ποταμό εκεί είναι προφανής. Επομένως, δεν φαίνεται να υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να συμπεράνουμε ότι η αφήγηση στα εδάφια Ιερεμίας 13:1-7 αναφέρεται σε κάτι άλλο εκτός από τον Ευφράτη Ποταμό.
Είναι πολύ πιθανό ότι το περιστατικό κατά το οποίο ο Ιερεμίας έκρυψε τη ζώνη κοντά στον ποταμό έλαβε χώρα στην ευρύτερη τουλάχιστον περιοχή του σημείου διάβασης του Ευφράτη από τα βαβυλωνιακά στρατεύματα υπό τον Ναβουχοδονόσορα, κατά την προέλασή τους η οποία οδήγησε τελικά στην ερήμωση του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ. Όπως και να έχουν τα πράγματα, το ταξίδι, ή ενδεχομένως τα δύο ταξίδια, του Ιερεμία στον Ευφράτη πρέπει να προσέδωσε οπωσδήποτε εντυπωσιακή βαρύτητα στο προειδοποιητικό άγγελμα που αποσκοπούσε να μεταδώσει αυτή η ενέργεια στον πνευματικά διεφθαρμένο λαό του βασιλείου του Ιούδα.—Παράβαλε Ιερ 2:18, 19.