Κεφάλαιον 3
Όταν ο Άνθρωπος Ήταν με τον Θεό στον Παράδεισο
1. Πόσον καιρό ήταν ο Θεός ο Μόνος που υπήρχε, και γιατί;
ΣΚΕΦΘΗΚΑΤΕ ποτέ τι σημαίνουν οι φράσεις «ο Ποιήσας τους ουρανούς» και, ‘ο Θεός, όστις έκτισε τα πάντα’; Αυτές οι φράσεις δείχνουν ότι υπήρχε κάποτε χρόνος που ο Θεός ήταν εντελώς μόνος. (Ησαΐας 42:5· Εφεσίους 3:9) Δεν υπήρχε κανένα δημιούργημα. Στο αιώνιο παρελθόν αυτός ο Θεός ήταν εντελώς μόνος και δεν είχε γίνει ακόμη Δημιουργός. Γι’ αυτό ο προφήτης Μωυσής είπε σε μια προσευχή του στον Θεό: «Πριν γεννηθώσι τα όρη, και πλάσης την γην και την οικουμένην, και από του αιώνος έως του αιώνος, συ είσαι ο Θεός.» (Ψαλμός 90:2) Στη διάρκεια όλου αυτού του αιωνίου παρελθόντος πριν από τη δημιουργία ο Θεός έχαιρε με τον Εαυτό του.
2. Στο πέρασμα του χρόνου τι απεφάσισε ο Θεός να κάμη και ποια ευθύνη του έφερε αυτό;
2 Ήλθε ο καιρός που ο Θεός αποφάσισε να γίνη ένας Πατέρας. Αυτό δεν εσήμαινε ότι θα εγίνετο Δημιουργός πραγμάτων χωρίς ζωή και χωρίς νοημοσύνη. Εσήμαινε να δώση ύπαρξι σε λογικά όντα με ζωή, σε υιούς που θα είχαν κάποια ομοιότητα με τον Πατέρα τους. Απεφάσισε λοιπόν ν’ αναλάβη την ευθύνη μιας οικογενείας με υιούς. Τι είδους υιούς θέλησε να παραγάγη πρώτα; Όχι ανθρώπινους υιούς, διότι σ’ αυτή την περίπτωσι έπρεπε πρώτα να παραγάγη μια υδρόγειο σφαίρα επάνω στην οποία θα μπορούσαν να ζουν. Λογικά, λοιπόν, ο Θεός θέλησε να δημιουργήση υιούς οι οποίοι, όπως ο Ίδιος, θα ήσαν ουράνιοι, θα ήσαν πνεύματα, όπως Αυτός είναι πνεύμα. Γι’ αυτό θα ήσαν πνευματικοί υιοί, που θα μπορούσαν να τον βλέπουν και να Τον πλησιάζουν με άμεσο τρόπο και με τους οποίους ο Θεός θα μπορούσε να επικοινωνή απ’ ευθείας.
3. Πώς η ύπαρξις των ουρανίων υιών του Θεού και πριν από τη δημιουργία της γης ακόμη, τίθεται υπ’ όψιν μας;
3 Η ύπαρξις τέτοιων πνευματικών υιών του Θεού δεν είναι απλή θρησκευτική φαντασία. Ο συγγραφεύς του Γραφικού βιβλίου του Ιώβ, πιθανώς ο προφήτης Μωυσής, ομιλεί γι’ αυτούς στο πρώτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου, λέγοντας: «Ημέραν δε τινά ήλθον οι υιοί του Θεού δια να παρασταθώσιν ενώπιον του Ιεχωβά.» (Ιώβ 1:6) Μια δεύτερη συνάντησις αυτών των ουρανίων υιών του αληθινού Θεού τίθεται υπ’ όψιν μας στο εδάφιον Ιώβ 2:1. Το γεγονός ότι αυτοί οι πνευματικοί υιοί του Θεού υπήρξαν στους αόρατους ουρανούς πριν από τη δημιουργία της γης μάς τονίζεται καθαρά όταν ο Θεός ομιλή στον άνθρωπο Ιώβ από το αόρατο βασίλειο και τον ρωτά: «Που ήσο ότε εθεμελίωνον την γην; . . . Ότε τα άστρα της αυγής έψαλλον ομού και πάντες οι υιοί του Θεού ηλάλαζον;» Προφανώς αυτοί οι υιοί του Θεού, που λαμποκοπούσαν όπως τα πρωινά άστρα του ουρανού, έδειξαν ενδιαφέρον για τον σκοπό του Θεού να δημιουργήση τη γη μας και εθαύμαζαν τον τρόπο με τον οποίον εδημιούργησε τη γη, με το να «εκτείνη τον βορέαν επί το κενόν· κρεμά την γην επί το μηδέν» στο διάστημα.—Ιώβ 38:4-7· 26:7.
4. (α) Πώς θα μπορούσε ορθώς να ονομασθή ο πρώτος υιός του Θεού ως προς τη δημιουργία και τη θεία οικογένεια; (β) Πώς η «σοφία» ομιλεί αφ’ εαυτής στις Παροιμίες 8:22-31.
4 Ποιος ήταν ο πρώτος πνευματικός υιός, τον οποίον εδημιούργησε ο Θεός; Αυτός, λόγω της προτεραιότητός του, ορθά θα εκαλείτο η αρχή της κτίσεως του Θεού. Επειδή αυτός ήταν το πρώτο μέλος της ουρανίου οικογενείας του Θεού, θα μπορούσε επίσης να κληθή «πρωτότοκος πάσης κτίσεως.» Ο συλλογισμός μας σ’ αυτό εδώ, μας υπενθυμίζει εκείνο που λέγεται στο όγδοο κεφάλαιο του βιβλίου των Παροιμιών, όπου η θεία σοφία παριστάνεται σαν ένα πρόσωπο που μιλεί για τον εαυτό του. Βέβαια, στο πρωτότυπο Εβραϊκό κείμενο των Παροιμιών η λέξις «σοφία» (χακμάχ) είναι θηλυκού γένους και χαρακτηρίζεται σαν ένα θηλυκό πρόσωπο. (Παροιμίαι 8:1-4) Φυσικά, η θεία σοφία δεν έχει καμμιά ξεχωριστή ύπαρξι από τον Θεό. Η σοφία πάντοτε υπήρχε σ’ Αυτόν και γι’ αυτό δεν δημιουργήθηκε. Γι’ αυτόν τον λόγον ενδιαφέρει ν’ ακούσωμε πώς η σοφία ομιλεί για τον εαυτόν της σαν ένα θηλυκού γένους πρόσωπο, ειδικά όταν προχωρή και λέγη:
«Ο Κύριος [Εβραιστί: ΓΧΒΧ, ΠΙΠΙ’] με εδημιούργησε ως την αρχή των οδών αυτού, το πρώτον των έργων αυτού από την αρχή. Προ του αιώνος με έχρισεν, απ’ αρχής, από των αρχαιοτάτων χρόνων της γης. Εγεννήθην ότε δεν ήσαν αι άβυσσοι, ότε δεν υπήρχον αι πηγαί αι αναδρύουσαι ύδατα· πριν τα όρη θεμελιωθώσι, προ των λόφων, εγώ εγεννήθην· ενώ δεν είχεν έτι κάμει την ξηράν, ούτε κορυφάς χωμάτων της οικουμένης. Ότε ητοίμαζε τους ουρανούς, εγώ ήμην εκεί ότε περιέγραψε καμάραν υπεράνω του προσώπου της αβύσσου· ότε εστερέωνε τον αιθέρα επάνω· ότε ωχύρωνε τας πηγάς της αβύσσου· ότε επέβαλλε τον νόμον αυτού εις την θάλασσαν, να μη παραβώσι τα ύδατα το πρόσταγμα αυτού· ότε διέταττε τα θεμέλια της γης· τότε ήμην πλησίον αυτού δημιουργούσα· και εγώ ήμην καθ’ ημέραν η τρυφή αυτού, εφραινομένη πάντοτε ενώπιον αυτού, ευφραινομένη εις την οικουμένην, την γην αυτού· και η τρυφή μου ήτο μετά των υιών των ανθρώπων.»—Παροιμίαι 8:22-31, Μετάφρασις Ραββίνου Ισαάκ Λήσερ, 1853.
5. Γιατί οι Ιουδαίοι, ηγέται διερωτώνται πώς αυτά τα λόγια των Παροιμιών εφαρμόσθηκαν στην Εποχή μας;
5 Οι Ιουδαίοι ηγέται ενδιαφέρονται για την εφαρμογή που μπορεί να γίνη στα ανωτέρω Γραφικά εδάφια. Στην έκδοσι Σονσίνο των Παροιμιών το 1945, διαβάζομε στην υποσημείωσι αυτού του μέρους: «Για τον Ιουδαίο αναγνώστη αυτή η ερμηνεία έχει πολύ σπουδαιότητα λόγω της Χριστολογικής χρήσεως αυτού του μέρους που γίνεται από τους πρώτους Πατέρας της Εκκλησίας.a Οπωσδήποτε, το εδάφιο Παροιμίαι 8:22 ομιλεί για κάτι ως δημιουργημένο ως την αρχή των οδών του Ιεχωβά Θεού, ως «το πρώτον των έργων αυτού από την αρχή.» Μια ‘δημιουργημένη’ σοφία!
ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ, ΑΓΓΕΛΟΙ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ
6. Τι λέγεται για τα χερουβείμ στη Γένεσι, και στους Ψαλμούς;
6 Οι Άγιες Γραφές διαιρούν αυτούς τους ουρανίους «υιούς του Θεού» τουλάχιστον σε τρεις τάξεις. Η πρώτη απ’ αυτές τις τάξεις που αναφέρονται είναι η τάξις των «χερουβείμ.» Το εδάφιον Γένεσις 3:24 περιγράφει μερικά χερουβείμ που τοποθετήθηκαν από τον Θεό στα ανατολικά του Παραδείσου «δια να φυλάττωσι την οδόν του ξύλου της ζωής.» Το ότι τα χερουβείμ είναι άμεσα κοντά στη θέσι εξουσίας που κατέχει ο Θεός και ότι την υποστηρίζουν πιστά, το εκθέτει ο Ψαλμωδός Ασάφ, λέγοντας: «Ο καθήμενος επί των χερουβείμ, εμφανίσθητι.» (Ψαλμός 80:1) Ο Ψαλμός 99:1 εφιστά την προσοχή μας στο ίδιο πράγμα λέγοντας: «Ο Ιεχωβά βασιλεύει, ας τρέμωσιν οι λαοί· ο καθήμενος επί των χερουβείμ, ας σεισθή η γη.»
7. Πότε και πώς ο βασιλεύς Εζεκίας συσχέτισε τα χερουβείμ με τον Θεό;
7 Επίσης, ο Βασιλεύς Εζεκίας, που εκπροσωπούσε τον Ύψιστο Θεό στον ορατό θρόνο της Ιερουσαλήμ, συσχέτισε τα χερουβείμ με τον ουράνιο θρόνο του Υπέρτατου Κυρίαρχου του σύμπαντος, όταν προσευχήθηκε: «Ιεχωβά των δυνάμεων, Θεέ του Ισραήλ, ο καθήμενος επί των χερουβείμ, συ αυτός είσαι ο Θεός, ο μόνος, πάντων των βασιλείων της γης· συ έκαμες τον ουρανόν και την γην.» (Ησαΐας 37:16) Έτσι, κατ’ επανάληψιν, ο μέγας Δημιουργός, ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, φαίνεται ενθρονισμένος επάνω στους ουρανίους «υιούς του Θεού» που είναι γνωστοί ως χερουβείμ.
8. Στη ζωή του Αβραάμ, του Λωτ και του Ιακώβ τι επεβεβαίωσε την ύπαρξι αγγέλων;
8 Εκτός απ’ αυτούς τους ‘υιούς του Θεού,’ τα χερουβείμ, υπάρχει και μια γενική τάξις αγγέλων. Δεν υπάρχει ιστορικός λόγος να αμφιβάλλωμε για την ύπαρξι των αοράτων αυτών πνευματικών πλασμάτων, διότι έχουν κάμει πολλές επιβεβαιωμένες εμφανίσεις σε ανθρώπους. Το έτος 1919 π.Χ. περίπου, τρεις αγγελικοί εκπρόσωποι του Ιεχωβά Θεού υλοποιήθηκαν με σάρκα και εμφανίσθηκαν στον πατριάρχη Αβραάμ την ώρα που καθόταν κάτω από μερικά μεγάλα δένδρα στη Μαμβρή της Χαναάν, μιας χώρας της Παλαιστίνης. Λίγο αργότερα, δυο απ’ αυτούς τους υλοποιηθέντας αγγέλους επισκέφθηκαν τον Λωτ, ανεψιό του Αβραάμ, στην πόλι των Σοδόμων κοντά στη Νεκρά θάλασσα την προηγουμένη μέρα της καταστροφής αυτής της διεφθαρμένης πόλεως με φωτιά και θειάφι, που έβρεξε από τον ουρανό επάνω στην πόλι. (Γένεσις 18 έως 19:29) Μετά από ένα αιώνα και πλέον, ο εγγονός του Αβραάμ Ιακώβ επέστρεφε προς νότον, εκεί που ο πάππος του συνήθιζε να κατασκηνώνη και είχε την πείρα που αναφέρεται στη Γένεσι, κεφάλαιον 32:1, 2: «Και απήλθεν ο Ιακώβ εις την οδόν αυτού· και συνήντησαν αυτόν οι άγγελοι του Θεού. Και ότε είδεν αυτούς ο Ιακώβ είπε, Στρατόπεδον Θεού είναι τούτο· και εκάλεσε το όνομα του τόπου εκείνου Μαχαναΐμ [που σημαίνει ‘Δυό Στρατόπεδα’].»
9. (α) Τι σημαίνει επίσης η λέξις «άγγελος»; (β) Πώς χρησιμοποιούνται οι άγγελοι τους οποίους η δύναμις των Ανθρώπων δεν μπορεί να εμποδίση;
9 Η Γραφική λέξις άγγελος σημαίνει επίσης ‘αγγελιοφόρος,’ όπως διαβάζομε στο Μαλαχία 3:1. «Ιδού, εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου [ή, τον αγγελιοφόρον μου, ΜΝΚ], και θέλει κατασκευάσει την οδόν έμπροσθέν μου.» Σε πολλές περιπτώσεις οι ουράνιοι άγγελοι εστάλησαν με τον σκοπό να μεταδώσουν ένα άγγελμα ή με την αποστολή να κάμουν ένα ειδικό έργο. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να εμποδίσουν την πραγματοποίησι της αποστολής που έχουν οι άγγελοι από τον Θεό, διότι οι άγγελοι αυτοί έχουν εξουσία και δύναμι ανώτερη από την εξουσία και τη δύναμι των ανθρώπων. Ο Ψαλμωδός ανεγνώρισε αυτό το γεγονός και είπε: «Ο Ιεχωβά ητοίμασε τον θρόνον αυτού εν τω ουρανώ, και η βασιλεία αυτού δεσπόζει τα πάντα. Ευλογείτε τον Ιεχωβά, άγγελοι αυτού, δυνατοί εν ισχύι, οι εκτελούντες τον λόγον αυτού, οι ακούοντες της φωνής του λόγου αυτού. Ευλογείτε τον Ιεχωβά πάσαι αι δυνάμεις αυτού, λειτουργοί αυτού, οι εκτελούντες το θέλημα αυτού.»—Ψαλμ. 103:19-21.
10. (α) Ποια στάσι έχουν τα σεραφείμ ενώπιον του προσώπου του Θεού; (β) Ποια πείρα είχε ο Ησαΐας με τα σεραφείμ και τι δείχνει αυτό;
10 Μια άλλη τάξις των ουρανίων «υιών του Θεού» είναι η τάξις των σεραφείμ. Αυτά τα πνευματικά πλάσματα δίνουν μεγάλο σεβασμό στα πρόσωπο του Θεού. Αυτό φαίνεται από τη θαυματουργική δράσι που δόθηκε στον προφήτη Ησαΐα. Ας προσέξωμε την περιγραφή του: «Κατά το έτος εν ω απέθανεν Οζίας ο βασιλεύς [778/777 π.Χ.], είδον τον Ιεχωβά καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου, και το κράσπεδον αυτού εγέμισε τον ναόν. Άνωθεν αυτού ίσταντο Σεραφείμ ανά εξ πτέρυγας έχοντα έκαστον· με τας δύο εκάλυπτε το πρόσωπον αυτού και με τας δύο εκάλυπτε τους πόδας αυτού, και με τας δύο επέτα. Και έκραζε το εν προς το άλλο και έλεγεν, Άγιος, άγιος, άγιος ο Ιεχωβά των δυνάμεων· πάσα η γη είναι πλήρης της δόξης αυτού.» Ο προφήτης Ησαΐας αισθάνθηκε την ανάγκη να κράξη από φόβο μήπως πεθάνη λόγω της μη καθαρής καταστάσεως του. «Τότε,» μας λέγει ο Ησαΐας, «επέτασε προς εμέ εν εκ των Σεραφείμ έχον εν τη χειρί αυτού άνθρακα πυρός, τον οποίον έλαβε διά της λαβίδος από του θυσιαστηρίου. Και ήγγισεν αυτόν εις το στόμα μου και είπεν, Ιδού, τούτο ήγγισε τα χείλη σου· και η ανομία σου εξηλείφθη και η αμαρτία σου εκαθαρίσθη.» (Ησαΐας 6:1-7) Σ’ αυτά έχομε μια απόδειξι του ενδιαφέροντος των σεραφείμ στο να μας βοηθούν να είμεθα άγιοι, καθώς ο Θεός είναι άγιος.
11. Πόσο είναι το μέγεθος της οικογενείας των ουρανίων ‘υιών’ και γιατί αυτοί διακρίνονται κατά την φύσιν από εμάς τους ανθρώπους;
11 Ο αριθμός όλων αυτών των ουρανίων «υιών του Θεού,» των χερουβείμ, των σεραφείμ και των αγγέλων, ανέρχεται σε εκατομμύρια. Ο προφήτης Δανιήλ στη Βαβυλώνα ενεπνεύσθη να γράψη σχετικά με την όρασι που είχε μιας ουράνιας δικαστικής σκηνής: «Εθεώρουν έως ότου οι θρόνοι ετέθησαν, και ο Παλαιός των ημερών εκάθησε, .. . χίλιαι χιλιάδες υπηρετούν εις αυτόν, και μύριαι μυριάδες [=100.000.000] παρίσταντο ενώπιον αυτού· το κριτήριον εκάθησε και τα βιβλία ηνεώχθησαν.» (Δανιήλ 7:9, 10) Ένας τόσο τεράστιος αριθμός ουρανίων «υιών του Θεού» δείχνει τη μεγάλη παραγωγική δημιουργικότητα εκ μέρους του ουρανίου Πατρός, του Παντοδυνάμου Ιεχωβά Θεού. Έχει μια θαυμαστή οικογένεια ευπειθών υιών στους ουρανούς. Δεν είναι πλάσματα από σάρκα και αίμα, διότι αυτοί δημιουργήθηκαν προτού δημιουργηθή η γη μας, πάνω στην οποία εμείς που είμεθα πλάσματα από σάρκα και αίμα ζούμε τώρα. Αυτοί, λοιπόν, οι ουράνιοι «υιοί του Θεού» είναι πνεύματα, όπως είναι και ο ίδιος ο Θεός και είναι απόλυτα διαφορετικοί σε φύσι από μας τα ανθρώπινα πλάσματα.
12. Γιατί οι ουράνιοι «υιοί του Θεού» δεν περιλαμβάνουν τώρα ανθρώπινες ψυχές μεταφυτευμένες στο αόρατο πνευματικό βασίλειο;
12 Η προφητεία του Ησαΐα 31:3, δείχνοντας την έντονη διαφορά μεταξύ Θεού και ανθρώπων (όπως των αρχαίων Αιγυπτίων) και μεταξύ πνεύματος και σαρκός, απεθάρρυνε τους Ισραηλίτας από το ν’ αποβλέπουν στους στρατιωτικοποιημένους Αιγυπτίους για βοήθεια, λέγοντας: «Οι δε Αιγύπτιοι είναι άνθρωποι και ουχί Θεός· και οι ίπποι αυτών σάρκες και ουχί πνεύμα.» Επίσης, ο Ψαλμός 104:1-4, σε μια άμεση δήλωσι που δείχνει ότι οι «υιοί του Θεού» έχουν διαφορετική φύσι από τη φύσι του ανθρώπου, λέγει; «Ευλόγει η ψυχή μου, τον Ιεχωβά. Ιεχωβά Θεέ μου, εμεγαλύνθης σφόδρα· τιμήν και μεγαλοπρέπειαν είσαι ενδεδυμένος·ο περιτυλιττόμενος το φως ως ιμάτιον, ο εκτείνων τον ουρανόν ως καταπέτασμα·. . . ο ποιών τους αγγέλους αυτού πνεύματα, τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα.» Οι Άγιες Γραφές θετικά αποκλείουν τη θρησκευτική ιδέα ότι στους ουράνιους αγγέλους περιλαμβάνονται ανθρώπινες ψυχές που έχουν μεταφερθή από τη γη στους αόρατους πνευματικούς ουρανούς. Οι πνευματικοί «υιοί του Θεού» ήσαν όλοι αδελφοί, όλοι ήσαν υιοί του ιδίου ουρανίου Πατρός.
Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
13. Ποια είναι η στάσις ενός αληθινού πατρός σε μια οικογένεια που αυτός παρήγαγε;
13 Ένας αληθινός πατέρας δημιουργεί οικογένεια επειδή αγαπά τα παιδιά. Δεν επιθυμεί να κάμη παιδιά δαίμονες ή διαβόλους ή να βρίσκη ευχαρίστησι στο να τα βασανίζη ή να τα τυραννή. Έχει στην καρδιά του τα καλύτερα συμφέροντα γι’ αυτά. Θέλει να αντανακλούν την εικόνα του, ν’ αποτελούν τιμή γι’ αυτόν και να του δίνουν τον οφειλόμενο σεβασμό και υπακοή, ώστε να βρίσκη ευχαρίστησι σ’ αυτά. Πριν από πολύν καιρό, ένας βασιλεύς που ήταν πατέρας πολλών τέκνων, είπε κάτω από θεία έμπνευσι: «Υιός σοφός ευφραίνει πατέρα.» «Ο πατήρ του δικαίου θέλει χαρή σφόδρα· και όστις γεννά σοφόν υιόν, θέλει ευφραίνεσθαι εις αυτόν.»—Παροιμ. 10:1· 23:24.
14. Πώς ο Ιεχωβά παραβάλλεται μ’ έναν ανθρώπινο πατέρα στις σχέσεις με τους γιους;
14 Ο ψαλμωδός Δαβίδ είπε τα εξής για τη στάσι του ουρανίου Πατρός προς τα νοήμονα πλάσματά του: «Καθώς σπλαγχνίζεται ο πατήρ τα τέκνα, ούτως ο Ιεχωβά σπλαγχνίζεται τους φοβούμενους αυτόν. Διότι αυτός γνωρίζει την πλάσιν ημών, ενθυμείται ότι είμεθα χώμα.» (Ψαλμός 103:13, 14) Ο Ιεχωβά δείχνει τι αναμένει από τους υιούς του, λέγοντας: «Ο υιός τιμά τον πατέρα και ο δούλος τον κύριον αυτού· αν λοιπόν εγώ ήμαι πατήρ, που είναι η τιμή μου; και αν κύριος εγώ, που ο φόβος μου;» (Μαλαχίας 1:6) Ο Ιεχωβά, ο ουράνιος Πατέρας, δεν είναι κατώτερος από έναν επίγειο πατέρα με το να δείχνη τις ορθές ιδιότητες προς τα πλάσματά Του, διότι λέγει: «Και θέλω σπλαγχνισθή αυτούς, καθώς σπλαγχνίζεται άνθρωπος τον υιόν αυτού, όστις δουλεύει αυτόν.»—Μαλαχίας 3:17.
15. Τι υπεκίνησε τον Θεό να δημιουργήση τέκνα κατωτέρας φύσεως από τους ουράνιους γιους και τι δείχνει αυτό;
15 Ο Ιεχωβά, χωρίς διόλου να στερήται στοργικού ελατηρίου, έθεσε ως σκοπό του να γίνει Πατήρ τέκνων μιας νέας φύσεως. Αυτό εσήμαινε ότι δεν θα είχαν πνευματική φύσι, δεν θα είχαν ουράνια φύσι. Η φύσις των θα ήταν κατώτερη από την πνευματική φύσι και αυτό θα τους υπέβαλλε σε περιορισμούς και σε φραγμούς που δεν έχουν οι πνευματικοί «υιοί του Θεού.» Αυτό όμως δεν θα τους προξενούσε καμμιά δυσχέρεια και θα ήταν εντελώς ευχάριστο. Η φύσις των επρόκειτο να είναι από σάρκα και αίμα, δηλαδή, ανθρώπινη φύσις. Η δημιουργία τέκνων αυτής της κατώτερης φύσεως δεν έγινε επειδή ο ουράνιος Πατήρ δεν ήταν ευτυχής με τη μεγάλη του οικογένεια των πνευματικών υιών, ή επειδή εχρειάζετο κάτι νέο και επιπρόσθετο με το οποίο να απολαμβάνη ένα νέο είδος ευχαριστήσεως. Έγινε, μάλλον, για να δείξη ακόμη περισσότερο την πολυποίκιλη σοφία του Θεού ως Δημιουργού, καθώς και για να επεκτείνη την αγάπη του και σε άλλα πλάσματα.
16. (α) Για να δημιουργήση ο Θεός μια οικογένεια ανθρωπίνης φύσεως, τι έπρεπε πρώτα να παραγάγη; (β) Ποιος ήταν ο δεδηλωμένος σκοπός του για τη δημιουργία της γης μας;
16 Πρώτα, όμως, θα έπρεπε να ετοιμάση τα υλικά με τα οποία θα δημιουργούσε αυτή την οικογένεια της ανθρώπινης φύσεως καθώς και έναν κατάλληλο τόπο όπου να ζη και να κατοική αυτή η ανθρώπινη οικογένεια. Με αυτό υπ’ όψιν, ο Θεός εδημιούργησε τη γη, έναν πλανήτη που ανήκει στο ηλιακό σύστημα που αποτελεί μέρος ενός μεγάλου συστήματος αστέρων, που είναι γνωστό σήμερα ως Γαλαξίας. Σ’ αυτό το σημείο η Αγία Γραφή αρχίζει τη θαυμαστή ιστορία της, λέγοντας: «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην.» (Γένεσις 1:1) Με στοργική φροντίδα προετοίμασε στην επιφάνεια της γης, που είχε ψυγή και σκληρυνθή, περιβάλλον για τους ανθρώπινους κατοίκους της. Εκφράζει τον σκοπό του γι’ αυτή τη γη, λέγοντας:
«Ούτω λέγει ο Ιεχωβά, ο ποιήσας τους ουρανούς· αυτός ο Θεός Ο πλάσας την γην και ποιήσας αυτήν· όστις αυτός εστερέωσεν αυτήν, έκτισεν αυτήν ουχί ματαίως, αλλ’ έπλασε αυτήν διά να κατοικήται.»—Ησαΐας 45:18.
17. Πώς ο Δημιουργός προείδε τις ανάγκες της ανθρωπίνης οικογενείας του και πώς έλαβε πρόνοια γι’ αυτές τις ανάγκες;
17 Η ανθρώπινη οικογένειά του έπρεπε να έχη σώματα που χρειάζονται να αναπνέουν για να διατηρούνται στη ζωή, γι’ αυτό και περιέβαλε τη γη με ατμόσφαιρα. Οι άνθρωποι θα εχρειάζοντο νερό να πίνουν και γι’ αυτό εφρόντισε να υπάρχη άφθονο νερό. Οι άνθρωποι εχρειάζοντο φυτική ζωή και βλάστησι για τροφή, και Αυτός την επρομήθευσε. Εχρειάζοντο ηλιακό φως για την υγεία και την δράσι και γι’ αυτό απεμάκρυνε τη νεφελώδη κοσμική σκόνη που εμπόδιζε τις ακτίνες του ηλίου να φθάνουν στη γη και κατόπιν εκαθάρισε την ατμόσφαιρα για ν’ αφήνη το ηλιακό φως και το φως της σελήνης και των αστέρων να φθάνουν έως την επιφάνεια της γης. Η ανθρώπινη οικογένεια εχρειάζετο τακτικές περιόδους αναπαύσεως και ύπνου και ο μεγάλος Σχεδιαστής της γης την έκαμε να περιστρέφεται έτσι ώστε να εναλλάσσεται η ημέρα με τη νύχτα. Έκαμε να γεμίσουν τα ύδατα με ψάρια και άλλα θαλάσσια ζώα, έκαμε πτηνά για να πετούν με τα φτερά τους στον αέρα και χερσαία ζώα σε μεγάλη ποικιλία. Όλα θα έπαιζαν το μέρος τους στην οικονομία της επίγειας ζωής. Όλα αυτά τα έκαμε ο σοφός και στοργικός Δημιουργός στη διάρκεια έξη δημιουργικών περιόδων χρόνου τις οποίες ωνόμασε ημέρες.—Γένεσις 1:1-25.
18. Πότε και σε ποια δημιουργική «ημέρα» ανήγγειλε ο Θεός το σκοπό του να αποκορυφώση την επίγεια δημιουργία του;
18 Προς τα τέλος της έκτης δημιουργικής περιόδου τα πράγματα είχαν προετοιμασθή στη γη και γύρω απ’ αυτήν ώστε τώρα μπορούσε ο ουράνιος Πατήρ να φέρη σε ύπαρξι την ανθρώπινη οικογένεια. Τότε ανήγγειλε ποιο θα ήταν το αποκορύφωμα του επιγείου δημιουργικού του έργου, όπως διαβάζαμε στη Γένεσι 1:26: «Και είπεν ο Θεός, Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών· και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού, και επί των κτηνών, και επί πάσης της γης, και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γης.»
19. Πώς μπορούμε να αποδείξωμε αν ο Θεός μιλούσε στον εαυτό του στη Γένεσι 1:26;
19 Στο Εβραϊκό κείμενο αυτής της αφηγήσεως της δημιουργίας η λέξις που σημαίνει «Θεός» είναι ελοχίμ, που είναι ο πληθυντικός αριθμός του ονόματος ελόαχ, ο πληθυντικός αριθμός χρησιμοποιείται εδώ στη Γένεσι για να δείξη εξοχότητα και μεγαλείον και όχι για να δείξη δύο τρεις ή και περισσότερους θεούς. Γι’ αυτό και τα ρήματα που συνδέονται εδώ με τη λέξι Ελοχίμ είναι στον ενικό αριθμό. Όταν λοιπόν διαβάζωμε: «Και είπεν ο Θεός[Ελοχίμ], Ας κάμωμεν,» δεν σημαίνει ότι ο Θεός μιλούσε στον εαυτόν του. Ο Θεός δεν είναι τριας, δεν είναι τριαδικός θεός, θεός με τρία πρόσωπα, για να λέγη το ένα πρόσωπο του στα άλλα δύο πρόσωπα του, «Ας κάμωμεν.» Στη Γένεσι κεφάλαιον 2:4 αυτός ο Δημιουργός ονομάζεται Ιεχωβά Θεός και αργότερα ο συγγραφεύς, ο προφήτης Μωυσής, είπε: «Άκουε Ισραήλ, Ιεχωβά ο Θεός ημών είναι εις Ιεχωβά.» Δεν υπάρχουν δύο ή τρεις Ιεχωβά, αλλά μόνον ένας! Ο λεγόμενος τριαδικός Θεός η τριάς είναι ειδωλολατρική επινόησις. Είναι ένα απρεπές ψεύδος.—Δευτερονόμιον 6:4.
20. Η φράσις, «Ας κάμωμεν άνθρωπον» σε ποιον θάπρεπε λογικά ν’ απευθύνετο και γιατί;
20 Συνεπώς, όταν ο Θεός (Ελοχίμ) είπε, «Ας κάμωμεν,» μιλούσε τουλάχιστον σε κάποιον άλλον εκτός απ’ τον εαυτό του στους αόρατους πνευματικούς ουρανούς. Δεν φαίνεται πιθανόν ότι ο Ιεχωβά Θεός μιλούσε εδώ στους περισσοτέρους από 100.000.000 αγγέλους που τον υπηρετούν και ζητούσε τη συνεργασία τους για τη δημιουργία του ανθρώπου. Είναι πολύ λογικό ότι θα μιλούσε στον πρωτότοκο ουράνιο Υιόν του, τον πρωτότοκον όλης της κτίσεως, την αρχή της κτίσεως του Θεού. Αυτός ο Υιός, ως ο πρωτότοκος της ουράνιας θείας οικογένειας, θα ήταν εκείνος στον οποίον θα εδίδοντο τα πρωτεία και η τιμή να προσκληθή για να συνεργασθή με τον ουράνιο Πατέρα του στη δημιουργία του ανθρώπου στη γη. Αυτό θα απλοποιούσε τα πράγματα, Αφού αυτός ο πρωτότοκος ουράνιος Υιός ήταν ‘εικών’ του ουρανίου Πατρός του και «καθ’ ομοίωσίν» Του, ο Θεός μπορούσε κατάλληλα να πη σ’ αυτόν, «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών.» Το να είναι κανείς κατ’ εικόνα Θεού και καθ’ ομοίωσίν του δεν θα εσήμαινε ποτέ ότι ήταν ίσος με τον Ιεχωβά Θεό. Μια εικών δεν είναι η πραγματικότης!
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
21. Που λέγει ότι ο νεοδημιουργημένος άνθρωπος ετέθη στον Παράδεισο;
21 Το δεύτερον κεφάλαιο της Γενέσεως, δίνει λεπτομέρειες για την δημιουργία του ανθρώπου. Τα εδάφια της Γενέσεως 2:7, 8 μας δίνουν την εξής περιγραφή: «Και έπλασε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης· και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν. Και εφύτευσε Κύριος (Ιεχωβά, ΜΝΚ) ο Θεός παράδεισον εν τη Εδέμ κατά ανατολάς και έθεσεν εκεί τον άνθρωπον, τον οποίον έπλασε.» Στην αρχαία Συριακή Μετάφρασι της Βίβλου χρησιμοποιείται επίσης η λέξις Παράδεισος στη θέσι της λέξεως «κήπος»· την οποία χρησιμοποιούν κι άλλες μεταφράσεις, η Μετάφρασις Ντουαί επίσης χρησιμοποιεί τη λέξι Παράδεισος και λέγει: «Και εφύτευσε Κύριος ο Θεός παράδεισον τέρψεως απ’ αρχής, όπου έθεσε τον άνθρωπον τον οποίον έπλασε.»—Γένεσις 2:8, Ντουαί.
22. Ποια κοινή θρησκευτική ιδέα προσπαθούν μερικοί να διακρίνουν σε ό,τι πραγματικά λέγει η Γένεσις 2:7;
22 Ας προσέξωμε και πάλι τι λέγει το εδάφιον Γένεσις 2:7 για την δημιουργία του ανθρώπου. Μήπως λέγει ότι ο Ιεχωβά Θεός έθεσε μέσα στον άνθρωπο μια ψυχή χωριστή και διακεκριμένη από το σώμα; Κάτι τέτοιο θέλουν να διαβάζουν πολλοί θρησκευόμενοι σ’ αυτό το εδάφιο. Πραγματικά, η Ισπανική Βιβλική μετάφρασις του Φ. Τορρές Αμάτ και Σ.Λ. Κοπέλλο του 1942 μ.Χ. λέγει, κατά μετάφρασιν στην Αγγλική: «Και έκαμε Κύριος ο Θεάς τον άνθρωπον εκ του πηλού της γης και ενεφύσησεν εις το πρόσωπόν του πνοήν ή πνεύμα ζωής, και έγεινε ο άνθρωπος ζων με λογική ψυχή,»b Αυτό πολύ διαφέρει από τη Ρωμαιοκαθολική Μετάφρασι Ντουαί που λέγει: «Και έγεινε ο άνθρωπος ψυχή ζώσα.» Επίσης, η μετάφρασις που εξεδόθη από την Ιουδαϊκή Εκδοτική Εταιρία της Αμερικής λέγει: «Και έγεινε ο άνθρωπος ψυχή ζώσα.» Για να μπορέσουν να ιδούν οι αναγνώστες μας την κατά γράμμα λέξι προς λέξι διατύπωσι (από τα δεξιά προς τα αριστερά) του Εβραϊκού κειμένου, παρουσιάζομε παρακάτω ένα φωτοαντίτυπο αυτού του μέρους της Γενέσεως 2:7, από τη Διάστιχο Κατά Γράμμα Μετάφρασι της Εβραϊκής Παλαιάς Διαθήκης (στην Αγγλική), υπό G.R. BERRY, αποκλειστικότης δημοσιεύσεως 1896-1897:
Κύριος ο Θεός έπλασε τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης· και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής· και έγεινεν ο άνθρωπος ψυχή ζώσα. 8 Και εφύτευσε Κύριος ο Θεός κήπον εις Εδέμ
מן־האדמה עפר את־האדם אלהים יהוה
,εδάφους του εκ χώματος (του από) άνθρωπον (τον) Θεός Ιεχωβά
האדם ויהי ח?ים נ?מת ?א?יו ו??ח
Άνθρωπος (ο) έγεινεν και ζωής πνοήν μυκτήρας του εις ενεφύσησεν και
8 ?עדן ?ן אלהים יהוה ו??ע ח?ה לנפ?
Εδέμ εις κήπον Θεός Ιεχωβά εφύτευσεν Και ζώσαν ψυχήν(εις)
23. Όταν πεθαίνη το ανθρώπινο σώμα, τι γίνεται, η ψυχή;
23 Αφού ο θεόπνευστος Λόγος του Θεού καθαρά λέγει: «Και έγεινεν ο άνθρωπος ψυχή ζώσα,» ο άνθρωπος είναι ψυχή. Η Γραφή λέγει την αλήθεια! Είναι η μόνη αυθεντία σχετικά με το τι είναι η ανθρώπινη ψυχή, οι ειδωλολάτρες φιλόσοφοι των αρχαίων χρόνων, που δεν είχαν τον γραπτό Λόγο του Θεού, είναι εκείνοι που λέγουν ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του μια αόρατη πνευματική ψυχή που πηγαίνει στο πνευματικό βασίλειο όταν πεθαίνη το ανθρώπινο σώμα. Στο Εβραϊκό κείμενο η λέξις που σημαίνει «ψυχή» είναι νέφες. Ώστε, αυτό που συμβαίνει στο ανθρώπινο σώμα συμβαίνει στην ανθρώπινη ψυχή. Δεν είναι μόνον το ανθρώπινο σώμα που πεθαίνει, αλλά, όπως λέγει ο Ιεχωβά Θεός στον Ιεζεκιήλ 18:4: «Ιδού, πάσαι αι ψυχαί είναι εμού·. . . Η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει αποθάνει.» (Επίσης, εδάφιον 20)
24. Γιατί ένα φυσικό σώμα διακρίνεται από ένα πνευματικό σώμα;
24 Ο άνθρωπος δεν είναι από πνεύμα, πνευματικός, Ο άνθρωπος είναι από τη γη, χοϊκός: «Και έπλασε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης.» (Γένεσις 2:7, ΜΝΚ) Το σώμα που έπλασε ο Θεός για τον άνθρωπο απετελείτο από στοιχεία που είχαν ληφθή από τη γη και την ατμόσφαιρα. Δεν ήταν πνευματικό σώμα και δεν μπορεί να πνευματοποιηθή για να γίνη αόρατο και ικανό για να κατοικήση στο πνευματικό βασίλειο. Ήταν ένα φυσικό σώμα, χωριστό και διακεκριμένο από ένα πνευματικό σώμα που έχουν οι ουράνιοι «υιοί του Θεού» όπως ακριβώς είπε ο Βιβλικός σχολιαστής του πρώτου αιώνος μ.Χ.: «Είναι σώμα ζωϊκόν, και είναι σώμα πνευματικόν.» Τα δυο είδη σωμάτων δεν πρέπει να συγχέονται και η Γραφή δεν τα συγχέει.—1 Κορινθίους 15:44.
25. Τι ενεφύσησεν ο Θεός εις τους μυκτήρας του ανθρώπου για να τον κάμη «ψυχήν ζώσαν», σε αντίθεσι με την Ελληνική φιλοσοφία;
25 Το γυμνό ανθρώπινο σώμα που έπλασε ο Θεός από χώμα της γης εκεί στον Παράδεισο της Τρυφής ήταν τέλειο, χωρίς να του λείπη κανένα από τα αναγκαία μέρη του και κανένα από τα μέλη του. «Τα έργα αυτού είναι τέλεια· διότι πάσαι αι οδοί αυτού είναι κρίσις.» (Δευτερονόμιον 32:4) «Ιδού, τούτο μόνον εύρηκα,» είπεν ο σοφός βασιλεύς Σολομών, «ότι ο Θεός έκαμε τον άνθρωπον ευθύν.» (Εκκλησιαστής 7:29) Ο Θεός, για να κάμη αυτό το ανθρώπινο σώμα ζωντανό και να λειτουργή τέλεια, δεν πήρε από τον ουρανό μια ασώματη «ψυχή»c που σύμφωνα με την ειδωλολατρική Ελληνική Ιδέα, φτερούγιζε σαν πεταλούδα και την ενεφύσησε, δηλαδή την εισήγαγε σ’ ένα σώμα χωρίς ζωή. Ο Θεός δεν ενεφύσησε στο σώμα ένα απλό ρεύμα αέρος για να διευρύνη τους πνεύμονες του σώματος. Δεν ήταν κάτι σαν μια αναζωογόνησις μέσω αναπνοής στόμα με στόμα, όπως γίνεται στην περίπτωσι ενός πνιγμένου ατόμου. Αυτά που ενεφύσησε ο Θεός στους μυκτήρες του σώματος καλείται «πνοή ζωής,» η οποία όχι μόνον εγέμισε τους πνεύμονες με αέρα, αλλά και μετέδωσε στο σώμα τη δύναμι της ζωής που διατηρείται με την αναπνοή. Με αυτή την έννοια «έγινε ο άνθρωπος ψυχή ζώσα.»
26. Γιατί ο πρώτος άνθρωπος ωνομάσθη Αδάμ και πώς ο Θεός έθεσε πραγματικό σκοπό στη ζωή του;
26 Ο Ιεχωβά Θεός έγινε ο Πατήρ, ο Ζωοδότης, της πρώτης αυτής ανθρώπινης ψυχής. Τα υλικά για τη δημιουργία του ανθρωπίνου σώματος είχαν ληφθή από το έδαφος, το οποίον στην Εβραϊκή λέγεται αδαμά, κι’ έτσι αυτή η ζώσα ψυχή κατάλληλα ωνομάσθηκε Αδάμ. (Γένεσις 5:1, 2) Ο ουράνιος Πατήρ είχε ένα σκοπό τοποθετώντας τον επίγειο γιο του στον Παράδεισο της Εδέμ και έθεσε σκοπό στη ζωή του Αδάμ. Σχετικά με αυτό διαβάζομε στη Γένεσι 2:15, ΜΝΚ: «Και έλαβε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον και έθεσεν αυτόν εν τω παραδείσω της Εδέμ δια να εργάζηται αυτόν και να φυλάττη αυτόν.» Ο Θεός ανέθεσε στον Αδάμ το έργο φύλακος του Παραδείσου, έργον κηπουρού. Για να πάρωμε μια ιδέα του τι εβλάστανε σ’ εκείνον τον επίγειο Παράδεισο, διαβάζομε: «Και εφύτευσε Ιεχωβά ο Θεός παράδεισον εν τη Εδέμ κατά ανατολάς. . . και Ιεχωβά ο Θεός έκαμε να βλαστήση εκ της γης [αδαμά] παν δένδρον ωραίον εις την δράσιν και ‘καλόν εις την γεύσιν’ και το ξύλον της ζωής εν μέσω του παραδείσου και το ξύλον της γνώσεως του καλού και του κακού». (Γένεσις 2:8, 9) Με το να περιέχη «παν δένδρον ωραίον εις την όρασιν,» ο κήπος της Εδέμ πρέπει να ήταν ένας ωραίος τόπος. Μεταξύ των δένδρων του που ήσαν ‘καλά εις την γεύσιν,’ ήταν και η συκή.
27. Πώς ο Θεός εφρόντισε να μην είναι μόνος ο Αδάμ στον Παράδεισο και πώς τον εβοήθησε να κατατοπισθή στα πράγματα;
27 Μόνο ένας Θεός αγάπης θα μπορούσε να δώση στον επίγειο γιο του τον Παράδεισο της Τρυφής για κατοικία του, την καλύτερη κατοικία που η γη είχε να προσφέρη. Επειδή ο Αδάμ ήταν τέλειος, θα μπορούσε να έχη τέλεια εκτίμησι αυτού του κήπου και της ομορφιάς του. Δεν ήταν μόνος εκεί. Υπήρχαν ψάρια πολλών ειδών στον ποταμό που επήγαζε από τον κήπο και διεκλαδώνετο προς τα μέρη που ήσαν πέρα από τα όρια του παραδείσου. (Γένεσις 2:10-14) Υπήρχαν επίσης και διάφορα πτηνά και χερσαία ζώα, ήμερα και άγρια. Ο Θεός εφρόντισε να γνωρισθή ο Αδάμ με αυτά τα κατωτέρας φύσεως επίγεια πλάσματα.
«Έπλασε δε Ιεχωβά ο Θεός εκ της γης πάντα τα ζώα του αγρού και πάντα τα πετεινά του ουρανού, και έφερεν αυτά προς τον Αδάμ, διά να ίδη πώς να ονομάση αυτά· και ό,τι όνομα ήθελε δώσει ο Αδάμ εις παν έμψυχον [ψυχήν ζώσαν, Μετάφρασις των Εβδομήκοντα, «νέφες», Εβραϊκά], τούτο να ήναι το όνομα αυτού. Και έδωκεν ο Αδάμ ονόματα εις πάντα τα «κτήνη και εις τα πτηνά του ουρανού και εις πάντα τα ζώα του αγρού· εις δε τον Αδάμ δεν ευρίσκετο βοηθός όμοιος με αυτόν.»—Γένεσις 2:19, 20
28. Όταν ο Αδάμ συνήντησε τον πίθηκο, γιατί δεν αισθάνθηκε συγγένεια με αυτόν;
28 Καθώς τα άγρια ζώα παρουσιάζοντο στον Αδάμ, εμφανίσθηκε ένα τριχωτό πλάσμα με μακρινούς βραχίονες. Ο Αδάμ το ωνόμασε κοφ, που σημαίνει πίθηκος σ’ εμάς σήμερα. (1 Βασιλέων 10:22· 2 Χρονικών 9:21) Όταν ο Αδάμ είδε αυτόν τον πίθηκο δεν αισθάνθηκε καμμιά συγγένεια μ’ αυτόν. Δεν επίστευε ότι ήταν ένας εξ αίματος απόγονος του. Δεν φώναξε από χαρά: «Τούτο είναι τώρα οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου.» Η πληροφορία που έλαβε ο Αδάμ από τον Θεό ήταν ότι ο κοφ (ο πίθηκος) είχε δημιουργηθή ενωρίτερα, στην έκτη δημιουργική «ημέρα» και ότι αυτός, ο Αδάμ, δημιουργήθηκε αργότερα από τον Θεόν, χωριστά, χωρίς σαρκική σχέσι με τον πίθηκο ή με οποιαδήποτε άλλα κατώτερα επίγεια πλάσματα. Ο Αδάμ εγνώριζε ότι υπάρχουν τέσσερα είδη σαρκός. Όπως ελέχθη πριν από δέκα εννέα αιώνες και σε αρμονία με τις τελευταίες διαπιστώσεις της επιστήμης: «Πάσα σαρξ δεν είναι η αυτή σαρξ, άλλη μεν σαρξ των ανθρώπων, άλλη δε σαρξ των κτηνών, άλλη δε των ιχθύων και άλλη των πτηνών.» (1 Κορινθίους 15:39) Μολονότι ο Λόγος του Θεού εχαρακτήρισε τον κοφ (τον πίθηκο) σαν μια «ζώσα ψυχή,» ο πίθηκος δεν βρέθηκε να είναι «όμοιος» με τον Αδάμ και κατάλληλος ως σύντροφός του.—Γένεσις 2:20.
29. Γιατί ο Αδάμ δεν συνωμίλησε με τον όφιν ούτε ελάτρευσε κανένα ζώον;
29 Καθώς ο Αδάμ παρατηρούσε όλα τα ζώα του αγρού, εκεί στο έδαφος ή επάνω σ’ ένα δένδρο γλίστρησε ένα μακρό λεπιδοφόρο ζώο που δεν είχε άκρα στο σώμα του. Ο Αδάμ το εκάλεσε ναχάς, που σημαίνει σ’ εμάς «όφις» ή «φίδι». Αυτό δεν άρχισε συνομιλία με τον Αδάμ ούτε κι’ εκείνος μίλησε σ’ αυτό. Ήταν ένα άφωνο πλάσμα που έκανε μόνον ένα ήχο συριγμού. Ο Αδάμ δεν ένοιωσε κανένα φόβο απ’ αυτό ούτε και από τα άλλα άγρια ζώα. Δεν ελάτρευε κανένα απ’ αυτά ως ιερό, ούτε και την αγελάδα ακόμη. Ο Θεός τα έθεσε αυτά υπό την εξουσία του, διότι ο Αδάμ ήταν ένας επίγειος υιός του Θεού, δημιουργημένος κατ’ εικόνα Θεού και καθ’ ομοίωσιν του Θεού. Ελάτρευε μόνον τον ουράνιο Πατέρα του, «τον αληθινό Θεό,» τον Ιεχωβά.
Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΥ ΖΩΗΣ ΕΠΑΝΩ ΣΤΗ ΓΗ
30, 31. (α) Πόσον καιρό προωρίζετο ο Αδάμ να ζήση και πού; (β) Ποια δοκιμασία υπακοής έθεσε ο Θεός, όχι άδικα, στον Αδάμ;
30 Πόσον καιρό επρόκειτο να ζήση ο Αδάμ, και πού; Δεν ήταν σκοπός του Θεού να πεθάνη ο Αδάμ και ν’ αφήση τον Παράδεισο της Εδέμ εγκαταλελειμμένο. Η γη δεν επρόκειτο να αφεθή ακατοίκητη από το ανθρώπινο γένος. Ο Θεός έθεσε ενώπιον του Αδάμ την ευκαιρία για αιώνια ζωή πάνω στη γη, στον Παράδεισο της Εδέμ, Αυτό, όμως, εξηρτάτο από την αιώνιο υπακοή του Αδάμ στον Δημιουργό του και Θεό του. Ο Θεός δεν έθεσε ένστικτα ανυπακοής, ούτε αμαρτωλές τάσεις στον Αδάμ. Ο Θεός επροίκισε τον επίγειο γιο του με τις θεοειδείς ιδιότητες της δικαιοσύνης, της σοφίας, της δυνάμεως και της αγάπης, με ένα τέλειο ηθικό αίσθημα. Εν τούτοις, σε αναγνώρισι της κυριαρχίας Του σε όλο το σύμπαν, ήταν κατάλληλο, χωρίς υποψίες για τον Αδάμ, να δοκιμάση ο Θεός τον επίγειο αυτόν υιό Του. Η δοκιμασία που έθεσε στον Αδάμ ήταν ένας πολύ μικρός περιορισμός της ελευθερίας του. Διαβάζομε τα εξής:
31 «Προσέταξε δε Ιεχωβά ο Θεός εις τον Αδάμ λέγων, Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει.»—Γένεσις 2:16, 17, ΜΝΚ.
32. Μήπως το να φάγη ο Αδάμ από το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού ήταν απαραίτητο για να απολαύση αιώνιο ζωή;
32 Εδώ ο μεγάλος Ζωοδότης έθεσε ενώπιον του υιού του Αδάμ την προοπτική της αιωνίου ζωής ή του αιωνίου θανάτου. Η παρακοή στον Θείο ουράνιο Πατέρα του θα ωδηγούσε ασφαλώς τον Αδάμ σε αιώνιο θάνατο. Η στοργική υπακοή, όπως η υπακοή ενός υιού προς τον πατέρα του, θα είχε ως αποτέλεσμα ζωή αιώνια. Η ανταμοιβή για μια συνεχή υπακοή δεν θα εσήμαινε τη μεταφορά του Αδάμ στον ουρανό, διότι ο Αδάμ δεν δημιουργήθηκε για ζωή στον ουρανό με τους αγγέλους, άλλα επρόκειτο να ζη για πάντα στον επίγειο Παράδεισο της Τρυφής. «Οι ουρανοί των ουρανών είναι του Ιεχωβά, την δε γην έδωκεν εις τους υιούς των ανθρώπων.» (Ψαλμός 115:16, ΜΝΚ.) Το να φάγη ο Αδάμ από το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού δεν ήταν απαραίτητο για να ζήση αιωνίως, αλλά το να φάγη από «το ξύλον της ζωής εν μέσω του παραδείσου» ήταν απαραίτητο.—Γένεσις 3:22.
33. Προφανώς, πώς εννοούσε ο Θεός τη φράσι «καθ’ ην ημέραν φάγεις» και γιατί;
33 Πώς, όμως, θα εννοούσε ο Αδάμ τη φράσι «καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού;» Δεν είχε κανένα λόγο ή βάσι να σκέπτεται για μια χιλιετή ημέρα, σύμφωνα με μια δήλωσι που απηύθυνε πολύ αργότερα ο Μωυσής στον Ιεχωβά Θεό: «Χίλια έτη ενώπιόν σου είναι ως ημέρα η χθες.» (Ψαλμός 90:4 και επιγραφή) Ασφαλώς ο Αδάμ δεν σκέφθηκε: ‘Ωραία αν παρακούσω και πρέπει να πεθάνω, θα μπορέσω να ζήσω μεγάλο μέρος της χιλιετούς ημέρας κι αυτό δεν είναι και τόσο κακό.’ Ο Αδάμ δεν είχε κανένα λόγο να σκεφθή μ’ αυτόν τον τρόπο. Πρέπει να είχε εννοήσει τη χρήσι που έκαμε ο Θεός της λέξεως «ημέρα» ότι εσήμαινε εικοσιτετράωρη ημέρα. Αφού ο Θεός προφανώς μίλησε σύμφωνα με την ικανότητα αντιλήψεως του επιγείου υιού του, πρέπει κατά συνέπειαν να εννοούσε μια εικοσιτετράωρη ημέρα. Δεν εννοούσε, ‘Στη διάρκεια της χιλιετούς ημέρας που θα φάγης από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού θα πεθάνης.’ Μια τέτοια έννοια θα εξασθενούσε τη δύναμι της θείας προειδοποιήσεως.
34. Πώς ο Αδάμ έλαβε εντολή για το απαγορευμένο δένδρο και για πόσον καιρό μπορούσε να απολαμβάνη επικοινωνία με τον Θεό;
34 Ο Αδάμ έλαβε αυτή την έντονη προειδοποίησι κατ’ ευθείαν από τον Θεό, μολονότι μπορεί ο Θεός να είχε μιλήσει στον Αδάμ μέσω ενός αοράτου αγγέλου. Ήταν λόγος του Θεού, θείον μήνυμα. Ο Θεός μίλησε στον Αδάμ από το αόρατο διάστημα. Δεν χρησιμοποίησε κανένα κατώτερο ζώο, παραδείγματος χάριν ένα φίδι, για να μεταδώση την εντολή του στον επίγειο υιόν του Αδάμ. Αν γινόταν κάτι τέτοιο, αυτό το ζώο θα μπορούσε κατόπιν να χρησιμοποιηθή σαν ένα σύμβολο του Θεού και να θεωρήται ως ιερό και να του αποδίδεται σεβασμός. Ο αληθινός Θεός δεν θέλει να του αποδίδεται λατρεία μέσω ενός ζώου. Ο Αδάμ στον Παράδεισο της Τρυφής ελάτρευε άμεσα τον Θεό. Αν εξακολουθούσε στοργικά να το κάνη αυτό αιωνίως, ασφαλώς αυτή η επικοινωνία με τον Θεό θα συνεχίζετο αιωνίως. Τι προνόμιο θα ήταν για τον Αδάμ να είναι έτσι στον επίγειο Παράδεισο για πάντα με τον Θεό!
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Βιβλίον Τερτυλλιανού «Εναντίον Πραξέου.» Εκεί, στο κεφάλαιον 7 λέγει: «Ο Υιός Ομοίως αναγνωρίζει τον Πατέρα ομιλώντας στο δικό του πρόσωπο, με το όνομα Σοφία: Ο ΚΥΡΙΟΣ με έπλασε ως την αρχήν των οδών αυτού.’» Βλέπε επίσης σχόλια στις Παροιμίες 8:22 υπό Ιουστίνου Μάρτυρος, Ειρηναίου, Αθηναγόρα, Θεοφίλου της Αντιοχείας, Κλήμεντος της Αλεξανδρείας, Κυπριανού (Πραγματείαι) Ωριγένους («Αρχαί») Διονυσίου και Λακταντίου.
b Στην Ισπανική: “Formó, pues, el Señor Dios al hombre del lodo de la tierra, e inspiróle en el rostro un soplo o espíritu de vida, y quedó hecho el hombre viviente con alma racional.”
c Μια από τις σημασίες της λέξεως ψυχή είναι «πεταλούδα.» Βλέπε «Ελληνοαγγλικόν Λεξικόν» υπό Λίντελ και Σκόττ, Τόμος 2, σελ. 2027, στήλη 2, VI. Στην Ελληνορωμαϊκή μυθολογία η Ψυχή ήταν μια ωραία παρθένος που προσωποποιούσε την ψυχή και που την είχε ερωτευθή ο Έρως.