Παρουσίασις του Αρχηγού της Θείας Κυριαρχίας
«Τούτον ο Θεός ύψωσε δια της δεξιάς αυτού αρχηγόν και σωτήρα, δια να δώση μετάνοιαν εις τον Ισραήλ και άφεσιν αμαρτιών.»—Πράξ. 5:31.
1. Γιατί δεν θα συντελέση στη σωτηρία μας το ν’ αγνοήσωμε τον Αρχηγό της Θείας Κυριαρχίας;
ΕΚΕΙΝΟΝ τον οποίον ο Θείος Κυρίαρχος του σύμπαντος εξυψώνει για να γίνη αρχηγός του και Σωτήρ δεν μπορούμε να τον αγνοήσουμε. Αν αγνοήσωμε αυτόν τον Αρχηγό και προσπαθήσουμε να προσέλθωμε στον Θείο Άρχοντα για λατρεία, αυτό δεν θα συντελούσε στη σωτηρία μας. Μόνον μέσω του Αρχηγού του ο Θείος Κυρίαρχος μας δίδει το μέσον ν’ αποκτήσωμε σωτηρία για αιώνια ζωή μ’ ευτυχία στην ευλογημένη νέα τάξι που ο Θείος Άρχων έχει υποσχεθή. Παντού οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να μάθουν αυτό το ζωτικό γεγονός.
2. Λόγω ποιας προσφάτου ενεργείας του Σάνχεδριν της Ιερουσαλήμ έπρεπε αυτό το δικαστικό σώμα να γνωρίση αυτό το γεγονός;
2 Πριν από χίλια εννεακόσια χρόνια οι ανώτατοι, θρησκευτικοί αξιωματούχοι στην Ιερουσαλήμ ήταν ανάγκη να γνωρίσουν αυτό το γεγονός. Εκείνοι οι άνδρες αποτελούσαν το ανώτατο δικαστήριο της χώρας, το Σάνχεδριν. Σε μια απόφασι που είχαν εκδώσει πριν από μερικές εβδομάδες, είχαν καταδικάσει σε θάνατο αυτό το άτομο για το οποίο είχε γίνει πολλή συζήτησις, τον Ιησού Χριστό. Τώρα είχαν μπροστά τους τούς δώδεκα εξέχοντας ακολούθους αυτού του αντιλεγομένου ατόμου. Στη θέσι των μαρτύρων ο Σίμων Πέτρος και οι άλλοι ένδεκα ακόλουθοι είπαν στο Δικαστήριο ότι ο άνθρωπος τον οποίον είχαν καταδικάσει σε θάνατο έγινε από τον Θεό «Αρχηγός και Σωτήρ.» Απαντώντας σε μια διαταγή του δικαστηρίου είπαν:
3. Απαντώντας στη διαταγή του Σάνχεδριν, τι είπαν εκείνοι οι δώδεκα ακόλουθοι του καταδικασθέντος ανθρώπου σχετικά με την υπακοή και τον Αρχηγό;
3 «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους. Ο Θεός των πατέρων ημών ανέστησε τον Ιησούν, τον οποίον σεις εθανατώσατε κρεμάσαντες επί ξύλου. Τούτον ο Θεός ύψωσε δια της δεξιάς αυτού αρχηγόν και σωτήρα, δια να δώση μετάνοιαν εις τον Ισραήλ και άφεσιν αμαρτιών. Και ημείς είμεθα μάρτυρες αυτού περί των λόγων τούτων, και το πνεύμα δε το άγιον, το οποίον έδωκεν ο Θεός εις τους πειθαρχούντας εις αυτόν.»—Πράξ. 5:29-32.
4. Τι επρόκειτο να δώση στον Ισραήλ αυτός ο οποίος εξυψώθηκε για να είναι Αρχηγός και Σωτήρ, και σύμφωνα με ποια διαθήκη του Θεού;
4 Είτε αυτό άρεσε στο ανώτατο δικαστήριο της Ιερουσαλήμ είτε όχι, εκείνος ο Ιησούς τον οποίον είχαν κρεμάσει είχε αναστηθή εκ νεκρών και ήταν τώρα ακριβώς στα δεξιά του Θεού, κι’ έτσι μπορούσε να ενεργή ως Αρχηγός και Σωτήρ εκ μέρους του Θείου Άρχοντος, υπέρ του έθνους του Ισραήλ. «Αρχηγός και Σωτήρ,» για να κάμη τι; «Για να δώση μετάνοιαν εις τον Ισραήλ και άφεσιν αμαρτιών.» Αυτή η «άφεσις αμαρτιών» επρόκειτο να γίνη σύμφωνα με τη «νέα διαθήκη» που ο Θείος Κυρίαρχος είχε υποσχεθή να κάμη με τον εκλεκτό λαό του.—Ιερεμ. 31:31-34· Λουκ. 22:20.
5. (α) Πριν από τον θάνατο του Ιησού, από ποιους είχε κηρυχθή μετάνοια στον Ισραήλ; (β) Ποια ερωτήματα ήσαν τώρα κατάλληλα όσον αφορά τη μετάνοια και τη συγχώρησι των αμαρτιών και τη σχέσι των μελών του Σάνχεδριν με τον Θεό;
5 Εκείνο το Δικαστήριο της Ιερουσαλήμ εγνώριζε ότι πριν από την εμφάνισι του Ιησού Χριστού στην επίγεια σκηνή, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε κηρύξει: «Μετανοείτε· διότι, επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» Κατόπιν, ύστερ’ από τη φυλάκισι του Ιωάννου του Βαπτιστού, αυτός ο Ιησούς Χριστός τον οποίον είχε βαπτίσει ο Ιωάννης ανέλαβε το ίδιο άγγελμα, λέγοντας: «Μετανοείτε διότι επλησίασε η βασιλεία των ουρανών.» (Ματθ. 3:1, 2, 13-17· 4:12-17) Αυτό συνεχίσθηκε ως τον θάνατο του Ιησού με την υποκίνησι του Δικαστηρίου Σάνχεδριν της Ιερουσαλήμ. Υπήρχε κάποια διαφορά τώρα στο ζήτημα της μετανοίας του Ισραήλ; Ποιες ήσαν οι αμαρτίες των που έπρεπε να συγχωρηθούν; Τα λόγια που είχε πει ο Σίμων Πέτρος σ’ αυτούς δεν έδιδαν αρκετή αφορμή στα μέλη του Δικαστηρίου να σκεφθούν; Πώς επηρεαζόταν τώρα η σχέσις των με τον Θεό; Στηριζόταν αυτή η σχέσις τώρα στην ίδια βάσι όπως πριν; Ας δούμε.
6. Γιατί ο Ιεχωβά έπρεπε ν’ απολυτρώση τον λαό του Ισραήλ από την Αίγυπτο, και πώς το έκαμε αυτό;
6 Το έθνος του Ισραήλ είχε έλθει σε ύπαρξι στη γη της Αιγύπτου στη διάρκεια της διαμονής του Ιακώβ (Ισραήλ) και των απογόνων του εκεί 215 χρόνια. (Γεν. 49:28-33) Λίγο καιρό ύστερ’ από τον θάνατο του Αιγυπτίου πρωθυπουργού Ιωσήφ, υιού του Ιακώβ, οι Ισραηλίται είχαν γίνει δούλοι, και είχε καταβληθή προσπάθεια να εκλείψη αυτό το έθνος. Κατόπιν ο Θεός στον προειπωμένο καιρό του εξήγαγε αυτούς τους απογόνους του Ιακώβ (Ισραήλ) «εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας.» Αυτό είχε γίνει ύστερ’ από την εντολή του Θεού να εορτάσουν ένα νέο δείπνο, το Πασχαλινό Δείπνο, εκεί στην Αίγυπτο στις 14 του μηνός Νισάν του έτους 1513 π.Χ. Την εσπέρα της ημέρας εκείνης ο Πασχάλιος αμνός εσφάγη και με το αίμα του ερράντισαν τα ανώφλια των θυρών και τους παραστάτας των Ισραηλιτικών οικιών, και κατόπιν έψησαν τον αμνό και τον έφαγαν πίσω από τις σημαδεμένες με αίμα κλειστές θύρες των. Ο Θεός δέχθηκε τη θυσία εκείνου του Πασχαλίου αμνού και τους ελευθέρωσε από την Αίγυπτο ύστερ’ από το θυσιαστικό δείπνο τους. Τους είχε εξαγοράσει, όπως θα λέγαμε, μέσω αυτού του θυσιασθέντος Πασχαλίου αμνού. (Έξοδ. 12:1 έως 13:18) Έτσι, το έθνος Ισραήλ ήταν ένας λαός «τον οποίον ο Θεός ήλθε να εξαγοράση δια λαόν εαυτού.»—2 Σαμ. 7:23.
7, 8. (α) Πώς στην Ερυθρά Θάλασσα, ο Θεός εστερέωσε περισσότερο την κυριότητά του στον λαό Ισραήλ; (β) Τι συνήψε ο Ιεχωβά με τον Ισραήλ στο Όρος Σινά, και τι είπε στον Μωυσή να προτείνη;
7 Κάτω από την ηγεσία του προφήτου Μωυσέως, ο Θεός ωδήγησε τους εξαγορασμένους Ισραηλίτες με ασφάλεια μέσω των υδάτων της Ερυθράς Θαλάσσης, αλλ’ έπνιξε πίσω τους τις Αιγυπτιακές στρατιές οι οποίες τους παρακολουθούσαν. (Έξοδ. 14:1 έως 15:21) Αυτή η θαυματουργική απελευθέρωσις του έθνους Ισραήλ εστερέωσε ακόμη περισσότερο την κυριότητα του Θεού επάνω σ’ αυτούς· ανήκαν πραγματικά σ’ αυτόν. Τον τρίτο σεληνιακό μήνα (Σιβάν) ύστερ’ από την έξοδό τους από τη γη της Αιγύπτου, ο Θεός τους ωδήγησε στους πρόποδας του Όρους Σινά στην Αραβική Χερσόνησο. Ο προφήτης Μωυσής, ως ο μεσίτης μεταξύ του Θεού και του έθνους Ισραήλ, ανέβηκε στο Όρος Σινά (Χωρήβ) να λάβη οδηγίες από τον Θεό γι’ αυτόν τον εξαγορασμένο λαό. Τώρα έγιναν ενέργειες για να συναφθή μια διαθήκη, δηλαδή, ένα ιεροπρεπές και έγκυρο συμβόλαιο, μεταξύ του Θεού και αυτού του εξαγορασμένου λαού Ισραήλ. Σημειώστε τι είπε ο Θεός στον Μωυσή να πη στον λαό:
8 «Σεις είδετε όσα έκαμα εις τους Αιγυπτίους, και σας εσήκωσα ως επί πτερύγων αετού, και σας έφερα προς εμαυτόν· τώρα λοιπόν, εάν τωόντι υπακούσητε εις την φωνήν μου, και φυλάξητε την διαθήκην μου, θέλετε είσθαι εις εμέ ο εκλεκτός από πάντων των λαών· διότι ιδική μου είναι πάσα η γη· και σεις θέλετε είσθαι εις εμέ βασίλειον ιεράτευμα, και έθνος άγιον.»—Έξοδ. 19:3-6.
9. Μήπως ο Θεός ενήργησε βάσει του δικαιώματός του για να επιβάλη στον Ισραήλ μια ιερή διαθήκη μαζί του, ή πώς χειρίσθηκε το ζήτημα;
9 Έτσι έγιναν σαφείς οι υποχρεώσεις της διαθήκης και είχε δοθή στη διαθήκη ένας οριστικός σκοπός, να παραγάγη ένα «βασίλειον ιεράτευμα,» ένα «έθνος άγιον,» που ν’ ανήκη στον Θεό. Δεν πρέπει να παραβλέψη κανείς εδώ ότι ο Θεός δεν επέβαλε αυτή τη διαθήκη στο έθνος Ισραήλ. Δεν είπε: ‘Εγώ σας εξαγόρασα από τη δουλεία στην Αίγυπτο και επίσης σας απελευθέρωσα από τα ύδατα της Ερυθράς Θαλάσσης, και επομένως ανήκετε σ’ εμένα με το δικαίωμα της εξαγοράς. Μπορώ να κάνω μ’ εσάς ό,τι θέλω, και ό,τι λέγω είναι νόμος και σεις οφείλετε να υπακούσετε. Αντιθέτως, αυτά που ο Θεός παρήγγειλε στον Μωυσή να πη στο λαό δείχνουν ότι ο Θεός ήθελε να γνωρίση αν ο εξαγορασμένος λαός του επιθυμούσε, αν ήταν πρόθυμος, να συνάψη μια αγία διαθήκη μαζί του. Αντί να επιβάλη μ’ ένα δικτατορικό και τυραννικό τρόπο μια διαθήκη σ’ αυτούς, ο Θεός περίμενε να εκφράσουν την θέλησί τους σ’ αυτό το ζήτημα. Αν δεν υπήρχε προθυμία εκ μέρους των, δεν θα γινόταν η διαθήκη!
Η ΕΚΦΡΑΣΙΣ ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΞΑΓΟΡΑΣΘΕΝΤΟΣ ΛΑΟΥ ΑΝΕΜΕΝΕΤΟ
10. Γιατί αυτή η διαθήκη απαιτούσε ένα μεσίτη, και ποιο ανθρώπινο μέσον ανεγνώρισε ο Θεός σ’ αυτή την περίπτωσι;
10 Αυτή η διαθήκη επρόκειτο να είναι διμερής, ένα ιεροπρεπές συμβόλαιο ή δέσμευσις από δύο μέρη. Εφόσον επρόκειτο για μια διαθήκη μεταξύ του Υψίστου Θεού και ατελών, αμαρτωλών ανθρωπίνων πλασμάτων τα οποία είχαν κληρονομήσει καταδίκη και θάνατο από τον Αδάμ και την Εύα, αυτή η διαθήκη απαιτούσε ένα μεσίτη, τον οποίον ο Θεός να ανεγνώριζε ως δίκαιο λόγω πίστεως, δηλαδή, τον Μωυσή τον υιόν του Αμράμ του Λευίτου. (Γαλ. 3:19, 20) Το ένα μέρος, ο Θεός, έδειξε την επιθυμία του να συνάψη αυτή τη διαθήκη, αλλά τώρα, τι ήταν το θέλημα του άλλου μέρους που είχε προσκληθή να συνάψη αυτή τη διαθήκη; Η επίσημος εγκαινίασις της διαθήκης μεταξύ του Θεού και του Ισραήλ περίμενε την έκφρασι του θελήματος του προσκεκλημένου κατωτέρου μέρους. Ως αυτό το βαθμό ο Θεός ανεγνώριζε το ανθρώπινο θέλημα.
11. Ποια στάσι έλαβε ο Ισραήλ απέναντι στην προτεινομένη διαθήκη, και προτού την εκφράση στον Ιεχωβά, τι δεν είπε σ’ αυτούς ο Ιεχωβά;
11 Ποια στάσι έλαβε ο λαός, ο οποίος αντιπροσωπευόταν από τους πρεσβυτέρους του έθνους του, απέναντι στην προσφερομένη διαθήκη; Το υπόμνημα της Γραφής λέγει: «Και ήλθεν ο Μωυσής, και εκάλεσε τους πρεσβυτέρους του λαού, και έθεσεν έμπροσθεν αυτών πάντας εκείνους τους λόγους τους οποίους προσέταξεν εις αυτόν ο Ιεχωβά. Και απεκρίθη ομοφώνως πας ο λαός, λέγων, Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά, θέλομεν πράξει. Και ανέφερεν ο Μωυσής προς τον Ιεχωβά τους λόγους του λαού.» (Έξοδ. 19:7, 8, ΜΝΚ) Προτού λάβη ο Ιεχωβά Θεός την έκφρασι της προθυμίας του λαού, δεν είπε σ’ αυτούς από την κορυφή του Όρους Σινά τις Δέκα Εντολές, τους θεμελιώδεις νόμους της προτεινομένης διαθήκης του Νόμου.—Έξοδ. 19:9 έως 20:22.
12. (α) Ώστε τι είχε αφεθή να κάμη ο λαός σχετικά με τη διαθήκη; (β) Πώς πρέπει να ονομάσωμε αυτή την πράξι των Ισραηλιτών απέναντι στη διαθήκη, και ποιον χαρακτηριστικό όρο εκφράζει το εδάφιο Ρωμαίους 6:13;
12 Ο λαός είχε αφεθή ελεύθερος να εκφράση μόνος του την εκλογή του, ή να δεχθή ή ν’ απορρίψη τη θεία πρότασι. Είχε αφεθή σ’ αυτούς ν’ αποφασίσουν ως ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες ή να γίνουν για τον Ιεχωβά ο «εκλεκτός από πάντων των λαών» ή ν’ αρνηθούν να γίνουν λόγω των όρων της διαθήκης. Όταν, λοιπόν, αυτός ο απολυτρωμένος λαός απήντησε σαν ένας άνθρωπος στη Θεία πρότασι, «Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά θέλομεν πράξει,» τι έκαναν; Τι θα ωνομάζαμε με άλλα λόγια αυτή την πράξι τους; Είναι μήπως πάρα πολύ να πούμε ότι παρέδιναν τον εαυτό τους στον Ιεχωβά Θεό για να κάνουν το θέλημά του όπως το εξέφρασε ο ίδιος; Δεν είναι αυτό κάτι παράλληλο μ’ εκείνο που είπε ο Χριστιανός απόστολος Παύλος στη Χριστιανική εκκλησία στη Ρώμη: «Παραστήσατε εαυτούς εις τον Θεόν ως ζώντας εκ νεκρών, και τα μέλη σας όπλα δικαιοσύνης εις τον Θεόν»; (Ρωμ. 6:13) Η Μια Αμερικανική Μετάφρασις το αποδίδει με πιο ισχυρό τρόπο λέγοντας: «Προσφέρετε τον εαυτό σας εις τον Θεόν.» Η Νέα Αγγλική Βίβλος λέγει: «Θέσατε τον εαυτό σας στη διάθεσι του Θεού.» Η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφρασις: «Προσφέρετε τον εαυτόν σας εις τον Θεόν.» Και του Μόφφατ η Νέα Μετάφρασις: «Οφείλετε ν’ αφιερώσετε τον εαυτό σας στον Θεό.»
13, 14. (α) Γιατί ο Ιεχωβά προσέφερε σ’ αυτούς τη διαθήκη αντί να την επιβάλη στον Ισραήλ, και με την ανταπόκρισί τους, τι έκαναν στην πραγματικότητα; (β) Πότε βεβαίωσαν και πάλι το θέλημα τους, και τι έγιναν μ’ αυτόν τον τρόπο για τον Ιεχωβά;
13 Ο Ιεχωβά δεν χρησιμοποίησε ισχυρή δύναμι πειθούς στους Ισραηλίτας λέγοντας: ‘Εγώ σας απολύτρωσα από την Αίγυπτο και σας απελευθέρωσα από την Ερυθρά θάλασσα. Επί πλέον είσθε το φυσικό σπέρμα του Αβραάμ του φίλου μου. Επομένως οφείλετε να συνάψετε αυτή τη διαθήκη μαζί μου.’ Είναι αλήθεια ότι γι’ αυτούς τους λόγους ο Ιεχωβά προσέφερε σ’ αυτούς μια σχέσι διαθήκης μαζί του, και είχε θέσει μπροστά τους μια ελκυστική προοπτική για τη σύναψι της διαθήκης. Αλλ’ εξηρτάτο από τους Ισραηλίτας να εκλέξουν αν θα γίνουν λαός του Ιεχωβά ως Θεού των. Επομένως, όταν είπαν: «Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά θέλομεν πράξει,» αφιέρωναν τον εαυτό τους στον Ιεχωβά για να είναι λαός Του, να κάνουν το θέλημα του που επρόκειτο να εκτεθή στη διαθήκη. Αργότερα, αφού εδόθησαν οι Δέκα Εντολές και κατόπιν παρεδόθη μια σειρά νόμων στον Μωυσή, η διαθήκη έγινε έγκυρη με το αίμα της θυσίας ζώων. Μ’ αυτόν τον τρόπο οι Ισραηλίται έγιναν ο αφιερωμένος λαός του Θεού με μια δεσμευτική διαθήκη με τον Ιεχωβά Θεό. Μ’ εκείνη την ευκαιρία, και με ακόμη καλύτερη γνώσι ο λαός εβεβαίωσε και πάλι την απόφασί του να κάμη το θέλημα του Ιεχωβά, διότι η αφήγησις στα εδάφια Έξοδος 24:7, 8 μας λέγει:
14 «Έπειτα λαβών [ο Μωυσής] το βιβλίον της διαθήκης, ανέγνωσεν εις τα ώτα του λαου· οι δε είπον, Πάντα, όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά, θέλομεν κάμνει, και θέλομεν υπακούει. Και λαβών ο Μωυσής το αίμα, ερράντισεν επί τον λαόν, και είπεν, Ιδού το αίμα της διαθήκης, την οποίαν ο Ιεχωβά έκαμε προς εσάς κατά πάντας τούτους τους λόγους.»—Βλέπε επίσης Εβραίους 9:18-20.
15. Για πόση διάρκεια ήταν εκείνη η διαθήκη, και για ποιους ήταν δεσμευτική;
15 Εκείνη η διαθήκη, που εγκαινιάσθηκε μ’ εκείνα τα μέλη του απολυτρωμένου λαού εκεί στο Όρος Σινά, δεν ήταν δεσμευτική μόνο για κείνους που ήσαν παρόντες, αλλά δεσμευτική επίσης και για τους κατά σάρκα, φυσικούς απογόνους των. Ήταν μια ‘διαθήκη αιώνιος [δια χρόνον ακαθόριστον, ΜΝΚ.].’ (Λευϊτ. 24:8) Αυτό έθετε όλους τους φυσικούς απογόνους των σε μια σχέσι διαθήκης με τον Θεό όσον καιρό θα διαρκούσε η διαθήκη. Συνεπώς οι Ισραηλίται εκείνοι που είχαν γεννηθή στην έρημο ύστερ’ από την εγκαινίασι αυτής της διαθήκης στο Όρος Σινά ήσαν σ’ αυτή τη διαθήκη με τον Θεό το τεσσαρακοστό και τελευταίο έτος της αναγκαστικής περιπλανήσεώς των στην έρημο. Γι’ αυτό συνέχισαν να είναι ένας αφιερωμένος λαός ή έθνος.
16. Στις πεδιάδες του Μωάβ πώς πολλοί δεν προτίμησαν να παραμείνουν σε σχέσι διαθήκης με τον Ιεχωβά;
16 Εν τούτοις, εκείνο το τελευταίο έτος (1473 π.Χ.) χιλιάδες από τα μέλη εκείνου του αφιερωμένου έθνους δεν προτίμησαν να παραμείνουν σε σχέσι διαθήκης με τον Ιεχωβά. Το έδειξαν αυτό στις πεδιάδες του Μωάβ. Στην αφήγησι του Μωυσέως σχετικά μ’ αυτό διαβάζομε, στα εδάφια Αριθμοί 25:1-5, ΜΝΚ.
«Και έμεινεν ο Ισραήλ εν Σιττείμ· και ήρχισεν ο λαός να πορνεύη μετά των θυγατέρων Μωάβ· αίτινες προσεκάλεσαν τον λαόν εις τας θυσίας των θεών αυτών· και έφαγεν ο λαός, και προσεκύνησε τους θεούς αυτών. Και προσεκολλήθη ο Ισραήλ εις τον [ή, ο Ισραήλ ετάχθη με τον, ΜΑΜ· ή, ο Ισραήλ ήλθε κάτω από τον ζυγό του, ΑΣ ] Βέελ-φεγώρ· και εξήφθη η οργή του Ιεχωβά κατά του Ισραήλ.
«Και είπε Ιεχωβά προς τον Μωυσήν, Λάβε πάντας τους αρχηγούς του λαού, και κρέμασον αυτούς ενώπιον του Ιεχωβά κατέναντι του ηλίου· δια να σηκωθή από του Ισραήλ η φλογερά οργή του Ιεχωβά. Και είπεν ο Μωυσής προς τους κριτάς του Ισραήλ, Φονεύσατε έκαστος τους ανθρώπους αυτού, τους όσοι προσεκολλήθησαν εις τον [οι οποίοι ετάχθησαν με τον, ΜΑΜ· ήλθον κάτω από τον ζυγόν του, ΑΣ] Βέελ-φεγώρ.»
17. (α) Πόσοι πέθαναν εκεί για παραβίασι της διαθήκης των με τον Ιεχωβά;(β) Πώς ο Ιεχωβά, στο εδάφιο Ωσηέ 9:10 ομιλεί για την προσκόλλησί τους στον Βέελ-φεγώρ;
17 Είκοσι τέσσερες χιλιάδες είχαν πεθάνει ως αποτέλεσμα της παραβάσεως της συμφωνίας να κάμουν «πάντα όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά.» (Αριθμ. 25:9· 1 Κορ. 10:8) Επτακόσια χρόνια και πλέον αργότερα ο Ιεχωβά ανεφέρθη σ’ αυτό το συγκλονιστικό γεγονός, μέσω του προφήτου του Ωσηέ. Λέγει πρώτα πόσο επιθυμητό ήταν το έθνος Ισραήλ και κατόπιν λέγει πώς πολλοί Ισραηλίται, έγιναν αποκρουστικοί σ’ αυτόν. Ο Ιεχωβά λέγει: «Εύρηκα τον Ισραήλ ως σταφυλήν εν ερήμω· είδον τους πατέρας σας ως τα πρωτογέννητα της συκής εν τη αρχή αυτής· αλλ’ αυτοί υπήγον προς τον Βέελ-φεγώρ, και αφιερώθησαν εις την αισχύνην και έγειναν βδελυκτοί, καθώς το αντικείμενον της αγάπης αυτών.» (Ωσηέ 9:10) Η μετάφρασις Μόφφατ της Γραφής λέγει: «Αφοσιώθηκαν στον απαίσιο Βάαλ.» (Επίσης η μετάφρασις Λήσερ) Επειδή εκείνοι οι Ισραηλίται είχαν αποχωρισθή από τον Ιεχωβά, για να στραφούν προς μια άλλη θεότητα, η Αμερικανική Αναθεωρημένη Μετάφρασις λέγει: «Αφιερώθηκαν στον Βάαλ.» (Επίσης η Αμερικάνικη Στερεότυπη Μετάφρασις· η Νέα Αμερικανική Βίβλος· η Νέα Αγγλική Βίβλος)
18. (α) Πώς η μετάφρασις του εδαφίου Ωσηέ 9:10 από την Ιουδαϊκή Εκδοτική Εταιρία αποδεικνύει την πράξι απιστίας των απέναντι στον Ιεχωβά; (β) Πώς η απιστία αποκαλύπτεται επίσης σχετικά με την ίδια Εβραϊκή λέξι στα εδάφια Ιεζεκιήλ 14:7, 8;
18 Εκείνοι οι άπιστοι Ισραηλίται είχαν αφιερωθή στον μόνο ζώντα και αληθινό Θεό, αλλά τώρα αποχωρίζονταν απ’ αυτόν για ν’ αφοσιωθούν ή ν’ αφιερωθούν στον Βάαλ. Για να τονίση αυτή την άπιστη πράξι, η Γραφή της Ιουδαϊκής Εκδοτικής Εταιρίας λέγει: «Απεχωρίσθησαν με το μέρος αυτού του επαίσχυντου πράγματος.» Το σημαντικό Εβραϊκό ρήμα εδώ είναι ναζάρ, και χρησιμοποιείται σε συσχετισμό με το τι έκανε ο Ιουδαίος Ναζηραίος όταν αποχωριζόταν για τον Θεό. (Αριθμ. 6:1-8) Στον καιρό του προφήτου Ιεζεκιήλ, λίγο πριν από την πρώτη καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 607 π.Χ., υπήρχαν πολλοί Ισραηλίται οι οποίοι ενεργούσαν με τρόπο όμοιο μ’ εκείνον που είχαν ενεργήσει οι άπιστοι Ισραηλίται την εποχή του Μωυσέως στις πεδιάδες Μωάβ. Σχετικά μ’ αυτούς τους απίστους ο Ιεχωβά είπε στον προφήτη Ιεζεκιήλ:
«Εις πάντα άνθρωπον εκ του οίκου Ισραήλ, και εκ των ξένων των παροικούντων εν τω Ισραήλ, όστις απαλλοτριωθή (ναζαρ) απ’ εμού, και αναβιβάση τα είδωλα αυτού εις την καρδίαν αυτού, και θέση το πρόσκομμα της ανομίας αυτού έμπροσθεν του προσώπου αυτού, . . . θέλω εκκόψει αυτόν εκ μέσου του λαού μου· και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά.»—Ιεζ. 14:7, 8 ΜΝΚ.
19. (α) Περιλαμβάνει η αφιέρωσις εκείνων των άπιστων Ισραηλιτών στον Βέελ-φεγώρ κάποια άλλη αφιέρωσι; (β) Αντί να λέγη ότι αποχωρίσθηκαν από τον Βέελ-φεγώρ, τι λέγει οριστικά το εδάφιο Αριθμοί 25:3;
19 Έτσι η ίδια αυτή γλώσσα δείχνει ότι εκείνοι οι Ισραηλίται που είχαν αποχωρισθή ήσαν πρώτα σε μια σχέσι διαθήκης με τον Ιεχωβά Θεό, στην οποία σχέσι τους είχαν φέρει οι πατέρες των λέγοντας στον μεσίτη Μωυσή: «Πάντα όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά θέλομεν κάμνει, και θέλομεν υπακούει.» (Έξοδ. 24:7· 19:8, ΜΝΚ) Αλλά τώρα, με το να εγκαταλείψουν τη διαθήκη και να στραφούν στην ειδωλολατρία, παρεβίαζαν την αφιέρωσί τους στον Ιεχωβά και αφιερώνονταν σ’ εκείνο που είχαν ειδωλοποιήσει. Το εδάφιο Αριθμοί 25:3, αντί να λέγη για τον αποχωρισμό του Ισραήλ με το μέρος του Βάαλ, λέγει οριστικά: «Και προσεκολλήθη ο Ισραήλ εις [ενώθηκε με, ΑΣΜ· ΑΣ· δεσμεύθηκε με, ΜΙΡ· συνεδέθη με, Γιάννκ·a ΜΜ· ΜΙΛ· ΙΕΡ·b επίσης εδάφιο 5] τον Βέελ- φεγώρ.» Αυτό πρέπει ν’ αποτελή μια προειδοποίησι για μας σήμερα, αν κάποιος από μας έχη οποιαδήποτε σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό. (1 Κορ. 10:6, 11) Δεν θέλομε να διαπράξωμε το ίδιο μοιραίο σφάλμα. Αυτό θα εσήμαινε απιστία ή στασιασμό εναντίον της θείας κυριαρχίας.
ΔΙΑΝΟΙΞΙΣ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
20. (α) Γιατί δεν ήταν άψογη εκείνη η πρώτη διαθήκη, και τι προέβλεπε αυτό; (β) Μέσω τίνος προφήτου είχε προλεχθή η νέα διαθήκη, και τι είπε ο Μωυσής σχετικά με τον καλύτερο μεσίτη;
20 Η διαθήκη που είχε κάμει ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσέως με τον αφιερωμένο λαό Ισραήλ ήταν μια «διαθήκη αιώνιος [δια χρόνον ακαθόριστον, ΜΝΚ].» Η διαθήκη εκείνη που είχε συναφθή στο Όρος Σινά δεν ήταν άψογη, λόγω της ατελείας των Ισραηλιτών και του μεσίτου των Μωυσέως. Γι’ αυτό έδωσε θέσι σε μια καλύτερη διαθήκη, μια νέα διαθήκη. Επομένως ο Ιεχωβά Θεός είχε σκοπό να συνάψη μια νέα διαθήκη, και το προνόμιο να περιληφθούν σ’ αυτή τη δευτέρα διαθήκη επρόκειτο να προσφερθή στο έθνος του φυσικού Ισραήλ. Εξακόσια και πλέον χρόνια προτού εγκαινιασθή αυτή η νέα Διαθήκη μέσω ενός νέου μεσίτου, ο Ιεχωβά το προείπε μέσω του προφήτου Ιερεμία τον έβδομο αιώνα πριν από την έλευσι εκείνου του καλυτέρου Μεσίτου. (Ιερεμ. 31:31-34· Εβρ. 8:6-13) Η έλευσις αυτού του καλυτέρου και μεγαλυτέρου Μεσίτου είχε προλεχθή από τον προφήτη Μωυσή, ο οποίος είπε ότι αυτός ο ερχόμενος μεσίτης επρόκειτο να εγερθή μέσα από τους Ισραηλίτας· θα ήταν ένας φυσικός Ισραηλίτης.—Δευτ. 18:15-19· Πράξ. 3:22, 23· 7:37, 38.
21. (α) Πότε, πού και με ποια αναγγελία είχε γεννηθή αυτός ο καλύτερος μεσίτης; (β) Γιατί ο Ιησούς εώρταζε το Ιουδαϊκό Πάσχα, και στον τελευταίο εορτασμό του, τι έδειξε ότι είναι, και πώς;
21 Το έτος 2 π.Χ. αυτός ο καλύτερος Μεσίτης είχε γεννηθή, ως απόγονος του Βασιλέως Δαβίδ και στην πόλι του Δαβίδ, τη Βηθλεέμ. Ταυτοχρόνως ήταν και Υιός του Θεού, και στη γέννησί του ο άγγελος του Θεού ανήγγειλε στους ποιμένας στους αγρούς κοντά στη Βηθλεέμ: «Ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος.» (Λουκ. 2:10, 11) Εφόσον είχε γεννηθή από μια Ιουδαία μητέρα, αυτός ο οποίος επρόκειτο να είναι «Χριστός Κύριος» ήταν φυσικός Ιουδαίος και κάτω από τον Νόμο της διαθήκης την οποία είχε μεσιτεύσει μέσω του Θεού και του Ισραήλ ο Μωυσής. Προς επιβεβαίωσιν τούτου διαβάζομε στο εδάφιο Γαλάτας 4:4: «Ότε όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον.» Εφόσον ήταν κάτω από τον νόμο της διαθήκης με τον Ισραήλ, ο Ιησούς Χριστός εώρταζε το δείπνον του Πάσχα. Στον τελευταίο του εορτασμό του Πάσχα το 33 μ.Χ., έδειξε ότι αυτός ήταν ο Μεσίτης της υποσχεμένης, νέας διαθήκης. Πώς; Εγκαθίδρυσε τώρα εκείνο που ονομάζεται το Δείπνον του Κυρίου, και όταν έδωσε το ποτήριον του οίνου στους πιστούς αποστόλους του είπε: «Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.» (Λουκ. 22:20) Ο Ιησούς έχυσε το αίμα του για να κάμη έγκυρη αυτή τη διαθήκη.
22. (α) Πότε ανέλαβε ο Ιησούς να γίνη ο μεσίτης της νέας διαθήκης; (β) Γιατί ο Ιωάννης είχε στην αρχή αντιρρήσεις να βαπτίση τον Ιησού;
22 Εν τούτοις, όπως ο προφήτης Μωυσής, ο Κύριος Ιησούς έπρεπε ν’ αναλάβη να γίνη εκείνος ο Μεσίτης της νέας διαθήκης. Πότε ανέλαβε να το κάμη αυτό; Τον καιρό του βαπτίσματός του στον Ιορδάνη Ποταμό. Σε ηλικία τριάντα ετών εγκατέλειψε το εργαστήριο του τού ξυλουργού στη Ναζαρέτ και πήγε στον Ιωάννη τον Βαπτιστή για να βαπτισθή στο ύδωρ. Αυτό ήταν ένα νέο είδος βαπτίσματος που επρόκειτο να κάμη ο Ιωάννης. Έως τότε, καθώς διαβάζομε στο εδάφιο Μάρκος 1:4, «Ήτο ο Ιωάννης βαπτίζων εν τη ερήμω και κηρύττων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών.» (Λουκ. 3:3) Αλλ’ ο Ιησούς ο Υιός του Θεού δεν ήλθε στον Ιωάννη τον Βαπτιστή για να βαπτισθή ως σύμβολο μετανοίας για συγχώρησι αμαρτιών. Ο Ιησούς ήταν τέλειος και αναμάρτητος. (Εβρ. 7:26) Δεν ήλθε στον Ιωάννη με μια ένοχη συνείδησι για να κάμη ‘αίτησι για αγαθή συνείδησι’ στον Θεό. (1 Πέτρ. 3:21, ΜΝΚ) Ο Ιωάννης το εγνώριζε αυτό, και γι’ αυτό διαβάζομε ότι ο Ιωάννης «εκώλυε αυτόν, λέγων, Εγώ χρείαν έχω να βαπτισθώ υπό σου, και συ έρχεσαι προς εμέ;» Αλλά, τι απήντησε ο Ιησούς;
23. Τι απήντησε ο Ιησούς στον Ιωάννη, και γιατί είπε ότι ήταν ‘πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην’ μολονότι είχε τηρήσει τον Νόμο;
23 «Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν, Άφες τώρα διότι ούτως είναι πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην.» (Ματθ. 3:13-15) Τι εννοούσε ο Ιησούς μ’ αυτό; Ως φυσικός Ιουδαίος, είχε τηρήσει τον νόμο της Μωσαϊκής διαθήκης τέλεια. Σ’ αυτό το σημείο είπε αργότερα στην επί του Όρους Ομιλία του: «Μη νομίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόμον ή τους προφήτας· δεν ήλθον να καταλύσω, αλλά να εκπληρώσω.» (Ματθ. 5:17) Φυσικά, η διαθήκη του Νόμου με τον Ισραήλ ήταν θέλημα Θεού, αλλ’ ο Ιησούς έκανε το θέλημα του Θεού απ’ αυτή την άποψι σ’ όλη τη διάρκεια της επιγείου ζωής του ως το βάπτισμά του. Επομένως οι λόγοι του Ιησού, «πάσα δικαιοσύνη,» εσήμαιναν κάτι περισσότερο από τη διαθήκη του Νόμου, κάτι που θα ήταν σ’ εκπλήρωσι των συμβολικών χαρακτηριστικών της διαθήκης του Νόμου. Αυτή ήταν η ‘πάσα δικαιοσύνη’ διότι ήταν θέλημα του Θεού να το κάμη αυτό. Ώστε αυτό ήταν που είχε αναλάβει να κάμη με το βάπτισμα του.
24. Σύμφωνα με τα εδάφια Εβραίους 10:5-10 ποια προφητεία ιδιαιτέρως εξεπλήρωνε ο Ιησούς με το να παρουσιασθή για βάπτισμα;
24 Με το να παρουσιασθή ο Ιησούς για βάπτισμα εξεπλήρωνε πραγματικά τους λόγους «των προφητών» όπως ακριβώς είχε πει. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ποιες προφητείες εξεπλήρωσε ο Ιησούς, στα εδάφια Εβραίους 10:5-10, όπου διαβάζομε σχετικά με τον Ιησού όταν ήλθε για βάπτισμα: «Δια τούτο εισερχόμενος εις τον κόσμον, λέγει, ‘Θυσίαν και προσφοράν δεν ηθέλησας,’ αλλ’ ητοίμασας εις εμέ σώμα. Εις ολοκαυτώματα και προσφοράς περί αμαρτίας δεν ευηρεστήθης. Τότε είπον, Ιδού, έρχομαι, (εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού,) δια να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου.’ . . . Με το οποίον θέλημα είμεθα ηγιασμένοι δια της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού άπαξ γενομένης.» Έτσι ο Ιησούς εξεπλήρωνε τον Ψαλμό 40:6-8. Το «θέλημα» του Θεού απαιτούσε να θυσιάση ο Ιησούς τον εαυτό του, το «σώμα» του.
25. (α) Τίνος σύμβολο λοιπόν ήταν το εν ύδατι βάπτισμα του Ιησού; (β) Πώς ο Ιησούς ήταν ήδη αφιερωμένος και εξαγορασμένος;
25 Εφόσον η προφητεία το απαιτούσε αυτό, τότε, ο Ιησούς θα είχε κακή συνείδησι αν δεν προσήρχετο για να κάμη το ειδικό θέλημα του Θεού κι’ επομένως να παρουσιασθή στον Ιωάννη για βάπτισμα. Είναι καταφανές ότι η πράξις βαπτίσματος του Ιησού ήταν συμβολική. Το βάπτισμά του δεν ήταν σύμβολον «μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών.» Ήταν σύμβολο της προσελεύσεώς του για να κάμη το θέλημα του Θεού, το οποίον θείον «θέλημα» περιελάμβανε την προσφορά του σώματος του Ιησού μια φορά για πάντα. Ως φυσικός Ιουδαίος ήταν ήδη κάτω από τον Μωσαϊκό νόμο και ήταν μέλος του μόνου έθνους στη γη που ήταν τότε αφιερωμένο στον Θεό, στο να κάμη «πάντα όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά.» Επίσης ως ο πρωτότοκος Υιός της Μαρίας, της οποίας τον πρωτότοκο υιό ο σύζυγός της Ιωσήφ υιοθέτησε ως δικό του πρωτότοκο γυιο, ο Ιησούς ήταν αγιασμένος για τον Ιεχωβά και ανήκε σ’ αυτόν. (Έξοδ. 13:1, 2) Γι’ αυτό ο Ιωσήφ και η Μαρία έπρεπε να εξαγοράσουν τον Ιησού για να επιτρέπεται σ’ αυτόν ν’ ασχοληθή σε κοσμική εργασία. (Αριθμ. 3:13-51· 18:14-16) Ώστε το βάπτισμα του Ιησού δεν εξεικόνιζε την αφιέρωσί του στον Θεό, αλλά την παρουσίαση του εαυτού του στο να κάμη το θέλημα του Θεού ακόμη και ως το σημείο της θυσίας.
26. (α) Πώς ο Θεός έδειξε ότι δέχθηκε την παρουσίασι του Ιησού; (β) Ως ποιο βαθμό έκαμε ο Ιησούς εν σαρκί αυτό το θείο «θέλημα»;
26 Ο Ιεχωβά Θεός έδειξε ότι δέχθηκε αυτή την παρουσίαση του Υιού του Ιησού με το ότι εξέχεε το πνεύμα του επάνω στον βαπτισμένο Ιησού και έκαμε ν’ ακουσθή από τον ουρανό η φωνή του λέγοντας: «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.» (Ματθ. 3:16, 17) Κατόπιν, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ανήγγειλε τον κεχρισμένο Ιησού ως ‘τον Αμνόν του Θεού τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου.’ (Ιωάν. 1:28-36· Πράξ. 10:37, 38) Ο Ιησούς έκαμε το θέλημα του Θεού ως το τέλος της ζωής του ως άνθρωπος στη γη. Στη διάρκεια της τελευταίας βραδυάς του στη γη με το φυσικό ανθρώπινο σώμα του προσευχήθηκε στον Θεό και είπε: «Πάτερ μου, εάν είναι δυνατόν ας παρέλθη απ’ εμού το ποτήριον τούτο· πλην ουχί ως εγώ θέλω, αλλ’ ως συ.» (Ματθ. 26:39-44) Το επόμενο απόγευμα, την τρίτη περίπου ώρα, ενώ ο Ιησούς ήταν κρεμασμένος στο ξύλο του μαρτυρίου, όπως μας λέγει το εδάφιο Ιωάννης 19:30, «ο Ιησούς είπε, Τετέλεσται· και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα.» Έτσι, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, το σώμα του Ιησού είχε προσφερθή μια φορά για πάντα.
27. (α) Τι είδους ανάστασι είχε ο Ιησούς Χριστός και γιατί; (β) Πώς λοιπόν έλαβε υπό την κατοχήν του όλο το ανθρώπινο γένος, και με ποια προσδοκία για τους νεκρούς;
27 Σε αρμονία μ’ αυτή τη θυσιαστική προσφορά του τελείου ανθρωπίνου σώματός του ο Ιησούς Χριστός ηγέρθη εκ νεκρών την τρίτη ημέρα, όχι μ’ ένα σώμα με σάρκα και αίμα, αλλά μ’ ένα πνευματικό σώμα. (1 Πέτρ. 3:18· 1 Κορ. 15:42-45) Την τεσσαρακοστή ημέρα από την ανάστασί του, ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό και εκεί παρουσίασε στον Θεό την αξία της ανθρώπινης θυσίας του για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Όταν ήταν στη γη είχε πει ότι είχε έλθει «δια να υπηρετήση και να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών.» (Ματθ. 20:28) Ο απόστολος Παύλος λέγει για τον Ιησού ότι υπέστη «το πάθημα του θανάτου . . . δια να γευθή θάνατον υπέρ παντός ανθρώπου δια της χάριτος του Θεού.» Ο απόστολος Παύλος λέγει επίσης: «άνθρωπος Ιησούς Χριστός όστις έδωκεν εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.» (Εβρ. 2:9· 1 Τιμ. 2:5, 6) Έτσι ο Ιησούς Χριστός με το να παρουσιάση στον Θεό την αξία της ζωής της ανθρώπινης θυσίας του, έδωσε αντίλυτρο για όλο το ανθρώπινο γένος, το εξηγόρασε, χωρίς μάλιστα εκείνοι να τον παρακαλέσουν να το κάμη αυτό. Γι’ αυτόν το λόγο, κάτω από την ουράνια βασιλεία του, θα γίνη «ανάστασις νεκρών, δικαίων τε και αδίκων.» (Πράξ. 24:15) Όλοι αυτοί ανήκουν στον Ιησού Χριστό.
28. (α) Τι έγινε λοιπόν ο αναστημένος Ιησούς Χριστός σχετικά με την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους; (β) Για ποιο μεγαλύτερο πράγμα υπηρετεί επίσης ως Αρχηγός;
28 Έτσι, σύμφωνα με το θείον θέλημα, ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού έγινε ο Αρχηγός της σωτηρίας ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους. Αυτό είναι εκείνο που πρέπει να εννοήσουμε από τα εδάφια Εβραίους 2:9, 10, τα οποία λέγουν: «Τον δε ολίγον τι παρά τους αγγέλους ηλαττωμένον Ιησούν βλέπομεν δια το πάθημα του θανάτου με δόξαν και τιμήν εστεφανωμένον, δια να γευθή θάνατον υπέρ παντός ανθρώπου δια της χάριτος του Θεού. Διότι έπρεπε εις αυτόν, δια τον οποίον είναι τα πάντα και δια του οποίου έγειναν τα πάντα, φέρων εις την δόξαν πολλούς υιούς, να κάμη τέλειον τον Αρχηγόν της σωτηρίας αυτών δια των παθημάτων.» Και εις Εβραίους 5:9, 10 διαβάζομε: «Και γενόμενος τέλειος, κατεστάθη αίτιος σωτηρίας αιωνίου εις πάντας τους υπακούοντας εις αυτόν, ονομασθείς υπό του Θεού αρχιερεύς κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.» Αυτός απεδείχθη άξιος να υπηρετή ως Αρχηγός της Θείας Κυριαρχίας.
[Υποσημειώσεις]
a Κατά Γράμμα Μετάφρασις του Γιάνγκ των Αγίων Γραφών (1862)
b Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ (1966)
[Εικόνα στη σελίδα 106]
Μολονότι ο λαός Ισραήλ ανήκε πραγματικά στον Ιεχωβά, αυτός δεν επέβαλε σ’ αυτούς τη διαθήκη του, αλλά περίμενε να δείξουν μόνοι τους την επιθυμία τους σ’ αυτό το ζήτημα