Η Πρόγνωσις σε Αρμονία με την Ελευθέρα Θέλησι
«Γνωρίζω εις τι θα οδηγήση αυτούς η ιδιοσυγκρασία των, ακόμη και τώρα, πριν εισαγάγω αυτούς εις την γην την οποίαν υπεσχέθην εις αυτούς δι’ όρκου.»—Δευτερονόμιον 31:21, ΜΑΜ.
1. Πώς οι διδασκαλίες των Πρεσβυτεριανών αρνούνται την ελευθέρα θέλησι του ανθρώπου;
ΟΙ ΟΠΑΔΟΙ του προορισμού δεν αρνούνται ότι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες, όμως οι διδασκαλίες των βεβαίως το αρνούνται. Οι επόμενες δηλώσεις των, παρμένες από τις δημοσιεύσεις των, δεν αποστερούν μήπως πραγματικής σημασίας τον ισχυρισμό των ότι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να θέλουν το αγαθόν; «Ο άνθρωπος, με την πτώσι του σε μια κατάστασι αμαρτίας, έχασε κάθε ικανότητα θελήσεως για οποιοδήποτε πνευματικό αγαθόν που συνοδεύει τη σωτηρία.» Αλλ’ όταν ο Θεός παρεμβαίνη για να μεταστρέψη έναν αλλιώς αβοήθητον αμαρτωλόν, τον «καθιστά ικανόν ελεύθερα να θέλη και να πράττη εκείνο που είναι πνευματικώς αγαθόν.»a Ο Θεός υπόσχεται να «δώση σε όλους εκείνους που είναι προσδιωρισμένοι για ζωήν, το Άγιο του Πνεύμα, για να τους καταστήση προθύμους και ικανούς να πιστεύουν.»b Επομένως εκείνοι που δεν είναι προσδιωρισμένοι, δεν έχουν ελευθέρα θέλησι ή ικανότητα να πιστεύουν. Ομοίως, ο Θεός «ανανεώνει και επηρεάζει ισχυρά τις θελήσεις των» για να κάμη τους ανθρώπους «προθύμους και ικανούς» να απαντήσουν στην κλήσι του.c Ακόμη και αφού ξεκινήσουν στο σωστό δρόμο, η «καρτερικότης των αγίων εξαρτάται, όχι από την ελευθέρα τους θέλησι, αλλ’ από το αναλλοίωτον της αποφάσεως της εκλογής.»d Και πού θα βρεθή η ελευθέρα θέλησις των ατόμων στη δήλωσί των ότι ο Θεός «κυβερνά όλα τα πλάσματά του· διατάσσοντάς τα, και όλες τις πράξεις των»;e Αν ο Θεός «αμετάβλητα ορίζη ο,τιδήποτε συμβαίνει», και για να δείξη την κυρίαρχη δύναμί του πάνω σε μερικούς «τους ώρισε για ατιμία και οργή», και για να δείξη την χάριν του προς άλλους τους προώρισε για ζωή «χωρίς καμμιά πρόγνωσι πίστεως ή καλών έργων», τότε πώς μπορεί να υποστηριχθή ότι δεν «επιβάλλεται βία στη θέλησι των πλασμάτων»; Όμως τέτοιες είναι οι διαστάσεις στις οποίες φθάνει η λογική των οπαδών του προορισμού. Δεν είναι παράδοξο ότι παύουν να λογικεύωνται πάνω στο ζήτημα αυτό, και αναφέρονται στο δόγμα των ως «το υψηλόν αυτό μυστήριον του προορισμού»!f
2. Από ποια άποψι οι Πρεσβυτεριανοί παπαγαλίζουν τη φιλοσοφία των Φαρισαίων;
2 Από όλη την αιωνιότητα ο Θεός υποτίθεται ότι απεφάσισε ο,τιδήποτε λαμβάνει χώραν, και ότι καθώρισε την τελική τύχη όλων των ανθρώπων και των αγγέλων ή σε αιώνια ζωή ή σε αιώνιο θάνατο, χωρίς όμως ούτε να κάμη χρήσιν της προγνώσεώς του για να το πράξη αυτό, ούτε να παραβιάση την ελευθέρα θέλησι οποιουδήποτε πλάσματος πράττοντας τούτο.g Για ν’ ανταποκριθή σ’ ένα τέτοιο σχέδιο ο Ιεχωβά θα έπρεπε να δημιουργήση κάθε άτομο με τέτοιον τρόπο ώστε αυτομάτως να κάνη ό,τι ακριβώς αυτός προώρισε για το άτομο αυτό να κάνη. Τούτο θέτει τους οπαδούς του προορισμού στο ίδιο δογματικό σκάφος με τους Φαρισαίους, για τους οποίους ο Ιώσηπος έγραψε: «Όταν καθορίζουν ότι όλα γίνονται σύμφωνα με το πεπρωμένον, δεν αφαιρούν την ελευθερία από τους ανθρώπους να ενεργούν όπως θεωρούν κατάλληλο, αφού η γνώμη των είναι, ότι ο Θεός ευηρεστήθη να κάμη ένα συγκερασμό, με τον οποίο γίνεται εκείνο που αυτός θέλει, αλλά έτσι ώστε η θέλησις του ανθρώπου να μπορή να ενεργή ενάρετα ή διεφθαρμένα.»h Από τα προηγούμενα είναι φανερό ότι οι οπαδοί του προορισμού προσφέρουν στην ατομική ελευθέρα θέλησι μόνο υπηρεσία χειλέων, ενώ δογματικώς την αρνούνται από κάθε πρακτική άποψι.
ΠΩΣ Ο ΙΕΧΩΒΑ ΜΑΣ ΔΙΑΠΛΑΣΣΕΙ
3. Τι ισχυρίζονται μερικοί, και πώς υποστηρίζουν τον ισχυρισμό τους;
3 Μερικοί θα ισχυρισθούν ότι ο Ιεχωβά Θεός διαμορφώνει τον άνθρωπο με τέτοιον τρόπο ώστε να τον εξαναγκάση ν’ ακολουθήση ωρισμένην πορεία διαγωγής, ασκώντας βία στην ελευθερία θελήσεως ή εκλογής του πλάσματος, και έτσι κάνοντας τα πράγματα να γίνουν σύμφωνα με τον θείο προορισμό. Αναφέρουν την περικοπή που μιλεί για τον Ιεχωβά ως τον μέγαν Κεραμέα και για τους ανθρώπους ως τον αβοήθητον πηλόν που πρέπει να διαμορφωθή όπως Αυτός θεωρεί κατάλληλο. Δείχνουν επίσης τον καιρό που ο Θεός εσκλήρυνε την καρδιά του Φαραώ, η οποία σκλήρυνσις ωδήγησε τον Φαραώ σε καταστροφή στην Ερυθρά θάλασσα. Μπορούν οι περιπτώσεις αυτές να εναρμονισθούν με την ατομική ελευθερία θελήσεως; Ναι, και με τον τρόπο της τοποθετήσεως θεμελίου για στερεές απαντήσεις, ας εξετάσωμε μερικά σημεία σχετικά με την αλλαγή ή την ανακαίνισι της ανθρωπίνης διανοίας.
4. Πώς φθάνουν στον εγκέφαλο αγγέλματα από τις πέντε αισθήσεις, και τι τότε συμβαίνει;
4 Οι άνθρωποι γνωρίζουν πολλά για την διάνοια, αλλά πολύ περισσότερα δεν γνωρίζουν. Εν τούτοις, μια ανάμιξις γεγονότων και θεωρίας δίδει την εξής βασική άποψι της λειτουργίας της διανοίας. Όταν εισέρχεται φως στο μάτι, μεταβάλλεται σε ηλεκτρισμό τη στιγμή που φθάνει στη φαιά ουσία του εξωτερικού μέρους του εγκεφάλου. Όταν ο ήχος μπαίνη στο αυτί, φθάνει στη φαιά ουσία ως ηλεκτρικές ωθήσεις. Παρόμοια αγγέλματα έρχονται στον εγκέφαλο από τις αισθήσεις της οσφρήσεως και της γεύσεως και της αφής, φθάνοντας στο έξω μέρος του εγκεφάλου σαν ηλεκτρικά ρεύματα. Μέσα στο περίβλημα της φαιάς ουσίας βρίσκεται η λευκή ουσία του εγκεφάλου, και δια μέσου αυτής η φαιά ουσία αποστέλλει ηλεκτρικά αγγέλματα, για να συνδεθούν με άλλα κύτταρα ή ομάδες κυττάρων σε άλλα τμήματα της φαιάς ουσίας. Έτσι, όταν το τμήμα της οράσεως βλέπει κίνδυνο, αποστέλλει γοργά αγγέλματα στο τμήμα κινήσεως για να δώση την πρώτη αρχή στην αναγκαία μυϊκή δράσι, είτε για μάχη είτε για φυγή. Έτσι και σε όλες τις άλλες διανοητικές λειτουργίες η φαιά ουσία επικοινωνεί με τα διάφορα μέρη της, κάνοντας τούτο με την εγκατάστασι περιοχών δια μέσου της λευκής ουσίας.
5. Τι χύνει περαιτέρω φως στη λειτουργία και θαυμαστότητα του εγκεφάλου;
5 Κάθε σκέψις, κάθε ενέργεια αναγράφεται σαν ένα ηλεκτρικό μονοπάτι δια μέσου της λευκής ουσίας. Αν είναι μια παλαιά ιδέα ή συχνή ενέργεια, χρησιμοποιεί την περιοχή που εχαράχθη προηγουμένως, ενισχύοντάς την και περιχαρακώνοντάς την ακόμη περισσότερο. Γι’ αυτό ακριβώς η επανάληψις στερεώνει σταθερά τις σκέψεις στη διάνοια, και οι επαναλαμβανόμενες ενέργειες γίνονται συνηθισμένες. Έρχονται εύκολα κατόπιν, και είναι δύσκολο να μετακινηθούν. Νέες σκέψεις και νέες πράξεις απαιτούν την εγκατάστασι νέων περιοχών, και αυτό είναι πιο δύσκολο. Κατά την γέννησι, ο εγκέφαλος του ανθρωπίνου βρέφους είναι σχεδόν άγραφος, βρίσκονται δε εκεί μόνον ολίγες περιοχές, όπως το ένστικτο να θηλάζη και μερικά άλλα βασικά αχνάρια αναγκαία για την επιβίωσι. Αλλά δεν παραμένει σχεδόν άγραφος επί μακρόν. Οι πέντε αισθήσεις χύνουν μέσα τα αγγέλματά τους, και καθώς περνούν τα χρόνια μια τρομακτική μάζα περιοχών συσσωρεύεται—η οποία εκτιμάται από τους επιστήμονας περισσότερο από όλα τα συστήματα τηλεφωνικών συρμάτων, ανταλλαγών και δεκτών που υπάρχουν. Ένας επιστήμων εξετίμησε ότι «ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει αρκετή ικανότητα αποθηκεύσεως ώστε να ενθυμήται πενήντα φορές περισσότερες πληροφορίες από όσες περιέχονται στους επτά εκατομμύρια τόμους της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου.» Αληθινά ο άνθρωπος ‘φοβερώς και θαυμασίως επλάσθη’! (Ψαλμός 139:14) Πόσο προσεκτικοί πρέπει να είμεθα για να δεχώμεθα τις ορθές σκέψεις, να πράττωμε τις ορθές πράξεις, να εγκαθιστούμε τις κατάλληλες περιοχές, για να μην κάνωμε τα διανοητικά μας σύρματα να διασταυρώνωνται και περιπλέκωνται με πονηρή σκέψι και ενέργεια!
6. Πώς οι άνθρωποι και τα ζώα διαφέρουν από αυτές τις απόψεις, και τι κάνει έναν άνθρωπο εκείνο που είναι;
6 Αν δεν κατείχαμε ελευθέρα θέλησι, αλλ’ αντί τούτου η πορεία μας ήταν καθωρισμένη για μας, δεν θα είχαμε τη δύναμι να διαπλάσσωμε τις διάνοιές μας σύμφωνα με τις επιθυμίες μας, σύμφωνα με τα πράγματα που εκλέγομε να δεχώμεθα μέσα στον εγκέφαλο. Θα ήμεθα περισσότερο σαν πλάσματα ενστίκτου, σαν κατώτερα ζώα. Οι εγκέφαλοί των δεν είναι τόσο άγραφοι όπως οι ανθρώπινοι κατά την γέννησι· οι περισσότερες από τις περιοχές των είναι ήδη εκεί, και μόνο ολίγες μπορούν να προσθέσουν κατόπιν. Βρίσκονται πλησιέστερα στο να είναι προωρισμένα κατά την γέννησι παρά οι άνθρωποι. Πρωτίστως ακολουθούν το Θεόδοτο ένστικτο. Ο άνθρωπος, εξ άλλου, συγκροτεί την ίδια του διάνοια. Και επειδή ο καθένας το κάνει αυτό διαφορετικά, ο καθένας είναι ένα χωριστό άτομο, μια ξεχωριστή προσωπικότης. Οι σκέψεις και οι πράξεις ενός άτομου είναι εκείνες που το κάνουν αυτό που είναι. Έτσι λέγει ο Ιεχωβά Θεός: «Καθώς φρονεί εν τη διανοία αυτού, τοιούτος είναι.» (Παροιμίαι 23:7, ΜΙΡ) Από την καρδιά, η οποία συχνά αντιπροσωπεύει τη διάνοια, προέρχονται λόγια και πράξεις. (Ματθαίος 12:34· 15:19) Ό,τι επομένως κάθε άτομο σκέπτεται, λέγει και πράττει, κυβερνάται σε μεγάλο βαθμό από τη διάνοια. Για να αλλάξη τον εαυτό του, για να αναπλάση τον εαυτό του, πρέπει ν’ αλλάξη τις σκέψεις του· διότι όπως σκέπτεται, τέτοιος και είναι.
7. Ποια εντολή δίδεται στους ανθρώπους, και γιατί, και πώς αυτοί μπορούν να την προσέξουν;
7 Επειδή οι άνθρωποι σ’ αυτόν τον παλαιόν θνήσκοντα κόσμο σκέπτονται και μιλούν και ενεργούν εσφαλμένα, επειδή οι άπιστοι αυτοί είναι σκεύη οργής που κατευθύνονται στην απώλεια, και επειδή πρέπει να αναπλασθούν σε σκεύη δόξης του Ιεχωβά αν πρόκειται να διαφύγουν το να συντριβούν σαν σκεύη κεραμέως από την ράβδον του Βασιλέως στον Αρμαγεδδώνα, η ζωτική εντολή σ’ αυτούς είναι: «Και μη συμμορφόνεσθε με τον αιώνα τούτον, αλλά μεταμορφόνεσθε δια της ανακαινίσεως του νοός σας.» (Ιωάννης 3:36· Ρωμαίους 12:2) Αν ανακαινίζουν τη διάνοιά τους, αλλάζουν προσωπικότητα· διότι όπως σκέπτονται, έτσι και είναι. Πρέπει ν’ αφήσουν τις παλαιές περιοχές που ετέθησαν στους εγκεφάλους των από τα σχέδια και τις προπαγάνδες, τις επιθυμίες και τις ανηθικότητες του παλαιού κόσμου να μαρανθούν με τη μη χρησιμοποίησί τους και να τις αντικαταστήσουν με νέες περιοχές οικοδομημένες από την ορθή σκέψι και πράξι που συνιστάται από τον νέον κόσμον του Ιεχωβά. Αν το πράξουν αυτό, θα αναπλασθούν σε νέα προσωπικότητα. «Να απεκδυθήτε τον παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν, τον φθειρόμενον κατά τας απατηλάς επιθυμίας· . . . να ανανεόνησθε εις το πνεύμα του νοός σας, και να ενδυθήτε τον νέον άνθρωπον, τον κτισθέντα κατά Θεόν εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας.» «Απεκδύθητε τον παλαιόν άνθρωπον μετά των πράξεων αυτού· και ενδύθητε τον νέον, τον ανακαινιζόμενον εις επίγνωσιν κατά την εικόνα του κτίσαντος αυτόν.»—Εφεσίους 4:22-24· Κολοσσαείς 3:9, 10.
8. Γιατί μπορεί να λεχθή ότι ο Ιεχωβά μπορεί να μεταβάλη ανθρώπους χωρίς να τους εξαναγκάση;
8 Με την λήψι, λοιπόν, ακριβούς γνώσεως όσον αφορά τον Ιεχωβά και τον Χριστό, μπορούν τα ανθρώπινα πλάσματα που έγιναν από χώμα ή πηλό, να αναπλασθούν, να αλλαγούν από σκεύη οργής σε σκεύη κατάλληλα για το θείο έλεος. (Ιωάννης 17:3) Εξ άλλου, η πληροφορία αυτή αντί να αναπλάσση ανθρώπους, που εγεννήθησαν κάτω από οργή και καταδίκη, σε σκεύη δόξης, σκληρύνει μερικούς ακόμη περισσότερο ως σκεύη οργής, ωθώντας τους ακόμη σε φόνο. (Ιωάννης 8:37-45· Πράξεις 7:54-60· 2 Τιμόθεον 3:8) Και η μαρτυρία αυτή ότι, είτε σκληρύνει σκεύη οργής είτε τα αναπλάσσει σε σκεύη κατάλληλα για έλεος, πού βρίσκεται; Στον λόγον του Θεού, την Αγία Γραφή. Με τον λόγον του, λοιπόν, ο Ιεχωβά είτε καθιστά άτομα πιο πεισμόνως πονηρά, είτε τα μεταβάλλει σε ενδόξους δούλους του, και τούτο χωρίς κάποιον εξαναγκασμό του πλάσματος, αλλά μάλλον αυτό γίνεται καθώς το ίδιο το πλάσμα θέλει ν’ αντιδράση. Είναι σαν ένα άτομο που λαμβάνει μια επιστολή από κάποιον, η οποία κάνει το άτομο αυτό ν’ αλλάξη γνώμη, και ως αποτέλεσμα το άτομο λέγει, «Ο άνθρωπος αυτός μου άλλαξε τη γνώμη μου.» Εν τούτοις, δεν έγινε κανένας εξαναγκασμός· το άτομο άλλαξε γνώμη από δική του ελευθέρα θέλησι.
9. Πώς πρέπει να εννοηθή το Ρωμαίους 9:21-24, και ποια άλλη περικοπή δείχνει ότι η κατανόησις αυτή είναι αληθινή;
9 Μ’ αυτήν ακριβώς την άποψι των πραγμάτων πρέπει να εξετασθή το Ρωμαίους 9:21-24: «Ή δεν έχει εξουσίαν ο κεραμεύς του πηλού, από του αυτού μίγματος να κάμη άλλο μεν σκεύος εις τιμήν, άλλο δε εις ατιμίαν; Τι δε, αν ο Θεός θέλων να δείξη την οργήν αυτού και να κάμη γνωστήν την δύναμιν αυτού, υπέφερε μετά πολλής μακροθυμίας σκεύη οργής κατεσκευασμένα εις απώλειαν; Και δια να γνωστοποίηση τον πλούτον της δόξης αυτού επί σκεύη ελέους, τα οποία προητοίμασεν εις δόξαν, ημάς, τους οποίους εκάλεσεν, ουχί μόνον εκ των Ιουδαίων, αλλά και εκ των εθνών;» Δεν έχει μήπως δικαίωμα ο Ιεχωβά να διακηρύξη το άγγελμά του σε όλους τους ανθρώπους που λαμβάνονται από τον ίδιο τόπο, το χώμα της γης, και να επιτρέψη να τους διαμορφώση αυτό υπέρ ή εναντίον του, σύμφωνα με τις αντιδράσεις της ελευθέρας των θελήσεως στη διακήρυξί του; Ασφαλώς, και από πριν έδειξε στον λόγον του ότι μια τάξις θα εσκληρύνετο ως σκεύη οργής και μια άλλη τάξις θα ήταν ευλύγιστη στη σκέψι της όταν θα άκουε την αλήθεια και θα την εδέχετο ευμενώς και θα ανεκαίνιζε τη διάνοια σύμφωνα με την ώθησι της αληθείας, αποτελώντας έτσι σκεύη ελέους. Ότι το ίδιο το άτομο μπορεί, με την πορεία του σύμφωνα με το θέλημα του Ιεχωβά, να καταστήση τον εαυτό του «σκεύος τιμίας χρήσεως», αναφέρεται ειδικώς εις 2 Τιμόθεον 2:20-22: «Εν μεγάλη δε οικία δεν είναι μόνον σκεύη χρυσά και αργυρά, αλλά και ξύλινα και οστράκινα· και άλλα μεν προς χρήσιν τιμίαν, αλλά δε προς άτιμον. Εάν λοιπόν καθαρίση τις εαυτόν από τούτων, θέλει είσθαι σκεύος τιμίας χρήσεως, ηγιασμένον, και εύχρηστον εις τον δεσπότην, ητοιμασμένον εις παν έργον αγαθόν. Τας δε νεανικάς επιθυμίας φεύγε· και ζήτει την δικαιοσύνην, την πίστιν, την αγάπην, την ειρήνην μετά των επικαλουμένων τον Κύριον εκ καθαράς καρδίας.» Το να πούμε ότι ο Ιεχωβά εξαναγκάζει τους ανθρώπους να είναι ένα καλό ή ένα κακό σκεύος, είναι αντιγραφικό. Αυτός μας διαπλάσσει μέσω του λόγου του, για καλό αν τον αφήνωμε.
10. Πώς ο Θεός εσκλήρυνε την καρδιά του Φαραώ χωρίς να παραβιάση την ελευθέρα θέλησι;
10 Τώρα ας εξετάσωμε την περικοπή που προκαλεί συζητήσεις, στην οποία ο Ιεχωβά λέγει: «Εγώ δε θέλω σκληρύνει την καρδίαν του Φαραώ, και θέλω πληθύνει τα σημεία μου και τα θαυμάσιά μου εν τη γη της Αιγύπτου· πλην ο Φαραώ δεν θέλει σας υπακούσει.» (Έξοδος 7:3, 4) Ο Ιεχωβά δεν εσκλήρυνε πραγματικά την καρδιά του Φαραώ ώστε ο Φαραώ να χάση την ελευθέρα του θέλησι σ’ αυτή την υπόθεσι. Η καρδιά του εσκληρύνθη λόγω του αγγέλματος που διεκήρυξαν σ’ αυτόν ο Μωυσής και ο Ααρών. Αυτό ήταν εκείνο που τον έκαμε να αντιδράση με άκαμπτη ισχυρογνωμοσύνη και οργή. Αλλ’ αφού το άγγελμα που διεκήρυξαν ο Μωυσής και ο Ααρών ήταν πραγματικά άγγελμα του Ιεχωβά, η αφήγησις λέγει ότι ο Ιεχωβά εσκλήρυνε την καρδιά του. Η επανειλημμένη εκδήλωσις του ελέους του Θεού σ’ αυτόν με την άρσι της μιας πληγής μετά την άλλη, δεν εμαλάκωσε την καρδιά του Αιγυπτίου άρχοντος, αλλ’ όπως είναι συνηθισμένο στην περίπτωσι των θρασυδείλων και των τυράννων, η μακροθυμία αυτή κατέστησε μόνο τον Φαραώ πιο ανυπόφορον, έφερε εντελώς στην επιφάνεια τα κομπαστικά χαρακτηριστικά του. Στην Έξοδο 8:15 δείχνεται το αποτέλεσμα της ανακουφίσεως: «Ιδών δε ο Φαραώ, ότι έγεινεν αναψυχή, εσκλήρυνε την καρδίαν αυτού.» Και πάλιν έπειτα από την άρσι μιας από τις πληγές: «Ο Φαραώ και ταύτην την φοράν εσκλήρυνε την καρδίαν αυτού.» (Έξοδος 8:32) Επίσης, το 1 Σαμουήλ 6:6 λέγει: «Οι Αιγύπτιοι και ο Φαραώ εσκλήρυναν τας καρδίας αυτών.» Δεν λέγει ότι ο Φαραώ εσκλήρυνε την καρδιά του; Ναι, επειδή αυτό πραγματικά συνέβη. Λέγει μόνο ότι ο Ιεχωβά το έκαμε αυτό, επειδή έτσι ο Φαραώ αντέδρασε στο άγγελμα του Ιεχωβά. Το έλεος που εκδηλώνεται σε τέτοιους υπερηφάνους ανθρώπους χρησιμεύει μόνο για να τους κάμη να θησαυρίσουν περισσότερη οργή εναντίον των. (Ρωμαίους 2:4, 5) Δεν είναι ασυνήθιστο για τους πονηρούς ανθρώπους να ερμηνεύουν τη μακροθυμία του Ιεχωβά ως σημείον αδυναμίας και έτσι να είναι περισσότερο έκδοτοι στις πονηρές των κατευθύνσεις, νομίζοντας ότι ο καιρός των λογαριασμών δεν θα έλθη ποτέ: «Επειδή η κατά του πονηρού έργου απόφασις δεν εκτελείται ταχέως, δια τούτο η καρδία των υιών των ανθρώπων είναι όλη έκδοτος εις το να πράττη το κακόν.» (Εκκλησιαστής 8:11) Η καρδιά του Φαραώ ήταν έτσι έκδοτη μέσα του.
11. Πώς η ίδια η Γραφή ερμηνεύει μια όμοια περίπτωσι, αποδεικνύοντας ότι η άποψις αυτή δεν αποτελεί «ιδιωτικήν» ερμηνείαν;
11 Η κατηγορία ότι μια τέτοια άποψις της σκληρύνσεως της καρδιάς του Φαραώ είναι «ιδιωτική» ερμηνεία δεν μπορεί να αποδειχθή, επειδή η Γραφή η ίδια έτσι ερμηνεύει μια όμοια έκφρασι. Εις Ησαΐαν 6:10 (Μετ. Βασ. Ιακ.) ο Ιεχωβά λέγει στον Ησαΐα: «Πάχυνον την καρδίαν του λαού τούτου, και κατάστησον βαρέα τα ώτα αυτών, και κλείσον τους οφθαλμούς αυτών, δια να μη βλέπωσι με τους οφθαλμούς αυτών, και ακούωσι με τα ώτα αυτών, και νοήσωσι με την καρδίαν αυτών, και επιστρέψωσι και θεραπευθώσι.» Τώρα, ο Θεός δεν εννοούσε ότι ο Ησαΐας έπρεπε πραγματικά να υπάγη και παχύνη τις καρδιές των και φράξη τα αυτιά των και κλείση τα μάτια των για να εμποδίση κάθε μετάνοια· αλλά προέλεγε ότι αυτό θα ήταν το αποτέλεσμα του αγγέλματος που ο Ησαΐας είχε διαταχθή να υπάγη και ειπή στον λαό, ότι οι άνθρωποι οι ίδιοι θα έδειχναν κλεισμένα μάτια και βαρήκοα αυτιά και παχιές καρδιές, ότι δεν θα ήθελαν να μετανοήσουν και στραφούν στον Ιεχωβά για να θεραπευθούν πνευματικώς. Το άγγελμα που διεκηρύχθη κατέστησε τους στασιαστάς αυτούς μη επιδεκτικούς διορθώσεως επειδή δεν τους άρεσε, και αφού ο Ησαΐας ήταν εκείνος που το εξεφώνησε, αναφέρεται ότι αυτός τους έκαμε αυτά τα πράγματα. Αλλά ότι αυτοί τα έκαμαν στον εαυτό τους καταδεικνύεται από μια αυθεντία όχι κατώτερη από τον Ιησούν τον ίδιον ο οποίος αναφέροντας αυτή την προφητεία και δείχνοντας ότι είχε εκπλήρωσι στους στασιαστάς της εποχής του, είπε: «Επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου, και με τα ώτα βαρέως ήκουσαν, και τους οφθαλμούς αυτών έκλεισαν.» Έπειτα από χρόνια ο Παύλος ανέφερε την περικοπή αυτή με τα ίδια λόγια. Μολονότι στην προφητεία του Ησαΐα αναφέρεται ότι ο Ησαΐας τα πράττει αυτά, τόσον ο Ιησούς όσο και ο Παύλος δείχνουν ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι τα έπραξαν, και όχι πραγματικά ο Ησαΐας.—Ματθαίος 13:14, 15· Πράξεις 28:25-27.
12. Ποιος κάνει ευθείας τας οδούς του ανθρώπου, οι άνθρωποι ή ο Θεός;
12 Ένα άλλο παράδειγμα τούτου είναι εκεί που οι δούλοι του Θεού διατάσσονται να ‘κάμουν εις τους πόδας των ευθείας οδούς,’ και όμως αλλού λέγεται αυτό σχετικά με τον Ιεχωβά: «Αυτός θέλει διευθύνει τα διαβήματά σου.» (Παροιμίαι 3:6· Εβραίους 12:13) Ποιος κάνει ευθείας τας οδούς; Οι οπαδοί του προορισμού λέγουν ότι ο Θεός το κάνει αυτό, και όχι οι άνθρωποι, και προσπαθούν να το αποδείξουν παραθέτοντας το Ιερεμίας 10:23: «Του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού.» Ο άνθρωπος αυτός καθ’ εαυτόν δεν μπορεί να το κάμη, αλλ’ ο Ιεχωβά θα το κάμη γι’ αυτόν, όχι μέσω προορισμού, αλλά μέσω του λόγου Του. «Τίνι τρόπω θέλει καθαρίζει ο νέος την οδόν αυτού; φυλάττων τους λόγους σου.» «Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου, και φως εις τας τρίβους μου.» (Ψαλμός 119:9, 105) Σεις πρέπει, από τη δική σας ελευθέρα θέλησι, να «κάμετε εις τους πόδας σας ευθείας οδούς», αλλ’ αφού μπορείτε να το κάμετε αυτό μόνο με το να φυλάττετε τον λόγον του Θεού, είναι επίσης ορθόν να λεχθή ότι ο Ιεχωβά «θα διευθύνη τα διαβήματά σου» μέσω του λόγου του.
Η ΠΡΟΓΝΩΣΙΣ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΠΑΡΑΒΙΑΣΙΝ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑΣ ΘΕΛΗΣΕΩΣ
13. Τι δείχνει τη δύναμι της προγνώσεως του Ιεχωβά;
13 Ο Ιεχωβά Θεός μπορεί να εισδύση στις εσώτατες σκέψεις της διανοίας, και να προΐδη την πορεία που θα ληφθή όχι μόνο από ένα άτομο, αλλά και από τάξεις επίσης. (1 Σαμουήλ 16:7· Εφεσίους 3:20· Εβραίους 4:12) Αυτός εδημιούργησε τη διάνοια που διευθύνει τον άνθρωπο, και μπορεί στη στιγμή ν’ ανακαλύψη την κλίσι της διανοίας του ανθρώπου και να γνωρίση πού αυτή η κλίσις της διανοίας θα οδηγήση τελικά. Εμέτρησε με τέτοιον ακριβώς τρόπο τις διάνοιες των ανθρώπων πριν από τον κατακλυσμό του Νώε, και βρήκε ότι δεν θα μπορούσαν ν’ αναμορφωθούν. (Γένεσις 6:5) Προτού εισέλθουν οι Ισραηλίτες στη Χαναάν, ο Ιεχωβά έδωκε μαρτυρία εναντίον των που ανεφέρετο στο μέλλον, για να δείξη ότι προεγνώριζε σε τι θα τους ωδηγούσε η διανοητική τους διάθεσις και ότι είχαν προειδοποιηθή: «Γνωρίζω εις τι θα οδηγήση αυτούς η ιδιοσυγκρασία των, ακόμη και τώρα, πριν εισαγάγω αυτούς εις την γην την οποίαν υπεσχέθην εις αυτούς δι’ όρκου.» (Δευτερονόμιον 31:21, ΜΑΜ) Προεγνώρισε επίσης και περιέγραψε από πριν ως μαρτυρία για μας την πονηρία των ανθρώπων σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες του παλαιού αυτού κόσμου· επίσης την ύπαρξι ενός «πολλού όχλου» που θα τον υπηρετούσε. (2 Τιμόθεον 3:1-5, 13· Αποκάλυψις 7:9) Προγνωρίζει, λοιπόν, ο Ιεχωβά ότι η πλειονότης του ανθρωπίνου γένους σήμερα θα χαθή μαζί με τον Σατανά στον Αρμαγεδδώνα, και ότι μια μειονότης μόνο θα ταχθή με το μέρος του και θα ζήση. (Ησαΐας 24:6· Ιερεμίας 25:33) Προγνωρίζει, επομένως, την τελική τύχη εκατομμυρίων ως τάξεως, και επομένως δεν είναι μεγάλο πράγμα το να προΐδη το τέλος ενός ατόμου. Γενικά όμως περιορίζει την πρόγνωσί του σε τάξεις μάλλον παρά στα άτομα που περιλαμβάνονται σ’ αυτές.
14. Ποιοι είναι μερικοί ισχυρισμοί σχετικά με την πρόγνωσι, τι όμως δείχνει ότι διαφυλάττεται η ελευθέρα θέλησις των ατόμων;
14 Η πρόγνωσις, χωρίς να υφίσταται ωρισμένες προηγούμενες συνθήκες με τις οποίες να προσδιορίσωμε το λογικό αποτέλεσμα που πρέπει να αναμένεται, είναι το ίδιο πράγμα με τον προορισμό. Οι οπαδοί του προορισμού διαφωνούν, διότι λέγουν ότι ο προορισμός δεν βασίζεται σε κάποια προβλεπόμενα έργα των ατόμων για τα οποία πρόκειται, αφού αυτό θα έκανε τον καθορισμό της τελικής τύχης να εξαρτάται από μέλλοντα έργα, και τούτο δεν θέλουν να το παραδεχθούν. Εν τούτοις άλλοι ισχυρίζονται ότι η πρόγνωσις του Θεού, επειδή μερικά άτομα λόγω ωρισμένων εσωτερικών συνθηκών θα αποτύχουν, τα αναγκάζει να αποτύχουν για ν’ αποδειχθή ορθή η θεία πρόγνωσις. Ή ότι, εξαιτίας τούτου, η πρόγνωσις του Θεού ότι η πλειονότης θα χαθή στον Αρμαγεδδώνα, αποκλείει κάποια ευρεία μεταστροφή στην ευσέβεια. Η ανάλυσίς των αποτυγχάνει να φθάση στη ρίζα του ζητήματος. Το ουσιώδες σημείο είναι ότι η απλή εξάσκησις της προγνώσεως του Θεού βασισμένης σε ωρισμένες συνθήκες που υφίστανται, δεν είναι εκείνο που κάνει την πρόβλεψι να συμβή. Η εξάσκησίς της είναι μια φιλάγαθη υπηρεσία στους ανθρώπους, διότι καθιστά δυνατές τις προειδοποιήσεις στον λόγον του. Επειδή αυτές αφορούν πρωτίστως τάξεις χωρίς να καθορίζουν την τελική τύχη των ατόμων, τούτο καθιστά δυνατόν για τα άτομα να θέσουν τον εαυτό τους στην επιζώσα τάξι της μειονότητος και ν’ αποφύγουν την τάξι της πλειονότητος που χάνεται. Για να σωθούν οι άνθρωποι πρέπει να είναι, όχι «ωρισμένοι δια την αιώνιον ζωήν», όπως αποδίδουν οι παλαιές μεταφράσεις το «τεταγμένοι εις ζωήν αιώνιον», αλλά, σύμφωνα με τις νεώτερες μεταφράσεις, «ορθώς διατεθειμένοι δια την αιώνιον ζωήν», μια τέτοια δε προσωπική διάθεσις δεν επηρεάζεται από την πρόγνωσι. (Πράξεις 13:48, Κείμενον, ΜΝΚ, ΜΙΡ, ΕΔ) Οι ενδόμυχες σκέψεις του ατόμου, η κατάστασις της καρδιάς του και οι πράξεις του είναι η βάσις επάνω στην οποία στηρίζεται η κρίσις και η τελική τύχη. (Αποκάλυψις 2:23) Αλλιώς, γιατί θα εδοκίμαζε ο Ιεχωβά τα άτομα, και γιατί θα ωρύετο ως λέων ο Διάβολος για να καταβροχθίση τους πιστούς; Το ζήτημα της ακεραιότητος θα εγίνετο χωρίς σημασία, μη πραγματικό.
15. Ποιες εξεικονίσεις σχετικές με άψυχα πράγματα δείχνουν ότι η πρόγνωσις δεν κάνει τα πράγματα να συμβούν;
15 Για εξεικόνισι του πώς η απλή εξάσκησις τέτοιας προγνώσεως, που βασίζεται σε ωρισμένες συνθήκες, δεν καταστρέφει αυτή καθ’ εαυτήν την ανεξάρτητη ενέργεια, παρατηρήστε παραδείγματα της περιωρισμένης χρήσεως της προγνώσεως που κάνουν ανθρώπινα πλάσματα. Ένας αστρονόμος μπορεί να προείπη πότε ένας κομήτης πρόκειται να εμφανισθή στον ουρανό, ή πότε θα γίνη έκλειψις του ηλίου ή της σελήνης. Μήπως η πρόγνωσίς του για την επίσκεψι του κομήτου ή για την έκλειψι κάνει αυτά τα πράγματα να συμβούν; Ένας μηχανικός μπορεί να γνωρίζη τις γέφυρες, και να βλέπη ένα ασθενές στήριγμα, και να ξέρη ότι όταν διέλθη ένα βαρύ φορτηγό τραίνο, το στήριγμα θα υποχωρήση και η γέφυρα θα καταρρεύση. Μήπως η απλή γνώσις που έχει της αδυναμίας του στηρίγματος, κάνει το στήριγμα να συντριβή και τη γέφυρα να πέση; Ένας μηχανουργός μπορεί να χρησιμοποίηση ακτίνες Χ για να δη ένα κρυμμένο ελάττωμα σ’ ένα ατσάλινο μέρος μιας μηχανής και έτσι να ξέρη ότι το μέρος αυτό θα συντριβή κάτω από την έντασι της λειτουργίας της μηχανής. Αλλά δεν θα συνετρίβετο το μέρος αυτό άσχετα με το αν ο μηχανουργός εγνώριζε την αδυναμία ή όχι; Ξέρομε ότι ο ήλιος θα ανατείλη αύριο, αλλά δεν είναι η γνώσις που έχομε του γεγονότος αυτού εκείνη που κάνει τον ήλιο ν’ ανατείλη.
16. Ποιες εξεικονίσεις που περιλαμβάνουν έμψυχα δημιουργήματα υποστηρίζουν το ίδιο σημείο;
16 Ή λάβετε εξεικονίσεις εμψύχων δημιουργημάτων. Ξέρομε ότι μια γάτα θα παίξη μ’ έναν ποντικό κι ένας σκύλος θα κυνηγήση ένα κουνέλι. Το ξέρομε αυτό λόγω της γνώσεως που έχομε για τις γάτες και για τους σκύλους. Η απλή όμως γνώσις μας δεν το επιφέρει αυτό. Και αν είχαμε πλήρη άγνοια του τι κάνουν οι γάτες και οι σκύλοι όταν βρίσκωνται μπροστά σε ποντικούς και κουνέλια, το βασανιστικό παιχνίδι και το μανιώδες κυνηγητό θα ελάμβαναν πάλι χώραν. Μπορεί να ξέρετε κάποιον που είναι αλκοολικός, και να ξέρετε ότι όταν ζητή χρήματα από κάποιον, πρόκειται να τα δαπανήση για οινοπνευματώδη ποτά. Η πρόγνωσίς σας όμως όσον αφορά αυτό, δεν είναι εκείνη που τον κάνει να το πράξη. Όταν έχετε στενούς φίλους και μάθετε τις ιδιορρυθμίες των ή τις διανοητικές τάσεις των ή τις ιδιοτροπίες των, συχνά γνωρίζετε από πριν τι θα πράξουν κάτω από ωρισμένες περιστάσεις. Αλλά η πρόγνωσίς σας που οφείλεται στο ότι έχετε διεισδύσει στις προσωπικότητές των, δεν τους εξαναγκάζει να ενεργήσουν όπως ενεργούν, δεν είναι έτσι; Ενεργούν ακόμη από τη δική τους ελευθέρα θέλησι, χωρίς να τους διευθύνη και τους εξαναγκάζη η πρόγνωσίς σας· δεν έχει έτσι το πράγμα; Μπορεί να γνωρίζετε πώς θα αντιδράσουν κάτω από ωρισμένες συνθήκες τα έθνη της Ανατολής και της Δύσεως που φιλονεικούν, αλλά εξαιτίας τούτου δεν θα εθεωρούσατε ότι πρέπει εσείς ακριβώς να κατηγορηθήτε για τις φιλονεικίες· δεν είναι έτσι;
17. Γιατί είναι παράλογο να κατηγορούμε τον Θεό για ό,τι διαβάζει στην ανθρώπινη διάνοια;
17 Γιατί, λοιπόν, να κατηγορούμε τον Θεό για ό,τι η πρόγνωσίς του αποκαλύπτει σ’ αυτόν; Αυτός γνωρίζει τι υπάρχει στην ανθρώπινη διάνοια, πώς αυτή εργάζεται, και είναι ενήμερος της κλίσεώς της προς το καλό ή προς το κακό. Αλλά το γεγονός και μόνο ότι μπορεί να διαβάση εκείνο που βρίσκεται στη διάνοια ενός ανθρώπου και να ιδή το δρόμο που θα ακολουθήση, δεν τον καθιστά υπεύθυνον για κείνο που βρίσκεται στη διάνοια αυτή, όπως εμείς δεν είμεθα υπεύθυνοι για ό,τι μπορεί να διαβάζωμε σ’ ένα βιβλίο. Εκείνος που έγραψε το βιβλίο είναι ο υπεύθυνος για τα περιεχόμενά του, και ομοίως το άτομο που υποκρύπτει ακατάλληλες σκέψεις είναι υπεύθυνο γι’ αυτές. Η σκέψις δεν τίθεται εκεί από τον Θεό, όπως δεν θέτομε εμείς τη σκέψι στο τυπωμένο βιβλίο που διαβάζομε. Και όπως ακριβώς μπορούμε είτε να διαβάζωμε είτε να απέχωμε από το να διαβάζωμε το βιβλίο, έτσι και ο Ιεχωβά μπορεί είτε να κυττάζη είτε να απέχη από το να κυττάζη μέσα στη διάνοιά μας, μπορεί είτε να προβλέπη την πορεία στην οποία θα μας οδηγήση η διάνοιά μας, είτε να κατακρατή τέτοια γνώσι από τον εαυτό του. Εν πάση περιπτώσει, έχομε δημιουργηθή ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες και χρησιμοποιούμε την ελευθερία αυτή όπως εκλέγομε.
Ο ΑΔΑΜ ΕΠΛΑΣΘΗ «ΚΑΛΟΣ ΛΙΑΝ»
18. Γιατί εδημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο, και ποια εξεικόνισις δείχνει ότι αυτός ο σκοπός θα μπορούσε να πραγματοποιηθή καλύτερα αν ο άνθρωπος ήταν ελεύθερος ηθικός παράγων;
18 Μερικοί, ζητώντας πάντοτε με πείσμα να αποδίδουν μομφή στον Θεό, τον επικρίνουν επειδή εδημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερον ηθικόν παράγοντα, λέγοντας ότι, αν δεν το είχε κάμει αυτό, ο άνθρωπος ποτέ δεν θα έπραττε το κακόν. Η λογίκευσίς τους είναι πολύ ρηχή. Ο Ιεχωβά εδημιούργησε τον άνθρωπο για την ευαρέσκειά Του, και οι πιστοί άνθρωποι ευαρεστούν τον Θεό. (Ψαλμός 35:27· 147:11· 149:4· Αποκάλυψις 4:11) Και είναι η ικανότης της ελευθέρας θελήσεως στον άνθρωπο, εκείνη που συμβάλλει στην ευαρέσκεια του Ιεχωβά. Αυτό εξεικονίζεται στις υποθέσεις του ανθρώπου, στον οποίον εδόθη κυριαρχία επάνω στη γη καθώς ο Θεός έχει κυριαρχία στο σύμπαν. Ο άνθρωπος μπορεί να κατασκευάση ένα μηχανικόν σκύλο, να τον κουρδίση, και να τον παρατηρή να πηδά ολόγυρα, ξέροντας ακριβώς τι θα κάμη. Ο σκύλος δεν έχει θέλησι και περιορίζεται από το μηχανικό σχέδιο. Μπορεί να μας διασκεδάση για ένα διάστημα, αλλά δεν είναι τόσο απολαυστικός όσο ένας ζωντανός σκύλος. Ο ζωντανός σκύλος έχει ένα ωρισμένο μέτρον εκλογής, και όταν ασκούμε κυριαρχία επάνω του και τον εκγυμνάζωμε, παίρνομε ευχαρίστησι απ’ αυτόν. Ο σκύλος μπορεί να εκγυμνασθή να κάνη παιχνίδια, ή να παρέχη πολύτιμη υπηρεσία, όπως αυτή που εκτελεί ένας ποιμενικός σκύλος. Ευχαριστούμεθα επειδή ο σκύλος δεν υπακούει σ’ εμάς διότι είναι απλώς αναγκασμένος να το πράξη, διότι δεν μπορεί να κάμη διαφορετικά. Μας ευχαριστεί όταν υπακούη σ’ εμάς από ελεύθερη εκλογή, δείχνοντας έτσι προσκόλλησι σ’ εμάς. Αλλ’ αν στασιάση εναντίον της εκγυμνάσεως που του κάνομε—όπως μερικές φορές οι ποιμενικοί σκύλοι που γίνονται φονείς—δεν ευχαριστούμεθα μ’ αυτόν και είμεθα αναγκασμένοι να τον σκοτώσουμε επειδή έκαμε κακή χρήσι της δυνάμεως της εκλογής.
19. (α) Γιατί λοιπόν ο άνθρωπος επλάσθη ελεύθερος ηθικός παράγων, και πώς επροστατεύθη; (β) Πώς το ότι ο Θεός δημιουργεί για την ευαρέσκειά του αποκλείει τον Καλβινιστικό προορισμό;
19 Με τον ίδιο τρόπο η κατάλληλη χρήσις της ελευθερίας από τον άνθρωπο φέρνει ευχαρίστησι στον Θεό. Ο Ιεχωβά έχει πολλά δημιουργήματα χωρίς ελευθέρα θέλησι, όπως είναι τα άστρα και οι πλανήται, που μηχανικά υπακούουν στους νόμους κινήσεως που αυτός ώρισε και παραμένουν στην προσδιωρισμένη τους τροχιά· και ακόμη τα κατώτερα ζώα, και ιδιαίτερα τα έντομα, εκδηλώνουν μάλλον μηχανική ενέργεια, αφού κυβερνώνται σε μεγάλο βαθμό από το ένστικτο αντί του λογικού. Ο άνθρωπος επρόκειτο να είναι κάτι το διαφορετικό, κάτι υψηλότερο, κάτι κατάλληλο για να τεθή πάνω από την υπόλοιπη γήινη δημιουργία για να εξασκή την πρέπουσα κυριαρχία επάνω της, ως πιστός δούλος του Ιεχωβά. Για να τον κάμη «καλόν λίαν» για ένα τέτοιο διορισμό, ο Ιεχωβά έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα Θεού, με τις ιδιότητες της δικαιοσύνης, σοφίας, αγάπης και δυνάμεως (Γένεσις 1:26-31) Ένας μηχανικός άνθρωπος, με τον οποίον θα εξισούτο ένας άνθρωπος χωρίς ελευθέρα θέλησι, θα μπορούσε να έχη δύναμι, αλλά θα του έλειπαν οι άλλες θείες ιδιότητες. Η δικαιοσύνη συνεπάγεται την ικανότητα της εκλογής μεταξύ δικαίου και αδίκου. Η σοφία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την αναγκαία νοημοσύνη για να κάμη κανείς την ορθή εκλογή. Η αγάπη εκδηλώνεται με υπακοή στις εντολές του Δημιουργού, και πρέπει να προσφέρεται ελεύθερα και χαρούμενα για να είναι γνήσια και να ευχαριστή τον αποδέκτη. (1 Ιωάννου 5:3) Ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο τις ιδιότητες αυτές και τις οδηγίες για την κατάλληλη χρήσι τους, και ακόμη επρόσθεσε μια συνείδησι για να οδηγή όταν εγείρωνται αμφιβολίες όσον αφορά το ορθό και το εσφαλμένο. (Ρωμαίους 2:12-16) Αλλά όταν ο άνθρωπος στασιάζη, του επιβάλλεται καταστροφή, όπως ακριβώς και στον ποιμενικό σκύλο που γίνεται φονεύς. Ναι, ο Ιεχωβά θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει ένα ρομπότ αντί ανθρώπου, αλλά αυτό δεν θα του παρείχε μεγαλύτερη ευχαρίστησι από ό,τι παρέχει σ’ εμάς ένας μηχανικός σκύλος. Όπως, λοιπόν, εμείς προτιμούμε τους ζωντανούς σκύλους από τους μηχανικούς, έτσι και ο Ιεχωβά ήθελε ζωντανούς ανθρώπους με ελεύθερη ηθική ενέργεια και όχι μηχανικούς ανθρώπους. Παρεμπιπτόντως δε αναφέρομε ότι, αφού ο Ιεχωβά εδημιούργησε τα πάντα για την ευχαρίστησι του, και αφού δεν ευχαριστείται με τον θάνατο των ανθρώπων, δύσκολα θα είχε προορίσει πολλούς να πεθάνουν προτού τους δημιουργήση. Τέτοια δημιουργήματα δεν θα του έφερναν ευχαρίστησι και αυτό θα ήταν μια παραβίασις της εκπεφρασμένης αρχής του ότι δημιουργεί μόνο για την ευαρέσκειά του.—Ιεζεκιήλ 18:23, 32· 33:11.
20. Παρά την ύπαρξι μερικών χρονίων γογγυστών, τι δείχνει ότι ο άνθρωπος δεν θα επιθυμούσε να είναι κάτι άλλο από ένα πλάσμα με ελευθέρα θέλησι;
20 Εκείνοι που παραπονούνται για το ότι εδημιουργήθηκαν με ελευθέρα θέλησι, δεν θα ήθελαν να είχαν δημιουργηθή αλλιώς. Δεν θέλουν να είναι μια μηχανή ή ακόμη ένα ζωντανό έντομο που οδηγείται μόνο από το ένστικτο, ανταποκρινόμενο μ’ ένα μηχανικό τρόπο στο περιβάλλον, στερημένο από νόησι, ανίκανο να λαμβάνη αποφάσεις ή ν’ αντιμετωπίζη απρόβλεπτες αλλαγές συνθηκών. Ως άνθρωποι δεν θα εδέχοντο με ευχαρίστησι μια μερική αφαίρεσι της ελευθέρας των θελήσεως όπως συμβαίνει όταν οι άνθρωποι πηγαίνουν στη φυλακή—έχοντας λίγα να πουν για το πού πηγαίνουν, τι πράττουν, πώς ζουν, και ούτω καθ’ εξής. Ακόμη άτομα του κόσμου του Σατανά είναι δεσμευμένα εκεί και η ελευθέρα των θέλησις είναι περιωρισμένη σ’ ένα βαθμό. Είναι υποδουλωμένα σ’ ένα σαθρό σύστημα, οι διάνοιες των διαμορφωμένες με δαιμονική προπαγάνδα, είναι πνευματικώς τυφλωμένα από ψευδείς θρησκείες, σωματικώς καθηλωμένα στο τραπέζι ενός γραφείου ή στη γραμμή του πλήθους ενός εργοστασίου, με μύτες κρατημένες μπρος σε ανιαρούς τροχούς για ν’ ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις ωρών εργασίας και σε άλλες συσσωρευμένες ευθύνες κάτω από ένα σύστημα που στρατιωτικοποιεί την ανθρωπότητα για να διευκολύνη την εκμετάλλευσί της. Οι άνθρωποι μάχονται και πεθαίνουν για ελευθερία. Θέλουν ελευθερία λατρείας τώρα, αλλά μερικοί αντιτείνουν επειδή ο Θεός την έδωσε στον Αδάμ και στην Εύα. Το ζεύγος αυτό έκαμε κακή χρήσι της ελευθερίας του· μερικοί λοιπόν λέγουν ότι δεν έπρεπε ποτέ να την έχη. Πολλοί άνθρωποι κάνουν κακή χρήσι της ελευθερίας της λατρείας σήμερα· αποτελεί αυτό αιτία για να την αρνηθούμε σε όλους;
21. Για ποιο πράγμα πρέπει να είμεθα ευγνώμονες, και να πράττωμε δραστήρια τι;
21 Είμεθα ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες· ευχαριστούμε τον Ιεχωβά γι’ αυτό. Δεν είμεθα αυτοκίνητα, στον τροχό των οποίων κάθεται ο Θεός και διευθύνει προς τον ορθό ή τον εσφαλμένο δρόμο, οδηγώντας μας πέρα από τη δύναμι του ελέγχου μας. Δεν μας κινεί με κάποιο ουράνιο σύστημα έλεγχου εξ αποστάσεως, όπως οι άνθρωποι μπορούν να οδηγούν αυτοκίνητα ή να κινούν πλοία ή αεροπλάνα με έλεγχο εξ αποστάσεως. Δεν είμεθα προωρισμένοι να πάμε προς αυτή ή προς εκείνη την κατεύθυνσι, σαν νευρόσπαστα προσδεδεμένα σε σπάγγους και που ο Θεός κάθεται και τα τραβά για να προσαρμόζωνται στην ιδιοτροπία του. Μας εδημιούργησε ανθρώπους, όχι μηχανές. Αντί να δυσφορούμε γι’ αυτό, αντί να στρεψοδικούμε με τον Θεό γι’ αυτό, πρέπει ν’ απασχοληθούμε στο να χρησιμοποιήσωμε την ελευθερία μας ορθά, σύμφωνα με τις θείες απαιτήσεις, και έτσι να εξασφαλίσωμε την αιώνια ζωή.
22. Τι λέγουν μερικοί κριτικοί, αλλά ποια εξεικόνισις δείχνει ότι έχουν άδικο;
22 Όταν ο Ιεχωβά διεκήρυξε «καλήν λίαν» την γήινη δημιουργία του, περιλαμβανομένου και του ανθρώπου, αυτό εσήμαινε ότι ήταν τελεία: «Τα έργα αυτού είναι τέλεια.» (Δευτερονόμιον 32:4) Μερικοί όμως λέγουν, Αν ο Αδάμ και η Εύα ήσαν τέλειοι, δεν θα είχαν χρησιμοποιήση κακώς την ελευθερία των, ελευθερία θελήσεως και εκλογής. Αλλά όχι κατ’ ανάγκην. Μια μηχανή μπορεί να είναι καλά σχεδιασμένη, κατασκευασμένη από άψογα υλικά, με εξαίρετη τέχνη, και να συνοδεύεται από σαφείς οδηγίες ως προς το είδος της καυσίμου ύλης που θα την θέση κατάλληλα σε κίνησι, και από προειδοποιήσεις εναντίον της χρησιμοποιήσεως κατωτέρων καυσίμων υλικών. Τώρα, αν η κακή καύσιμη ύλη χρησιμοποιηθή εσκεμμένως με περιφρόνησι των επιμελών οδηγιών του κατασκευαστού και η μηχανή μολυνθή και καταστραφή, μπορεί ο κατασκευαστής να κατηγορηθή ότι παρήγαγε μια κατώτερη μηχανή; Όχι ορθώς. Το ίδιο συνέβη με τον Αδάμ και την Εύα. Οι διάνοιές των ήσαν τέλειες. Τα σώματά των ήσαν τέλεια. Η τροφή που παρεσχέθη για τη διάνοια και για το σώμα ήταν τελεία. Είχαν λάβει σαφείς και τέλειες οδηγίες για το ποια καύσιμη ύλη να λάβουν και ποια ν’ απορρίψουν. Τότε ο Σατανάς, μέσω του όφεως, εισηγήθη μια αλλαγή καυσίμου ύλης, λέγοντας, ότι αυτή θα τους έδινε περισσότερη δύναμι, θα τους έδινε ανύψωσι, θα τους έκανε σαν θεούς. Η Εύα, λοιπόν, επήρε την κακή καύσιμη ύλη και εμολύνθη. Έδωσε και στον Αδάμ, και εμολύνθη και αυτός. Και οι δύο ήσαν ανεπίδεκτοι διορθώσεως· η απείθειά των στις οδηγίες ήταν εσκεμμένη. Γι’ αυτούς αληθεύει: «Ο Θεός έκαμε τον άνθρωπον ευθύν, αλλ’ αυτοί επεζήτησαν λογισμούς πολλούς.»—Γένεσις 2:16, 17· 3:1-6· Εκκλησιαστής 7:29.
23. Τι επρόκειτο να μετρήση ή καταδείξη η δοκιμασία στην Εδέμ;
23 Αν ο Αδάμ και η Εύα δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την ελεύθερη ηθική τους ενέργεια, δεν θα ήσαν πραγματικά ελεύθεροι. Ο Θεός τούς έθεσε σε μια απλή δοκιμασία για να δη πώς θα την χρησιμοποιούσαν, για να καθορίση την αγιότητά τους. Ήταν ζήτημα αγιότητος, όχι φυσικής τελειότητος. Ο Θεός ήξερε ότι ήσαν τέλειοι, και αν αυτό εσήμαινε ότι δεν μπορούσαν να εκπέσουν, ποτέ δεν θα έθετε τη δοκιμασία, γνωρίζοντας ότι, λόγω της τελειότητός των, δεν θα μπορέσουν να αποτύχουν. Το επισκιάζον χερούβ ήταν τέλειο ώσπου βρέθηκε μέσα του αδικία. (Ιεζεκιήλ 28:15) Η τελειότης του δεν εμπόδισε την πτώσι του. Η έλλειψις αγιότητος επέφερε την πτώσι του. Σήμερα μερικοί εκλέγουν να πράττουν το ορθόν και να υπηρετούν τον Θεόν, αλλ’ αυτό δεν τους καθιστά τελείους. Αντιστρόφως, ο Αδάμ και η Εύα εξέλεξαν να πράττουν το άδικο και να μην είναι άγιοι, αλλ’ αυτό δεν εσήμαινε ότι ήσαν ατελείς στην αρχή. Τούτο σημαίνει ότι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες, ικανοί να εκλέγουν μόνοι τους, και η ορθή χρήσις της ικανότητός των αυτής δεν είναι ζήτημα τελειότητος, αλλ’ αγιότητος. Η δοκιμασία, λοιπόν, στην Εδέμ δεν επρόκειτο να μετρήση την τελειότητα ή την ατέλεια, αλλά επρόκειτο να καταδείξη την αγιότητα ή την έλλειψι αγιότητος.
24. Πώς πρέπει τώρα ο λαός του Ιεχωβά να επιδείξη αγιότητα;
24 Σ’ αυτές τις τελικές ημέρες της πονηρίας ο λαός του Ιεχωβά πρέπει να επιδείξη αγιότητα. Δεν πρέπει να μολύνουν τις διάνοιές των με ακάθαρτη πνευματική τροφή που παρατίθεται στις τράπεζες της προπαγάνδας του παλαιού αυτού κόσμου, αλλά πρέπει να τρέφωνται στην «ευωχία από παχέων» που προμηθεύει ο Ιεχωβά. (Ησαΐας 25:6· 28:8) Οι διάνοιες πρέπει να καθαρισθούν και ανακαινισθούν, οι διανοητικές περιοχές που εσχηματίσθησαν με τη σκέψι και πράξι του παλαιού κόσμου να μαραθούν και εξαλειφθούν, και να τεθούν νέες σύμφωνα με τους λεπτομερείς όρους του νέου κόσμου. Με κατ’ ιδίαν μελέτη τακτικά, με παρακολούθησι όλων των συναθροίσεων τακτικά, και με ενασχόλησι σε όλες τις μορφές του έργου του κηρύγματος τακτικά, οι διανοητικές περιοχές βαθύνονται και οι καλές αυτές ενέργειες γίνονται συνηθισμένες, ώστε να μην υπάρχη καθόλου ο αγών που προκαλούν όταν οι διανοητικές περιοχές είναι ασθενείς και αμυδρές επειδή χρησιμοποιούνται μόνο κατά περιστάσεις. Για μας τους ίδιους και για τους άλλους, ας τις καταστήσωμε ισχυρές!—1 Τιμόθεον 4:16.
25. Ποια είναι τα ποικίλα αποτελέσματα του αγγέλματος όταν κηρύττεται στους τομείς, και γιατί ο πηλός είναι ένα κατάλληλο σύμβολο για τους ανθρώπους;
25 Οι άλλοι χάριν των οποίων πρέπει να κηρύττωμε επιμελώς είναι εκείνοι που βρίσκονται έξω στους τομείς. Όταν τους πλησιάζη το άγγελμα, πώς θα αντιδράσουν; Θα δεχθή η διάνοιά των, σαν εύπλαστος πηλός, την αποτύπωσι της αληθείας, θα επιτρέψη να αναμορφωθή απ’ αυτήν, να έλθη σε συμμόρφωσι με τις δίκαιες αρχές της Βίβλου, να αναπλασθή σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της αγιότητος του Ιεχωβά; Ή θα προσκρούση το άγγελμα σε μια διάνοια που ανθίσταται σ’ αυτό, σκληρύνεται εναντίον του, αντιτίθεται σ’ αυτό, το γελοιοποιεί και το χλευάζει με μια μάταιη επίδειξι κοσμικής υπεροχής; Ο πηλός είναι ένα καλό σύμβολο, επειδή για να διαμορφωθή σε ωραία σκεύη πρέπει να είναι το κατάλληλο είδος πηλού, λεπτό χώμα χωρίς τραχύτητα ή υπολείμματα σκληρών βώλων, διαβρεγμένο με νερό, εύπλαστο, ικανό να κρατήση τη μορφή του, να μην ξεφύγη από το σχήμα του, και να μη ραγίση όταν ψηθή στο καμίνι. Ομοίως τα άτομα πρέπει να είναι από το κατάλληλο είδος γης, να μην έχουν τραχεία ή βάναυση διαγωγή ούτε σκληρά ή πείσμονα χαρακτηριστικά μέσα τους, αλλά να είναι διαποτισμένα με το νερό της αληθείας, να έχουν λεπτή υφή, να είναι ήπια, εύκαμπτα, ήμερα, εύπλαστα για να επιτρέπουν τέλειον μετασχηματισμό κατά την εικόνα του Χριστού, και κατόπιν να μη σύρωνται ποτέ προς τα οπίσω ούτε να καταρρέουν στο προηγούμενο σχήμα ούτε να ραγίζουν κάτω από τις πύρινες δοκιμασίες του διωγμού που ασφαλώς θα έλθη. (Ματθαίος 13:23· Εβραίους 10:39· 1 Πέτρου 2:21· 4:12) Ο Ιεχωβά, μέσω του λόγου του που διακηρύττεται από τους μάρτυράς του, θα διαμορφώση και σκεύη οργής και σκεύη για δόξα. Όταν ένας μάρτυς λέγη σ’ έναν οικοδεσπότη ότι δεν υπάρχουν αιώνια βάσανα, το άτομο αυτό μπορεί ν’ απαντήση, «Με κάνεις τόσο ευτυχή!» Ο επόμενος οικοδεσπότης μπορεί να κραυγάση, «Θα με τρελλάνης!» Το άγγελμα είναι εκείνο που πραγματικά τους κάνει να αντιδρούν τόσο διαφορετικά ο ένας από τον άλλον. Το άγγελμα είναι εκείνο που καθιστά τους μάρτυρας γλυκειά ευωδία στον ένα και δυσωδία στον άλλον, που διαπλάσσει τον ένα ως σκεύος οργής και τον άλλον ως σκεύος ελέους.—2 Κορινθίους 2:14-16.
26. Για ποιο πράγμα μπορούμε να είμεθα βέβαιοι, και ποιο ερώτημα αντιμετωπίζει κάθε άτομο;
26 Όσον αφορά αυτό, όλοι μπορούν να είναι βέβαιοι. Θα επιτρέψουμε στον Θεό είτε να μας αναμορφώση είτε να μας καταστήση αμόρφους. Θα γίνωμε σκεύη ελέους και θα συμμορφωθούμε με τις αναπλαστικές επιρροές του λόγου του, ή θα σκληρυνθούμε ως σκεύη οργής και θα μετατραπούμε σε άμορφα συντρίμματα από τη σιδηρά ράβδο του Βασιλέως του. (Ψαλμός 2:6-9) Το ερώτημα μπροστά σε κάθε άτομο είναι, Εκλέγω να παραμείνω σκεύος οργής, ή να αναμορφωθώ σ’ ένα σκεύος ελέους; Είμεθα ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες εξουσιοδοτημένοι να απαντήσωμε όπως εκλέγομε, χωρίς να παρεμποδιζώμεθα από τον προορισμό, χωρίς να πιεζώμεθα από την πρόγνωσι.
[Υποσημειώσεις]
a Αυτόθι, Κεφάλαιον Θ΄, Άρθρα 3, 4, σελίδες 41, 42.
b Αυτόθι, Κεφάλαιον Ζ΄, Άρθρον 3, σελίδα 30
c Αυτόθι, Ερώτησις 67, σελίδες 166, 167.
d Αυτόθι, Κεφάλαιον ΙΖ΄. Άρθρον 2, σελίδα 65.
e Αυτόθι, Ερώτησις 18, σελίδα 140.
f Αυτόθι, Κεφάλαιον Γ΄, Άρθρα 1, 5, 7, 8, σελίδες 13-17.
g Αυτόθι, Κεφάλαιον Γ΄, Άρθρα 2, 3, σελίδες 14, 15.
h Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίο ΙΗ΄, Κεφάλαιο 1, παραγρ. 3.