Η Ανάμνησις—Έχετε Δικαίωμα να Συμμετάσχετε;
Κάθε χρόνο στις αρχές της ανοίξεως του βορείου ημισφαιρίου τα έθνη παρίστανται μάρτυρες της τελέσεως του εορτασμού θρησκευτικών δείπνων από ωρισμένα συστήματα πίστεως που φαίνεται να έχουν συγγένεια μεταξύ τους. Αυτό το έτος οι Ιουδαίοι τρώγουν το πασχάλιο δείπνο τους την Τετάρτη το βράδυ, 9 Απριλίου, οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Διαμαρτυρόμενοι εορτάζουν τη μεγάλη Παρασκευή στις 11 Απριλίου, ενώ τα Ορθόδοξα ή Ελληνικά Καθολικά συστήματα εορτάζουν την επόμενη Παρασκευή, 18 Απριλίου.
Οι χιλιάδες ομάδες των μαρτύρων του Ιεχωβά σε όλη τη γη σε 121 χώρες εορτάζουν το δείπνον που αποτελεί ανάμνησι του θανάτου του Χριστού, την εσπέραν της Πέμπτης, 10 Απριλίου. Η αιτία, για την οποίαν ο Ιουδαϊκός εορτασμός και οι εορτασμοί των καθ’ ομολογίαν Χριστιανών είναι τόσο πλησίον ως προς τον χρόνο, είναι ότι το δείπνον της αναμνήσεως του θανάτου του Χριστού εγκαθιδρύθη την εσπέραν του πάσχα, αμέσως μετά τη συμμετοχή του Ιησού και των πιστών του αποστόλων στο πασχάλιο δείπνο, η οποία ωφείλετο στο ότι όλοι ήσαν εκ φύσεως Ιουδαίοι. Εκεί ο Ιησούς Χριστός έδωσε οδηγίες για τους ακολούθους του, να εορτάζουν κάθε χρόνο σ’ αυτή την ημερομηνία της επετείου. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά υπακούουν αυστηρώς στις οδηγίες του και τελούν το αναμνηστικόν δείπνον στην ημερομηνία της επετείου, δηλαδή, στη 14η ημέρα του Ιουδαϊκού μηνός Νισάν, ενώ το Καθολικό και το Προτεσταντικό δόγμα λαμβάνουν υπ’ όψιν την ημέρα της εβδομάδος, και εορτάζουν την Παρασκευή που είναι πλησιέστατα στις 14 του Νισάν, επειδή Παρασκευή ήταν η ημέρα που ο Χριστός προσηλώθη στο ξύλο στον Γολγοθά για να πεθάνη θάνατον μάρτυρος.
«Ας δοκιμάζη δε εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου, και ας πίνη εκ του ποτηρίου.»—1 Κορινθίους 11:28.
1, 2. Ποιο είναι εδώ το ερώτημα, και τι είπε ο Παύλος προς νουθεσίαν μας;
ΝΑ ΛΑΒΩΜΕ ή να μη λάβωμε μέρος—αυτό είναι το ερώτημα. Καθολικοί ή Διαμαρτυρόμενοι, Χριστιανοί ή μη Χριστιανοί, πρέπει ν’ αποφασίσετε ποια θα είναι η απάντησίς σας σ’ αυτό το ερώτημα σχετικά με το Αναμνηστικόν δείπνον του Κυρίου. Ιδού τι λέγει ο απόστολος Παύλος για τη νουθεσία όλων μας:
2 «Εγώ παρέλαβον από του Κυρίου εκείνο το οποίον και παρέδωκα εις εσάς, ότι ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί καθ’ ην παρεδίδετο, έλαβεν άρτον, και ευχαριστήσας έκοψε, και είπε, Λάβετε, φάγετε· τούτο είναι το σώμά μου το υπέρ υμών κλώμενον· τούτο κάμνετε εις την ανάμνησίν μου. Ομοίως και το ποτήριον, αφού εδείπνησε, λέγων, Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου· τούτο κάμνετε, οσάκις πίνητε, εις την ανάμνησίν μου. Διότι οσάκις αν τρώγητε τον άρτον τούτον, και πίνητε το ποτήριον τούτο, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, μέχρι της ελεύσεως αυτού. Ώστε όστις τρώγη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος θέλει είσθαι του σώματος και αίματος του Κυρίου. Ας δοκιμάζη δε εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου, και ας πίνη εκ του ποτηρίου. Διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως, τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα. Δια τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και ικανοί κοιμώνται εν τω θανάτω. Διότι εάν διεκρίνομεν εαυτούς, δεν ηθέλομεν κρίνεσθαι. Αλλ’ όταν κρινώμεθα, παιδευόμεθα υπό του Ιεχωβά, δια να μη κατακριθώμεν μετά του κόσμου. Ώστε, αδελφοί μου, όταν συνέρχησθε δια να φάγητε, περιμένετε αλλήλους. Εάν δε τις πεινά, ας τρώγη εν τη οικία αυτού, δια να μη συνέρχησθε προς κατάκρισιν.»—1 Κορινθίους 11:23-24, Μ.Ν.Κ.
3, 4. Για ποιους πνευματικώς ασθενείς ανθρώπους ερωτούμε και γιατί;
3 Μήπως είσθε μεταξύ εκείνων για τους οποίους ο Παύλος στην εποχή του είπε ότι εκοιμώντο στο θάνατο ενώ πολλοί άλλοι ήσαν ασθενείς και άρρωστοι, από πνευματική άποψι; Ο λόγος για τον οποίο ρωτούμε είναι επειδή εκατοντάδες εκατομμυρίων σήμερα επαναλαμβάνουν μια μορφή τουλάχιστον εορτασμού του δείπνου του Κυρίου ή Ευχαριστίας, όπως την αποκαλούν, και όμως ποια είναι η πνευματική των κατάστασις; Αυτές οι εκατοντάδες εκατομμυρίων Καθολικοί και Διαμαρτυρόμενοι του «Χριστιανικού κόσμου» είναι πολύ άρρωστοι πνευματικώς, πολύ ασθενείς στη Χριστιανική πίστι και τα έργα. Αρκετοί είναι πνευματικώς νεκροί όταν πρόκειται ν’ ανταποκριθούν και να γίνουν ζώντες ως προς το ένδοξο άγγελμα της βασιλείας του Θεού, που οι μάρτυρες του Ιεχωβά διακηρύττουν σήμερα παγκοσμίως. Η κοινωνική, ηθική και θρησκευτική των κατάστασις συμφωνεί με την περιγραφή που εδόθη από τον απόστολο Παύλο με τα εξής λόγια:
4 «Θέλουσιν είσθαι οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι, συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον παρά φιλόθεοι, έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής·. . . . Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες θέλουσι προκόψει εις το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι.»—2 Τιμόθεον 3:2-5, 13.
5, 6. (α) Τι σημαίνει αυτή η κατάστασις του «Χριστιανισμού;», πού χειροτερεύει; και ποια είναι η ρίζα της διαταραχής; (β) Για ποιο ερώτημα πρέπει νοημόνως να ληφθή απόφασις για ν’ αποφευχθή η πτώσις σε κατάκρισι;
5 Αυτή η κατάστασις γίνεται κάθε χρόνο χειρότερη στον «Χριστιανισμό». Ποια είναι η σημασία της; Σημαίνει τις «έσχατες ημέρες» του «Χριστιανισμού» και του κόσμου τούτου. Ναι, και όλοι όσοι παραμένουν σ’ αυτή τη χαμηλή πνευματική κατάστασι αντιμετωπίζουν καταστροφή στον παγκόσμιο πόλεμο του Αρμαγεδδώνος, με τον οποίο θα τελειώση αυτό το κοσμικό σύστημα πραγμάτων. Διότι ο απόστολος προλογίζει την παραπάνω περιγραφή με τα εξής λόγια: «Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί.» Πλείστοι από αυτούς τους θρησκευομένους που έχουν μορφήν ευσεβείας, προσπαθούν μια φορά, τουλάχιστον, το χρόνο, στη Μεγάλη τους Παρασκευή, να πάρουν ό,τι αποκαλούν «αγία κοινωνία». Ποια, λοιπόν, είναι η αιτία για την επικινδύνως πτωχή πνευματική τους υγεία; Ο ίδιος απόστολος διαγινώσκει τη ρίζα της διαταραχής των, λέγοντας καθώς εξετάζει τα του δείπνου του Κυρίου: «Ας δοκιμάζη δε εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου, και ας πίνη εκ του ποτηρίου. Διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως, τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα.» Α, εδώ είναι η διαταραχή! «Δια τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και ικανοί κοιμώνται εν τω θανάτω.»—1 Κορινθίους 11:28-30, Μ.Ν.Κ.
6 Αυτοί δεν κατανοούν τη σημασία των εμβλημάτων του Αναμνηστικού δείπνου, τα οποία εχρησιμοποίησε ο Ιησούς. Δεν εκτιμούν ή δεν παίρνουν στα σοβαρά την ευθύνη τους να συμμετέχουν σ’ αυτά τα εμβλήματα, έστω και για λόγους επιφανειακούς. Επομένως αποδεικνύονται ψευδείς ως προς τη δύναμι της πραγματικής ευσεβείας στη ζωή τους και είναι ασθενείς και άρρωστοι από αυτή την άποψι, αν δεν βρίσκωνται ήδη σ’ έναν ύπνο θανάτου. Η ημερομηνία της επετείου του δείπνου του Κυρίου πλησιάζει τώρα. Αυτό πρέπει να εξακολουθή να τηρήται «μέχρι της ελεύσεως αυτού [του Κυρίου]». Θα λάβετε μέρος, ή, είσθε άξιοι να λάβετε μέρος σ’ αυτό το Αναμνηστικό δείπνο μαζί με τους ακολούθους του Χριστού; Είσθε υποχρεωμένοι από την εντολή του Κυρίου να λάβετε μέρος ή αποκλείεσθε απ’ αυτό; Αυτό είναι ένα ερώτημα, για το οποίο ο καθένας πρέπει να πάρη απόφασι για τον εαυτό του έπειτα από λεπτομερή εξέτασι. Όσοι λαμβάνουν μέρος πρέπει να είναι ζώντες στο να διακρίνουν το σώμα του Κυρίου και πρέπει να εκτιμούν τι σημαίνει γι’ αυτούς το να λάβουν τα εμβλήματα της αναμνήσεως. Αλλιώς, θα λάβουν μέρος προς κατάκρισιν τους.
ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕΩΣ
7, 8. Ποια αποτελέσματα, που προκύπτουν από διαφορά κατανοήσεως, φανερώνουν πτωχή πνευματική υγεία και για ποιων λέξεων τη σημασία υπάρχει μεγάλη αμφισβήτησις:
7 Διαφορά κατανοήσεως όσον αφορά το τι σημαίνουν τα εμβλήματα της αναμνήσεως, επροξένησε μεγάλα θρησκευτικά σχίσματα, συζητήσεις, ναι, θρησκευτικούς πολέμους και διωγμούς, στους οποίους εχύθη πολύ ανθρώπινο αίμα και διεπράχθησαν ανήκουστες αντιχριστιανικές σκληρότητες. Όλα αυτά είναι απόδειξις πολύ πτωχής πνευματικής υγείας που οφείλεται σε αποτυχία διακρίσεως του σώματος του Κυρίου. Η μεγάλη αμφισβήτησις για το τι σημαίνουν οι λέξεις αυτές, ωδήγησε σε κάθε είδους ασέβεια. Για να έχωμε ενώπιόν μας την αφήγησι των λόγων του Ιησού και των προνομίων που αυτός εχάρισε στους ακολούθους του, παραθέτομε εδώ την αφήγησι της εγκαινιάσεως του Αναμνηστικού δείπνου στους αληθινούς μαθητάς του:
8 «Και έκαμον οι μαθηταί καθώς παρήγγειλεν εις αυτούς ο Ιησούς· και ητοίμασαν το πάσχα. Ότε δε έγεινεν εσπέρα, εκάθητο εις την τράπεζαν μετά των δώδεκα. . . . Και ενώ έτρωγον, λαβών ο Ιησούς τον άρτον, και ευλογήσας, έκοψε, και έδιδεν εις τους μαθητάς, και είπε, Λάβετε, φάγετε· τούτο είναι το σώμά μου. Και λαβών το ποτήριον, και ευχαριστήσας, έδωκεν εις αυτούς, λέγων, Πίετε εξ αυτού πάντες· διότι τούτο είναι το αίμά μου το της καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμετον εις άφεσιν αμαρτιών. Σας λέγω δε, ότι δεν θέλω πίει εις το εξής εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου, έως της ημέρας εκείνης, όταν πίνω αυτό νέον μεθ’ υμών εν τη βασιλεία του πατρός μου.»—Ματθαίος 26:19-29· Μάρκος 14:22-25.
9. Σε ποια απόδοσι των λόγων του Κειμένου θα φέρουν αντίρρησι πολλοί και τι αυτοί ισχυρίζονται σχετικώς;
9 Η Μετάφρασις Νέου Κόσμου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών (στην Αγγλική), αποδίδοντας τις φράσεις του Κειμένου «Τούτό εστι το σώμά μου» και «Τούτό εστι το αίμά μου», λέγει: «Τούτο σημαίνει το σώμά μου» και «Τούτο σημαίνει το αίμά μου.» Το ίδιο κάνει και η μετάφρασις του Μόφφατ· η δε μετάφρασις του Κ. Β. Ουίλλιαμ λέγει «Τούτο παριστά το σώμά μου,» και «τούτο παριστά το αίμά μου.» (Βλέπε επίσης την υποσημείωσι της μεταφράσεως του Γουεϋμάουθ στο Ματθαίος 26:26) Πολλοί θα φέρουν αντίρρησι στις μεταφράσεις αυτές και την ερμηνεία που δίδεται στα λόγια του Κειμένου. Αυτοί λαμβάνουν κατά γράμμα τα σχετικά λόγια του Ιησού και ισχυρίζονται ότι καθώς αυτός τα επρόφερε, έγινε κάποια υλική ή ουσιαστική αλλαγή στον άζυμον άρτον και στον οίνον που προσέφερε τότε.
10. Ποιοι είναι οι ισχυρισμοί του κλήρου για τη μετουσίωσι, και τι αξιούν ότι δημιουργούν και θυσιάζουν μέσω αυτής;
10 Ο Καθολικός κλήρος διδάσκει το δόγμα της μετουσιώσεως, δηλαδή, ότι ο άρτος και ο οίνος μετεβλήθησαν κυριολεκτικώς στην ουσία και έγιναν σάρκα και αίμα του Ιησού όταν είπε εκείνα τα λόγια. Οι Ορθόδοξοι ή, Έλληνες Καθολικοί χρησιμοποιούν επίσης τον όρον μετουσίωσις. Αλλά ισχυρίζονται ότι το άγιο πνεύμα είναι εκείνο που μετουσιώνει τον άρτον και οίνον σε κατά γράμμα σάρκα και αίμα του Ιησού, και όχι ο Ορθόδοξος ιερεύς ο οποίος καθιερώνει τον άρτον και οίνον που χρησιμοποιείται. Ο ιερεύς προσεύχεται επάνω σ’ αυτά για να κάμη το άγιο πνεύμα αυτή τη θαυματουργική αλλαγή. Ο Ρωμαιοκαθολικός κλήρος ισχυρίζεται ότι ο λειτουργών ιερεύς είναι εκείνος ο οποίος θαυματουργικά μεταβάλλει την όστια και τον οίνον σε ανθρώπινη σάρκα και αίμα, προφέροντας τα λόγια που είπε ο Ιησούς όταν προσέφερε αυτά τα εμβλήματα στους πιστούς αποστόλους του. Έτσι, αφού λόγω της περί τριάδος δοξασίας των ισχυρίζονται ότι ο Ιησούς είναι ο Παντοδύναμος Θεός, ο ιερεύς καλεί κάτω τον Θεό από τον ουρανό στους λειτουργικούς των βωμούς και τον δημιουργεί για θυσία. Ο Θεός είναι δημιούργημά τους και, αυτή τη φορά, αυτοί είναι εκείνοι που επιφέρουν τον θυσιαστικό θάνατο, και όχι οι Ρωμαίοι στρατιώται που κατά διαταγήν του Ποντίου Πιλάτου και με την υποκίνησι των Ιουδαίων ιερέων και γραμματέων και του Σανχεδρίν, τον επέφεραν πριν από δεκαεννέα αιώνες.
11. Ποια είναι η διδασκαλία σχετικά με τη «Λειτουργία», και πώς αυτή κάνει τον Θεόν υποκείμενον και τον λαόν εξηρτημένον;
11 Στον ορισμό που δίνει του όρου «Λειτουργία» το Εθνικόν Καθολικόν Ημερολόγιον του 1948 λέγει: «Η Λειτουργία είναι η αναίμακτος ανανέωσις της Θυσίας του Κυρίου μας επάνω στο Σταυρό.» Η Ερώτησις 365 του βιβλίου Κατήχησις του Χριστιανικού Δόγματος (Αναθεωρημένη έκδοσις της Κατηχήσεως της Βαλτιμόρης), που εξεδόθη στο 1949, θέτει το ερώτημα: «Ποιος ετέλεσε την πρώτη Λειτουργία;» Και δίδεται η απάντησις: «Ο θείος μας Λυτρωτής ετέλεσε την πρώτη Λειτουργία, στο Τελευταίο Δείπνο, την νύκτα προτού αποθάνη.» Σήμερα η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία συνήθως προσφέρει στο εκκλησίασμα των λαϊκών μόνο τον άρτο της λειτουργίας. Για να το δικαιολογήση αυτό, η Κατήχησις δίνει την ακόλουθη απάντησι στην ερώτησί της υπ’ αριθ. 366: «(β) Δεν είναι ανάγκη να λάβωμε το σώμα και αίμα του Κυρίου Μας υπό τη μορφή και του άρτου και του οίνου. Ο Χριστός είναι εντελώς παρών υπό τη μορφή του άρτου, και επίσης εντελώς παρών υπό τη μορφή του οίνου. Επομένως, Τον λαμβάνομε ολόκληρον και ακέραιον υπό τη μορφή του άρτου μόνον ή του οίνου μόνον. (γ) Σε μερικές Ανατολικές Εκκλησίες οι πιστοί λαμβάνουν Αγία Κοινωνία υπό τη μορφή και του άρτου και του οίνου. Στη Δυτική Εκκλησία οι πιστοί λαμβάνουν Κοινωνία μόνο υπό τη μορφή του άρτου.» Αφού αυτή η διδασκαλία περιορίζει τη δύναμι πραγματοποιήσεως της μετουσιώσεως στους θρησκευτικούς ιερείς, τους δοξάζει και τους παρουσιάζει ωσάν να έχουν τον ίδιο τον Θεό υπό την εξουσία των. Κάνει το εκκλησίασμα των λαϊκών να εξαρτάται απόλυτα από τους ιερείς, έτσι ώστε αν κανείς ιερεύς δεν είναι παρών, να μην μπορούν οι άνθρωποι να εορτάσουν το δείπνον του Κυρίου.
12. Τι είναι η ομοουσίωσις, και τι δείχνει ότι αυτή και η μετουσίωσις δεν αποτελούν την διάκρισι του σώματος του Κυρίου;
12 Πολλοί Διαμαρτυρόμενοι πιστεύουν σε ό,τι αποκαλείται «ομοουσίωσις». Σύμφωνα μ’ αυτήν, ο άρτος και ο οίνος παραμένουν ακόμη άρτος και οίνος στην πραγματικότητα, αλλά λόγω της καθιερώσεώς των από τον λειτουργούντα κληρικόν, το άτομο που συμμετέχει σ’ αυτά λαμβάνει το αληθινό σώμα και αίμα του Ιησού Χριστού μαζί («ομού») με τον άρτον και τον οίνον. Όπως και η μετουσίωσις, όλο αυτό απαιτεί μεγάλη πίστι, διότι αφήνει επίσης τον συμμετέχοντα να βλέπη και να γεύεται μόνο κατά γράμμα άρτον και οίνον. Τώρα, λοιπόν, αυτό είναι πράγματι εκείνο που εννοείται με την έκφρασι ‘διάκρισις του σώματος του Κυρίου’; Όλες αυτές οι τελετές στις οποίες θεωρείται ότι λαμβάνει χώραν ομοουσίωσις και μετουσίωσις, λέγεται ότι μεταδίδουν μεγάλη χάρι. Αλλ’ αν αυτές αποτελούν την ορθή διάκρισι του σώματος του Κυρίου, γιατί δεν συνοδεύονται από τέτοια θεία χάρι; Γιατί η πνευματική κατάστασις του «Χριστιανικού κόσμου» είναι τόσο ασθενής, τόσο άρρωστη, ή ακόμη και νεκρή; Η πραγματική κατάστασις των θρησκευτικών δογμάτων του «Χριστιανισμού» αναιρεί το ότι αληθινά διακρίνουν το σώμα του Κυρίου, διότι η μεγάλη πνευματική χάρις που ανεμένετο να προκύψη απ’ αυτό, λείπει κατά ένα θλιβερό τρόπο. Αν αυτές οι εκατοντάδες εκατομμυρίων ανθρώπων που μετέχουν στον «Χριστιανισμό», είχαν διακρίνει το σώμα του Κυρίου και είχαν εναρμονίσει τη ζωή τους μ’ αυτό, ουδέποτε θα είχαν ακρωτηριάσει τον «Χριστιανικό κόσμο» δύο παγκόσμιοι πόλεμοι μέσα σε μια γενεά, εκτός από όλες τις άλλες αιματηρές συγκρούσεις που διεξήχθησαν στη διάρκεια των αιώνων μέσα στην καρδιά ακριβώς του «Χριστιανισμού». Το ότι η μετουσίωσις και η ομοουσίωσις, γύρω από τις οποίες έγιναν λυσσώδεις συζητήσεις, δεν είναι αποστολικές, και επομένως είναι αντιχριστιανικές, γίνεται σαφές όταν τις εξετάσωμε κάτω από το φως των Αγίων Γραφών.
ΦΑΝΕΡΩΝΕΤΑΙ ΚΑΜΜΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΟΥΣΙΑΣ;
13. Ποια διατύπωσις δείχνει ότι ο άρτος δεν έγινε θυσιαστική σάρκα και ότι ο οίνος ήταν ακόμη οίνος;
13 Ας εξετάσωμε τα ίδια τα λόγια του Ιησού. Το θείο υπόμνημα λέγει: «Και λαβών άρτον, ευχαριστήσας έκοψε, και έδωκεν εις αυτούς, λέγων, Τούτο είναι το σώμά μου, το υπέρ υμών διδόμενον· τούτο κάμνετε εις την ιδικήν μου ανάμνησίν.» (Λουκάς 22:19) Αν ο Ιησούς εννοούσε ότι ο άρτος είχε μεταβληθή σε σάρκα του, θα έλεγε κατάλληλα, ‘Τούτο κάμνετε δια την θυσίαν μου.’ Αντί τούτου, είπε να το κάμνουν αυτό ‘εις την ιδικήν του ανάμνησιν’, δείχνοντας ότι ο άρτος ήταν ακόμη άρτος και ήταν απλώς σύμβολον του σώματός του. Σημειώνομε το ίδιο γεγονός σχετικά με τον οίνον. Εις Ματθαίον 26:27-29 διαβάζομε: «Και λαβών το ποτήριον, και ευχαριστήσας, έδωκεν εις αυτούς, λέγων, Πίετε εξ αυτού πάντες· διότι τούτο είναι το αίμά μου το της καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Σας λέγω δε, ότι δεν θέλω πίει εις το εξής εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου, έως της ημέρας εκείνης, όταν πίνω αυτό νέον μεθ’ υμών εν τη βασιλεία του Πατρός μου.» (Μάρκος 14:23-25) Σημειώστε ότι ο Ιησούς εδώ έδειχνε ότι το υγρόν μέσα στο ποτήρι ήταν ακόμη κατά γράμμα οίνος, διότι είπε: «Δεν θέλω πίει εις το εξής εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου,» όχι ότι δεν θα έπινε στο εξής από αυτό το αίμα.
14. Ποιο άλλο γεγονός δείχνει ότι ο οίνος δεν είχε γίνει αίμα του Ιησού;
14 Ένα άλλο γεγονός που δείχνει ότι ο οίνος δεν ήταν το αίμα του Ιησού είναι η χρησιμοποίησις της λέξεως «εκχυνόμενον», που σημαίνει ότι εκείνη την ώρα που μιλούσε, το αίμα του δεν είχε εκχυθή ακόμη αλλά εξακολουθούσε να κυκλοφορή στο σάρκινο σώμα του και έμελλε να εκχυθή όταν ο Ιησούς θα εκρεμάτο στο ξύλο του μαρτυρίου στον Γολγοθά. Φαίνεται λοιπόν καθαρά από τα ανωτέρω, ότι δεν ήταν αυτό τούτο το αίμα του Ιησού που εχύνετο τότε με κάποια μετουσίωσι και που οι απόστολοι έχυναν στον λάρυγγά τους. Γι’ αυτό οι αγγλικές μεταφράσεις Ντουαί, Νοξ, Μ.Ν.Κ. και αυτή ακόμη η Βουλγάτα αποδίδουν τη λέξι «εκχυνόμενον» με μέλλοντα, δηλαδή «το οποίον πρόκειται να εκχυθή». Ώστε, με τα λόγια του εκείνα ο Ιησούς δεν εννοούσε ότι ο άρτος και ο οίνος ήσαν η σάρκα του και το αίμα του, όπως και ο απόστολος Παύλος δεν εννοούσε ότι μια κατά γράμμα πέτρα ήταν ο Ιησούς όταν έλεγε: «Έπινον από πνευματικής πέτρας ακολουθούσης· η δε πέτρα ήτο ο Χριστός.» (1 Κορινθίους 10:4) Η πέτρα, από την οποίαν έπιναν οι Ισραηλίτες, απλώς εξεικόνιζε ή εσυμβόλιζε τον Χριστόν. Κατά τον ίδιο τρόπο, τα εμβλήματα της αναμνήσεως απλώς εσυμβόλιζαν ή αντιπροσώπευαν το σώμα και αίμα του Χριστού.
15. Αφού παράγεται με μετουσίωσι, τι είδους αίμα θα μπορούσε να είναι; Γιατί;
15 Για να είναι ο οίνος στο ποτήρι αίμα, θα έπρεπε να είναι συνθετικό αίμα, όπως, ακριβώς, και όταν ο Ιησούς μετέβαλε το νερό σε οίνον στο γαμήλιο συμπόσιο της Κανά, ο οίνος ήταν συνθετικός οίνος, διότι δεν προήρχετο αμέσως από ένα κλήμα. Ο Ιησούς είπε ότι ο οίνος του ποτηρίου της αναμνήσεως ήταν γέννημα της αμπέλου. Προήρχετο από μίαν άμπελον, και όχι από τις φλέβες του Ιησού. Επομένως, μ’ ένα θαύμα, θα μπορούσε να γίνη μόνο συνθετικό αίμα, διότι ο Ιησούς είχε ακόμη την κανονική ποσότητα αίματος στο σώμα του. Όταν σκεφθούμε τις χιλιάδες των εκκλησιαστικών κτιρίων στα οποία τελείται η λειτουργία καθημερινώς κάθε χρόνο, βλέπομε ότι παράγεται έτσι περισσότερο «αίμα» από όσο θα μπορούσε να προμηθεύση σε μια μέρα ένας φυσιολογικός ανθρώπινος οργανισμός ή από όσο θα μπορούσε να αντληθή για ιατρικές μεταγγίσεις αίματος. Σύμφωνα με τη θεωρία της λειτουργίας ο Ιησούς θα έπρεπε να είναι μια μεγάλη δεξαμενή αίματος, για να διοχετεύεται σαν μια στήλη αίματος για μετάγγισι στους κοινωνούντας μέσω του ποτηρίου της κοινωνίας. Αυτό είναι εξαιρετικά παράλογο. Αιτιολογεί το γιατί ο κλήρος λέγει ότι αυτό είναι ένα μυστήριο, ένα μυστήριο για το πώς θα μπορούσε να είναι αληθινό.
16. Τίνος καθιστά ένοχο τον εαυτό του ο κλήρος με τη λειτουργία του, και γιατί δεν θα μπορούσε μια αναίμακτη θυσία να κάμη καθαρισμό των αμαρτιών;
16 Με την ίδια του θεωρία ο κλήρος καθιστά τον εαυτό του ένοχο εκχύσεως του αίματος του Χριστού εκ νέου. Μερικοί Καθολικοί έχουν εκφοβισθή να μη δοκιμάζουν αν ο άρτος που τίθεται στο στόμα τους είναι πραγματική σάρκα, με το να έχουν προειδοποιηθή ότι αν δεν τον καταπιούν αλλά τον κρατήσουν στο στόμα τους, τον βγάλουν όταν βρεθούν έξω από την εκκλησία και μπήξουν μέσα μια καρφίτσα, θα βγη αίμα. Και όμως ο Καθολικός ορισμός της λειτουργίας λέγει ότι αυτή είναι «αναίμακτη ανανέωσις της θυσίας» του Χριστού. Αν είναι αναίμακτη, τότε πώς μπορεί να κάμη εκείνο που ισχυρίζονται ότι κάνει, δηλαδή να πραγματοποιήση την άφεσι των ανθρωπίνων αμαρτιών; Ο απόστολος λέγει: «Και σχεδόν με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις.»—Εβραίους 9:22.
ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΑΝΤΙΛΥΤΡΟΥ
17, 18. Γιατί ο μετουσιωμένος άρτος και οίνος δεν θα μπορούσαν ν’ αποτελούν τη θυσία του Ιησού και να προμηθεύσουν απολύτρωσι και άφεσι αμαρτιών;
17 Αν ο άρτος και ο οίνος επάνω στο βωμό της λειτουργίας μεταβάλλονται σε σάρκα και αίμα, είτε με το άγιο πνεύμα είτε με τα μαγικά λόγια του ιερέως, πώς θα μπορούσαν να αποτελούν τη θυσία του Ιησού; Το πολύ πολύ, ο άρτος θα μπορούσε να αντιπροσωπεύη μόνο ίσο βάρος ανθρωπίνης σαρκός και ο οίνος ίση ποσότητα ανθρωπίνου αίματος, ασφαλώς όχι την ποσότητα σαρκός και αίματος που απαρτίζει το κανονικό ανθρώπινο σώμα. Αλλά ο Ιησούς Χριστός εθυσίασε ένα ολόκληρο, ακέραιο, τέλειο ανθρώπινο σώμα με το πλήρες του συμπλήρωμα από αίμα. Το πολύ ο άρτος και ο οίνος της λειτουργίας θα μπορούσε να συμποσούνται σ’ ένα τμήμα απλώς του σώματος και του αίματος.
18 Ένα τμήμα ή μικρό μέρος δεν θα μπορούσε να είναι ευπρόσδεκτο στον Θεό ως αντίλυτρον για τους αμαρτωλούς. Σχετικά με τις απαιτήσεις ενός αντιλύτρου ο δίκαιος και τέλειος νόμος του Θεού που εδόθη μέσω του προφήτου του Μωυσέως, λέγει: «Θέλει δοθή ζωή αντί ζωής, οφθαλμός αντί οφθαλμού, οδούς αντί οδόντος, χειρ αντί χειρός, πους αντί ποδός.» (Δευτερονόμιον 19:21· Έξοδος 21:23-25) Ο Αδάμ, ο τέλειος ανθρώπινος υιός του Θεού στην Εδέμ, αμάρτησε και έτσι έχασε για τον εαυτό του και τους μέλλοντας απογόνους του μια τελεία ανθρώπινη ζωή και κάθε δικαίωμα σ’ αυτήν. Ο Ιησούς είπε ότι ήλθε για να «δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών». Μπορούσε να το πράξη αυτό, διότι ήταν τέλειος άνθρωπος με πλήρες δικαίωμα στην ανθρώπινη ζωή και έτσι ήταν ο «έσχατος Αδάμ». Καταθέτοντας όλο αυτό το ανθρώπινο ενεργητικόν σε θυσία, επρομήθευσε το αντίστοιχο λύτρον. Ο απόστολος μάς λέγει: «Είς Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς, όστις έδωκεν εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.» (Ματθαίος 20:28· 1 Κορινθίους 15:45 και 1 Τιμόθεον 2:5, 6) Ένα αντίλυτρο απαιτούσε την όλη θυσία, όχι ένα απλό μέρος της, ενώ σε βάρος, μέγεθος και ποσότητα ο άρτος και ο οίνος δεν θα μπορούσαν να εξισωθούν με μετουσίωσι παρά με μέρος μόνο της απαιτουμένης θυσίας. Ουδέποτε θα μπορούσαν να αποτελούν ένα επαρκές αντίλυτρο για το ανθρώπινο γένος και να επιφέρουν απολύτρωσι και άφεσιν αμαρτιών.
19. Τι σημαίνει η θεωρία της λειτουργίας για την αρχική θυσία του Ιησού καθώς και για τη νέα διαθήκη, και επομένως γιατί είναι εσφαλμένη;
19 Αλλά ο κλήρος λέγει ότι είναι αναγκαίο να θυσιάζη τον Ιησούν καθημερινώς στη λειτουργία για να εξασφαλίζη την άφεσι των αμαρτιών που διεπράχθησαν από έναν Καθολικό αφού έγινε εδραιωμένο μέλος της εκκλησίας. Αυτό θα εσήμαινε ότι η θυσία του Ιησού που κατετέθη στον Γολγοθά, ήταν ελλιπής, ανεπαρκής, και έχει ανάγκη ανανεώσεως. Αν, για ν’ αποκτήσωμε άφεσι των καθημερινών μας αμαρτιών, έπρεπε να ανανεώνεται και να επαναλαμβάνεται συχνά η θυσία του Χριστού, αυτό θα εσήμαινε ότι η «νέα διαθήκη» θα έπρεπε επίσης να ανανεώνεται με μια εκ νέου θυσία του Σωτήρος. Αν η μία θυσία δεν ήταν επαρκής για τις αμαρτίες, αυτή δεν ήταν επαρκής για τη νέα διαθήκη, σύμφωνα με την οποία ο Θεός συγχωρεί αμαρτίες και δεν τις ενθυμείται πλέον. Θυμηθήτε τα λόγια του Ιησού σχετικά με τον οίνο: «Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου.» (Λουκάς 22:20) Αλλά τέτοια ανανέωσις της καινής διαθήκης είναι αντίθετη με τη Γραφή. Η παλαιά διαθήκη του νόμου που είχε κάμει ο Θεός με τον Ισραήλ μέσω του Μωυσέως ως μεσίτου, αντικατεστάθη από τη νέα διαθήκη με τον Ιησούν ως Μεσίτην. Η εγκαινίασις της παλαιάς διαθήκης του Μωσαϊκού νόμου προεσκίαζε την εγκαινίασι της νέας διαθήκης από τον δοξασμένον Ιησούν κατά την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ. Η παλαιά διαθήκη του νόμου δεν εγκαινιάζετο ούτε ανενεώνετο κάθε έτος με νέες θυσίες. Η μία σειρά θυσιών που ο Μωυσής προσέφερε στο Σινά, ήταν αρκετή για ολόκληρη τη ζωή αυτής της διαθήκης του νόμου. Εκείνο τον καιρό ο Μωυσής είπε: «Τούτο είναι το αίμα της διαθήκης, την οποίαν διέταξεν εις εσάς ο Θεός.» (Εβραίους 9:17-20) Ομοίως η νέα διαθήκη δεν χρειάζεται ανανέωσι με νέες θυσίες. Η θυσία της λειτουργίας υποτίθεται ότι προμηθεύει σε κάθε τέλεσι νέο «αίμα της καινής διαθήκης». Επομένως είναι εσφαλμένη.
20, 21. Γιατί δεν θα μπορούσε ο Ιησούς να αποθάνη εκ νέου, και τι αρνείται η λειτουργία όσον αφορά την αξία της αρχικής του θυσίας;
20 Πώς θα μπορούσε ο Ιησούς Χριστός να θυσιασθή και μια έστω ακόμη φορά εκ νέου; Ο απόστολος Παύλος μάς γράφει: «Ο Χριστός αναστάς εκ νεκρών, δεν αποθνήσκει πλέον· θάνατος αυτόν δεν κυριεύει πλέον. Διότι καθ’ ο απέθανεν, απέθανεν άπαξ δια την αμαρτίαν· αλλά καθ’ ο ζη, ζη εις τον Θεόν.» (Ρωμαίους 6:9, 10) Με τη δύναμι μιας αθάνατης ζωής εξακολουθεί να ζη και έτσι μπορεί να μεσιτεύη για τους πιστούς ώσπου να επιτελεσθή τελείως η ελευθέρωσίς των από την αμαρτία. Η αθανασία του, που την έλαβε κατά την ανάστασί του από τους νεκρούς, εμποδίζει για πάντα το να πεθάνη εκ νέου. Μπορεί, λοιπόν, τώρα να είναι Αρχιερεύς για πάντα, διότι έχει τώρα την «δύναμιν ζωής ατελευτήτου». Καθώς ο απόστολος λέγει γι’ αυτόν: «Εκείνος όμως, επειδή μένει εις τον αιώνα, έχει αμετάθετον την ιερωσύνην. Όθεν δύναται και να σώζη εντελώς τους προσερχομένους εις τον Θεόν δι’ αυτού, ζων πάντοτε [όχι, θνήσκων πάντοτε] δια να μεσιτεύση υπέρ αυτών. Όστις δεν έχει καθ’ ημέραν ανάγκην, ως οι αρχιερείς, να προσφέρη πρότερον θυσίας υπέρ των ιδίων αυτού αμαρτιών, έπειτα υπέρ των του λαού· διότι άπαξ έκαμε τούτο, ότε προσέφερεν εαυτόν.»—Εβραίους 7:16, 24, 25, 27.
21 Η μία θυσία του Ιησού Χριστού έχει αρκετή αξία για να εφαρμοσθή σε όλους τους καιρούς για τις αμαρτίες του ανθρωπίνου γένους ώσπου τέλος να εξαλειφθούν. Η θεωρία της λειτουργίας αρνείται αυτή τη Γραφική αλήθεια.
22. Ποιο χαρακτηριστικό των θυσιών της ημέρας του εξιλασμού δείχνει ότι η λειτουργία, επειδή χρειάζεται επανάληψι, δεν αφαιρεί αμαρτίες;
22 Έτσι πράγματι εξεικονίζετο από τις Ιουδαϊκές θυσίες που ετελούντο υπό τη διαθήκη του νόμου που είχε συναφθή με τον Ισραήλ. Κάθε έτος κατά την ημέρα του εξιλασμού έπρεπε να γίνεται εκ νέου η θυσία του μόσχου και του τράγου δια τον Ιεχωβά, και το αίμα των έπρεπε να φέρεται στα άγια των αγίων και να ραντίζεται μπροστά στο ιερό ιλαστήριον. Γιατί; Διότι οι θυσίες εκείνες δεν ήσαν ανθρώπινες και ουδέποτε θα μπορούσαν να αφαιρέσουν ανθρώπινες αμαρτίες και να αφήσουν την ανθρώπινη συνείδησι ελεύθερη από την ενοχή της αμαρτίας. Αν πραγματικά εκαθάριζαν τη συνείδησι του ανθρώπου από τη συναίσθησι της αμαρτωλότητος, θα είχαν παύσει να προσφέρονται. «Διότι ο νόμος έχων σκιάν των μελλόντων αγαθών, ουχί αυτήν την εικόνα των πραγμάτων, δεν δύναται ποτέ δια των αυτών θυσιών τας οποίας προσφέρουσι κατ’ ενιαυτόν πάντοτε, να τελειοποιήση τους προσερχομένους. Επειδή τότε ήθελον παύσει να προσφέρωνται· διότι οι λατρευταί άπαξ καθαρισθέντες, δεν ήθελον έχει πλέον ουδεμίαν συνείδησιν αμαρτιών. Αλλ’ εν αυταίς γίνεται κατ’ ενιαυτόν ανάμνησις αμαρτιών. Διότι αδύνατον είναι αίμα ταύρων και τράγων να αφαιρή αμαρτίας.» (Εβραίους 10:1-4) Αυτό τούτο το γεγονός ότι οι Καθολικοί έχουν συναίσθησι αμαρτίας που απαιτεί να παρακολουθούν μια επανάληψι της λειτουργίας, αποδεικνύει ότι η λεγόμενη «θυσία της λειτουργίας» δεν αφαιρεί τις αμαρτίες των, όπως δεν αφαιρούσαν αμαρτίες και εκείνες οι θυσίες των ταύρων και τράγων.
23. Γιατί ο Ιησούς δεν χρειάζεται να κατέλθη από τον ουρανό επανειλημμένως για να θυσιασθή;
23 Αλλά η μία θυσία της τελείας ανθρωπίνης ζωής του Χριστού φέρνει δικαίωσι σ’ εκείνον που πιστεύει και μια συνείδησι ελεύθερη από αμαρτία. Επομένως ο Ιησούς δεν χρειάζεται να κατέλθη από τον ουρανό, όταν ο Καθολικός ιερεύς τού κάνη σημείο ή νεύμα κάθε φορά που τελεί λειτουργία και να συνθέση σάρκα και αίμα για να θυσιασθούν, να φαγωθούν και να πιοθούν καννιβαλιστικά από τον ιερέα και το εκκλησίασμα. Ως Αρχιερεύς, ο Ιησούς δεν υπόκειται σε κανένα ιερέα επάνω στη γη. Αλλιώς, πώς είναι Αρχιερεύς; Σαράντα ημέρες μετά την ανάστασί του από τους νεκρούς, ανελήφθη στον ουρανό και εκάθησε στα δεξιά του Θεού. Επειδή παρουσίασε στον Θεό μια τέλεια και για πάντα επαρκή θυσία, δεν χρειάζεται να εγκαταλείψη την έδρα του και να κατέλθη και να γίνη σάρκα και αίμα πάλι για να θυσιασθή. Επομένως, μπορεί να παραμείνη καθισμένος εκεί επάνω και να περιμένη ώσπου να έλθη ο ωρισμένος καιρός του Θεού να εκπληρώση την υπόσχεσί του που αναγράφεται στον Ψαλμό 110:1-4, Α.Σ.Μ.: «Είπεν ο Ιεχωβά προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου. Εκ της Σιών θέλει εξαποστείλει ο Ιεχωβά την ράβδον της δυνάμεώς σου· κατακυρίευε εν μέσω των εχθρών σου. . . . Ώμοσεν ο Ιεχωβά, και δεν θέλει μεταμεληθή, Συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.» Αυτός, επομένως, ανέμενε στον ουρανό χωρίς διακοπή ώσπου ο «καιρός του τέλους» αυτού του κόσμου άρχισε στο 1914.
24, 25. Πώς ο απόστολος αποδεικνύει αυτό το γεγονός εις Εβραίους 10:10-18, και έτσι γιατί είναι αναγκαία η μία μόνο θυσία;
24 Σημειώστε, τώρα, πώς ο απόστολος χρησιμοποιεί αυτό το γεγονός για ν’ αποδείξη ότι ο Ιησούς δεν επανέλαβε τη θυσία του λόγω του ότι δεν χρειάζεται να την επαναλάβη, επειδή η αρχική του θυσία είναι επαρκής καθ’ όλη τη διάρκεια της ανθρωπίνης αμαρτίας. Εις Εβραίους 10:10-18 λέγει: «Με το οποίον θέλημα είμεθα ηγιασμένοι δια της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού άπαξ γενομένης. Και πας μεν ιερεύς ίσταται καθ’ ημέραν λειτουργών, και τας αυτάς πολλάκις προσφέρων θυσίας, αίτινες ποτέ δεν δύνανται να αφαιρέσωσιν αμαρτίας. Αλλ’ αυτός αφού προσέφερε μίαν θυσίαν υπέρ αμαρτιών, εκάθισε διαπαντός εν δεξιά του Θεού, προσμένων του λοιπού εωσού τεθώσιν οι εχθροί αυτού υποπόδιον των ποδών αυτού. Διότι με μίαν προσφοράν ετελειοποίησε διαπαντός τους αγιαζομένους. Μαρτυρεί δε εις ημάς και το Πνεύμα το Άγιον· διότι, αφού είπε πρότερον, “Αύτη είναι η διαθήκη, την οποίαν θέλω κάμει προς αυτούς μετά τας ημέρας εκείνας, λέγει Κύριος, Θέλω δώσει τους νόμους μου εις τας καρδίας αυτών, και θέλω γράψει, αυτούς επί των διανοιών αυτών,” προσθέτει, “Και τας αμαρτίας αυτών και τας ανομίας αυτών δεν θέλω ενθυμείσθαι πλέον.” Όπου δε είναι άφεσις τούτων, δεν είναι πλέον προσφορά περί αμαρτίας.»
25 Οι αμαρτίες που συγχωρούνται από τον Θεό σύμφωνα με τη νέα διαθήκη, διαγράφονται πραγματικά και εκείνοι που αγιάζονται τελειοποιούνται για πάντα «με μίαν προσφοράν», «δια της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού άπαξ γενομένης». Δεν είναι, λοιπόν, καμμιά απολύτως ανάγκη να χυθή μια ακόμη φορά το αίμα του Ιησού, το οποίον είναι «το αίμα της καινής διαθήκης». Καμμιά άλλη προσφορά για αμαρτία δεν χρειάζεται εκτός από τη μία που ο Ιησούς έκαμε στον Γολγοθά.
ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΜΙΑΣ ΧΟΝΔΡΟΕΙΔΟΥΣ ΑΠΑΤΗΣ
26. Πώς θεωρούν τη θυσία του Ιησού οι Ρωμαιοκαθολικοί ιερείς όπως το μαρτυρεί αυτό η λειτουργία σε συμπαραβολή με τη θυσία της ημέρας του εξιλασμού;
26 Ο αρχαίος Ιουδαίος αρχιερεύς έπρεπε να προσφέρη τις θυσίες ενός μόσχου και τράγου της ημέρας του εξιλασμού μόνο μια φορά το έτος για όλο το έθνος Ισραήλ και σε έναν ναό, εκείνον που ήταν στην Ιερουσαλήμ. Παράδοξο είναι ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί ιερείς αισθάνονται τους εαυτούς των υποχρεωμένους να προσφέρουν λειτουργία 365 ή 366 ημέρες το χρόνο, ενίοτε δε πολλές φορές την ημέρα, σε πολλούς βωμούς, και όχι στην πόλι που καλείται με το όνομα του Θεού, στην Ιερουσαλήμ. Είναι σαφές ότι δεν πιστεύουν πως η μία θυσία του Ιησού ήταν ανώτερη από τις ετήσιες Ιουδαϊκές θυσίες της ημέρας του εξιλασμού, οι οποίες δεν μπορούσαν ν’ αφαιρούν αμαρτίες. Αλλά, εκτός απ’ αυτό, η «θυσία της λειτουργίας» των δεν αποκτά και δεν θα μπορούσε ν’ αποκτήση απολύτρωσι και άφεσι των αμαρτιών για τους ανθρώπους που παρακολουθούν τη λειτουργία, και για έναν άλλον ισχυρόν λόγον.
27, 28. Για ποιον άλλον ισχυρόν λόγον δεν αφαιρεί η λειτουργία αμαρτίες;
27 Ποιος είναι αυτός; Είναι το εξής γεγονός: ο ιερεύς που ισχυρίζεται ότι θλα το σώμα του Ιησού εκ νέου και ότι χύνει το αίμα του εκ νέου, δεν ανέρχεται στον ουρανό με τη θυσία για να την παρουσιάση στον Θεό προς όφελος του εαυτού του και των ενοριτών του. Ακόμη και για τον Ιησούν δεν ήταν αρκετό το να καταθέση τη θυσία του επάνω στη γη. Και ο Ιησούς επίσης έπρεπε να αναληφθή και να παρουσιάση τη θυσία του στον Θεό στον ουρανό. Δεν επήρε το ανθρώπινο σώμα του μαζί του στον θρόνο του Βασιλέως εκεί επάνω, διότι «σαρξ και αίμα βασιλείαν Θεού δεν δύνανται να κληρονομήσωσιν». (1 Κορινθίους 15:50) Όταν ο Ιουδαίος αρχιερεύς κατά την ημέρα του εξιλασμού εισήρχετο στα Αγία των Αγίων του ναού, που εξεικόνιζαν την παρουσία του Θεού, δεν έπαιρνε μαζί του τα σαρκικά σώματα του μόσχου και του τράγου. Έπαιρνε μόνο το αίμα, που παριστάνει τη ζωή. Έτσι, επίσης, και ο Ιησούς δεν επήρε το σαρκικό του σώμα στον ουρανό για να εμφανισθή μ’ αυτό στην παρουσία του Θεού. Επήρε μαζί του την αξία ή τιμή της ανθρωπίνης του ζωής, που εσυμβολίζετο με το αίμα. Την παρουσίασε αυτήν στον Θεό ως μία λυτρωτική θυσία που αφαιρεί αμαρτίες. (Εβραίους 13:11, 12· Λευιτικόν 17:11-14· 16:14-16) Παρουσιάζοντας τη θυσία του στον ουρανό κατέθεσε το θεμέλιο για τον ερχόμενο δίκαιο νέο κόσμο. Επομένως δεν χρειάζεται να πάσχη πλέον συχνά ως θυσία. Διαβάζομε:
28 «Ανάγκη λοιπόν ήτο οι μεν τύποι των επουρανίων να καθαρίζωνται δια τούτων· αυτά όμως τα επουράνια με θυσίας ανωτέρας παρά ταύτας. Διότι ο Χριστός δεν εισήλθεν εις χειροποίητα άγια, αντίτυπα των αληθινών, αλλ’ εις αυτόν τον ουρανόν, δια να εμφανισθή τώρα ενώπιον του Θεού υπέρ ημών· ουδέ δια να προσφέρη πολλάκις εαυτόν, καθώς ο αρχιερεύς [του Ισραήλ] εισέρχεται εις τα άγια κατ’ ενιαυτόν με ξένον αίμα· (διότι έπρεπε τότε πολλάκις να πάθη από καταβολής κόσμου·) τώρα δε άπαξ εις το τέλος των αιώνων εφανερώθη, δια να αθετήση την αμαρτίαν δια της θυσίας εαυτού. Και καθώς είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι, μετά δε τούτο είναι κρίσις· ούτω και ο Χριστός [πόσες φορές;] άπαξ προσφερθείς δια να σηκώση τας αμαρτίας πολλών, θέλει φανή εκ δευτέρου χωρίς αμαρτίας εις τους προσμένοντας αυτόν δια σωτηρίαν.»—Εβραίους 9:23-28.
29. Γιατί ο Ιησούς Χριστός καθιστά αναγκαίον για τον Καθολικό ιερέα να διεκπεραιώση ο ίδιος τη θυσία της λειτουργίας του;
29 Σύμφωνα με όλη αυτή τη θεόπνευστη Γραφική μαρτυρία, ο Ιησούς θεωρεί επαρκή τη μία του θυσία που έγινε πριν από δεκαεννέα αιώνες. Δεν θα εδέχετο, επομένως, τη θυσία της λειτουργίας ως αναπόσπαστη προσθήκη στη μία του τελεία θυσία, και συνεπώς δεν θα την παρουσίαζε στον Θεό. Για να παρουσιασθή αυτή στον Θεό, θα έπρεπε ο Καθολικός ιερεύς που τελεί τη λειτουργία να μιμηθή τον Ιησούν και να ανεβή ο ίδιος στον ουρανό για να την φέρη ενώπιον του Θεού. Επειδή ο αμαρτωλός κληρικός ιερεύς δεν μπορεί να το κάμη αυτό, η θυσία της λειτουργίας του αστοχεί κατ’ ανάγκην να επιφέρη διαγραφήν των αμαρτιών για τους Καθολικούς.
30. Πώς θεωρεί ο Θεός τη θυσία της λειτουργίας, και τι θα κάμη σχετικά με αυτήν;
30 Άραγε ο Θεός, που έχει ήδη δεχθή την τελεία, εντελώς επαρκή θυσία του Αρχιερέως του Ιησού Χριστού, θα επέβλεπε σε μια τέτοια θυσία της λειτουργίας με κάποια εύνοια; Όχι, ποτέ! Την αποστρέφεται ως μια χονδροειδή απάτη που διαπράττεται εις βάρος του Καθολικού λαού και ως βλασφημία εναντίον της μόνης εγκύρου θυσίας του αγαπητού του Υιού Ιησού Χριστού. Στη μάχη του Αρμαγεδδώνος ο Θεός θα κάμη να παύση όλη αυτή η διαστροφή του δείπνου της Αναμνήσεως και της θυσίας του Χριστού, καταστρέφοντας τα θρησκευτικά συστήματα που είναι ένοχα αυτής της απατηλής βδελυγμίας. «Η θυσία των ασεβών είναι βδέλυγμα· πολλώ μάλλον όταν προφέρωσιν αυτήν μετά πονηρίας.» (Παροιμίαι 21:27) Η περιβολή με μια χειροποίητη ιερατική στολή δεν μεταβάλλει το πράγμα.
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΞΗΓΗΣΙΣ
31. Από ποια, λοιπόν, άποψι η «Χριστιανοσύνη» προσπάθησε να διακρίνη το σώμα του Κυρίου, και με ποιες συνέπειες στον κόσμο;
31 Παρατηρώντας από τα παραπάνω πώς οι Καθολικοί και οι Διαμαρτυρόμενοι του «Χριστιανικού κόσμου» είναι ένοχοι του ότι ‘δεν διακρίνουν το σώμα του Κυρίου’, μπορούμε να εκτιμήσωμε γιατί ολόκληρο το θρησκευτικό σύστημα είναι ανάπηρο, ασθενές, κοιμώμενο, και άρρωστο προς θάνατον. (1 Κορινθίους 11:29, 30) Τα αποτελέσματα προέρχονται από ανάλογες αιτίες. Η «Χριστιανοσύνη» έπεσε σ’ αυτή τη χαμηλή πνευματική κατάστασι επειδή συνεκέντρωσε την προσοχή της πάρα πολύ στην κατά γράμμα σάρκα και στο κατά γράμμα αίμα του Ιησού Χριστού εν σχέσει με την κοινωνία της ή Ευχαριστία ή το δείπνον του Κυρίου. Δεν ακολούθησε την αποστολική εξήγησι του δείπνου του Κυρίου. Από όλους τους συγγραφείς της Βίβλου κανείς δεν παρέχει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτό το δείπνο, από όσες παρέχει ο απόστολος Παύλος. Είναι αλήθεια ότι ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς μάς δίνουν μια αφήγησι του πώς ετελέσθη το δείπνον, αλλά δεν δίνουν καμμιά εξήγησι. Ο Παύλος, όμως, δίνει στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή του, και μια αφήγησι της τελέσεως του δείπνου του Κυρίου, και επίσης σημαντικά σχόλια που το εξηγούν. Εξετάζοντας το σκοπό που βρίσκεται πίσω από τα σχόλιά του, μπορούμε να κατανοήσωμε γιατί, αν η «Χριστιανοσύνη» είχε κατάλληλα διακρίνει το σώμα του Κυρίου, δεν θα βρισκόμαστε κάτω από την απειλή και άλλου παγκοσμίου πολέμου.
32, 33. Πώς εφαρμόζει ο Παύλος τα λόγια που είπε ο Ιησούς στην Ανάμνησι, και έτσι σε ποιο «σώμα» αναφέρεται ο Παύλος:
32 Ο κλήρος του «Χριστιανισμού» ισχυρίζεται ότι ο Παύλος, στα σχόλιά του, υποστηρίζει την κατά γράμμα εφαρμογή των λόγων του Ιησού, «Τούτο είναι το σώμά μου,» «Τούτο είναι το αίμά μου το της καινής διαθήκης.» Ειλικρινής εξέτασις των σχολίων του Παύλου αποδεικνύει ψευδές, βεβιασμένο το επιχείρημα του κλήρου. Ο Παύλος λέγει: «Ας δοκιμάζη δε εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου, και ας πίνη εκ του ποτηρίου. Διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως, τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το Σώμα. Δια τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και αποθνήσκουσιν ικανοί.» Για ποιο, λοιπόν, «Σώμα» μιλεί εδώ ο Παύλος; Βέβαια, για το «Σώμα του Χριστού», που αποτελείται από τα μέλη της εκκλησίας του υπ’ αυτόν ως Κεφαλήν: «Και σεις είσθε Σώμα Χριστού, και μέλη κατά μέρος.» (1 Κορινθίους 11:28-30· 12:27, Μ.Μ.) Αυτή η κατανόησις υποστηρίζεται από ό,τι λέγει πάλι ο Παύλος σ’ αυτή την ίδια επιστολή. Ιδού η διατύπωσις του Κειμένου:
33 «Το ποτήριον της ευλογίας ο ευλογούμεν, ουχί κοινωνία του αίματος του Χριστού εστι; τον άρτον ον κλώμεν, ουχί κοινωνία του σώματος του Χριστού εστιν; Ότι είς άρτος, έν σώμα οι πολλοί εσμέν· οι γαρ πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν.» (Εμφατικόν Δίγλωττον) «Το ποτήριον της ευλογίας το οποίον ευλογούμεν, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού; Διότι είς άρτος, έν σώμα είμεθα οι πολλοί· επειδή πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν.»—1 Κορινθίους 10:16, 17.
34. Όταν, λοιπόν, ένα πρόσωπο τρώγη τον άρτον της αναμνήσεως, τι πρέπει να διακρίνη ή αναγνωρίζη για να μην πέση σε κατάκρισι;
34 Έτσι, λοιπόν, ένα πρόσωπο που μετέχει του άρτου στην Ανάμνησι, πρέπει να διακρίνη ή να αναγνωρίζη ότι υπάρχει μια τέτοια οργάνωσις ή εκκλησία όπως το «σώμα του Χριστού». Επί πλέον, πρέπει δοκιμάζοντας ή εξετάζοντας λεπτομερώς τον εαυτό του να αποδείξη στον εαυτό του ότι είναι ένα μέλος του σώματος του Χριστού, ότι είναι ένα μέλος της εκκλησίας αυτής των Χριστιανών οι οποίοι είναι τελείως αφιερωμένοι στον Θεό, αποκυημένοι απ’ αυτόν ως πνευματικά του τέκνα, κεχρισμένοι με το άγιο πνεύμα του για να είναι κήρυκες και συγκληρονόμοι με τον Ιησούν, και προσκολλημένοι πιστά στον Ιησούν ως την μίαν Κεφαλήν της εκκλησίας ή Σώματός των. Ενεργώντας έτσι, αυτός ομολογεί τότε με το να τρώγη τον άρτον της αναμνήσεως, ότι συμμετέχει επίσης στο «σώμα του Κυρίου», δηλαδή, είναι μέλος του. Γι’ αυτό δεν τρώγει υποκριτικά ή χωρίς διάκρισι και δεν επιφέρει θεία κατάκρισι εναντίον του εαυτού του.
35. Όταν πίνη τον οίνον της αναμνήσεως, τι ομολογεί αυτός σχετικά με τη νέα διαθήκη;
35 Όταν ένας τέτοιος Χριστιανός που εξήτασε αυστηρά τον εαυτό του πίνη από το ποτήριον του οίνου της αναμνήσεως, ομολογεί ότι το αίμα του Ιησού ήταν το μέσον για να τεθή σε ισχύν η νέα διαθήκη του Θεού. Επίσης ότι μέσω της νέας αυτής διαθήκης αποκτάται η θεία συγχώρησις των αμαρτιών και λαμβάνεται ένας λαός από όλα τα έθνη, για να είναι λαός για το όνομα του Θεού, δηλαδή, μάρτυρες του Ιεχωβά.—Πράξεις 15:1-4· Έξοδος 19:5, 6· 1 Πέτρου 2:9, 10.
36, 37. Τι άλλο σημαίνει ο οίνος της αναμνήσεως στο πρόσωπο που πίνει, και τι, επομένως, είναι αποφασισμένο να κάμη;
36 Και κάτι άλλο: το εκχυνόμενον αίμα του Χριστού σημαίνει θάνατον, όχι απλώς για να δημιουργηθή ένα νεκρό θύμα για μια νέα διαθήκη, αλλά πρωτίστως για να διεκδικηθή η κυριαρχία, το όνομα και ο λόγος του Ιεχωβά. Και σ’ αυτόν τον θάνατον για τη διεκδίκησι του Ιεχωβά, μετέχει το «σώμα του Κυρίου», μετέχουν τα μέλη του σώματος του Χριστού. Γίνονται σύμφυτοι μαζί του κατά την ομοιότητα του θανάτου του, συνθάπτονται μαζί του μ’ ένα κοινό βάπτισμα στον θάνατό του, για να εγερθούν σε ουράνια πνευματική ζωή κατά την ομοιότητα της αναστάσεώς του. «Ή αγνοείτε ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν; Συνετάφημεν λοιπόν μετ’ αυτού δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον. . . . Διότι εάν εγείναμεν σύμφυτοι με αυτόν κατά την ομοιότητα του θανάτου αυτού, θέλομεν είσθαι και κατά την ομοιότητα της αναστάσεως.»—Ρωμαίους 6:3-5.
37 Σ’ εκείνον, λοιπόν, που πίνει τον οίνο, το ποτήριον εξεικονίζει τα παθήματα που ο ουράνιος Πατήρ προσφέρει σαν μια πόσιν για όλη την ομάδα του Χριστού, την Κεφαλήν και το σώμα. Όπως ο Ιησούς είπε στον Πέτρο στη Γεθσημανή: «Το ποτήριον το οποίον μοι έδωκεν ο Πατήρ, δεν θέλω πίει αυτό;» Το έπιε, και εβεβαίωσε επίσης σχετικώς εκείνους τους ακολούθους του που θα απεδεικνύοντο πιστοί μέχρι θανάτου και θα συμμετείχαν στο αίμα του Κυρίου: «Το μεν ποτήριον, το οποίον εγώ πίνω, θέλετε πίει· και το βάπτισμα, το οποίον εγώ βαπτίζομαι, θέλετε βαπτισθή.» (Ιωάννης 18:11 και Μάρκος 10:39) Πίνοντας από το ποτήριον της αναμνήσεως, ομολογεί κανείς ότι είναι αποφασισμένος να συμπάθη με τον Ιησούν μέχρι θανάτου.