Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Οφείλει ένα άτομο να εκπληρώση όλες τις ευχές που έκαμε στον Θεό, προτού γίνη ένας αφιερωμένος Χριστιανός;—Ρ. Ι., Η.Π.Α.
Το θέμα των ευχών δεν πρέπει να λαμβάνεται στα ελαφρά, όπως δείχνη η Γραφή στα εδάφια Εκκλησιαστής 5:4-6: «Όταν ευχηθής ευχήν εις τον Θεόν, μη βραδύνης να αποδώσης αυτήν· διότι δεν ευαρεστείται εις τους άφρονας· απόδος ό,τι ηυχήθης. Κάλλιον να μη ευχηθής, παρά ευχηθείς να μη αποδώσης. Μη συγχωρήσης εις το στόμα σου να φέρη επί σε αμαρτίαν· μηδέ είπης ενώπιον του αγγέλου, ότι ήτο εξ αγνοίας.»
Όταν ένα άτομο κάμη μία ιεροπρεπή ευχή στον Θεό, την κάνει εκουσίως, όχι κάτω από εξαναγκασμό. Επομένως, πρέπει να είναι πρόθυμο να εκπληρώση την ευχή. Λόγω της σοβαρότητος αυτού του ζητήματος, οι Γραφές συνιστούν προσεκτική από πριν εξέτασι των υποχρεώσεων που αναλαμβάνει ένας, όταν κάνη ευχή. Το εδάφιο Παροιμίαι 20:25 λέγει: «Παγίς είναι εις τον άνθρωπον, προπετώς να λαλή περί ιερών, και μετά τας ευχάς να σκέπτηται.» Επομένως, το θέμα των ευχών στον Θεό δεν πρέπει να γίνεται μ’ ελαφρότητα, αλλά να είναι αποτέλεσμα προσεκτικής εκ των προτέρων εξετάσεως, όχι συγκινήσεως ή στιγμιαίου ενθουσιασμού.
Οι ευχές του γάμου χρησιμεύουν για να καταδειχθούν αυτά τα σημεία. Ένα άτομο πιθανόν ν’ αποφασίση να νυμφευθή. Το να εισέλθη στο δεσμό του γάμου είναι κάτι που κάνει από δική του θέλησι. Ενεργεί σοφά αν σκεφθή το ζήτημα από πριν, εξοικειούμενος στις ευθύνες που θ’ αναλάβη με τον γαμήλιο βίο. Τότε, όταν θα κάμη την ευχή του γάμου ενώπιον του Θεού και των ανθρωπίνων μαρτύρων, θα λάβη σοβαρά υπ’ όψι του την ευχή και θα διακρατήση πιστότητα απέναντι του γαμηλίου συντρόφου του. (Ματθ. 19:4-6) Άσχετα με το ποιος είναι ο λειτουργός του γάμου, αν ο γάμος είναι νόμιμος, η ευχή του είναι δεσμευτική και εξακολουθεί να είναι δεσμευτική, όταν γίνη ένας αφιερωμένος Χριστιανός.
Ένα άτομο πιθανόν να έχη κάμει εκουσίως μια άλλη προσωπική ευχή στον Θεό τα προηγούμενα έτη, προτού γίνη ένας αφιερωμένος Χριστιανός. Ήταν περισσότερο από μια απλή επιθυμία ή κάποιο σχέδιο στο νου του ή που έχει εκφράσει σ’ ένα φίλο· ήταν μια ιεροπρεπής ευχή στον Θεό. Δεν βρέθηκε κάτω από εξαναγκασμό να κάνη αυτή την ευχή. Εν τούτοις πιθανόν, να θέλη τώρα ν’ απαλλαγή απ’ αυτήν. Μπορεί να ρωτήση κάποιον άλλον αν η ευχή του είναι δεσμευτική. Αλλά πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψι, ότι ένα άλλο άτομο δεν είναι σε θέσι ν’ απαλλάξη αυτόν, που έκαμε την ευχή, από την ευθύνη που βαρύνει τον ίδιο ως αποτέλεσμα της ιεροπρεπούς ευχής του στον Θεό. Αυτό είναι ένα ζήτημα μεταξύ εκείνου που έχει την υποχρέωσι και του Ιεχωβά Θεού.—Ρωμ. 14:4.
Ίσως η ευχή δεν ήταν κάτι που απαιτεί η Γραφή. Εν τούτοις, αν αυτή δεν έρχεται σε σύγκρουσι με τις Γραφές, είναι κατάλληλο να τηρηθή αυτή η ευχή, έστω και αν αυτό παρουσιάζη προβλήματα στη μετέπειτα ζωή.
Αλλά, προτού μάθη την αλήθεια από τον Λόγο του Θεού, ένα άτομο πιθανόν να έχη κάμει μια ευχή να κάμη κάτι το οποίο έρχεται σε σύγκρουσι με το θέλημα του Ιεχωβά. Μπορεί ν’ αντιληφθή αυτή τη σύγκρουσι καθώς συνεχίζει μια μελέτη της Γραφής. Πώς πρέπει να βλέπη τώρα αυτή την ευχή, η οποία δεν βρίσκεται σε αρμονία με το θέλημα του Θεού, όπως αυτό εκφράζεται στις Γραφές; Αυτός οφείλει ν’ αποφασίση, αλλά θα ήταν μία απόδειξις πιστότητος στον Ιεχωβά να ενεργήση σύμφωνα με το σαφώς εκδηλωμένο θέλημα του Θεού. Αυτό σημαίνει να γίνουν θετικά βήματα, όπως αποχή από ωρισμένες πράξεις ή διακοπή σχέσεων, οι οποίες είναι ακάθαρτες και ακατάλληλες από την άποψι του Θεού. Μία τέτοια εκδήλωσις αφοσιώσεως στον Ιεχωβά θα καταλήξη σε ευλογία. (2 Κορ. 6:16-18) Ένα άτομο δεν μπορεί ν’ αφιερώση τον εαυτό του στον Θεό δια του Χριστού, αν δεν καταστήση μία τέτοια ευχή τελείως άκυρη.
● Σύμφωνα με τα εδάφια Λευιτικόν 25:11, 12, οι Ισραηλίται δεν έπρεπε να ‘σπείρουν, ουδέ να θερίσουν το βλαστάνον αφ’ εαυτού’ στη διάρκεια του Ιωβηλαίου, εν τούτοις μπορούσαν να ‘τρώγουν από της πεδιάδος το προϊόν αυτής.’ Πώς εξηγείται αυτή η φαινομενική ασυνέπεια;—Α. Κ., Η.Π.Α.
Οι εντολές για το Ιωβηλαίον ήσαν πολύ όμοιες με τις εντολές για το κανονικό έβδομο σαββατιαίο έτος. Ο Ιεχωβά υπεσχέθη να ευλογήση τον θερισμό του έκτου έτους ώστε οι Ισραηλίται να έχουν αρκετή τροφή αποθηκευμένη ως τον θερισμό της εσοδείας που θα εσπείρετο το όγδοο έτος. (Λευιτ. 25:20-22) Όταν η γη παρέμενε ακαλλιέργητη, θα παρήγε κάποιο καρπό από κόκκους που είχαν σκορπισθή στον προηγούμενο θερισμό. Στη διάρκεια των σαββατιαίων και των Ιωβηλαίων ετών οι γεωργοί έπρεπε να τρώγουν από αυτά που είχαν αποθηκεύσει, και να μη θερίσουν και συλλέξουν στις αποθήκες των αυτά που εφύτρωναν από σκόρπιους σπόρους. Έπρεπε ν’ αφεθούν στον αγρό.
Εν τούτοις, στο Νόμο είχε γίνει μια φιλάγαθη προμήθεια, που επέτρεπε στους πτωχούς της χώρας να σταχυολογούν ό,τι είχε απομείνει στους αγρούς ύστερ’ από τον κανονικό θερισμό. (Λευιτ. 19:9, 10· Ρουθ 2:2, 3) Αλλά τι θα έκαναν οι πτωχοί και ξένοι και πάροικοι στη διάρκεια του εβδόμου σαββατιαίου έτους και του Ιωβηλαίου; Τότε μπορούσαν να σταχυολογήσουν στους αγρούς από σπόρους που είχαν σκορπισθή στη διάρκεια του τελευταίου θερισμού. (Λευιτ. 25:12· Έξοδ. 23:11) Ώστε, ενώ δεν θα υπήρχε θερισμός στη διάρκεια του Ιωβηλαίου, ο νόμος του Ιεχωβά είχε κάμει προμήθεια τόσο για τον αγρότη μέσω των αποθηκευμένων τροφών όσο και για τον πτωχό, ο οποίος θα ζούσε κατ’ ευθείαν από τη γη.