Κεφάλαιον 13
Ένα Πρότυπο Μελλοντικών Πραγμάτων
1. Τι είναι εκείνο που δυσκολεύει ένα άτομο να βρη δικαιοσύνη κάτω από τις σημερινές νομικές διευθετήσεις;
ΣΗΜΕΡΑ υπάρχουν τόσο πολλοί νόμοι στα βιβλία των περισσοτέρων χωρών, ώστε το άτομο που ζητεί δικαιοσύνη θα ήταν ασύνετο αν προσπαθούσε να γίνη δικηγόρος του εαυτού του. Εξ άλλου, υπάρχουν «παραθυράκια» που συνήθως ευνοούν τους πλουσίους. Δεν θα ήταν ευχάριστο να ζούμε κάτω από ένα κώδικα νόμων που θα ήσαν ευθείς και απλοί—ώστε μια υπόθεσις δικαστηρίου να μην είναι δαπανηρή, ακόμη και για τον μέσο άνθρωπο, και κάθε άνθρωπος, πλούσιος ή φτωχός να μπορή χωρίς διατυπώσεις να φέρη την υπόθεσί του ενώπιον του δικαστηρίου και να έχη μια αμερόληπτη ακρόασι;
2, 3. Γιατί είναι ωφέλιμο να εξετάσωμε τον νόμο που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ;
2 Έτσι ήταν ο Μωσαϊκός κώδικας νόμων που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ. Η Γραφή λέγει γι’ αυτόν τον νόμο: «Αι κρίσεις του Ιεχωβά αληθιναί, δίκαιαι εν ταύτω.» (Ψαλμός 19:9) Η ωραία ποιότης των κρίσεων του Ιεχωβά, μπορεί να φανή από την εξέτασι μερικών από τις διατάξεις που αποτελούσαν αυτόν τον κώδικα που περιελάμβανε λίγο περισσότερους από 600 νόμους.
3 Οι Χριστιανοί δεν είναι κάτω απ’ αυτόν τον νόμο που δόθηκε στον Ισραήλ, αλλ’ είναι ωφέλιμο να τον εξετάσουν. Γιατί; Επειδή ο Νόμος διευκρινίζει το πώς ο Ιεχωβά βλέπει τα ζητήματα και ρίχνει φως στις αρχές με τις οποίες πολιτεύεται με τα δημιουργήματά του σε κάθε εποχή.
4. Ποια θέσι και εξουσία είχε ο Ιεχωβά στην κυβέρνησι του αρχαίου Ισραήλ;
4 Η διοίκησις της κυβερνήσεως του Ισραήλ ήταν μοναδική κατά το ότι ο Ιεχωβά ήταν ο ανώτατος και απόλυτος Άρχων. Αυτός ήταν ο Βασιλεύς και ήταν επίσης ο Θεός, ο Αρχηγός της θρησκείας. Ο προφήτης Ησαΐας έγραψε: «Ο Ιεχωβά είναι ο κριτής ημών· ο Ιεχωβά είναι ο νομοθέτης ημών· ο Ιεχωβά είναι ο βασιλεύς ημών· αυτός θέλει σώσει ημάς.»—Ησαΐας 33:22.
5. Στον Ισραήλ, πώς η υπακοή στο νόμο αποτελούσε μέρος της αληθινής λατρείας;
5 Συνεπώς, η ειδωλολατρία, δηλαδή η λατρεία οποιουδήποτε άλλου θεού, ήταν συγχρόνως προδοσία και αδίκημα κατά της κυβερνήσεως. Ομοίως, η καταφανής παράβασις των νόμων της χώρας ήταν πράξις ασεβείας προς τον Θεό, τον Αρχηγό της λατρείας του έθνους. Η εκούσια παράβασις των νόμων ισοδυναμούσε με βλασφημία. Συνεπώς, η υπακοή στο νόμο, αποτελούσε μέρος της αληθινής λατρείας.
ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
6, 7. Περιγράψτε πώς προστατεύονταν τα πολιτικά δικαιώματα.
6 Δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα πολιτικών δικαιωμάτων κάτω από τον Νόμο, όταν οι κριτές του και οι άρχοντες υπήκουαν στον Θεό. Ο νόμος προστάτευε τους ντόπιους, τους πάροικους, ακόμη και τους ξένους που έμεναν προσωρινά στη χώρα.—Έξοδος 22:21· 23:9· Λευιτικόν 19:33, 34.
7 Κάτω από τον Νόμο, ο φτωχός δεν εστερείτο τη δικαιοσύνη απλώς διότι ήταν φτωχός, ούτε ο πλούσιος, απλώς διότι ήταν πλούσιος.—Λευιτικόν 19:15· Έξοδος 23:3.
ΣΤΟΡΓΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ
8. Πώς ο νόμος έδειχνε ενδιαφέρον για τους φτωχούς;
8 Η οικονομία του Ισραήλ ήταν κυρίως γεωργική και καθένας είχε τη δική του κληρονομική γη. Μερικοί Ισραηλίτες, λόγω κακής διαχειρίσεως ή οικονομικών δυσχερειών, επτώχευαν κι έπρεπε να πωλήσουν τη γη τους. Μερικοί πάροικοι μπορεί επίσης να έρχονταν σε δυσκολίες. Γι’ αυτούς υπήρχε η στοργική διευθέτησις ότι κάθε γεωργός την εποχή του θερισμού δεν έπρεπε να θερίζη τις άκρες του αγρού του. Έπρεπε επίσης ν’ αφήνη όποιο δεμάτι σιτηρών ξεχνούσαν οι θεριστές. (Λευιτικόν 19:9, 10· Δευτερονόμιον 24:19-21) Αυτό αφήνετο να το σταχυολογήσουν οι φτωχοί.—Ρουθ 2:15, 16.
9, 10. Πώς όλοι ωφελούντο από τους νόμους που προστάτευαν τους φτωχούς;
9 Φυσικά, αυτό απαιτούσε εργασία από μέρους των φτωχών, διότι το σταχυολόγημα δεν ήταν εύκολο. Επομένως, δεν υπήρχαν οκνηροί φτωχοί στα χέρια της κυβερνήσεως—ούτε φιλανθρωπικές υπηρεσίες ή υπηρεσίες προνοίας. (Δευτερονόμιον 15:11· Ρουθ 2:3, 7) Αυτό μοιάζει με τη Χριστιανική αρχή στη 2 Θεσσαλονικείς 3:10, όπου διαβάζομε: «Εάν τις δεν θέλη να εργάζηται, μηδέ ας τρώγη.’
10 Εκτός από τις διευθετήσεις για να μπορούν οι φτωχοί να κερδίζουν τα προς το ζην, όλοι οι κάτοικοι ήσαν υποχρεωμένοι να συμπεριφέρωνται προς τους φτωχούς με γενναιοδωρία. Αυτό προήγε την αδελφοσύνη και την ενότητα του έθνους.—Λευιτικόν 25:35-38.
«ΔΟΥΛΕΙΑ» ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΚΑΤΑΠΙΕΣΤΙΚΗ
11. Γιατί η δουλεία στον αρχαίο Ισραήλ δεν ήταν σκληρή και καταπιεστική όπως ήταν τα πιο πρόσφατα χρόνια;
11 Η «δουλεία» στον Ισραήλ δεν ήταν σαν την καταπιεστική δουλεία που είναι γνωστή τα πιο πρόσφατα χρόνια. Στην πραγματικότητα ήταν ένας τρόπος προστασίας της οικογένειας, η οποία λόγω οικονομικών δυσκολιών ή συμφοράς, βρισκόταν στην ανάγκη να πωλήση την κληρονομική της γη και η οποία τελικά εξαντλούσε τα χρήματα από την πώλησι και περιερχόταν σε φτώχεια, ή ίσως σε βαρύ χρέος. Τότε αντί να απασχολούνται στα δικά τους κτήματα όπως προηγουμένως, η οικογένεια ή μερικά από τα μέλη της, μπορεί να πήγαιναν σε «δουλεία.» Αλλ’ αυτή η δουλεία έμοιαζε πάρα πολύ με το σημερινό σύστημα απασχολήσεως, που οι άνθρωποι εργάζονται για κάποιον άλλον, που για πολλούς είναι ένα είδος ‘οικονομικής δουλείας.’
12. Ποια ήταν η διευθέτησις για τους Εβραίους «δούλους»;
12 Επί παραδείγματι, ο Εβραίος «δούλος» έπρεπε να θεωρήται όχι ως ιδιοκτησία, αλλ’ ως «μισθωτός.» Επίσης, έπρεπε ν’ απελευθερώνεται ύστερα από έξη χρονιά δουλείας. (Λευιτικόν 25:39-43) Στην απελευθέρωσί του, ο κύριός του ή «εργοδότης» του, έπρεπε να του δώση υλικά πράγματα, όσα μπορούσε, για να βοηθήση τον άνθρωπο και την οικογένειά του να κάμη ένα νέο ξεκίνημα. (Δευτερονόμιον 15:12-15) Μ’ αυτή τη διευθέτησι, η οικογένεια θα μπορούσε ν’ αποφύγη τη φτώχεια και θα μπορούσε να έχη τροφή και ενδύματα μέχρις ότου μπορέση να ανταπεξέλθη μόνη της.
13. (α) Ποιες ήσαν οι πιθανότητες ελευθερίας πριν να συμπληρωθούν τα κανονικά έξη χρόνια δουλείας; (β) Ποια προστασία προέβλεπε ο νόμος για τις νεαρές Εβραίες που ήσαν δούλες;
13 Επίσης, ενώ κάποιος βρισκόταν σε «δουλεία,» μπορούσε να κάνη εργασίες ή επιχειρήσεις ή επενδύσεις, ώστε σε μερικές περιπτώσεις ήταν σε θέσι να εξαγοράση τον εαυτό του από τη δουλεία. Ή κάποιος στενός συγγενής μπορούσε να πληρώση το χρέος που είχε και ν’ αποκαταστήση έτσι τον άνθρωπο ως ελεύθερο άτομο. (Λευιτικόν 25:47-54) Μια κόρη που πήγαινε σε «δουλεία,» συχνά γινόταν σύζυγος του κυρίου της, και έπρεπε να της αποδίδωνται όλες οι οφειλές όπως στην περίπτωσι οποιασδήποτε συζύγου.—Έξοδος 21:7-11.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
14. Πώς προστατευόταν η διαζευγμένη γυναίκα;
14 Οι γυναίκες προστατεύοντο με τους νόμους σχετικά με τον γάμο. Ο άνδρας έπρεπε να έχη ισχυρό λόγο για να διαζευχθή τη σύζυγό του και επιπλέον, έπρεπε να της δώση έγγραφο διαζυγίου. Το έγγραφο του διαζυγίου την προστάτευε από οποιεσδήποτε ψευδείς κατηγορίες αν ξαναπαντρευόταν.—Δευτερονόμιον 24:1· βλέπε την εξήγησι του Ιησού περί διαζυγίου εις Ματθαίον 19:3-9.
15. Ποιοι νόμοι αποτελούσαν φραγμό στην πολυγαμία;
15 Ένας άνδρας που αποπλανούσε μια παρθένο που δεν ήταν αρραβωνιασμένη, έπρεπε να τη νυμφευθή, αποζημιώνοντας τον πατέρα της, και δεν μπορούσε ποτέ να τη διαζευχθή. (Δευτερονόμιον 22:28, 29· Έξοδος 22:16, 17) Στην περίπτωσι της αρραβωνιασμένης γυναίκας, η θανατική ποινή για τον άνδρα την προστάτευε από σεξουαλική επίθεσι η οποία εθεωρείτο έγκλημα όπως ο φόνος.—Δευτερονόμιον 22:25-27.
16. (α) Ήταν η πολυγαμία, αρχική διευθέτησις του Θεού; (Ματθαίος 19:4-6) (β) Γιατί ο Θεός ανέχθηκε την πολυγαμία στον αρχαίο Ισραήλ;
16 Μολονότι επετρέπετο η πολυγαμία, αυτή είχε ρυθμισθή προς όφελος της γυναίκας. Η πολυγαμία, μια παλιά συνήθεια, ήταν ανεκτή, επειδή δεν είχε έλθει ο καιρός του Θεού να διευθετήση όλα τα πράγματα. Ο Θεός ανέμενε μέχρι την εποχή της Χριστιανοσύνης για ν’ αποκαταστήση την αρχική κατάστασι της μονογαμίας. (1 Κορινθίους 7:2) Η μέθοδος του Θεού ήταν να διδάσκη και να κατευθύνη τον λαό του, καθόσον εκείνοι ήσαν σε θέσι να κατανοούν και να δέχωνται διόρθωσι των οδών τους. Ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του, στο Ιωάννης 16:12: «Έτι πολλά έχω να είπω προς εσάς, δεν δύνασθε όμως τώρα να βαστάζητε αυτά.» Έτσι, μετά τον θάνατο και την ανάστασι του Ιησού, πολλά πράγματα διευκρινίσθηκαν και τακτοποιήθηκαν γι’ αυτούς.
17. Πώς προστατευόταν σ’ ένα πολυγαμικό γάμο η γυναίκα που αγαπάτο λιγώτερο;
17 Σ’ ένα πολυγαμικό γάμο, συχνά ο σύζυγος προτιμούσε μια από τις συζύγους. Αλλ’ ο Νόμος προστάτευε τη σύζυγο που αγαπάτο λιγώτερο. Επί παραδείγματι, αν ο γιος της ήταν ο πρωτότοκος του πατέρα, δεν έχανε τα δικαιώματα του πρωτοτόκου, διότι ο πατέρας δεν μπορούσε να τα δώση σ’ ένα γιο που γεννήθηκε αργότερα από την αγαπημένη σύζυγο.—Δευτερονόμιον 21:15-17.
18. Πώς προστατεύονταν οι γυναίκες, ακόμη και μεταξύ των εχθρών του Ισραήλ;
18 Ακόμη και οι γυναίκες εχθρικών πόλεων δεν κακοποιούνταν σεξουαλικώς. Ούτε υπήρχαν πόρνες κοντά στα στρατόπεδα, διότι οι σεξουαλικές σχέσεις απαγορεύονταν στους στρατιώτες που μετείχαν σε πολεμικές επιχειρήσεις.—Δευτερονόμιον 21:10-14.
ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ
19. Ποιο ήταν το πλεονέκτημα του ότι δεν υπήρχαν φυλακές στον αρχαίο Ισραήλ;
19 Οι ποινικοί νόμοι ήσαν πολύ καλύτεροι από τους νόμους που υπάρχουν στους σημερινούς κώδικες νόμων. Ο Νόμος δεν προέβλεπε φυλακές. Πολύ αργότερα, στην εποχή των βασιλέων, δημιουργήθηκαν, κατά παράβασιν, φυλακές στον Ισραήλ. (Ιερεμίας 37:15, 16· 38:6, 28) Αφού δεν εξεδίδοντο ποινές φυλακίσεως για οποιοδήποτε έγκλημα, αυτό εσήμαινε ότι κανένας εγκληματίας δεν ετρέφετο, ούτε εστεγάζετο σε βάρος του σκληρά εργαζομένου λαού ο οποίος ήταν νομοταγής.
20. Ποια ήταν η ποινή για την κλοπή και ποια οφέλη έφερνε;
20 Αν ένας άνθρωπος έκλεβε τον συνάνθρωπό του, δεν τον φυλάκιζαν. Έτσι μπορούσε να εργάζεται και να πληρώση για ό,τι έκλεψε. Το θύμα του δεν υφίστατο ζημιά. Επίσης, ο κλέπτης υποχρεωνόταν να πληρώση το διπλάσιο ή περισσότερο από κείνο που έκλεψε, ανάλογα με το αντικείμενο που έκλεψε και τον τρόπο που το διέθεσε. (Έξοδος 22:1, 4, 7) Αν δεν πλήρωνε, επωλείτο σε δουλεία. Έπρεπε να εργασθή στο θύμα του ή σε κάποιον άλλο Ισραηλίτη, ώσπου να ξεπληρώση την ποινή που είχε αποφασισθή εναντίον του για ό,τι είχε κλέψει. (Έξοδος 22:3) Αν αλαζονικά δεν δεχόταν να εκτελέση την ποινή του, καταδικαζόταν σε θάνατο. (Δευτερονόμιον 17:12) Αυτός ο νόμος όχι μόνο βοηθούσε το θύμα του κλέπτη, αλλ’ ήταν επίσης ένα ισχυρό προληπτικό των κλοπών.
21. (α) Ποια ήταν η ποινή για τον εκούσιο φονέα; (β) Ποια ήταν η διευθέτησις για τον ακούσιο ανθρωποκτόνο;
21 Η ζωή εθεωρείτο ιερή κάτω από τον Νόμο. Ο εκούσιος φονεύς δεν μπορούσε ν’ απαλλαγή με κανένα τρόπο. Έπρεπε οπωσδήποτε να θανατωθή. Έτσι, διαβάζομε στους Αριθμούς 35:30-33: «Όστις φονεύση τινά, ο φονεύς θέλει θανατωθή διά στόματος μαρτύρων· πλην εις μόνος μάρτυς δεν θέλει μαρτυρήσει εναντίον τινός, ώστε να θανατωθή. Και δεν θέλετε λαμβάνει ουδεμίαν εξαγοράν υπέρ της ζωής του φονέως, όστις είναι ένοχος θανάτου· αλλά εξάπαντος θέλει θανατωθή . . . Και δεν θέλετε μολύνει την γην εις την οποίαν κατοικείτε· διότι το αίμα αυτό μολύνει την γην και η γη δεν δύναται να καθαρισθή από του αίματος του εκχυθέντος επ’ αυτής, ειμή διά του αίματος εκείνου όστις έχυσεν αυτό.» Αυτός ο νόμος απεμάκρυνε τέτοια πονηρά άτομα από την Ισραηλιτική κοινωνία. Δεν αφήνονταν ελεύθερα για να διαπράξουν κι άλλους φόνους. Ωστόσο, ο ακούσιος φονεύς μπορούσε να λάβη έλεος.—Αριθμοί 35:9-15, 22-29.
22. Πώς ετονίζετο ιδιαίτερα η ιερότης της ζωής;
22 Ακόμη και ο φόνος που δεν διελευκαίνετο, έπρεπε να εξιλεωθή. Η πόλις που βρισκόταν πλησιέστερα στον τόπο του φόνου, εθεωρείτο ένοχη αίματος και κάτω από κατάρα, εκτός αν οι πρεσβύτεροι της πόλεως τελούσαν τις τελετουργίες που απαιτούνταν για ν’ απαλλαγούν από την κοινοτική ενοχή αίματος ενώπιον του Θεού. Έτσι, η ιερότης της ζωής εντυπωνόταν βαθιά στους ανθρώπους.—Δευτερονόμιον 21:1-9.
23. Περιγράψτε τον νόμο σχετικά με την απαγωγή.
23 Ο κάθε άνθρωπος ως άτομο εθεωρείτο απαραβίαστος. Η απαγωγή επέσυρε θανατική καταδίκη. Ο απαγωγεύς, στου οποίου τα χέρια ευρίσκετο το άτομο, ή ο οποίος είχε πωλήσει τον απαχθέντα ως δούλο, έπρεπε εξάπαντος να θανατωθή.—Έξοδος 21:16· Δευτερονόμιον 24:7.
Η ΝΕΑΝΙΚΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΣ ΑΝΥΠΑΡΚΤΗ
24. Πώς διετηρείτο ο σεβασμός για την οικογένεια και με ποιο αποτέλεσμα;
24 Όταν το έθνος ακολουθούσε τον Νόμο, τα προβλήματα νεανικής εγκληματικότητος ήσαν ελάχιστα. Η βασική μονάδα του έθνους ήταν η οικογένεια. Εδιδάσκετο βαθύς σεβασμός για τους γονείς καθώς επίσης για τους άρχοντες της χώρας. (Έξοδος 20:12· 22:28) Η οχλοκρατία κατεδικάζετο. (Έξοδος 23:1, 2) Ο γιος που έφθανε σε υπεύθυνη ηλικία και που ήταν αδιόρθωτα στασιαστικός και γινόταν λαίμαργος και μέθυσος, έπρεπε να φονεύεται. (Δευτερονόμιον 21:18-21) Όποιος κτυπούσε τον πατέρα του ή τη μητέρα του, ή τους κακολογούσε έπρεπε να θανατώνεται. (Έξοδος 21:15, 17·Λευιτικόν 20:9) Ο σεβασμός για το σπίτι και την οικογένεια, είχε σαν αποτέλεσμα τον σεβασμό για τους άρχοντες της χώρας, ιδιαίτερα τον Πρώτο της Άρχοντα, τον Ιεχωβά Θεό.
ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ
25. Τι γινόταν με τα χαμένα αντικείμενα που κάποιος τα έβρισκε;
25 Στους συγχρόνους καιρούς, η πιο διαδεδομένη συνήθεια σχετικά με τα χαμένα πράγματα είναι ‘το βρήκα, είναι δικό μου.’ Αλλά στον Ισραήλ, όποιος έβρισκε ένα ζώο ή κάποιο αντικείμενο, ήταν υποχρεωμένος να το παραδώση στον κάτοχό του. Αν ο κάτοχος ζούσε μακριά και ήταν άγνωστος, τότε το αντικείμενο έπρεπε να φυλαχθή ώσπου να το αναζητήση ο κάτοχός του. (Δευτερονόμιον 22:1-3) Προκειμένου να βοηθήση τον κάτοχο που ερχόταν στο χωριό για ν’ αναζητήση το χαμένο του αντικείμενο, εκείνος που το έβρισκε έπρεπε, φυσικά, ν’ αναφέρη στους πρεσβυτέρους ή αξιωματούχους της πόλεως ότι το είχε.
26, 27. (α) Ποιος σεβασμός ετηρείτο για το οικογενειακό άσυλο και την ιδιοκτησία ενός ανθρώπου; (β) Πώς ωφελούσαν αυτοί οι νόμοι τους φτωχούς;
26 Η ιερότης του οικογενειακού ασύλου ήταν πολύ σεβαστή. Κανένας δεν μπορούσε να πάρη κάποιο ενέχυρο έναντι του χρέους με το να μπη στο σπίτι του χρεώστη για να πάρη ό,τι είχε υποχρεωθή ο χρεώστης να δώση ως ενέχυρο. Ο πιστωτής έπρεπε να περιμένη έξω ώσπου ο άνθρωπος να φέρη το ενέχυρο σ’ αυτόν. (Δευτερονόμιον 24:10, 11) Ούτε μπορούσε ο πιστωτής να κατάσχη τα αναγκαία μέσα ζωής ή το βασικό ρουχισμό του χρεώστη, διότι ο φτωχός μπορεί να χρειαζόταν ν’ αλέθη λίγο στάρι με τις μυλόπετρές του για να συντηρή την οικογένειά του ή να έχη μόνο ένα εξωτερικό ένδυμα σκέπασμα.
27 Σχετικά μ’ αυτό, αναγράφεται στο Δευτερονόμιον 24:6, 12, 13, ΜΝΚ: «Δεν θέλει λάβει ουδείς εις ενέχυρον την άνω ουδέ την κάτω πέτραν του μύλου· διότι ζωήν λαμβάνει εις ενέχυρον. Και εάν ο άνθρωπος ήναι πτωχός, δεν θέλεις κοιμηθή μετά του ενεχύρου αυτού· εξάπαντος θέλεις αποδώσει εις αυτόν το ενέχυρον περί την δύσιν του ηλίου, και θέλει κοιμηθή εν τω ιματίω αυτού και θέλει σε ευλογήσει· και θέλει είσθαι εις σε δικαιοσύνη ενώπιον Ιεχωβά του Θεού σου.»
ΚΑΛΩΣΥΝΗ ΓΙΑ ΤΑ ΖΩΑ
28. Πώς ο Θεός έδειξε το ενδιαφέρον και την καλωσύνη του στους νόμους του για ζώα;
28 Στοργική φροντίδα εδίδετο επίσης και στα ζώα. Αν κάποιος έβλεπε ένα κατοικίδιο ζώο σε δυσκολία, ήταν υποχρεωμένος να το βοηθήση, ακόμη και αν το ζώο ανήκε σε εχθρό του. (Έξοδος 23:4, 5· Δευτερονόμιον 22:4) Τα φορτηγά ζώα δεν έπρεπε να τα χρησιμοποιούν σε υπερβολική εργασία ούτε να τα κακομεταχειρίζονται. (Δευτερονόμιον 22:10· Παροιμίαι 12:10) Τα βόδια δεν έπρεπε να φιμώνονται ώστε να μη μπορούν ν’ απολαμβάνουν τον καρπό του κόπου των όταν αλώνιζαν σιτηρά. (Δευτερονόμιον 25:4) Έπρεπε να δείχνουν επίσης καλωσύνη στα άγρια ζώα. Κανένας άνθρωπος δεν έπρεπε να πάρη ένα πουλί θηλυκό μαζί με τ’ αυγά του, εξαλείφοντας έτσι την οικογένεια. (Δευτερονόμιον 22:6, 7) Όσον αφορά τα κατοικίδια ζώα, δεν μπορούσε κανένας να σφάξη την ίδια μέρα ένα βόδι ή ένα πρόβατο καθώς και το μικρό του. Όλ’ αυτά αναχαίτιζαν το πνεύμα της σκληρότητος.—Λευιτικόν 22:28· παράβαλε με τη φροντίδα του Θεού για τα ζώα όπως εκτίθεται στον Ιωνά 4:11 και Λευιτικόν 25:4, 5, 7.
ΖΗΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
29, 30. Ποιοι νόμοι ίσχυαν για τους μάρτυρες σε δικαστικές υποθέσεις;
29 Προς χάριν της δικαιοσύνης και του ελέους ο μάρτυς μιας δικαστικής υποθέσεως ήταν υποχρεωμένος να μαρτυρήση όσα γνώριζε σχετικά με την υπόθεσι. Αν δεν το έκανε, οι κριταί εξέφραζαν δημοσία εναντίον του μια κατάρα την οποίαν ο Θεός θα επέβαλλε. (Λευιτικόν 5:1· Παροιμίαι 29:24) Δεν έπρεπε να ψευδομαρτυρήση, διότι αυτό θα ήταν ψεύδος «ενώπιον του Ιεχωβά.» Αν οι κατηγορίες που εγίνοντο εναντίον κάποιου άλλου διεπιστώνετο ότι ήσαν εσκεμμένα ψευδείς, ο κατήγορος έπρεπε να υποστή την ίδια ποινή που προβλέπετο γι’ αυτόν που κατηγόρησε ψευδώς.
30 Σχετικά μ’ αυτό διαβάζομε στο Δευτερονόμιον 19:16-19: Εάν ψευδής μάρτυς σηκωθή εναντίον ανθρώπου, διά να μαρτυρήση κατ’ αυτού αδίκως, τότε οι δύο άνθρωποι, μεταξύ των οποίων είναι η διαφορά, θέλουσι σταθή ενώπιον του Ιεχωβά, ενώπιον των ιερέων και των κριτών των όντων κατ’ εκείνας τας ημέρας· και οι κριταί θέλουσιν εξετάσει ακριβώς, και ιδού, εάν ο μάρτυς ήναι ψευδομάρτυς και εμαρτύρησε ψευδώς κατά του αδελφού αυτού, τότε θέλετε κάμετε εις αυτόν, καθώς αυτός εστοχάσθη να κάμη εις τον αδελφόν αυτού· και θέλεις εκβάλει το κακόν εκ μέσου σου.»
31. Ποιοι άλλοι νόμοι διήγειραν τον ζήλο για δικαιοσύνη κι επίσης έτειναν να εμποδίζουν την ψευδή ή απερίσκεπτη μαρτυρία σε μια δικαστική υπόθεσι;
31 Κανένας δεν μπορούσε να καταδικασθή σε θάνατο με έμμεσες αποδείξεις μόνο. Έπρεπε να υπάρχουν τουλάχιστον δύο αυτόπτες μάρτυρες για να πιστοποιήσουν την αλήθεια. (Δευτερονόμιον 17:6· 19:15) Ο μάρτυς εναντίον ενός ανθρώπου που εκρίνετο ένοχος θανάτου, έπρεπε να είναι ο πρώτος που θα ελάμβανε μέρος στον λιθοβολισμό του ανθρώπου μέχρι θανάτου. Αυτός ο νόμος διήγειρε ζήλο για δικαιοσύνη στον Ισραήλ. Έτσι, όχι μόνον οι κριτές, αλλά και κάθε πολίτης, έπρεπε να δείχνη την επιθυμία του να διατηρή τη χώρα καθαρή από ενοχή αίματος ενώπιον του Θεού. Αυτό επίσης παρεμπόδιζε την ψευδή, την επιπόλαιη ή απερίσκεπτη μαρτυρία. Όφελος προέκυπτε από τον νόμο που αναφέρεται στο Δευτερονόμιον 17:7, όπου διαβάζομε: «Αι χείρες των μαρτύρων θέλουσιν είσθαι αι πρώται επ’ αυτόν, εις το να θανατώσωσιν αυτόν, και έπειτα αι χείρες παντός του λαού. Ούτω θέλεις εκβάλει το κακόν εκ μέσου σου.»
ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
32. Ποιες παράνομες σεξουαλικές σχέσεις τιμωρούντο με θάνατο;
32 Η μοιχεία ετιμωρείτο με την ποινή του θανάτου και για τα δύο μέρη. (Λευιτικόν 20:10) Οι σκανδαλώδεις συνήθειες της ομοφυλοφιλίας και της κτηνοβασίας επέσυραν την ποινή του θανάτου, σύμφωνα με το Λευιτικόν 20:13, 15, όπου αναγράφεται: «Εάν δε τις κοιμηθή μετά άρρενος, καθώς κοιμάται μετά γυναικός, βδέλυγμα έπραξαν αμφότεροι· εξάπαντος θέλουσι θανατωθή· το αίμα αυτών θέλει είθε επ’ αυτούς. Και εάν τις συνουσιασθή μετά κτήνους, εξάπαντος θέλει θανατωθή και το κτήνος θέλετε φονεύσει.»—Βλέπε επίσης Λευιτικόν 20:16, 17· Ρωμαίους 1:24-28.
ΚΑΘΑΡΟΤΗΣ
33, 34. Πώς ο νόμος συντελούσε στη σωματική καθαριότητα;
33 Ο Νόμος επέβαλλε στο λαό όχι μόνο ηθική καθαρότητα, αλλά και σωματική καθαριότητα. Οι διατάξεις περί καθαρότητας υπερχρέωναν τους Ισραηλίτες να καταστρέφουν τα πήλινα σκεύη που είχαν έλθει σ’ επαφή με οποιοδήποτε ζώο που είχε ψοφήσει. Άλλα σκεύη, όπως και ενδύματα, έπρεπε να πλένωνται. Αυτός ο νόμος διατηρούσε τους Ισραηλίτες πάντοτε άγρυπνους στο να είναι καθαροί. Τα άτομα με μεταδοτικές ασθένειες ετίθεντο σε απομόνωσι. (Λευιτικόν 13:4, 5, 21, 26) Τα μολυσμένα ενδύματα και σπίτια απομονώνονταν, και σε μερικές περιπτώσεις, καταστρέφονταν. (Λευιτικόν 13:47-52, 55· 14:38, 45) Δεν έπρεπε να τρώνε καθόλου αίμα.—Λευιτικόν 7:26.
34 Από ιατρική άποψι, ο νόμος περί υγιεινής και απομονώσεως, μαζί με τους ηθικούς νόμους και την απαγόρευσι αίματος, ήσαν θαυμάσια προστασία από τον τυφοειδή πυρετό, τον τύφο, τη βουβωνική πανώλη, την ηπατίτιδα, τη γονόρροια και τη σύφιλι και από πλήθος άλλες ασθένειες.
ΕΛΕΟΣ Σ’ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕΤΑΝΟΟΥΣΑΝ
35. Μπορούσαν οι δικαστές να δείχνουν έλεος, ανάλογα με τις περιστάσεις;
35 Ο νόμος δεν ήταν σκληρός ή άκαμπτος. Οι κριτές είχαν περιθώρια να δείξουν έλεος. Αν ένας άνθρωπος αμάρτανε εναντίον του συνανθρώπου του και κατόπιν μετανοούσε, μπορούσε να επανακτήση την εύνοια του Θεού, με το να τακτοποιήση πρώτα τα ζητήματα με τον αδικημένο και κατόπιν να προσφέρη μια προσφορά περί αμαρτίας στον Ιεχωβά. (Λευιτικόν 6:2-7) Ο Ιησούς Χριστός εννοούσε αυτόν τον νόμο όταν είπε: «Εάν λοιπόν προσφέρης το δώρον σου εις το θυσιαστήριον και εκεί ενθυμηθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρον σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον φιλιώθητι με τον αδελφόν σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρον σου.» (Ματθαίος 5:23, 24) Σήμερα, οι δούλοι του Θεού δεν μπορούν να έχουν ειρήνη μαζί Του, αν αδικούν τους συνανθρώπους των.
ΤΟ ΙΩΒΗΛΑΙΟΝ ΕΤΟΣ
36. Ποιο καλό αποτέλεσμα είχε ο νόμος για το Ιωβηλαίο έτος;
36 Το Ιωβηλαίο, που συνέβαινε κάθε πεντηκοστό έτος, ήταν ένας καιρός χαράς. Κάθε κληρονομική γη που είχε «πωληθή», επεστρέφετο στους ιδιοκτήτες της. Οι Εβραίοι δούλοι ελευθερώνονταν ακόμη κι αν δεν είχε συμπληρωθή η εξαετής δουλεία τους. (Λευιτικόν 25:8-13, 39-41) Αυτός ο νόμος είχε το θαυμάσιο αποτέλεσμα της αποκαταστάσεως της οικονομίας στην αρχική και ισορροπημένη κατάστασι που εγκαθίδρυσε ο Θεός όταν ο Ισραήλ εισήλθε στη γη της επαγγελίας. Εμπόδιζε την κατάστασι που βλέπομε σήμερα σε πολλές χώρες—μια εξαιρετικά πλούσια τάξι γαιοκτημόνων και μια εξαιρετικά φτωχή τάξι «δουλοπάροικων.» Όταν αυτός ο νόμος εφαρμοζόταν, δεν ήταν δυνατό το μονοπώλιο της γης.
37. Συνοπτικά, ποιος λόγος θα μπορούσε να δοθή για τον οποίον πρέπει να μελετούμε τον νόμο του Θεού που δόθηκε στον Ισραήλ;
37 Έτσι ο Νόμος καθιστούσε τον πολίτη ελεύθερο άνθρωπο. Κάθε οικογένεια προστατευόταν από το να περιέλθη σε κατάστασι διαρκούς φτώχειας. Η αξιοπρέπεια της οικογένειας διατηρείτο και η πνευματικότης της οικογένειας ήταν υψηλή. Ο πατέρας μπορούσε να δαπανά χρόνο με την οικογένεια και τα σάββατα καθώς και τα σαββατιαία έτη παρείχαν χρόνο για να φροντίση για τη διδασκαλία των παιδιών. Έτσι, μολονότι οι Χριστιανοί σήμερα δεν είναι κάτω από το Μωσαϊκό νόμο, ωστόσο, ο νόμος αυτός δίνει μια ιδέα των οδών και των τρόπων ενεργείας του Θεού και μια ‘σκιά των μελλόντων αγαθών.’—Εβραίους 10:1.
[Εικόνα στη σελίδα 145]
Ο Νόμος έκανε πρόβλεψι για τους φτωχούς, απαιτώντας ν’ αφήνωνται οι άκρες των αγρών για να τις σταχυολογούν
[Εικόνα στη σελίδα 155]
Η αναγγελία του Ιωβηλαίου έτους απαιτούσε να επιστραφούν όλες οι κτηματικές περιουσίες στους αρχικούς κατόχους των\