Ένα Ευτυχισμένο Έθνος που Ευημερούσε υπό τον Νόμον του Θεού
«Αι κρίσεις του Ιεχωβά αληθιναί, δίκαιαι εν ταυτώ.»—Ψαλμ. 19:9, ΜΝΚ.
1. Τι καθορίζουν, ως ένα σημείον, η ορθότης και η δικαιοσύνη των νόμων ενός έθνους;
ΕΝΑΣ νόμος, για να κρατή ένα έθνος ενωμένο πολύν καιρό, πρέπει να είναι δίκαιος, ευθύς και ισχυρός. Έτσι, σ’ ένα μεγάλο βαθμό, η ευημερία και η διάρκεια μιας κυβερνήσεως ή ενός έθνους είναι ένα μέτρον της ορθότητος και της δικαιοσύνης των νόμων του. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με το περίφημο Σύνταγμά των και τη Διακήρυξι των Δικαιωμάτων, κατέστη ένα μεγάλο έθνος που ευημερεί, αλλ’ αντιμετωπίζει ήδη δυσχέρειες ύστερ’ από διάστημα μικρότερο των διακοσίων ετών διότι υφίσταται επιθέσεις ως ατελές, άδικο και μεροληπτικό από πολλές απόψεις. Πράγματι, σ’ όλο τον κόσμο οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν την ίδια στενοχώρια.
2. Ποιο ήταν το μόνο έθνος στο οποίο εδόθη πότε ένας κώδιξ νόμων από τον Θεό, και τι αποδεικνύει αυτό γι’ αυτό το Νόμο;
2 Αυτά τα έθνη έχουν ιδρυθή επάνω σε ανθρωποποίητους νόμους, δανειζόμενα κατά περιστάσεις ένα θεσμόν από τον Μωσαϊκόν νόμον που είχε δοθή στο έθνος Ισραήλ στο Όρος Σινά στην Αραβία. Το μόνο έθνος στο οποίο εδόθη ποτέ μια πλήρης σειρά νόμων από τον Θεό ήταν το έθνος Ισραήλ. Αυτός ο νόμος είχε δοθή το 1513-1512 π.Χ. στην έρημο Σινά. Μολονότι το έθνος Ισραήλ εδοκίμασε την πείρα πολλών περιπετειών λόγω της συνεχούς εκτροπής του απ’ αυτόν το νόμο, 905 χρόνια είχαν παρέλθει προτού η Ιερουσαλήμ τελικά υποδουλωθή εξαιτίας της Ιουδαϊκής αποστασίας. Έτσι, ο Κυβερνήτης Νεεμίας έγραψε στο εδάφιο Νεεμίας 9:36, 37: «Ιδού, δούλοι είμεθα την ημέραν ταύτην και εν τη γη την οποίαν έδωκας εις τους πατέρας ημών, δια να τρώγωσι τον καρπόν αυτής και τα αγαθά αυτής, ιδού, δούλοι είμεθα επ’ αυτής και αυτή δίδει πολλήν αφθονίαν εις τους βασιλείς τους οποίους επέβαλες εφ ημάς δια τας αμαρτίας ημών και κατεξουσιάζουσιν επί των σωμάτων ημών, και επί των κτηνών ημών, κατά την αρέσκειαν αυτών και είμεθα εν θλίψει μεγάλη.» Η ύπαρξις του Ισραήλ στη διάρκεια αυτής της μακράς περιόδου ως ενός ωργανωμένου έθνους με δική του κυβέρνησι ομιλεί για τη δύναμι και την ευθύτητα εκείνων των νόμων.
3. Πώς μια εξέτασις του Νόμου που είχε δοθη στον Ισραήλ θα είναι ωφέλιμη για μας;
3 Εν τούτοις, επειδή η Βίβλος μάς δείχνει ότι ο Νόμος κατεδίκασε τους Ιουδαίους διότι αυτοί τον παρέβαιναν, είναι δυνατόν να τείνωμε να σχηματίσωμε μια ακατάλληλη άποψι της αξίας αυτού του Νόμου, και να νομίζωμε ότι ήταν πάρα πολύ περιοριστικός και ότι ήταν δύσκολο να ζη ένα άτομο σύμφωνα μ’ αυτόν. Αλλά μία εξέτασις αποκαλύπτει ότι ήταν απείρως ανώτερος από κάθε άλλον κώδικα νόμων που έχει συνταχθή ποτέ, και λειτουργήσει για τη μεγίστη ευημερία των υπηκόων του. Μία εξέτασις του Νόμου διασαφηνίζει, επίσης, το πώς βλέπει ο Ιεχωβά τα πράγματα καθώς και τις αρχές βάσει των οποίων πολιτεύεται με τη δημιουργία του.
4. Περιγράψτε πώς η κυβέρνησις του έθνους του αρχαίου Ισραήλ ήταν μοναδική;
4 Η διαχείρισις της κυβερνήσεως του Ισραήλ ήταν μοναδική κατά το ότι ο Ιεχωβά ήταν ο υπέρτατος και απόλυτος Κυρίαρχός του. Αυτός ήταν ο Βασιλεύς και, επί πλέον, ο Θεός, η Κεφαλή της θρησκείας. Και το κράτος του Ισραήλ δεν ήταν όπως οι άλλες κυβερνήσεις, οι οποίες συνήθως έχουν χωριστά εκτελεστικά, νομοθετικά και δικαστικά σώματα. Ο ίδιος ο Ιεχωβά έκαμε τους νόμους και αυτός ήταν επίσης η δικαστική Κεφαλή, που τους ερμήνευε και τους εφήρμοζε. Έτσι το εδάφιο Ησαΐας 33:22 (ΜΝΚ) λέγει: «Ο Ιεχωβά είναι ο Κριτής ημών· ο Ιεχωβά είναι ο Νομοθέτης ημών· ο Ιεχωβά είναι ο Βασιλεύς ημών· αυτός θέλει σώσει ημάς.» Η ειδωλολατρία, η λατρεία οποιουδήποτε άλλου θεού, ήταν ταυτοχρόνως έγκλημα καθοσιώσεως. Ομοίως, το ν’ αντισταθή ένας στους νόμους της χώρας εσήμαινε ν’ αντισταθή στην Κεφαλή της θρησκείας, που ισοδυναμούσε με αποστασία ή βλασφημία. Γι’ αυτό ο Θεός είπε στον Ισραήλ: «Ο θυσιάζων εις θεούς, εκτός εις μόνον τον Ιεχωβά, θέλει εξολοθρευθή.» «Εάν όμως λησμόνησες Ιεχωβά τον Θεόν σου, και υπάγης κατόπιν άλλων θεών, και λατρεύσης αυτούς, και προσκυνήσης αυτούς, διαμαρτύρομαι προς εσάς σήμερον, ότι εξάπαντος θέλετε αφανισθή.» (Έξοδ. 22:20, ΜΝΚ· Δευτ. 8:19, ΜΝΚ) Η υπακοή στους νόμους αποτελούσε, επίσης, μέρος της αληθινής λατρείας.
ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
5, 6. Υπήρχαν προβλήματα πολιτικών δικαιωμάτων κάτω από τον Νόμον; και γιατί το Ισραήλ δεν ήταν ένα κράτος προνοίας;
5 Δεν υπήρχαν προβλήματα πολιτικών δικαιωμάτων κάτω από τον Νόμον όταν οι κριταί και οι άρχοντες του υπήκουαν στον Θεό. Ο Νόμος επροστάτευε τον αυτόχθονα, τον ξένο πάροικο, ακόμη δε και τον παρεπίδημο, που προσωρινά παρέμενε στη χώρα.—Έξοδ. 22:21· 23:9· Λευιτ. 19:33, 34· Δευτ. 24:17.
6 Κάτω από τον Νόμον ο πτωχός δεν εστερείτο δικαιοσύνης επειδή ήταν πτωχός, ούτε ο πλούσιος επειδή ήταν πλούσιος—δεν υπήρχε η ιδεολογία «πάρε από τον πλούσιο και δώσε στον πτωχό.» (Λευιτ. 19:15) Κράτος προνοίας ανέργων ήταν αδύνατον να υπάρχη κάτω από τον Νόμον. Εν τούτοις, ελαμβάνετο άφθονη φροντίδα για τους πτωχούς, με τη διατήρησι όμως της αξιοπρέπειάς των, διότι έπρεπε να εργάζωνται γι’ αυτό που ελάμβαναν. Παράβαλε αυτό με τα εδάφια Γένεσις 3:19, και 2 Θεσσαλονικείς 3:10, όπου διαβάζομε: «Εάν τις δεν θέλη να εργάζηται, μηδέ ας τρώγη.»
ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΤΩΧΟ
7. Ποια προμήθεια είχε γίνει για τον πτωχό, και πώς αυτή ωφελούσε τόσο τον πτωχό όσο και τον γαιοκτήμονα;
7 Η οικονομία του Ισραήλ ήταν κυρίως αγροτική, διότι κάθε άνθρωπος είχε τη δική του κληρονομιά γης. Μερικοί Ισραηλίται, λόγω κακής διαχειρίσεως ή οικονομικών δυσχερειών, ήταν δυνατόν να πτωχεύσουν και ν’ αναγκασθούν να πωλήσουν τη γη των· μερικοί ξένοι πάροικοι ήταν πιθανόν να βρεθούν σε κακές περιστάσεις. Από συμπάθεια προς αυτούς υπήρχε η διευθέτησις ώστε κάθε γεωργός, όταν εθέριζε, δεν έπρεπε να θερίζη και τις άκρες του αγρού· ώφειλε, επίσης, να μη συλλέγη τα χειρόβολα σίτου που συνέβαινε να πέφτουν από τους θεριστάς. (Λευιτ. 19:9· Δευτ. 24:19-21) Αυτά τα άφηναν για να σταχυολογή ο πτωχός. (Ρουθ 2:3, 7) Φυσικά, απητείτο εργασία εκ μέρους του, διότι η σταχυολόγησις δεν ήταν εύκολη. Επομένως, δεν υπήρχαν άεργοι πτωχοί εις βάρος της κυβερνήσεως. Και αυτή η έξοχη διευθέτησις έφερνε ωφέλεια στον ιδιοκτήτη του αγρού, διότι γινόταν επίκλησις στη γενναιοδωρία του καθώς και στην υπακοή του στον Θεό. Υποκινούσε το αίσθημα της αδελφότητος και της ενότητος.—Λευιτ. 25:35-43· Δευτ. 15:11· Ρουθ 2:15, 16.
Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΙΑ ΕΥΛΟΓΙΑ
8. Αν κάποιος περιήρχετο σε κακή οικονομική κατάστασι, ποια προμήθεια είχε γίνει για να μπορή να συντηρήται η οικογένειά του, και πώς τους μετεχειρίζοντο αυτούς;
8 Υπήρχε το ζήτημα της δουλείας, που στην εποχή μας ηχεί άσχημα. Αλλά όταν εξετάζωμε τους νόμους σχετικά μ’ αυτήν, διαπιστώνομε ότι ήταν ευλογία για τον Ισραήλ. Αν κάποιος ήταν αναγκασμένος λόγω οικονομικών συνθηκών να πωλήση την κληρονομιά του, και δεν υπήρχε πλούσιος συγγενής να την εξαγοράση απ’ αυτόν, αυτός και η οικογένειά του δεν εγκαταλείποντο ώστε ν’ αντιμετωπίσουν λιμοκτονία. Σ’ αυτή την περίπτωσι, μπορούσε να πωλήση τον εαυτό του καθώς και την οικογένειά του σε δουλεία. (Λευιτ. 25:47) Στους Ισραηλίτας, οι οποίοι εγίνοντο έτσι δούλοι, δεν έπρεπε να φέρωνται ως προς ανθρώπους κατωτέρας «κάστας» ή κοινωνικής τάξεως, αλλά ως προς μισθωμένους εργάτας. Έτσι στο εδάφιο Λευιτικόν 25:53 είναι γραμμένο: «Ως ετήσιος μισθωτής θέλει είσθαι μετ’ αυτού· δεν θέλει δεσπόζει επ’ αυτόν μετά αυστηρότητος ενώπιόν σου.»
9. (α) Τι επρομήθευε η δουλεία για τον πτωχό; (β) Μπορούσε αυτός να ελευθερωθή ποτέ από τη δουλεία, και είχε ευκαιρίες ενόσω ήταν δούλος;
9 Η δουλεία ήταν προς όφελος του πτωχού διότι επρομήθευε σ’ αυτόν και στην οικογένειά του τροφή, ρουχισμό και στέγη, και ταυτοχρόνως μπορούσαν να κάνουν μια έντιμη εργασία για να κερδίσουν τ’ αναγκαία για ζωή. Ένας Ισραηλίτης δούλος μπορούσε να εξαγορασθή από ένα συγγενή και ν’ απελευθερωθή. (Λευιτ. 25:48, 49) Αν όχι, τότε το έβδομο έτος του έπρεπε ν’ αφεθή αυτομάτως ελεύθερος, αλλά όχι τελείως άπορος. Έπρεπε να του δοθή σίτος, έλαιον και οίνος αναλόγως με το τι ήταν σε θέσι να διαθέση ο κύριός του. (Έξοδ. 21:2· Δευτ. 15:12-14) Έτσι ο δούλος είχε ένα ξεκίνημα ωσότου μπορέση να φροντίζη για τη ζωή του μέσω εργασίας ή εμπορίου. Οι δούλοι είχαν επίσης ευκαιρίες. Μερικοί εγίνοντο αρκετά εύποροι, διότι τους επετρέπετο να επενδύουν τα χρήματά των. (Λευιτ. 25:49) Με επιμέλεια και εντιμότητα πολλοί δούλοι ανέβαιναν σε θέσεις μεγάλης τιμής, και σε μερικές περιπτώσεις διεχειρίζοντο όλες τις υποθέσεις του κυρίου.—Παράβαλε τα εδάφια Γένεσις 15:2· 24:2· 39:5, 6.
Η ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ
10. Πώς ο νόμος για την ημέρα του σαββάτου ενεθάρρυνε την φιλοπονία, και με ποιο τρόπο έπρεπε να δαπανάται η ημέρα;
10 Η ημέρα του σαββάτου ήταν πραγματικά μια ευλογία. Επρομήθευε στους ανθρώπους και στα κατοικίδια ζώα μια ημέρα αναπαύσεως κάθε επτά. Οι άλλες έξη ημέρες ήσαν για να εργάζωνται, όχι να μένουν αργοί. Στο εδάφιο Έξοδος 20:9 ο Ιεχωβά Θεός διέταζε: «Εξ ημέρας εργάζου, και κάμνε πάντα τα έργα σου.» Οι έξη ημέρες εργασίας ήσαν ωφέλιμες για την ενίσχυσι της φιλοπονίας, και συντελούσαν στην εθνική ευημερία. Στην εποχή μας διεπιστώθη ότι η εργάσιμη εβδομάδα των πέντε ημερών συνετέλεσε σε ηθική κατάπτωσι διότι οι άνθρωποι έχουν τάσι να κάνουν κακή χρήσι του ελευθέρου χρόνου. Δεν συνέβαινε αυτό με τον Ισραήλ. Η μία αυτή ημέρα που ήταν ελευθέρα από εργασία μπορούσε να διατίθεται ως μια ημέρα πνευματικότητος. Είχε ανακηρυχθή ως ‘αγία’ ημέρα. (Έξοδ. 20:8, 10, 11) Επομένως δεν έπρεπε να βεβηλώνεται, αλλά να χρησιμοποιήται για ιερά πράγματα. Ήταν διαθέσιμη ως μία ημέρα για συζήτησι επάνω στο νόμο του Θεού, για διδασκαλία του στα τέκνα, για πλησιέστερη έτσι προσέγγισι στον Βασιλέα και Δημιουργό των. Πολύ κατάλληλο σ’ αυτό το σημείο είναι εκείνο που είπε ο Θεός στα εδάφια Δευτερονόμιον 5:15 και 6:6-8 (ΜΝΚ), όπου διαβάζομε: «Και ενθυμού, ότι ήσο δούλος εν τη γη της Αιγύπτου· και Ιεχωβά ο Θεός σου σε εξήγαγεν εκείθεν εν χειρί κραταιά και εν βραχίονι εξηπλωμένω δια τούτο Ιεχωβά ο Θεός σου προσέταξεν εις σε να φυλάττης την ημέραν του σαββάτου.» «Και ούτοι οι λόγοι, τους οποίους εγώ σε προστάζω σήμερον, θέλουσιν είσθαι εν τη καρδία σου· και θέλεις διδάσκει αυτούς επιμελώς εις τα τέκνα σου, και περί αυτών θέλεις ομιλεί καθήμενος εν τη οικία σου, και περιπατών εν τη οδώ, και πλαγιάζων, και εγειρόμενος. Και θέλεις δέσει αυτούς δια σημείον επί της χειρός σου, και θέλουσιν είσθαι ως προμετωπίδα μεταξύ των οφθαλμών σου.»
ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΙΑΙΟΝ ΕΤΟΣ
11. Ποια έξοχα οφέλη απελάμβαναν στη διάρκεια του σαββατιαίου έτους;
11 Το έβδομο έτος ήταν ένα σαββατιαίο έτος. Η γη έπρεπε να παραμένη αναπαυμένη, χωρίς να καλλιεργηθη ή να θερισθή. Οι ειδικοί για τη διατήρησι του εδάφους αναγνωρίζουν την αξία αυτού του εθίμου. (Λευιτ. 25:1-4) Ο γαιοκτήμων μπορούσε να τρώγη κάθε τι που εφύετο μόνο του το έτος εκείνο ανάλογα με τις ανάγκες του. Ο πτωχός της χώρας μπορούσε, επίσης, να έρχεται και να τρώγη. Έτσι εξεδηλώνετο στοχαστική εκτίμησις ακόμη και για τα ζώα του αγρού, διότι επετρέπετο σ’ αυτά να συμμετέχουν επίσης. (Λευιτ. 25:5-7) Εφόσον οι περισσότεροι Ισραηλίται ήσαν αγρόται, οι κάτοικοι της χώρας δεν θα ήσαν τόσο πολύ απησχολημένοι σ’ εργασία στη διάρκεια του σαββατιαίου έτους. Και πάλι η ελευθερία που απεκτάτο έτσι δεν έπρεπε να χρησιμοποιήται κακώς αλλά να έχη ως αποτέλεσμα τη διάθεσι περισσοτέρου χρόνου για πνευματική συναναστροφή, για εποικοδόμησι της οικογενείας στο νόμο του Θεού. Κάθε έβδομο έτος, στη διάρκεια της εορτής της σκηνοπηγίας, έπρεπε να διαβάζεται ολόκληρος ο νόμος του Θεού από τους ιερείς στο έθνος. Σχετικά μ’ αυτό διαβάζομε στα εδάφια Δευτερονόμιον 31:10-13 (ΜΝΚ): «Προσέταξεν εις αυτούς ο Μωυσής, λέγων, Εν τω τέλει εκάστου εβδόμου έτους, εν τω καιρώ του έτους της αφέσεως, εν τη εορτή της σκηνοπηγίας, όταν πας ο Ισραήλ συναχθή δια να εμφανισθή ενώπιον Ιεχωβά του Θεού σου, εν τω τόπω όντινα εκλέξη, θέλεις αναγινώσκει τον νόμον τούτον ενώπιον παντός του Ισραήλ εις επήκοον αυτών. Σύναξον τον λαόν, τους άνδρας και τας γυναίκας, και τα παιδία, και τον ξένον σου τον εντός των πυλών σου, διά να ακούσωσι, και δια να μάθωσι, και να φοβώνται Ιεχωβά τον Θεόν σας, και δια να προσέχωσι να εκτελώσι πάντας τους λόγους του νόμου τούτου· και δια να ακούσωσι τα τέκνα αυτών, τα οποία δεν εξεύρουσι, και να μάθωσι να φοβώνται Ιεχωβά τον Θεόν σας πάσας τας ημέρας, όσας ζήτε επί της γης, προς την οποίαν διαβαίνετε τον Ιορδάνην δια να κληρονομήσητε αυτήν.»
ΤΟ ΙΩΒΗΛΑΙΟΝ
12. Πώς η τήρησις του Ιωβηλαίου έτους απαιτούσε πίστι;
12 Κάθε πεντηκοστόν έτος ήταν ένα Ιωβηλαίον έτος, οπότε η γη έπρεπε πάλι να παραμένη ακαλλιέργητη. (Λευιτ. 25:8, 9, 11, 12) Οι ίδιες αρχές εφηρμόζοντο σχετικά με τη βρώσι προϊόντων της γης στη διάρκεια εκείνου του έτους. Η τήρησις του Ιωβηλαίου ή ενιαυτού αφέσεως απαιτούσε πίστι. Έπρεπε να εμπιστεύωνται στον Ιεχωβά ότι θα επρομήθευε το τεσσαρακοστό όγδοο έτος κάθε κύκλου πενήντα ετών αρκετή τροφή που θα διαρκούσε ως τον θερισμό του πεντηκοστού πρώτου έτους, του έτους μετά από το Ιωβηλαίον.—Λευιτ. 25:20-22.
13. (α) Τι ελάμβανε χώρα στη διάρκεια του Ιωβηλαίου έτους; (β) Πώς το Ιωβηλαίον ήταν μια προστασία για τον λαό, και, λόγω του Ιωβηλαίου, πώς υπελογίζετο η τιμή της γης;
13 Το Ιωβηλαίον ήταν με μια έννοια ένα ολόκληρο εορταστικό έτος, ένα έτος ελευθερίας, ευτυχίας και ευχαριστιών για τις προμήθειες του Ιεχωβά. Όλες οι κληρονομικές γαίες καθώς και άλλα περιουσιακά στοιχεία που είχαν πωληθή απεδίδοντο. Κάθε άνδρας επέστρεφε στην οικογένειά του και στα προγονικά του κτήματα. (Λευιτ. 25:13) Όλοι οι Εβραίοι δούλοι αφήνονταν ελεύθεροι. (Λευιτ. 25:10) Μέσω αυτής της διευθετήσεως καμμιά οικογένεια δεν επρόκειτο να είναι παντοτινά βυθισμένη σε ένδεια. Κάθε οικογένεια είχε την τιμή και τον αυτοσεβασμό της. Ακόμη και αν ένας άνθρωπος σπαταλούσε την περιουσία του, δεν μπορούσε ν’ αποστερήση για πάντα τους απογόνους του από την κληρονομιά του, να καταισχύνη τ’ όνομά των στη χώρα. Κατόπιν του νόμου περί Ιωβηλαίου ή ενιαυτού αφέσεως ήταν επόμενο ότι κανένα κομμάτι της γης δεν μπορούσε να πωληθή με παντοτινή έννοια. (Λευιτ. 25:23, 24) Στην πραγματικότητα, η αγορά γης ισοδυναμούσε μόνο με μίσθωσι, η δε αξία της γης υπελογίζετο σύμφωνα με την αξία της συγκομιδής των προϊόντων ως το προσεχές Ιωβηλαίον.—Λευιτ. 25:14-16.
14. Από εθνική άποψι, ποια θαυμαστά οφέλη επρομήθευε το Ιωβηλαίον;
14 Η θαυμαστή προμήθεια του Ιωβηλαίου έτους μπορεί να εκτιμηθή καλύτερα, όταν ένα άτομο λάβη υπ’ όψιν όχι μόνο την ωφέλεια που απεκόμιζε ο Ισραηλίτης ατομικώς, αλλά ειδικώτερα την επίδρασι που αυτό είχε επάνω στο έθνος ως σύνολο. Με την κατάλληλη άποψι, το Ιωβηλαίο αποδεικνύεται ότι ήταν η αποκατάστασις της πλήρους και θεοκρατικής καταστάσεως που είχε εγκαθιδρύσει ο Θεός στη Γη της Επαγγελίας στην αρχή. Η εθνική οικονομία διετηρείτο έτσι σταθερή. Ο Θεός είχε υποσχεθή στον Ισραήλ ότι, αν ήσαν ευπειθείς, «θέλεις δανείζει εις πολλά έθνη, συ όμως δεν θέλεις δανείζεσθαι.» (Δευτ. 15:6) Το Ιωβηλαίον είχε ως αποτέλεσμα ένα σταθερό επίπεδο των αξιών της γης κι επρολάμβανε επίσης ένα μεγάλο εσωτερικό χρέος με μια ψευδή ευημερία και τον επακόλουθο πληθωρισμό, αντιπληθωρισμό και εμπορική κατάπτωσί της. Το Ιωβηλαίον απέτρεπε, επίσης, την ανάγκη επαχθούς φορολογίας.
15. Πώς το Ιωβηλαίον επρολάμβανε την κατάστασι που βλέπομε σε πολλά έθνη σήμερα;
15 Ο νόμος του Ιωβηλαίου, όταν υπήκουαν σ’ αυτόν, επροστάτευε το έθνος από το να περιπέση στη θλιβερή εικόνα που βλέπομε σήμερα σε πολλές χώρες όπου στην ουσία υπάρχουν δύο μόνο τάξεις, η εξαιρετικά πλουσία και η εξαιρετικά πτωχή—οι δουλοπάροικοι, κολλήγοι και άλλοι. Τα οφέλη που απεκόμιζε το άτομο ενίσχυαν το έθνος, διότι κανένας δεν είχε μειωμένα προνόμια ούτε συνετρίβετο σε άκαρπο ζωή λόγω κακής οικονομικής καταστάσεως. Σήμερα πολλοί πολίται με αξία δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χαρίσματά των, διότι οι οικονομικές συνθήκες τούς κρατούν δεμένους σε κάποια μονότονη ημερησία εργασία απλώς για να κερδίσουν τ’ αναγκαία για τη ζωή. Αλλά στον Ισραήλ ο φιλόπονος πολίτης μπορούσε να συνεισφέρη όλα τα χαρίσματα και τις ικανότητές του για την ευημερία.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
16. Κατονομάστε μερικές προστασίες που χορηγούσε ο Νόμος στις γυναίκες στον Ισραήλ.
16 Οι γυναίκες επροστατεύοντο από τους νόμους του γάμου. Μολονότι αποτελούσε συνήθεια η πολυγαμία, διότι ο Θεός δεν είχε αναλάβει ακόμη ενέργεια για ν’ αποκαταστήση την αρχική κατάστασι της μονογαμίας (Γεν. 2:23, 24), εν τούτοις αυτή υπέκειτο σε κανόνας. Ο πρωτότοκος γυιος ενός ανδρός, μολονότι προήρχετο από την λιγώτερο αγαπητή σύζυγο, δεν μπορούσε ν’ αποστερηθή από τα πρωτοτόκιά του. (Δευτ. 21:15-17) Ένας άνδρας για να διαζευχθή τη σύζυγό του έπρεπε να έχη βάσιμους λόγους, κι επιπροσθέτως ήταν υποχρεωμένος να της δώση έγγραφο διαζευκτήριο. (Δευτ. 24:1) Αυτό την επροστάτευε από πιθανές μετέπειτα κατηγορίες μοιχείας ή πορνείας. Σε μία Εβραία κόρη δούλη που ελαμβάνετο ως σύζυγος η συντήρησις, ο ρουχισμός καθώς και η γαμήλιος οφειλή ήσαν εξησφαλισμένα, και αν ακόμη ο άνδρας έδειχνε εύνοια σε μια άλλη σύζυγο. (Έξοδ. 21:7-11) Ένας που αποπλανούσε μια παρθένο κόρη πριν από το γάμο δεν μπορούσε να την διαζευχθή ποτέ. (Δευτ. 22:28, 29) Ο στρατιώτης, ο οποίος ενυμφεύετο μια παρθένο κόρη της αιχμαλωσίας, δεν μπορούσε να την πωλήση αργότερα σε δουλεία.—Δευτ. 21:10-14.
ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ
17. Κατονομάστε μερικά πλεονεκτήματα από το γεγονός ότι κάτω από τον Νόμον δεν υπήρχε πρόβλεψις για φυλακές.
17 Οι ποινικοί νόμοι ήσαν πολύ πιο έξοχοι απ’ αυτούς που βρίσκονται στους νομικούς κώδικες σήμερα. Δεν υπήρχε κάτω από τον Νόμον πρόβλεψις για φυλακές. Μόνο αργότερα, στη διάρκεια της διακυβερνήσεως των βασιλέων, υπήρχαν φυλακές που είχαν εγκαθιδρυθή ακατάλληλα στον Ισραήλ. (Ιερεμ. 37:15, 16· 38:6, 28) Εφόσον δεν επεβάλλετο ποινή φυλακίσεως για οποιοδήποτε έγκλημα, αυτό εσήμαινε ότι κανένας εγκληματίας δεν ετρέφετο ούτε εστεγάζετο εις βάρος των σκληρά εργαζομένων πολιτών οι οποίοι υπήκουαν στον Νόμο. Αν κάποιος έκλεπτε από τον συνάνθρωπό του, δεν εφυλακίζετο, έτσι ώστε να είναι αδύνατο να πληρώση αυτά που έκλεψε, και ν’ αφήνη το θύμα του να υποστή την απώλεια. Όχι, απητείτο απ’ αυτόν να πληρώση διπλάσια απ’ αυτά που έκλεψε, ή περισσότερα, ανάλογα με το είδος που εκλάπη και τον τρόπον που το είχε διαθέσει. (Έξοδ. 22:1, 4, 7) Αν δεν επλήρωνε, επωλείτο σε δουλεία, πράγμα που εσήμαινε ότι επρόκειτο να εργάζεται ώσπου να εξοφλήση την τιμωρία που του είχε επιβληθή γι’ αυτό που έκλεψε. (Έξοδ. 22:3) Αυτός ο νόμος όχι μόνο βοηθούσε το θύμα του κλέπτου, αλλά ήταν επίσης ένα ισχυρό προληπτικό μέτρον εναντίον της κλοπής.
18. Πώς ο Νόμος ετόνιζε ότι η ζωή είναι ιερή;
18 Η ζωή εθεωρείτο ιερή κάτω από τον Νόμον. Ένας εσκεμμένος φονεύς δεν μπορούσε με κανένα τρόπο ν’ απαλλαγή. Έπρεπε να θανατωθή χωρίς άλλο. Έτσι στα εδάφια Αριθμοί 35:30-33 διαβάζομε σχετικά μ’ αυτούς που διέφευγαν στις πόλεις καταφυγίου: «Όστις φονεύση τινά, ο φονεύς θέλει θανατωθή δια στόματος μαρτύρων πλην εις μόνος μάρτυς δεν θέλει μαρτυρήσει εναντίον τινός, ώστε να θανατωθή. Και δεν θέλετε λαμβάνει ουδεμίαν εξαγοράν υπέρ της ζωής του φονέως, όστις είναι ένοχος θανάτου· αλλά εξάπαντος θέλει θανατωθή. Και δεν θέλετε λαμβάνει εξαγοράν υπέρ του φυγόντος εις την πόλιν του καταφυγίου αυτού, δια να επιστρέψη να κατοική εν τω τόπω αυτού, μέχρι του θανάτου του ιερέως. Και δεν θέλετε μολύνει την γην εις την οποίαν κατοικείτε· διότι το αίμα, αυτό μολύνει την γην· και η γη δεν δύναται να καθαρισθή από του αίματος του εκχυθέντος επ’ αυτής, ειμή δια του αίματος εκείνου όστις έχυσεν αυτό.» Αυτό απεμάκρυνε ένα τέτοιο πονηρό άτομο από την Ισραηλιτική κοινωνία. Ο ακούσιος φονεύς μπορούσε να βρη έλεος. (Βλέπε εδάφια Αριθμοί 35:9-15, 26-29) Ακόμη και ο φόνος που δεν είχε διαλευκανθή δεν επετρέπετο να μείνη χωρίς εξαγορά. Η πλησιεστέρα πόλις στη σκηνή του φόνου εθεωρείτο ένοχος αίματος και κάτω από κατάρα εκτός αν εκπληρούσαν τις απαιτούμενες διατυπώσεις, για ν’ αφαιρεθή από την κοινότητα η ενοχή αίματος ενώπιον του Θεού.—Δευτ. 21:1-9.
19. Πώς ο Νόμος επρομήθευε προστασία για το άτομο ενός ανθρώπου;
19 Το άτομο ενός ανθρώπου εθεωρείτο απαραβίαστο. Οι γυναίκες επροστατεύοντο από άδικη επίθεσι. (Δευτ. 22:25-27) Η απαγωγή ανθρώπων εθεωρείτο θανάσιμο έγκλημα. Ο απαγωγεύς, στου οποίου τα χέρια θα ευρίσκετο άνθρωπος ή που θα είχε πωλήσει σε δουλεία τον άνθρωπο που είχε απαγάγει, έπρεπε να θανατωθή χωρίς άλλο.—Έξοδ. 21:16· Δευτ. 24:7.
ΟΧΙ ΟΧΛΑΓΩΓΙΕΣ Ή ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΣ
20. Πώς ο Νόμος εξήλειψε εγκληματικότητα και οχλαγωγίες;
20 Όταν το έθνος ακολουθούσε τον Νόμον, δεν υπήρχε πρόβλημα εγκληματικότητος. Ούτε υπήρχαν παθητικές αντιστάσεις στους δρόμους, οχλοκρατίες, οχλαγωγίες ή ανάληψις οποιασδήποτε κυβερνητικής εξουσίας από τον λαό. Το εδάφιο Έξοδος 23:2 λέγει: «Δεν θέλεις ακολουθήσει τους πολλούς επί κακώ· ουδέ θέλεις ομιλήσει εν κρισολογία, ώστε να κλίνης κατόπιν πολλών δια να διαστρέψης κρίσιν.» Αυτό εγίνετο διότι η βασική μονάς του έθνους ήταν η οικογένεια. Ο λαός εδιδάσκετο να τρέφη μεγάλο σεβασμό για τους άρχοντας, καθώς επίσης και γι’ αυτούς τους ιδίους τους γονείς. (Έξοδ. 20:12· 22:28) Παραδείγματος χάριν, οποιοσδήποτε κτυπούσε τον πατέρα ή τη μητέρα του ή κακολογούσε αυτούς έπρεπε να θανατωθή. (Έξοδ. 21:15, 17· Λευιτ. 20:9) Ένας γυιος, ο οποίος ήταν αθεράπευτα στασιαστικός, ο οποίος, παραδείγματος χάριν, γινόταν λαίμαργος και μέθυσος, έπρεπε να εκτελεσθή. (Δευτ. 21:18-21) Ο σεβασμός για το σπίτι και την οικογένεια κατέληγε σε σεβασμό για τους άρχοντας του έθνους, ιδιαίτερα για τον Πρώτιστο Άρχοντα, τον Ιεχωβά Θεό.
ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ
21. Πώς ετονίζετο ο σεβασμός για τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας από το νόμο περί απολεσθέντων αντικειμένων;
21 Στη σύγχρονη εποχή, η δημοφιλής συνήθεια που ακολουθείται σχετικά με απολεσθέντα αντικείμενα είναι «όποιος το βρήκε το κρατά.» Αλλά στον Ισραήλ, οποιοσδήποτε εύρισκε ένα αντικείμενο ήταν υποχρεωμένος να το αποδώση στον ιδιοκτήτη του. Αν ο ιδιοκτήτης του ζούσε μακριά και ήταν άγνωστος, τότε το αντικείμενο έπρεπε να κρατηθή ωσότου το ζητήση ο ιδιοκτήτης. (Δευτ. 22:1-3) Αυτό υποδεικνύει ότι εκείνος που βρήκε το αντικείμενο θ’ ανέφερε το ζήτημα αρμοδίως για να βοηθήση τον ιδιοκτήτη στην έρευνά του.
22. Πώς επροστατεύετο το δικαίωμα της ιδιοκτησίας;
22 Υπήρχε πολύ μεγάλος σεβασμός για το δικαίωμα ιδιοκτησίας. Δεν μπορούσε ένας άνθρωπος να εισπράξη ένα χρέος με το να μεταβή στο σπίτι του οφειλέτου και να παραλάβη ό,τι ήταν ενέχυρον για την εξασφάλισι του δανείου. Ο πιστωτής έπρεπε ν’ αναμείνη έξω και να ζητήση από τον οφειλέτη να φέρη έξω σ’ αυτόν το αντικείμενο που ήταν το ενέχυρο. (Δευτ. 24:10, 11) Ούτε μπορούσε ένας πιστωτής να στερήση ένα άτομο από τα άμεσα μέσα συντηρήσεώς του ή από τον απαραίτητο ρουχισμό του. Γι’ αυτό το σημείο είναι γραμμένο στα εδάφια Δευτερονόμιον 24:6, 12, 13 (ΜΝΚ): «Δεν θέλει λάβει ουδείς εις ενέχυρον την άνω, ουδέ την κάτω, πέτραν του μύλου· διότι ζωήν λαμβάνει εις ενέχυρον. Και εάν ο άνθρωπος ήναι πτωχός, δεν θέλεις κοιμηθή μετά του ενεχύρου αυτού· εξάπαντος θέλεις αποδώσει εις αυτόν το ενέχυρον περί την δύσιν του ηλίου, και θέλει είσθαι εις σε δικαιοσύνη ενώπιον Ιεχωβά του Θεού σου.»
ΚΑΛΩΣΥΝΗ ΣΤΑ ΖΩΑ
23. Ποιες διατάξεις είχαν δοθή για το καλό των ζώων;
23 Και στα ζώα, επίσης, εδίδετο στοργική προσοχή. Αν ένας άνθρωπος έβλεπε ένα ζώο σε απόγνωσι, έστω και αν αυτό ανήκε στον εχθρό του, απητείτο απ’ αυτόν να το βοηθήση. (Έξοδ. 23:5· Δευτ. 22:4) Τα υποζύγια δεν έπρεπε να τα παρακουράζουν ούτε να τα κακομεταχειρίζωνται. Δεν έπρεπε να εμφράξουν το στόμα ενός βοός που αλώνιζε ώστε να μη μπορή να λαμβάνη μερίδιο από τον καρπό των κόπων του όταν αλώνιζε σίτο. (Δευτ. 25:4) Και τα άγρια ζώα τα μετεχειρίζοντο με καλωσύνη. Δεν έπρεπε ένας άνθρωπος ν’ αποχωρίζη τη μητέρα ενός πουλιού από το μικρό της, ούτε το πουλί από τ’ αυγά του, εξαλείφοντας έτσι την οικογένεια. (Δευτ. 22:6, 7) Ούτε μπορούσε ένα άτομο να σφάξη μια δάμαλιν ή ένα πρόβατο και το μωρό των την ίδια μέρα.—Λευιτ. 22:28.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ
24. (α) Οι πόλεμοι του Ισραήλ ποιας φύσεως ήσαν, κι εν τούτοις το στρατιωτικό καθήκον ήρχετο, μήπως, πριν από κάθε άλλο; (β) Ποιες ήσαν οι εξαιρέσεις από το στρατιωτικό καθήκον, και σε ποιες αρχές εβασίζοντο;
24 Οι στρατιωτικοί νόμοι ήσαν για τους πολέμους του Ιεχωβά, που διεξήγοντο κατ’ εντολήν του και υπό την καθοδήγησί του. Αλλά και τότε ακόμη, η εθνική άμυνα δεν εθωρείτο τόσο σπουδαία ώστε να καταργή τα δικαιώματα της οικογενείας. Ένας άνδρας, που είχε μνηστευθή και δεν είχε λάβει τη σύζυγό του, κι ένας άνδρας που είχε νυμφευθή πριν από λιγώτερο του ενός έτους, απηλλάσσοντο ωσότου και στις δύο περιπτώσεις, συμπληρωθή ένα έτος έγγαμου ζωής. Αυτό εβασίζετο στο δικαίωμα ενός ανδρός να έχη κληρονόμο και να δη τον κληρονόμο του· επίσης, στο δικαίωμα μιας γυναίκας να έχη παιδί από το σύζυγό της. (Δευτ. 20:7· 24:5) Όταν ένας άνδρας είχε οικοδομήσει σπίτι αλλά δεν το είχε εγκαινιάσει ακόμη, ή αν ένας άνδρας δεν είχε δρέψει ακόμη τους καρπούς ενός νεοφυτευμένου αμπελώνος, απηλλάσσετο. (Δευτ. 20:5, 6) Η απαλλαγή αυτή εβασίζετο στην αρχή ότι ένας άνδρας έχει δικαίωμα ν’ απολαμβάνη τους καρπούς του έργου του. Οι Λευίται απηλλάσσοντο διότι υπηρετούσαν στο θυσιαστήριο. Αυτός ο νόμος έθετε σαφώς τη λατρεία του Ιεχωβά πριν από τη στρατιωτική ανάγκη.—Αριθμ. 1:47-49· 2:33.
25. Πώς εξησφαλίζετο η θρησκευτική και σωματική καθαρότης του στρατεύματος, και πώς αυτό υπήρξε ωφέλιμο στην πολιορκία εχθρικών πόλεων;
25 Εφόσον οι πόλεμοι ήσαν πόλεμοι του Ιεχωβά, οι στρατιώτες ηγιάζοντο για τον πόλεμο και η καθαρότης στο στρατόπεδο ήταν απαίτησις. (Δευτ. 23:9-14) Επίσης, δεν υπήρχαν γυναίκες που ακολουθούσαν το στράτευμα, όπως συμβαίνει με τα κοσμικά στρατεύματα, για να προμηθεύουν σεξουαλικές σχέσεις στους στρατιώτες. Αυτό θα ήταν ανηθικότης. Επί πλέον, οι σεξουαλικές σχέσεις ακόμη και με τη σύζυγο απεφεύγοντο στη διάρκεια μιας πολεμικής εκστρατείας. (1 Σαμ. 21:5· 2 Σαμ. 11:6-11) Έτσι εξησφαλίζετο η θρησκευτική και σωματική καθαρότης του στρατεύματος. Επομένως, δεν υπήρχε βιασμός γυναικών μεταξύ του εχθρού που είχε αιχμαλωτισθη. Ο νόμος, ο οποίος επεβάλλετο με αυστηρότητα, υπήρξε ωφέλιμος διότι υποκινούσε τον εχθρό να παραδοθή, αφού εγνώριζαν ότι οι γυναίκες των δεν επρόκειτο να κακοποιηθούν.—Δευτ. 21:10-13.
ΖΗΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
26. Ποιοι νόμοι σχετικά με νομικά ζητήματα ενεθάρρυναν το ζήλο για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη;
26 Από ένα μάρτυρα απητείτο να καταθέση εκείνο που εγνώριζε. (Λευιτ. 5:1) Δεν έπρεπε να ψευδορκήση, διότι αυτό θα εσήμαινε να ψευσθή «ενώπιον του Ιεχωβά.» Αν οι κατηγορίες που είχαν γίνει εναντίον ενός άλλου απεδεικνύετο ότι ήσαν εσκεμμένως ψευδείς, ο κατήγορος θα υφίστατο την ίδια ποινή που θα είχε επιβληθή στον κατηγορούμενο. Έτσι, διαβάζομε στο Δευτερονόμιον 19:16-19 (ΜΝΚ): «Εάν ψευδής μάρτυς σηκωθή εναντίον ανθρώπου, δια να μαρτυρήση κατ’ αυτού αδίκως, τότε και οι δύο άνθρωποι, μεταξύ των οποίων είναι η διαφορά, θέλουσι σταθή ενώπιον του Ιεχωβά, ενώπιον των ιερέων και των κριτών των όντων κατ’ εκείνας τας ημέρας· και οι κριταί θέλουσιν εξετάσει ακριβώς, και ιδού, εάν ο μάρτυς ήναι ψευδομάρτυς, και εμαρτύρησε ψευδώς κατά του αδελφού αυτού, τότε θέλετε κάμει εις αυτόν, καθώς αυτός εστοχάσθη να κάμη εις τον αδελφόν αυτού· και θέλεις εκβάλει το κακόν εκ μέσου σου.» Κανένας δεν εθανατώνετο με συμπερασματικές αποδείξεις. Έπρεπε να υπήρχαν δύο αυτόπται μάρτυρες για να διαπιστωθή η αλήθεια. (Δευτ. 17:6· 19:15) Οι μάρτυρες εναντίον ενός ανθρώπου ο οποίος ήταν ένοχος εγκλήματος, που συνεπήγετο την ποινή του θανάτου, έπρεπε να είναι οι πρώτοι που θα συμμετείχαν στο λιθοβολισμό του ανθρώπου μέχρι θανάτου. Αυτός ο νόμος ενεθάρρυνε τον ζήλο για τη δικαιοσύνη στον Ισραήλ. Όχι μόνο από τους κριτάς, αλλά από κάθε πολίτη απητείτο έτσι να εκδηλώνη την επιθυμία του να διατηρή τη γη καθαρή από ενοχή αίματος ενώπιον του Θεού. Αυτό ήταν, επίσης, προληπτικό μέτρον εναντίον της ψευδούς, βεβιασμένης ή απρόσεκτου μαρτυρίας. Καλό προέκυπτε από το νόμο που αναγράφεται στο εδάφιο Δευτερονόμιον 17:7, το οποίο λέγει: «Αι χείρες των μαρτύρων θέλουσιν είσθαι αι πρώται επ’ αυτόν, εις το να θανατώσωσιν αυτόν, και έπειτα αι χείρες παντός του λαού. Ούτω θέλεις εκβάλει το κακόν εκ μέσου σου.»
ΑΠΗΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΓΑΜΗΛΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
27. Ποιοι ήσαν μερικοί νόμοι σχετικοί με τις γαμήλιες σχέσεις;
27 Οι νόμοι που ερρύθμιζαν τα του γάμου απηγόρευαν το γάμο με οποιονδήποτε στενό κατά σάρκα συγγενή. Έτσι το εδάφιο Λευιτικόν 18:6 (ΜΝΚ) λέγει: «Ουδείς άνθρωπος θέλει πλησιάσει εις ουδένα συγγενή αυτού κατά σάρκα, δια να αποκαλύψη την ασχημοσύνην αυτού. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά.» Αυτές οι σχέσεις είναι αποκρουστικές στην ανθρώπινη φύσι, και δεν είναι ορθές από γενετική άποψι. Και η ακάθαρτη πράξις του να έχη ένα άτομο εσκεμμένως σχέσεις με τη σύζυγό του στη διάρκεια της έμμηνου περιόδου της «την πηγήν του αίματος αυτής απεκάλυψεν.» Και οι δύο έπρεπε να υποστούν την ποινή του θανάτου. (Λευιτ. 20:18) Οι αποκρουστικές πράξεις της ομοφυλοφιλίας και κτηνοβασίας ετιμωρούντο επίσης με θάνατο, σύμφωνα με το Λευιτικόν 20:13, 15, όπου είναι γραμμένο : «Εάν δε τις κοιμηθή μετά άρρενος, καθώς κοιμάται μετά γυναικός, βδέλυγμα έπραξαν αμφότεροι-εξάπαντος θέλουσι θανατωθή· το αίμα αυτών θέλει είσθαι επ’ αυτούς. Και εάν τις συνουσιασθή μετά κτήνους, εξάπαντος θέλει θανατωθή· και το κτήνος θέλετε φονεύσει.»
ΚΑΘΑΡΟΤΗΣ
28, 29. (α) Πώς οι υγειονομικοί και διαιτητικοί νόμοι εχρησίμευαν για να τηρήται ο Ισραήλ ένα ξεχωριστό έθνος; (β) Ποια ήσαν μερικά κατά γράμμα υγιεινά οφέλη;
28 Οι υγειονομικοί και διαιτητικοί νόμοι εξυπηρετούσαν διπλό σκοπό. Εχρησίμευαν για να υπενθυμίζουν συνεχώς στον Ισραήλ, ότι ήταν ένα χωριστό έθνος, ότι ώφειλαν να είναι ένας θρησκευτικώς καθαρός λαός ενώπιον του Ιεχωβά. Αυτές οι διατάξεις εμπόδιζαν επίσης το λαό από το να έχη κοινωνικές σχέσεις με τους ειδωλολάτρας, οι οποίοι τους περιέβαλλαν. Αν διαβάσετε το Γραφικό βιβλίον Λευιτικόν, κεφάλαια 11 εως 15, θα παρατηρήσετε ότι οι Ισραηλίται ώφειλαν να είναι με σχολαστικό τρόπο καθαροί, τόσο από θρησκευτική όσο και από σωματική άποψι. Αν μια Ισραηλιτική οικογένεια είχε δεχθή πρόσκλησι μεταβάσεως σ’ ένα ειδωλολατρικό σπίτι για φαγητό, υπήρχαν αναρίθμητα πράγματα που θα ήταν δυνατόν να συναντήσουν και τα οποία θα μπορούσαν να τους καταστήσουν θρησκευτικώς ακάθαρτους ή θα ήταν δυνατόν να γίνουν χωρίς να το γνωρίζουν ένοχοι βρώσεως αίματος. Κατόπιν υπήρχε μεγάλος κίνδυνος ν’ αναμιχθούν σε κάποια ειδωλολατρική πράξι, και, φυσικά, ο πρόσθετος κίνδυνος να οδηγήσουν τα τέκνα των σε γαμήλιες αναμίξεις με ειδωλολάτρας. Κατάλληλα το Δευτερονόμιον 7:3 λέγει στον Ισραήλ: «Ουδέ θέλεις συμπενθερεύσει μετ’ αυτών· την θυγατέρα σου δεν θέλεις δώσει εις τον υιόν αυτού, ουδέ την θυγατέρα αυτού θέλεις λάβει εις τον υιόν σου.»
29 Επίσης, από ιατρική άποψι, οι νόμοι υγειονομίας και καθάρσεως, μαζί με τους ηθικούς νόμους και την απαγόρευσι του αίματος, ήσαν θαυμάσια προστατευτικά μέτρα από τον τυφοειδή πυρετό, τον τύφο, την βουβωνική πανώλη,την ηπατίτιδα, την γονόρροια και τη σύφιλι, κι ένα πλήθος άλλων ασθενειών.
30. Γιατί πρέπει να είμεθα επιμελείς ν’ ανακαλύψωμε όλα όσα προεσκίαζε ο Νόμος;
30 Ο Νόμος ήταν τόσο έξοχος, αλλ’ εν τούτοις είχε δοθή για μόνο ένα τυπικό έθνος του Θεού, κι επρομήθευσε μια σκιά μελλοντικών αγαθών. Έτσι αναφέρεται στο εδάφιο Εβραίους 10:1, όπου διαβάζομε: «Διότι ο νόμος έχων σκιάν των μελλόντων αγαθών, ουχί αυτήν την εικόνα των πραγμάτων, δεν δύναται ποτέ δια των αυτών θυσιών τας οποίας προσφέρουσι κατ’ ενιαυτόν πάντοτε, να τελειοποιήση τους προσερχόμενους.» Επομένως, πόσο επιμελείς πρέπει να είμεθα στη μελέτη εκείνου που προσκιάζεται, δηλαδή, του νόμου της ελευθερίας που εισήγαγε ο Ιησούς Χριστός, όπως αναγράφεται στο εδάφιο Ιάκωβος 1:25, όπου διαβάζομε: «Όστις όμως εγκύψη εις τον τέλειον νόμον της ελευθερίας, και επιμείνη εις αυτόν, ούτος γενόμενος ουχί ακροατής επιλήσμων, αλλ’ εκτελεστής έργου, ούτος θέλει είσθαι μακάριος εις την εκτέλεσιν αυτού.» Και με ποια βαθιά προσδοκία μπορούμε ν’ αποβλέπωμε στη δικαία κυβέρνησι της γης στη διάρκεια της ενδόξου χιλιετούς βασιλείας του Χριστού η οποία είναι τόσο πλησίον επί θύραις! Τότε θα μεταδοθούν στους κατοίκους της γης οι απαιτούμενες δίκαιες οδηγίες, οι οποίες μάλιστα θα περιλαμβάνουν και τους αναστημένους νεκρούς, όπως περιγράφεται στα εδάφια Αποκάλυψις 20:12, 13, όπου διαβάζομε: «Είδον τους νεκρούς μικρούς και μεγάλους, ισταμένους ενώπιον του Θεού, και τα βιβλία ηνοίχθησαν και βιβλίον άλλο ηνοίχθη, το οποίον είναι της ζωής· και εκρίθησαν οι νεκροί εκ των γεγραμμένων εν τοις βιβλίοις κατά τα έργα αυτών. Και έδωκεν η θάλασσα τους εν αυτή νεκρούς, και ο θάνατος και ο άδης έδωκεν τους εν αυτοίς νεκρούς· και εκρίθησαν έκαστος κατά τα έργα αυτών.»
[Εικόνα στη σελίδα 566]
Ο νόμος του Θεού έκανε πρόβλεψι για μια ημέρα ελευθερίας από εργασία. Αυτή θα μπορούσε να χρησιμοποιήται για ιερά πράγματα, όπως η διδασκαλία των εντολών του Θεού στα τέκνα